Κική Δημουλά «Μεσιτείες» Με γυροφέρνει η άνοιξη αλλά εγώ άλλη φορά πορεία δεν αλλάζω για ένα έαρ. Ας μοιάζει μ’ οτιδήποτε το σούρουπο. Δεν θα ποτίζω με το αίμα μου
ομοιότητες. Τα όνειρα που είδα αποδειχτήκαν ανυπόληπτα: πήγαν και μ’ άλλους ύπνους. Όχι δεν παίρνω άλλο διαταγές. Όταν μου λέγανε τα σύννεφα ταξίδευε ταξίδευα κι όταν μου λέγανε τα όνειρα περίμενε περίμενα. Όχι, δεν παίρνω άλλες διαταγές. Τα δούλεψα πιστά τα διαλυτά. Με γυροφέρνει από χθες η άνοιξη. Μια νεραντζιά με κοίταξε με διάθεση υπόπικρη, και μου ‘κλεισε το δρόμο μια μυρωδιά επιστροφής. Με παζαρεύει η τοκογλύφος μνήμη: για να μου δώσει έναν Μάιο παλιό, μαζί και με τις νεραντζιές, για να μου δώσει κυρίως τη μορφή, που στη μεταφορά της από σταθμό της λύπης σε σταθμό χτυπήθηκε στα μάτια και στο στόμα ‒γι’ αυτά πληρώνεις‒, μου παίρνει ένα μέλλον. Κική Δημουλά «Το λίγο του κόσμου» Η προσήλωση του ατόμου στο παρελθόν και
σε πρόσωπα που υπήρξαν άλλοτε σημαντικά στη ζωή του, μα δεν υπάρχουν πια, το
επηρεάζει αρνητικά, εφόσον το θέτει σε μια κατάσταση αδρανούς αναπόλησης και
του στερεί τη δυνατότητα της αισιόδοξης ενατένισης του μέλλοντος. Με αφορμή την
θελκτική υπόσχεση της άνοιξης πως μπορεί να επαναφέρει στη μνήμη του ποιητικού
υποκειμένου στιγμές του παρελθόντος, τίθεται εδώ το θέμα του υψηλού κόστους της
συναισθηματικής αγκίστρωσης σε όσα έχουν πια παρέλθει. Ο τίτλος του ποιήματος (Μεσιτείες)
αναφέρεται στην τοκογλυφικής υφής διαμεσολάβηση που προτείνει η προσωποποιημένη
μνήμη στην ποιήτρια, προκειμένου να της παραχωρήσει αλώβητη από τη φθορά του
χρόνου τη μορφή του αγαπημένου της προσώπου. Πρόκειται όμως για μια δαπανηρή
συναλλαγή, εφόσον η ποιήτρια θα πρέπει να δώσει ως αντάλλαγμα μέρος του
μέλλοντός της για να μπορέσει να επανακτήσει ακέραια την προσφιλή εικόνα
εκείνου. «Με γυροφέρνει η άνοιξη αλλά εγώ άλλη φορά πορεία δεν αλλάζω για ένα έαρ. Ας μοιάζει μ’ οτιδήποτε το σούρουπο. Δεν θα ποτίζω με το αίμα μου
ομοιότητες. Τα όνειρα που είδα αποδειχτήκαν ανυπόληπτα: πήγαν και μ’ άλλους ύπνους.» Η ποιήτρια, έχοντας συνειδητοποιήσει
πια πόσο επιζήμια είναι η έμμονη προσήλωση στο παρελθόν, αρνείται να παρασυρθεί
από τις πλάνες υποσχέσεις της άνοιξης. Παρά την επίμονη προσπάθεια της άνοιξης
να ξυπνήσει μέσα της το αίσθημα της νοσταλγίας, προσφέροντάς της ειδυλλιακές
εικόνες που μοιάζουν με όσα έζησε στο παρελθόν, εκείνη δηλώνει αποφασισμένη να
μην επιτρέψει στον εαυτό της κάποιο νέο πισωγύρισμα. Δεν παρασύρεται αυτή τη φορά
από το δέλεαρ της πρόσκαιρης επιστροφής στα περασμένα, έστω κι αν το σούρουπο
μοιάζει δυνητικά με τις πλέον ευδαιμονικές στιγμές του παρελθόντος. Γνωρίζει
πλέον η ποιήτρια την παγίδα που κρύβει το παιχνίδι αυτό των αναμνήσεων και πόσο
ακριβά το έχει πληρώσει ήδη. Το κόστος της αγκίστρωσης στο παρελθόν
είναι υπερβολικά υψηλό, όπως δηλώνει η ποιήτρια, και δεν αξίζει να δίνει το
ίδιο της το αίμα -μέρος, δηλαδή, της ζωής της- κάθε φορά που την ξεγελά μια
ομοιότητα με τα περασμένα. Η διαδικασία της μνημονικής ανάκλησης, άλλωστε, κοστίζει
σε χρόνο, αλλά και σε συναισθηματική φθορά, καθώς κάθε σχετική απόπειρα την
αποσπά από το παρόν της και την αποτρέπει από το να επενδύει τις σκέψεις και
την ψυχική της δύναμη στο μέλλον, επαναφέροντας και καθιστώντας τη δέσμια
συναισθηματικών καταστάσεων του παρελθόντος. Η ποιήτρια γνωρίζει πως κάθε φορά που
δίνει ένα κομμάτι από τη ζωή της παρασυρμένη από μια «ομοιότητα» με το
παρελθόν, το περισσότερο που αποκομίζει είναι το δικαίωμα σ’ ένα όνειρο, αφού
τίποτε δεν μπορεί να επαναφέρει τα όσα έχουν πια παρέλθει. Τα όνειρα, ωστόσο,
όσο κι αν εμπεριέχουν κάτι απ’ την ευτυχία του παρελθόντος, δεν είναι τίποτε
άλλο πέρα από ανέφικτες ελπίδες, που με προθυμία μοιράζονται στον οποιονδήποτε.
Εκείνη, όμως, έχοντας πια διανύσει την αναγκαία απόσταση του θρήνου για όσα
χάθηκαν, δεν είναι πια διατεθειμένη να πληρώνει τόσο ακριβά τις ανυπόστατες
υποσχέσεις που τόσο εύκολα δίνουν τα όνειρα⸱ ταγμένα εκείνα από τη φύση τους στο να
θρέφουν ακόμη και τις πιο μάταιες προσδοκίες των ανθρώπων. «Όχι δεν παίρνω άλλο διαταγές. Όταν μου λέγανε τα σύννεφα ταξίδευε ταξίδευα κι όταν μου λέγανε τα όνειρα περίμενε περίμενα. Όχι, δεν παίρνω άλλες διαταγές. Τα δούλεψα πιστά τα διαλυτά.» Η ποιήτρια δηλώνει με αποφασιστικότητα
πως δεν θα επιτρέψει πια στο παρελθόν να δυναστεύει την ψυχική της ισορροπία
και να καθορίζει τις αποφάσεις της. Αρνείται να παραμείνει υπό τον έλεγχο της
συναισθηματικής της δέσμευσης με το παρελθόν κι αρνείται να δέχεται πλέον
«διαταγές» από ό,τι την ήλεγχε άλλοτε με το δέλεαρ μιας κάποιας επαφής με
μνήμες και περασμένα πια βιώματα. Μέχρι τώρα η ποιήτρια υπάκουγε με απόλυτη
αφοσίωση στα κελεύσματα της μνήμης και της ελπίδας, κάνοντας ό,τι ακριβώς της
υπαγόρευαν τα σύννεφα, τα οποία αποτελούσαν το συνεκτικό δεσμό με τις
αναμνήσεις του παρελθόντος, και τα όνειρα, τα οποία διατηρούσαν ζωντανές τις
ελπίδες για μια πιθανή αναβίωση της σχέσης εκείνης που την έχει κρατήσει δέσμια
του παρελθόντος. Τώρα, όμως, αφού δαπάνησε μάταια πολύ χρόνο κι αφού πόνεσε όσο
ήταν ψυχικά ανεκτό, συνειδητοποιεί πως δεν έχει πια κανένα λόγο να υπηρετεί
όλες εκείνες τις εφήμερες και αφερέγγυες προσδοκίες που δεν ήταν ποτέ εφικτό να
υλοποιηθούν. «Με γυροφέρνει από χθες η άνοιξη. Μια νεραντζιά με κοίταξε με διάθεση υπόπικρη, και μου ‘κλεισε το δρόμο μια μυρωδιά επιστροφής.» Η ποιήτρια αναγνωρίζει στο ανοιξιάτικο
τοπίο τα συνήθη ερεθίσματα της μνήμης που επιδιώκουν για μια ακόμη φορά να την
παγιδέψουν στον ίδιο φαύλο κύκλο μιας μάταιης επιστροφής στα περασμένα. Η
προσωποποιημένη νεραντζιά, που αποτέλεσε άλλοτε μέρος του σκηνικού πλαισίου
κάποιου σημαντικού για την ποιήτρια βιώματος, την κοιτάζει με κάπως πικρή
διάθεση, υπενθυμίζοντάς της έμμεσα πως γνωρίζει κι εκείνη το πώς αισθάνεται και
πόσο της λείπουν τα όσα έχουν περάσει. Την ίδια στιγμή, άλλωστε, η ανοιξιάτικη
μυρωδιά του χώρου πυροδοτεί μέσα της μια δραστική ανάκληση των βιωμάτων του
παρελθόντος, που την εμποδίζει να προσπεράσει το σημείο αυτό. «Με παζαρεύει η τοκογλύφος μνήμη: για να μου δώσει έναν Μάιο παλιό, μαζί και με τις νεραντζιές, για να μου δώσει κυρίως τη μορφή, που στη μεταφορά της από σταθμό της λύπης σε σταθμό χτυπήθηκε στα μάτια και στο στόμα ‒γι’ αυτά πληρώνεις‒, μου παίρνει ένα μέλλον.» Η μνήμη, που έχει στη διάθεσή της τα
προσφιλή βιώματα του παρελθόντος, προσεγγίζει την ποιήτρια με τοκογλυφικές
διαθέσεις, καθώς για να της δώσει έναν Μάϊο του παρελθόντος, μαζί με τις
νεραντζιές που αποτελούσαν τον σκηνικό χώρο, και, κυρίως, για να της δώσει
αλώβητη τη μορφή εκείνου, της ζητά ως αντάλλαγμα το μέλλον της. Στο παζάρεμα
αυτό η μνήμη κρατά ένα πολύ δυνατό χαρτί, αφού μόνο εκείνη διατηρεί άρτια τη
μορφή του παλιού αγαπημένου της ποιήτριας. Μια μορφή που η ποιήτρια αδυνατεί να
την ανακαλέσει όπως ακριβώς ήταν, καθώς με το πέρασμα των χρόνων και περνώντας
από αλλεπάλληλα στάδια θλίψης, έχει «χτυπηθεί» στα μάτια και στο στόμα⸱ έχουν χαθεί τα πιο σημαντικά και τα
πιο αγαπημένα σημεία. Κι αυτό είναι κάτι που η μνήμη το γνωρίζει καλά, γι’ αυτό
και ζητά τόσο υψηλό αντίτιμο για να της τα δώσει (‒γι’ αυτά πληρώνεις‒). Αν η ποιήτρια δεχτεί το παζάρεμα αυτό,
θα πρέπει να θυσιάσει ένα μεγάλο μέρος από το μέλλον της, καθώς θα βρεθεί για
άλλη μια φορά προσηλωμένη στα όσα πέρασαν, αδυνατώντας έτσι να αναγνωρίσει τις
ευκαιρίες και την ομορφιά του παρόντος, ώστε να επενδύσει στο μέλλον της. Κάθε
πισωγύρισμα στο παρελθόν, άλλωστε, σημαίνει την παράλληλη εκμηδένιση του
παρόντος και τη δραστική υπονόμευση του μέλλοντος, ακριβώς γιατί το άτομο δεν
είναι σε θέση να εκτιμήσει τα όσα βρίσκονται τώρα γύρω του και τα όσα θα
μπορούσε να επιτύχει ή να ζήσει επενδύοντας το χρόνο του στους ανθρώπους και
στα βιώματα του παρόντος. Άσκηση ερμηνευτικού σχολίου Ποιο, κατά τη γνώμη σας, είναι το κύριο
θέμα του ποιήματος; Να το
παρουσιάσετε αξιοποιώντας τους κατάλληλους κειμενικούς δείκτες και να
καταγράψετε την άποψή σας σχετικά με αυτό. (150-200 λέξεις) Κύριο, κατά τη γνώμη μου, θέμα του
ποιήματος αποτελεί το υψηλό τίμημα της προσκόλλησης στο παρελθόν και σε
συναισθηματικές σχέσεις που έχουν πια τελειώσει. Το θέμα αυτό αναδεικνύεται
μέσα από την αποφασιστική προσπάθεια του ποιητικού υποκειμένου να μην ενδώσει
ξανά στο δελεαστικό κάλεσμα των αναμνήσεων του παρελθόντος. Η προσπάθεια αυτή αποδίδεται
σε α΄ ενικό πρόσωπο (εγώ άλλη φορά πορεία δεν αλλάζω για ένα έαρ), ώστε να
δοθεί εναργέστερα η αίσθηση του προσωπικού βιώματος. Γίνεται, επίσης,
αξιοποίηση προσωποποιήσεων, με την «άνοιξη» να λαμβάνει το ρόλο του προσώπου που επιχειρεί να
προσελκύσει εκ νέου το ποιητικό υποκείμενο στα συναισθηματικά δεσμά του
παρελθόντος (Με γυροφέρνει η άνοιξη). Ενώ εμπλέκεται κι η «μνήμη», η οποία
ξεκινά ένα τοκογλυφικό παζάρεμα με το ποιητικό υποκείμενο, προσφέροντάς της
άρτια τη μορφή ενός αγαπημένου προσώπου, με αντάλλαγμα «ένα μέλλον». Πρόκειται,
ωστόσο, για ένα πολύ υψηλό τίμημα, εφόσον, όπως δηλώνεται με τη χρήση
μεταφορικού λόγου, το ποιητικό υποκείμενο καλείται να «ποτίζει» κάθε φορά «με
αίμα» κάθε σχετική απόπειρα επιστροφής στα περασμένα. Αναγκάζεται, δηλαδή, να
θυσιάζει μέρος της ζωής της, για να διασφαλίσει μια πρόσκαιρη επαφή με το
παρελθόν. Πρόκειται για ένα θέμα που ταλανίζει
συχνά άτομα, μεγαλύτερης συνήθως ηλικίας, που αδυνατούν να ξεφύγουν από τις
μνήμες και τις σχέσεις του παρελθόντος. Με αποτέλεσμα να περιέρχονται σε μια
ψυχοφθόρα κατάσταση, αφού με την παραμικρή αφορμή η σκέψη τους γυρίζει στα
περασμένα, επιτρέποντας κατ’ αυτό τον τρόπο στο παρελθόν να τους ελέγχει πλήρως
(όταν μου λέγανε τα όνειρα περίμενε / περίμενα). Εναλλακτικά Ποια είναι η συναισθηματική κατάσταση
του ποιητικού υποκειμένου; Να
τεκμηριώσετε την απάντησή σας αξιοποιώντας δείκτες του κειμένου. (150-200
λέξεις) Το ποιητικό υποκείμενο επιδιώκει να
ανακτήσει τη συναισθηματική της ελευθερία, αποκόπτοντας τα δεσμά με το
παρελθόν, αφού έχει ήδη περάσει ένα μεγάλο διάστημα ψυχικής οδύνης, κατά το
οποίο βρισκόταν υπό τον άμεσο έλεγχο των αναμνήσεων, αλλά και της ελπίδας πως
θα μπορούσε, ίσως, να αναβιώσει μια σχέση, η οποία ανήκει, ωστόσο, οριστικά στο
παρελθόν. Η προσωποποιημένη άνοιξη επιχειρεί να παρασύρει για άλλη μια φορά το
ποιητικό υποκείμενο στα περασμένα, αλλά εκείνη, όπως δηλώνει με μεταφορικό
λόγο, γνωρίζει καλά το τίμημα μιας τέτοιας επιστροφής (Δεν θα ποτίζω με το αίμα
μου ομοιότητες). Κάθε φορά, άλλωστε, που υπέκυπτε στην ελπίδα πως θα μπορούσε να
επαναφέρει στιγμές του παρελθόντος, συνειδητοποιούσε εκ των υστέρων πως τα
προσωποποιημένα όνειρα την ξεγελούσαν (Τα όνειρα που είδα / αποδειχτήκαν
ανυπόληπτα). Δηλώνει, έτσι, αποφασισμένη να επανακτήσει τον έλεγχο του εαυτού
της και να μην υπακούει στα κελεύσματα των αναμνήσεων και των μάταιων
προσδοκιών, όπως αυτό τονίζεται μέσω μιας επανάληψης (Όχι, δεν παίρνω άλλες
διαταγές). Το ποιητικό υποκείμενο, ωστόσο, δεν παύει να τίθεται σε δοκιμασία
από προσωποποιημένα στοιχεία που της θυμίζουν στιγμές του παρελθόντος (η
άνοιξη, μια νεραντζιά) και υπόσχονται να της δώσουν ξανά ακέραιες προσφιλείς σ’
εκείνη μνήμες (Με παζαρεύει η τοκογλύφος μνήμη). Το αντάλλαγμα, βέβαια, που της
ζητά η μνήμη είναι εξαιρετικά υψηλό (ένα μέλλον), αφού θα σημάνει την εκ νέου
επαναφορά της στα συναισθηματικά δεσμά του παρελθόντος. Χρειάζεται, επομένως,
ιδιαίτερη αποφασιστικότητα προκειμένου να γλιτώσει από τον σφιχτό εναγκαλισμό
της μνήμης, προκειμένου να διασώσει την επαφή της με το παρόν και να μπορέσει
να προχωρήσει στο μέλλον απαλλαγμένη από τα συναισθηματικά βάρη του παρελθόντος.
0 σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου