Διονύσιος Σολωμός «Ο Κρητικός»
Ποιες απόψεις του ποιητή, διαφαίνονται από τον 5ο στίχο και εξής του 2ου μέρους; Να σχολιαστούν.
Η πρόδρομη αυτή αφήγηση που έρχεται ως συνειρμική αντίδραση του Κρητικού στην ανάμνηση του χαμού της κόρης «Μά τήν ψυχή πού μ’ ἔκαψε τόν κόσμο ἀπαρατώντας», δίνει την ευκαιρία στον ποιητή να αξιοποιήσει τη χριστιανική παράδοση για μια νέα ύπαρξη του ανθρώπου πέρα από τη γήινη υπόστασή του. Ο Σολωμός έχει βαθιά θρησκευτική συνείδηση και δε διστάζει να ενοποιήσει τη θνητή ύπαρξη του ανθρώπου με την αιώνια που θα αποκτηθεί μετά την έσχατη κρίση, δηλώνοντας έτσι την πεποίθησή του πώς η υπόσχεση του χριστιανισμού για μια μελλοντική επιβράβευση είναι για τον ίδιο μια αναμφισβήτητη βεβαιότητα. Ο Σολωμός πιστεύει στην έσχατη κρίση και στην μετά θάνατο ύπαρξη του ανθρώπου και θέτει αυτή την πίστη του σε λειτουργία όταν βοηθά τον ήρωά του να περάσει τα χρονικά όρια για να μπορέσει να αναζητήσει την αγαπημένη του στην Κοιλάδα Ιωσαφάτ. Στα πλαίσια της αφήγησης η πρόδρομη αφήγηση δηλώνει πέρα από κάθε αμφιβολία την αγάπη που αισθάνεται ο ήρωας για την κόρη και ενισχύει έτσι έμμεσα την ένταση των δοκιμασιών που θα απαιτηθούν για να κάμψουν την αγάπη αυτή. Σε ό,τι αφορά όμως τον ίδιο τον ποιητή, το γεγονός ότι περνά την αφήγησή του μέχρι τη στιγμή που οι ψυχές βρίσκονται ελάχιστα πριν από την τελευταία κρίση, δηλώνει απερίφραστα τη βαθιά πίστη του στα κηρύγματα του χριστιανισμού. Παρουσιάζει έτσι μια ονειρική κατάσταση των ψυχών, χωρίς αισθήματα αγωνίας ή φόβου, με την Έσχατη Κρίση να δίνεται περισσότερο ως μια απλή αναμονή παρά ως μια τρομακτική στιγμή. Η ψυχή της αγαπημένης του Κρητικού παρουσιάζεται με όλη την ομορφιά και την αγνότητά της να ψέλνει χαροποιά και να ανυπομονεί να επιστρέψει στο κορμί της. Ο Σολωμός αφαιρεί από την Έσχατη Κρίση την ένταση που θα περίμενε κανείς από μια τόσο σημαντική στιγμή και διαχέει παντού ένα συναίσθημα χαρούμενης προσμονής. Η επιβλητική παρουσίαση που δίνεται για την Έσχατη Κρίση από τα ιερά βιβλία του χριστιανισμού, αποκτά στον Κρητικό μια απρόσμενη ηπιότητα αν και σ’ αυτό βοηθά το γεγονός ότι ο ποιητής παρουσιάζει τις στιγμές που προηγούνται και δε φτάνει στην παρουσίαση του ίδιου του γεγονότος.
Ο Σολωμός μας μεταφέρει τη δική του εικόνα για το πώς θα είναι οι ψυχές των ανθρώπων τη στιγμή της αναμονής, τη διάθεση που θα επικρατεί, αλλά και το δέσιμο που θα έχουν ακόμη με τα εγκόσμια. Η αγάπη, η πραγματική αγάπη, φαίνεται πως για τον ποιητή ξεπερνά την απουσία της υλικής υπόστασης των ανθρώπων και φτάνει βαθιά ως την ψυχή τους, περνώντας έτσι το φράγμα του θανάτου και διασώζεται πέρα ως την αιωνιότητα. Ο ποιητής αρνείται να δεχτεί ότι ο θάνατος του σώματος σημαίνει παράλληλα και το θάνατο όλων εκείνων των όμορφων συναισθημάτων που κοσμούν την ανθρώπινη ψυχή, γι’ αυτό και αρνείται να θυσιάσει την αγνή αγάπη. Τόσο ο Κρητικός όσο και η κόρη, συνεχίζουν να αγαπούν ο ένας τον άλλο έστω κι αν έχει επέλθει ο θάνατος της γήινης υπόστασής τους. Η κόρη, στιγμές μόνο προτού πραγματοποιηθεί η Έσχατη Κρίση, όχι μόνο ανυπομονεί να επιστρέψει στο σώμα της, αλλά συνεχίζει να αποζητά και να αναζητά τον αγαπημένο της.
Από το Βιβλίο του Καθηγητή
Από αφηγηματολογική άποψη, το «επεισόδιο» αυτό, καθώς παραπέμπει στην Έσχατη Κρίση, αντιστοιχεί εξ ορισμού σε μια δοκιμασία και μάλιστα στην τελική δοκιμασία, όπου -σύμφωνα με τον συναρτημένο θρησκευτικό κώδικα- θα κριθούν όλοι οριστικά και τελειωτικά, για να δικαιωθούν ή να καταδικαστούν στην αιωνιότητα, πρόκειται λοιπόν για μια τυπική Δοκιμασία δικαίωσης, από την οποία αναμένεται να αναδειχτούν οι άχρονες απέναντι στις ενδοχρονικές αξίες.
Παρατηρούμε πρώτα ότι στον οραματισμό του ήρωα δεν περιλαμβάνεται η κρίση καθαυτή, αλλά η προσδοκία της∙ που θα πει ότι δεν ολοκληρώνεται ένα πλήρες σχήμα δοκιμασίας. Τίθενται ωστόσο όλοι οι όροι που προοιωνίζονται τη θετική έκβαση. [...] η κόρη εμφανίζεται δικαιωμένη, γεγονός που αποτελεί «πρόκριμα» για το αποτέλεσμα της αναμενόμενης Κρίσης.
Ένα δεύτερο στοιχείο, με σημασιοδοτική αξία, είναι η έμφαση που δίνεται στην προσδοκία της συνάντησης με τη νεκρή αγαπημένη, της κοινής αντιμετώπισης της Έσχατης Κρίσης και της παντοτινής ένωσης μαζί της μέσα στη μακαριότητα μιας αιώνιας δικαίωσης. [...] Είναι χαρακτηριστικό ότι στον οραματισμό του ήρωα δεν γίνεται καμία αναφορά στη «συμβασιακή» σχέση Κριτή-κρινομένου, ως οργανικού μέρους της μεταφυσικής δοκιμασίας, στην ψυχολογία της φοβερής στιγμής, κλπ. [...]
Σε μια τέτοια αξιοποίηση του θέματος της Έσχατης Κρίσης θα μπορούσε να διακρίνει κανείς μια «παρωδία» του θρησκευτικού κώδικα, με την έννοια που δίνουν στον όρο οι Ρώσοι φορμαλιστές: «παραμόρφωση» του έτοιμου σημασιοδοτικού πλαισίου, με τρόπο που να υπηρετεί νέες σημασίες.
Ερατοσθένης Καψωμένος, «Ο “Κρητικός” του Σολωμού: Αφηγηματικές και Σημασιακές Δομές»: Νέα Εστία, έτ. 72., τ. 44., αρ. 1707 [αφιέρωμα] (Δεκέμβριος 1998), σσ. 1248-1288: 1285-1287.
Η φιλοσοφία του Σολωμού έχει διπλή μορφή, σύμφωνα με τις δυο διαφορετικές όψεις, που παρουσιάζεται στο πνεύμα η φύση. Άλλοτε προέχει στο πνεύμα του ο βαθύς διχασμός κι ο αγώνας που υπάρχει ανάμεσα στο φυσικό και τον ηθικό κόσμο. [...]
Άλλοτε, όμως, ο σπιριτουαλισμός του Σολωμού αγκαλιάζει ολόκληρη τη φύση και τη βλέπει στην ενότητά της, να ταυτίζεται με τις πνευματικές ουσίες∙ η φιλοσοφία του τότε γίνεται πανθεϊστική, η φύση παρουσιάζεται στην πιο πνευματική της παράσταση, όλη παρθενιά κ’ έκσταση, από μυστικές πηγές αναβρύζει αρμονία, πνεύμα απαντά στο πνεύμα κ’ οι φυσικές μορφές μεταμορφώνονται θαυμαστά, μυστικός έρωτας διαπνέει τα πάντα. [...] Μέρη τέτοια βρίσκονται στον Κρητικό. [...]
Η ίδια διάθεση χαρακτηρίζει και τις ερωτικές εικόνες του, το ίδιο ηθικό πάθος. [...]
Αυτές οι παραδεισιακές εικόνες δείχνουν και τον τρόπο που αφομοιώνει την επίδραση από την ποίηση του Ντάντε [...]. Μα η διάθεση αυτή στο Σολωμό είναι περισσότερο αβρή και με πιο περίπαθους μουσικούς τόνους [...], ωστόσο παρουσιάζεται με τόση ένταση κ’ ευτυχισμένον πλούτο στη μεγάλη του ποίηση που μπορεί κανείς να πει πως είναι η ουσία της ιδιοσυγκρασίας του...
Μάρκος Αυγέρης, «Εισαγωγή στην Ποίηση του Σολωμού» [1957]:Ιδ., Ζητήματα της Λογοτεχνίας μας, Αθ.: Πολιτικές Λογοτεχνικές Εκδόσεις, 1964 – Έλληνες Λογοτέχνες, Αθ.: εκδ. Θεμέλιο, 1966 –Αθ.: Ίκαρος, 1971 [Αθ.: εκδ. Χαρ. Μπούρας, 1982], σσ. 9-28.
Δείτε επίσης:
Ποιες απόψεις του ποιητή, διαφαίνονται από τον 5ο στίχο και εξής του 2ου μέρους; Να σχολιαστούν.
Η πρόδρομη αυτή αφήγηση που έρχεται ως συνειρμική αντίδραση του Κρητικού στην ανάμνηση του χαμού της κόρης «Μά τήν ψυχή πού μ’ ἔκαψε τόν κόσμο ἀπαρατώντας», δίνει την ευκαιρία στον ποιητή να αξιοποιήσει τη χριστιανική παράδοση για μια νέα ύπαρξη του ανθρώπου πέρα από τη γήινη υπόστασή του. Ο Σολωμός έχει βαθιά θρησκευτική συνείδηση και δε διστάζει να ενοποιήσει τη θνητή ύπαρξη του ανθρώπου με την αιώνια που θα αποκτηθεί μετά την έσχατη κρίση, δηλώνοντας έτσι την πεποίθησή του πώς η υπόσχεση του χριστιανισμού για μια μελλοντική επιβράβευση είναι για τον ίδιο μια αναμφισβήτητη βεβαιότητα. Ο Σολωμός πιστεύει στην έσχατη κρίση και στην μετά θάνατο ύπαρξη του ανθρώπου και θέτει αυτή την πίστη του σε λειτουργία όταν βοηθά τον ήρωά του να περάσει τα χρονικά όρια για να μπορέσει να αναζητήσει την αγαπημένη του στην Κοιλάδα Ιωσαφάτ. Στα πλαίσια της αφήγησης η πρόδρομη αφήγηση δηλώνει πέρα από κάθε αμφιβολία την αγάπη που αισθάνεται ο ήρωας για την κόρη και ενισχύει έτσι έμμεσα την ένταση των δοκιμασιών που θα απαιτηθούν για να κάμψουν την αγάπη αυτή. Σε ό,τι αφορά όμως τον ίδιο τον ποιητή, το γεγονός ότι περνά την αφήγησή του μέχρι τη στιγμή που οι ψυχές βρίσκονται ελάχιστα πριν από την τελευταία κρίση, δηλώνει απερίφραστα τη βαθιά πίστη του στα κηρύγματα του χριστιανισμού. Παρουσιάζει έτσι μια ονειρική κατάσταση των ψυχών, χωρίς αισθήματα αγωνίας ή φόβου, με την Έσχατη Κρίση να δίνεται περισσότερο ως μια απλή αναμονή παρά ως μια τρομακτική στιγμή. Η ψυχή της αγαπημένης του Κρητικού παρουσιάζεται με όλη την ομορφιά και την αγνότητά της να ψέλνει χαροποιά και να ανυπομονεί να επιστρέψει στο κορμί της. Ο Σολωμός αφαιρεί από την Έσχατη Κρίση την ένταση που θα περίμενε κανείς από μια τόσο σημαντική στιγμή και διαχέει παντού ένα συναίσθημα χαρούμενης προσμονής. Η επιβλητική παρουσίαση που δίνεται για την Έσχατη Κρίση από τα ιερά βιβλία του χριστιανισμού, αποκτά στον Κρητικό μια απρόσμενη ηπιότητα αν και σ’ αυτό βοηθά το γεγονός ότι ο ποιητής παρουσιάζει τις στιγμές που προηγούνται και δε φτάνει στην παρουσίαση του ίδιου του γεγονότος.
Ο Σολωμός μας μεταφέρει τη δική του εικόνα για το πώς θα είναι οι ψυχές των ανθρώπων τη στιγμή της αναμονής, τη διάθεση που θα επικρατεί, αλλά και το δέσιμο που θα έχουν ακόμη με τα εγκόσμια. Η αγάπη, η πραγματική αγάπη, φαίνεται πως για τον ποιητή ξεπερνά την απουσία της υλικής υπόστασης των ανθρώπων και φτάνει βαθιά ως την ψυχή τους, περνώντας έτσι το φράγμα του θανάτου και διασώζεται πέρα ως την αιωνιότητα. Ο ποιητής αρνείται να δεχτεί ότι ο θάνατος του σώματος σημαίνει παράλληλα και το θάνατο όλων εκείνων των όμορφων συναισθημάτων που κοσμούν την ανθρώπινη ψυχή, γι’ αυτό και αρνείται να θυσιάσει την αγνή αγάπη. Τόσο ο Κρητικός όσο και η κόρη, συνεχίζουν να αγαπούν ο ένας τον άλλο έστω κι αν έχει επέλθει ο θάνατος της γήινης υπόστασής τους. Η κόρη, στιγμές μόνο προτού πραγματοποιηθεί η Έσχατη Κρίση, όχι μόνο ανυπομονεί να επιστρέψει στο σώμα της, αλλά συνεχίζει να αποζητά και να αναζητά τον αγαπημένο της.
Από το Βιβλίο του Καθηγητή
Από αφηγηματολογική άποψη, το «επεισόδιο» αυτό, καθώς παραπέμπει στην Έσχατη Κρίση, αντιστοιχεί εξ ορισμού σε μια δοκιμασία και μάλιστα στην τελική δοκιμασία, όπου -σύμφωνα με τον συναρτημένο θρησκευτικό κώδικα- θα κριθούν όλοι οριστικά και τελειωτικά, για να δικαιωθούν ή να καταδικαστούν στην αιωνιότητα, πρόκειται λοιπόν για μια τυπική Δοκιμασία δικαίωσης, από την οποία αναμένεται να αναδειχτούν οι άχρονες απέναντι στις ενδοχρονικές αξίες.
Παρατηρούμε πρώτα ότι στον οραματισμό του ήρωα δεν περιλαμβάνεται η κρίση καθαυτή, αλλά η προσδοκία της∙ που θα πει ότι δεν ολοκληρώνεται ένα πλήρες σχήμα δοκιμασίας. Τίθενται ωστόσο όλοι οι όροι που προοιωνίζονται τη θετική έκβαση. [...] η κόρη εμφανίζεται δικαιωμένη, γεγονός που αποτελεί «πρόκριμα» για το αποτέλεσμα της αναμενόμενης Κρίσης.
Ένα δεύτερο στοιχείο, με σημασιοδοτική αξία, είναι η έμφαση που δίνεται στην προσδοκία της συνάντησης με τη νεκρή αγαπημένη, της κοινής αντιμετώπισης της Έσχατης Κρίσης και της παντοτινής ένωσης μαζί της μέσα στη μακαριότητα μιας αιώνιας δικαίωσης. [...] Είναι χαρακτηριστικό ότι στον οραματισμό του ήρωα δεν γίνεται καμία αναφορά στη «συμβασιακή» σχέση Κριτή-κρινομένου, ως οργανικού μέρους της μεταφυσικής δοκιμασίας, στην ψυχολογία της φοβερής στιγμής, κλπ. [...]
Σε μια τέτοια αξιοποίηση του θέματος της Έσχατης Κρίσης θα μπορούσε να διακρίνει κανείς μια «παρωδία» του θρησκευτικού κώδικα, με την έννοια που δίνουν στον όρο οι Ρώσοι φορμαλιστές: «παραμόρφωση» του έτοιμου σημασιοδοτικού πλαισίου, με τρόπο που να υπηρετεί νέες σημασίες.
Ερατοσθένης Καψωμένος, «Ο “Κρητικός” του Σολωμού: Αφηγηματικές και Σημασιακές Δομές»: Νέα Εστία, έτ. 72., τ. 44., αρ. 1707 [αφιέρωμα] (Δεκέμβριος 1998), σσ. 1248-1288: 1285-1287.
Η φιλοσοφία του Σολωμού έχει διπλή μορφή, σύμφωνα με τις δυο διαφορετικές όψεις, που παρουσιάζεται στο πνεύμα η φύση. Άλλοτε προέχει στο πνεύμα του ο βαθύς διχασμός κι ο αγώνας που υπάρχει ανάμεσα στο φυσικό και τον ηθικό κόσμο. [...]
Άλλοτε, όμως, ο σπιριτουαλισμός του Σολωμού αγκαλιάζει ολόκληρη τη φύση και τη βλέπει στην ενότητά της, να ταυτίζεται με τις πνευματικές ουσίες∙ η φιλοσοφία του τότε γίνεται πανθεϊστική, η φύση παρουσιάζεται στην πιο πνευματική της παράσταση, όλη παρθενιά κ’ έκσταση, από μυστικές πηγές αναβρύζει αρμονία, πνεύμα απαντά στο πνεύμα κ’ οι φυσικές μορφές μεταμορφώνονται θαυμαστά, μυστικός έρωτας διαπνέει τα πάντα. [...] Μέρη τέτοια βρίσκονται στον Κρητικό. [...]
Η ίδια διάθεση χαρακτηρίζει και τις ερωτικές εικόνες του, το ίδιο ηθικό πάθος. [...]
Αυτές οι παραδεισιακές εικόνες δείχνουν και τον τρόπο που αφομοιώνει την επίδραση από την ποίηση του Ντάντε [...]. Μα η διάθεση αυτή στο Σολωμό είναι περισσότερο αβρή και με πιο περίπαθους μουσικούς τόνους [...], ωστόσο παρουσιάζεται με τόση ένταση κ’ ευτυχισμένον πλούτο στη μεγάλη του ποίηση που μπορεί κανείς να πει πως είναι η ουσία της ιδιοσυγκρασίας του...
Μάρκος Αυγέρης, «Εισαγωγή στην Ποίηση του Σολωμού» [1957]:Ιδ., Ζητήματα της Λογοτεχνίας μας, Αθ.: Πολιτικές Λογοτεχνικές Εκδόσεις, 1964 – Έλληνες Λογοτέχνες, Αθ.: εκδ. Θεμέλιο, 1966 –Αθ.: Ίκαρος, 1971 [Αθ.: εκδ. Χαρ. Μπούρας, 1982], σσ. 9-28.
Δείτε επίσης:
0 σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου