Κωνσταντίνος Καβάφης «Πολύ σπανίως»
Είν’ ένας γέροντας. Εξηντλημένος και κυρτός,
σακατεμένος απ’ τα χρόνια, κι από καταχρήσεις,
σιγά βαδίζοντας διαβαίνει το σοκάκι.
Κι όμως σαν μπει στο σπίτι του να κρύψει
τα χάλια και τα γηρατειά του, μελετά
το μερτικό που έχει ακόμη αυτός στα νειάτα.
Έφηβοι τώρα τους δικούς του στίχους λένε.
Στα μάτια των τα ζωηρά περνούν η οπτασίες του.
Το υγιές, ηδονικό μυαλό των,
η εύγραμμη, σφιχτοδεμένη σάρκα των,
με την δική του έκφανσι του ωραίου συγκινούνται.
[1913]
Το ποίημα αυτό συντέθηκε από τον ποιητή σε ηλικία 50 ετών, πολύ προτού δηλαδή βιώσει ο ίδιος πραγματικά την παρακμή του σώματος που επέρχεται με τα γηρατειά. Εντούτοις, τον Καβάφη τον απασχολεί από νωρίς το θέμα του γήρατος και για το λόγο αυτό σκέφτεται από τώρα, όχι μόνο τις επιπτώσεις του χρόνου στη μορφή και το σώμα του, αλλά και τη μάχη που δίνει μαζί του για την επικράτηση του έργου του. Ο ποιητής έχει σαν μόνη παρηγοριά στη ζωή του ότι παρόλο που ο ίδιος θα χάσει τη νεότητά του, τουλάχιστον το έργο του θα συνεχίσει μια ανεξάρτητη διαχρονική πορεία και θα κερδίσει ένα μερίδιο από την προσοχή των νέων ανθρώπων.
Ο τίτλος «Πολύ σπανίως» παρόλο που μοιάζει να μην έχει άμεση σχέση με το περιεχόμενο του ποιήματος, στην πραγματικότητα αποτελεί ένα σχόλιο του ποιητή για τις σκέψεις που ο ίδιος διατυπώνει. Η έκφραση δηλαδή, πολύ σπανίως, αναφέρεται στην επιτυχή έκβαση της προσπάθειας του ποιητή και στη διατήρηση του έργου του. Ο Καβάφης θεωρεί ότι δεν κατορθώνουν συχνά οι ποιητές με το έργο τους να προσελκύσουν το ενδιαφέρον των νέων ανθρώπων, να κερδίσουν το στοίχημα με το χρόνο και να μπορέσουν να δώσουν τέτοια δύναμη στους στίχους τους, ώστε να παραμείνουν διαχρονικοί και να συνεχίσουν να εκφράζουν τις ανησυχίες, τις σκέψεις και κυρίως τις επιθυμίες των νέων. Για το λόγο αυτό, παρόλο που με τους στίχους αυτού του ποιήματος εκφράζει τη μελλοντική αυτή επιτυχία του έργου του, (ή έστω του έργου του γέροντα ποιητή, όπως αυτός παρουσιάζεται στο ποίημα), επιχειρεί να αμβλύνει τις εντυπώσεις για τη βεβαιότητα που ίσως αποπνέει το ποίημα, θέτοντας έναν τίτλο που υποδηλώνει τη σπανιότητα μιας τέτοιας ανταπόκρισης στο έργο κάποιου ποιητή.
Αναλυτικότερα:
Στην πρώτη στροφή του ποιήματος μας παρουσιάζεται ο γερασμένος ποιητής που έχει καταβληθεί από τα χρόνια, έχει σακατευτεί από τα γηρατειά, αλλά και από τις καταχρήσεις. Η αναφορά στις καταχρήσεις είναι σημαντική υπό την έννοια ότι ο ποιητής για να μπορέσει να αποκτήσει εμπειρίες ικανές να μετουσιωθούν σε αξιόλογο έργο θα πρέπει να έχει ζήσει έντονα τη ζωή του, μη φοβούμενος να αφεθεί στις υπερβολικές απαιτήσεις του νεανικού σώματος και πνεύματος.
Η εικόνα του ποιητή που μας δίνεται στην πρώτη στροφή δημιουργεί έντονη αντίθεση με την εικόνα των νέων εφήβων που μας δίνεται στη δεύτερη στροφή, καθώς από τη μία έχουμε έναν γερασμένο άντρα που κρύβεται για να μη βλέπουν οι άλλοι τα χάλια του κι από την άλλη έχουμε καλοσχηματισμένους εφήβους με σφιχτοδεμένη νεανική σάρκα. Με κοινό συνεκτικό δεσμό μεταξύ των δύο το ποιητικό έργο που κατορθώνει να περάσει από τον γερασμένο πλέον ποιητή ως παρακαταθήκη στους νέους, οι οποίοι διαβάζοντας τους στίχους του, αναπαριστούν στη σκέψη τους τις δικές του ερωτικές εικόνες και συγκινούνται με την ομορφιά, όπως την εννοεί και την αποτυπώνει εκείνος στα ποιήματά του.
Ο ποιητής, επομένως, παρά το γεγονός ότι έχει γεράσει, μπορεί τουλάχιστον να χαίρεται με τη διάδοση του έργου του και με το μερίδιο που αποκτά μέσω αυτού από τα νιάτα. Οι ερωτικές οπτασίες του ποιητή έχουν τη δύναμη να παραμένουν διαρκώς επίκαιρες, νεανικές και ικανές να δημιουργήσουν έντονες αισθητικές εντυπώσεις στους νέους που διαβάζουν τα ποιήματά του. Σε αντίθεση, λοιπόν, με τον ποιητή, το έργο του ξαναγεννιέται και διατηρεί τη νεανικότητά του με κάθε νέα ανάγνωση. Κάθε φορά που ένας νέος διαβάζει τους στίχους αυτούς, οι φαντασιώσεις, οι εμπειρίες, οι επιθυμίες του ποιητή, αποκτούν εκ νέου ζωή και περνούν έτσι από γενιά σε γενιά. Κι ενώ ο γερασμένος ποιητής δεν είναι πια σε θέση να έχει θετικές αποκρίσεις από τους νέους ανθρώπους, το έργο του παραμένει διαρκώς ικανό να συγκινεί τους ωραίους εφήβους, κι αυτό καταγράφεται ως ένα σημαντικό επίτευγμα για την τέχνη του ποιητή.
Ο ίδιος ο Καβάφης σχολίαζε σχετικά:
«Ο τεχνίτης, κι όταν πια γεράσει, μπορεί να βρίσκει ακόμη ενδιαφέρον και θέρμη στη ζωή, χάρις στο ίδιο του το έργο. Είναι μέσον αυτού που θα παρηγορηθεί για το μεγάλο κακό, το ανεπανόρθωτο, που του επιφυλάσσουν τα χρόνια του γήρατος. Εκεί που οι περισσότεροι άνθρωποι δεν έχουν τίποτ’ άλλο ν’ αντικρύσουν παρά τα ίδια τους του ερείπια μόνον, αυτός έχει το έργο που τον παρηγορεί, το έργο που δημιούργησε ο ίδιος, το έργο που συγκινεί, συζητείται, αρέσει.»
Είν’ ένας γέροντας. Εξηντλημένος και κυρτός,
σακατεμένος απ’ τα χρόνια, κι από καταχρήσεις,
σιγά βαδίζοντας διαβαίνει το σοκάκι.
Κι όμως σαν μπει στο σπίτι του να κρύψει
τα χάλια και τα γηρατειά του, μελετά
το μερτικό που έχει ακόμη αυτός στα νειάτα.
Έφηβοι τώρα τους δικούς του στίχους λένε.
Στα μάτια των τα ζωηρά περνούν η οπτασίες του.
Το υγιές, ηδονικό μυαλό των,
η εύγραμμη, σφιχτοδεμένη σάρκα των,
με την δική του έκφανσι του ωραίου συγκινούνται.
[1913]
Το ποίημα αυτό συντέθηκε από τον ποιητή σε ηλικία 50 ετών, πολύ προτού δηλαδή βιώσει ο ίδιος πραγματικά την παρακμή του σώματος που επέρχεται με τα γηρατειά. Εντούτοις, τον Καβάφη τον απασχολεί από νωρίς το θέμα του γήρατος και για το λόγο αυτό σκέφτεται από τώρα, όχι μόνο τις επιπτώσεις του χρόνου στη μορφή και το σώμα του, αλλά και τη μάχη που δίνει μαζί του για την επικράτηση του έργου του. Ο ποιητής έχει σαν μόνη παρηγοριά στη ζωή του ότι παρόλο που ο ίδιος θα χάσει τη νεότητά του, τουλάχιστον το έργο του θα συνεχίσει μια ανεξάρτητη διαχρονική πορεία και θα κερδίσει ένα μερίδιο από την προσοχή των νέων ανθρώπων.
Ο τίτλος «Πολύ σπανίως» παρόλο που μοιάζει να μην έχει άμεση σχέση με το περιεχόμενο του ποιήματος, στην πραγματικότητα αποτελεί ένα σχόλιο του ποιητή για τις σκέψεις που ο ίδιος διατυπώνει. Η έκφραση δηλαδή, πολύ σπανίως, αναφέρεται στην επιτυχή έκβαση της προσπάθειας του ποιητή και στη διατήρηση του έργου του. Ο Καβάφης θεωρεί ότι δεν κατορθώνουν συχνά οι ποιητές με το έργο τους να προσελκύσουν το ενδιαφέρον των νέων ανθρώπων, να κερδίσουν το στοίχημα με το χρόνο και να μπορέσουν να δώσουν τέτοια δύναμη στους στίχους τους, ώστε να παραμείνουν διαχρονικοί και να συνεχίσουν να εκφράζουν τις ανησυχίες, τις σκέψεις και κυρίως τις επιθυμίες των νέων. Για το λόγο αυτό, παρόλο που με τους στίχους αυτού του ποιήματος εκφράζει τη μελλοντική αυτή επιτυχία του έργου του, (ή έστω του έργου του γέροντα ποιητή, όπως αυτός παρουσιάζεται στο ποίημα), επιχειρεί να αμβλύνει τις εντυπώσεις για τη βεβαιότητα που ίσως αποπνέει το ποίημα, θέτοντας έναν τίτλο που υποδηλώνει τη σπανιότητα μιας τέτοιας ανταπόκρισης στο έργο κάποιου ποιητή.
Αναλυτικότερα:
Στην πρώτη στροφή του ποιήματος μας παρουσιάζεται ο γερασμένος ποιητής που έχει καταβληθεί από τα χρόνια, έχει σακατευτεί από τα γηρατειά, αλλά και από τις καταχρήσεις. Η αναφορά στις καταχρήσεις είναι σημαντική υπό την έννοια ότι ο ποιητής για να μπορέσει να αποκτήσει εμπειρίες ικανές να μετουσιωθούν σε αξιόλογο έργο θα πρέπει να έχει ζήσει έντονα τη ζωή του, μη φοβούμενος να αφεθεί στις υπερβολικές απαιτήσεις του νεανικού σώματος και πνεύματος.
Η εικόνα του ποιητή που μας δίνεται στην πρώτη στροφή δημιουργεί έντονη αντίθεση με την εικόνα των νέων εφήβων που μας δίνεται στη δεύτερη στροφή, καθώς από τη μία έχουμε έναν γερασμένο άντρα που κρύβεται για να μη βλέπουν οι άλλοι τα χάλια του κι από την άλλη έχουμε καλοσχηματισμένους εφήβους με σφιχτοδεμένη νεανική σάρκα. Με κοινό συνεκτικό δεσμό μεταξύ των δύο το ποιητικό έργο που κατορθώνει να περάσει από τον γερασμένο πλέον ποιητή ως παρακαταθήκη στους νέους, οι οποίοι διαβάζοντας τους στίχους του, αναπαριστούν στη σκέψη τους τις δικές του ερωτικές εικόνες και συγκινούνται με την ομορφιά, όπως την εννοεί και την αποτυπώνει εκείνος στα ποιήματά του.
Ο ποιητής, επομένως, παρά το γεγονός ότι έχει γεράσει, μπορεί τουλάχιστον να χαίρεται με τη διάδοση του έργου του και με το μερίδιο που αποκτά μέσω αυτού από τα νιάτα. Οι ερωτικές οπτασίες του ποιητή έχουν τη δύναμη να παραμένουν διαρκώς επίκαιρες, νεανικές και ικανές να δημιουργήσουν έντονες αισθητικές εντυπώσεις στους νέους που διαβάζουν τα ποιήματά του. Σε αντίθεση, λοιπόν, με τον ποιητή, το έργο του ξαναγεννιέται και διατηρεί τη νεανικότητά του με κάθε νέα ανάγνωση. Κάθε φορά που ένας νέος διαβάζει τους στίχους αυτούς, οι φαντασιώσεις, οι εμπειρίες, οι επιθυμίες του ποιητή, αποκτούν εκ νέου ζωή και περνούν έτσι από γενιά σε γενιά. Κι ενώ ο γερασμένος ποιητής δεν είναι πια σε θέση να έχει θετικές αποκρίσεις από τους νέους ανθρώπους, το έργο του παραμένει διαρκώς ικανό να συγκινεί τους ωραίους εφήβους, κι αυτό καταγράφεται ως ένα σημαντικό επίτευγμα για την τέχνη του ποιητή.
Ο ίδιος ο Καβάφης σχολίαζε σχετικά:
«Ο τεχνίτης, κι όταν πια γεράσει, μπορεί να βρίσκει ακόμη ενδιαφέρον και θέρμη στη ζωή, χάρις στο ίδιο του το έργο. Είναι μέσον αυτού που θα παρηγορηθεί για το μεγάλο κακό, το ανεπανόρθωτο, που του επιφυλάσσουν τα χρόνια του γήρατος. Εκεί που οι περισσότεροι άνθρωποι δεν έχουν τίποτ’ άλλο ν’ αντικρύσουν παρά τα ίδια τους του ερείπια μόνον, αυτός έχει το έργο που τον παρηγορεί, το έργο που δημιούργησε ο ίδιος, το έργο που συγκινεί, συζητείται, αρέσει.»
1 σχόλια:
Οι ερμηνείες σας διαφωτίζουν τον αναγνώστη και βοηθούν τους διδάσκοντες συμπληρώνοντας τις γνώσεις τους και βοηθώντας τους στο δύσκολο έργο της εύρεσης και δημιουργικής αξιοποίησης του υλικού που πρέπει να "τιθασεύσουν" ...
Δημοσίευση σχολίου