Νέα ελληνικά: Αναλυτική κλίση ρήματος «χειραγωγώ» | Σημειώσεις του Κωνσταντίνου Μάντη

Νέα ελληνικά: Αναλυτική κλίση ρήματος «χειραγωγώ»

Κωνσταντίνος Μάντης | Best Blogger Tips

Nicole Vishnevetska

 
Νέα ελληνικά: Αναλυτική κλίση ρήματος «χειραγωγώ»
 
Ενεργητική φωνή
 
Ενεστώτας
Οριστική
χειραγωγώ, χειραγωγείς, χειραγωγεί, χειραγωγούμε, χειραγωγείτε, χειραγωγούν (ή χειραγωγούνε)
Υποτακτική
να χειραγωγώ, να χειραγωγείς, να χειραγωγεί, να χειραγωγούμε, να χειραγωγείτε, να χειραγωγούν (ή να χειραγωγούνε)
Προστακτική
β΄ ενικό: χειραγώγει – β΄ πληθυντικό: χειραγωγείτε
Μετοχή
χειραγωγώντας
 
Παρατατικός
Οριστική
χειραγωγούσα, χειραγωγούσες, χειραγωγούσε, χειραγωγούσαμε, χειραγωγούσατε, χειραγωγούσαν (ή χειραγωγούσανε)
 
Αόριστος
Οριστική
χειραγώγησα, χειραγώγησες, χειραγώγησε, χειραγωγήσαμε, χειραγωγήσατε, χειραγώγησαν ή χειραγωγήσανε
Υποτακτική
να χειραγωγήσω, να χειραγωγήσεις, να χειραγωγήσει, να χειραγωγήσουμε, να χειραγωγήσετε, να χειραγωγήσουν (ή να χειραγωγήσουνε)
Προστακτική
β΄ ενικό: χειραγώγησε β΄ πληθυντικό: χειραγωγήστε
 
Εξακολουθητικός Μέλλοντας
Οριστική
θα χειραγωγώ, θα χειραγωγείς, θα χειραγωγεί, θα χειραγωγούμε, θα χειραγωγείτε, θα χειραγωγούν (ή θα χειραγωγούνε)
 
Συνοπτικός Μέλλοντας
Οριστική
θα χειραγωγήσω, θα χειραγωγήσεις, θα χειραγωγήσει, θα χειραγωγήσουμε, θα χειραγωγήσετε, θα χειραγωγήσουν (ή θα χειραγωγήσουνε)
 
Συντελεσμένος Μέλλοντας
Οριστική
θα έχω χειραγωγήσει, θα έχεις χειραγωγήσει, θα έχει χειραγωγήσει, θα έχουμε χειραγωγήσει, θα έχετε χειραγωγήσει, θα έχουν(ε) χειραγωγήσει
 
Παρακείμενος
Οριστική
έχω χειραγωγήσει, έχεις χειραγωγήσει, έχει χειραγωγήσει, έχουμε χειραγωγήσει, έχετε χειραγωγήσει, έχουν(ε) χειραγωγήσει
Υποτακτική
να έχω χειραγωγήσει, να έχεις χειραγωγήσει, να έχει χειραγωγήσει, να έχουμε χειραγωγήσει, να έχετε χειραγωγήσει, να έχουν(ε) χειραγωγήσει
Μετοχή
έχοντας χειραγωγήσει
 
Υπερσυντέλικος
Οριστική
είχα χειραγωγήσει, είχες χειραγωγήσει, είχε χειραγωγήσει, είχαμε χειραγωγήσει, είχατε χειραγωγήσει, είχαν(ε) χειραγωγήσει
 
Παθητική φωνή
 
Ενεστώτας
Οριστική
χειραγωγούμαι, χειραγωγείσαι, χειραγωγείται, χειραγωγούμαστε, χειραγωγείστε, χειραγωγούνται
Υποτακτική
να χειραγωγούμαι, να χειραγωγείσαι, να χειραγωγείται, να χειραγωγούμαστε, να χειραγωγείστε, να χειραγωγούνται
Προστακτική
β΄ πληθυντικό: χειραγωγείστε
Μετοχή
χειραγωγούμενος, χειραγωγούμενη, χειραγωγούμενο
 
Παρατατικός
Οριστική
χειραγωγούμουν, χειραγωγούσουν, χειραγωγούταν, χειραγωγούμασταν ή χειραγωγούμαστε, χειραγωγούσαστε, χειραγωγούνταν
 
Αόριστος
Οριστική
χειραγωγήθηκα, χειραγωγήθηκες, χειραγωγήθηκε, χειραγωγηθήκαμε, χειραγωγηθήκατε, χειραγωγήθηκαν ή χειραγωγηθήκανε
Υποτακτική
να χειραγωγηθώ, να χειραγωγηθείς, να χειραγωγηθεί, να χειραγωγηθούμε, να χειραγωγηθείτε, να χειραγωγηθούν ή να χειραγωγηθούνε
Προστακτική
β΄ ενικού: χειραγωγήσου β΄ πληθυντικό: χειραγωγηθείτε
 
Εξακολουθητικός Μέλλοντας
Οριστική
θα χειραγωγούμαι, θα χειραγωγείσαι, θα χειραγωγείται, θα χειραγωγούμαστε, θα χειραγωγείστε, θα χειραγωγούνται
 
Συνοπτικός Μέλλοντας
Οριστική
θα χειραγωγηθώ, θα χειραγωγηθείς, θα χειραγωγηθεί, θα χειραγωγηθούμε, θα χειραγωγηθείτε, θα χειραγωγηθούν ή θα χειραγωγηθούνε
 
Συντελεσμένος Μέλλοντας
Οριστική
θα έχω χειραγωγηθεί, θα έχεις χειραγωγηθεί, θα έχει χειραγωγηθεί, θα έχουμε χειραγωγηθεί, θα έχετε χειραγωγηθεί, θα έχουν(ε) χειραγωγηθεί
 
Παρακείμενος
Οριστική
έχω χειραγωγηθεί, έχεις χειραγωγηθεί, έχει χειραγωγηθεί, έχουμε χειραγωγηθεί, έχετε χειραγωγηθεί, έχουν(ε) χειραγωγηθεί
Υποτακτική
να έχω χειραγωγηθεί, να έχεις χειραγωγηθεί, να έχει χειραγωγηθεί, να έχουμε χειραγωγηθεί, να έχετε χειραγωγηθεί, να έχουν(ε) χειραγωγηθεί
Μετοχή
χειραγωγημένος, χειραγωγημένη, χειραγωγημένο
 
Υπερσυντέλικος
Οριστική
είχα χειραγωγηθεί, είχες χειραγωγηθεί, είχε χειραγωγηθεί, είχαμε χειραγωγηθεί, είχατε χειραγωγηθεί, είχαν(ε) χειραγωγηθεί

0 σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Related Posts Plugin for WordPress, Blogger...