Vladimir Kush
Η πεζογραφική γενιά του 1880
Γύρω στο 1880, παράλληλα με την άνθηση της ποίησης με πρωτεργάτη τον Κωστή Παλαμά, παρατηρείται και ακμή της πεζογραφίας, στην οποία παρουσιάζεται μετατόπιση από το είδος του μυθιστορήματος στο διήγημα. Τα κύρια ρεύματα που επηρεάζουν τη νεοελληνική πεζογραφία της γενιάς αυτής είναι ο Ρεαλισμός και ο Νατουραλισμός. Ο Ρεαλισμός, που διαδέχτηκε τον Ρομαντισμό, αναπτύχθηκε στη Γαλλία στα μέσα του 19ου αιώνα. Είχε ως κεντρικό δόγμα της αισθητικής του την αξίωση για αληθοφάνεια, πιθανοφάνεια (Travers 2005: 123) και «αντικειμενική» αλήθεια (ρεαλισμός=res: πράγμα). Η αντικειμενοποίηση της αφήγησης επιτυγχάνεται με την ελαχιστοποίηση της παρουσίας του αφηγητή και με την τάση προς τη μηδενική εστίαση και την τριτοπρόσωπη αφήγηση (παντογνώστης αφηγητής). Την τάση αυτή εξέφρασαν στα έργα τους οι Σταντάλ, Μπαλζάκ, Φλομπέρ, Μοπασσάν, Τουργκένιεφ, Τολστόι, Ντοστογιέφσκι, Τσέχοφ κ.ά. Γενικά, η έννοια του ρεαλισμού αποτελεί μια από τις πιο ρευστές και αντιφατικές έννοιες στη λογοτεχνία. Πολλοί, μάλιστα, μελετητές θεωρούν πως υπάρχουν πολλά είδη λογοτεχνικού ρεαλισμού, αφού σε κάθε εποχή η λογοτεχνία αναθεωρεί την έννοια της πραγματικότητας και τους τρόπους με τους οποίους την αναπαριστά. Επιπλέον, υπάρχουν αρκετοί θεωρητικοί που αμφισβητούν τη δυνατότητα της λογοτεχνίας να αναπαριστά την πραγματικότητα. Χώρος του ρεαλιστικού μυθιστορήματος είναι η πόλη με τις ποικίλες αντιθέσεις της: την αστική ευμάρεια αλλά και την εξαθλίωση των κατώτερων κοινωνικών στρωμάτων, των παραδοσιακών δομών και των ραγδαία μεταβαλλόμενων ηθικών αξιών.
Ακραία μορφή του Ρεαλισμού αποτελεί ο Νατουραλισμός, που ξεκίνησε από τη Γαλλία με τα έργα του E. Zola. Η κύρια διαφορά του με τον Ρεαλισμό είναι ότι επιδιώκει σχεδόν φωτογραφική αναπαράσταση της φύσης (νατουραλισμός< natural). Ο νατουραλιστής συγγραφέας καταγράφει την ανθρώπινη εξαθλίωση, την «κακή» ανθρώπινη φύση, που παρασύρεται από τα ένστικτα και τις παρορμήσεις. Συνήθως, ο ρεαλιστής/νατουραλιστής συγγραφέας υιοθετεί στάση κριτική απέναντι στην αστική κοινωνία και τις παρακμιακές αξίες της. Το μαχητικό αυτό λογοτεχνικό κίνημα δεν άφησε ανεπηρέαστη την Ελλάδα. Η έγκαιρη μετάφραση της Νανάς του Ζολά απ’ τον Ιωάννη Καμπούρογλου και η βίαιη αντίδραση του μέντορα της παλιάς σχολής Άγγελου Βλάχου αμέσως μετά τη δημοσίευση των πρώτων συνεχειών της στο Ραμπαγά στα τέλη του 1879 δείχνουν την επίδραση που άσκησε το κίνημα αυτό. Η καθυστερημένη, όμως, οικονομική και κοινωνική ανάπτυξη της Ελλάδας δεν επέτρεπε ακόμα, τουλάχιστον ως τον πρώτο παγκόσμιο πόλεμο, την ανάπτυξη ενός αυτόνομου κι αυτοδύναμου αστικού νατουραλιστικού μυθιστορήματος. Έτσι, τα πρώτα ερεθίσματα του ευρωπαϊκού Νατουραλισμού διοχετεύτηκαν στο μικρό, οικονομικά κι αναγνωστικά, λογοτεχνικό είδος του διηγήματος, και, μάλιστα, στην κυρίαρχη τότε ηθογραφική του μορφή. Μέσα του συγχωνεύτηκε η βασική πηγή έμπνευσης της ελληνικής ηθογραφίας, η μνήμη, με τη βασική πηγή του ευρωπαϊκού Νατουραλισμού, την εμπειρία και την παρατήρηση. Με την επίδραση των δύο αυτών ευρωπαϊκών ρευμάτων διαμορφώνεται στην Ελλάδα το λεγόμενο ηθογραφικό διήγημα, όρος που αποδόθηκε εκ των υστέρων στο συγκεκριμένο είδος. Ως προς το περιεχόμενο του όρου, δεν υπάρχει σήμερα ομοφωνία μεταξύ των μελετητών. Σύμφωνα με τον Λίνο Πολίτη (1998: 201), ηθογραφικό διήγημα είναι εκείνο «που περιγράφει την ελληνική ύπαιθρο, το ελληνικό χωριό και τους απλοϊκούς του κατοίκους», ενώ κατά την Πολίτου-Μαρμαρινού (1984: 221), ο όρος δηλώνει τόσο μια «ωραιοποιημένη, ειδυλλιακή αναπαράσταση, με έντονο λαογραφικό χαρα-κτήρα, των ηθών της ελληνικής υπαίθρου» όσο και τη «ρεαλιστική ή νατουραλιστική ηθογραφική πεζογραφία, η οποία ασχολείται βέβαια με τις μικρές, κλειστές κοινωνίες της υπαίθρου, αλλά με τρόπο που να προβάλλονται και οι σκοτεινές πλευρές τους». Πολλοί παράγοντες συνέβαλαν στην παραγωγή ηθογραφικών διηγημάτων, μεταξύ των οποίων είναι και τα βραβεία με χρηματική αμοιβή που θέσπισαν τα φιλολογικά περιοδικά, κυρίως η Εστία (1876-1895), για τη συγγραφή «ελληνικού διηγήματος». Στην Εστία είχε πρωτοδημοσιευτεί το μυθιστόρημα του Δημήτριου Βικέλα Λουκής Λάρας, το οποίο θεωρείται ότι άνοιξε τον δρόμο προς την ηθογραφία (Vitti 2003: 297). Οι σημαντικότεροι συγγραφείς διηγημάτων αυτής της περιόδου είναι ο Γεώργιος Βιζυηνός και ο Αλέξανδρος Παπαδιαμάντης. Το διήγημα καλλιεργούν επίσης και οι: Ανδρέας Καρκαβίτσας, Γεώργιος Δροσίνης, Ιωάννης Κονδυλάκης, Γιάννης Βλαχογιάννης κ.ά.
Η πεζογραφική γενιά του 1880
Γύρω στο 1880, παράλληλα με την άνθηση της ποίησης με πρωτεργάτη τον Κωστή Παλαμά, παρατηρείται και ακμή της πεζογραφίας, στην οποία παρουσιάζεται μετατόπιση από το είδος του μυθιστορήματος στο διήγημα. Τα κύρια ρεύματα που επηρεάζουν τη νεοελληνική πεζογραφία της γενιάς αυτής είναι ο Ρεαλισμός και ο Νατουραλισμός. Ο Ρεαλισμός, που διαδέχτηκε τον Ρομαντισμό, αναπτύχθηκε στη Γαλλία στα μέσα του 19ου αιώνα. Είχε ως κεντρικό δόγμα της αισθητικής του την αξίωση για αληθοφάνεια, πιθανοφάνεια (Travers 2005: 123) και «αντικειμενική» αλήθεια (ρεαλισμός=res: πράγμα). Η αντικειμενοποίηση της αφήγησης επιτυγχάνεται με την ελαχιστοποίηση της παρουσίας του αφηγητή και με την τάση προς τη μηδενική εστίαση και την τριτοπρόσωπη αφήγηση (παντογνώστης αφηγητής). Την τάση αυτή εξέφρασαν στα έργα τους οι Σταντάλ, Μπαλζάκ, Φλομπέρ, Μοπασσάν, Τουργκένιεφ, Τολστόι, Ντοστογιέφσκι, Τσέχοφ κ.ά. Γενικά, η έννοια του ρεαλισμού αποτελεί μια από τις πιο ρευστές και αντιφατικές έννοιες στη λογοτεχνία. Πολλοί, μάλιστα, μελετητές θεωρούν πως υπάρχουν πολλά είδη λογοτεχνικού ρεαλισμού, αφού σε κάθε εποχή η λογοτεχνία αναθεωρεί την έννοια της πραγματικότητας και τους τρόπους με τους οποίους την αναπαριστά. Επιπλέον, υπάρχουν αρκετοί θεωρητικοί που αμφισβητούν τη δυνατότητα της λογοτεχνίας να αναπαριστά την πραγματικότητα. Χώρος του ρεαλιστικού μυθιστορήματος είναι η πόλη με τις ποικίλες αντιθέσεις της: την αστική ευμάρεια αλλά και την εξαθλίωση των κατώτερων κοινωνικών στρωμάτων, των παραδοσιακών δομών και των ραγδαία μεταβαλλόμενων ηθικών αξιών.
Ακραία μορφή του Ρεαλισμού αποτελεί ο Νατουραλισμός, που ξεκίνησε από τη Γαλλία με τα έργα του E. Zola. Η κύρια διαφορά του με τον Ρεαλισμό είναι ότι επιδιώκει σχεδόν φωτογραφική αναπαράσταση της φύσης (νατουραλισμός< natural). Ο νατουραλιστής συγγραφέας καταγράφει την ανθρώπινη εξαθλίωση, την «κακή» ανθρώπινη φύση, που παρασύρεται από τα ένστικτα και τις παρορμήσεις. Συνήθως, ο ρεαλιστής/νατουραλιστής συγγραφέας υιοθετεί στάση κριτική απέναντι στην αστική κοινωνία και τις παρακμιακές αξίες της. Το μαχητικό αυτό λογοτεχνικό κίνημα δεν άφησε ανεπηρέαστη την Ελλάδα. Η έγκαιρη μετάφραση της Νανάς του Ζολά απ’ τον Ιωάννη Καμπούρογλου και η βίαιη αντίδραση του μέντορα της παλιάς σχολής Άγγελου Βλάχου αμέσως μετά τη δημοσίευση των πρώτων συνεχειών της στο Ραμπαγά στα τέλη του 1879 δείχνουν την επίδραση που άσκησε το κίνημα αυτό. Η καθυστερημένη, όμως, οικονομική και κοινωνική ανάπτυξη της Ελλάδας δεν επέτρεπε ακόμα, τουλάχιστον ως τον πρώτο παγκόσμιο πόλεμο, την ανάπτυξη ενός αυτόνομου κι αυτοδύναμου αστικού νατουραλιστικού μυθιστορήματος. Έτσι, τα πρώτα ερεθίσματα του ευρωπαϊκού Νατουραλισμού διοχετεύτηκαν στο μικρό, οικονομικά κι αναγνωστικά, λογοτεχνικό είδος του διηγήματος, και, μάλιστα, στην κυρίαρχη τότε ηθογραφική του μορφή. Μέσα του συγχωνεύτηκε η βασική πηγή έμπνευσης της ελληνικής ηθογραφίας, η μνήμη, με τη βασική πηγή του ευρωπαϊκού Νατουραλισμού, την εμπειρία και την παρατήρηση. Με την επίδραση των δύο αυτών ευρωπαϊκών ρευμάτων διαμορφώνεται στην Ελλάδα το λεγόμενο ηθογραφικό διήγημα, όρος που αποδόθηκε εκ των υστέρων στο συγκεκριμένο είδος. Ως προς το περιεχόμενο του όρου, δεν υπάρχει σήμερα ομοφωνία μεταξύ των μελετητών. Σύμφωνα με τον Λίνο Πολίτη (1998: 201), ηθογραφικό διήγημα είναι εκείνο «που περιγράφει την ελληνική ύπαιθρο, το ελληνικό χωριό και τους απλοϊκούς του κατοίκους», ενώ κατά την Πολίτου-Μαρμαρινού (1984: 221), ο όρος δηλώνει τόσο μια «ωραιοποιημένη, ειδυλλιακή αναπαράσταση, με έντονο λαογραφικό χαρα-κτήρα, των ηθών της ελληνικής υπαίθρου» όσο και τη «ρεαλιστική ή νατουραλιστική ηθογραφική πεζογραφία, η οποία ασχολείται βέβαια με τις μικρές, κλειστές κοινωνίες της υπαίθρου, αλλά με τρόπο που να προβάλλονται και οι σκοτεινές πλευρές τους». Πολλοί παράγοντες συνέβαλαν στην παραγωγή ηθογραφικών διηγημάτων, μεταξύ των οποίων είναι και τα βραβεία με χρηματική αμοιβή που θέσπισαν τα φιλολογικά περιοδικά, κυρίως η Εστία (1876-1895), για τη συγγραφή «ελληνικού διηγήματος». Στην Εστία είχε πρωτοδημοσιευτεί το μυθιστόρημα του Δημήτριου Βικέλα Λουκής Λάρας, το οποίο θεωρείται ότι άνοιξε τον δρόμο προς την ηθογραφία (Vitti 2003: 297). Οι σημαντικότεροι συγγραφείς διηγημάτων αυτής της περιόδου είναι ο Γεώργιος Βιζυηνός και ο Αλέξανδρος Παπαδιαμάντης. Το διήγημα καλλιεργούν επίσης και οι: Ανδρέας Καρκαβίτσας, Γεώργιος Δροσίνης, Ιωάννης Κονδυλάκης, Γιάννης Βλαχογιάννης κ.ά.
0 σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου