Ιστορία Προσανατολισμού: Οι επιπτώσεις από την άφιξη των προσφύγων (πηγές) | Σημειώσεις του Κωνσταντίνου Μάντη

Ιστορία Προσανατολισμού: Οι επιπτώσεις από την άφιξη των προσφύγων (πηγές)

Κωνσταντίνος Μάντης | Best Blogger Tips
Laura Lein Svencner

Ιστορία Προσανατολισμού: Οι επιπτώσεις από την άφιξη των προσφύγων (πηγές)
 
Αξιοποιώντας τις ιστορικές σας γνώσεις και αντλώντας στοιχεία από τον πίνακα και τα κείμενα που σας δίνονται, να παρουσιάσετε:
α) τις επιπτώσεις από την άφιξη και την εγκατάσταση των προσφύγων στην εθνολογική σύσταση του πληθυσμού της Ελλάδας και
β) τη συμβολή τους στην αγροτική οικονομία της χώρας.
 
ΚΕΙΜΕΝΟ Α
[…] Στη Θράκη, όπου ο ελληνικός πληθυσμός είχε υποστεί δραστική μείωση μετά τη βουλγαρική κατοχή το 1913, η εγκατάσταση των προσφύγων ήταν άμεση προτεραιότητα για το ελληνικό κράτος. Το 1924, το ελληνικό στοιχείο έφτασε το 62,1% του πληθυσμού, ενώ, τέσσερα χρόνια αργότερα ένας στους τρεις κατοίκους της Θράκης ήταν πρόσφυγας. […] Όπως επισήμανε ο πρωθυπουργός Ελευθέριος Βενιζέλος σε λόγο του το 1929, «…δεν υπήρξε ποτέ εθνικόν ελληνικόν κράτος εξίσου μεγάλον, όπως αυτό το οποίον έχουμε σήμερον (…) και μάλιστα τόσον ομοιογενές».
 
Γιώργος Γιαννακόπουλος, «Η Ελλάδα με τους πρόσφυγες», στο ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΟΥ ΝΕΟΥ ΕΛΛΗΝΙΣΜΟΥ 1770-2000, τ. 7ος, Ελληνικά γράμματα, Αθήνα 2003, σ. 92.
 
ΚΕΙΜΕΝΟ Β
[…] Οι κυβερνήσεις […] εκτελούν μεγάλα εγγειοβελτιωτικά και αρδευτικά έργα, κυρίως σε τρεις περιοχές, στις πεδιάδες των Σερρών, της Δράμας και της Θεσσαλονίκης: διευθετούν προς όφελος της γεωργίας κοίτες χειμάρρων και μεγάλων ποταμών, όπως του Αξιού, του Στρυμόνα κλπ., που με τις πλημμύρες τους νέκρωναν τις παρόχθιες γαίες σε μεγάλο βάθος, αποξηραίνουν λίμνες […] και τις γαίες τις παραδίδουν σε ακτήμονες πρόσφυγες και γηγενείς. Ο Γερμανός Stephan Ronhart […] γράφει «Σήμερα η Ελλάδα, αφότου δέχθηκε στο έδαφός της τα πλήθη των προσφύγων, περικλείει στα σύνορά της ένα σχεδόν απόλυτα ομογενή από άποψη γλώσσας και θρησκείας λαό 6.550.000 ψυχών». Και σε άλλο σημείο: «Ο ελληνισμός σώζοντας τους πρόσφυγές του από την καταστροφή και την εξουθένωση έσωσε ο ίδιος τον εαυτό του και ανορθώθηκε πάλιν ηθικά, ενώ σύγχρονα συναρμολόγησε σφικτά ολόκληρο τον εθνικό του κορμό […]».
 
Απ. Βακαλόπουλος, Νέα Ελληνική Ιστορία, σ. 383-385 στο Αξιολόγηση των μαθητών της Γ ΄τάξης του Ενιαίου Λυκείου στο μάθημα Θέματα Νεοελληνικής Ιστορίας, τχ. Β, ΚΕΕ, Αθήνα 2000, σ. 205-206.
 
ΚΕΙΜΕΝΟ Γ
[…] Δόθηκε ιδιαίτερη ώθηση σε τομείς της γεωργίας, όπως η αμπελουργία και η μεταξοσκωληκοτροφία ιδιαίτερα στις περιοχές Αξιούπολης, Βέροιας, Έδεσσας, Αριδαίας, Φλώρινας, και στη ροδοκαλλιέργεια για ροδέλαιο στις περιοχές Έδεσσας, Βέροιας και Δράμας. Παράλληλα, οι πρόσφυγες […] φύτεψαν αμπέλια αμερικανικής προέλευσης που δεν προσβάλλονταν από τη φυλλοξήρα. […]
 
Ρ. Αλβανού, «Οι πρόσφυγες και η αγροτική επανάσταση του Μεσοπολέμου» στο Η ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΗΣ ΜΙΚΡΑΣ ΑΣΙΑΣ, Κυριακάτικη Ελευθεροτυπία , Οκτώβριος 2011, Αθήνα σ. 64.
 
ΠΙΝΑΚΑΣ
Παραγωγή δημητριακών, καπνού και βάμβακος
(σε χιλιάδες τόννους)
Έτος               Δημητριακά             Καπνός                      Βαμβάκι
1921                624,8                         23,3                            3,8
1922                 534,8                         19,8                             5,0
1923                602,3                          37,8                            8,0
1924                683,0                          50,2                            10,2
1925                708,7                          60,8                            10,5
 
(Πηγή: Foreign Office, 371: Annual reports on Greece, 1920-25 The Statesman’s Year-Book, 1919-27.)
Ιστορία του Ελληνικού Έθνους, τ. ΙΕ΄: Νεώτερος Ελληνισμός από το 1913 ως το 1941, Eκδοτική Αθηνών, Αθήνα 20002 , σ. 297.
 
Ενδεικτική απάντηση
α) Το προσφυγικό ζήτημα, ως συνέπεια της Μικρασιατικής καταστροφής, αποτέλεσε για την Ελλάδα ένα οικονομικό, κοινωνικό, πολιτικό και πολιτιστικό ζήτημα μεγάλης σπουδαιότητας, με επιπτώσεις σε όλους τους τομείς της ζωής του νεοελληνικού έθνους. Σημαντικότερες ήταν οι επιπτώσεις από την άφιξη των προσφύγων στην εθνολογική σύσταση του πληθυσμού της Ελλάδας. Το 1920 η Ελλάδα είχε 20% μη Έλληνες ορθόδοξους, ενώ το 1928 μόλις 6%. Ο ελληνικός πληθυσμός της Δυτικής Θράκης και της Ηπείρου αυξήθηκε, ενώ η Κρήτη, η Λέσβος και η Λήμνος εξελληνίστηκαν πλήρως. Όπως ενδεικτικά επισημαίνει για την περίπτωση της Θράκης ο Γιώργος Γιαννακόπουλος (Κείμενο Α), το ελληνικό κράτος είχε θέσει ως άμεση προτεραιότητα την εγκατάσταση προσφύγων σ’ αυτή την περιοχή, διότι ο ελληνικός πληθυσμός είχε μειωθεί σημαντικά λόγω της βουλγαρικής κατοχής του 1913. Χάρη, λοιπόν, στην έλευση των προσφύγων ο ελληνικός πληθυσμός της περιοχής έφτασε το 1924 το 62,1% του πληθυσμού, ενώ τέσσερα χρόνια μετά ένας στους τρεις κατοίκους της Θράκης ήταν πρόσφυγας. Η κυριότερη όμως μεταβολή στην εθνολογική σύσταση λόγω της εγκατάστασης των προσφύγων συνέβη στη Μακεδονία. Το ποσοστό των μη Ελλήνων ορθοδόξων που ήταν 48% το 1920, έπεσε στο 12% το 1928. Η ενίσχυση του ελληνικού χαρακτήρα της Μακεδονίας είχε μεγάλη σημασία για τη διατήρηση της εδαφικής ακεραιότητας της Ελλάδας. Όπως δήλωνε, άλλωστε, σε ομιλία που εκφώνησε το 1929 ο Ελευθέριος Βενιζέλος (Κείμενο Α), το εθνικό κράτος των Ελλήνων δεν είχε αποκτήσει ποτέ πριν τόσο μεγάλη έκταση και δεν ήταν ποτέ τόσο εθνολογικά ομοιογενές. Εξάλλου, αραιοκατοικημένες περιοχές της Βόρειας Ελλάδας, κάποιες από αυτές παραμεθόριες, εποικίστηκαν από πρόσφυγες. Με τον τρόπο αυτό κατοχυρώθηκαν οι νέες περιοχές που ενώθηκαν με την Ελλάδα μετά τους Βαλκανικούς πολέμους και ενσωματώθηκαν στον εθνικό κορμό. Χαρακτηριστικά για τον θετικό αντίκτυπο της έλευσης των προσφύγων είναι τα όσα αναφέρει ο Γερμανός Stephan Ronhart (Κείμενο Β), ο οποίος τονίζει πως η Ελλάδα από τη στιγμή που υποδέχτηκε τους πρόσφυγες κατόρθωσε να εντάξει στα εδαφικά της όρια έναν σχεδόν πλήρως ομοιογενή λαό ως προς τη γλώσσα του και τη θρησκεία του, που αριθμεί 6.500.000 άτομα. Κατ’ αυτό τον τρόπο, η διάσωση των προσφύγων από τον αφανισμό και την εξαθλίωση λειτούργησε ιδιαιτέρως ευνοϊκά για τη διασφάλιση του ελληνισμού, εφόσον όχι μόνο τονώθηκε σε ηθικό επίπεδο, αλλά συνέδεσε κιόλας στενά το σύνολο του εθνικού του κορμού.
 
β) Για ένα διάστημα η άφιξη των προσφύγων φαινόταν δυσβάστακτο φορτίο για την ελληνική οικονομία. Μεσοπρόθεσμα όμως αυτή ωφελήθηκε από την εγκατάσταση των προσφύγων.
Κατ’ αρχήν αναδιαρθρώθηκαν οι καλλιέργειες και η αγροτική παραγωγή πολλαπλασιάστηκε. Σε μία δεκαετία (1922-1931) οι καλλιεργούμενες εκτάσεις αυξήθηκαν περίπου κατά 50%, η γεωργική παραγωγή διπλασιάστηκε και εξασφαλίστηκε επάρκεια σε σιτηρά. Η αυξητική τάση στην αγροτική παραγωγή γίνεται αντιληπτή και από τα στοιχεία του Πίνακα. Τα δημητριακά, για παράδειγμα, από το χαμηλό επίπεδο των 534,8 χιλιάδων τόνων του 1922 -χρονιά της μικρασιατικής καταστροφής- ακολουθούν σταθερά ανοδική πορεία κατά τα αμέσως επόμενα χρόνια. Το 1923 η παραγωγή ανέρχεται σε 602,3 χιλιάδες τόνους, το 1924 σε 683 και το 1825 φτάνει σε 708,7 χιλιάδες τόνους. Οι πρόσφυγες εφάρμοσαν την αμειψισπορά και την πολυκαλλιέργεια και στήριξαν το θεσμό της μικρής γεωργικής ιδιοκτησίας.
Η έλλειψη γεωργικών εκτάσεων προς διανομή στους πρόσφυγες υποχρέωσε το κράτος να αναλάβει την κατασκευή μεγάλων εγγειοβελτιωτικών έργων, κυρίως στη Μακεδονία, και έτσι αυξήθηκαν οι καλλιεργήσιμες εκτάσεις. Η πληροφορία αυτή επιβεβαιώνεται από τον Απόστολο Βακαλόπουλο (Κείμενο Β), ο οποίος επισημαίνει την πραγματοποίηση εγγειοβελτιωτικών και αρδευτικών έργων κυρίως σε τρεις περιοχές της Μακεδονίας, στις Σέρρες, τη Δράμα και τη Θεσσαλονίκη. Με τη διευθέτηση των χειμάρρων, καθώς και μεγάλων ποταμών (π.χ. Αξιού, Στρυμόνα) προφυλάσσονταν οι εκτάσεις που άλλοτε καταστρέφονταν από τις πλημμύρες, προσφέροντας νέα καλλιεργούμενα εδάφη, στα οποία προστέθηκαν κι εκείνα που προέκυψαν από την αποξήρανση λιμνών. Οι εκτάσεις αυτές παραχωρήθηκαν από τις τότε κυβερνήσεις σε ακτήμονες, πρόσφυγες ή γηγενείς. Εισήχθησαν νέες καλλιέργειες ή επεκτάθηκαν οι παλιές (καπνός, βαμβάκι, σταφίδα). Όπως, άλλωστε, προκύπτει από τα στοιχεία του Πίνακα, η παραγωγή του καπνού τριπλασιάζεται κατά την περίοδο 1922-1925, ξεκινώντας από 19,8 χιλιάδες τόνους και φτάνει σε 60,8 χιλιάδες τόνους, ενώ κατά το ίδιο διάστημα η παραγωγή του βαμβακιού διπλασιάζεται, καθώς από 5 χιλιάδες τόνους το 1922 φτάνει σε 10,5 χιλιάδες τόνους το 1925. Η κτηνοτροφία και η πτηνοτροφία βελτιώθηκαν ποσοτικά και ποιοτικά. Η δενδροκομία, η σηροτροφία και η αλιεία αναπτύχθηκαν από πρόσφυγες που ήταν ειδικευμένοι σε αυτές τις ασχολίες στην πατρίδα τους. Όπως αναφέρει ο Ραϋμόνδος Αλβανός (Κείμενο Γ), η σηροτροφία κι η αμπελουργία αναπτύχθηκαν κυρίως στην Αξιούπολη, τη Βέροια, την Έδεσσα, την Αριδαία και τη Φλώρινα. Οι πρόσφυγες, μάλιστα, καλλιέργησαν αμπέλια αμερικανικής προέλευσης, τα οποία δεν κινδύνευαν από τη φυλλοξήρα. Επιπροσθέτως, ανάπτυξη γνώρισε και η ροδοκαλλιέργεια για τη δημιουργία ροδέλαιου στην Έδεσσα, τη Βέροια και τη Δράμα.
 

0 σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Related Posts Plugin for WordPress, Blogger...