Bob Orsillo
Γιώργος Ιωάννου «Η αποζημίωση» παράλληλο για το «Στου Κεμάλ το σπίτι»
Η αποζημίωση
Όταν σηκώθηκα να φύγω, ο καταφερτζής εκείνος μου έκανε τη μόνη σωστή ερώτηση: «Που ήσασταν, όταν βομβαρδίστηκε το σπίτι;» «Δεν ήμασταν εκεί», είπα περίτρομος και το ‘βαλα στα πόδια. Δε θέλησα να διακινδυνέψω κι εκείνες τις αναμνήσεις. Αυτές ήταν το μόνο δροσερό καταφύγιό μου, όταν καιγόμουνα. …
Ξαφνικά εκρήξεις απανωτές ακούστηκαν απ’ τη μεριά της Σαλονίκης. Το κάρο πήγαινε προς την ανατολή, αλλά εμείς κοιτάζαμε πίσω με δέος. Κι όταν υψώθηκαν κάτι αραιοί καπνοί στον ορίζοντα, πήραμε να κλαίμε πικρά. «Βαβυλώνα, ω Βαβυλώνα…», ψιθύρισε η γιαγιά μου, ανακαλώντας ποιος ξέρει ποια προφητική φυλλάδα. Πολλές φορές έχουμε κλάψει γι’ αυτή την πόλη. Αργότερα, όταν την κυρίεψαν σε τρεις μέρες οι γερμανοί, μάθαμε τη συμφορά σε ώρα συναγερμού μέσα στο τούνελ του Ηλεκτρικού στο Μοναστηράκι, που είχε μετατραπεί σε καταφύγιο. Σαν ήρθαν οι πρωινές εφημερίδες και είδαμε την είδηση, κλαίγαμε τόσο πολύ που μαζεύτηκε γύρω μας κόσμος.
Απ’ τη Γαλάτιστα πήραμε μουλάρια και φτάσαμε απόβραδα στο ορεινό χωριό. … Αναπάντεχα λάβαμε κι εμείς ένα γράμμα. Ένας γείτονας μας πληροφορούσε πως είχε πέσει μπόμπα στο σπίτι. Αυτό πρέπει να είχε γίνει την ώρα που εμείς λιαζόμασταν και αχνίζαμε πάνω στο κάρο. Νιώσαμε εντελώς ξεριζωμένοι. …
Στου Κεμάλ το σπίτι
Η τουρκάλα ξαναφάνηκε λίγο μετά τον πόλεμο. Εμείς καθόμασταν πια σε άλλο σπίτι, λίγο παραπάνω, όμως την είδαμε μια μέρα να κάθεται κατατσακισμένη στο κατώφλι του παλιού σπιτιού μας. Ο πρώτος που την είδε, ήρθε μέσα και φώναξε: «η τουρκάλα!» Βγήκαμε στα παράθυρα και την κοιτάζαμε με συγκίνηση. Παραλίγο να την καλέσουμε απάνω στο σπίτι – τόσο μας είχε μαλακώσει την καρδιά η επίμονη νοσταλγία της. Όμως αυτή κοίταζε ακίνητη την κατάγυμνη αυλή και το έρημο σπίτι. Μια ιταλιάνικη μπόμπα είχε σαρώσει την ντουτιά κι είχε ρημάξει το καλοκαμωμένο ξυλόδετο σπίτι, χωρίς να καταφέρει να το γκρεμίσει.
Το σπίτι της οικογένειας του Ιωάννου, το οποίο καταστράφηκε από τους βομβαρδισμούς που έκαναν οι Ιταλοί στη Θεσσαλονίκη με την έναρξη του ελληνοϊταλικού πολέμου, ήταν παράλληλα το σπίτι στο οποίο η ανώνυμη τουρκάλα είχε περάσει τα παιδικά της χρόνια. Το ίδιο σπίτι σε διαφορετικές περιόδους είχε αποτελέσει την πατρική εστία για δύο διαφορετικές οικογένειες, που έχουν αποκτήσει παρόμοια έντονους συναισθηματικούς δεσμούς με το χώρο αυτό όπου πέρασαν σημαντικά χρόνια της ζωής τους.
Στο διήγημα Η αποζημίωση ο Ιωάννου μας παρουσιάζει τον πόνο που αισθάνθηκε η οικογένειά του όταν λόγω του πολέμου αναγκάστηκαν να εγκαταλείψουν την πόλη τους -με προορισμό αρχικά ένα χωριό στη Χαλκιδική και ύστερα την Αθήνα- και στη συνέχεια όταν πληροφορήθηκαν ότι αφενός οι Γερμανοί είχαν καταλάβει τη Θεσσαλονίκη κι αφετέρου ότι οι βομβαρδισμοί των Ιταλών είχαν καταστρέψει το σπίτι τους. Η οικογένεια του συγγραφέα αισθάνεται ξεριζωμένη, από τη στιγμή που μαθαίνει για την καταστροφή του σπιτιού τους, μιας και στο σπίτι αυτό είχαν μεγαλώσει τα παιδιά τους και αποτελούσε ουσιαστικά το κέντρο της ζωής τους.
Με παρόμοιο τρόπο, στο διήγημα Στου Κεμάλ το σπίτι, βλέπουμε ότι η τουρκάλα παραμένει «κατατσακισμένη» στο κατώφλι του κατεστραμμένου σπιτιού, μη μπορώντας προφανώς να συνειδητοποιήσει το μέγεθος της καταστροφής. Το σπίτι στο οποίο είχε μεγαλώσει, το σπίτι που περιφρουρούσε όλες τις πολύτιμες αναμνήσεις από τα παιδικά της χρόνια και που παράλληλα αποτελούσε τον πλέον ισχυρό δεσμό με την πατρική της πόλη -τη Θεσσαλονίκη- είχε πλέον διαλυθεί. Ο πόνος που αισθάνεται η τουρκάλα είναι φυσικά ίδιος με τον πόνο που αισθάνθηκε η οικογένεια του Ιωάννου, με τη διαφορά βέβαια ότι η τουρκάλα δεν έχει πια κάποιον άλλο δεσμό με τη Θεσσαλονίκη, το σπίτι αυτό ήταν ό,τι τη συνέδεε με την πόλη που είχε περάσει τα παιδικά της χρόνια, ενώ αντίθετα η οικογένεια του Ιωάννου μπορούσε να συνεχίσει να ζει στην πόλη αυτή δημιουργώντας νέους δεσμούς.
0 σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου