Γεώργιος Βιζυηνός «Το αμάρτημα της μητρός μου»
Όπως γνωρίζετε, σε μια αφήγηση συχνά παρατηρούνται αναχρονίες όταν ο αφηγητής παραβιάζει τη χρονική σειρά κατά την αφήγηση, αναφερόμενος άλλοτε σε γεγονότα προγενέστερα από το σημείο της ιστορίας στο οποίο βρισκόμαστε σε μια δεδομένη στιγμή (αναδρομικές αφηγήσεις) και άλλοτε προλέγοντας γεγονότα τα οποία θα διαδραματιστούν αργότερα (πρόδρομες αφηγήσεις).
α) Να αναζητήσετε και να καταγράψετε τις αναχρονίες του αφηγήματος.
β) Τι επιτυγχάνει με τη χρήση τους ο αφηγητής;
α) Στο Αμάρτημα της μητρός μου εντοπίζουμε 7 αναδρομικές αφηγήσεις και μόλις μία σύντομη αναφορά σε μελλοντικά γεγονότα.
1η Αναδρομή: Όταν ο αφηγητής – παιδί ακούει την προσευχή της μητέρας του στην εκκλησία, προσπαθεί να θυμηθεί αν έκανε ποτέ κάτι για να ενοχλήσει τη μητέρα του, ώστε να φτάσει στο σημείο να ζητά το χαμό του.
«Ἀνεκάλεσα εἰς τὴν μνήμην μου ὅλας τὰς πρὸς τὴν μητέρα τρυφερότητας καὶ θωπείας μου. Προσεπάθησα νὰ ἐνθυμηθὼ μήπως τῆς ἔπταισα ποτέ, μήπως τὴν ἀδίκησα, ἀλλὰ δὲν ἠδυνήθην. Ἀπεναντίας εὔρισκον, ὅτι ἀφ' ὅτου ἐγεννήθη αὐτὴ ἡ ἀδελφή μας, ἐγὼ, ὄχι μόνον δὲν ἠγαπήθην, ὅπως θὰ τὸ ἐπεθύμουν, ἀλλὰ τοῦτ' αὐτὸ παρηγκωνιζόμην ὁλονὲν περισσότερον. Ἐνθυμήθην τότε, καὶ μοῖ ἐφάνη ὅτι ἐνόησα, διατὶ ὁ πατήρ μου ἐσυνείθιζε νὰ μὲ ὀνομάζη τὸ ἀδικημένο του.»
2η Αναδρομή: Η δεύτερη αναδρομή γίνεται από τον αφηγητή – παιδί όταν ακούει τη μητέρα του να μοιρολογεί. Ο αφηγητής ανατρέχει στο παρελθόν για να μας μιλήσει για τη σύνθεση του μοιρολογιού αυτού.
«Τὸ μοιρολόγιον τοῦτο ἐσύνθεσεν ἐπὶ τῷ θανάτῳ τοῦ πατρός μου, κατὰ παραγγελίαν αὐτῆς, ἡλιοκαὴς ρακένδυτος Γύφτος, γνωστὸς εἰς τὰ περίχωρά μας διὰ τὴν δεξιότητα εἰς τὸ στιχουργεῖν αὐτοσχεδίως....
- Θεὸς σχωρέσοι τὸν ἄνδρα σου, νύφη! Ἐφώνησεν ἔκθαμβος ὁ ραψωδὸς καὶ φορτωθεὶς τὰ χάλκινά του σκεύη ἐξῆλθε τῆς αὐλῆς μας.»
3η Αναδρομή: Ο αφηγητής – παιδί, μόλις η μητέρα του δίνει να πιει νερό από το σκεύος όπου μόλις είχε περάσει η χρυσαλλίδα (η ψυχή του πατέρα του, σύμφωνα με τη μητέρα), θυμάται πως η μητέρα τους έχει δώσει κι άλλες φορές να πιουν από αυτό το σκεύος.
«Τότε μοῦ ἦλθεν εἰς τὸν νοῦν ὅτι καὶ ἄλλοτε μᾶς ἐπότιζεν ἀπὸ τοῦ αὐτοῦ σκεύους, εὐθὺς ὡς ἐξυπνοῦμεν. Καὶ ἐνθυμήθην, ὅτι ὁσάκις ἔκαμνε τοῦτο ἡ μήτηρ μας, ἦτο καθ' ὅλην ἐκείνην τὴν ἡμέραν ζωηρὰ καὶ περιχαρής, ὡς ἐὰν εἶχεν ἀπολαύσει μεγάλην τινὰ πλὴν μυστικὴν εὐδαιμονίαν.»
4η Αναδρομή: Μετά το θάνατο της Αννιώς και προτού ο αφηγητής μας περιγράψει τον έντονο θρήνο της μητέρας του για τη μικρή της κόρη, ανατρέχει στο παρελθόν για να μας μιλήσει για το θρήνο της μητέρας όταν πέθανε ο πατέρας.
«Πολλοὶ εἶχον κατηγορήσει τὴν μητέρα μου, ὄτι ἐνῷ αἱ ξέναι γυναίκες ἐθρήνουν μεγαλοφώνως ἐπὶ τοῦ νεκροὺ τοῦ πατρός μου, ἐκείνη μόνη ἔχυνεν ἄφθονα, πλὴν σιγηλὰ δάκρυα. Ἡ δυστυχὴς τὸ ἔκαμνεν ἐκ φόβου μήπως παρεξηγηθῇ, μήπως παραβῇ τὰ ὅρια τῆς εἰς τὰς νέας ἀνηκούσης σεμνότητος. Διότι καθὼς εἶπον, ἡ μήτηρ μας ἐχήρευσε πολὺ νέα.»
5η Αναδρομή: Όταν η μητέρα κατορθώνει να ελέγξει τον πόνο της για το χαμό της Αννιώς, συνειδητοποιεί σε τι σημείο έχουν φτάσει τα οικονομικά της οικογένειάς της, όσο καιρό ήταν απόλυτα προσηλωμένη στο άρρωστο παιδί της. Ο αφηγητής – παιδί μας εξηγεί πώς και γιατί έχασαν όλα τους τα χρήματα.
«Ἡ χρηματικὴ μας περιουσία κατηναλώθη εἰς ἰατροὺς καὶ ἰατρικὰ. Πολλὰ χράμια καὶ κηλίμια, ἔργα τῶν ἰδίων αὐτῆς χειρῶν, τὰ εἶχε πωλήσει δι' ἀσήμαντα ποσὰ, ἤ τὰ εἴχε δώσει ὡς ἀμοιβὴν εἰς τοὺς γόητας καὶ τὰς μαγίσσας. Ἄλλα μᾶς τὰ ἔκλεψαν αὐτοὶ καὶ οἱ ὅμοιοί των, ἐπωφελούμενοι ἐκ τῆς ἀνεπιβλεψίας, ἥτις ἐπεκράτησεν ἐν τῷ οἴκῳ μας. Πρὸς ἐπίμετρον ἐξηντλήθησαν καὶ αἱ προμήθειαι τῶν ζωοτροφιῶν μας καὶ ἡμεῖς δὲν εἴχομεν πλέον πόθεν νὰ ζήσωμεν.»
6η Αναδρομή: Ο ενήλικας – αφηγητής αναφέρεται στην υπόσχεση που είχε δώσει στη μητέρα του, ότι θα φροντίσει όχι μόνο εκείνη αλλά και το ψυχοπαίδι της, εξηγώντας μας τις συνθήκες υπό τις οποίες έδωσε την υπόσχεση αυτή.
«Ἦτο καθ' ἣν ἐποχὴν ἡ μήτηρ μας εἰργάζετο διὰ νὰ θρέψῃ τὴν πρώτην μας θετὴν ἀδελφὴν καθὼς καὶ ἡμᾶς. Ἐγὼ τὴν συνώδευον κατὰ τὰς διακοπὰς τῶν μαθημάτων, παίζων παρ' αὐτῇ, ἐνῶ ἐκείνη ἔσκαπτεν ἢ ἐξεβοτάνιζεν. Μίαν ἡμέραν διακόψαντες τὴν ἐργασίαν ἐπεστρέφομεν ἀπὸ τοὺς ἀγροὺς φεύγοντες τὸν ἀφόρητον καύσωνα, ὑφ' οὗ ὁλίγον ἔλειψε νὰ λιποθυμήσῃ ἡ μήτηρ μου...
Ἡ μήτηρ ἐμειδίασεν ἀκουσίως, διὰ τὴν ἐπιβλητικὴν στάσιν, ἣν ἔλαβον προφέρων τὴν διαβεβαίωσιν ταύτην. Ἔπειτα διέκοψε τὴν ὁμιλίαν ἐπειποῦσα•
- Ἄμ' θρέψε δὰ πρῶτα τὸν ἑαυτό σου καὶ ὕστερα βλέπουμε.»
7η Αναδρομή: Η τελευταία και εκτενέστερη αναδρομή μας δίνεται από τη μητέρα, η οποία εξομολογούμενη στο γιο της το αμάρτημά της, ανατρέχει στο παρελθόν για να του περιγράψει τα γεγονότα που οδήγησαν στο πλάκωμα του μωρού, καθώς και τις προσπάθειές της για εξιλέωση μετά και το θάνατο του δεύτερου κοριτσιού της.
«- Ναὶ! μὲ εἶπεν, ἀναστενάξασα βαθέως, ἀλλὰ δὲν ἦτο τὸ μόνον μου κορίτσι! Ἐσὺ εἶσαι τέσσαρα χρόνια μικρότερος ἀπὸ τὸ Χρηστάκη. Ἕνα χρόνο κατόπιν του ἔκαμα τὴν πρώτη μου θυγατέρα.
Ἤταν τότε κοντά, 'ποὺ ἐπαντρολογιέτο ὁ Φώτης ὁ Μυλωνᾶς. Ὁ μακαρίτης ὁ πατέρας σου παράργησε τὸ γάμο τους, ὡς 'ποὺ ν' ἀποσαραντήσω ἐγὼ, γιὰ νὰ τοὺς στεφανώσουμε μαζὶ. Ἤθελε νὰ μὲ 'βγάλῃ καὶ μένα στὸν κόσμο, γιὰ νὰ χαρῶ 'σὰν 'πανδρευμένη, ἀφοῦ κορίτσι δὲν μ' ἀφῆκεν ἡ γιαγιά σου νὰ χαρῶ...
Ὅποιος δὲν τὸ ἐδοκίμασε μοναχός του, παιδὶ μου, δὲν 'ξεύρει τὶ πικρὸ ποτήρι ἦταν ἐκεῖνο. Ἐλπίδα νὰ κάνω ἄλλο κορίτσι δὲν ἦταν πλέον. Ὁ πατέρας σου εἶχ' ἀποθάνει. Ἂν δὲν εὐρίσκετο ἕνας γονιὸς νὰ μὲ χαρίσῃ τὸ κορίτσι του, ἤθελα πάρω τὰ βουνὰ νὰ φύγω.
Ἀλήθεια 'ποῦ δὲν ἐβγῆκε καλόγνωμο. Μὰ ὅσο τὸ εἶχα καὶ τὸ 'κήδευα καὶ τὸ 'κανάκευα, 'θαρροῦσα πῶς τὸ εἶχα 'δικό μου, καὶ 'ξεχνοῦσα 'κεῖνο πὤχασα, κ' ἡμέρωνα τη συνείδησί μου.»
Η πρόδρομη αφήγηση μας δίνεται από τον αφηγητή όταν φεύγοντας για τα ξένα, ενώ λέει στη μητέρα του ότι πάει για να βγάλει χρήματα, ώστε εκείνη να μην έχει ανάγκη να δουλεύει, πρόκειται να συνειδητοποιήσει πως κάτι τέτοιο θα αργήσει πολύ να συμβεί.
«Δὲν ἤξευρον ἀκόμη ὅτι δεκαετὲς παιδίον ὄχι τὴν μητέρα, ἀλλ' οὐδὲ τὸν ἐαυτόν του δὲν δύναται νὰ θρέψῃ. Καὶ δὲν ἐφανταζόμην, ὁποίαι φοβεραὶ περιπέτειαι μὲ περιέμενον καὶ πόσας πικρίας ἔμελλον ἀκόμη νὰ ποτίσω τὴν μητέρα μου διὰ τῆς ξενιτείας ἐκείνης, δι' ἧς ἤλπιζον νὰ τὴν ἀνακουφίσω.
Ἐπὶ πολλὰ ἔτη ὄχι μόνον βοήθειαν, ἀλλ' οὐδὲ μίαν ἐπιστολὴν κατώρθωσα νὰ τῇ στείλω.»
β) Οι αναχρονίες αποτελούν μια συχνή επιλογή στα αφηγηματικά έργα, καθώς έτσι αποφεύγεται η μονότονη ευθύγραμμη παράθεση των γεγονότων και το κείμενο κερδίζει σε ενδιαφέρον.
Η χρήση αναχρονιών επιτρέπει στον αφηγητή να ξεκινήσει τη διήγησή του από το χρονικό σημείο που επιθυμεί, επιστρέφοντας στο παρελθόν ανά διαστήματα για να δώσει κάθε φορά τις πληροφορίες που κρίνει απαραίτητες, ώστε ο αναγνώστης να μπορεί απρόσκοπτα να παρακολουθεί την εξέλιξη της ιστορίας.
Ειδικά για το Αμάρτημα της μητρός μου, οι αναχρονίες είναι πολύτιμες, καθώς επιτρέπουν στον αφηγητή να ξεκινήσει την ιστορία του από την ασθένεια της Αννιώς, κρατώντας κρυφό το αμάρτημα της μητέρας και διατηρώντας ακέραιη την αγωνία του αναγνώστη, μέχρι τη στιγμή της δραματικής αποκάλυψης μέσα από την αναδρομική αφήγηση της μητέρας.
Όπως γνωρίζετε, σε μια αφήγηση συχνά παρατηρούνται αναχρονίες όταν ο αφηγητής παραβιάζει τη χρονική σειρά κατά την αφήγηση, αναφερόμενος άλλοτε σε γεγονότα προγενέστερα από το σημείο της ιστορίας στο οποίο βρισκόμαστε σε μια δεδομένη στιγμή (αναδρομικές αφηγήσεις) και άλλοτε προλέγοντας γεγονότα τα οποία θα διαδραματιστούν αργότερα (πρόδρομες αφηγήσεις).
α) Να αναζητήσετε και να καταγράψετε τις αναχρονίες του αφηγήματος.
β) Τι επιτυγχάνει με τη χρήση τους ο αφηγητής;
α) Στο Αμάρτημα της μητρός μου εντοπίζουμε 7 αναδρομικές αφηγήσεις και μόλις μία σύντομη αναφορά σε μελλοντικά γεγονότα.
1η Αναδρομή: Όταν ο αφηγητής – παιδί ακούει την προσευχή της μητέρας του στην εκκλησία, προσπαθεί να θυμηθεί αν έκανε ποτέ κάτι για να ενοχλήσει τη μητέρα του, ώστε να φτάσει στο σημείο να ζητά το χαμό του.
«Ἀνεκάλεσα εἰς τὴν μνήμην μου ὅλας τὰς πρὸς τὴν μητέρα τρυφερότητας καὶ θωπείας μου. Προσεπάθησα νὰ ἐνθυμηθὼ μήπως τῆς ἔπταισα ποτέ, μήπως τὴν ἀδίκησα, ἀλλὰ δὲν ἠδυνήθην. Ἀπεναντίας εὔρισκον, ὅτι ἀφ' ὅτου ἐγεννήθη αὐτὴ ἡ ἀδελφή μας, ἐγὼ, ὄχι μόνον δὲν ἠγαπήθην, ὅπως θὰ τὸ ἐπεθύμουν, ἀλλὰ τοῦτ' αὐτὸ παρηγκωνιζόμην ὁλονὲν περισσότερον. Ἐνθυμήθην τότε, καὶ μοῖ ἐφάνη ὅτι ἐνόησα, διατὶ ὁ πατήρ μου ἐσυνείθιζε νὰ μὲ ὀνομάζη τὸ ἀδικημένο του.»
2η Αναδρομή: Η δεύτερη αναδρομή γίνεται από τον αφηγητή – παιδί όταν ακούει τη μητέρα του να μοιρολογεί. Ο αφηγητής ανατρέχει στο παρελθόν για να μας μιλήσει για τη σύνθεση του μοιρολογιού αυτού.
«Τὸ μοιρολόγιον τοῦτο ἐσύνθεσεν ἐπὶ τῷ θανάτῳ τοῦ πατρός μου, κατὰ παραγγελίαν αὐτῆς, ἡλιοκαὴς ρακένδυτος Γύφτος, γνωστὸς εἰς τὰ περίχωρά μας διὰ τὴν δεξιότητα εἰς τὸ στιχουργεῖν αὐτοσχεδίως....
- Θεὸς σχωρέσοι τὸν ἄνδρα σου, νύφη! Ἐφώνησεν ἔκθαμβος ὁ ραψωδὸς καὶ φορτωθεὶς τὰ χάλκινά του σκεύη ἐξῆλθε τῆς αὐλῆς μας.»
3η Αναδρομή: Ο αφηγητής – παιδί, μόλις η μητέρα του δίνει να πιει νερό από το σκεύος όπου μόλις είχε περάσει η χρυσαλλίδα (η ψυχή του πατέρα του, σύμφωνα με τη μητέρα), θυμάται πως η μητέρα τους έχει δώσει κι άλλες φορές να πιουν από αυτό το σκεύος.
«Τότε μοῦ ἦλθεν εἰς τὸν νοῦν ὅτι καὶ ἄλλοτε μᾶς ἐπότιζεν ἀπὸ τοῦ αὐτοῦ σκεύους, εὐθὺς ὡς ἐξυπνοῦμεν. Καὶ ἐνθυμήθην, ὅτι ὁσάκις ἔκαμνε τοῦτο ἡ μήτηρ μας, ἦτο καθ' ὅλην ἐκείνην τὴν ἡμέραν ζωηρὰ καὶ περιχαρής, ὡς ἐὰν εἶχεν ἀπολαύσει μεγάλην τινὰ πλὴν μυστικὴν εὐδαιμονίαν.»
4η Αναδρομή: Μετά το θάνατο της Αννιώς και προτού ο αφηγητής μας περιγράψει τον έντονο θρήνο της μητέρας του για τη μικρή της κόρη, ανατρέχει στο παρελθόν για να μας μιλήσει για το θρήνο της μητέρας όταν πέθανε ο πατέρας.
«Πολλοὶ εἶχον κατηγορήσει τὴν μητέρα μου, ὄτι ἐνῷ αἱ ξέναι γυναίκες ἐθρήνουν μεγαλοφώνως ἐπὶ τοῦ νεκροὺ τοῦ πατρός μου, ἐκείνη μόνη ἔχυνεν ἄφθονα, πλὴν σιγηλὰ δάκρυα. Ἡ δυστυχὴς τὸ ἔκαμνεν ἐκ φόβου μήπως παρεξηγηθῇ, μήπως παραβῇ τὰ ὅρια τῆς εἰς τὰς νέας ἀνηκούσης σεμνότητος. Διότι καθὼς εἶπον, ἡ μήτηρ μας ἐχήρευσε πολὺ νέα.»
5η Αναδρομή: Όταν η μητέρα κατορθώνει να ελέγξει τον πόνο της για το χαμό της Αννιώς, συνειδητοποιεί σε τι σημείο έχουν φτάσει τα οικονομικά της οικογένειάς της, όσο καιρό ήταν απόλυτα προσηλωμένη στο άρρωστο παιδί της. Ο αφηγητής – παιδί μας εξηγεί πώς και γιατί έχασαν όλα τους τα χρήματα.
«Ἡ χρηματικὴ μας περιουσία κατηναλώθη εἰς ἰατροὺς καὶ ἰατρικὰ. Πολλὰ χράμια καὶ κηλίμια, ἔργα τῶν ἰδίων αὐτῆς χειρῶν, τὰ εἶχε πωλήσει δι' ἀσήμαντα ποσὰ, ἤ τὰ εἴχε δώσει ὡς ἀμοιβὴν εἰς τοὺς γόητας καὶ τὰς μαγίσσας. Ἄλλα μᾶς τὰ ἔκλεψαν αὐτοὶ καὶ οἱ ὅμοιοί των, ἐπωφελούμενοι ἐκ τῆς ἀνεπιβλεψίας, ἥτις ἐπεκράτησεν ἐν τῷ οἴκῳ μας. Πρὸς ἐπίμετρον ἐξηντλήθησαν καὶ αἱ προμήθειαι τῶν ζωοτροφιῶν μας καὶ ἡμεῖς δὲν εἴχομεν πλέον πόθεν νὰ ζήσωμεν.»
6η Αναδρομή: Ο ενήλικας – αφηγητής αναφέρεται στην υπόσχεση που είχε δώσει στη μητέρα του, ότι θα φροντίσει όχι μόνο εκείνη αλλά και το ψυχοπαίδι της, εξηγώντας μας τις συνθήκες υπό τις οποίες έδωσε την υπόσχεση αυτή.
«Ἦτο καθ' ἣν ἐποχὴν ἡ μήτηρ μας εἰργάζετο διὰ νὰ θρέψῃ τὴν πρώτην μας θετὴν ἀδελφὴν καθὼς καὶ ἡμᾶς. Ἐγὼ τὴν συνώδευον κατὰ τὰς διακοπὰς τῶν μαθημάτων, παίζων παρ' αὐτῇ, ἐνῶ ἐκείνη ἔσκαπτεν ἢ ἐξεβοτάνιζεν. Μίαν ἡμέραν διακόψαντες τὴν ἐργασίαν ἐπεστρέφομεν ἀπὸ τοὺς ἀγροὺς φεύγοντες τὸν ἀφόρητον καύσωνα, ὑφ' οὗ ὁλίγον ἔλειψε νὰ λιποθυμήσῃ ἡ μήτηρ μου...
Ἡ μήτηρ ἐμειδίασεν ἀκουσίως, διὰ τὴν ἐπιβλητικὴν στάσιν, ἣν ἔλαβον προφέρων τὴν διαβεβαίωσιν ταύτην. Ἔπειτα διέκοψε τὴν ὁμιλίαν ἐπειποῦσα•
- Ἄμ' θρέψε δὰ πρῶτα τὸν ἑαυτό σου καὶ ὕστερα βλέπουμε.»
7η Αναδρομή: Η τελευταία και εκτενέστερη αναδρομή μας δίνεται από τη μητέρα, η οποία εξομολογούμενη στο γιο της το αμάρτημά της, ανατρέχει στο παρελθόν για να του περιγράψει τα γεγονότα που οδήγησαν στο πλάκωμα του μωρού, καθώς και τις προσπάθειές της για εξιλέωση μετά και το θάνατο του δεύτερου κοριτσιού της.
«- Ναὶ! μὲ εἶπεν, ἀναστενάξασα βαθέως, ἀλλὰ δὲν ἦτο τὸ μόνον μου κορίτσι! Ἐσὺ εἶσαι τέσσαρα χρόνια μικρότερος ἀπὸ τὸ Χρηστάκη. Ἕνα χρόνο κατόπιν του ἔκαμα τὴν πρώτη μου θυγατέρα.
Ἤταν τότε κοντά, 'ποὺ ἐπαντρολογιέτο ὁ Φώτης ὁ Μυλωνᾶς. Ὁ μακαρίτης ὁ πατέρας σου παράργησε τὸ γάμο τους, ὡς 'ποὺ ν' ἀποσαραντήσω ἐγὼ, γιὰ νὰ τοὺς στεφανώσουμε μαζὶ. Ἤθελε νὰ μὲ 'βγάλῃ καὶ μένα στὸν κόσμο, γιὰ νὰ χαρῶ 'σὰν 'πανδρευμένη, ἀφοῦ κορίτσι δὲν μ' ἀφῆκεν ἡ γιαγιά σου νὰ χαρῶ...
Ὅποιος δὲν τὸ ἐδοκίμασε μοναχός του, παιδὶ μου, δὲν 'ξεύρει τὶ πικρὸ ποτήρι ἦταν ἐκεῖνο. Ἐλπίδα νὰ κάνω ἄλλο κορίτσι δὲν ἦταν πλέον. Ὁ πατέρας σου εἶχ' ἀποθάνει. Ἂν δὲν εὐρίσκετο ἕνας γονιὸς νὰ μὲ χαρίσῃ τὸ κορίτσι του, ἤθελα πάρω τὰ βουνὰ νὰ φύγω.
Ἀλήθεια 'ποῦ δὲν ἐβγῆκε καλόγνωμο. Μὰ ὅσο τὸ εἶχα καὶ τὸ 'κήδευα καὶ τὸ 'κανάκευα, 'θαρροῦσα πῶς τὸ εἶχα 'δικό μου, καὶ 'ξεχνοῦσα 'κεῖνο πὤχασα, κ' ἡμέρωνα τη συνείδησί μου.»
Η πρόδρομη αφήγηση μας δίνεται από τον αφηγητή όταν φεύγοντας για τα ξένα, ενώ λέει στη μητέρα του ότι πάει για να βγάλει χρήματα, ώστε εκείνη να μην έχει ανάγκη να δουλεύει, πρόκειται να συνειδητοποιήσει πως κάτι τέτοιο θα αργήσει πολύ να συμβεί.
«Δὲν ἤξευρον ἀκόμη ὅτι δεκαετὲς παιδίον ὄχι τὴν μητέρα, ἀλλ' οὐδὲ τὸν ἐαυτόν του δὲν δύναται νὰ θρέψῃ. Καὶ δὲν ἐφανταζόμην, ὁποίαι φοβεραὶ περιπέτειαι μὲ περιέμενον καὶ πόσας πικρίας ἔμελλον ἀκόμη νὰ ποτίσω τὴν μητέρα μου διὰ τῆς ξενιτείας ἐκείνης, δι' ἧς ἤλπιζον νὰ τὴν ἀνακουφίσω.
Ἐπὶ πολλὰ ἔτη ὄχι μόνον βοήθειαν, ἀλλ' οὐδὲ μίαν ἐπιστολὴν κατώρθωσα νὰ τῇ στείλω.»
β) Οι αναχρονίες αποτελούν μια συχνή επιλογή στα αφηγηματικά έργα, καθώς έτσι αποφεύγεται η μονότονη ευθύγραμμη παράθεση των γεγονότων και το κείμενο κερδίζει σε ενδιαφέρον.
Η χρήση αναχρονιών επιτρέπει στον αφηγητή να ξεκινήσει τη διήγησή του από το χρονικό σημείο που επιθυμεί, επιστρέφοντας στο παρελθόν ανά διαστήματα για να δώσει κάθε φορά τις πληροφορίες που κρίνει απαραίτητες, ώστε ο αναγνώστης να μπορεί απρόσκοπτα να παρακολουθεί την εξέλιξη της ιστορίας.
Ειδικά για το Αμάρτημα της μητρός μου, οι αναχρονίες είναι πολύτιμες, καθώς επιτρέπουν στον αφηγητή να ξεκινήσει την ιστορία του από την ασθένεια της Αννιώς, κρατώντας κρυφό το αμάρτημα της μητέρας και διατηρώντας ακέραιη την αγωνία του αναγνώστη, μέχρι τη στιγμή της δραματικής αποκάλυψης μέσα από την αναδρομική αφήγηση της μητέρας.
0 σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου