Edgar Degas
Σκέψεις του Σολωμού για τον Κρητικό
«Κοίταξε το καθετί να είναι σύντομο και βαθύ στο αποτέλεσμα, υποτάζοντας τα μέρη στο γενικό αποτέλεσμα. Σύντομη η τρικυμία, η γαλήνη, η οπτασία, η ομιλία, τα δάκρυα. Να βάλεις όμως εκτενή την έκβαση. Έκβαση η μουσική που ακούει καθώς πλησιάζει στ’ ακρογιάλι – περισσότερο εκτενής η παρένθεση για τη σάλπιγγα. Η έκτασή τους όμως να μην εξαρτάται από το υλικό στοιχείο των εικόνων και από τα αισθήματα∙ αντίθετα, αυτά να επηρεάζονται από τη φυσική σφοδρότητα της έκβασης. Η σύντομη ή η εκτενής ανάπτυξη δεν είναι υπόθεση υλική, αλλά ψυχολογική.
Μια ισορροπία δυνάμεων ανάμεσα στην ψυχή του ναυαγού, μεστή από μια μεγάλη στιγμή της Ιδέας, μαγευτική. Θαρρώ πως εδώ πολύ φυσικά βαθαίνει η αυλακιά ενός μεγάλου ποιήματος.
Η αληθινή δύναμη, που μπαίνει σε δοκιμασία από τη συφορά, κι η άλλη, ντυμένη μ’ ένα μάγιο που κάνει πικρότερο το χαμό. Πεδίο δοκιμασίας είναι η ζωή (εδώ γραμμές σύντομες και βαθιές για να δοθεί το βάθος όλου του ποιήματος και να φανεί ο δυνατός χαρακτήρας του Κρητικού). Πεδίο δοκιμασίας είναι η ζωή∙ το ξέρω∙ μα η ψυχή μου είναι βαθιά και έχει γεμίσει από πόνο.»
Λίνος Πολίτης «Γύρω στο Σολωμό»
Σκέψεις του Σολωμού για τον Κρητικό
«Κοίταξε το καθετί να είναι σύντομο και βαθύ στο αποτέλεσμα, υποτάζοντας τα μέρη στο γενικό αποτέλεσμα. Σύντομη η τρικυμία, η γαλήνη, η οπτασία, η ομιλία, τα δάκρυα. Να βάλεις όμως εκτενή την έκβαση. Έκβαση η μουσική που ακούει καθώς πλησιάζει στ’ ακρογιάλι – περισσότερο εκτενής η παρένθεση για τη σάλπιγγα. Η έκτασή τους όμως να μην εξαρτάται από το υλικό στοιχείο των εικόνων και από τα αισθήματα∙ αντίθετα, αυτά να επηρεάζονται από τη φυσική σφοδρότητα της έκβασης. Η σύντομη ή η εκτενής ανάπτυξη δεν είναι υπόθεση υλική, αλλά ψυχολογική.
Μια ισορροπία δυνάμεων ανάμεσα στην ψυχή του ναυαγού, μεστή από μια μεγάλη στιγμή της Ιδέας, μαγευτική. Θαρρώ πως εδώ πολύ φυσικά βαθαίνει η αυλακιά ενός μεγάλου ποιήματος.
Η αληθινή δύναμη, που μπαίνει σε δοκιμασία από τη συφορά, κι η άλλη, ντυμένη μ’ ένα μάγιο που κάνει πικρότερο το χαμό. Πεδίο δοκιμασίας είναι η ζωή (εδώ γραμμές σύντομες και βαθιές για να δοθεί το βάθος όλου του ποιήματος και να φανεί ο δυνατός χαρακτήρας του Κρητικού). Πεδίο δοκιμασίας είναι η ζωή∙ το ξέρω∙ μα η ψυχή μου είναι βαθιά και έχει γεμίσει από πόνο.»
Λίνος Πολίτης «Γύρω στο Σολωμό»
Ερατοσθένης
Καψωμένος «Ο Κρητικός» του Σολωμού
Αν επιχειρήσουμε να προσδιορίσουμε τη
λειτουργία των στοιχείων που συνθέτουν το μύθο του Κρητικού, θα διαπιστώσουμε
ότι η τρικυμία και το ναυάγιο αποτελούν μονάχα το αφηγηματικό πλαίσιο του
έργου. Το κέντρο κατέχει η επικοινωνία του ήρωα με τη φύση, που επιμερίζεται σε
δύο εμπειρίες: στην εμφάνιση της θείας Φεγγαροντυμένης και στο «γλυκύτατον ήχο»
που τη διαδέχτηκε. Ο «γλυκύτατος ήχος» που ακολουθεί τη θεία εμφάνιση συνοψίζει
μέσα σε μια εμπειρία «μουσική» τον παναρμόνιο ρυθμό της φύσης, που η παρουσία
της Φεγγαροντυμένης μας τον δίνει με μια εμπειρία πλαστική και μυστηριακή
συγχρόνως. Και το ένα και το άλλο ασκούν ομοειδείς επιδράσεις στην ψυχή του
ήρωα. Η θεία μορφή μαγνητίζει κυριολεκτικά τον Κρητικό.
Η εμπειρία της Φεγγαροντυμένης
αντιπροσωπεύει για τον ήρωα τη μείζονα αποκάλυψη, η οποία ανατρέπει μέσα του
την ιεράρχηση των αξιών που μέχρι τότε όριζε τη συμπεριφορά του. Είναι η
αποκάλυψη της θείας παρουσίας μέσα στη φύση, η εγκοσμίωση των μεταφυσικών αξιών∙
και είναι η ταύτιση της ομορφιάς με την καλοσύνη, που έρχεται σε αντίθεση με
την αγωνιστική διάσταση της προσωπικότητας του κρητικού επαναστάτη. Το
επεισόδιο κλείνει με την εξομολόγηση του ήρωα για τη ριζική αλλαγή του
χαρακτήρα του ύστερα απ’ αυτή τη μοναδική εμπειρία της ζωής του. Ο ήρωας
μεταμορφώνεται, χάνει εντελώς το αγωνιστικό και επιθετικό ήθος του πολεμιστή
και η ύπαρξή του παίρνει μια στάση ένδειας που ζητά την πλήρωσή της μέσα στην
αγάπη του άλλου.
Αντίστοιχα παρατηρούμε πως και ο
«γλυκύτατος ήχος» παραλύει τον αγώνα του μέσα στη θάλασσα. Κάτι περισσότερο∙
τον κυριεύει τόσο, που τον αποξενώνει από την πραγματικότητα κι από την
αγαπημένη του. Τείνει να τον «αφομοιώσει» ολοκληρωτικά, ν’ αποσυνθέσει την
ύπαρξή του. Και μονάχα όταν ο ήχος σβήνει, ο ήρωας ξανάρχεται στον εαυτό του,
ξαναθυμάται την κόρη και την προσπάθειά του. Και δεν πρέπει να μας διαφεύγει
πως εν τω μεταξύ η κόρη έχει πεθάνει. Η τελική αυτή συνέπεια, σε συνάρτηση με
τα κίνητρα της δράσης και το περιεχόμενο της προσπάθειας του Κρητικού (άφιξη
στην ακρογιαλιά-σωτηρία της αγαπημένης), αποκαλύπτει τον αφηγηματικό ειρμό που
συνδέει και ενοποιεί τις τρεις φάσεις της δοκιμασίας του ήρωα στη θάλασσα. Τόσο
η θαλασσινή καταιγίδα όσο και οι ομόλογες εμπειρίες της Φεγγαροντυμένης και του
«γλυκύτατου ήχου», λειτουργούν ως αντίμαχες δυνάμεις: η καταιγίδα εκπροσωπεί
την αρνητική όψη της φύσης, η Φεγγαροντυμένη και ο ήχος τη θετική.
Διαπιστώνουμε λοιπόν ότι, σ’ αυτό το επίπεδο ανάγνωσης, στη συγκεκριμένη
συγκυρία, κατεξοχήν θετικές εκδηλώσεις του πνεύματος της φύσης λειτουργούν
καταστροφικά για τον ήρωα, σύμφωνα με το αντιφατικό σχήμα: θετική όψη vs αρνητική
λειτουργία. Έτσι, το φυσικό στοιχείο εμφανίζεται να αντιπαρατίθεται στη βούληση
(στην ηθική δύναμη) και την προσπάθεια του ήρωα, σχηματίζοντας μια κλιμάκωση
αντίμαχων δυνάμεων, που αντιστοιχούν στις τρεις φάσεις τις δοκιμασίας∙ η πρώτη
είναι φανερά αντιθετική (αγριεμένα φυσικά στοιχεία), οι δύο επόμενες
παραπλανητικά ευνοϊκές και γι’ αυτό πιο επικίνδυνες, στο μέτρο που
αποπροσανατολίζουν τη βουλητική λειτουργία του ήρωα, λυγίζουν την ηθική του
δύναμη και παραλύουν τον αγώνα του.
Το σχήμα αυτό, όσο κι αν φαίνεται
παράδοξο, δεν είναι διόλου ξένο προς την προβληματική του Σολωμού. Σε ιταλική
σημείωση των Ελεύθερων Πολιορκημένων ο ποιητής σημειώνει: «Κοίταξε να
σχηματίσεις βαθμηδόν ωσάν μία αναβάθρα από δυσκολίες, τες οποίες να υπερβούν
εκείνοι οι Μεγάλοι, με όσα οι αισθήσεις απορροφούν από τα εξωτερικά, τα οποία ή
τους τραβούν με τα κάλλη τους ή τους βιάζουν με την ανάγκη και τον πόνο έως εις
τη βεβαιότητα του θανάτου».
Την ίδια ιδέα θα τη βρούμε, με
εξαιρετική σαφήνεια διατυπωμένη, και σε ιταλικές σημειώσεις του Κρητικού. Στα
Αυτόγραφα σε συνδυασμό με την επεξεργασία του θέματος του «γλυκύτατου ήχου», ο
ποιητής σημειώνει στη δεξιά στήλη: «Η ηθική δύναμη που μπαίνει σε δοκιμασία από
τη συμφορά και από την άλλη, ντυμένη μια γοητεία που κάνει στο τέλος πικρότερο
το χαμό». Η αμέσως προηγούμενη παράγραφος της ιταλικής σημείωσης αναφέρεται
στην αρμονία του γλυκύτατου ήχου και συγκεκριμένα στη διευθέτηση των θεμάτων
(«δεν είναι [τούτο], δεν είναι [εκείνο]») μέσω των οποίων ο ήρωας προσπαθεί να
ορίσει την ποιότητα της αρμονίας και τη γοητεία που ασκεί στην ψυχή του. Άρα,
υπάρχει ένας φανερός συσχετισμός (ταύτιση) ανάμεσα στην αρμονία του ήχου και σ’
αυτό που ο Σολωμός ονομάζει «άλλη [δύναμη]», «ντυμένη με μια γοητεία που κάνει
στο τέλος πικρότερο το χαμό». Ας μην ξεχνούμε ότι η αμέσως προηγούμενη
κατάσταση από τη διαπίστωση του θανάτου της κόρης είναι ο ήχος. Ότι η εμπειρία
του ήχου αποτελεί στοιχείο δοκιμασίας και ότι στη δοκιμασία επενδύονται οι
σημασιακές δομές βάθους, διευκρινίζεται πληρέστερα στην αμέσως επόμενη
παράγραφο της ίδιας ιταλικής σημείωσης: «Πεδίο δοκιμασίας είναι η ζωή (εδώ
πινελιές σύντομες και βαθιές) έτσι που εδώ να βρίσκεται το βάθος όλου του Ποιήματος
και να φανερώνεται ο δυνατός χαρακτήρας του Κρητικού». Είναι ευνόητο ότι «ο
δυνατός χαρακτήρας του Κρητικού» αναδείχνεται μέσα από τη δοκιμασία της ηθικής
του δύναμης∙ και η δοκιμασία επιμερίζεται σε αντιπαραθέσεις με δύο διαφορετικής
(ακριβέστερα αντίθετης) ποιότητας δυνάμεις: τη συμφορά και την άλλη, τη
γοητευτική. Και η μαγευτική δύναμη εκφράζεται κι αυτή με δύο διαδοχικές
εμπειρίες: της Φεγγαροντυμένης και της αρμονίας του ήχου.
Ταυτόσημη σύλληψη του θέματος, με άλλη
διατύπωση, διαπιστώνουμε και σε κάποιες ακόμη ιταλικές σημειώσεις, που
συνοδεύουν την κατάληξη της τελευταίας (5ης) επεξεργασίας∙
πρόκειται, κυριολεκτικά, για την τελευταία λέξη του Σολωμού πάνω στο βαθύτερο
νόημα του έργου: «Μια ισορροπία Δυνάμεων ανάμεσα στην ψυχή του ναυαγού, μεστή
από μια Μεγάλη Στιγμή της Ιδέας (που είναι να φέρει στο ακρογιάλι το σώμα της
Αρραβωνιαστικιάς που τη νομίζει ζωντανή) και στα Εξωτερικά Εμπόδια της Φύσης,
μεστής από μιαν άλλη Στιγμή Μαγευτική της Ιδέας. Θαρρώ πως εδώ πολύ φυσικά
βαθαίνει η αυλακιά μιας Μεγάλης Ποίησης».
Παρατηρούμε ότι και εδώ, με μια
διατύπωση ακόμα πιο ρητή και σαφή, γίνεται αναφορά σε μια αντιπαράθεση
ισόρροπων, δηλαδή εξίσου αξιών, δυνάμεων, που επαληθεύει το σχήμα της
δοκιμασίας. Σ’ αυτή την αντιπαράθεση, τον ένα πόλο αντιπροσωπεύει η ψυχή,
δηλαδή η ηθική βούληση, του Κρητικού, το περιεχόμενο της οποίας είναι αυτό που
ορίσαμε ως κινητήρια δύναμη της δράσης: να σώσει το «τρυφερό βλαστάρι», την
καλή του, φέρνοντάς τη ζωντανή στ’ ακρογιάλι∙ ένας στόχος ηθικά ανώτερος, στο
μέτρο που προϋποθέτει αυτοθυσία, εφόσον το να παλεύει με τα κύματα κουβαλώντας
ταυτόχρονα άλλον έναν άνθρωπο συνεπάγεται μεγαλύτερο κίνδυνο για τον ίδιο. Μ’
αυτή την έννοια, συνιστά μια εκδήλωση (μεγάλη Στιγμή / Ροπή) της Ιδέας, αφού
αποκαλύπτει την υπεροχή της ηθικής θέλησης του ήρωα απέναντι στο ένστικτο της
αυτοσυντήρησης. Τον άλλο πόλο, δηλαδή την αντίμαχη δύναμη, αντιπροσωπεύει η
Φύση, «μεστή από μιαν άλλη Στιγμή / Ροπή της Ιδέας, μαγευτική». Σ’ αυτή τη
διατύπωση δεν μπορεί να υπονοείται η θαλασσινή καταιγίδα, που είναι το βίαιο
πρόσωπο της Φύσης. Ώστε, στον πληθυντικό «Εξωτερικά Εμπόδια της Φύσης»
περιλαμβάνονται οι δύο άλλες εμπειρίες του Κρητικού, η οπτασία της
Φεγγαροντυμένης και ο «ήχος» και όχι μόνο η δεύτερη. Ο όρος Εμπόδια τις
σημασιοδοτεί λοιπόν ως αντίμαχες δυνάμεις, σημασιοδότηση απόλυτα συνεπής προς
τη λειτουργία τους μέσα στο ποίημα∙ γιατί και οι δύο, όπως είδαμε, η μια μετά
την άλλη, λειτουργούν ανταγωνιστικά προς την ηθική θέληση του ήρωα: με τις
«λυτρωτικές» αξίες που εκφράζουν, μαγνητίζουν τον ήρωα, κυριεύουν ολοκληρωτικά
την ψυχή του, παραλύουν την αγωνιστική του βούληση και αναστέλλουν την προσπάθειά
του. Ένα άλλο κεφαλαιώδες σημείο είναι ότι ονομάζονται «Εξωτερικά Εμπόδια της
Φύσης» και ταυτόχρονα εκδηλώσεις (Στιγμή / Ροπή Μαγευτική) της Ιδέας. Αυτό
σημαίνει πως είναι, πρώτα απ’ όλα, δυνάμεις φυσικής τάξης∙ κι επομένως κάθε
ερμηνεία που τις συνδέει (ιδιαίτερα τη Φεγγαροντυμένη) με εκδοχές της
χριστιανικής μεταφυσικής (ψυχή της νεκρής αρραβωνιαστικιάς που ανέρχεται στους
ουρανούς, ενσάρκωση της Θρησκείας ή της χριστιανικής μεταφυσικής θεότητας,
Παναγία προστάτιδα των χειμαζομένων κλπ.) δεν μπορεί να συζητηθεί σοβαρά. Από
την άλλη μεριά εκφράζουν μια «Μαγευτική Στιγμή της Ιδέας».
Ο ποιητής μας αποκαλύπτει εδώ ξεκάθαρα
τις δύο πλευρές στις οποίες συνοψίζει την επικίνδυνη όψη της σχέσης ανθρώπου –
φύσης. Η φύση ως αντίμαχη δύναμη πολεμά τον άνθρωπο με δύο τρόπους, που ο ένας
είναι συνάρτηση του άλλου:
α) Παραλύει την αντίσταση ή την
προσπάθειά του ενάντια σε φυσικά εμπόδια κυριεύοντας την ύπαρξή του με τη
μαγευτική ακτινοβολία των αξιών των οποίων είναι φορέας (του κάλλους και του
αγαθού, που εμφανίζονται μέσα στο ποίημα ως οντολογικές κατηγορίες της φύσης).
Έτσι ενισχύεται η υπεροχή της εξωτερικής βίας, σε βαθμό που να προδικάζει
σχεδόν την αρνητική έκβαση του αγώνα.
β) Την ηθική θέληση του ανθρώπου που
παλεύει έναν αγώνα χαμένο έρχεται να διαβρώσει το ακαταμάχητο κάλεσμα για ζωή
και επίγεια ευδαιμονία που ακτινοβολεί η φύση. Ο πόθος για ζωή προσθέτει μια
βαθμίδα παραπάνω στην κλίμακα του τραγικού (είναι η εκδοχή των Ελεύθερων
Πολιορκημένων κυρίως).
Η επίδραση της φύσης στον Κρητικό με τη
Φεγγαροντυμένη πρώτα κι ύστερα με το «γλυκύτατον ήχο», αφομοιώνει τον ήρωα,
εξουδετερώνει το αγωνιστικό του πνεύμα, με αποτέλεσμα ο ήρωας να χάσει τον
αγώνα που αγωνιζόταν (να σώσει την αγαπημένη του). Πλαστικό (Φεγγαροντυμένη)
και μουσικό σύμβολο (ήχος) αντιπροσωπεύουν δύο διαδοχικές συγκρούσεις. Στην
πρώτη αντιπαρατίθεται το πνεύμα της φύσης με το πνεύμα του ήρωα. Η αντίθεση
είναι καλυμμένη∙ μόλις την υποπτευόμαστε στο «πολύν καιρόν οπίσω», που μας
δείχνει πως το πνεύμα που ενσαρκώνει η Φεγγαροντυμένη δεν είναι το πνεύμα που
διέπει τον ήρωα κατά την παρούσα φάση, της αντρικής του ακμής. Στην προσπάθεια
του ήρωα να «αναγνωρίσει» την οπτασία διακρίνουμε κάποια παλιά απομακρυσμένη
συνάφεια μεταξύ τους, που ανάγεται στο απώτερο παρελθόν, στα πρώτα βιώματα της
τρυφερής ηλικίας.
Παρατηρούμε πως τα βιώματα που συνδέουν
τον ήρωα με τη Φεγγαροντυμένη παραπέμπουν στην κατηγορία της «παιδικότητας» κι
επομένως είναι βιώματα κατεξοχήν διονυσιακά, με την έννοια ότι εκφράζουν μια
σχέση εξάρτησης του Εγώ από κάποιο ευρύτερο πόλο έλξης. Μ’ αυτή την έννοια ο
μητρικός κόρφος για το βρέφος, το ερωτικό ίνδαλμα για τον έφηβο, η εκστατική
ενατένιση της εικόνας του θείου για τον πιστό αποτελούν βιώματα με στενή
παραδειγματική συνάφεια∙ μ’ άλλα λόγια, και το θρησκευτικό βίωμα είναι βίωμα
διονυσιακό: ολοκληρωτική «αφιέρωση», δηλαδή υπαγωγή, του ανθρώπου στη θεϊκή
αρχή∙ μια μορφή απάρνησης της ατομικότητας, που ακραία της έκφραση είναι ο
ασκητισμός. Μια τέτοια σχέση έρχεται, ως στάση ζωής, σε αντίθεση με το πρόσφατο
πολεμικό παρελθόν του ήρωα. Η αντίθεση αυτή θα βγει στην επιφάνεια παρακάτω,
όταν θα γίνει λόγος για τη ριζική μεταστροφή του ήρωα, κάτω από την επίδραση
του οράματος της Φεγγαροντυμένης. Το πολεμόχαρο πνεύμα που χαρακτηρίζει τον
ήρωα πριν απ’ αυτή τη μεταστροφή αντιπαρατίθεται, στην κρίσιμη εκείνη ώρα που ο
ήρωας αγωνίζεται να σώσει το τελευταίο πράγμα που τον δένει με τη ζωή και με το
πρόσφατο παρελθόν του, προς το πνεύμα της φύσης, όπως το είδαμε ενσαρκωμένο στη
μορφή της Φεγγαροντυμένης. Το πνεύμα που εκφράζει η ήμερη μεσογειακή φύση δεν
είναι αυτό που συνηθίσαμε να ονομάζουμε φυσικό νόμο ή νόμο της ζούγκλας. Τα
κυρίαρχα στοιχεία στο μεσογειακό χώρο είναι το ιλαρό φως, το αρμονικό κάλλος κι
η ισορροπία, που όχι μόνο δεν εμπνέουν το ανταγωνιστικό πνεύμα, μα αντίθετα το
αφοπλίζουν. Αυτό που δεσπόζει στην εμπειρία της φύσης είναι το όραμα της
πληρότητας και της αυτάρκειας που αποκλείει κάθε βίωμα στέρησης, που θα
μπορούσε να τροφοδοτήσει το αίσθημα του ανικανοποίητου και συνεπώς την ανάγκη
του ανθρώπου να κατακτήσει οτιδήποτε. Αντίθετα του εμπνέει την αίσθηση ότι
είναι κάτοχος όλων των αξιών. Ώστε η επιβολή της φύσης πάνω στον άνθρωπο
σημαίνει άρση του ανταγωνισμού και θέση της ενότητας. Η μεσογειακή φύση
αδελφώνει τα όντα μέσα σε μια ατμόσφαιρα πληρότητας του Εγώ, η οποία αφενός
καθιστά περιττό τον ανταγωνισμό, αφετέρου γίνεται πηγή χαράς και μακαριότητας.
Το πνεύμα αυτό όμως απογυμνώνει ταυτόχρονα τον άνθρωπο απέναντι στις φυσικές
ενάντιες δυνάμεις (όπως δείχνει η τελική έκβαση). Η διπλή αυτή επίδραση, που
αντιπροσωπεύει την τραγική διάσταση του μύθου, μας αποκαλύπτει το τραγικό ως
μόνιμο στοιχείο της σχέσης του ανθρώπου με τη φύση.
Η μουσική εμπειρία του γλυκύτατου ήχου
αφετέρου εισάγει ανάμεσα στη φύση και στον άνθρωπο μια σχέση καθαρότερα
διονυσιακή∙ μας το δείχνει η παρομοίωση: «Μόλις είν’ έτσι δυνατός ο Έρωτας κι ο
Χάρος». Η σύζευξη του Έρωτα με το Χάρο, στοιχείο της προσωκρατικής φιλοσοφίας (στον
Ηράκλειτο Διόνυσος – Άδης είναι η διπλή όψη του ίδιου μυθικού συμβόλου), μας
δίνει δύο γνωστές και ομοειδείς εκδηλώσεις του ίδιου καταλυτικού ενστίκτου, που
ερεθίζει μέσα στην ψυχή του Κρητικού ο γλυκύτατος ήχος. Το ένστικτο του θανάτου
είναι ακριβώς η αντίθετη ροπή προς το ένστικτο της αυτοσυντήρησης και της
επιβολής. Ωθεί το άτομο στην αυτοκαταστροφή. Αντίστοιχα ο Έρωτας αντιπροσωπεύει
μερική κατάργηση της ατομικότητας, εφόσον τείνει να μεταθέσει και να
συγχωνεύσει το Εγώ με το ερώμενο αντικείμενο. Ανάλογη είναι η ψυχική κατάσταση
του Κρητικού απέναντι στον ήχο∙ ζητά να συγχωνευθεί μαζί του. Με άλλα λόγια, η
φύση εμπνέει στον ήρωα μια κατάσταση διονυσιακή. Ξυπνά μέσα του την «αρχέγονη
οδύνη» για την απόσπασή του, ως ατόμου, από την ευρύτερη Κοσμικήν ενότητα -για
να χρησιμοποιήσουμε μια χαρακτηριστική διατύπωση του Nietzsche από
τη «Γένεση της Τραγωδίας»- και ερεθίζει τον πόθο του να αρνηθεί το Εγώ, να
«βγει» από τα όρια της ατομικότητάς του («έκσταση») και να ταυτιστεί
ολοκληρωτικά με την καρδιά του κόσμου. Με το «γλυκύτατον ήχο» βγαίνει λοιπόν
στην επιφάνεια το διονυσιακό πνεύμα της φύσης και αντιπαρατίθεται στην ισχυρή
ατομικότητα του ήρωα. Αυτό δημιουργεί μια κλιμάκωση στη σύγκρουση, που
λειτουργεί υπόγεια μέσα στο έργο. Η φύση αντιμάχεται τη θέληση του ήρωα με το
πλαστικό της πνεύμα πρώτα, που αντιπροσωπεύεται από τη θεία μορφή της
Φεγγαροντυμένης. Το όραμα του κάλλους και του αγαθού μαγνητίζει τον ήρωα και
παραλύει τον αγώνα του, καθώς του μεταδίνει ένα λυτρωτικό βίωμα πληρότητας.
Ακολουθεί ισχυρότερη σύγκρουση ανάμεσα στον ήρωα και στη φύση με τον «ήχο», που
ξεσηκώνει στην ψυχή του Κρητικού το καταλυτικό διονυσιακό ένστικτο και τείνει να
διαλύσει την ίδια του την ατομική ύπαρξη. Εδώ κορυφώνεται η δοκιμασία του ήρωα,
που αρχίζει με την πάλη του προς τα στοιχεία της φύσης. Στους Ελεύθερους
Πολιορκημένους παρακολουθούμε την αντίστοιχη κλίμακα των τραγικών συγκρούσεων
που οδηγούν τους ήρωες στην υπέρτατη πράξη της θυσίας, η οποία συνιστά
ταυτόχρονα και την ηθική τους ολοκλήρωση. Την ολοκλήρωση μέσα από την
καταστροφή θα τη δούμε και στον Πόρφυρα. Αλλά το πιο χαρακτηριστικό είναι ότι
το σχήμα δοκιμασία - ολοκλήρωση, κοινό στην τραγωδία, στη χριστιανική ιδέα της
τελείωσης και στη σιλλερική θεωρία του Υψηλού, πραγματώνεται στο Σολωμό μ’ ένα
ιδιαίτερα νεοελληνικό τρόπο: μέσα από τη σχέση με τη φύση. Τόσο η δοκιμασία όσο
και η ολοκλήρωση οφείλονται στης φύσης την επενέργεια, που είναι διττή: καταστρεπτική
(θάνατος κόρης, ζητιανιά, δυστυχία: βιωτικό – ατομικό πεδίο) και ευεργετική
συγχρόνως (ανθρώπινη αλληλεγγύη, ενότητα με τον Κόσμο, ποιητική δωρεά: ηθικό –
Κοσμικό πεδίο). Μέσα απ’ αυτά τα βιώματα θα πραγματωθεί ο ψυχικός
μετασχηματισμός του ήρωα από μια ιστορικά προσδιορισμένη και (αντ-)αγωνιστική
ιδεολογία σε μια μυστικά βιωμένη ερωτική οντολογία. Ώστε ο θάνατος της κόρης,
που φαίνεται να σημασιοδοτεί την αποτυχία της προσπάθειας του ήρωα, δηλαδή την
ήττα της ηθικής θέλησης στο επίπεδο της δράσης, στην ουσία είναι το πικρό
αντίτιμο που πληρώνει ο Κρητικός (ηθική δοκιμασία) για να φτάσει σε μια ανώτερη
συνείδηση του Κόσμου και των ανθρωπίνων αξιών.
Στυλιανός
Αλεξίου: Εισαγωγή στον Κρητικό του Σολωμού
Περισσότερα ερωτηματικά από το
πραγματικό-ιστορικό στοιχείο στον «Κρητικό» έχει προκαλέσει η φανταστική
επίνοια της Φεγγαροντυμένης. Για την ταυτότητα και τη συμβολική ερμηνεία της
έχουν προταθεί διάφορες απόψεις: «Ομορφιά της ζωής και της φύσης», Αφροδίτη,
Ελευθερία-Ελλάδα, Νεράιδα, η πλατωνική Ιδέα κατά τη θεωρία της
γνώσης-ανάμνησης, η Παναγία, ο «θείος έρωτας», η «θεία πρόνοια», το
«αποκαλυπτικό ύψιστο» κ.ά. Οι περισσότερες από τις απόψεις αυτές είναι άσχετες
από το σύνολο του ποιήματος και από τα συμφραζόμενα του οράματος. Δεν μπορεί να
γίνει λόγος για «ομορφιά της ζωής και της φύσης» στις τρομερές στιγμές του
ναυαγίου, της τρικυμίας, της αγωνίας για τη διάσωση, και ύστερα από όσα έχουν
δει οι άνθρωποι αυτοί –σφαγές, αιχμαλωσίες, βιασμούς, ολοκαυτώματα. Είναι η πιο
ακατάλληλη στιγμή για να αποκαλυφθεί η «ομορφιά της ζωής και της φύσης». Ο
Σολωμός είχε πριν απ’ όλα την αίσθηση της πραγματικότητας.
Άσχετες είναι επίσης οι μορφές της
«Αφροδίτης» της κλασικιστικής περιόδου του Σολωμού, που την είχε προ πολλού
ξεπεράσει, της «Ελευθερίας-Ελλάδας» που μόνο σ’ ένα καθαρώς πολεμικό ποίημα θα
είχε τη θέση της (πβ. τον «Ύμνο» και τους «Ελεύθερους Πολιορκημένους»), της
«Νεράιδας» (στη θάλασσα!) και της πλατωνικής Ιδέας! Τίποτε δεν συνδέεται στο
ποίημα μ’ αυτά και τίποτε δεν τα προετοιμάζει κατά τον απαράβατο νόμο της
αφηγηματικής σύνθεσης. Τα παρόντα πρόσωπα είναι αποκλειστικώς δύο σ’ όλη την
έκταση του ποιήματος. Η θρησκευτική ερμηνεία προσκρούει επίσης στην ερωτική
διάθεση της μορφής (θα ήταν βλάσφημο να μοιάζει η Παναγία με την κόρη και με
την περίπου γυμνή, ξανθή Φεγγαροντυμένη) και κυρίως στο ότι μια υπερφυσική
χριστιανική εμφάνιση (της Παναγίας ή της «θείας πρόνοιας») θα περιμέναμε να
συνοδεύεται, όπως γίνεται κατά κανόνα σε ανάλογες νεοελληνικές διηγήσεις, από κάποιο
θαύμα για τη διάσωση, και όχι να καταλήγει στον θάνατο της κόρης.
Από την άλλη πλευρά, η πληρέστερη
υποστήριξη μιας φιλοσοφικής ερμηνείας της Φεγγαροντυμένης δόθηκε από τον
Ερατοσθένη Καψωμένο. Πρόκειται, κατά την άποψη αυτή, για τη «θεία επιφάνεια στη
φύση», όχι με τη θρησκευτική αλλά «με τη φιλοσοφική πανθεϊστική έννοια» που
υπερβαίνει την αντίθεση μεταξύ φύσης και ανθρώπινης θέλησης, καθώς και «τις
ανθρώπινες αξίες που υπηρετεί ο Κρητικός». Στην υπέρβαση αυτή αποδίδεται η
αλλαγή της συμπεριφοράς του Κρητικού στην υπόλοιπη ζωή του. Δεν φαίνεται ωστόσο
σ’ εμάς πιθανό ότι για τη σολωμική ιδεολογία υπερβαίνεται κάποτε και υπό
οποιεσδήποτε συνθήκες η αντίθεση καλού και κακού, ο ηθικός και εθνικός αγώνας,
που, όπως σ’ όλο το σολωμικό έργο, έτσι και στον «Κρητικό», αποτελεί, σ’ όλη
του την ένταση, την άμεση προϋπόθεση του ποιήματος στο σύνολό του.
Κατά τον Καψωμένο υπάρχει αντιστοιχία
ανάμεσα στη Φεγγαροντυμένη και το «spirito terrestre», το «πνεύμα της γης», φράση που ο
Σολωμός σημειώνει στην ανάλογη αλλά σύντομη μνεία της εμφάνισης μιας «κορασιάς
ντυμένης με το φως του φεγγαριού» στον ανοιξιάτικο «Πειρασμό», στους
«Ελεύθερους Πολιορκημένους». Ο μελετητής υποστηρίζει ότι δεν μπορεί να
πρόκειται για κάτι διαφορετικό στον «Κρητικό». Η οπτασία και στις δύο περιπτώσεις
πρέπει να έχει το ίδιο νόημα. Νομίζουμε ότι αυτό δεν είναι απαραίτητο. ... Η
πολλαπλή χρήση των θεμάτων, ειδικά για έναν ποιητή συνεχώς πειραματιζόμενο όπως
ο Σολωμός, είναι καθ’ όλα δυνατή. Απίθανη αντιθέτως φαίνεται η προσωποποίηση
μιας αφηρημένης και ακαθόριστης φιλοσοφικής έννοιας έξω από την κοινή εμπειρία
και χρήση. Δεν υπάρχει κανένα παράλληλο στη σολωμική ποίηση. Ο ερωτικός
χαρακτήρας της οπτασίας στον «Κρητικό» είναι προφανής.
Μια διαφορετική, μη φιλοσοφική,
ερμηνεία της Φεγγαροντυμένης του «Κρητικού» υποστηρίχθηκε πρώτα από τον Β.
Δεδούση και έπειτα από τους Στυλ. Αλεξίου, R. Beaton, Γ. Βελουδή, P. Mackridge και Ελ. Τσαντσάνογλου. Η
Φεγγαροντυμένη είναι η ίδια η μνηστή, ακριβέστερα η ψυχή της που βγαίνει από το
σώμα και γίνεται για λίγο ορατή, τη στιγμή που η νέα πεθαίνει από την
ταλαιπωρία στη θάλασσα. Τα στοιχεία των αυτογράφων που ενισχύουν την άποψη αυτή
είναι τα ακόλουθα:
Η οραματική μορφή αποσπάται από το σώμα
της νέας και της μοιάζει πολύ, στα μάτια, στο σχήμα, στο κίνημα (356 Β 40, Β 25
ιταλικά, 358 Α 27, 359 Β 28).
Σε μια από τις πρώτες αυτές
επεξεργασίες, όταν ο Σολωμός αμφέβαλλε αν θα απέκρυπτε ή όχι την ταυτότητα του
οράματος και της κόρης, γράφει (είναι λόγια του Κρητικού προς το όραμα): κοίτα
αν μπορώ να χάσω εσέ (360 B 35).
Ο Κρητικός λέει για το τελικό φτάσιμο
στην ακρογιαλιά φθάνω στη στεριά την απεθεωμένη,
δείχνοντας έτσι σαφώς την ταύτιση της κόρης προς τη μορφή του οράματος που έχει
επανειλημμένως χαρακτηριστεί ως θεά, θεϊκό πρόσωπο. Ο Σολωμός γράφει απεθεωμένη
από επίδραση του απεθεώθη. ... Η «αποθεωμένη» αντιστοιχεί ακριβώς προς μια
σημείωση του Σολωμού που μας πληροφορεί ότι το νόημα του «Κρητικού» είναι l’Amore divinizzato. Αν αποσυνδεθεί η κόρη από το όραμα
της θείας μορφής, δεν υπάρχει «θεοποιημένος Έρωτας» στο ποίημα. Έτσι το είδε
αναμφισβήτητα και ο Πολυλάς: «θεοποιείται εις τον Κρητικό το αίσθημα της
αγάπης». Η τοποθέτηση αυτή δεν είναι δική του, όπως ελέχθη, αλλά βασίζεται στον
ίδιο τον Σολωμό.
Η οραματική μορφή γέρνει το κεφάλι της
προς τον Κρητικό, όχι προς την κόρη, ακριβώς γιατί η κόρη είναι αυτή η ίδια.
...
Αν δεχθούμε ότι η οραματική μορφή δεν
ταυτίζεται με τη μνηστή, τότε πουθενά δεν δίνεται ο χαρακτήρας της. Η μνηστή θα
απουσίαζε στην περίπτωση αυτή εντελώς από το ποίημα, θα ήταν κάτι ουδέτερο,
κυριολεκτικά ένα πτώμα. Μόνο τα λόγια του Κρητικού δείχνουν την καλοσύνη, την
αγιοσύνη της. Αποτέλεσμα αυτής της αγιοσύνης είναι η αλλαγή του ήρωα στη
μετέπειτα ζωή του. Κάτι από την πραότητα της γυναίκας πέρασε στη δική του ψυχή.
Ο Καψωμένος πιστεύει ότι θα ήταν
«πλεονασμός» η εμφάνιση της ψυχής της κόρης στην αρχή του ποιήματος (στη σκηνή
της Ανάστασης) και άλλη μια φορά στη στιγμή του θανάτου. Ωστόσο άλλοι ερευνητές
βρίσκουν ακριβώς στα σημεία αυτά την ενότητα του «Κρητικού»: η αναστημένη, η
μορφή του οράματος και η νεκρή του τελικού στίχου είναι το ίδιο πρόσωπο. Με την
ταύτιση Φεγγαροντυμένης και κόρης, τρία διαφορετικά σημεία του ποιήματος
συνδέονται μεταξύ τους. Δημιουργείται έτσι ένας αφηγηματικός άξονας.
...
Ορισμένες ιταλικές σημειώσεις του
Σολωμού σχετίζονται επίσης με την ερμηνεία του μέρους αυτού του «Κρητικού»: «Η
ηθική δύναμη δοκιμαζόμενη από τη συμφορά, και η άλλη περιβεβλημένη με μια
μαγεία που κάνει στο τέλος πικρότερο το χαμό». «Μια ισορροπία Δυνάμεων: από το
ένα μέρος η ψυχή του ναυαγού, γεμάτη από μια μεγάλη Έκφανση της Ιδέας (να φέρει
στο ακρογιάλι το σώμα της αρραβωνιαστικιάς που τη νομίζει ζωντανή)∙ από το άλλο
μέρος τα Εξωτερικά Εμπόδια της Φύσης, γεμάτης από μιαν άλλη Έκφανση της Ιδέας,
μαγευτική».
Τα παραπάνω σημαίνουν ότι ο Κρητικός,
για τον υψηλό ηθικό σκοπό της σωτηρίας της αγαπημένης του, αντιμετωπίζει με όλη
τη δύναμη της ψυχής του τα εξωτερικά φυσικά εμπόδια που είναι όχι μόνο η
τρικυμία αλλά από μια στιγμή και πέρα και η ομορφιά της γαληνεμένης φύσης: η
ομορφιά αυτή τον μαγεύει και παραλύει τη θέλησή του. Ανάλογες αντιθέσεις
ανάμεσα στον άνθρωπο και τη φύση (εναλλάξ τρομερή και μαγευτική) υπάρχουν στη
«Φαρμακωμένη στον Άδη», στους «Ελεύθερους Πολιορκημένους» και στον «Πόρφυρα».
...
Η αγία και θεία μορφή της
Φεγγαροντυμένης δεν μπορεί να αποτελεί μέρος των «εξωτερικών εμποδίων της
φύσης». Ο μαγευτικός και αφοπλιστικός ρόλος ασκείται από τη μουσική, που είχε
παλιότερα (από τον Δεδούση) ερμηνευθεί ως τραγούδι των αγγέλων καθώς
υποδέχονται την ψυχή, αλλά πιθανότερα συνδέεται με τη «μαγευτική έκφανση της
Ιδέας».
0 σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου