Michel Keck
Έκθεση
Γ΄ Λυκείου: Τα χαρακτηριστικά και η ψυχολογία των Νεοελλήνων
Ιστορική
διάσταση του ελληνικού έθνους
Οι Έλληνες έχουν διανύσει μια μακραίωνη
πορεία, αποδεικνύοντας το δυναμισμό και την ανθεκτικότητα τους. Με μια
εντυπωσιακή πολιτιστική κληρονομιά που μελετάται και θαυμάζεται σε όλα τα κράτη
του σύγχρονου κόσμου, υπήρξαν πρωτοστάτες σε τομείς όπως είναι η φιλοσοφία, η
επιστήμη, η ηθική και η πολιτική. Κατόρθωσαν να διατηρήσουν αλώβητη την
εθνολογική τους ταυτότητα παρά το γεγονός ότι τέθηκαν υπό ξένη κυριαρχία για
εκτενέστατα χρονικά διαστήματα (Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία – Οθωμανική Αυτοκρατορία)
και παρά το γεγονός ότι στον ελληνικό χώρο έχουν εμφανιστεί κατά καιρούς
ποικίλα αλλοεθνή στοιχεία, τα οποία και ενσωματώθηκαν επιτυχώς στο κυρίαρχο
ελληνικό στοιχείο.
Το
ελληνικό κράτος κατά τη νεότερη και σύγχρονη εποχή
Η διαδικασία δημιουργίας του ελληνικού
κράτους, αν και ανέδειξε την αδάμαστη επιθυμία των Ελλήνων να αποκτήσουν την
ανεξαρτησία τους, έφερε τους Έλληνες αντιμέτωπους με μια διαφορετική μορφή
εξάρτησης, σε πολιτικό και οικονομικό επίπεδο πλέον. Τα ευρωπαϊκά κράτη
δέχτηκαν να υποκαταστήσουν την υπό κατάρρευση Οθωμανική Αυτοκρατορία μ’ ένα
ελληνικό κράτος, αλλά διατήρησαν για μεγάλο διάστημα τον έλεγχο του νέου αυτού
κράτους μέσα από συνεχιζόμενους δανεισμούς.
Το νέο ελληνικό κράτος λόγω και των
επαναλαμβανόμενων πολεμικών αναμετρήσεων που απαιτήθηκαν για να λάβει τα
σημερινά του όρια, καθυστέρησε σημαντικά να θέσει τις αναγκαίες βάσεις
οργάνωσης και ανάπτυξης, με αποτέλεσμα να έχει διαρκώς την ανάγκη εξωτερικής βοήθειας. Κατάσταση που ατυχώς διαιωνίστηκε και αποτέλεσε, κατά κάποιο τρόπο,
μόνιμο χαρακτηριστικό της ελληνικής οικονομίας. Έτσι, ακόμη και όταν πια είχαν
παύσει οι έκτακτες ανάγκες λόγω πολεμικών συγκρούσεων και το ελληνικό κράτος
μπορούσε να ακολουθήσει απρόσκοπτα την πορεία ανάπτυξης των άλλων ευρωπαϊκών
κρατών -με πιο σαφή δήλωση αυτής της πραγματικότητας την ένταξη της Ελλάδας
αρχικά στην ΕΟΚ και κατόπιν στην Ευρωπαϊκή Ένωση- οι εγγενείς αδυναμίες της
ελληνικής οικονομίας σε συνδυασμό με την κακοδιαχείριση και την ανεξέλεγκτη
διασπάθιση χρήματος, προκάλεσαν μια δεινή κατάσταση για το ελληνικό κράτος, η
οποία συνεχίζεται και κορυφώνεται στις μέρες μας.
Αρνητικές
ποιότητες των Νεοελλήνων
Η συνεχιζόμενη οικονομική εξάρτηση του
ελληνικού κράτους και η αδυναμία διασφάλισης εκείνων των συνθηκών που θα
οδηγούσαν στη διαμόρφωση μιας ισχυρής και σταθερά αναπτυσσόμενης οικονομίας∙ η
πολιτική ασυδοσία και η λογική των πολιτικών εξυπηρετήσεων που αποσκοπούσαν στη
δημιουργία μιας κομματικής βάσης πιστών ψηφοφόρων∙ η ασυνέπεια στην τήρηση των
νόμων και η εύκολη ανατροπή κάθε νομοθεσίας που έθιγε εδραιωμένα συμφέροντα∙ ο λαϊκισμός
και η αδιαφορία για τις μακροπρόθεσμες συνέπειες των παροχών και της
προχειρότητας, προκάλεσαν μια βαθιά ρήξη ανάμεσα στους πολίτες και το κράτος.
Οι πολίτες υιοθέτησαν τον οπορτουνισμό των πολιτικών και έθεσαν ως βασική τους
προτεραιότητα την προσωπική τους ευημερία, αδιαφορώντας για το τι είναι ωφέλιμο
ή αναγκαίο για την ορθή ανάπτυξη του κράτους.
- Οι πολίτες στην Ελλάδα δεν
αντιλαμβάνονται πάντοτε τη διασύνδεση ανάμεσα στην υγιή ανάπτυξη του κράτους
και τη δική τους ευημερία. Καταφεύγουν, έτσι, σε εξαιρετικά βλαπτικές τακτικές,
όπως είναι τα ρουσφέτια, η φοροδιαφυγή αλλά και οι απάτες επιδιώκοντας αυστηρά
το προσωπικό τους όφελος και αδιαφορούν για τη ζημιά που προκαλείται στο
κράτος. Έπειτα, όταν πια τα οικονομικά του κράτους επιδεινώνονται και
απαιτείται η λήψη αντιλαϊκών μέτρων εξεγείρονται, χωρίς να λαμβάνουν υπόψη τους
το πόσο βλαπτική υπήρξε η δική τους στάση.
Αξιώσεις, όπως είναι ο διορισμός στο
δημόσιο, και εγκληματικές πράξεις, όπως είναι η φοροδιαφυγή, αυξάνουν
κατακόρυφα τα έξοδα του κράτους, μειώνοντας αντίστοιχα τα έσοδά του.
[Κατά τη δεκαετία του ’80 ως και τα
πρώτα χρόνια της δεκαετίας του 1990 η μακροοικονομική πολιτική υπήρξε
υπερβολικά επεκτατική με κάποια ενδιάμεσα διαλείμματα. Όπως διαπίστωνε ο ΟΟΣΑ
το 1991, το πιο καταπληκτικό και ίσως το πιο καταστροφικό χαρακτηριστικό της
μακροοικονομικής διαχείρισης κατά τη διάρκεια της τελευταίας δεκαετίας ήταν η
απότομη αύξηση (σχεδόν 15 ποσοστιαίες μονάδες του ΑΕΠ) του ελλείμματος του
δημόσιου τομέα.
Υπεύθυνοι για την απότομη αύξηση του
ελλείμματος του δημόσιου τομέα ήταν παράγοντες που λειτούργησαν και απ’ τις δυο
πλευρές του προϋπολογισμού. Από την πλευρά των εξόδων, καταγράφουμε ανερχόμενες
κρατικές δαπάνες, προκύπτουσες από πληρωμές μισθών για τις ραγδαία
επεκτεινόμενες δημόσιες υπηρεσίες, μία γενναιόδωρη κοινωνική πολιτική και τις
απώλειες των εθνικοποιημένων επιχειρήσεων. Από την άλλη πλευρά, τα έσοδα της
κυβέρνησης υπολείπονταν κατά πολύ παρά τις κάποιες απόπειρες να πολεμηθεί η
φοροδιαφυγή και η απάτη. Η «οικονομία» αρνήθηκε να πληρώσει για τις
προσφερόμενες δημόσιες υπηρεσίες.]
Ιστορία του Ελληνικού Έθνους, τόμος ΙΣΤ΄,
Εκδοτική Αθηνών
- Οι Νεοέλληνες παραμένουν επίμονα
απείθαρχοι, καθώς γνωρίζουν πως οι πολιτικοί θα υποχωρήσουν μπροστά στο
ενδεχόμενο της λαϊκής δυσαρέσκειας και θα αλλάξουν όποιον νόμο δεν ευχαριστεί
τους πολίτες. Είτε πρόκειται για τον Αντικαπνιστικό Νόμο που παραβιάζεται
συστηματικά, είτε για οποιαδήποτε άλλη διάταξη σχετική με οικονομικά,
εκπαιδευτικά ή άλλα θέματα, το Κράτος αδυνατεί να διασφαλίσει την πλήρη και
συνεπή εφαρμογή των νόμων, αφού οι πολίτες δεν έχουν την πολιτική εκείνη αγωγή
που θα τους ωθούσε να σεβαστούν απόλυτα τις όποιες διατάξεις.
Σημαντικά κρατικά και κοινωνικά
ζητήματα, όπως είναι το ασφαλιστικό, οι αποκρατικοποιήσεις, η φορολογία κ.ά.,
παραμένουν σε διαρκή εκκρεμότητα και γνωρίζουν συνεχείς ματαιώσεις στην
οριστική ρύθμισή τους, αφού οι εκάστοτε πολιτικοί αδυνατούν να διαχειριστούν
τις αντιδράσεις των πολιτών.
[Στη δεκαετία του ’70 και στις αρχές
της δεκαετίας του ’80 οι προβληματικές πλέον επιχειρήσεις διατηρούνταν εν ζωή
με τεχνητή αναπνοή που όμως κόστιζε πανάκριβα, δηλαδή με δάνεια από τις
κρατικές τράπεζες πέρα από κάθε όριο. Ένα μέρος των δανείων ήταν στην ουσία
δωρεάν επιχορηγήσεις και έφεραν σε δυσκολίες την καρδιά του τραπεζικού
συστήματος, την Εθνική Τράπεζα. Ωστόσο δεν έλυναν το πρόβλημα...
Υπήρχε βέβαια ένα ευγενές κίνητρο πίσω
από τις προσπάθειες υποστήριξης και, στη συνέχεια, της κρατικοποίησης.
Συνίστατο στην επιθυμία να αποφευχθούν οι οδυνηρές συνέπειες της μαζικής
χρεοκοπίας του πυρήνα της ελληνικής βιομηχανίας. Βέβαια, υπήρχαν και άλλες
λιγότερο αθώες προθέσεις που τελικά προσδιόρισαν την τελική έκβαση των
προσπαθειών: η ανταπόκριση στα αιτήματα οργανωμένων συμφερόντων που είχαν ως
πρότυπο τη δημοσιοϋπαλληλική μονιμότητα και αποτελούσαν πολιτικά στηρίγματα του
κυβερνώντος κόμματος και η τακτοποίηση κομματικών στελεχών σε διευθυντικές
θέσεις.]
Ιστορία του Ελληνικού Έθνους, τόμος
ΙΣΤ΄, Εκδοτική Αθηνών
- Οι Νεοέλληνες έχουν υιοθετήσει τη
λογική της ήσσονος προσπάθειας και του κακώς εννοούμενου δημοσιοϋπαλληλικού
τρόπου αντίληψης, αναζητώντας μια θέση εργασίας -κατά προτίμηση στο δημόσιο
τομέα- που θα τους παρέχει υψηλή αμοιβή, χωρίς να απαιτείται από αυτούς
ιδιαίτερος κόπος και πολύωρη απασχόληση. Λογική που έχει οδηγήσει στη
δημιουργία ενός παντελώς αναποτελεσματικού κρατικού μηχανισμού με πλήθος δημοσίων
υπαλλήλων που αναζητούν τρόπους να εργαστούν όσο γίνεται λιγότερο.
[Ο νόμος για την ίδρυση του ΟΑΕ
(Οργανισμού για την Ανασυγκρότηση των Επιχειρήσεων) (1983) άνοιξε τον δρόμο για
την είσοδο στον δημόσιο τομέα σε πολλές επιχειρήσεις. Μέσα σε ελάχιστο χρονικό
διάστημα είχαν υποβληθεί 250 σχετικά αιτήματα και σε αυτά πρωτοστατούσαν τα
εργατικά συνδικάτα. Ως το 1985 έγιναν δεκτές 44 επιχειρήσεις με πρώτη ένα από
τα καμάρια της ελληνικής βιομηχανίας, την Πειραϊκή Πατραϊκή με 7.500
εργαζομένους. Ακολούθησαν μερικά από τα επίσης γνωστότερα ονόματα της
βιομηχανίας. Το 1986 προστέθηκε η ΑΓΕΤ-Ηρακλής, μετά από συνεχείς αντεγκλήσεις
ανάμεσα σε ιδιοκτήτες, κυβέρνηση και Εθνική Τράπεζα. Όλες μαζί απασχολούσαν
30.000 άτομα, χωρίς να συνυπολογίσουμε την απασχόληση στις προμηθεύουσες
εταιρείες. ... Σε αυτές προσθέτουμε τις 44 επιχειρήσεις του κρατικοποιημένου
ομίλου της Εμπορικής και της Εθνικής Τράπεζας με 35.000 απασχολούμενους, τις 67
επιχειρήσεις της Αγροτικής Τράπεζας και της ΕΤΒΑ με 19.000 απασχολούμενους και
τους 57 λοιπούς δημόσιους φορείς με 132.000 απασχολούμενους, σύνολο 230
επιχειρήσεις με 208.000 απασχολούμενους. Το κράτος πίστευε ότι το ίδιο ήταν σε
θέση να τα καταφέρει πολύ καλύτερα στην επιχείρηση εξυγίανσης μέσω του ΟΑΕ από
τις «αχαλίνωτες δυνάμεις της αγοράς».
Ο ΟΑΕ δεν έδωσε λύση στο πρόβλημα.
Απλά, το μετέθετε στο μέλλον, διατηρώντας στο μεταξύ τεχνητά σε λειτουργία μη
βιώσιμες επιχειρήσεις με τεράστιος κόστος για το κράτος και την οικονομία. Ούτε
η εξυγίανση έγινε. ... Ο ΟΑΕ απέτυχε συνεπώς στους δύο σκοπούς του, την
εξυγίανση και την επάνοδο στην οικονομική ζωή των βιώσιμων, το κλείσιμο των
υπολοίπων. Μετετράπη σε εγγυητή μη παραγωγικής απασχόλησης και εισοδημάτων. Σύντομα,
δημιουργήθηκε ένας μεγάλος συνασπισμός συμφερόντων μέσα και έξω από τον ΟΑΕ και
τις επιχειρήσεις του, που ήταν ικανοποιημένος με το status quo. Η υποαπασχόληση μέσα σε όλες εκείνες
τις επιχειρήσεις μεγάλωσε και προσδιόριζε τις νοοτροπίες. Τα χρέη διογκώθηκαν.
Συνολικά η ζημιά θα πρέπει να έφθασε το 1 τρισεκατομμύριο δραχμές.]
Ιστορία του Ελληνικού Έθνους, τόμος
ΙΣΤ΄, Εκδοτική Αθηνών
- Οι Νεοέλληνες θεωρούν πως η
«καλοπέραση» και ο πολυτελής ράθυμος βίος αποτελούν υπέρτατες αξίες, τις οποίες
και επιδιώκουν είτε έχουν τους αναγκαίους οικονομικούς πόρους είτε όχι. Με
χαρακτηριστική αδιαφορία για τις συνέπειες που έχει το αλόγιστο ξόδεμα χρημάτων
αρνούνται να στερηθούν τις συνεχείς νυχτερινές εξόδους και τις πολυήμερες
διακοπές τους, έστω κι αν αυτή η τακτική τους δημιουργεί χρέη και τους
αναγκάζει να δανείζονται χρήματα.
Με παρόμοιο τρόπο επιχειρούν να
ικανοποιήσουν και τη ματαιοδοξία τους σε σχέση με την απόκτηση υλικών αγαθών
προκειμένου να δημιουργήσουν την εντύπωση στους άλλους πως έχουν οικονομική
άνεση. Ακριβά αυτοκίνητα, επώνυμα ρούχα και τα πλέον σύγχρονα προϊόντα
τεχνολογίας αποτελούν τον διακαή πόθο των Νεοελλήνων, οι οποίοι δεν διστάζουν
να χρεωθούν μόνο και μόνο για να κάνουν επίδειξη πλούτου στους γύρω τους. Μια επιζήμια
νοοτροπία που φανερώνει την κενότητα των σύγχρονων Ελλήνων και την αδυναμία
τους να προσαρμόσουν τον τρόπο ζωής τους στις πραγματικές τους οικονομικές
δυνατότητες.
[Οι επιπτώσεις από τη σχεδόν ατέρμονη
πορεία σταθεροποίησης, εξορθολογισμού και εξυγίανσης της οικονομίας αρχίζουν να
γίνονται ιδιαίτερα αισθητές στο επίπεδο της πολιτικής κουλτούρας από τις αρχές
του 1990. Στοιχεία απάθειας, αποξένωση και κυνισμός εντοπίζονται από τις
έρευνες κοινής γνώμης και η παρουσία τους θα γίνει έκδηλη την περίοδο 1995-96.]
Ιστορία του Ελληνικού Έθνους, τόμος
ΙΣΤ΄, Εκδοτική Αθηνών
- Πολλοί Νεοέλληνες τείνουν να
αποθεώνουν καθετί ξένο και να καταφεύγουν σ’ έναν άγονο μιμητισμό,
απορρίπτοντας παράλληλα κάθε στοιχείο της ελληνικής ταυτότητας και παράδοσης. Υποκύπτουν
στα θέλγητρα της εμπορικά επεξεργασμένης εικόνας που παρουσιάζουν προς τα έξω
κράτη με υψηλή βιομηχανική παραγωγή που επιδιώκουν να κυριαρχήσουν στη διεθνή
αγορά και δεν αντιλαμβάνονται πως ό,τι τους συγκινεί στην ξενική κουλτούρα δεν
είναι παρά ένα καλοσχεδιασμένο εξαγώγιμο προϊόν.
Καταλήγουν, έτσι, να στηρίζουν με τα
χρήματά τους τις ξένες εταιρείες, να υιοθετούν στοιχεία μιας διαφορετικής
κουλτούρας και να υποτιμούν ακόμη και τη γλώσσα τους, θεωρώντας πως μ’ αυτό τον
τρόπο ξεχωρίζουν από τους άλλους.
[Οι επιδόσεις της ελληνικής οικονομίας
απείχαν πολύ από τις επιδόσεις όλων των άλλων κρατών-μελών της ΕΕ. Το 1990 ο
πληθωρισμός έτρεχε με 20.4% σε ετήσια βάση και το 1991 με 19.5%. Οι αντίστοιχοι
αριθμοί για τα δημοσιονομικά ελλείμματα (τον καθαρό δανεισμό της Γενικής
Κυβέρνησης ως ποσοστού του ΑΕΠ) ήταν 11.2% και 12.8%. Τα χρέη διογκώθηκαν και
μαζί οι δαπάνες για την εξυπηρέτησή τους. Προφανώς, η πορεία αυτή δεν μπορούσε
να διατηρηθεί. Η χώρα όδευε προς μια μεγάλη κρίση.]
Ιστορία του Ελληνικού Έθνους, τόμος
ΙΣΤ΄, Εκδοτική Αθηνών
- Κύριο χαρακτηριστικό των Νεοελλήνων
που γίνεται ολοένα και πιο αισθητό είναι η τάση τους να ενδίδουν στον λαϊκισμό
των πολιτικών και να στηρίζουν με την ψήφο τους εκείνο το κόμμα που τους
υπόσχεται τα περισσότερα, έστω κι αν εκ των υστέρων συνειδητοποιούν πως η
επιλογή τους υπήρξε ολέθρια. Κουρασμένοι από τα συνεχή οικονομικά προβλήματα
της χώρας είναι έτοιμοι να εμπιστευτούν οποιονδήποτε πολιτικό ισχυριστεί πως
υπάρχει κάποια εύκολη λύση στο οικονομικό αδιέξοδο και αρνούνται να αντικρίσουν
την πραγματικότητα ως έχει.
[Η διαρθρωτική βοήθεια της ΕΕ
αντιπροσωπεύει τον ισχυρότερο παράγοντα μεγέθυνσης στην ελληνική οικονομία,
μολονότι ο τρόπος χρησιμοποίησης των σχετικών πόρων προκαλεί τουλάχιστον
ερωτηματικά. Η διαρθρωτική αυτή βοήθεια ξεπερνά κάθε ιστορικό προηγούμενο,
ακόμη και του σχεδίου Μάρσαλ, το οποίο άλλωστε δεν αξιοποιήθηκε εξαιτίας του
Εμφυλίου Πολέμου.]
Ιστορία του Ελληνικού Έθνους, τόμος
ΙΣΤ΄, Εκδοτική Αθηνών
- Οι Νεοέλληνες έχουν αφεθεί σ’ έναν
τρόπο ζωής στον οποίο κυριαρχεί η ευκολία κι έχουν απομακρυνθεί από τις
επιλογές εκείνες που οδηγούν στην πνευματική και ψυχική τους καλλιέργεια. Έχουν
απομακρυνθεί από τη μελέτη βιβλίων και τις πιο απαιτητικές μορφές ψυχαγωγίας,
επιλέγοντας σταθερά ανούσιες μορφές διασκέδασης που έχουν ωστόσο επιζήμια
αποτελέσματα σε ό,τι αφορά το πνευματικό τους επίπεδο. Αρνούμενοι να
ενημερωθούν ουσιαστικά και να επιδιώξουν ενεργά τον εμπλουτισμό των γνώσεών
τους, έχουν τραπεί σε μια εύκολα ελεγχόμενη μάζα.
[Γιατί, τελικά, η κυριότερη πηγή
δυσλειτουργιών σε οικονομία και κοινωνία, το διογκωμένο, βραδυκίνητο και
αναποτελεσματικό κράτος με την πληθώρα των δημόσιων και δημόσια προστατευόμενων
επιχειρήσεων, οργανισμών, ινστιτούτων και άλλων φορέων, και τον αδιαφανή
παρεμβατισμό του ρίχνει βαριά τη σκιά του στο μέλλον, παρά τις θεσμικές αλλαγές
που έχουν γίνει στη χώρα λόγω της εξέλιξης του Κοινοτικού καθεστώτος
(ελευθέρωση αγορών κεφαλαίου, ανεξαρτησία της Τραπέζης της Ελλάδος κ.α.).]
Ιστορία του Ελληνικού Έθνους, τόμος
ΙΣΤ΄, Εκδοτική Αθηνών
- Οι Νεοέλληνες έχουν αποκτήσει μια
ιδιαιτέρως κακή νοοτροπία φθόνου απέναντι στους συνανθρώπους τους. Καθηλωμένοι
οι ίδιοι από την απραξία τους κι από την αναζήτηση της ευκολίας, δεν ανέχονται
την επιτυχία των άλλων και προσπαθούν με κάθε τρόπο να μειώσουν την αξία της, αμφισβητώντας
τον κόπο του άλλου και αποδίδοντας την ανάδειξή του σε πλάγια μέσα. Δυσκολεύονται
να εκτιμήσουν και να επαινέσουν την προσπάθεια του άλλου, είναι όμως
περισσότερο από πρόθυμοι να χαρούν για την αποτυχία του.
[Τα μεγάλα πολιτικά κόμματα, επίσης,
δεν θεωρούν ως υποσχόμενη καμία άλλη εκδοχή εκτός της ΕΕ και της από κοινού
πορείας. Οικονομικοί όπως και πολιτικοί λόγοι εξηγούν αυτή τη συμπεριφορά.
Οποιαδήποτε κυβέρνηση δύσκολα θα μπορούσε να παραιτηθεί αμέσως από τους
Κοινοτικούς πόρους, οι οποίοι όχι μόνον επιτρέπουν την πραγματοποίηση μερικών
μεγάλων έργων υποδομής, αλλά και αποτελούν ισχυρό εργαλείο στην αναπαραγωγή της
εξουσίας.]
Ιστορία του Ελληνικού Έθνους, τόμος ΙΣΤ΄,
Εκδοτική Αθηνών
- Οι Νεοέλληνες εντυπωσιάζονται από το
υψηλό βιοτικό επίπεδο άλλων λαών και επιθυμούν να έχουν ανάλογα προνόμια και
ευκολίες, χωρίς να κατανοούν ωστόσο πως η επίτευξη ενός τέτοιου επιπέδου
προϋποθέτει μια τελείως διαφορετική νοοτροπία τόσο σε σχέση με τη λειτουργία
του κράτους όσο και σε σχέση με τη στάση των πολιτών. Ένας κράτος που αδυνατεί
να στηρίξει την εγχώρια παραγωγή και να διασφαλίσει τις αναγκαίες προϋποθέσεις
για μια σταθερή αναπτυξιακή πορεία, δεν μπορεί για κανένα λόγο να προσφέρει
στους πολίτες του όσα προσφέρουν τα προηγμένα κράτη. Πολίτες που επιδιώκουν έναν
κρατικοδίαιτο βίο γεμάτο παροχές και ευκολίες, δεν μπορούν να έχουν την αξίωση
το κράτος τους να ξεφύγει από την ανέχεια και τη δυσλειτουργία, αφού οι ίδιοι
αποτελούν τροχοπέδη στην ανάπτυξή του.
- Οι Έλληνες ταλανίζονται διαχρονικά
από τη διχόνοια που τους αποτρέπει από το να συσπειρωθούν και να διεκδικήσουν
όλοι μαζί από κοινού τις αναγκαίες λύσεις για τα σημαντικά προβλήματα του
τόπου. Πρόκειται για ένα από τα πλέον αρνητικά τους χαρακτηριστικά που
διατρέχει -ατυχώς- όλη τη μακραίωνη πορεία αυτού του λαού.
Θετικές
ποιότητες των Νεοελλήνων
- Οι Νεοέλληνες, όπως αυτό
αποδεικνύεται από τις συνεχείς διακρίσεις όσων σταδιοδρομούν σε χώρες του εξωτερικού,
έχουν και τη δυνατότητα και τη θέληση να εργαστούν σκληρά και να επιτύχουν
σημαντικά πράγματα, αρκεί να τους δοθεί η ευκαιρία να δράσουν σ’ ένα οργανωμένο
περιβάλλον, το οποίο δεν μαστίζεται από τη γραφειοκρατία, την ελλιπή
χρηματοδότηση και την απουσία υποδομών.
Η αρνητική άποψη σχετικά με την
εργατικότητα των Ελλήνων, που προκύπτει ως ένα βαθμό από τη στάση όσων
διακατέχονται από το σύνδρομο της δημοσιοϋπαλληλικής οκνηρίας, αποτελεί επί της
ουσίας απόρροια του γεγονότος ότι απουσιάζουν από τη χώρα μας τα σωστά κίνητρα
και οι κατάλληλες δομές. Ένας νέος άνθρωπος στην Ελλάδα που γνωρίζει πως ο
κόπος του δεν θα αναγνωριστεί και πως ακόμη κι αν έχει μια απασχόληση πλήρους
ωραρίου τα έσοδά του δεν θα επαρκούν για να συντηρήσει τον εαυτό του, επιχειρεί
εύλογα να αποφύγει τον περιττό κόπο. Ο ίδιος άνθρωπος, όμως, αν γνώριζε πως η
εργασία του θα του αποδώσει και τα αναγκαία χρήματα και την επιθυμητή κοινωνική
αναγνώριση, θα ήταν σαφώς πρόθυμος να εργαστεί αποτελεσματικά και με αφοσίωση.
- Οι πολίτες στην Ελλάδα διατηρούν
ακόμη, και παρά τις δυσκολίες που αντιμετωπίζουν καθημερινά, αυξημένο το
αίσθημα του ανθρωπισμού και της φιλανθρωπίας. Παραμένουν ένας λαός που δεν έχει
αλλοτριωθεί από τον υλισμό σε τέτοιο βαθμό, ώστε να μην αναγνωρίζει την αξία
της ανθρώπινης ζωής. Έτσι, σε αντίθεση με τον κυνισμό που συναντά κανείς σε
άλλα προηγμένα κράτη, οι Έλληνες έχουν ακόμη πίστη στις αξίες του ανθρωπισμού
και είναι ακόμη πρόθυμοι να συμπαρασταθούν ενεργά στον συνάνθρωπό τους που έχει
ανάγκη.
- Οι πολίτες στην Ελλάδα, υπό την
επίδραση πιθανώς του κλίματος, είναι άνθρωποι πρόσχαροι και κοινωνικοί∙ δίνουν
ιδιαίτερη αξία στην έννοια της φιλίας και γνωρίζουν πώς να απολαμβάνουν την
ομορφιά του ελληνικού χώρου. Είναι έτοιμοι να αξιοποιήσουν κάθε ευκαιρία για να
γλεντήσουν και δεν είναι επιφυλακτικοί ή καχύποπτοι απέναντι στους ανθρώπους
του περιβάλλοντός τους. Είναι φιλόξενοι και διατηρούν ακόμη εκείνη τη
διαχρονική ελληνική ποιότητα που ονομάζουμε «φιλότιμο».
- Οι πολίτες στην Ελλάδα είναι
δημιουργικοί κι εφευρετικοί∙ έχουν ανεπτυγμένη ευφυΐα και είναι ικανοί να προσαρμοστούν
γρήγορα σε νέα δεδομένα.
- Οι πολίτες στην Ελλάδα αγαπούν βαθιά
την ελευθερία τους, όπως και τη δημοκρατία. Κι είναι γι’ αυτό πρόθυμοι, όπως το
έχουν αποδείξει αλλεπάλληλες φορές, ακόμη και να θυσιάσουν τη ζωή τους για να
διασφαλίσουν την ανεξαρτησία της χώρας τους.
Η αγάπη τους αυτή για την ελευθερία,
όπως και η αγάπη τους για την πατρίδα, αποτελούν τελικά τα βασικά γνωρίσματα
που τους ωθούν να παραμερίζουν τις μεταξύ τους διαφορές και να ωθούνται σε
κοινούς αγώνες, όταν εμφανίζεται κάποιος σημαντικός εξωτερικός κίνδυνος. Μόλις,
ωστόσο, εξαλειφθεί ο όποιος εξωτερικός κίνδυνος, επιστρέφουν στη διχαστική
λογική και αρνούνται επίμονα να συνεργαστούν πάνω σ’ ένα κοινό μακροπρόθεσμο
σχέδιο συλλογικής δράσης και προσπάθειας.
- Οι Έλληνες έχουν αυξημένο το
θρησκευτικό αίσθημα και τιμούν σε μεγάλο βαθμό τις ηθικές ποιότητες του χριστιανισμού.
Ε. Π. Παπανούτσος «Ψυχολογία των Νεοελλήνων»
Ο παρακάτω διάλογος είναι αληθινός· οι
λέξεις ίσως διαφέρουν, τα νοήματα όμως, είναι τα ίδια. Ο λόγος για τους τρόπους
συμπεριφοράς των Νεοελλήνων στις διάφορες παραστάσεις της ζωής. Ο ένας
συνομιλητής δικαιολογεί και τους εγκωμιάζει. Αρχίζω με την άρνηση· η θέση
ακολουθεί.
- Δεν ξέρω ποιες αρετές βρίσκετε στη
συμπεριφορά των συμπατριωτών μας (λέει ο πρώτος) και κατά πόσο είστε ειλικρινής
και αντικειμενικός στις κρίσεις σας. Εγώ είμαι βέβαιος ότι οι Νεοέλληνες δεν
έχουν κοινωνική αγωγή και τούτο το συμπεραίνω από τους τρόπους τους. Κοιτάξτε
πρώτα πώς οδηγούν το αυτοκίνητο τους στους πολυσύχναστους δρόμους. Δεν εξετάζω
το «πόθεν έσχες» αυτής της πολυτέλειας· αυτή είναι άλλη υπόθεση. Έχει
παρατηρηθεί (πολύ ορθά, νομίζω) ότι ο χαρακτήρας ενός λαού φαίνεται στον τρόπο
του αυτοκινητικού οδηγήματος του. Ο Νεοέλληνας οδηγεί άτακτα, ασυνάρτητα,
εγωιστικά, υπερφίαλα. Δεν ακολουθεί τις χαραγμένες γραμμές, δεν υπακούει στις
εντολές της Τροχαίας, που δίνονται για την ασφάλειά του, δεν ανέχεται να
προηγείται στη σειρά ένας άλλος και προσπαθεί να τον προσπεράσει με κίνδυνο
πολλές φορές της ζωής του, δεν αναχαιτίζει το δρόμο για να κάνει τόπο να
περάσει ο δυστυχής πεζός, ο ηλικιωμένος, ο ανάπηρος, η έγκυος γυναίκα. Αλλά
προχωρεί ακάθεκτος, ακόμη και όταν δε βιάζεται, μόνο για να δείξει την υπεροχή
της τέχνης ή της μηχανής του. Προσέξετε ιδίως πώς αγκυροβολεί στα πεζοδρόμια,
για να αναπαυθεί ή επειδή δε χρειάζεται πια το όχημά του. Σωστή ιλαροτραγωδία.
Μάταια τα όργανα της τάξης τον απειλούν με πρόστιμο και χαράζουν σήματα, για να
συμμορφωθεί, ή του αφαιρούν τις πινακίδες, για να τον σωφρονίσουν. Εκείνος
αναδέχεται με χαμόγελο την ποινή ή φροντίζει να την αποφύγει με τις γνωριμίες
και με τις ψεύτικες εξομολογήσεις του, για να συνεχίσει την άλλη μέρα τα ίδια
παραπτώματα που, ούτε λίγο ούτε πολύ, στοιχίζουν κάποτε τη ζωή των συνανθρώπων
ή και τη δική του. Το δυστύχημα είναι ότι η μόρφωση, η κοινωνική προέλευση, ο
τρόπος της βιοπάλης ή η ηλικία και το φύλο πολύ μικρή επιρροή έχουν σ’ αυτή τη
συμπεριφορά. Το κακό είναι, φαίνεται, βαθιά ριζωμένο μέσα του, έρχεται «από
πολύ μακριά». Και δε διορθώνεται, τουλάχιστο μέσα στα χρονικά όρια που μπορούμε
να το παρακολουθήσουμε.
- Φοβάμαι, απαντά ο δεύτερος, ότι
αδικείτε τους συμπολίτες σας. Δεν αμφισβητώ την παρατηρητικότητα ούτε
αποδοκιμάζω την παρρησία σας. Αλλά γενικεύετε ένα φαινόμενο, δυσάρεστο ασφαλώς,
που χαρακτηρίζει μιαν ορισμένη τάξη ανθρώπων, εκείνους που κακώς απόκτησαν και
κακώς μεταχειρίζονται σήμερα το αυτοκίνητο τους, δε βρίσκουν όμως καθόλου
σύμφωνους στη συμπεριφορά τους όσους υποχρεώνονται να καταφύγουν σ’ αυτό το
μέσον συγκοινωνίας για τις υποθέσεις τους. Η ευθύνη βαρύνει ιδίως τους νέους
(περισσότερο τους άνδρες, λιγότερο τις γυναίκες, ίσως από «φόβο»), που έχουν
δυσανάλογα μεγάλη για την ηλικία τους αποκοτιά και αναίδεια. Πιθανόν ακόμη και
εκείνους που μιμούνται το κακό παράδειγμά τους από απερισκεψία ή από κακώς
νοούμενη βιασύνη. Αλλά δεν είναι καθόλου γενικός κανόνας αυτή η αρρυθμία. Εγώ
συναντώ συχνά ώριμους ανθρώπους, φρόνιμους, «νοικοκυραίους», που επιτιμούν τους
αυθαίρετους οδηγούς και προσπαθούν να τους επαναφέρουν στην τάξη. Δεν
παρατηρείται, λέγετε, αυτή η αταξία σε άλλες χώρες, πιο προχωρημένες, στον
εξωτερικό πολιτισμό, από τη δική μας. Δε θα διαφωνήσω μαζί σας. Σκεφθείτε,
όμως, ότι εκεί το αυτοκίνητο έχει σχετικά με μας πολύ μεγαλύτερη ηλικία (ο
χρόνος κατευνάζει τα νεύρα). Και ότι η ταχύτητα είναι κακός σύμβουλος,
παρασύρει ακούσια σχεδόν σε θλιβερές υπερβολές. Στο τέλος το λάθος είναι στις
εταιρείες κατασκευής αυτοκινήτου, που για λόγους ανταγωνισμού ρίχνουν στην
αγορά ολοένα πιο γρήγορα και φυσικά πιο επικίνδυνα αυτοκίνητα. Εδώ ίσως είναι
ανάγκη να ψέξουμε ακόμα και το Κράτος, που έπρεπε να αφαιρεί αμέσως την άδεια
από τους κακούς και υπότροπους οδηγούς για παραδειγματισμό. Οπωσδήποτε η πείρα
μου στο κεφάλαιο τούτο είναι διαφορετική από τη δική σας. Έχω ζήσει σε ξένα
μέρη· πουθενά δεν είδα την προθυμία των οδηγών να επιβιβάζουν στο όχημά τους
καταπονημένους πεζούς ή να οδηγούν τα θύματα των τροχών στα νοσοκομεία, όπως
στην Ελλάδα. Έως την ώρα τουλάχιστο που ο ξένος τουρισμός έδειξε στους
πατριώτες μου οδηγούς τους κινδύνους τούτης της καλοπροαίρετης συμπεριφοράς.
Ίσως πρέπει να είμαστε περισσότερο επιφυλακτικοί στις συγκρίσεις μας, γιατί
τους άλλους τους βλέπουμε «απ’ έξω», ενώ τους δικούς μας τους γνωρίζουμε «από
μέσα».
Ε. Π. Παπανούτσος, «Τα μέτρα της εποχής
μας»
εκδ. Φιλιππότης
Η
θέση του πρώτου συνομιλητή είναι ότι οι Νεοέλληνες δεν έχουν κοινωνική αγωγή
και ότι αυτό το συμπεραίνει από τους τρόπους τους. Στη συνέχεια βασίζεται στην παραδοχή
ότι ο χαρακτήρας ενός λαού φαίνεται από τον τρόπο που οδηγεί το αυτοκίνητο.
Αναφέρεται σε διάφορα παραδείγματα που δείχνουν ότι οι Έλληνες οδηγούν άτακτα,
ασυνάρτητα, εγωιστικά και υπερφίαλα. Με τον τρόπο αυτό οδηγείται επαγωγικά,
μέσα από τα παραδείγματα, στο γενικευτικό συμπέρασμα ότι όλοι οι Έλληνες,
ανεξαρτήτως μόρφωσης, κοινωνικής προέλευσης, ηλικίας και φύλου είναι κακοί
οδηγοί.
Διαβάστε
προσεκτικά την απάντηση του δεύτερου συνομιλητή και απαντήστε στις παρακάτω
ερωτήσεις:
- Με
ποια αντεπιχειρήματα αντικρούει ο δεύτερος συνομιλητής την παραπάνω γενίκευση;
Ο δεύτερος συνομιλητής επισημαίνει πως:
α) η όλη τοποθέτηση του πρώτου ομιλητή αποτελεί μια άδικη γενίκευση, η οποία
βασίζεται στη συμπεριφορά μιας ορισμένης τάξης ανθρώπων που κακώς έχουν
αποκτήσει όχημα και το μεταχειρίζονται με λανθασμένο τρόπο, β) η ευθύνη βαρύνει
κυρίως τους νέους σε ηλικία άνδρες -και λιγότερο τις γυναίκες- που διακρίνονται
για την αναίδεια και την απερίσκεπτη τολμηρότητά τους και γ) υπάρχουν, επίσης,
ορισμένοι που παρασύρονται από το κακό παράδειγμα αυτών, είτε διότι δεν
σκέφτονται τις συνέπειες μιας τέτοιας συμπεριφοράς είτε επειδή υποτίθεται πως
βιάζονται να φτάσουν στον προορισμό τους.
- Με
ποια επιπλέον επιχειρήματα υποστηρίζει τους Έλληνες;
Τονίζει αφενός ότι υπάρχουν πολλοί
συνετοί άνθρωποι που επιτιμούν εκείνους που οδηγούν τόσο επικίνδυνα και που
προσπαθούν να τους επαναφέρουν στην τάξη, κι αφετέρου αναφέρεται στην ευθύνη
που έχει η πολιτεία σε σχέση μ’ αυτό το φαινόμενο, αφού δεν αφαιρεί, για
παραδειγματισμό, την άδεια όσων οδηγούν επικίνδυνα. Επιπλέον, καταγράφει το
γεγονός ότι κάποιοι παρασύρονται από την ίδια τη δυνατότητα που τους παρέχει το
αυτοκίνητο για την ανάπτυξη της ταχύτητας, και πως άρα, έχουν ευθύνη και οι
ίδιες οι αυτοκινητοβιομηχανίες που, για λόγους ανταγωνισμού, κατασκευάζουν
ολοένα και πιο γρήγορα αυτοκίνητα.
- Σε
ποια συμπεράσματα καταλήγει από τη σύγκριση της συμπεριφοράς των Ελλήνων με
τους άλλους λαούς;
Ο δεύτερος ομιλητής αφού πρώτα
υπενθυμίζει πως στο εξωτερικό είχαν από πολύ παλαιότερα στη διάθεσή τους τα
αυτοκίνητα, και άρα, περισσότερο χρόνο για να εκτονώσουν τις όποιες εντάσεις
τους και να κατανοήσουν έτσι καλύτερα τους σχετικούς κινδύνους, παρουσιάζει τα
εξής συμπεράσματα: α) σε καμία χώρα του εξωτερικού οι άνθρωποι δεν είναι τόσο
πρόθυμοι όσο στην Ελλάδα να βοηθήσουν κουρασμένους πεζούς μεταφέροντας τους με
το αυτοκίνητό τους, όπως και να μεταφέρουν στο νοσοκομείο θύματα τροχαίων -συμπεριφορά
που παρέμεινε ανόθευτη, μέχρι να γνωρίσουν λόγω της προσέλευσης των τουριστών
τους κινδύνους που κρύβει η προθυμία να επιβιβάσεις κάποιον άγνωστο στο
αυτοκίνητό σου-, και β) πως θα ήταν πιο συνετό να αποφεύγονται τέτοιες
συγκρίσεις αφού τους ανθρώπους των ξένων χωρών τους γνωρίζουμε ως παρατηρητές
και μόνο, χωρίς να έχουμε πραγματική και βαθιά γνώση για τη συμπεριφορά τους,
όπως έχουμε για τους ανθρώπους της δικής μας χώρας.
- Ποιος
από τους δύο συνομιλητές σάς φαίνεται πιο πειστικός και γιατί;
Ο δεύτερος συνομιλητής είναι πιο
πειστικός διότι φροντίζει να προσεγγίσει το εξεταζόμενο θέμα πιο προσεκτικά και
να επισημάνει διάφορες πτυχές και πιθανές αιτίες. Έτσι, ενώ ο πρώτος οδηγείται
επαγωγικά σε μια γενίκευση που παίρνει ως βάση τις μεμονωμένες περιπτώσεις,
δημιουργώντας μια εντελώς αρνητική εικόνα για το σύνολο των Ελλήνων οδηγών, ο
δεύτερος επιχειρεί πιο ψύχραιμα να δείξει πως η αρνητική αυτή συμπεριφορά αφορά
ένα μικρό μόνο μέρος των Ελλήνων πολιτών.
-
Επιχειρήστε να συνεχίσετε τον παραπάνω διάλογο με ανάλογο τρόπο. Να
επισημάνετε μια άλλη διάσταση της συμπεριφοράς του Έλληνα, που θα μπορούσε να
αποτελέσει θέμα αντιπαράθεσης, και εκθέστε με τη μορφή διαλόγου τις
αντιτιθέμενες απόψεις δύο υποθετικών συνομιλητών.
Έλληνες
και εργατικότητα
Α΄
άποψη: Μια θλιβερή
διαπίστωση για τη συμπεριφορά του σύγχρονου Έλληνα είναι η προφανής έλλειψη
εργατικότητας που τον διακρίνει. Όπου κι αν πάει κανείς, οποιαδήποτε ώρα της
ημέρας, συναντά πλήθος ανθρώπων να πίνουν αμέριμνοι τον καφέ τους ή να στέκουν
αργόσχολοι σαν να μην έχουν καμία απολύτως απασχόληση ή ενασχόληση. Κύρια
έγνοια τους είναι το που θα συνεχίσουν τη διασκέδασή τους και, φυσικά, το πώς
θα καταφέρουν να βρουν μια θέση εργασίας στο δημόσιο, ώστε να έχουν μια σίγουρη
και ελάχιστα κοπιαστική εργασία. Σε οποιαδήποτε δημόσια υπηρεσία κι αν βρεθείς,
άλλωστε, μπορείς εύκολα να διαπιστώσεις την αναποτελεσματικότητα και τη
βραδυκινησία των δημοσίων υπαλλήλων, που, κατά πώς φαίνεται, αποτελούν το
πρότυπο όλων των υπόλοιπων Ελλήνων. Δημόσιες υπηρεσίες χωρίς αντικείμενο με
άφθονους υπαλλήλους, που δεν παρουσιάζονται καν στο χώρο της εργασίας τους,
αγενείς δημόσιοι υπάλληλοι που αντιμετωπίζουν ως ενόχληση οποιαδήποτε συναλλαγή
με τους πολίτες∙ και, φυσικά, με κύρια δική τους έγνοια το πότε είναι το επόμενο
τριήμερο -χάρη σε κάποια από τις πολλές αργίες-, για να οργανώσουν την επόμενη
εξόρμησή τους. Κι από την άλλη, νέοι άνθρωποι που δεν έχουν εργασία να
δυσανασχετούν στη σκέψη και μόνο κάποιας χειρωνακτικής απασχόλησης, θεωρώντας
πως οτιδήποτε δεν τους διασφαλίζει την ξεκούραση ενός γραφείου, δεν είναι
ανάλογο των «υψηλών» ικανοτήτων τους.
Β΄
άποψη: Ακόμη κι αν γίνει δεκτό
πως υπάρχουν ορισμένοι φυγόπονοι δημόσιοι υπάλληλοι που εκμεταλλευόμενοι καταστάσεις
είναι ελάχιστα αποδοτικοί, αυτοί αποτελούν ένα μικρό μόνο ποσοστό που αδίκως
στιγματίζει και όλους τους υπόλοιπους. Επιπλέον, το αν υπάρχουν νέοι άνθρωποι
που θεωρούν το δημόσιο ως καλύτερη επιλογή αυτό δεν έχει να κάνει με την ελλιπή
εργατικότητά τους, αλλά με τις δεινές συνθήκες που επικρατούν στον ιδιωτικό τομέα.
Αδήλωτη εργασία, εξοντωτικά χαμηλές αμοιβές, συνεχείς απλήρωτες υπερωρίες,
αδίστακτη εκμετάλλευση της ανεργίας και της εργασιακής ανασφάλειας είναι
στοιχεία που συνθέτουν πολλές φορές την εικόνα του σύγχρονου ιδιωτικού τομέα.
Οι νέοι άνθρωποι σαφώς και είναι εργατικοί και σαφώς έχουν κάθε πρόθεση να
εργαστούν σκληρά για να επιτύχουν όσα επιθυμούν στη ζωή τους, ερχόμενοι όμως
αντιμέτωποι μ’ ένα τέτοιο κλίμα αποθαρρύνονται. Η επιθυμία τους να βρουν εκείνο το χώρο
εργασίας που θα τους διασφαλίσει αξιοπρεπείς συνθήκες και επαρκείς παροχές, δεν
μπορεί να χρησιμοποιείται ως επιχείρημα εις βάρος τους, αφού είναι πλέον γνωστό
σε όλους πως ακόμη και μια εργασία πλήρους ωραρίου δεν επαρκεί για να
συντηρήσει ένας νέος άνθρωπος τον εαυτό του. Ο βασικός μισθός που παρέχεται
τώρα πια, και με δεδομένο το γεγονός ότι οι τιμές όλων των αγαθών παραμένουν
εξαιρετικά υψηλές, δεν αποτελεί επαρκές κίνητρο για τους νέους, αφού
αισθάνονται πως ο κόπος τους δεν έχει ουσιαστικό αντίκρισμα.
0 σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου