Αρχαία Ελληνικά: Κλίση αντωνυμιών | Σημειώσεις του Κωνσταντίνου Μάντη

Αρχαία Ελληνικά: Κλίση αντωνυμιών

Κωνσταντίνος Μάντης | Best Blogger Tips
Carol Leigh

Αρχαία Ελληνικά: Κλίση αντωνυμιών

ΑΝΤΩΝΥΜΙΕΣ

Αντωνυμίες λέγονται οι κλιτές λέξεις που χρησιμοποιούνται στο λόγο κυρίως στη θέση ονομάτων (ουσιαστικών ή επιθέτων): ώμη μετ μν φρονήσεως φέλησεν, νευ δ ταύτης (δηλ. τς φρονήσεωςβλαψε – τος γαθος νδρας πάντες τιμσι· τοιοτοι (δηλ. γαθοί) κα μες γίγνεσθε.

Τα είδη των αντωνυμιών
Οι αντωνυμίες είναι εννέα ειδών:
1) προσωπικές, 2) δεικτικές, 3) οριστικές ή επαναληπτικές, 4) κτητικές, 5) αυτοπαθητικές, 6) αλληλοπαθητικές, 7) ερωτηματικές, 8) αόριστες και 9) αναφορικές.

1. Προσωπικές αντωνυμίες

Προσωπικές λέγονται οι αντωνυμίες που φανερώνουν τα τρία πρόσωπα του λόγου.
Πρώτο πρόσωπο είναι εκείνο που μιλεί: εγώ·
Δεύτερο πρόσωπο είναι εκείνο που του μιλούμε: σύ·
Τρίτο πρόσωπο είναι εκείνο για το οποίο γίνεται λόγος: ατός, κενος κτλ.

Οι προσωπικές αντωνυμίες κλίνονται έτσι:

Ενικός αριθμός
α΄ πρόσ.: γ - μο, μου - μοί, μοι - μέ, με
β΄ πρόσ.: σ - σο, σου - σοί, σοι - σέ, σε
γ΄ πρόσ.: -- - (ο) - ο, ο - ()

Πληθυντικός αριθμός
α΄ πρόσ.: μες - μν - μν - μς
β΄ πρόσ.: μες - μν - μν - μς
γ΄ πρόσ.: (σφες) - (σφν) - σφίσι(ν) - (σφς)

Σημείωση 1. Από τους τύπους του γ΄ προσώπου εύχρηστοι ήταν κυρίως οι τύποι της δοτικής ο, σφίσι(ν). Συνήθως στις θέση της προσωπικής αντωνυμίας του γ΄ προσώπου οι αρχαίοι χρησιμοποιούσαν στην ονομαστική τις δεικτικές αντωνυμίες οτος, κενος, δε και στις πλάγιες πτώσεις την επαναληπτική αντωνυμία ατός.

Σημείωση 2. Οι τύποι των προσωπικών αντωνυμιών, όταν χρειάζεται να δηλωθεί έμφαση, παίρνουν στο τέλος το εγκλιτικό μόριο γε (= βέβαια ή τουλάχιστο) και τονίζονται έτσι: γωγε, μογε, μέγε - μεσγε κτλ. – σύγε, σογε κτλ.
Η ονομαστική και αιτιατική του πληθυντικού των προσωπικών αντωνυμιών παίρνουν περισπωμένη: μες, μς - μες, μς - σφες, σφς (με συναίρεση από το μέ-ες, μέ-ας κτλ.).

2. Δεικτικές αντωνυμίες

Δεικτικές λέγονται οι αντωνυμίες που φανερώνουν δείξιμο (αισθητό ή νοητό).
Δεικτικές αντωνυμίες της αρχαίας ελληνικής είναι οι ακόλουθες (όλες τρικατάληκτες με τρία γένη):

1. οτος, ατη, τοτο
2. κενος, κείνη, κενο
3. δε, δε, τόδε (= αυτός εδώ, αυτός δα, ο εξής)
4. τοιόσδε, τοιάδε, τοιόνδε ή τοιοτος, τοιαύτη, τοιοτο(ν) (= τέτοιος).
5. τηλικόσδε, τηλικήδε, τηλικόνδε ή τηλικοτος, τηλικαύτη, τηλικοτο(ν) (= τόσο μεγάλος).

1) Η αντωνυμία οτος, ατη, τοτο κλίνεται έτσι:

Ενικός αριθμός
οτος - τούτου - τούτ - τοτον - () οτος
ατη - ταύτης - ταύτ - ταύτην - () ατη
τοτο - τούτου - τούτ - τοτο - ---

Πληθυντικός αριθμός
οτοι - τούτων - τούτοις - τούτους
αται - τούτων - ταύταις - ταύτας
τατα - τούτων - τούτοις - τατα

Σημείωση. Το () οτος και το () ατη χρησιμοποιούνται ως κλητικές της προσωπικής αντωνυμίας σύ. Καμιά άλλη αντωνυμία δεν έχει κλητική.

2) Η αντωνυμία κενος, κείνη, κενο κλίνεται ως τρικατάληκτο επίθετο της β΄ κλίσης σε -ος, -η, -ον, αλλά χωρίς το τελικό ν στο ουδέτερο.

Ενικός αριθμός
κενος - κείνου - κείν - κενον
κείνη - κείνης - κείν - κείνην
κενο - κείνου - κείν - κενο

Πληθυντικός αριθμός
κενοι - κείνων - κείνοις - κείνους
κεναι - κείνων - κείναις - κείνας
κενα - κείνων - κείνοις - κενα

3) Η αντωνυμία δε, δε, τόδε σχηματίστηκε από το άρθρο , , τ (που αρχικά είχε δεικτική σημασία) μαζί με το εγκλιτικό δεικτικό μόριο δ στο τέλος του. Κλίνεται όπως το άρθρο με το εγκλιτικό μόριο δ.

Ενικός αριθμός
δε - τοδε - τδε - τόνδε
δε - τσδε - τδε - τήνδε
τόδε - τοδε - τδε - τόδε

Πληθυντικός αριθμός
οδε - τνδε - τοσδε - τούσδε
αδε - τνδε - τασδε - τάσδε
τάδε - τνδε - τοσδε - τάδε

4) Οι αντωνυμίες τοιόσδε, τοιάδε, τοιόνδε — τοσόσδε, τοσήδε, τοσόνδε και τηλικόσδε, τηλικήδε, τηλικόνδε (που απαρτίζονται από τις αρχαιότερες αντωνυμίεςτοος, τόσος, τηλίκος και το εγκλιτικό μόριο δ) κλίνονται μόνο κατά το πρώτο μέρος τους, με το μόριο δ αμετάβλητο:

Ενικός αριθμός
τοιόσδε - τοιοδε - τοιδε - τοιόνδε
τοιάδε - τοισδε - τοιδε - τοιάνδε
τοιόνδε - τοιοδε - τοιδε - τοιόνδε

Πληθυντικός αριθμός
τοιοίδε - τοινδε - τοιοσδε - τοιούσδε
τοιαίδε - τοινδε - τοιασδε - τοιάσδε
τοιάδε - τοινδε - τοιοσδε – τοιάδε

Ενικός αριθμός
τοσόσδε - τοσοδε - τοσδε - τοσόνδε
τοσήδε - τοσσδε - τοσδε - τοσήνδε
τοσόνδε - τοσοδε - τοσδε - τοσόνδε

Πληθυντικός αριθμός
τοσοίδε - τοσνδε - τοσοσδε - τοσούσδε
τοσαίδε - τοσνδε - τοσασδε - τοσάσδε
τοσάδε - τοσνδε - τοσοσδε - τοσάδε

Ενικός αριθμός
τηλικόσδε - τηλικοδε - τηλικδε - τηλικόνδε
τηλικήδε - τηλικσδε - τηλικδε - τηλικήνδε
τηλικόνδε - τηλικοδε - τηλικδε - τηλικόνδε

Πληθυντικός αριθμός
τηλικοίδε - τηλικνδε - τηλικοσδε - τηλικούσδε
τηλικαίδε - τηλικνδε - τηλικασδε - τηλικάσδε
τηλικάδε - τηλικνδε - τηλικοσδε - τηλικάδε

5) Οι αντωνυμίες τοιοτος, τοσοτος, τηλικοτος (που είναι σύνθετες από τις αρχαιότερες αντωνυμίες τοος, τόσος, τηλίκος και την αντων. οτος) κλίνονται έτσι:

Ενικός αριθμός
τοιοτος - τοιούτου - τοιούτ - τοιοτον
τοιαύτη - τοιαύτης - τοιαύτ - τοιαύτην
τοιοτο(ν) - τοιούτου - τοιούτ - τοιοτο(ν)

Πληθυντικός αριθμός
τοιοτοι - τοιούτων - τοιούτοις - τοιούτους
τοιαται - τοιούτων - τοιαύταις - τοιαύτας
τοιατα - τοιούτων - τοιούτοις - τοιατα

Ενικός αριθμός
τοσοτος - τοσούτου - τοσούτ - τοσοτον
τοσαύτη - τοσαύτης - τοσαύτ - τοσαύτην
τοσοτο(ν) - τοσούτου - τοσούτ - τοσοτο(ν)

Πληθυντικός αριθμός
τοσοτοι - τοσούτων - τοσούτοις - τοσούτους   
τοσαται - τοσούτων - τοσαύταις - τοσαύτας
τοσατα - τοσούτων - τοσούτοις - τοσατα

Ενικός αριθμός
τηλικοτος - τηλικούτου - τηλικούτ - τηλικοτον
τηλικαύτη - τηλικαύτης - τηλικαύτ - τηλικαύτην
τηλικοτο(ν) - τηλικούτου - τηλικούτ - τηλικοτο(ν)

Πληθυντικός αριθμός
τηλικοτοι - τηλικούτων - τηλικούτοις - τηλικούτους
τηλικαται - τηλικούτων - τηλικαύταις - τηλικαύτας
τηλικατα - τηλικούτων - τηλικούτοις - τηλικατα

Σημείωση 1. Το ουδέτερο στις παραπάνω αντωνυμίες σχηματίζει συχνότερα την ονομαστική και αιτιατική ενικού χωρίς το τελικό ν. 

Σημείωση 2. Οι δεικτικές αντωνυμίες παίρνουν πολλές φορές στο τέλος ένα -ι (δεικτικό) για να δηλωθεί πιο έντονα η δεικτική σημασία τους∙ ο τόνος τότε κατεβαίνει στο δεικτικό -ι και, αν πριν απ’ αυτό υπάρχει βραχύχρονο φωνήεν, αυτό αποβάλλεται: οτοσί, τουτουί κτλ. - ατηί, ταυτησί κτλ. - τουτί (= τοτο -ι), τατί (= τατα -ι), δί (= δε -ι) κτλ.

Σημείωση 3. Αρχαιότερα ως δεικτική αντωνυμία χρησίμευε και το άρθρο (, , το) που διατήρησε και αργότερα την αντωνυμική σημασία του σε ορισμένες περιπτώσεις∙ π.χ. τόν καί τόν, τό καί τό, τά καί τά (= ατόν καί ατόν, ατό καί ατό, ατά καί ατά) - μέν… δε σε κάθε γένος, πτώση και αριθμό (= νας… λλος∙ πληθ. = μερικοί… μερικοί) - δέ, δέ, τό δέ σε κάθε πτώση και αριθμό (αντί: οτος δέ, ατη δέ, τοτο δέ) - γάρ λθε (αντί: οτος γάρ λθε).
Επίσης δεικτική αντωνυμία ήταν και η ομηρική και ποιητική ς (= οτος), θηλ. (= ατη), ουδ. (= τοτο). Η αντωνυμία αυτή στην αττική διάλεκτο έμεινε στις φράσεις: καί ς (αντί: καί οτος), καί (αντί: καί ατη) - δ’ ς (= είπε αυτός), δ’ (= είπε αυτή).  

3. Οριστική ή επαναληπτική αντωνυμία

Η αντωνυμία ατός, ατή, ατό στην αρχαία ελληνική είναι οριστική ή επαναληπτική.

1) Οριστική είναι η αντωνυμία ατός (σε όλες τις πτώσεις) όταν χρησιμεύει για να ορίσει κάτι (δηλ. να το ξεχωρίσει από άλλα): τν στρατείαν ατς Ξέρξης γαγε (= μόνος του ο Ξ., αυτός ο ίδιος και όχι άλλος) — σωσε κα ατν κα τος παδας (και αυτόν τον ίδιο και τα παιδιά).

Σημείωση: Η αντωνυμία ατός λέγεται και διασταλτική, γιατί διαστέλλει (ξεχωρίζει) κάτι από άλλα.

2) Επαναληπτική είναι η αντωνυμία ατς (μόνο στις πλάγιες πτώσεις), όταν χρησιμεύει για να επαναλάβει κάτι που γι’ αυτό έγινε λόγος πρωτύτερα. Με τέτοια σημασία η αντωνυμία ατς στις πλάγιες πτώσεις χρησιμοποιείται στη θέση της προσωπικής αντωνυμίας του γ΄ προσώπου: βασιλες κα ο μετ’ ατο (δηλ. το βασιλέως) ή κα o σνατ (δηλ. τ βασιλε) — Κρον μεταπέμπεται π τς ρχς, ς ατν (δηλ. τν Κρον) σατράπην ποίησε.

- Η αντων. ατός, όταν εκφέρεται μαζί με το άρθρο, σημαίνει ταυτότητα ( ατς = ο ίδιος): τν ττικήν νθρωποι κουν ο ατο εί (= οι ίδιοι πάντοτε).

Η αντωνυμία ατς κλίνεται σαν τρικατάληκτο επίθετο της β΄ κλίσης σε -ος, -η, -ον, αλλά χωρίς το τελικό ν στο ουδέτερο του ενικού: 

Ενικός αριθμός
ατός - ατο - ατ - ατόν
ατή - ατς - ατ - ατήν
ατό - ατο - ατ - ατό

Πληθυντικός αριθμός
ατοί - ατν - ατος - ατούς
αταί - ατν - ατας - ατάς
ατά - ατν - ατος - ατά

Σημείωση. Οι τύποι του άρθρου που λήγουν σε φωνήεν συνήθως παθαίνουν κράση με τους τύπους της αντωνυμίας ατός και τότε η ονομαστική και η αιτιατική του ουδετέρου μπορεί να πάρει και το τελικό ν: ( ατός) ατός, ( ατή) ατή, (τό ατό) τατό και τατόν. 

4. Κτητικές αντωνυμίες

Κτητικές λέγονται οι αντωνυμίες που φανερώνουν σε ποιον ανήκει κάτι, δηλ. ορίζουν τον κτήτορα.
Οι κτητικές αντωνυμίες έχουν τρία πρόσωπα, όπως και οι προσωπικές, και σχηματίζονται από τα θέματα των αντίστοιχων προσωπικών αντωνυμιών:

Α΄ Για έναν κτήτορα
α΄ πρόσωπο: μός, μή, μν (= δικός μου, δική μου, δικό μου)·
β΄ πρόσωπο: σός, σή, σν (= δικός σου, δική σου, δικό σου)·
γ΄ πρόσωπο: ός, ή, ἑὸν (= δικός του, δική του, δικό του).
                          
Β΄ Για πολλούς κτήτορες
α΄ πρόσ.: μέτερος, μετέρα, μέτερον (= δικός μας, δική μας, δικό μας)·
β΄ πρόσ.: μέτερος, μετέρα, μέτερον (= δικός σας, δική σας, δικό σας)·
γ΄ πρόσ.: σφέτερος, σφετέρα, σφέτερον (= δικός τους, δική τους, δικό τους).

Οι κτητικές αντωνυμίες κλίνονται σαν τρικατάληκτα επίθετα της β΄ κλίσης σε -ος, -η, -ον και -ος, -α, -ον: μός, μή, μόν (όπως σοφός, σοφή, σοφν) — μέτερος, μετέρα, μέτερον (όπως δίκαιος, δικαία, δίκαιον)·

Ενικός αριθμός
μός - μο - μ - μόν
μή - μς - μ - μήν
μόν - μο - μ - μόν

Πληθυντικός αριθμός
μοί - μν - μος - μούς
μαί - μν - μας - μάς
μά - μν - μος - μά

Ενικός αριθμός
σός - σο - σ - σόν
σή - σς - σ - σήν
σόν - σο - σ - σόν

Πληθυντικός αριθμός
σοί - σν - σος - σούς
σαί - σν - σας - σας
σά - σν - σος - σά

Ενικός αριθμός
ός - ο - ἑῷ - όν
ή - ἑῆς - ἑῇ - ήν
όν - ο - ἑῷ - όν

Πληθυντικός αριθμός
οί - ἑῶν - ος - ούς
αί - ἑῶν - ας - άς
ά - ἑῶν - ος - ά

Ενικός αριθμός
μέτερος - μετέρου - μετέρ - μέτερον
μετέρα - μετέρας - μετέρ - μετέραν
μέτερον - μετέρου - μετέρ - μέτερον

Πληθυντικός αριθμός
μέτεροι - μετέρων - μετέροις - μετέρους    
μέτεραι - μετέρων - μετέραις - μετέρας                 
μέτερα - μετέρων - μετέροις - μέτερα

Ενικός αριθμός
μέτερος - μετέρου - μετέρ - μέτερον
μετέρα - μετέρας - μετέρ - μετέραν
μέτερον - μετέρου - μετέρ - μέτερον        

Πληθυντικός αριθμός
μέτεροι - μετέρων - μετέροις - μετέρους
μέτεραι - μετέρων - μετέραις - μετέρας
μέτερα - μετέρων - μετέροις - μέτερα

Ενικός αριθμός
σφέτερος - σφετέρου - σφετέρ - σφέτερον
σφετέρα - σφετέρας - σφετέρ - σφετέραν
σφέτερον - σφετέρου - σφετέρ - σφέτερον

Πληθυντικός αριθμός
σφέτεροι - σφετέρων - σφετέροις - σφετέρους
σφέτεραι - σφετέρων - σφετέραις - σφετέρας
σφέτερα - σφετέρων - σφετέροις - σφέτερα      

Σημείωση. Η κτητική αντωνυμία του γ΄ προσώπου ός, ή, ἑὸν είναι ποιητική και η σφέτερος, σφετέρα, σφέτερον είναι σπάνια.
Στη θέση τους οι Αττικοί πεζογράφοι χρησιμοποιούσαν τη γενική των δεικτικών αντωνυμιών ή της επαναληπτικής ή της αυτοπαθητικής αντωνυμίας: τούτου πατήρ, ο φίλοι κείνου, γρός ατν, τούς αυτο φίλους κτλ.

5. Αυτοπαθητικές αντωνυμίες

Αυτοπαθητικές λέγονται οι αντωνυμίες που φανερώνουν ότι το ίδιο υποκείμενο ενεργεί και συγχρόνως παθαίνει: γ τιμ μαυτν (= εγώ τιμώ τον εαυτό μου) – γνθι σαυτν (= συ γνώρισε τον εαυτό σου) – οτος πιμελεται αυτο(= αυτός φροντίζει για τον εαυτό του) κτλ.

Οι αυτοπαθητικές αντωνυμίες εξαιτίας της σημασίας τους δε συνηθίζονται στην ονομαστική, παρά μόνο στις πλάγιες πτώσεις. Οι αντωνυμίες αυτές έχουν τρία πρόσωπα και κλίνονται κατά τον ακόλουθο τρόπο:

Ενικός αριθμός α΄ προσώπου
μαυτο - μαυτ - μαυτν
μαυτς - μαυτ - μαυτν

Πληθυντικός αριθμός
μν ατν - μν ατος - μς ατος
μν ατν - μν ατας - μς ατς

Ενικός αριθμός β΄ προσώπου
σεαυτο - σεαυτ - σεαυτν
σεαυτς - σεαυτ - σεαυτν

Πληθυντικός αριθμός
μν ατν - μν ατος - μς ατος
μν ατν - μν ατας - μς ατς

Ενικός αριθμός γ΄ προσώπου
αυτο - αυτ - αυτν
αυτς - αυτ - αυτν
-------- - ------- - αυτ

Πληθυντικός αριθμός
αυτν ή σφν ατν - αυτος ή σφίσιν ατος - αυτος ή σφς ατος
αυτν ή σφν ατν - αυτας ή σφίσιν ατας - αυτς ή σφς ατς
--------------------------- - ----------------------------- -  αυτ

Σημείωση 1. Στο ουδέτερο γένος το α΄ και το β΄ πρόσωπο της αυτοπαθητικής αντωνυμίας δεν έχουν ιδιαίτερους τύπους∙ το γ΄ πρόσωπο έχει μόνο αιτιατική ενικού (αυτ) και αιτιατική πληθυντικού (αυτ).

Σημείωση 2. Οι τύποι σεαυτο, σεαυτς, κτλ., και αυτο, αυτς κτλ. Βρίσκονται και συνηρημένοι: σαυτο, σαυτς κτλ. Και ατο, ατς κτλ. (με δασεία): γνθι σαυτόν - εχε δέ Κίλισσα φυλακήν περί ατήν.

Σημείωση 3. Οι αυτοπαθητικές αντωνυμίες απαρτίζονται από τις πλάγιες πτώσεις των προσωπικών αντωνυμιών και της αντωνυμίας ατός, όπως τούτο φαίνεται καθαρά στον πληθυντικό (μν ατν, μν ατος, μς ατος κτλ.). Αρχικά από τη συνεκφορά της αιτιατικής του ενικού της προσωπικής αντωνυμίας (μέ, σέ, ) και της αντωνυμίας ατός σχηματίστηκαν οι μονολεκτικοί τύποι (μέ ατόν) μαυτόν, (σέ ατόν) σεαυτόν ή σαυτόν, ( ατόν) αυτόν, και από αυτούς έπειτα οι άλλοι μονολεκτική τύποι των αυτοπαθητικών αντωνυμιών.

6. Αλληλοπαθητική αντωνυμία

Αλληλοπαθητική λέγεται η αντωνυμία που φανερώνει ότι δύο ή περισσότερα πρόσωπα ενεργούν και παθαίνουν αμοιβαίως: οτοι δίκουν λλήλους (= ο ένας αδικούσε τον άλλον, δηλ. καθένας αδικούσε τους άλλους και συγχρόνως τον αδικούσαν οι άλλοι).

Η αλληλοπαθητική αντωνυμία, επειδή είναι λέξη που φανερώνει δύο ή περισσότερα πρόσωπα, έχει μόνο δυϊκό και πληθυντικό. Δε συνηθίζεται στην ονομαστική αλλά μόνο στις πλάγιες πτώσεις. Έχει τρία γένη και κλίνεται όπως τα τρικατάληκτα επίθετα της β΄ κλίσης:

Δυϊκός αριθμός (και για τα τρία γένη)
λλήλοιν - λλήλοιν - λλήλω

Πληθυντικός αριθμός
λλήλων - λλήλοις - λλήλους
λλήλων - λλήλαις - λλήλας
λλήλων - λλήλοις - λληλα

Σημείωση. Η αλληλοπαθητική αντωνυμία σχηματίστηκε από συνεκφορά τύπων της αόριστης αντωνυμίας λλος∙ π.χ. λλοι - λλους = λλήλλους και με ανομοίωση λλήλους∙ έτσι και: λλαι - λλας = λλήλλας = λλήλας∙ λλα - λλα = λληλλα = λληλα.

7. Ερωτηματικές αντωνυμίες

Ερωτηματικές λέγονται οι αντωνυμίες που εισάγουν ερωτήσεις: πόσαι σοι οκίαι σαν; — Μανία δ τίνος ν; — Κρος ρετο τίς  θόρυβος εη.

Ερωτηματικές αντωνυμίες της αρχαίας ελληνικής είναι:

1)  τίς (αρσ. και θηλ.), τί (ουδ.) (= ποιος;)
2)  πότερος, ποτέρα, πότερον (= ποιος από τους δύο;)·
3)   πόσος, πόση, πόσον·
4)   ποος, ποία, ποον (= τι λογής;)·
5)   πηλίκος, πηλίκη, πηλίκον (= πόσο μεγάλος; ή ποιας ηλικίας;)·
6)   ποδαπός, ποδαπή, ποδαπν (= από ποιον τόπο;)·
7)  πόστος, πόστη, πόστον (= τι θέση έχει σε μια αριθμητική σειρά; πβ. πρτος, τρίτος κτλ.)·
8)  ποσταος, ποσταία, ποσταον (= σε πόσες μέρες; — πβ. τριταος, τεταρταος κτλ.).

Σημείωση. Η αντωνυμία της αρχαίας ποος αναφέρεται στην ποιότητα και σημαίνει τι λογής: ποος νθρωπος; = τι λογής είναι ο άνθρωπος; 

Εκτός από την αντων. τίς, τί, όλες οι άλλες ερωτηματικές αντωνυμίες κλίνονται όπως τα τρικατάληκτα επίθετα της β΄ κλίσης (σε -ος, -η, -ον ή -ος, -α, -ον).

Η ερωτηματική αντωνυμία τίς, τί είναι δικατάληκτη με τρία γένη και κλίνεται κατά την γ΄ κλίση:

Ενικός αριθμός
αρσ. και θηλ.
τίς - τίνος ή το - τίνι ή τ - τίνα
ουδέτ.
τί - τίνος ή το - τίνι ή τ - τί

Πληθυντικός αριθμός
αρσ. και θηλ.
τίνες - τίνων - τίσι(ν) - τίνας
ουδέτ.
τίνα - τίνων - τίσι(ν) - τίνα

Ενικός αριθμός
πότερος - ποτέρου - ποτέρ - πότερον
ποτέρα - ποτέρας - ποτέρ - ποτέραν
πότερον - ποτέρου - ποτέρ - πότερον

Πληθυντικός αριθμός
πότεροι - ποτέρων - ποτέροις - ποτέρους
πότεραι - ποτέρων - ποτέραις - ποτέρας
πότερα - ποτέρων - ποτέροις - πότερα

Ενικός αριθμός
πόσος - πόσου - πόσ - πόσον
πόση - πόσης - πόσ - πόσην
πόσον - πόσου - πόσ - πόσον

Πληθυντικός αριθμός
πόσοι - πόσων - πόσοις - πόσους
πόσαι - πόσων - πόσαις - πόσας
πόσα - πόσων - πόσοις - πόσα

Ενικός αριθμός
ποος - ποίου - ποί - ποον
ποία - ποίας - ποί - ποίαν
ποον - ποίου - ποί - ποον

Πληθυντικός αριθμός
ποοι - ποίων - ποίοις - ποίους
ποαι - ποίων - ποίαις - ποίας
ποα - ποίων - ποίοις - ποα

Ενικός αριθμός
πηλίκος - πηλίκου - πηλίκ - πηλίκον
πηλίκη - πηλίκης - πηλίκ - πηλίκην
πηλίκον - πηλίκου - πηλίκ - πηλίκον

Πληθυντικός αριθμός
πηλίκοι - πηλίκων - πηλίκοις - πηλίκους
πηλίκαι - πηλίκων - πηλίκαις - πηλίκας
πηλίκα - πηλίκων - πηλίκοις - πηλίκα

Ενικός αριθμός
ποδαπός - ποδαπο - ποδαπ - ποδαπόν
ποδαπή - ποδαπς - ποδαπ - ποδαπήν
ποδαπόν - ποδαπο - ποδαπ - ποδαπόν

Πληθυντικός αριθμός
ποδαποί - ποδαπν - ποδαπος - ποδαπούς
ποδαπαί - ποδαπν - ποδαπας - ποδαπάς       
ποδαπά - ποδαπν - ποδαπος - ποδαπά

Ενικός αριθμός
πόστος - πόστου - πόστ - πόστον
πόστη - πόστης - πόστ - πόστην
πόστον - πόστου - πόστ - πόστον

Πληθυντικός αριθμός
πόστοι - πόστων - πόστοις - πόστους
πόσται - πόστων - πόσταις - πόστας
πόστα - πόστων -  πόστοις - πόστα

Ενικός αριθμός
ποσταος - ποσταίου - ποσταί - ποσταον
ποσταία - ποσταίας - ποσταί - ποσταίαν
ποσταον - ποσταίου - ποσταί - ποσταον

Πληθυντικός αριθμός
ποσταοι - ποσταίων - ποσταίοις - ποσταίους               
ποστααι - ποσταίων - ποσταίαις - ποσταίας
ποσταα - ποσταίων - ποσταίοις - ποσταα

Σημείωση. Η ερωτηματική αντωνυμία τίς, τί, επειδή εκφέρεται με έμφαση, τονίζεται στους μονοσύλλαβους τύπους πάντα με οξεία (ποτέ με βαρεία). Η αντωνυμία αυτή δεν ακολουθεί τον τονισμό των μονοσύλλαβων ονομάτων της γ΄ κλίσης, παρά σχηματίζει παροξύτονους όλους τους δισύλλαβους τύπους.

8. Αόριστες αντωνυμίες

Αόριστες λέγονται οι αντωνυμίες που φανερώνουν κάτι αόριστο, που δεν μπορεί κανείς ή δε θέλει να το ονομάσει: Κρε, λέγουσί τινες (= κάποιοι) τι πολλ πισχνε,... νιοι (= μερικοί) δ τι οκ ν δύναιο ποδοναι σα πισχνε.

Αόριστες αντωνυμίες της αρχαίας είναι κυρίως οι ακόλουθες τρεις:

1)   τς (αρσ. και θηλ.), τ (ουδ.) (= κάποιος)·
2)    δενα, δενα, τ δενα·
3)   vιοι, νιαι, νια (= μερικοί).

Από τις αόριστες αντωνυμίες:
α) η αντωνυμία τίς, τ είναι δικατάληκτη με τρία γένη και κλίνεται κατά την γ΄ κλίση:

Ενικός αριθμός
αρσ. και θηλ.
τς - τινς ή του - τιν ή τ - τιν
ουδέτ.
τ - τινς ή του - τιν ή τ - τ

Πληθυντικός αριθμός
αρσ. και θηλ.
τινς - τινν - τισ(ν) - τινς
ουδέτ.
τιν ή ττα - τινν - τισ(ν) - τιν ή ττα

Σημείωση. Όλοι οι τύποι της αόριστης αντωνυμίας τίς, τ τονίζονται στη λήγουσα και είναι εγκλιτικοί, εκτός από τον τύπο ττα. Το ττα της αόριστης αντωνυμίας παίρνει ψιλή, ενώ ο ομόηχος τύπος της αναφορικής αντωνυμίας παίρνει δασεία.

β) η αντωνυμία δενα στην αρχαία ελληνική ή μένει άκλιτη (όπως στη νέα) ή κλίνεται κατά την γ΄ κλίση:

Ενικός αριθμός (και για τα τρία γένη)
δενα - δενος - δενι - δενα

Πληθυντικός αριθμός (και για τα τρία γένη)
δενες - δείνων - (δεσι) - δενας

γ) η αντωνυμία νιοι, νιαι, νια βρίσκεται μόνο στον πληθ. και κλίνεται σαν τρικατάληκτο επίθετο της β΄ κλίσης.

Πληθυντικός αριθμός
νιοι - νίων - νίοις - νίους

Στις αόριστες αντωνυμίες ανήκουν και τα ακόλουθα επίθετα που λέγονται και επιμεριστικές αντωνυμίες, γιατί σημαίνουν επιμερισμό από ένα σύνολο δύο ή περισσότερων ουσιαστικών:

1) πς, πσα, πν (= καθένας χωρίς καμιά εξαίρεση· μ’ αυτή τη σημασία ο πληθ. πάντες = όλοι): ο παντς πλεν ς Κόρινθον (= δεν είναι εύκολο στον καθένα κτλ.) -πάντες θαύμαζον (= όλοι εθαύμαζαν)·
2) καστος, κάστη, καστον (= καθένας)·
3) λλος, λλη, λλο·
4) οδείς, οδεμία, οδν - μηδείς, μηδεμία, μηδν (= κανείς)·
5) μφότεροι, μφότεραι, μφότερα (= και οι δύο μαζί)·
6) κάτερος, κατέρα, κάτερον (= καθένας από τους δύο)·
7) τερος, τέρα, τερον (= άλλος· λέγεται για δύο ουσιαστικά)·
8) οδέτερος, οδετέρα, οδέτερον — μηδέτερος, μηδετέρα, μηδέτερον (= ούτε ο ένας ούτε ο άλλος)·
9) ποσός, ποσή, ποσν (= κάμποσος· πβ. § 234, 3, πόσος)·
10) ποιός, ποιά, ποιν (προφ. ποι-ός, ποι-ά, ποι-ν) (= κάποιας λογής· ποος
11) λλοδαπός, λλοδαπή, λλοδαπν (= από άλλον τόπο· ποδαπός).

Σημείωση. Η λέξη ποιός της αρχαίας (δισύλλαβη ποι –ός) σημαίνει κάποιας λογής, εκείνος που έχει κάποια ποιότητα (από εδώ το ουδέτερο τό ποιόν = η ποιότητα).

Από τις επιμεριστικές αντωνυμίες:
α) η αντωνυμία πς, πσα, πν χρησιμεύει και ως επίθετο (= όλος, ολόκληρος): πς νήρ, πσα πόλις.

Ενικός αριθμός
πς - παντός - παντί - πάντα
πσα - πάσης - πάσ - πσαν
πν - παντός - παντί - πν

Πληθυντικός αριθμός
πάντες - πάντων - πσι(ν) - πάντας
πσαι - πασν - πάσαις - πάσας
πάντα - πάντων - πσι(ν) - πάντα                        

β) οι αντωνυμία οδες και μηδες κλίνονται όπως το αριθμητικό ες, μία, ν, αλλά στο αρσενικό γένος έχουν και πληθυντικό αριθμό οδένες, μηδένες (= κανείς, χωρίς εξαίρεση):

Ενικός αριθμός
οδες - οδενς - οδεν - οδένα
οδεμία - οδεμις - οδεμι - οδεμίαν
οδν - οδενς - οδεν - οδν

Πληθυντικός αριθμός
οδένες - οδένων - οδέσι(ν) - οδένας

Ενικός αριθμός
μηδείς - μηδενός - μηδενί - μηδένα
μηδεμία - μηδεμις - μηδεμι - μηδεμίαν
μηδέν - μηδενός - μηδενί - μηδέν

Πληθυντικός αριθμός
μηδένες - μηδένων - μηδέσι(ν) - μηδένας

γ) η αντωνυμία λλος, λλη, λλο κλίνεται ως τρικατάληκτο επίθετο της β΄ κλίσης σε-ος, -η, -ον, αλλά χωρίς τελικό ν στο ουδέτερο.

Ενικός αριθμός
λλος - λλου - λλ - λλον
λλη - λλης - λλ - λλην
λλο - λλου - λλ - λλο

Πληθυντικός αριθμός
λλοι - λλων - λλοις - λλους
λλαι - λλων - λλαις - λλας
λλα - λλων - λλοις - λλα

δ) η αντωνυμία μφότεροι, μφότεραι, μφότερα κλίνεται κανονικά στον πληθυντικό και δυϊκό αριθμό ως τρικατάληκτο επίθετο της β΄ κλίσης.

Πληθυντικός αριθμός
μφότεροι - μφοτέρων - μφοτέροις - μφοτέρους
μφότεραι - μφοτέρων - μφοτέραις - μφοτέρας
μφότερα - μφοτέρων - μφοτέροις - μφότερα

ε) οι λοιπές αντωνυμίες καστος, κάτερος, τερος, οδέτερος, μηδέτερος, ποσός, ποιός, λλοδαπς κλίνονται ως τρικατάληκτα επίθετα σε -ος, -η, -ον ή -ος, -α, -ον.

Ενικός αριθμός
καστος - κάστου - κάστ - καστον
κάστη - κάστης - κάστ - κάστην
καστον - κάστου - κάστ - καστον

Πληθυντικός αριθμός
καστοι - κάστων - κάστοις - κάστους
κασται - κάστων - κάσταις - κάστας
καστα - κάστων - κάστοις - καστα

Ενικός αριθμός
κάτερος - κατέρου - κατέρ - κάτερον
κατέρα - κατέρας - κατέρ - κατέραν
κάτερον - κατέρου - κατέρ - κάτερον

Πληθυντικός αριθμός
κάτεροι - κατέρων - κατέροις - κατέρους
κάτεραι - κατέρων - κατέραις - κατέρας
κάτερα - κατέρων - κατέροις - κάτερα

Ενικός αριθμός
τερος - τέρου - τέρ - τερον
τέρα - τέρας - τέρ - τέραν
τερον - τέρου - τέρ - τερον

Πληθυντικός αριθμός
τεροι - τέρων - τέροις - τέρους
τεραι - τέρων - τέραις - τέρας
τερα - τέρων - τέροις - τερα

Ενικός αριθμός
οδέτερος - οδετέρου - οδετέρ - οδέτερον
οδετέρα - οδετέρας - οδετέρ - οδετέραν
οδέτερον - οδετέρου - οδετέρ - οδέτερον

Πληθυντικός αριθμός
οδέτεροι - οδετέρων - οδετέροις - οδετέρους
οδέτεραι - οδετέρων - οδετέραις - οδετέρας
οδέτερα - οδετέρων - οδετέροις - οδέτερα

Ενικός αριθμός
ποσός - ποσο - ποσ - ποσόν
ποσή - ποσς - ποσ - ποσήν
ποσόν - ποσο - ποσ - ποσόν

Πληθυντικός αριθμός
ποσοί - ποσν - ποσος - ποσούς
ποσαί - ποσν - ποσας - ποσάς
ποσά - ποσν - ποσος - ποσά

Ενικός αριθμός
ποιός - ποιο - ποι - ποιόν
ποιά - ποις - ποι - ποιάν
ποιόν - ποιο - ποι - ποιόν

Πληθυντικός αριθμός
ποιοί - ποιν - ποιος - ποιούς
ποιαί - ποιν - ποιας - ποιάς
ποιά - ποιν - ποιος - ποιά

Ενικός αριθμός
λλοδαπός - λλοδαπο - λλοδαπ - λλοδαπόν
λλοδαπή - λλοδαπς - λλοδαπ - λλοδαπήν
λλοδαπόν - λλοδαπο - λλοδαπ - λλοδαπόν

Πληθυντικός αριθμός
λλοδαποί - λλοδαπν - λλοδαπος - λλοδαπούς
λλοδαπαί - λλοδαπν - λλοδαπας - λλοδαπάς
λλοδαπά - λλοδαπν - λλοδαπος - λλοδαπά

9. Αναφορικές αντωνυμίες

Αναφορικές λέγονται οι αντωνυμίες με τις οποίες κανονικά μια ολόκληρη πρόταση αναφέρεται σε λέξη άλλης πρότασης ή στο όλο νόημά της: στι δίκης φθαλμός, ς τ πάνθ’ ρ — Δερκυλίδας στάθη τν σπίδα χων,  δοκε κηλς εναι...

Αναφορικές αντωνυμίες της αρχαίας ελληνικής είναι:

1) ς, ,  (= ο οποίος, αυτός που)·
2) σπερ, περ, περ (= αυτός ακριβώς που)·
3) στις, τις, ,τι (= όποιος)·
4) πότερος, ποτέρα, πότερον (= όποιος από τους δύο)∙
5) σος, ση, σον 
6) πόσος, πόση, πόσον (= όσος)·
7) οος, οα, οον (= τέτοιος που)·
8) ποος, ποία, ποον χωρίς άρθρο (= όποιας λογής)·
9) λίκος, λίκη, λίκον (= όσο μεγάλος)·
10) πηλίκος, πηλίκη, πηλίκον (= όσο μεγάλος)·
11) ποδαπός, ποδαπή, ποδαπόν (= από ποιον τόπο· σε πλάγια ερώτηση).

Οι αναφορικές αντωνυμίες ς, σπερ και στις κλίνονται κατά τον ακόλουθο τρόπο:

Ενικός αριθμός
ς - ο - - ν
- ς - - ν
- ο - -

Πληθυντικός αριθμός
o - ν - ος - ος
α - ν - ας - ς
- ν - ος -

Ενικός αριθμός
σπερ - οπερ - περ - νπερ
περ - σπερ - περ - νπερ
περ - οπερ - περ - περ

Πληθυντικός αριθμός
οπερ - νπερ - οσπερ - οσπερ
απερ - νπερ - ασπερ - σπερ   
περ - νπερ - οσπερ - περ

Σημείωση. Η αντωνυμία σπερ, περ, περ σχηματίζεται από την αναφορική αντωνυμία ς, , και το εγκλιτικό μόριο πέρ (= ακριβώς) και κλίνεται μόνο κατά το πρώτη μέρος της.

Ενικός αριθμός
στις - οτινος και του - τινι και τ - ντινα
τις - στινος - τινι - ντινα
,τι - οτινος και του - τινι και τ - ,τι

Πληθυντικός αριθμός
οτινες - ντινων - οστισι(ν) - οστινας
ατινες - ντινων - αστισι(ν) - στινας
τινα ή ττα - ντινων - οστισι(ν) - τινα ή ττα

Σημείωση. Η αντωνυμία στις, τις, ,τι σχηματίζεται από την αναφορική ς, , και την αόριστη τς, τ. Σε όλες τις πτώσεις κλίνονται και τα δύο μέρη, αλλά με έγκλιση του τόνου∙ διαφορά παρουσιάζουν οι τύποι του, τ (από το αναφορικό που μένει άκλιτο και τους εγκλιτικούς τύπους του, τ της αόριστης αντωνυμίας) και ο τύπος ττα.

Οι άλλες αναφορικές αντωνυμίες, εκτός από το ς, σπερ, τις, κλίνονται σαν τρικατάληκτα επίθετα της β΄ κλίσης:

Ενικός αριθμός
πότερος - ποτέρου - ποτέρ - πότερον
ποτέρα - ποτέρας - ποτέρ - ποτέραν
πότερον - ποτέρου - ποτέρ - πότερον

Πληθυντικός αριθμός
πότεροι - ποτέρων - ποτέροις - ποτέρους
πότεραι - ποτέρων - ποτέραις - ποτέρας
πότερα - ποτέρων - ποτέροις - πότερα

Ενικός αριθμός
σος - σου - σ - σον
ση - σης - σ - σην
σον - σου - σ - σον

Πληθυντικός αριθμός
σοι - σων - σοις - σους
σαι - σων - σαις - σας             
σα - σων - σοις - σα

Ενικός αριθμός
πόσος - πόσου - πόσ - πόσον
πόση - πόσης - πόσ - πόσην
πόσον - πόσου - πόσ - πόσον

Πληθυντικός αριθμός
πόσοι - πόσων - πόσοις - πόσους
πόσαι - πόσων - πόσαις - πόσας
πόσα - πόσων - πόσοις - πόσα

Ενικός αριθμός
οος - οου - οἵῳ - οον
οα - οας - οἵᾳ - οαν
οον - οου - οἵῳ - οον

Πληθυντικός αριθμός
οοι - οων - οοις - οους
οαι - οων - οαις - οας
οα - οων - οοις - οα
                                                                                                                     
Ενικός αριθμός
ποος - ποίου - ποί - ποον
ποία - ποίας - ποί - ποίαν
ποον - ποίου - ποί - ποον

Πληθυντικός αριθμός
ποοι - ποίων - ποίοις - ποίους
ποαι - ποίων - ποίαις - ποίας
ποα - ποίων - ποίοις - ποα

Ενικός αριθμός
λίκος - λίκου - λίκ - λίκον
λίκη - λίκης - λίκ - λίκην
λίκον - λίκου - λίκ - λίκον

Πληθυντικός αριθμός
λίκοι - λίκων - λίκοις - λίκους
λίκαι - λίκων - λίκαις - λίκας
λίκα - λίκων - λίκοις - λίκα                

Ενικός αριθμός
πηλίκος - πηλίκου - πηλίκ - πηλίκον
πηλίκη - πηλίκης - πηλίκ - πηλίκην
πηλίκον - πηλίκου - πηλίκ - πηλίκον

Πληθυντικός αριθμός
πηλίκοι - πηλίκων - πηλίκοις - πηλίκους
πηλίκαι - πηλίκων - πηλίκαις - πηλίκας
πηλίκα - πηλίκων - πηλίκοις - πηλίκα

Ενικός αριθμός
ποδαπός - ποδαπο - ποδαπ - ποδαπόν
ποδαπή - ποδαπς - ποδαπ - ποδαπήν
ποδαπόν - ποδαπο - ποδαπ - ποδαπόν

Πληθυντικός αριθμός
ποδαποί - ποδαπν - ποδαπος - ποδαπούς
ποδαπαί - ποδαπν - ποδαπας - ποδαπάς
ποδαπά - ποδαπν - ποδαπος - ποδαπά 

0 σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Related Posts Plugin for WordPress, Blogger...