Michael Avory
Έκθεση
Α΄ Λυκείου: Γλώσσα (αξία – προβλήματα – γλώσσα των νέων)
Γλώσσα, με την ευρύτερη έννοια, συνιστά
οποιοδήποτε σύνολο ή σύστημα τυποποιημένων συμβόλων, σημείων, ήχων ή κινήσεων,
που συνθέτει έναν κώδικα επικοινωνίας, που αποτελεί μέσο ανταλλαγής μηνυμάτων.
Ειδικότερα, ο κατά ομάδες, κυρίως έθνη,
καθιερωμένος κώδικας επικοινωνίας, που συνίσταται στην απόδοση συγκεκριμένων
σημασιών με λέξεις και εκφράσεις (τόσο ως εσωτερικό οργανωμένο γραμματικό,
συντακτικό και λεξιλογικό σύστημα, ως «λόγος», όσο και ως πράξη, εφαρμογή,
δηλαδή ως «ομιλία»).
«Εγώ δεν ξέρω να υπάρχει παρά μία
γλώσσα, η ενιαία Ελληνική, όπως εξελίχθηκε από την Αρχαία, που έφτασε να είναι
το μεγάλο καμάρι μας και το μεγάλο μας στήριγμα». Οδυσσέας Ελύτης
Η
αξία της γλώσσας
- Η γλώσσα αποτελεί ένα πολυδύναμο
εκφραστικό μέσο, αφού επιτρέπει στον άνθρωπο να εκφράσει από τις απλούστερες
ιδέες ή και πληροφορίες που του είναι αναγκαίες στον καθημερινό βίο, μέχρι τα
υψηλότερα διανοήματα που μπορούν να επηρεάσουν βαθύτατα ποικίλες εκφάνσεις της
κοινωνίας.
- Χάρη στη γλώσσα, επομένως, καθίσταται
εφικτή η επικοινωνία μεταξύ των ανθρώπων, καθώς μέσω αυτής είναι δυνατή η
πλήρης έκφραση συναισθημάτων, ιδεών, αλλά και απλών πληροφοριών.
- Ειδικότερα, η έκφραση των
συναισθημάτων επιτρέπει στους ανθρώπους τη βάθυνση των μεταξύ τους σχέσεων,
καθώς τους παρέχει τη δυνατότητα μιας πιο ουσιαστικής γνωριμίας, αλλά και την
ευκαιρία τροποποίησης της συμπεριφοράς τους, όταν διαπιστώνεται πως αυτή
επενεργεί αρνητικά στο άλλο άτομο.
- Η έκφραση ιδεών και συλλογισμών
επιτρέπει την πραγματοποίηση, όχι μόνο απλών καθημερινών πράξεων ή βελτιώσεων, αλλά
και την υλοποίηση σημαντικών πνευματικών, επιστημονικών και τεχνολογικών
επιτευγμάτων.
- Η γλώσσα, άλλωστε, επιτρέπει την
εξωτερίκευση ενός ακόμη βασικού στοιχείου της ανθρώπινης προσωπικότητας· της
φαντασίας. Έτσι, με τη βοήθεια του γλωσσικού κώδικα το άτομο μπορεί να
αποκαλύψει και να διατυπώσει εκείνες τις σκέψεις του που υπερβαίνουν τα όρια
του πραγματικού, και τα οποία συχνά βρίσκουν την ιδανική τους έκφραση στα έργα
της λογοτεχνίας.
Ειδικότερα:
Πνευματικός
τομέας:
- Με τη συνδρομή της γλώσσας -κυρίως
μέσω του γραπτού λόγου- το άτομο κατορθώνει να έρθει σε επαφή με τα πνευματικά
δημιουργήματα παλαιότερων εποχών, αλλά και με το τρέχον γνωστικό υλικό των
διαφόρων επιστημών, επιτυγχάνοντας τον εμπλουτισμό των γνώσεών του και φυσικά
τη γενικότερη πνευματική του καλλιέργεια.
- Η γλώσσα, άλλωστε, αποτελεί το βασικό
εργαλείο μετάδοσης γνώσεων, καθώς καθιστά εφικτή, όχι μόνο τη μελέτη γραπτών
κειμένων, αλλά και τη διεξοδική προφορική παρουσίαση των γνωστικών αντικειμένων
από τους διδάσκοντες, με την παράλληλη αποσαφήνιση εννοιών που δυσχεραίνουν το
μαθητή.
- Η σύνδεση της γλώσσας με τη συνολική
ενίσχυση των πνευματικών και διανοητικών λειτουργιών του ατόμου είναι προφανής,
υπό την έννοια πως ο γλωσσικός κώδικας αποτελεί βασικό φορέα σκέψης και
συλλογισμών. Η διεύρυνση, επομένως, της γλωσσικής δεξιότητας του ατόμου, όπως
και του λεξιλογίου του, προσφέρει το αναγκαίο υλικό για την επίτευξη νέων και
πιο σύνθετων συλλογισμών, που ενισχύουν την αντιληπτική του ικανότητα.
- Η γλώσσα ως μέσο πειθούς ωθεί το
άτομο στην ενίσχυση της ικανότητάς του να διαρθρώνει κατά τρόπο λογικό τις
σκέψεις του, να σχηματίζει επιχειρήματα και να επιτυγχάνει έτσι την
αποτελεσματικότερη δυνατή επικοινωνία.
- Ο γραπτός λόγος συνιστά βασικό μέσο
διατήρησης του πνευματικού πολιτισμού ενός έθνους, παρέχοντας τη δυνατότητα
στις νεότερες γενιές να γνωρίσουν τόσο τη λογοτεχνική όσο και την ιστορική
παράδοση του τόπου τους.
Κοινωνικός
& πολιτικός τομέας:
- Η γλώσσα και ειδικότερα η μέσω αυτής
δυνατότητα του διαλόγου καθιστά εφικτή την επικοινωνία, και άρα τη γνωριμία
μεταξύ ατόμων, επιτρέποντας έτσι την κοινωνικοποίησή τους. Οι άνθρωποι
κατορθώνουν χάρη στη γλώσσα να εδραιώσουν τις φιλικές και επαγγελματικές τους σχέσεις,
όπως και τις σχέσεις έρωτα και αγάπης.
- Σε ό,τι αφορά, μάλιστα, τα πολιτικά
θέματα, η γλώσσα και ο διάλογος επιτρέπουν την διατύπωση απόψεων, αλλά και την
άσκηση κριτικού ελέγχου στις αποφάσεις και τις δράσεις των πολιτικών.
Προκύπτει, έτσι, η ενδυνάμωση των δημοκρατικών θεσμών, εφόσον κάθε πολίτης
μπορεί να έχει ενεργό ρόλο στα πολιτικά πράγματα της χώρας.
Ψυχολογικός
τομέας
- Η γλώσσα καθιστά δυνατή την
εξωτερίκευση των συναισθημάτων του ατόμου, επιτρέποντας τόσο την εμβάθυνση των
ανθρώπινων σχέσεων όσο και την εκτόνωση των εσωτερικών εντάσεων. Το άτομο
μπορεί να εκφράσει με σαφήνεια τη συναισθηματική του κατάσταση επιδιώκοντας μια
ορισμένη αντίδραση ή ανταπόκριση από τους γύρω του.
- Η έκφραση των συναισθημάτων
λειτουργεί κατά τρόπο θετικό στις ανθρώπινες σχέσεις, αλλά και στη γενικότερη
συνύπαρξη των ατόμων, αφού καθιστά σαφές πως όλοι οι άνθρωποι -ανεξάρτητα από
το φύλο, τη θρησκεία ή τον τόπο διαμονής τους- έχουν παρόμοια συναισθήματα, και
άρα παρόμοιες συναισθηματικές ανάγκες.
Προβλήματα
της σύγχρονης ελληνικής γλώσσας
Γλωσσική
ένδεια – Λεξιπενία
Λεξιπενία: Το φαινόμενο κατά το οποίο ένα
πρόσωπο ή μια κοινωνική ομάδα χρησιμοποιεί στον καθημερινό λόγο, και γενικότερα
στην επικοινωνία, πολύ περιορισμένο αριθμό λέξεων και εκφραστικών μέσων (κυρίως
λόγω άγνοιας).
- Η γλωσσική ένδεια, ο περιορισμένος
δηλαδή γλωσσικός και εκφραστικός πλούτος αφορά, όχι μόνο τα νέα άτομα, αλλά και
μεγάλο μέρος του ενήλικου πληθυσμού, και υποδηλώνει μια εκτεταμένη ένδειξη
αδιαφορίας για την ουσιαστική εκμάθηση της ελληνικής γλώσσας. Πολλοί ενήλικες
περιορίζονται σε όσα έμαθαν κατά τη διάρκεια της σχολικής τους ζωής και δεν
ασχολούνται ακολούθως με τη διεύρυνση και τον εμπλουτισμό των γλωσσικών και
γενικότερων εκφραστικών τους δυνατοτήτων. Συνάμα, πολλοί νέοι αδιαφορούν για τα
γλωσσικά μαθήματα, καθώς θεωρούν πως οι βασικές τους γνώσεις επαρκούν για να
καλύψουν τις καθημερινές επικοινωνιακές τους ανάγκες. Αποτέλεσμα αυτής της
αδιαφορίας είναι η αδυναμία πολλών νέων -αλλά και ενηλίκων- να εκφραστούν κατά
τρόπο πλήρη και γλωσσικά άρτιο.
Εκτεταμένη
χρήση ξένων λέξεων και εκφράσεων
Πολλοί νέοι, αλλά και ενήλικες,
υιοθετούν λέξεις, όρους και εκφράσεις από άλλες γλώσσες -ιδίως από την αγγλική-
σε τομείς που αφορούν κυρίως την τεχνολογία και τη διασκέδαση. Συχνά, ακόμη κι
αν υπάρχει ή μπορεί να δημιουργηθεί αντίστοιχη ελληνική λέξη, παρατηρείται η
άκριτη υιοθέτηση του αγγλικού όρου, και η ευρεία χρήση του στην καθημερινή
επικοινωνία, με αποτέλεσμα ο λόγος των νέων ανθρώπων να αποτελείται από ένα
κράμα ελληνικών και ξένων λέξεων.
Η υιοθέτηση αυτή των ξένων λέξεων, πέρα
από το γεγονός ότι υποτιμά τις γλωσσοπλαστικές δυνατότητες της ελληνικής
γλώσσας, επιφέρει μια αισθητή υπονόμευση της εκφραστικής ικανότητας των νέων
ανθρώπων που δυσκολεύονται πλέον να συντάξουν ένα κείμενο με καθαρό και
ολοκληρωμένο ελληνικό λόγο, χωρίς να καταφύγουν στη χρήση ξενικών όρων.
Αίτια
των προβλημάτων
- Στο πλαίσιο της εκπαίδευσης η μελέτη
της νέας ελληνικής γλώσσας δεν έχει την κεντρική θέση που θα έπρεπε, καθώς δίνεται
εμφανώς μεγαλύτερη βαρύτητα στην αρχαία ελληνική με αποτέλεσμα οι μαθητές να
μην εξοικειώνονται στον αναγκαίο βαθμό με τη μορφολογία και το συντακτικό της
νέας ελληνικής. Ενώ, ακόμη και η προσδοκία βαθύτερης γνωριμίας με την
νεοελληνική μέσω της αρχαίας ελληνικής δεν βρίσκει την πλήρωσή της, αφού ελάχιστοι
νέοι κατορθώνουν να κατανοήσουν επαρκώς την επαφή των δύο γλωσσικών μορφών.
- Η κυριαρχία της αγγλικής γλώσσας σε
ποικίλους τομείς της σύγχρονης πραγματικότητας (υπολογιστές, διαδίκτυο,
μουσική, κινηματογράφος) που σχετίζονται με την καθημερινότητα των νέων,
επηρεάζει σε μεγάλο βαθμό τη γλωσσική τους έκφραση.
- Οι νέοι επηρεάζονται, συνάμα, από την
τηλεοπτική γλώσσα, όπως αυτή χρησιμοποιείται στα διαφημιστικά μηνύματα, αλλά
και σε εκπομπές νεανικού περιεχομένου. Πρόκειται για μια γλώσσα ατελή, όπου
κυριαρχούν τα λογοπαίγνια, η ανάμειξη ξένων γλωσσικών όρων, οι ελλιπείς
διατυπώσεις, τα συντακτικά λάθη, η συνθηματολογία, αλλά και η χρήση
περιορισμένου λεξιλογίου.
- Προφανής είναι, φυσικά, κι η επίπτωση
που έχει η μείωση της επαφής των νέων με τη λογοτεχνία και το βιβλίο
γενικότερα. Υπό την τυραννία της τηλεοπτικής οθόνης οι νέοι απομακρύνονται
ολοένα και περισσότερο από την ανάγνωση, γεγονός, μάλιστα, που βαρύνει τόσο
τους γονείς όσο και το σχολείο, αφού δεν επιτυγχάνεται η μετάδοση στα παιδιά
της απαραίτητης αγάπης για τη μελέτη και την ανάγνωση.
- Οι νέοι, άλλωστε, παρασύρονται από το
γενικότερο χρησιμοθηρικό πνεύμα της εποχής που έχει προ πολλού απορρίψει την
ενασχόληση με το βιβλίο ως οικονομικά ανώφελη, αφού δεν οδηγεί στη διασφάλιση
κάποιας επικερδούς επαγγελματικής ενασχόλησης. Ενώ, η συνεχής επιδίωξη της
άμεσης ανταμοιβής και της ευδαιμονίας, που κατατρέχει την εποχή μας, δεν έχει
κανένα ενδιαφέρον για την επαφή με τη μελέτη και την ανάγνωση, αφού τα πνευματικά
τους οφέλη είναι μακροπρόθεσμα και δεν πληρούν την αξίωση της άμεσης ικανοποίησης
και εξαργύρωσης.
- Τα νέα δεδομένα της εποχής μας έχουν
συνάμα εκμηδενίσει τις δυνατότητες ουσιαστικού διαλόγου τόσο στο πλαίσιο της
οικογένειας που βάλλεται από συνεχείς οικονομικές ανησυχίες, όσο και στο
πλαίσιο της υποβαθμισμένης εκπαιδευτικής διαδικασίας, όπου τα πολυμελή τμήματα
συνιστούν απαγορευτικό παράγοντα για όποια απόπειρα ποιοτικής διαλογικής
διερεύνησης ενός ζητήματος ή μιας έννοιας.
- Ιδιαιτέρως επιζήμια κρίνεται κι η
επικοινωνία των νέων μέσω των δικτύων κοινωνικής δικτύωσης, όπου για λόγους
συντομίας η γλώσσα αποκτά μια συντομογραφική ελλειπτική απόδοση, με τη χρήση
συχνά λατινοελληνικού αλφαβήτου, που ενέχει τις δικές του ολέθριες συνέπειες
στην ορθογραφία των λέξεων.
- Ατυχής είναι, επίσης, η συνήθεια των
ενηλίκων να υιοθετούν τους εκφραστικούς τρόπους των νέων σε μια υποτιθέμενη
προσπάθεια προσέγγισής τους. Είναι, το δίχως άλλο, σαφές πως οι νέοι θα πρέπει
να βρίσκουν στο πρόσωπο των ενηλίκων άρτια γλωσσικά πρότυπα και όχι δικά τους
κακέκτυπα.
Τρόποι
αντιμετώπισης
Παρά το γεγονός πως η γλώσσα μας, ως
ζωντανός και ιδιαίτερα δυναμικός κώδικας, έχει φανεί ανθεκτικότατη σε κάθε
πιθανή δοκιμασία στην μακραίωνη πορεία της, δεν θα πρέπει, εντούτοις, να
μείνουμε άπραγοι απέναντι στους παράγοντες εκείνους που υπονομεύουν και
ζημιώνουν τη συνέχειά της. Είναι, άλλωστε, εύλογο πως η εικόνα που παρουσιάζει
σήμερα η γλωσσική έκφραση πολλών νέων, δεν μπορεί παρά να μας θέσει σε
εγρήγορση, εφόσον, ακόμη κι αν θεωρήσουμε πως η ίδια η ελληνική γλώσσα δεν διατρέχει
άμεσο κίνδυνο, είναι, ωστόσο, πολλοί εκείνοι οι νέοι που αδυνατούν να
εκφραστούν με την επιθυμητή αρτιότητα, αλλά και να κατανοήσουν επαρκώς ένα
κείμενο.
- Η διαφύλαξη και η σωστή εκμάθηση της
γλώσσας θα πρέπει να συνιστά βασική επιδίωξη του σχολείου, ήδη από την
πρωτοβάθμια εκπαίδευση, ώστε οι νέοι που ολοκληρώνουν, τουλάχιστον, την
υποχρεωτική εκπαίδευση να έχουν διασφαλίσει μια στερεή και ορθή γνώση του
γλωσσικού κώδικα. Προκειμένου να επιτευχθεί αυτό θα χρειαστεί να δοθεί
μεγαλύτερη έμφαση στη διδασκαλία της νεοελληνικής γλώσσας, έστω κι αν αυτό
απαιτεί μια νέα προσέγγιση στην οργάνωση της σχολικής ύλης.
- Η γλωσσική καλλιέργεια απαιτεί,
φυσικά, συνειδητή προσπάθεια από το ίδιο το άτομο. Είναι σημαντικό, επομένως,
τόσο οι γονείς όσο και οι εκπαιδευτικοί να κατορθώσουν έγκαιρα να βοηθήσουν τα παιδιά
να συνειδητοποιήσουν την εξέχουσα σημασία που έχει η άρτια γνώση της μητρικής
γλώσσας. Καίρια ως προς αυτό είναι η μετάδοση του μηνύματος μέσω του προσωπικού
παραδείγματος των προσώπων που συμμετέχουν στην εκπαίδευση των νέων.
- Τα Μέσα Μαζικής Ενημέρωσης θα πρέπει
να αξιοποιήσουν την ισχυρή επίδραση που ασκούν στους νέους για να προωθήσουν
ορθά γλωσσικά πρότυπα. Προκειμένου, ωστόσο, να το επιτύχουν αυτό οφείλουν να
αναβαθμίσουν σημαντικά το επίπεδο γλωσσικής έκφρασης τόσο των δημοσιογράφων και
παρουσιαστών όσο και αυτό του εκφερόμενου λόγου στις ψυχαγωγικές εκπομπές.
Συνάμα, θα είναι ιδιαίτερα σημαντική η
συμβολή τους, αν δώσουν μεγαλύτερη έμφαση στη διάδοση πνευματικών έργων υψηλής
γλωσσικής ποιότητας από τη λογοτεχνική και θεατρική μας παράδοση.
- Η πανεπιστημιακή κοινότητα, με τη συνδρομή
γλωσσολόγων και τη σύμπραξη της πολιτείας, θα πρέπει να αντιμετωπίσει πιο
οργανωμένα την απόδοση ξένων γλωσσικών όρων στα νέα ελληνικά είτε με τη χρήση
αντίστοιχων ελληνικών λέξεων είτε με τη δημιουργία νέων.
- Το Υπουργείο Παιδείας οφείλει να
αξιοποιήσει τόσο τις υπάρχουσες βιβλιοθήκες των σχολείων όσο και τις
δυνατότητες του διαδικτύου, για να προωθήσει την ανάγνωση λογοτεχνικών βιβλίων.
Η επαφή των νέων με την πεζογραφία και την ποίηση μπορεί να ενισχυθεί
σημαντικά, αν με την αξιοποίηση των νέων τεχνολογιών, το πολύτιμο πνευματικό
αυτό υλικό παρουσιαστεί στους νέους με πιο ελκυστικό τρόπο.
- Οι πνευματικοί δημιουργοί του τόπου
μας θα πρέπει να επιχειρήσουν ανοίγματα προς το νεανικό κοινό είτε με τη
βοήθεια του διαδικτύου, είτε μέσω της τηλεόρασης, είτε με πιο ενεργή συμμετοχή
στις σχολικές εκδηλώσεις. Η δύναμη του λογοτεχνικού λόγου, αλλά και η αξία των
νοημάτων του, μπορούν να συγκινήσουν τη νέα γενιά, όπως το έκαναν και σε
παλαιότερες εποχές.
- Η πολιτεία οφείλει, σε κάθε
περίπτωση, να στηρίξει έμπρακτα τις προσπάθειες ανάδειξης και διάδοσης του
ελληνικού λόγου, ώστε να συνεχιστεί η εμβριθής μελέτη του, αλλά και να
ενισχυθεί το κύρος της γλώσσας μας τόσο σε τοπικό όσο και σε διεθνές επίπεδο.
Η
γλώσσα των νέων
Οι νέοι της εποχής μας έχουν
δημιουργήσει έναν δικό τους ιδιαίτερο τρόπο έκφρασης, που εμπεριέχει πολλά
στοιχεία ξένων γλωσσών -ιδίως της αγγλικής-, καθώς και πολλές λέξεις
συνθηματικού περιεχομένου (αργκό). Υπό την επίδραση των τεχνολογικών εξελίξεων
και με εμφανή τη διάθεση διαφοροποίησης, οι νέοι υιοθετούν με χαρακτηριστική
ευκολία νεολογισμούς, παραβιάζουν (ή αγνοούν) κανόνες συντακτικού και
γραμματικής, καταφεύγουν σε ελλειπτικές διατυπώσεις και παρεκκλίνουν εν γένει
από την κοινά αποδεκτή γλωσσική έκφραση.
[Συνθηματική γλώσσα (αργκό):
Χαρακτηριστικά τέτοιας μορφής επικοινωνίας είναι η ελευθεριάζουσα γλώσσα, που
παρεκκλίνει από τον κώδικα της κοινής γλώσσας, καταφεύγοντας σε ευρεία χρήση
μεταφορών, εκφραστικών και πεποιημένων (φτιαχτών) λέξεων, κατεξοχήν
νεολογισμών, με περιορισμένη συμβατικότητα στη χρήση τους και γι’ αυτό εφήμερων
και παροδικών εν πολλοίς γλωσσικών κατασκευών.]
- Η επιθυμία των νέων να
διαφοροποιηθούν από τους ενήλικες και να διεκδικήσουν τη δική τους αυτόνομη
πορεία και ύπαρξη, τους οδηγεί, όχι μόνο σε ενδυματολογικές ή άλλες
διαφοροποιήσεις, αλλά και στην υιοθέτηση μιας γλωσσικής έκφρασης με ποικίλες
διαφοροποιήσεις από τον κυρίαρχο γλωσσικό κώδικα. Οι νέοι δημιουργώντας στο
πλαίσιο των κοινωνικών τους συναναστροφών, στις παρέες των συνομηλίκων τους,
έναν δικό τους γλωσσικό τρόπο έκφρασης, εκδηλώνουν τη διάθεση αμφισβήτησης και
απόρριψης των ενηλίκων.
- Η γλώσσα των νέων επηρεάζεται σε
μεγάλο βαθμό από τις τρέχουσες εξελίξεις στο χώρο της τεχνολογίας και της -δυτικής
προελεύσεως- διασκέδασης. Λέξεις και εκφραστικά σχήματα της αγγλικής
διαπλέκονται με νεολογισμούς, συνθέτοντας έναν ιδιαίτερα πρωτότυπο κώδικα, που
μπορεί να παραλλάσσεται από παρέα σε παρέα κι από περιοχή σε περιοχή.
- Η επικοινωνία μέσω των δικτύων
κοινωνικής δικτύωσης, αλλά και των γραπτών μηνυμάτων, ωθεί τη γλωσσική
διατύπωση των νέων σε διαρκείς συντομεύσεις, με συχνές παραβιάσεις των κανόνων
γραμματικής και συντακτικού. Οι απλουστευμένες εκφράσεις, τα αρκτικόλεξα, τα
γλωσσικά δάνεια και η χρήση του λατινοελληνικού αλφαβήτου είναι τα κύρια
γνωρίσματα της προφορικής, αλλά και γραπτής, επικοινωνίας των νέων.
- Οι νέοι μεταφέρουν στη γλωσσική τους
έκφραση την ανάλαφρη διάθεσή τους, το ανεπίσημο -και κάποτε αγενές- ύφος τους,
την ιδιαίτερη ευρηματικότητά τους, αλλά και την εκπληκτική οικειότητα που διακρίνει
τις συναναστροφές τους. Το αποτέλεσμα, αν και απέχει πολύ από τα κοινωνικώς
αποδεκτά πρότυπα, ενέχει αρκετές φορές ζωντάνια, αποτελεσματικότητα, χιούμορ
και ευφυΐα που σπάνια συναντάται στη γλώσσα των ενηλίκων.
- Η γλώσσα των νέων, άλλωστε, αποτελεί
άμεση απόρροια της δυναμικής προσωπικότητάς τους και εκφράζει έτσι όλη την
ανανεωτική τους διάθεση, την αμφισβήτηση, τον δυναμισμό και τη δημιουργικότητά
τους. Συνήθως, όπως είναι εύλογο, επικρίνεται για τους ατυχείς πειραματισμούς
και τα ποικίλα λάθη που τη διακρίνουν, αλλά όχι σπάνια καθίσταται φορέας
ανανέωσης για την καθιερωμένη γλωσσική έκφραση των ενηλίκων, αφού λέξεις ή
εκφράσεις της νεανικής γλώσσας κατορθώνουν να εδραιωθούν ως δόκιμοι τρόποι
απόδοσης νοημάτων, εννοιών ή καταστάσεων της σύγχρονης πραγματικότητας.
Γλωσσικό
ζήτημα
[Λεξικό της Νέας Ελληνικής Γλώσσας, Γ.
Μπαμπινιώτη]
Κατά το πρότυπο του «ανατολικού
ζητήματος» ονομάστηκε «γλωσσικό ζήτημα» τον 19ο αιώνα η διαμάχη για
το ποια πρέπει να είναι η επίσημη (στον προφορικό και ιδίως στον γραπτό λόγο)
γλώσσα του έθνους, η απλούστερη προφορική γλώσσα (η δημοτική) ή η γραφόμενη
λογιότερη γλώσσα (η καθαρεύουσα). Το θέμα -ως διπλή γλωσσική επικοινωνία- είναι
πολύ παλιό· αρχίζει στην πραγματικότητα τον 1ο αιώνα π.Χ., όταν
παράλληλα προς την απλούστερη Αλεξανδρινή Κοινή, που μιλούσα και έγραφαν όλοι,
ορισμένοι λόγιοι της εποχής (οι αποκληθέντες «αττικιστές») άρχισαν να μιμούνται
στον γραπτό και στον προφορικό τους λόγο την Αττική των κλασικών χρόνων. Έκτοτε
ξεκινά και παγιώνεται βαθμηδόν μια διάσχιση της γλωσσικής επικοινωνίας των
Ελλήνων σε προφορική απλούστερη γλώσσα (συνέχεια της Αλεξανδρινής Κοινής) και
σε λογιότερη, γραπτή κυρίως, απομίμηση της κλασικής Ελληνικής. Η διάσχιση αυτή
επί αιώνες γίνεται σιωπηρώς αποδεκτή ως διπλή παράδοση και χρήση και μόνον
σποραδικά από τον 17ο αιώνα αρχίζει η αμφισβήτηση της μιας ή της
άλλης μορφής και ανακύπτει το αίτημα για ενιαία μορφή επίσημης γλώσσας.
Γλωσσική διαμάχη αρχίζει στην πράξη στα
τέλη του 18ου αιώνα ανάμεσα στον Ευγένιο Βούλγαρι (1716-1806),
υποστηρικτή της λόγιας παράδοσης, και μάλιστα της αρχαΐζουσας, και τον Ιώσηπο
Μοισιόδακα (1725-1800), υποστηρικτή της απλούστερης προφορικής παράδοσης. Η
αντιπαράθεση εδραιώνεται με τη διαμάχη Αδαμ. Κοραή (1748-1833), υποστηρικτή της
κοινής προφορικής γλώσσας, με παράλληλο καθαρμό (καθαρεύουσα) από το πλήθος των
ξένων λέξεων (τουρκικών και βενετσιάνικων), αλλά και από τα «χυδαία» στοιχεία
(τα πολύ λαϊκά και διαλεκτικά), και Παναγ. Κοδρικά (1762-1867), που υποστήριζε
τη λόγια φαναριώτικη γλώσσα της Κωνσταντινούπολης. Η διαμάχη φουντώνει με τους
υποστηρικτές της δημοτικής Ρήγα, Χριστόπουλο, Βηλαρά, Σολωμό και τους
υπέρμαχους της καθαρεύουσας Σούτσους και λοιπούς Φαναριώτες, κορυφώνεται δε με
τη διαμάχη δύο μεγάλων γλωσσολόγων, του Γιάννη Ψυχάρη (1854-1929), μαχητή υπέρ
της δημοτικής, και του Γεωργίου Χατζιδάκι (1848-1941), ιδρυτή της γλωσσολογίας
στην Ελλάδα και υπέρμαχου της λόγιας γλώσσας.
Την περίοδο 1888-1917, την
ηρωική-μαχητική περίοδο του δημοτικισμού, το γλωσσικό ζήτημα εξελίσσεται σε
«γλωσσικό εμφύλιο» με ακραίες μορφές τις ταραχές (και αιματοχυσίες) με τα
Ευαγγελι(α)κά (1901) -τη μετάφραση του Ευαγγελίου στη δημοτική- και τα
Ορεστειακά (1903), τη μετάφραση και την παράσταση της Ορέστειας από το Εθνικό
Θέατρο στη δημοτική. Το 1917 διδάσκεται για πρώτη φορά στο σχολείο (στις πρώτες
τάξεις του Δημοτικού) η δημοτική γλώσσα. Βασικό ρόλο στην προώθηση της
δημοτικής παίζει η τριάδα του εκπαιδευτικού δημοτικισμού: ο (μετριοπαθής έναντι
του Ψυχάρη) γλωσσολόγος Μανόλης Τριανταφυλλίδης (1883-1959) και οι παιδαγωγοί
Αλέξανδρος Δελμούζος (1880-1956) και Δημήτριος Γληνός (1882-1943). Έτσι, από το
1918 περνούμε στον κρατικό δημοτικισμό, που υποστηρίζεται από έργα υποδομής,
όπως είναι η (Μεγάλη ή Κρατική) Γραμματική της δημοτικής του Μ. Τριανταφυλλίδη.
Η διαμάχη συνεχίζεται μέχρι το 1976,
οπότε επί κυβερνήσεως Κ. Καραμανλή και με υπουργό Παιδείας τον Γ. Ράλλη
θεσπίζεται (Ν. 309/1976) ότι «γλῶσσα διδασκαλίας, ἀντικείμενον διδασκαλίας καὶ γλῶσσα τῶν διδακτικῶν βιβλίων εἰς ὅλας τὰς βαθμίδας τῆς Γεν. Ἐκπαιδεύσεως εἶναι ἀπὸ τοῦ σχολικοῦ ἔτους 1976-1977 ἡ Νεοελληνική. Ὡς Νεοελληνικὴ γλῶσσα νοεῖται ἡ διαμορφωθεῖσα εἰς πανελλήνιον ἐκφραστικὸν ὄργανον ὑπὸ τοῦ Ἑλληνικοῦ λαοῦ καὶ τῶν δοκίμων συγγραφέων τοῦ Ἔθνους Δημοτική, συντεταγμένη ἄνευ ἰδιωματισμῶν καὶ ἀκροτήτων». Το 1982, επί κυβερνήσεως
Ανδρέα Παπανδρέου και με υπουργό Παιδείας τον Ελευθ. Βερυβάκη, καθιερώνεται
(Π.Δ. 207/1982) η χρήση του μονοτονικού συστήματος γραφής (κατάργηση της
διάκρισης των τόνων –οξείας και περισπωμένης- και των πνευμάτων –ψιλής και
δασείας- και η χρησιμοποίηση ενός μόνο τονικού σημείου –της οξείας-, που
δηλώνει τη θέση του τόνου σε υπερμονοσύλλαβες λέξεις).
1 σχόλια:
Με βοήθησε πολύ
Δημοσίευση σχολίου