Νέα ελληνικά: Αναλυτική κλίση ρήματος «κρατάω - κρατώ» | Σημειώσεις του Κωνσταντίνου Μάντη

Νέα ελληνικά: Αναλυτική κλίση ρήματος «κρατάω - κρατώ»

Κωνσταντίνος Μάντης | Best Blogger Tips
Steve Henderson
 
Νέα ελληνικά: Αναλυτική κλίση ρήματος «κρατάω - κρατώ»
 
Ενεργητική φωνή
 
Ενεστώτας
Οριστική
κρατώ, κρατάς, κρατά, κρατάμε, κρατάτε, κρατάνε
(& κρατάω, κρατάς, κρατάει)
& κρατώ, κρατείς, κρατεί, κρατούμε, κρατείτε, κρατούν ή κρατούνε
Υποτακτική
να κρατώ, να κρατάς, να κρατά, να κρατάμε, να κρατάτε, να κρατάνε
(& να κρατάω, να κρατάς, να κρατάει)
& να κρατώ, να κρατείς, να κρατεί, να κρατούμε, να κρατείτε, να κρατούν ή να κρατούνε
Προστακτική
β΄ ενικό: κράτα – β΄ πληθυντικό: κρατάτε
Μετοχή
κρατώντας
 
Παρατατικός
Οριστική
κρατούσα, κρατούσες, κρατούσε, κρατούσαμε, κρατούσατε, κρατούσαν (ή κρατούσανε)
& κράταγα, κράταγες, κράταγε, κρατάγαμε, κρατάγατε, κράταγαν (ή κρατάγανε)
 
Αόριστος
Οριστική
κράτησα, κράτησες, κράτησε, κρατήσαμε, κρατήσατε, κράτησαν (ή κρατήσανε)
Υποτακτική
να κρατήσω, να κρατήσεις, να κρατήσει, να κρατήσουμε, να κρατήσετε, να κρατήσουν (ή να κρατήσουνε)
Προστακτική
β΄ ενικό: κράτησε – β΄ πληθυντικό: κρατήστε   
 
Εξακολουθητικός Μέλλοντας
Οριστική
θα κρατώ, θα κρατάς, θα κρατά, θα κρατάμε, θα κρατάτε, θα κρατάνε
(& θα κρατάω, θα κρατάς, θα κρατάει)
& θα κρατώ, θα κρατείς, θα κρατεί, θα κρατούμε, θα κρατείτε, θα κρατούν ή θα κρατούνε
 
Συνοπτικός Μέλλοντας
Οριστική
θα κρατήσω, θα κρατήσεις, θα κρατήσει, θα κρατήσουμε, θα κρατήσετε, θα κρατήσουν (ή θα κρατήσουνε)
 
Συντελεσμένος Μέλλοντας
Οριστική
θα έχω κρατήσει, θα έχεις κρατήσει, θα έχει κρατήσει, θα έχουμε κρατήσει, θα έχετε κρατήσει, θα έχουν(ε) κρατήσει
 
Παρακείμενος
Οριστική
έχω κρατήσει, έχεις κρατήσει, έχει κρατήσει, έχουμε κρατήσει, έχετε κρατήσει, έχουν(ε) κρατήσει
Υποτακτική
να έχω κρατήσει, να έχεις κρατήσει, να έχει κρατήσει, να έχουμε κρατήσει, να έχετε κρατήσει, να έχουν(ε) κρατήσει
Μετοχή
έχοντας κρατήσει
 
Υπερσυντέλικος
Οριστική
είχα κρατήσει, είχες κρατήσει, είχε κρατήσει, είχαμε κρατήσει, είχατε κρατήσει, είχαν/είχανε κρατήσει
 
Παθητική φωνή
 
Ενεστώτας
Οριστική
κρατιέμαι, κρατιέσαι, κρατιέται, κρατιόμαστε, κρατιέστε, κρατιούνται
& κρατούμαι, κρατείσαι, κρατείται, κρατούμαστε, κρατείστε, κρατούνται
Υποτακτική
να κρατιέμαι, να κρατιέσαι, να κρατιέται, να κρατιόμαστε, να κρατιέστε, να κρατιούνται
& να κρατούμαι, να κρατείσαι, να κρατείται, να κρατούμαστε, να κρατείστε, να κρατούνται
Προστακτική
β΄ πληθυντικό: κρατιέστε & κρατείστε
Μετοχή
κρατούμενος, κρατούμενη, κρατούμενο
 
Παρατατικός
Οριστική
κρατιόμουν, κρατιόσουν, κρατιόταν, κρατιόμαστε, κρατιόσαστε, κρατιόνταν ή κρατιούνταν 
& κρατιόμουνα, κρατιόσουνα, κρατιότανε, κρατιόμασταν, κρατιόσασταν, κρατιόντουσαν
& κρατούμουν / κρατούμουνα, κρατούσουν, κρατούταν / κρατούτανε, κρατούμασταν ή κρατούμαστε, κρατούσαστε, κρατούνταν
 
Αόριστος
Οριστική
κρατήθηκα, κρατήθηκες, κρατήθηκε, κρατηθήκαμε, κρατηθήκατε, κρατήθηκαν (ή κρατηθήκανε)
Υποτακτική
να κρατηθώ, να κρατηθείς, να κρατηθεί, να κρατηθούμε, να κρατηθείτε, να κρατηθούν (ή να κρατηθούνε)
Προστακτική
β΄ ενικού: κρατήσου – β΄ πληθυντικό: κρατηθείτε  
 
Εξακολουθητικός Μέλλοντας
Οριστική
θα κρατιέμαι, θα κρατιέσαι, θα κρατιέται, θα κρατιόμαστε, θα κρατιέστε, θα κρατιούνται
& θα κρατούμαι, θα κρατείσαι, θα κρατείται, θα κρατούμαστε, θα κρατείστε, θα κρατούνται
 
Συνοπτικός Μέλλοντας
Οριστική
θα κρατηθώ, θα κρατηθείς, θα κρατηθεί, θα κρατηθούμε, θα κρατηθείτε, θα κρατηθούν (ή θα κρατηθούνε)
 
Συντελεσμένος Μέλλοντας
Οριστική
θα έχω κρατηθεί, θα έχεις κρατηθεί, θα έχει κρατηθεί, θα έχουμε κρατηθεί, θα έχετε κρατηθεί, θα έχουν(ε) κρατηθεί
 
Παρακείμενος
Οριστική
έχω κρατηθεί, έχεις κρατηθεί, έχει κρατηθεί, έχουμε κρατηθεί, έχετε κρατηθεί, έχουν(ε) κρατηθεί
Υποτακτική
να έχω κρατηθεί, να έχεις κρατηθεί, να έχει κρατηθεί, να έχουμε κρατηθεί, να έχετε κρατηθεί, να έχουν(ε) κρατηθεί
Μετοχή
κρατημένος, κρατημένη, κρατημένο
 
Υπερσυντέλικος
Οριστική
είχα κρατηθεί, είχες κρατηθεί, είχε κρατηθεί, είχαμε κρατηθεί, είχατε κρατηθεί, είχαν(ε) κρατηθεί
 
Σημείωση: Το ρήμα κρατώ ανήκει στην ομάδα των ρημάτων που συχνά παρουσιάζουν στον ενεστώτα τις εναλλακτικές καταλήξεις -άω, -άς, -άει, -άμε, -άτε, -άνε (β΄ συζυγία). Αυτό συμβαίνει συνήθως στον καθημερινό (κυρίως προφορικό) λόγο και σε ανεπίσημο ύφος. Τόσο το τυπικό όσο και το εναλλακτικό κλιτικό σχήμα είναι αποδεκτά ως σωστά. Συγκεκριμένα:
Τυπικό σχήμα: κρατώ, κρατάς, κρατά, κρατούμε, κρατάτε, κρατούν(ε)
Εναλλακτικό σχήμα: κρατάω, κρατάς, κρατάει, κρατάμε, κρατάτε, κρατάνε.
 
Σε επίσημο ύφος και στον γραπτό λόγο χρησιμοποιείται ενίοτε το λόγιο σχήμα της β2 συζυγίας (δηλαδή η κλίση κατά τα ρήματα σε -ώ, -είς, -εί..): κρατώ, κρατείς, κρατεί, κρατούμε, κρατείτε, κρατούν, π.χ. Η κόντρα μεταξύ των δύο αντιπάλων καλά κρατεί. Αυτό ισχύει ιδιαίτερα στη μεσοπαθητική φωνή, όπου τα δύο κλιτικά σχήματα οδηγούν σε διαφορετικές σημασίες και, επομένως, η διάκριση είναι υποχρεωτική, π.χ. Να κρατιέσαι (όχι: *να κρατείσαι) γερά, για να μην πέσεις – Συνελήφθη και κρατείται (όχι: *κρατιέται) στη Γενική Αστυνομική Διεύθυνση Αττικής.

0 σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Related Posts Plugin for WordPress, Blogger...