Alfred Gockel
Κική Δημουλά «Σημείο Αναγνωρίσεως»
Ποιο κλίμα δημιουργεί η προσφώνηση του αγάλματος σε β΄ ενικό πρόσωπο και ποια αισθήματα της ποιήτριας εκφράζονται με αυτήν;
Η ποιήτρια προσφωνεί το άγαλμα σε δεύτερο ενικό πρόσωπο, δημιουργώντας έτσι μια αίσθηση οικειότητας, μιας και η ποιήτρια αισθάνεται ότι στην εικόνα του αγάλματος αναγνωρίζει όχι μόνο τον εαυτό της αλλά και την κοινή μοίρα όλων των γυναικών. Το κλίμα οικειότητας, επομένως, το οποίο δημιουργεί η αρχική αυτή προσφώνηση αποτελεί απόρροια της ταύτισης την οποία αισθάνεται η ποιήτρια απέναντι στο άγαλμα με τα δεμένα χέρια και δείχνουν με έντονο τρόπο την αγανάκτηση που αισθάνεται η ποιήτρια για τη δύσκολη πορεία που πρέπει κάθε γυναίκα να διανύσει στη ζωή της.
Το γεγονός δηλαδή ότι η ποιήτρια νιώθει ότι μπορεί να ταυτιστεί μ’ ένα άγαλμα μιας αιχμαλωτισμένης γυναίκας, δείχνει το βαθμό στον οποίο η ποιήτρια αισθάνεται παγιδευμένη από την κοινωνία και από τις άπειρες υποχρεώσεις που έχει αναλάβει ως γυναίκα. Η ταύτισή της με το άγαλμα, άλλωστε, είναι ενδεικτική για τον τρόπο με τον οποίο η ποιήτρια αντιλαμβάνεται τον εαυτό της αλλά και για τη θέση που θεωρεί ότι έχει στον κόσμο. Ενώ οι περισσότεροι άνθρωποι θα προσπερνούσαν αδιάφορα το άγαλμα, η ποιήτρια μοιάζει να συγκλονίζεται από την εικόνα του χειροδέσμιου αγάλματος, μιας και σ’ αυτό αναγνωρίζει τον εαυτό της και τη μοίρα της. Η ποιήτρια εδώ, επομένως, μιλά στο άγαλμα όπως θα μιλούσε σε μια οποιαδήποτε άλλη γυναίκα, καθώς νιώθει ότι στο άγαλμα έχει βρει ένα κομμάτι του εαυτού της, νιώθει ότι έχει βρει μια γυναίκα που μπορεί να κατανοήσει πλήρως τα συναισθήματα απελπισίας και τη γενικότερη αίσθηση αιχμαλωσίας που και η ίδια αισθάνεται.
Ποιο κλίμα δημιουργεί η προσφώνηση του αγάλματος σε β΄ ενικό πρόσωπο και ποια αισθήματα της ποιήτριας εκφράζονται με αυτήν;
Η ποιήτρια προσφωνεί το άγαλμα σε δεύτερο ενικό πρόσωπο, δημιουργώντας έτσι μια αίσθηση οικειότητας, μιας και η ποιήτρια αισθάνεται ότι στην εικόνα του αγάλματος αναγνωρίζει όχι μόνο τον εαυτό της αλλά και την κοινή μοίρα όλων των γυναικών. Το κλίμα οικειότητας, επομένως, το οποίο δημιουργεί η αρχική αυτή προσφώνηση αποτελεί απόρροια της ταύτισης την οποία αισθάνεται η ποιήτρια απέναντι στο άγαλμα με τα δεμένα χέρια και δείχνουν με έντονο τρόπο την αγανάκτηση που αισθάνεται η ποιήτρια για τη δύσκολη πορεία που πρέπει κάθε γυναίκα να διανύσει στη ζωή της.
Το γεγονός δηλαδή ότι η ποιήτρια νιώθει ότι μπορεί να ταυτιστεί μ’ ένα άγαλμα μιας αιχμαλωτισμένης γυναίκας, δείχνει το βαθμό στον οποίο η ποιήτρια αισθάνεται παγιδευμένη από την κοινωνία και από τις άπειρες υποχρεώσεις που έχει αναλάβει ως γυναίκα. Η ταύτισή της με το άγαλμα, άλλωστε, είναι ενδεικτική για τον τρόπο με τον οποίο η ποιήτρια αντιλαμβάνεται τον εαυτό της αλλά και για τη θέση που θεωρεί ότι έχει στον κόσμο. Ενώ οι περισσότεροι άνθρωποι θα προσπερνούσαν αδιάφορα το άγαλμα, η ποιήτρια μοιάζει να συγκλονίζεται από την εικόνα του χειροδέσμιου αγάλματος, μιας και σ’ αυτό αναγνωρίζει τον εαυτό της και τη μοίρα της. Η ποιήτρια εδώ, επομένως, μιλά στο άγαλμα όπως θα μιλούσε σε μια οποιαδήποτε άλλη γυναίκα, καθώς νιώθει ότι στο άγαλμα έχει βρει ένα κομμάτι του εαυτού της, νιώθει ότι έχει βρει μια γυναίκα που μπορεί να κατανοήσει πλήρως τα συναισθήματα απελπισίας και τη γενικότερη αίσθηση αιχμαλωσίας που και η ίδια αισθάνεται.
0 σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου