Usha Peddamatham
Λυσίας
«Υπέρ Μαντιθέου» Ερμηνευτικές Ερωτήσεις [Προοίμιο]
1. Με
ποιον τρόπο ο Μαντίθεος προσπαθεί να προσελκύσει την προσοχή των βουλευτών και
να κερδίσει την εύνοιά τους;
Το προοίμιο αυτό είναι εξαιρετικά
αριστοτεχνικό, καθώς επιτυγχάνει με ευσύνοπτο τρόπο, όχι μόνο να κατατοπίσει
τους ακροατές σχετικά με τη βασική κατηγορία που έχει διατυπωθεί, αλλά και να
κεντρίσει το ενδιαφέρον τους, και συνάμα να δημιουργήσει μέσα από τη μεγάλη
εμπιστοσύνη που δείχνει ο Μαντίθεος στην αθωότητά του, τις κατάλληλες
προϋποθέσεις για την ευνοϊκή τους στάση απέναντί του.
Ειδικότερα, διαπιστώνουμε πως ο
Μαντίθεος προκειμένου να κερδίσει την εύνοια των ακροατών επιχειρεί να τονίσει με ιδιαίτερη
έμφαση την εμπιστοσύνη που έχει στον εαυτό του και στην αθωότητά του.
Εμφανίζεται, έτσι, ως ένας άνθρωπος που δεν έχει να φοβηθεί τίποτα, και δηλώνει
μάλιστα πως όποιος μάθει τα πεπραγμένα της ζωής του, ακόμη κι αν πρώτα τον
έβλεπε αρνητικά, θ’ αλλάξει γνώμη και θα τον θεωρεί πλέον πολύ καλύτερο. Κι
είναι τέτοια η βεβαιότητα που έχει ο Μαντίθεος στην αθωότητα και στο ήθος του (ἐγὼ γὰρ οὕτω σφόδρα ἐμαυτῷ πιστεύω), ώστε εμφανίζεται να χρωστά
σχεδόν χάρη στους κατηγόρους του και να τους είναι ευγνώμων για την ευκαιρία
που του προσφέρουν να μιλήσει για τη ζωή του. Φροντίζει, βέβαια, να επισημάνει
το άδικο των κατηγοριών (τοῖς ἀδίκως
διαβεβλημένοις), προκειμένου να καταστήσει σαφές πως ο ίδιος είναι το θύμα της
κακόβουλης και συκοφαντικής διάθεσης ανθρώπων που δεν διστάζουν να επιδιώξουν
τη σπίλωση της τιμής ενός έντιμου και βαθιά δημοκρατικού συμπολίτη τους.
Τονίζει, επομένως, πως γνωρίζει καλά
τις δόλιες προθέσεις αυτών που τον κατηγόρησαν, στοιχείο που υποδηλώνει αφενός
την αντιληπτική ικανότητα του ίδιου, αλλά και την αχρειότητα εκείνων (τοῖς κατηγόροις βουλομένοις ἐκ παντὸς τρόπου κακῶς ἐμὲ ποιεῖν). Επιπλέον, με τη διαβεβαίωση που
δίνει για τα δημοκρατικά του φρονήματα (εὔνους εἰμὶ τοῖς καθεστηκόσι πράγμασι), αλλά και για
τη συμμετοχή του στους αγώνες που έδωσαν οι Αθηναίοι στις δύσκολες για τη
δημοκρατία εποχές (ὡς
ἠνάγκασμαι τῶν αὐτῶν κινδύνων μετέχειν ὑμῖν), αγγίζει ένα θέμα που τους συγκινεί
ιδιαίτερα. Τέλος, ενισχύει την αρχική εντύπωση της πίστης που έχει στην
αθωότητά του, όταν ζητά από τους βουλευτές να εγκρίνουν την εκλογή του, μόνο
εφόσον τους αποδείξει ότι πληροί όλες τις προϋποθέσεις μέσα από την ανάδειξη
του μέτρου και της σύνεσης που τον διακρίνει σε όλες τις πτυχές του ιδιωτικού
και δημόσιου βίου του (περὶ τὰ
ἄλλα μετρίως βεβιωκὼς)
Σε ό,τι αφορά την προσοχή, την πρόσεξιν,
των ακροατών ο
Μαντίθεος αρχίζει το λόγο του μ’ έναν ιδιαίτερα πρωτότυπο τρόπο -σχήμα παρά
προσδοκίαν- αφού εκφράζει, έστω και υπό προϋποθέσεις, ευγνωμοσύνη στους
κατηγόρους του (πολλὴν
ἂν αὐτοῖς χάριν εἶχον ταύτης τῆς κατηγορίας). Κι ενώ θα περίμενε
κανείς αγανάκτηση από μέρους του για το άδικο της κατηγορίας, εκείνος δηλώνει
πως τους χρωστά χάρη γιατί του δίνουν την ευκαιρία να μιλήσει για όσα έχει
κάνει στη ζωή του, κι έτσι να φέρει με το μέρος του ακόμη και ανθρώπους που
μέχρι πρότινος ήταν εχθρικοί απέναντί του. Όπως άλλωστε τονίζει, δημιουργώντας
μια αντίφαση που κεντρίζει το ενδιαφέρον των ακροατών, για τους ανθρώπους που
έχουν κατηγορηθεί άδικα, εκείνοι που τους κατηγόρησαν είναι αίτιοι μεγάλων
αγαθών (τούτους εἶναι
μεγίστων ἀγαθῶν αἰτίους), εφόσον τους προσφέρουν τη
δυνατότητα να παρουσιάσουν το σύνολο της ζωής τους και να διαφανεί κατ’ αυτό
τον τρόπο το άμεμπτο του ήθους τους και η σύνεση που χαρακτηρίζει κάθε τους
πράξη. Με την έντονη, μάλιστα, αυτοπεποίθησή του και με την ελπίδα που εκφράζει
ότι θα μεταστρέψει την εις βάρος του δυσμενή εντύπωση, επιχειρεί να προϊδεάσει
τους βουλευτές, δημιουργώντας τους έτσι εύλογο ενδιαφέρον για όσα πρόκειται να
εκθέσει στη συνέχεια.
Το ρήμα «ἀξιῶ» στο κέντρο ακριβώς του προοιμίου προκαλεί
προφανώς αίσθηση στους ακροατές, μιας και μοιάζει παράδοξο ή και προκλητικό το
να εγείρει αξιώσεις ο απολογούμενος. Εντούτοις, στην πορεία αποσαφηνίζονται οι
προθέσεις του Μαντίθεου και κατορθώνει όχι μόνο να κερδίσει την προσοχή, μα και
την εύνοια των ακροατών του. Αίτημά του είναι να μην αρκεστούν οι βουλευτές
μόνο στην απόδειξη ότι διάκειται φιλικά προς το δημοκρατικό πολίτευμα, για να
επικυρώσουν την εκλογή του, αλλά να δώσουν ιδιαίτερη προσοχή και στο αν
διακρίνεται από σύνεση και μέτρο το σύνολο της ζωής του, και τότε, αν πειστούν
κι ως προς αυτό, να εγκρίνουν αφενός την εκλογή του και αφετέρου ν’ αναγνωρίσουν
την κακία των κατηγόρων του. Με το ρήμα «δέομαι», μάλιστα, που εκφράζει
σεμνότητα απέναντι στους βουλευτές, ο Μαντίθεος επιτυγχάνει να εκφράσει το
σεβασμό που έχει απέναντι στη Βουλή και να τονίσει με έμφαση την ιδιαίτερη αξία
που αποδίδει στην όλη δημοκρατική διαδικασία της δοκιμασίας.
2. Ποια
απήχηση μπορεί να είχε στους βουλευτές η αναφορά του Μαντιθέου στην κοινωνική
του ζωή;
Η δημοκρατική διαγωγή δεν αρκούσε για
την ανάληψη ενός δημόσιου αξιώματος. Έπρεπε ο εκλεγμένος άρχοντας να διαθέτει
και το κατάλληλο ήθος. Ο Μαντίθεος ζητά από τους βουλευτές να εγκρίνουν την
εκλογή του σε βουλευτή, μόνον εφόσον αποδείξει ότι πληροί όλες τις
προϋποθέσεις. Αίτημα που δημιουργεί ευνοϊκό κλίμα απέναντί του, μιας και αφενός
υποδηλώνει πως αναγνωρίζει την καίρια σημασία που έχει η εξέταση της ζωής του
δοκιμαζόμενου στο σύνολό της κι αφετέρου φανερώνει πως δεν έχει κανένα μελανό
σημείο στη ζωή του, που θα επιδίωκε να το αποκρύψει. Ο Μαντίθεος έχει σταθεί σε
όλες τις εκφάνσεις του δημόσιου και ιδιωτικού του βίου με την ίδια ακεραιότητα
κι αυτό εκτιμάται ιδιαιτέρως από τους βουλευτές, αφού στο πρόσωπό του βλέπουν
έναν νέο με υψηλό ήθος και αρχές.
3. Με
ποια επιχειρήματα ο Μαντίθεος προσπαθεί να πείσει τους βουλευτές να εγκρίνουν
την εκλογή του ως βουλευτή;
Εἰ μὴ συνῄδη, ὦ βουλή, τοῖς κατηγόροις βουλομένοις ἐκ παντὸς τρόπου κακῶς ἐμὲ ποιεῖν, πολλὴν ἂν αὐτοῖς χάριν εἶχον ταύτης τῆς κατηγορίας...
Το πρώτο επιχείρημα του Μαντίθεου έχει
κυρίως ψυχολογική διάσταση, εφόσον παρουσιάζεται σχεδόν πρόθυμος να
ευχαριστήσει τους κατηγόρους του για την ευκαιρία που του δίνουν να παρουσιάσει
στους βουλευτές την μέχρι τώρα ζωή του και να διαφανεί έτσι η ηθική του
ακεραιότητα. Όπως κάθε άνθρωπος, άλλωστε, που έχει κατηγορηθεί άδικα, μόλις
κάνει τον απολογισμό της ζωής του, βγαίνει προφανώς κερδισμένος, εφόσον
αναδεικνύεται η σύνεση και η τιμιότητα που διακρίνει κάθε του πράξη.
ἐγὼ γὰρ οὕτω σφόδρα ἐμαυτῷ πιστεύω, ὥστ᾽ ἐλπίζω καὶ εἴ τις πρός με τυγχάνει ἀηδῶς [ἢ κακῶς] διακείμενος, ἐπειδὰν ἐμοῦ λέγοντος ἀκούσῃ περὶ τῶν πεπραγμένων, μεταμελήσειν αὐτῷ καὶ πολὺ βελτίω με εἰς τὸν λοιπὸν χρόνον ἡγήσεσθαι.
Ψυχολογικό είναι και το αμέσως επόμενο
επιχείρημα, που έρχεται να φανερώσει την απόλυτη εμπιστοσύνη του απολογούμενου
στην αθωότητα, αλλά και στην ηθική του ακεραιότητα. Ο Μαντίθεος είναι απολύτως
πεπεισμένος πως μόλις ολοκληρώσει την απολογία του, όσοι προηγουμένως δεν τον
εκτιμούσαν θα αλλάξουν γνώμη γι’ αυτόν, και, παράλληλα, πως εκείνοι που επιχείρησαν
να τον βλάψουν θα βρεθούν αίφνης υπόλογοι για τη φθονερή και δόλια πράξη τους.
ὡς εὔνους εἰμὶ τοῖς καθεστηκόσι πράγμασι καὶ ὡς ἠνάγκασμαι τῶν αὐτῶν κινδύνων μετέχειν ὑμῖν
Το επόμενο επιχείρημα είναι κυρίως
λογικό, μιας και ο Μαντίθεος είναι σε θέση να αποδείξει αφενός την αφοσίωσή του
στο δημοκρατικό πολίτευμα και αφετέρου το γεγονός ότι κι ο ίδιος ήρθε
αντιμέτωπος με τους ίδιους κινδύνους που βίωσαν κι οι συμπολίτες του∙ κάτι που
σημαίνει πως δεν είχε ποτέ καλές σχέσεις με τους ολιγαρχικούς κύκλους και πως,
φυσικά, δεν συνεργάστηκε ποτέ μαζί τους.
περὶ τὰ ἄλλα μετρίως βεβιωκὼς καὶ πολὺ παρὰ τὴν δόξαν καὶ [παρὰ] τοὺς λόγους τοὺς τῶν ἐχθρῶν
Λογικό και το επιχείρημα αυτό, καθώς
βασίζεται στο γεγονός ότι ο απολογούμενος έχει τηρήσει τόσο στο δημόσιο όσο και
στον ιδιωτικό του βίο ένα αυστηρό πλαίσιο ηθικών αρχών κι έχει ζήσει με πλήρη
σύνεση.
πρῶτον δὲ ἀποδείξω ὡς οὐχ ἵππευον οὔδ᾽ ἐπεδήμουν ἐπὶ τῶν τριάκοντα, οὐδὲ μετέσχον τῆς τότε πολιτείας.
Το προοίμιο κλείνει με τρία
λογικά-αντικειμενικά επιχειρήματα∙ ο Μαντίθεος δεν υπηρέτησε ως ιππέας κατά την
περίοδο της ολιγαρχίας των Τριάκοντα, αφού δεν ζούσε στην Αθήνα εκείνη την
εποχή, και, άρα, δεν συνεργάστηκε με κανένα τρόπο με το αντιδημοκρατικό αυτό καθεστώς.
4. Ποια
συναισθήματα προκαλεί στους βουλευτές η δήλωση του Μαντιθέου ότι έχει
εμπιστοσύνη στον εαυτό του και ότι με την εξιστόρηση της ζωής του θα
μεταστρέψει τη δυσμενή εντύπωσή τους εις βάρος του;
Οι βουλευτές που πολύ εύλογα ενδέχεται
να επηρεάστηκαν από την εις βάρος του κατηγορία και να θεώρησαν πως απέναντί τους
θα εμφανιστεί ένας άνθρωπος που δεν σέβεται τη δημοκρατία, αιφνιδιάζονται από
την τόσο πρόδηλη εμπιστοσύνη του στον εαυτό του, στην αθωότητα και στην ηθική
του ακεραιότητα, ώστε θα είναι πρόθυμοι ν’ ακούσουν με μεγάλο ενδιαφέρον τα όσα
έχει να τους διηγηθεί. Έτσι, ακόμη κι αν δεν κατορθώνει με την αρχική αυτή
δήλωση να μεταστρέψει πλήρως τις αρνητικές εις βάρος του εντυπώσεις και τη
δυσπιστία των βουλευτών, κατορθώνει σίγουρα να εξάψει το ενδιαφέρον τους και να
κερδίσει την προσοχή τους.
5. Ποιο
είναι το κατηγορητήριο εις βάρος του Μαντιθέου;
«πρῶτον δὲ ἀποδείξω ὡς οὐχ ἵππευον οὔδ᾽ ἐπεδήμουν ἐπὶ τῶν τριάκοντα, οὐδὲ μετέσχον τῆς τότε πολιτείας.»
Η κατηγορία που βαρύνει τον Μαντίθεο
είναι πως υπηρέτησε ως ιππέας κατά την περίοδο που οι Τριάκοντα είχαν τον έλεγχο
της Αθήνας (Σεπτέμβριος 404 π.Χ. – Σεπτέμβριος 403 π.Χ.)∙ γεγονός που θα
σήμαινε ότι συνεργάστηκε με το ολιγαρχικό καθεστώς και πως, άρα, δεν είναι
υποστηρικτής του δημοκρατικού πολιτεύματος.
6. Σε
ποια στοιχεία, κατά τον Μαντίθεο, πρέπει να στηριχθεί η ανάδειξή του ως
βουλευτή;
Ο Μαντίθεος με την «αξίωση» που εισάγει
στο μέσο του προοιμίου ζητά να μην αρκεστούν οι βουλευτές για την επικύρωση της
εκλογής του, μόνο στην απόδειξη του δημοκρατικού του ήθους και της συμμετοχής
του μαζί με τους συμπολίτες του στους ίδιους κινδύνους για το δημοκρατικό
πολίτευμα, αλλά και σ’ επιπλέον στοιχεία που αφορούν το ήθος του. Ειδικότερα, ο
Μαντίθεος έχει την αξίωση να τον αναδείξουν βουλευτή μόνο εφόσον τους αποδείξει
πως έχει ζήσει σε κάθε πτυχή του ιδιωτικού και δημόσιου βίου του με μέτρο και
σύνεση∙ κατά τρόπο, δηλαδή, τελείως διαφορετικό από αυτόν που υπονοούν και
παρουσιάζουν οι κατήγοροί του.
7. Γιατί
ο Μαντίθεος δηλώνει την εύνοιά του προς το δημοκρατικό καθεστώς; Έχει σχέση αυτό με τον χρόνο εκφώνησης του
λόγου και τη σύνθεση της βουλής;
Τα δημοκρατικά φρονήματα και οι αγώνες
για τη δημοκρατία σε χαλεπούς καιρούς, όπως την εποχή των Τριάκοντα,
συγκινούσαν ιδιαίτερα τους Αθηναίους και έπαιζαν καθοριστικό ρόλο στη δοκιμασία
των αρχόντων. Αν κι έχουν περάσει περισσότερα από δέκα χρόνια από την εποχή της
οδυνηρής ολιγαρχίας των Τριάκοντα οι Αθηναίοι συνεχίζουν να έχουν ιδιαίτερη
ευαισθησία σε ό,τι αφορά το δημοκρατικό πολίτευμα, μιας και δεν θεωρούν πως
έχουν παρέλθει πλήρως οι δυσκολίες που αντιμετωπίζει η πολιτεία τους. Η Αθήνα
μόλις το 392 π.Χ. ξεκινά συζητήσεις με τη Σπάρτη για τη σύναψη μιας ευνοϊκότερης
συνθήκης ειρήνης, υπό το βάρος της ολοένα και πιο έντονης παρέμβασης των Περσών
στις ελληνικές υποθέσεις∙ προσπάθεια, μάλιστα, που δεν ευοδώθηκε, μιας και οι
Αθηναίοι, σε αντίθεση με τους Σπαρτιάτες, δεν ήθελαν να αποδεχτούν την
επικυριαρχία των Περσών στις ελληνικές πόλεις της Μικράς Ασίας.
8. Γιατί
η πρόταση «καὶ εἴ τις πρός με
τυγχάνει ἀηδῶς [ἢ κακῶς]
διακείμενος»
αρχίζει με το «καὶ εἰ» και όχι με το «εἰ καὶ»;
Η πρόταση ξεκινά με το «καὶ εἰ», καθώς εκφράζει παραχώρηση σε κάτι το
μη πραγματικό ή το υποθετικό, ενώ αν εισαγόταν με το «εἰ καὶ» θα δήλωνε παραχώρηση σε κάτι που ο
ομιλητής το θεωρεί πραγματικό. Κατ’ αυτό τον τρόπο ο Μαντίθεος επιχειρεί να
δώσει μια ηπιότερη και περισσότερο υποθετική διάσταση στο ενδεχόμενο να
υπάρχουν μεταξύ των Βουλευτών άνθρωποι που έχουν εχθρική διάθεση απέναντί του,
έστω κι αν στην πραγματικότητα γνωρίζει πως κάποιοι θα έχουν σίγουρα επηρεαστεί
από το κατηγορητήριο και θα είναι δύσπιστοι απέναντί του.
9. Να
περιγράψετε το ήθος του Μαντιθέου και των κατηγόρων του, όπως αυτό διαγράφεται
στο προοίμιο.
Το
ήθος του Μαντίθεου: Ο
Μαντίθεος παρουσιάζεται ως ένας δημοκρατικός πολίτης που κατηγορείται άδικα από
ανθρώπους δόλιων προθέσεων. Προβάλλει, μάλιστα, με ιδιαίτερη έμφαση την
εμπιστοσύνη που έχει στον εαυτό του και στην ηθική του ακεραιότητα, θέλοντας να
δείξει πως δεν έχει απολύτως τίποτε να κρύψει και πως δεν έχει κάνει ποτέ
τίποτε το μεμπτό. Είναι, ως εκ τούτου, ένας τίμιος και αγαθός πολίτης, με
απόλυτο σεβασμό απέναντι στη δημοκρατία και στους δημοκρατικούς θεσμούς, όπως
αυτό διαφαίνεται κυρίως από την αξίωσή του να μην αποτελέσει η επικείμενη απόδειξη
της αθωότητάς του επαρκές κριτήριο για να επικυρωθεί η κλήρωσή του στο
βουλευτικό αξίωμα, καθώς είναι εξαιρετικά σημαντικό για τον ίδιο να εκτιμηθεί
εξίσου κι η σύνεση με την οποία έχει σταθεί όχι μόνο στο δημόσιο αλλά και στον
ιδιωτικό του βίο.
Το
ήθος των κατηγόρων: Οι
κατήγοροι παρουσιάζονται από την αρχή κιόλας του προοιμίου ως ανέντιμοι και
φθονεροί άνθρωποι που επιχειρούν να βλάψουν έναν αθώο συμπολίτη τους
προκειμένου να του στερήσουν την τιμή να υπηρετήσει την πόλη του ως βουλευτής.
Το γεγονός, άλλωστε, ότι η κατηγορία που διατύπωσαν θα αποδειχθεί πολύ σύντομα
αναληθής, φανερώνει ότι είναι ανόητοι συκοφάντες, που άθελά τους προσφέρουν μια
ιδανική ευκαιρία σ’ εκείνον που θέλησαν να βλάψουν, να παρουσιάσει σε όλους το
άμεμπτο ήθος και την ποιότητα του χαρακτήρα του.
10. Από
πού συνάγεται ότι ο Μαντίθεος στο προοίμιο χαρακτηρίζεται από μεγάλη
αυτοπεποίθηση;
Η αυτοπεποίθηση του Μαντίθεου, που
δημιουργεί πολύ αποτελεσματικά την εντύπωση μιας αδιαπραγμάτευτης αίσθησης
αθωότητας, προκύπτει τόσο από τη σχετική δήλωση του ίδιου (ἐγὼ γὰρ οὕτω σφόδρα ἐμαυτῷ πιστεύω), όσο και από την αξίωση που
διατυπώνει στους βουλευτές (ἀξιῶ)
να μην αρκεστούν στην αθωότητά του για να επικυρώσουν την εκλογή του, αλλά να
απαιτήσουν και την απόδειξη πως έζησε συνολικά τη ζωή του με σύνεση.
11. Με
βάση τον τρόπο με τον οποίο παρουσιάζει τον εαυτό του ο Μαντίθεος στο προοίμιο,
ποια εικόνα σχηματίζετε για αυτόν;
Ο Μαντίθεος παρουσιάζεται ως ένας
πολίτης βαθιά δημοκρατικός με απόλυτο σεβασμό απέναντι στη βουλή και στο θεσμό
της δοκιμασίας, μιας και θεωρεί πως η εκλογή του θα πρέπει να επικυρωθεί μόνο
εφόσον θα έχει πλήρως διασφαλιστεί ότι πληροί τις αναγκαίες προϋποθέσεις ως
άτομο και ως πολίτης. Είναι, μάλιστα, τέτοια η εμπιστοσύνη που έχει στον εαυτό
του, ώστε δημιουργείται η εντύπωση πως είναι ένας άνθρωπος που έχει κατηγορηθεί
τελείως άδικα και πως είναι εύλογο να αγανακτεί, μιας και έζησε τη ζωή του με πλήρη
τιμιότητα και με προσήλωση απέναντι στις αρχές της δημοκρατίας και του δικαίου.
Θα ήταν, άλλωστε, παράδοξο να παρουσιάζει τέτοια πεποίθηση στην ηθική του
ακεραιότητα, αν δεν είχε τη δυνατότητα να στηρίξει με μάρτυρες και με στοιχεία
τη συνετή του στάση τόσο στον ιδιωτικό όσο και στο δημόσιο βίο του.
12. Ποια
στοιχεία δείχνουν ότι το κείμενο αυτό είναι προοίμιο
δικανικού λόγου και μάλιστα για υπόθεση δοκιμασίας;
Οι δικανικοί λόγοι είναι οι
εκφωνούμενοι στα δικαστήρια και αφορούν πράξεις που τελέστηκαν στο παρελθόν.
Είναι κατηγορίες ή απολογίες και έχουν σκοπό την απόδειξη της ενοχής ή της
αθωότητας του κατηγορουμένου με βάση τον νόμο και το αίσθημα του δικαίου.
Στο προοίμιο αυτό δηλώνεται με σαφήνεια
η πρόθεση του ομιλητή να αποδείξει την αθωότητά του απέναντι στην κατηγορία που
έχει διατυπωθεί εις βάρος του (πρῶτον δὲ ἀποδείξω ὡς οὐχ ἵππευον οὔδ᾽ ἐπεδήμουν ἐπὶ τῶν τριάκοντα, οὐδὲ μετέσχον τῆς τότε πολιτείας), όπως και το απώτερο
ζητούμενο του λόγου που είναι βέβαια η επικύρωση της εκλογής του στο βουλευτικό
αξίωμα (δέομαι ὑμῶν ἐμὲ μὲν δοκιμάζειν). Ενώ, γίνεται σαφές ήδη
από την αρχή πως πρόκειται για μια απολογία, μιας και γίνεται λόγος για τους
κατήγορους και τις δόλιες προθέσεις τους (τοῖς κατηγόροις βουλομένοις ἐκ παντὸς τρόπου κακῶς ἐμὲ ποιεῖν).
13. Να
εντοπίσετε στο προοίμιο τα ρητορικά πάθη.
[Τα
πάθη. Επίσης σε όλη τη διάρκεια της αγορεύσεως ο ρήτορας, γνωρίζοντας ότι
οι άνθρωποι αποφασίζουν περισσότερο συναισθηματικά παρά λογικά, προσπαθεί να
διεγείρει στις ψυχές των ακροατών του τα πάθη (τα συναισθήματα) που τον
συμφέρουν ή να μεταγγίσει τα πάθη που κυριαρχούν στη δική του ψυχή, δηλ. οργή,
φιλία, μίσος, φόβο, οίκτο, ντροπή, φθόνο κ.λπ. (παθοποιία).]
Κύριο μέλημα του Μαντίθεου είναι να
αναδειχθεί αφενός το γεγονός ότι έχει κατηγορηθεί άδικα από ανθρώπους που έχουν
κακή πρόθεση απέναντί του κι αφετέρου να τονιστεί πως ο ίδιος είναι απολύτως
πεπεισμένος πως θα μπορέσει να αποκρούσει κάθε εις βάρος του κατηγορία.
Φροντίζει, συνάμα, να αναγνωρίσει και να αποδεχτεί πως κάποιοι από τους
βουλευτές έχουν επηρεαστεί αρνητικά από το κατηγορητήριο, γι’ αυτό και σπεύδει
να τους επισημάνει πως μόλις ακούσουν τα όσα έχει κάνει στη ζωή του θ’ αλλάξουν
άρδην γνώμη για το ήθος και την ποιότητά του, και πως, παράλληλα, θα
αντιληφθούν τη φθονερή και δόλια φύση των κατηγόρων του.
Επιχειρείται, λοιπόν, να δημιουργηθεί
ένα κλίμα συμπάθειας για τον απολογούμενο, μιας κι έχει κατηγορηθεί άδικα, με
την παράλληλη παρουσίαση της ακλόνητης εμπιστοσύνης του στην αθωότητα και στην
ηθική του ακεραιότητα.
14. Σε
ποια σημεία του κειμένου φαίνεται η προσπάθεια του Λυσία να σκιαγραφήσει τον
χαρακτήρα του Μαντιθέου;
Εἰ μὴ συνῄδη, ὦ βουλή, τοῖς κατηγόροις βουλομένοις ἐκ παντὸς τρόπου κακῶς ἐμὲ ποιεῖν, πολλὴν ἂν αὐτοῖς χάριν εἶχον ταύτης τῆς κατηγορίας·
Ο Μαντίθεος ήδη από την αρχή της
απολογίας του εμφανίζεται ως ένας αθώος άνθρωπος που έχει πέσει θύμα της κακόβουλης
διάθεσης των κατηγόρων του, οι οποίοι -πιθανώς- λόγω φθόνου επιχειρούν να
σπιλώσουν το καλό του όνομα και να του στερήσουν την τιμή της εκλογής στο
βουλευτικό αξίωμα. Με τη δήλωση της επίγνωσης των δόλιων κινήτρων εκείνων που
τον κατηγόρησαν ο Λυσίας προσδίδει ευθύς εξαρχής οξυδέρκεια στον Μαντίθεο, μα
πολύ περισσότερο, την ισχυρή αυτοπεποίθηση ενός αθώου και ηθικού πολίτη που
αποδέχεται ευνοϊκά την ευκαιρία να παρουσιάσει το σύνολο της ζωής του και να
αποδείξει περίτρανα την ακεραιότητα του χαρακτήρα του.
ἐγὼ γὰρ οὕτω σφόδρα ἐμαυτῷ πιστεύω, ὥστ᾽ ἐλπίζω καὶ εἴ τις πρός με τυγχάνει ἀηδῶς [ἢ κακῶς] διακείμενος, ἐπειδὰν ἐμοῦ λέγοντος ἀκούσῃ περὶ τῶν πεπραγμένων, μεταμελήσειν αὐτῷ καὶ πολὺ βελτίω με εἰς τὸν λοιπὸν χρόνον ἡγήσεσθαι.
Ο Λυσίας φροντίζει να τονιστεί βέβαια
το άδικο των κατηγοριών, αλλά κυρίως τον ενδιαφέρει να δοθεί με έμφαση το
στοιχείο της αυτοπεποίθησης του πελάτη του. Ο Μαντίθεος, ως αθώος και άδικα
κατηγορηθείς, δεν έχει απολύτως τίποτε να κρύψει. Η ζωή του υπήρξε
υποδειγματική, γι’ αυτό και νιώθει βέβαιος πως θα μπορέσει γρήγορα να
αντιστρέψει το αρνητικό κλίμα που έχει δημιουργηθεί εις βάρος του λόγω της
κατηγορίας που τον βαρύνει.
ἐὰν δὲ φαίνωμαι περὶ τὰ ἄλλα μετρίως βεβιωκὼς καὶ πολὺ παρὰ τὴν δόξαν καὶ [παρὰ] τοὺς λόγους τοὺς τῶν ἐχθρῶν, δέομαι ὑμῶν ἐμὲ μὲν δοκιμάζειν
Κατά τρόπο ιδιαιτέρως ευφυή ο Λυσίας
μεριμνά, ώστε οι βουλευτές να κατανοήσουν ότι έχουν απέναντί τους έναν άνθρωπο
που δεν τον ενδιαφέρει τόσο η επικύρωση της εκλογής του όσο το να ακολουθηθεί
πιστά η διαδικασία της δοκιμασίας. Είναι, δηλαδή, τέτοιος ο σεβασμός που έχει ο
Μαντίθεος για τον δημοκρατικό αυτό θεσμό, ώστε θεωρεί πως αν το μόνο που
κατορθώσει να αποδείξει είναι ότι δεν υπηρέτησε ως ιππέας των Τριάκοντα, τότε
δεν θα πρέπει να επικυρωθεί η εκλογή του. Θέτει ο ίδιος για τον εαυτό του -έστω
κι αν προβλεπόταν ούτως ή άλλως- την επιπλέον απαίτηση να αποδείξει πως υπήρξε
άμεμπτος και ηθικά ακέραιος σε όλες τις πτυχές του ιδιωτικού και δημόσιου βίου
του, προκειμένου να εγκριθεί η ανάδειξή του στο βουλευτικό αξίωμα.
15. Στοιχείο
του προοιμίου ενός ρητορικού λόγου είναι και η εὐμάθεια. Πώς πραγματώνεται
στο συγκεκριμένο προοίμιο;
Σε σχέση με την ευμάθεια (την
κατατόπιση), ο Μαντίθεος δίνει απάντηση στην κατηγορία που έχει διατυπωθεί εις
βάρος του, πως είχε δηλαδή υπηρετήσει ως ιππέας στα χρόνια των Τριάκοντα,
λέγοντας πως απουσίαζε εκείνη την περίοδο από την πόλη και πως, άρα, κάτι
τέτοιο δεν ευσταθεί (οὐχ
ἵππευον οὔδ᾽ ἐπεδήμουν ἐπὶ τῶν τριάκοντα). Επίσης, διαβεβαιώνει τους
βουλευτές πως δεν είχε καμία συμμετοχή στο καθεστώς των Τριάκοντα (οὐδὲ μετέσχον τῆς τότε πολιτείας), και πως ο ίδιος
είναι δημοκράτης, έχοντας μάλιστα συμμετάσχει μαζί με τους υπόλοιπους Αθηναίους
στους κινδύνους που διέτρεξε η πόλη τη δύσκολη εκείνη περίοδο. Συνάμα, ο
Μαντίθεος φροντίζει να υποδείξει τα μικροπρεπή κίνητρα των κατηγόρων του, οι οποίοι
επιδιώκουν με κάθε τρόπο να τον βλάψουν∙ καθώς και να τονίσει την απόλυτη
εμπιστοσύνη που έχει στον εαυτό του και στις πράξεις του, μιας και μέσα από τα
γεγονότα του παρελθόντος του θα διαφανούν το ήθος και η ακεραιότητά του.
16. Τι επιδιώκει ο Μαντίθεος να επιτύχει με το χωρίο: «ἐγὼ γὰρ οὕτω σφόδρα ἐμαυτῷ πιστεύω͵ ὥστ’ ἐλπίζω καὶ εἴ τις πρός με τυγχάνει ἀηδῶς [ἢ κακῶς] διακείμενος͵ ἐπειδὰν ἐμοῦ λέγοντος ἀκούσῃ περὶ τῶν πεπραγμένων͵ μεταμελήσειν αὐτῷ καὶ πολὺ βελτίω με εἰς τὸν λοιπὸν χρόνον ἡγήσεσθαι».
Η αυτοπεποίθηση του Μαντιθέου και η
ελπίδα του ότι θα μεταστρέψει την εις βάρος του δυσμενή εντύπωση αποτελούν
προσπάθεια προϊδεασμού των βουλευτών και δημιουργούν εύλογο ενδιαφέρον για όσα
πρόκειται στη συνέχεια να εκθέσει.
Ο Μαντίθεος, αναγνωρίζει πως είναι
πιθανό κάποιοι από τους βουλευτές να έχουν επηρεαστεί από την εις βάρος του
κατηγορία και να είναι δύσπιστοι απέναντί του, ωστόσο είναι απολύτως βέβαιος
πως μόλις ενημερωθούν για το πώς έχει ζήσει τη ζωή του μέχρι τότε, θ’ αλλάξουν
στάση απέναντί του και θα τον θεωρούν στο εξής πολύ καλύτερο. Επιδιώκει, λοιπόν,
με την εμφατική παρουσίαση της ακλόνητης εμπιστοσύνης στον εαυτό του, να
προδιαθέσει θετικά τους βουλευτές, γι’ αυτό και εμφανίζεται πλήρως πεπεισμένος
πως δεν υπάρχει τίποτε στη ζωή του και στις μέχρι τότε επιλογές του που να μην
φανερώνει έναν άνθρωπο ηθικά ακέραιο, μετρημένο και συνετό. Ό,τι υπονοείται
εδώ, είναι πως ένας αθώος άνθρωπος, όπως είναι ο Μαντίθεος, που έχει
κατηγορηθεί άδικα δεν έχει τίποτε να φοβηθεί, αφού οι πράξεις του υπήρξαν
πάντοτε ηθικά άμεμπτες και σύμφωνες με το αίσθημα δικαίου της δημοκρατικής
πολιτείας στην οποία ζει. Γεγονός, άλλωστε, που του επιτρέπει να αισιοδοξεί για
τη θετική εξέλιξη της όλης διαδικασίας.
0 σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου