Milo Serrano
Αρχαία ελληνικά: Αναλυτική κλίση ρήματος «λακωνίζω»
(λακωνίζω: μιμούμαι τους Λάκωνες
(Σπαρτιάτες))
[το -ι είναι βραχύχρονο]
Ενεστώτας
Οριστική
λακωνίζω, λακωνίζεις, λακωνίζει, λακωνίζομεν, λακωνίζετε, λακωνίζουσι(ν)
Υποτακτική
λακωνίζω, λακωνίζῃς, λακωνίζῃ, λακωνίζωμεν, λακωνίζητε, λακωνίζωσι(ν)
Ευκτική
λακωνίζοιμι, λακωνίζοις, λακωνίζοι, λακωνίζοιμεν, λακωνίζοιτε, λακωνίζοιεν
Προστακτική
---, λακώνιζε, λακωνιζέτω, ---, λακωνίζετε, λακωνιζόντων (ή λακωνιζέτωσαν)
Απαρέμφατο
λακωνίζειν
Μετοχή
λακωνίζων, λακωνίζουσα, λακωνίζον
Παρατατικός
Οριστική
ἐλακώνιζον, ἐλακώνιζες, ἐλακώνιζε, ἐλακωνίζομεν, ἐλακωνίζετε, ἐλακώνιζον
Μέλλοντας
Οριστική
λακωνιῶ, λακωνιεῖς, λακωνιεῖ, λακωνιοῦμεν, λακωνιεῖτε, λακωνιοῦσι(ν)
Ευκτική
λακωνιοῖμι, λακωνιοῖς, λακωνιοῖ, ή λακωνιοίην, λακωνιοίης, λακωνιοίη, λακωνιοῖμεν, λακωνιοῖτε, λακωνιοῖεν
Απαρέμφατο
λακωνιεῖν
Μετοχή
λακωνιῶν, λακωνιοῦσα, λακωνιοῦν
Αόριστος
Οριστική
ἐλακώνισα, ἐλακώνισας, ἐλακώνισε(ν), ἐλακωνίσαμεν, ἐλακωνίσατε, ἐλακώνισαν
Υποτακτική
λακωνίσω, λακωνίσῃς, λακωνίσῃ, λακωνίσωμεν, λακωνίσητε, λακωνίσωσι(ν)
Ευκτική
λακωνίσαιμι, λακωνίσαις ή λακωνίσειας, λακωνίσαι ή λακωνίσειε(ν), λακωνίσαιμεν, λακωνίσαιτε, λακωνίσαιεν ή λακωνίσειαν
Προστακτική
---, λακώνισον, λακωνισάτω, ---, λακωνίσατε, λακωνισάντων (ή λακωνισάτωσαν)
Απαρέμφατο
λακωνίσαι
Μετοχή
λακωνίσας, λακωνίσασα, λακωνίσαν
Αρχαία ελληνικά: Αναλυτική κλίση ρήματος «λακωνίζω»
[το -ι είναι βραχύχρονο]
Ενεστώτας
Οριστική
λακωνίζω, λακωνίζεις, λακωνίζει, λακωνίζομεν, λακωνίζετε, λακωνίζουσι(ν)
λακωνίζω, λακωνίζῃς, λακωνίζῃ, λακωνίζωμεν, λακωνίζητε, λακωνίζωσι(ν)
λακωνίζοιμι, λακωνίζοις, λακωνίζοι, λακωνίζοιμεν, λακωνίζοιτε, λακωνίζοιεν
Προστακτική
---, λακώνιζε, λακωνιζέτω, ---, λακωνίζετε, λακωνιζόντων (ή λακωνιζέτωσαν)
Απαρέμφατο
λακωνίζειν
Μετοχή
λακωνίζων, λακωνίζουσα, λακωνίζον
Παρατατικός
Οριστική
ἐλακώνιζον, ἐλακώνιζες, ἐλακώνιζε, ἐλακωνίζομεν, ἐλακωνίζετε, ἐλακώνιζον
Μέλλοντας
Οριστική
λακωνιῶ, λακωνιεῖς, λακωνιεῖ, λακωνιοῦμεν, λακωνιεῖτε, λακωνιοῦσι(ν)
λακωνιοῖμι, λακωνιοῖς, λακωνιοῖ, ή λακωνιοίην, λακωνιοίης, λακωνιοίη, λακωνιοῖμεν, λακωνιοῖτε, λακωνιοῖεν
λακωνιεῖν
λακωνιῶν, λακωνιοῦσα, λακωνιοῦν
Αόριστος
Οριστική
ἐλακώνισα, ἐλακώνισας, ἐλακώνισε(ν), ἐλακωνίσαμεν, ἐλακωνίσατε, ἐλακώνισαν
λακωνίσω, λακωνίσῃς, λακωνίσῃ, λακωνίσωμεν, λακωνίσητε, λακωνίσωσι(ν)
λακωνίσαιμι, λακωνίσαις ή λακωνίσειας, λακωνίσαι ή λακωνίσειε(ν), λακωνίσαιμεν, λακωνίσαιτε, λακωνίσαιεν ή λακωνίσειαν
Προστακτική
---, λακώνισον, λακωνισάτω, ---, λακωνίσατε, λακωνισάντων (ή λακωνισάτωσαν)
Απαρέμφατο
λακωνίσαι
Μετοχή
λακωνίσας, λακωνίσασα, λακωνίσαν
0 σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου