Αρχαία Ελληνικά: Κλίση ανώμαλων ουσιαστικών | Σημειώσεις του Κωνσταντίνου Μάντη

Αρχαία Ελληνικά: Κλίση ανώμαλων ουσιαστικών

Κωνσταντίνος Μάντης | Best Blogger Tips
Jane Davies

Αρχαία Ελληνικά: Κλίση ανώμαλων ουσιαστικών

ΑΝΩΜΑΛΑ ΟΥΣΙΑΣΤΙΚΑ

Μερικά ουσιαστικά της αρχαίας ελληνικής δεν κλίνονται ομαλά. Τα ουσιαστικά αυτά λέγονται ανώμαλα ουσιαστικά.

Τα ανώμαλα ουσιαστικά κατά το είδος της ανωμαλίας που παρουσιάζουν είναι 1) ανώμαλα κατά το γένος, 2) ετερόκλιτα, 3) μεταπλαστά, 4) ιδιόκλιτα, 5) άκλιτα και 6) ελλειπτικά.

1. Ανώμαλα κατά το γένος

Μερικά ουσιαστικά έχουν στον πληθυντικό αριθμό διαφορετικό γένος απ’ ό,τι στον ενικό ή εκτός από το βασικό γένος έχουν συγχρόνως και ένα άλλο.

Ενικός αριθμός
λύχνος - το λύχνου - τ λύχν - τόν λύχνον - () λύχνε     

Πληθυντικός αριθμός
τά λύχνα - τν λύχνων - τος λύχνοις - τά λύχνα - () λύχνα

Ενικός αριθμός
στος - το σίτου - τ σίτ - τόν στον - () στε

Πληθυντικός αριθμός
τά στα - τν σίτων - τος σίτοις - τά στα - () στα

Ενικός αριθμός
δεσμός - το δεσμο - τ δεσμ - τόν δεσμόν - () δεσμέ

Πληθυντικός αριθμός
ο δεσμοί - τν δεσμν - τος δεσμος - τούς δεσμούς - () δεσμοί
τά δεσμά - τν δεσμν - τος δεσμος - τά δεσμά - () δεσμά

Ενικός αριθμός
σταθμός - το σταθμο - τ σταθμ - τόν σταθμόν - () σταθμέ

Πληθυντικός αριθμός
ο σταθμοί - τν σταθμν - τος σταθμος - τούς σταθμούς - () σταθμοί
τά σταθμά - τν σταθμν - τος σταθμος - τά σταθμά - ) σταθμά

Ενικός αριθμός
τό στάδιον - το σταδίου - τ σταδί - τό στάδιον - () στάδιον

Πληθυντικός αριθμός
τά στάδια - τν σταδίων - τος σταδίοις - τά στάδια - () στάδια
ο στάδιοι - τν σταδίων - τος σταδίοις - τούς σταδίους - () στάδιοι

Μερικά ουσιαστικά έχουν στον ενικό αριθμό δύο γένη:

Ενικός αριθμός
ζυγός - το ζυγο - τ ζυγ - τόν ζυγόν - () ζυγέ
τό ζυγόν - το ζυγο - τ ζυγ - τό ζυγόν - () ζυγόν

Πληθυντικός αριθμός
τά ζυγά - τν ζυγν - τος ζυγος - τά ζυγά - () ζυγά

Ενικός αριθμός
ντος - το νώτου - τ νώτ - τόν ντον - () ντε
τό ντον - το νώτου - τ νώτ - τό ντον - () ντον

Πληθυντικός αριθμός
τά ντα - τν νώτων - τος νώτοις - τά ντα - () ντα

2. Ετερόκλιτα

Ετερόκλιτα λέγονται μερικά ουσιαστικά που σχηματίζονται στον πληθυντικό ή σε μερικές πτώσεις κατά διαφορετική κλίση ή συγχρόνως κατά την ίδια και κατά διαφορετική κλίση· π.χ.

1 μνός, το μνο κτλ. (κατά τη β΄ κλίση) και το ρνός, τ ρνί, τν ρνα - ο ρνες, τν ρνν, τος ρνάσι, τος ρνας (κατά τα συγκοπτόμενα της γ΄ κλίσης, από θ. ρεν-, ρν- του σπάνιου ονόμ.  ρήν

Ενικός αριθμός
μνός - το μνο / ρνός - τ μν / ρνί - τόν μνόν / ρνα - () μνέ

Πληθυντικός αριθμός
ο μνοί - τν μνν - τος μνος - τούς μνούς - () μνοί
ο ρνες - τν ρνν - τος ρνάσι(ν) - τούς ρνας - () ρνες

2 ρης, το ρεως (από το ρηος με αντιμεταχώρηση), τ ρει, τν ρη, ρες (κατά την γ΄ κλίση) και αιτ. τν ρην (κατά την α΄ κλίση)·

Ενικός αριθμός
ρης - το ρεως - τ ρει - τόν ρη / ρην - () ρες

3 γυν (κατά την α΄ κλίση), τς γυναικός, τ γυναικί, τν γυνακα, γύναι - α γυνακες, τν γυναικν, τας γυναιξί, τς γυνακας, γυνακες (κατά την γ΄ κλίση)·

Ενικός αριθμός
γυνή - τς γυναικός - τ γυναικί - τήν γυνακα - () γύναι

Πληθυντικός αριθμός
α γυνακες - τν γυναικν - τας γυναιξί - τάς γυνακας - () γυνακες

4)  τ δάκρυον, το δακρύου κτλ. (κατά τη β΄ κλίση) - και ονομ., αιτ. και κλητ. δάκρυ (κατά την γ΄ κλίση)·

Ενικός αριθμός
τό δάκρυ / δάκρυον - το δακρύου - τ δακρύ - τό δάκρυ / δάκρυον - () δάκρυ / δάκρυον

Πληθυντικός αριθμός
τά δάκρυα - τν δακρύων - τος δακρύοις / δάκρυσι(ν) - τά δάκρυα - () δάκρυα

5 Θαλς (από το Θαλέης), το Θαλο, τ Θαλ, τν Θαλν (κατά τα συνηρημένα της α΄ κλίσης) - γεν. και το Θάλεω (κατά τα αττικόκλιτα) - και το Θάλητος, τ Θάλητι, τν Θάλητα (κατά την γ΄ κλίση)·

Ενικός αριθμός
Θαλς - το Θαλο / Θάλεω / Θάλητος - τ Θαλ / Θάλητι - τόν Θαλν / Θάλητα - () Θαλ

6 Οδίπους, το Οδίποδος, τ Οδίποδι, Οδίπου (κατά την γ΄ κλ.) - και το Οδίπου, τν Οδίπουν (κατά τα συνηρημένα της β΄ κλίσης, όπως το περίπλου, τν περίπλουν
           
Ενικός αριθμός
Οδίπους - το Οδίποδος / Οδίπου - τ Οδίποδι - τόν Οδίποδα / Οδίπουν - () Οδίπου / Οδίπους

7 νειρος και τ νειρον, το νείρου κτλ. (κατά τη β΄ κλίση), το νείρατος, τ νείρατι - τ νείρατα, τν νειράτων, τος νείρασι (κατά την γ΄ κλίση)·

Ενικός αριθμός
νειρος - το νείρου - τ νείρ - τόν νειρον - () νειρε
τό νειρον - το νείρατος - τ νείρατι - τό νειρον - () νειρον

Πληθυντικός αριθμός
τά νείρατα - τν νειράτων - τος νείρασι - τά νείρατα - () νείρατα

8 πρεσβευτής, το πρεσβευτο, τ πρεσβευτ κτλ. (κατά την α΄ κλίση) - o πρέσβεις (= ο πρεσβευταί), τν πρέσβεων, τος πρέσβεσι κτλ.) (κατά την γ΄ κλίση), από το ποιητ. όν.  πρέσβυς (= γέρων), που οι πεζογράφοι το έλεγαν πρεσβύτης·       

Ενικός αριθμός
πρεσβευτής - το πρεσβευτο - τ πρεσβευτ - τόν πρεσβευτήν - () πρεσβευτά

Πληθυντικός αριθμός
ο πρέσβεις - τν πρέσβεων - τος πρέσβεσι(ν) - τούς πρέσβεις - () πρέσβεις

9τ πρ, το πυρός, τ πυρ κτλ. (κατά την γ΄ κλίση) - τ πυρά, τν πυρν, τος πυρος κτλ. (κατά τη β΄ κλίση)·

Ενικός αριθμός
τό πρ - το πυρός - τ πυρί - τό πρ - () πρ

Πληθυντικός αριθμός
τά πυρά - τν πυρν - τος πυρος - τά πυρά - () πυρά

10 υός, το υο, τ υἱῷ κτλ. (κατά τη β΄ κλίση) - και το υέος, τ υε - ο υες, τν υέων, τος υέσι, τος υες κτλ. (κατά τη γ΄ κλίση)·

Ενικός αριθμός
υός - το υο / υέος - τ υε / υἱῷ - τόν υόν - () υέ

Πληθυντικός αριθμός
ο υες - τν υέων - τος υεσι - τούς υες - () υες
ο υο - τν υἱῶν - τος υος - τος υος / υέας - () υο

11 χρς (= δέρμα, έπιδερμίδα), το χρωτός, τ χρωτί, τν χρτα (κατά την γ΄ κλίση) - αλλά δοτ. και χρ (κατά τα αττικόκλιτα, στη φράση ν χρ = ως το δέρμα).

Ενικός αριθμός
χρώς - το χρωτός - τ χρωτί / χρ       - τόν χρτα - [() χρώς]

3. Μεταπλαστά

Μεταπλαστά λέγονται μερικά ουσιαστικά που κλίνονται κατά μία ορισμένη κλίση σε όλες τις πτώσεις, αλλά το θέμα τους (μεταπλάσσεται, δηλ.) μεταβάλλεται σε ορισμένες πτώσεις· π.χ.

1 πόλλων (θ. πολλων-, πολλω-, Απολλον)·

Ενικός αριθμός
πόλλων - το πόλλωνος - τ πόλλωνι - τόν πόλλω / πόλλωνα - () πολλον

2τ γόνυ (θ. γονυ-, γονατ-)·

Ενικός αριθμός
τό γόνυ - το γόνατος - τ γόνατι - τό γόνυ - () γόνυ

Πληθυντικός αριθμός
τά γόνατα - τν γονάτων - τος γόνασι(ν) - τά γόνατα - () γόνατα

3τ δέλεαρ (= δόλωμα) (θ. δελεαρ-, δελεατ-)·

Ενικός αριθμός
τό δέλεαρ - το δελέατος - τ δελέατι - τό δέλεαρ - () δέλεαρ

4τ δόρυ (θ. δορυ-, δορατ-)·

Ενικός αριθμός
τό δόρυ - το δόρατος - τ δόρατι - τό δόρυ - () δόρυ

Πληθυντικός αριθμός
τά δόρατα - τν δοράτων - τος δόρασι(ν) - τά δόρατα - () δόρατα

5 Ζεύς (θ. Ζευ-, Δι-)·

Ενικός αριθμός
Ζεύς - το Διός - τ Διί - τόν Δία -        () Ζε

6τ παρ (= συκώτι) (θ. παρ-, πατ-)·

Ενικός αριθμός
τό παρ - το πατος - τ πατι - τό παρ - () παρ

Πληθυντικός αριθμός
τά πατα - τν πάτων - τος πασι(ν) - τά πατα - () πατα

7 κλείς (θ. κλειδ-, κλει-)·

Ενικός αριθμός
κλείς - τς κλειδός - τ κλειδί - τήν κλεδα / κλεν - () κλείς

Πληθυντικός αριθμός
α κλεδες - τν κλειδν - τας κλεισί(ν) - τάς κλεδας / κλες - () κλεδες

8τ κνέφας (= σκοτάδι) χωρίς πληθ. (θ. κνεφασ- και κνεφεσ-)·

Ενικός αριθμός
τό κνέφας - το κνέφους - τ κνέφει / κνέφ    - τό κνέφας - () κνέφας

9, κύων (θ. κυων-, κυον-, κυν-)·

Ενικός αριθμός
/ κύων - τος κυνός - τ κυνί - τόν/τήν  κύνα - () κύον

Πληθυντικός αριθμός
ο κύνες - τν κυνν - τος/τας κυσί(ν) - τούς/ τάς κύνας - () κύνες

10 μάρτυς (θ. μαρτυ-, μαρτυρ-)·

Ενικός αριθμός
μάρτυς - το μάρτυρος - τ μάρτυρι - τόν μάρτυρα - () μάρτυς

Πληθυντικός αριθμός
ο μάρτυρες - τν μαρτύρων - τος μάρτυσι(ν) - τούς μάρτυρας - () μάρτυρες

11 νας (= πλοίο) (θ. ναυ-, νη-, νε-)·

Ενικός αριθμός
νας - τς νεώς - τ νηί - τήν ναν - () να

Πληθυντικός αριθμός
α νες - τν νεν - τας ναυσί(ν) - τάς νας - () νες

12τ ος (θ. οσ-, τ-)·

Ενικός αριθμός
τό ος - το τός - τ τί - τό ος - () ος

Πληθυντικός αριθμός
τά τα - τν των - τος σί(ν) - τά τα - () τα

13 Ποσειδν (από το Ποσειδάων) (θ. Ποσειδαων- = Ποσειδων-, Ποσειδω-, Ποσειδον-)·

Ενικός αριθμός
Ποσειδν - το Ποσειδνος - τ Ποσειδνι - τόν Ποσειδ / Ποσειδνα - () Πόσειδον

14 Πνύξ (θ. Πνυκ-, Πυκν-)·

Ενικός αριθμός
Πνύξ - τς Πυκνός - τ Πυκνί - τήν Πύκνα - () Πνύξ

15 σς (= σκόρος) (θ. σησ-, σεσ-, σητ-)·

Ενικός αριθμός
σής - το σεός / σητός - τ σητί - τόν στα - () σής

Πληθυντικός αριθμός
ο σέες / στες - τν σητν / σέων - τος σησί(ν) - τούς σέας / στας - () σέες / στες

16τ στέαρ (= λίπος) (θ. στεαρ- στεατ-)·

Ενικός αριθμός
τό στέαρ - το στέατος - τ στέατι - τό στέαρ - () στέαρ

Πληθυντικός αριθμός
τά στέατα - τν στεάτων - τος στέασι(ν) - τά στέατα - () στέατα

17τ δωρ (θ. δωρ-, δατ-)·

Ενικός αριθμός
τό δωρ - το δατος - τ δατι - τό δωρ - () δωρ

Πληθυντικός αριθμός
τά δατα - τν δάτων - τος δασι(ν) - τά δατα - () δατα

18τ φρέαρ (= πηγάδι) (θ. φρεαρ-, φρεατ-)·

Ενικός αριθμός
τό φρέαρ - το φρέατος - τ φρέατι - τό φρέαρ - () φρέαρ

Πληθυντικός αριθμός
τά φρέατα - τν φρεάτων - τος φρέασι(ν) - τά φρέατα - () φρέατα

19 χείρ (θ. χειρ-, χερ-).

Ενικός αριθμός
χείρ - τς χειρός - τ χειρί - τήν χερα - () χείρ

Πληθυντικός αριθμός
α χερες - τν χειρν - τας χερσί(ν) - τάς χερας - () χερες

4. Ιδιόκλιτα

Ιδιόκλιτα ουσιαστικά λέγονται όσα δεν κλίνονται σύμφωνα με μία από τις τρεις κλίσεις, παρά ακολουθούν δικό τους σχηματισμό, δηλ. κλίνονται με ιδιαίτερο τρόπο. Τέτοια είναι μερικά κύρια ονόματα α) ελληνικά με συντομότερο τύπο, δηλ. με αφαίρεση συλλαβών, και β) ξενικά· π.χ.

λεξς (από το λέξανδρος)

Ενικός αριθμός
λεξς - το λεξ - τ λεξ - τόν λεξν - () λεξ

Μητρς (από το Μητρόδωρος)

Ενικός αριθμός
Μητρς - το Μητρ - τ Μητρ - τόν Μητρν - () Μητρ

Φιλς (από το Φιλήμων)

Ενικός αριθμός
Φιλς - το Φιλ - τ Φιλ - τόν Φιλν - () Φιλ

Διονς (από το Διονύσιος)

Ενικός αριθμός
Διονς - το Διον - τ Διον - τόν Διονν - () Διον

ησος (εβραϊκό όνομα)

Ενικός αριθμός
ησος - το ησο - τ ησο - τόν ησον - () ησο

Νεκς (αιγυπτ. όνομα)

Ενικός αριθμός
Νεκς - το Νεκ - τ Νεκ - τόν Νεκν - () Νεκ

Ιδιόκλιτα είναι και μερικά προσηγορικά σε -ς:  φαγς, καταφαγς (= αυτός που τρώει αρπαχτικά),  τρεσς (= άνθρωπος που τρέπεται σε φυγή από φόβο, δειλός) κ.ά.
Τα ιδιόκλιτα συνηθίζονται μόνο στον ενικό.

Ενικός αριθμός
φαγς - το φαγ - τ φαγ - τόν φαγν - () φαγ
καταφαγς - το καταφαγ - τ καταφαγ - τόν καταφαγν - () καταφαγ
τρεσς - το τρεσ - τ τρεσ - τόν τρεσν - () τρεσ

5. Άκλιτα

Άκλιτα ουσιαστικά λέγονται όσα  δεν κλίνονται, δηλ. όσα διατηρούν σε όλες τις πτώσεις τον ίδιο τύπο. Τέτοια είναι:

1) το ουδ. όν. τ χρεν (= η ανάγκη), το χρεών, τ χρεν κτλ.·

2) τα ονόμ. των γραμμάτων του αλφαβήτου (που συνηθίζονται ουδέτερα): τ λφα (το λφα κτλ.), τ βτα (το βτα κτλ.), τ γάμμα (το γάμμα κτλ.)·

3) το απαρέμφατο με το ουδέτερο άρθρο: τ λέγειν (το λέγειν κτλ.)·

4) οποιαδήποτε λέξη (κλιτή ή άκλιτη), καθώς και φράση ολόκληρη, όταν χρησιμοποιούνται ως παραδείγματα ή ως ουσιαστικά αποχωρισμένα από την όλη φράση, με το ουδ. άρθρο εμπρός από αυτά: τ νθρωπος στν νομα· τ ρκτικν φωνεν  το νθρωπος· τ λίαν σσον παιν το μηδν γαν· (πβ. τα νεοελλ.: το παίζω είναι ρήμα· να κλιθεί ο αόριστος του παίζω· το πάτερ μν, του πάτερ μν κτλ.)·

5) μερικά ξενικά κύρια ονόματα:  δμ (το δμ κτλ.),  Δαβδ (το Δαβδ κτλ.), τ Πάσχα (το Πάσχα κτλ.), ονόματα εβραϊκά κ.ά.

6. Ελλειπτικά

Ελλειπτικά ουσιαστικά λέγονται όσα είναι εύχρηστα μόνο σε μερικές πτώσεις. Τέτοια είναι:

1) οι λ. τ φελοςτ ναρ και τ παρ (= όραμα, οπτασία), που είναι εύχρηστες μόνο στην ονομ., αιτ. και κλητ. του ενικού (πβ. τα νεοελλ.: το δείλι, το πρωί κτλ.)·

Ενικός αριθμός
τό φελος - ----- - ----- - τό φελος - () φελος
τό ναρ - ----- - ----- - τό ναρ - () ναρ
τό παρ - ----- - ----- - τό παρ - () παρ

2) οι λ. τ δέμας (= σώμα), τ σέβας και τ σέλας (= λαμπρό φως), που είναι εύχρηστες επίσης στην ονομ., αιτ. και κλητ. του ενικού·

Ενικός αριθμός
τό δέμας - ----- - ----- - τό δέμας - () δέμας
τό σέβας - ----- - ----- - τό σέβας - () σέβας
τό σέλας - ----- - ----- - τό σέλας - () σέλας

3) η λ. μάλης (γεν.), εύχρηστη μόνο στη φράση π μάλης (= κάτω από τη μασχάλη)·

4) η λ. νέωτα (αιτ. εν.), εύχρηστη στη φράση ς νέωτα (= του χρόνου)·

5) οι κλητικές  μέλε (= καλέ μου) και  τν (= φίλε μου).

0 σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Related Posts Plugin for WordPress, Blogger...