Jeanne Newton Schoborg
Γεώργιος Βιζυηνός «Το αμάρτημα της μητρός μου»
Τι δηλώνει η σιωπή του αφηγητή στο τέλος του διηγήματος;
Ο αφηγητής όταν ακούει τα λόγια της μητέρας του: «- Τί νὰ σὲ 'πῶ, παιδί μου! ἀπήντησε τότε σύννους καθὼς ἦτον, ὁ Πατριάρχης εἶναι σοφὸς καὶ ἅγιος ἄνθρωπος. Γνωρίζει ὅλαις ταῖς βουλαῖς καὶ τὰ θελήματα τοῦ Θεοῦ, καὶ συγχωρνᾶ ταῖς ἀμαρτίαις ὅλου τοῦ κόσμου. Μά, τί νὰ σὲ 'πῶ! Εἶναι καλόγερος. Δεν ἔκαμε παιδιὰ, γιὰ νὰ 'μπορῇ νὰ γνωρίσῃ, τί πρᾶγμα εἶναι τὸ νὰ σκοτώσῃ κανεὶς τὸ ἴδιο τὸ παιδί του!», συνειδητοποιεί ότι για τη μητέρα του δε θα υπάρξει ποτέ εξιλέωση για το αμάρτημά της. Παρά τις προσπάθειές του να βοηθήσει τη μητέρα του να επιτύχει την πολυπόθητη κάθαρση, δεν μπορεί πλέον παρά να αποδεχτεί πως η μητέρα του θα συνεχίσει μέχρι τέλους να υποφέρει και να μετανιώνει για το σφάλμα της. Ο αφηγητής, άλλωστε, όπως και ο Πατριάρχης, δεν έχει παιδιά, οπότε πραγματικά δεν μπορεί να κατανοήσει πώς αισθάνεται μια μητέρα που σκότωσε το ίδιο της το παιδί, ανεξάρτητα από το γεγονός ότι επρόκειτο για ένα ατύχημα. Η μητέρα λειτουργεί ως ο αυστηρότερος κριτής του εαυτού της και δεν αναγνωρίζει κανένα ελαφρυντικό στην πράξη της. Σκότωσε το παιδί της και αυτό δεν μπορεί να αλλάξει με τίποτε, ούτε μπορεί να συγχωρεθεί από κανέναν, καθώς δεν πρόκειται ποτέ να συγχωρέσει η ίδια η μητέρα τον εαυτό της.
0 σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου