Νίκος Εγγονόπουλος «Ποίηση 1948»
Ο Ν. Εγγονόπουλος έχει θητεύσει, ως γνωστόν, στον Υπερρεαλισμό. Θεωρείτε ότι αυτή η θητεία βρίσκει έκφραση στο συγκεκριμένο ποίημα; Να απαντήσετε σε αναφορά με το περιεχόμενο και τη μορφή του ποιήματος.
Από το βιβλίο του Καθηγητή:
Κοιτάζοντας τη μορφή του ποιήματος σταματάμε πρώτα στον τεμαχισμένο λόγο. Βέβαια ο τρόπος αυτός γραφής του Εγγονόπουλου είναι γνωστός από τη θητεία του ποιητή στον υπερρεαλισμό (μαζί με τον Εμπειρίκο και το Γκάτσο της Αμοργού μπορεί να θεωρηθεί από τους πιο αυθεντικούς υπερρεαλιστές). Σε συσχετισμό όμως με το θέμα και την εποχή ο τεμαχισμένος λόγος παίρνει μια πρόσθετη διάσταση: Μοιάζει σα να σπαράχτηκε κι αυτός από το μακελειό. Λόγος ακρωτηριασμένος, σχεδόν συλλαβικός, ένα μοναχικό ψέλλισμα.
Κώστας Μπαλάσκας, Νεοελληνική Ποίηση, Κείμενα, Ερμηνεία, Θεωρία, “Επικαιρότητα”, 1980, s.123-125
Από την Ιστορία της Νεοελληνικής Λογοτεχνίας του Λίνου Πολίτη:
Τη γραμμή του ορθόδοξου υπερρεαλισμού ακολούθησε και ο Νίκος Εγγονόπουλος (γενν. 1910), που είναι παράλληλα και ζωγράφος από τους σημαντικότερους της νεώτερης σχολής, όπου επίσης δείχτηκε συνεπής στην υπερρεαλιστική του γραμμή. Ο Εγγονόπουλος είναι πιο επαναστατικός και θεληματικά, θα έλεγε κανείς, προκλητικός –κράτησε, όπως είπαν, την «άκρα αριστερά» του κινήματος- και γι’ αυτό και οι συλλογές του (κυρίως οι δύο προπολεμικές, του 1938 και του 1939) ενόχλησαν περισσότερο τον μέσο αστό και ξεσήκωσαν το σκώμμα και την αγανάκτηση. Ο Εγγονόπουλος έμεινε πιστός στην υπερρεαλιστική του αδιαλλαξία και στις μεταπολεμικές του συλλογές, και ένα μέρος της κριτικής του καταλογίζει την ακαμψία αυτή ως ελάττωμα, χωρίς να παραβλέπει τα άφθονα θετικά στοιχεία, έναν εσώτερο πικρό λυρισμό και μια ενάργεια ζωγραφική. Είναι, και ως ζωγράφος και ως ποιητής, εντελώς ιδιότυπος και μοναδικός∙ ιδιότυπος και στη γλώσσα, με εθελημένα άφθονα στοιχεία λόγια (φαναριώτικα).
...
Ο Εγγονόπουλος στις πρώτες του ποιητικές συλλογές ακολούθησε πιστά τα κηρύγματα του υπερρεαλισμού συνθέτοντας ποιήματα με αυτόματη γραφή και επιχειρώντας να εκφράσει τις ασυνείδητες σκέψεις και διαθέσεις του, χωρίς τον παρεμβατικό έλεγχο της λογικής. Στην πορεία, όμως, κράτησε από τον υπερρεαλισμό μόνο τα στοιχεία εκείνα που έφερναν μια αναγκαία ανανέωση στον ποιητικό λόγο και τα οποία είχαν να κάνουν κυρίως με τη μορφή του στίχου, αλλά και την ειλικρινή αποτύπωση των σκέψεων του δημιουργού. Στο ποίημα «Ποίηση 1948» μπορούμε να εντοπίσουμε την επίδραση του υπερρεαλισμού στην ελλειπτική διατύπωση του ποιητικού λόγου, ο οποίος δίνεται τεμαχισμένος, σε στίχους μονολεκτικούς (κάποτε και μονοσύλλαβους) που περισσότερο θυμίζουν θραύσματα ενός λόγου που δε θέλει ή δε μπορεί να οδηγηθεί στην ολοκλήρωση. Ο ποιητής καταγράφει τις σκέψεις του σε τόσο σύντομους στίχους που μας δημιουργεί την αίσθηση μιας διστακτικής εξομολόγησης που γίνεται υπό το καθεστώς φόβου ή τόσο έντονης συναισθηματικής φόρτισης που καθιστά το λόγο του σχεδόν ασθματικό. Η απουσία στίξης και κεφαλαίων αρχικών γραμμάτων θα μπορούσε να αφήσει το λόγο να ρέει χωρίς κατευθυνόμενες διακοπές, αλλά ο ποιητής φροντίζει να θρυμματίσει τους στίχους του δίνοντάς μας έτσι το ρυθμό ανάγνωσης κι ενισχύοντας παράλληλα την αίσθηση της βαρύτητας του μηνύματος, το οποίο διατυπώνεται λέξη - λέξη. Η μορφή του στίχου εξυπηρετεί κατ’ αυτό τον τρόπο το περιεχόμενο του ποιήματος, στο οποίο ο Εγγονόπουλος προχωρά σε μια ειλικρινή έκφραση των συναισθημάτων του. Ο ποιητής είναι συγκλονισμένος από τη σκληρότητα και την απανθρωπιά του εμφυλίου πολέμου και θεωρεί πως δεν υπάρχει τίποτε που θα μπορούσε να προσφέρει με την ποίησή του. Η εξομολόγηση του ποιητή αποτυπώνει, κατά τη διάρκεια ενός φονικού και αδελφοκτόνου πολέμου, τη βαθύτατη λύπη και τον πόνο που βιώνει ο ποιητής, συναισθήματα τόσο δυνατά που δύσκολα θα μπορούσαν να αποδοθούν μ’ έναν συμβατικό ποιητικό λόγο.
Ο Ν. Εγγονόπουλος έχει θητεύσει, ως γνωστόν, στον Υπερρεαλισμό. Θεωρείτε ότι αυτή η θητεία βρίσκει έκφραση στο συγκεκριμένο ποίημα; Να απαντήσετε σε αναφορά με το περιεχόμενο και τη μορφή του ποιήματος.
Από το βιβλίο του Καθηγητή:
Κοιτάζοντας τη μορφή του ποιήματος σταματάμε πρώτα στον τεμαχισμένο λόγο. Βέβαια ο τρόπος αυτός γραφής του Εγγονόπουλου είναι γνωστός από τη θητεία του ποιητή στον υπερρεαλισμό (μαζί με τον Εμπειρίκο και το Γκάτσο της Αμοργού μπορεί να θεωρηθεί από τους πιο αυθεντικούς υπερρεαλιστές). Σε συσχετισμό όμως με το θέμα και την εποχή ο τεμαχισμένος λόγος παίρνει μια πρόσθετη διάσταση: Μοιάζει σα να σπαράχτηκε κι αυτός από το μακελειό. Λόγος ακρωτηριασμένος, σχεδόν συλλαβικός, ένα μοναχικό ψέλλισμα.
Κώστας Μπαλάσκας, Νεοελληνική Ποίηση, Κείμενα, Ερμηνεία, Θεωρία, “Επικαιρότητα”, 1980, s.123-125
Από την Ιστορία της Νεοελληνικής Λογοτεχνίας του Λίνου Πολίτη:
Τη γραμμή του ορθόδοξου υπερρεαλισμού ακολούθησε και ο Νίκος Εγγονόπουλος (γενν. 1910), που είναι παράλληλα και ζωγράφος από τους σημαντικότερους της νεώτερης σχολής, όπου επίσης δείχτηκε συνεπής στην υπερρεαλιστική του γραμμή. Ο Εγγονόπουλος είναι πιο επαναστατικός και θεληματικά, θα έλεγε κανείς, προκλητικός –κράτησε, όπως είπαν, την «άκρα αριστερά» του κινήματος- και γι’ αυτό και οι συλλογές του (κυρίως οι δύο προπολεμικές, του 1938 και του 1939) ενόχλησαν περισσότερο τον μέσο αστό και ξεσήκωσαν το σκώμμα και την αγανάκτηση. Ο Εγγονόπουλος έμεινε πιστός στην υπερρεαλιστική του αδιαλλαξία και στις μεταπολεμικές του συλλογές, και ένα μέρος της κριτικής του καταλογίζει την ακαμψία αυτή ως ελάττωμα, χωρίς να παραβλέπει τα άφθονα θετικά στοιχεία, έναν εσώτερο πικρό λυρισμό και μια ενάργεια ζωγραφική. Είναι, και ως ζωγράφος και ως ποιητής, εντελώς ιδιότυπος και μοναδικός∙ ιδιότυπος και στη γλώσσα, με εθελημένα άφθονα στοιχεία λόγια (φαναριώτικα).
...
Ο Εγγονόπουλος στις πρώτες του ποιητικές συλλογές ακολούθησε πιστά τα κηρύγματα του υπερρεαλισμού συνθέτοντας ποιήματα με αυτόματη γραφή και επιχειρώντας να εκφράσει τις ασυνείδητες σκέψεις και διαθέσεις του, χωρίς τον παρεμβατικό έλεγχο της λογικής. Στην πορεία, όμως, κράτησε από τον υπερρεαλισμό μόνο τα στοιχεία εκείνα που έφερναν μια αναγκαία ανανέωση στον ποιητικό λόγο και τα οποία είχαν να κάνουν κυρίως με τη μορφή του στίχου, αλλά και την ειλικρινή αποτύπωση των σκέψεων του δημιουργού. Στο ποίημα «Ποίηση 1948» μπορούμε να εντοπίσουμε την επίδραση του υπερρεαλισμού στην ελλειπτική διατύπωση του ποιητικού λόγου, ο οποίος δίνεται τεμαχισμένος, σε στίχους μονολεκτικούς (κάποτε και μονοσύλλαβους) που περισσότερο θυμίζουν θραύσματα ενός λόγου που δε θέλει ή δε μπορεί να οδηγηθεί στην ολοκλήρωση. Ο ποιητής καταγράφει τις σκέψεις του σε τόσο σύντομους στίχους που μας δημιουργεί την αίσθηση μιας διστακτικής εξομολόγησης που γίνεται υπό το καθεστώς φόβου ή τόσο έντονης συναισθηματικής φόρτισης που καθιστά το λόγο του σχεδόν ασθματικό. Η απουσία στίξης και κεφαλαίων αρχικών γραμμάτων θα μπορούσε να αφήσει το λόγο να ρέει χωρίς κατευθυνόμενες διακοπές, αλλά ο ποιητής φροντίζει να θρυμματίσει τους στίχους του δίνοντάς μας έτσι το ρυθμό ανάγνωσης κι ενισχύοντας παράλληλα την αίσθηση της βαρύτητας του μηνύματος, το οποίο διατυπώνεται λέξη - λέξη. Η μορφή του στίχου εξυπηρετεί κατ’ αυτό τον τρόπο το περιεχόμενο του ποιήματος, στο οποίο ο Εγγονόπουλος προχωρά σε μια ειλικρινή έκφραση των συναισθημάτων του. Ο ποιητής είναι συγκλονισμένος από τη σκληρότητα και την απανθρωπιά του εμφυλίου πολέμου και θεωρεί πως δεν υπάρχει τίποτε που θα μπορούσε να προσφέρει με την ποίησή του. Η εξομολόγηση του ποιητή αποτυπώνει, κατά τη διάρκεια ενός φονικού και αδελφοκτόνου πολέμου, τη βαθύτατη λύπη και τον πόνο που βιώνει ο ποιητής, συναισθήματα τόσο δυνατά που δύσκολα θα μπορούσαν να αποδοθούν μ’ έναν συμβατικό ποιητικό λόγο.
0 σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου