Michael Lang
Νεοελληνική Γλώσσα & Λογοτεχνία Γ΄ Λυκείου: «Καμία πατρίδα για την τρίτη ηλικία»
Κείμενο 1: Καμία πατρίδα για την τρίτη
ηλικία
Στην «Μπαλάντα του Ναραγιάμα», μια 70χρονη ανεβαίνει στην κορυφή ενός
βουνού για να ξεψυχήσει, με απώτερο στόχο ο θάνατός της να επιτρέψει την
επιβίωση ενός νεότερου και πιο παραγωγικού μέλους της κοινότητας. Το φιλμ του
Σοχέι Ιμαμούρα αναφέρεται σε μια παλαιά ιαπωνική πρακτική που έχει τις ρίζες
της σε περιόδους ξηρασίας και λιμού και επέβαλε μια «εθελούσια
διακοπή τού εγώ» των γηραιών και εξασθενημένων ατόμων προς όφελος των νέων.
Ο όρος Ubasute –«εγκατάλειψη ενός ηλικιωμένου»– αποδίδει σήμερα τη σύγχρονη όψη της εθιμοτυπικής αυτής πρακτικής, η οποία επανέρχεται στο προσκήνιο με κάθε νέα φυσική καταστροφή, κρίση ή πανδημία. Η αφήγηση, ωστόσο, που νομιμοποιεί την απομάκρυνση και την εξόντωση του «περιττού Άλλου» δεν αφορά μονάχα τη μακρινή Ανατολή, αλλά και τις γειτονιές της Ευρώπης. Απλώς το αφήγημα μεταλλάσσεται σαν ιός που αποκτά μεγαλύτερη ανθεκτικότητα.
Πόσο είναι εφικτό να μην εγκλωβιζόμαστε στον κυρίαρχο λόγο που επενεργεί στην ταυτότητα των ηλικιωμένων ατόμων νομιμοποιώντας τον εξοστρακισμό τους; Μπορούμε, άραγε, να κοιτάξουμε πέρα από τη βιολογική όψη και να δούμε τα πρόσωπα των ηλικιωμένων πίσω από τα στερεότυπα;
Είναι ευρέως αποδεκτό πως ο τρόπος με τον οποίο αναπαράγονται τα στερεότυπα στις κοινωνικές αλληλεπιδράσεις επηρεάζει σε βάθος χρόνου τις πολιτικές στρατηγικές που αναπτύσσονται. Κατ’ επέκταση, η ανομοιογένεια ενός πληθυσμού και τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά του ατόμου χάνονται μέσα στις κοινωνικά κατασκευασμένες έννοιες. Και όσο οι ηλικιωμένοι αποτελούν μία ξεχωριστή πλην ομοιογενοποιημένη μερίδα του πληθυσμού που παύει να είναι παραγωγική, τόσο το σύγχρονο Ubasute γίνεται αναπόδραστο. Και τα στερεότυπα οικοδομούν νέα σύμπαντα διακρίσεων και αποκλεισμών.
Πώς μπορεί η ζωή ενός πληθυσμού να εκπέσει από την κατηγορία του ανθρώπινου και να μην είναι πια (η ζωή του) άξια οδύνης; Το ερώτημα είχε θέσει η Judith Butler στο κείμενο «Βία, Πένθος, Πολιτική» σε σχέση με το πώς κάποιες αφηγήσεις νομιμοποιούν τον διαχωρισμό εκείνων που πρέπει να ζήσουν από εκείνους που μπορούμε να αφήσουμε να πεθάνουν.
Η ταύτιση των ηλικιωμένων –τις τελευταίες δεκαετίες– με τη συνταξιοδότηση και τα επιβαρυμένα ασφαλιστικά ταμεία έχει οδηγήσει, ως γνωστόν, σταδιακά και ύπουλα στη δαιμονοποίησή τους.
«Ποτέ πριν οι άνθρωποι δεν είχαν χάσει τη ζωή τους τόσο αθόρυβα και τόσο μόνοι όσο στις ανεπτυγμένες κοινωνίες», είχε επισημάνει κάποτε ο κοινωνιολόγος Norbert Elias στη «Μοναξιά των Θνησκόντων». Και τα λόγια του είναι σαν να γράφτηκαν τώρα, το 2020, όταν οι υπερήλικοι πεθαίνουν μόνοι και μέσα στη σιωπή. Σαν «χαμένοι αριθμοί» που θρηνούνται τόσο όσο διαρκεί ένα δελτίο ειδήσεων. Ίσως γιατί κανονικοποιείται –περισσότερο από ποτέ– ο εξοστρακισμός και η θυσία του γερασμένου και ασθενούς σώματος στο όνομα της φαντασίωσης του ακμαίου και υγιούς.
Ως γνωστόν, η παγίωση των διακρίσεων σε βάρος μιας ομάδας επιτυγχάνεται σε ένα πρώτο επίπεδο χάρη στον ρόλο της γλώσσας. Ο χώρος που καταλαμβάνουν τα «πολυκαιρισμένα σώματα-καταναλωτές συντάξεων» στο λεκτικό πεδίο είναι ένας χώρος επιφορτισμένος με ενοχή, κόπωση και σιωπή. Και ο τρόπος που υπάρχουμε μέσα στον «ηγεμονικό λόγο» μπορεί να αποβεί πιο καταστροφικός από μια πανδημία.
Είναι περισσότερο από αναγκαία, λοιπόν, μια πολιτιστική μετατόπιση στον τρόπο που βλέπουμε την τρίτη ηλικία. Τα πρόσωπα των ανθρώπων θα πρέπει να ξεχωρίζουν πέρα από τη βιολογική όψη, πέρα από τις κοινωνικές κατασκευές. Για να επιτευχθεί μια νέα συγκρότηση ταυτότητας των ηλικιωμένων, που δεν θα ταυτίζεται με την «αποσύνθεση» ή το «κοινωνικό βάρος». Για να υπάρξουν πολλές πατρίδες για την τρίτη ηλικία. Με δεδομένο, πάντα, πως το «ανθρώπινο είναι» είναι εμποτισμένο μέσα στον χρόνο, καταδικασμένο ή ευλογημένο να βιώνει την επίδραση των «καιρών» πάνω του.
Δήμητρα Αθανασοπούλου, Η Εφημερίδα των
Συντακτών, 18.04.2020
Κείμενο 2: Κωνσταντίνος Καβάφης «Ένας γέρος»
Στου καφενείου του βοερού το μέσα μέρος
σκυμένος στο τραπέζι κάθετ’ ένας γέρος·
με μιαν εφημερίδα εμπρός του, χωρίς συντροφιά.
Και μες των άθλιων γηρατειών την
καταφρόνια
σκέπτεται πόσο λίγο χάρηκε τα χρόνια
που είχε και δύναμι, και λόγο, κ’ εμορφιά.
Ξέρει που γέρασε πολύ· το νοιώθει, το
κυττάζει.
Κ’ εν τούτοις ο καιρός που ήταν νέος μοιάζει
σαν χθες. Τι διάστημα μικρό, τι διάστημα μικρό.
Και συλλογιέται η Φρόνησις πως τον
εγέλα·
και πως την εμπιστεύονταν πάντα — τι τρέλλα! —
την ψεύτρα που έλεγε· «Αύριο. Έχεις πολύν καιρό.»
Θυμάται ορμές που βάσταγε· και πόση
χαρά θυσίαζε. Την άμυαλή του γνώσι
κάθ’ ευκαιρία χαμένη τώρα την εμπαίζει.
.... Μα απ’ το πολύ να σκέπτεται και να
θυμάται
ο γέρος εζαλίσθηκε. Κι αποκοιμάται
στου καφενείου ακουμπισμένος το τραπέζι.
ΘΕΜΑ Α
Να παρουσιάσετε με συντομία (50-60 λέξεις) το περιεχόμενο των δύο τελευταίων παραγράφων του Κειμένου 1 (Ως γνωστόν, η παγίωση των διακρίσεων… την επίδραση των «καιρών» πάνω του).
Μονάδες 15
Η συγγραφέας επισημαίνει τον ρόλο της
γλώσσας στη διαμόρφωση διακρίσεων εις βάρος πληθυσμιακών ομάδων. Ο τρόπος, για
παράδειγμα, με τον οποίο περιγράφεται γλωσσικά η τρίτη ηλικία είναι αρνητικά
φορτισμένος, με δυνητικώς επικίνδυνες επιπτώσεις. Χρειάζεται, άρα, ένας νέος
τρόπος θέασης της ηλικίας αυτής, αποδεσμευμένος από κοινωνικές προκαταλήψεις,
ώστε να γίνεται περισσότερο αποδεκτή. Οι άνθρωποι, άλλωστε, ευνοούνται ή όχι
ανάλογα με τις επικρατούσες πεποιθήσεις κάθε εποχής.
ΘΕΜΑ Β
Β1.α. Με ποιον τρόπο επιλέγει η αρθρογράφος (Κείμενο 1) να παρουσιάσει το θέμα του κειμένου της στον πρόλογο; (μονάδες 6)
Η αρθρογράφος προκειμένου να τονίσει
την κάποτε εξαιρετικά σκληρή στάση των κοινωνιών απέναντι στους ηλικιωμένους
αξιοποιεί την υπόθεση μιας κινηματογραφικής ταινίας, η οποία βασίζεται σ’ ένα
ιαπωνικό έθιμο. Μια γυναίκα εβδομήντα ετών «επιλέγει» να ανέβει στην κορυφή
ενός βουνού για να πεθάνει, ώστε να μην επιβαρύνει με την παρουσία της τη φτωχή
οικογένειά της. Πρόκειται για ένα εξαιρετικά σκληρό έθιμο -γέννημα περιόδων
λιμού-, το οποίο δίνει προτεραιότητα στην επιβίωση των νεότερων και πιο
παραγωγικών μελών της τοπικής κοινωνίας, επιβάλλοντας στους ηλικιωμένους την
εκούσια αυτοκτονία.
β.
Να σχολιάσετε το πώς συνδέεται ο τίτλος
του Κειμένου 1 με το περιεχόμενό του, καθώς και τη γλωσσική του μορφή.
(μονάδες 9)
Μονάδες 15
Ο τίτλος «Καμία πατρίδα για την τρίτη
ηλικία» βρίσκεται σε άμεση σύνδεση με το περιεχόμενο του κειμένου, εφόσον ό,τι
καταγράφεται σε αυτό είναι ακριβώς η απροθυμία των κοινωνιών -Δυτικών και
Ανατολικών- να αναγνωρίσουν απόλυτα την αξία της ζωής των ηλικιωμένων ανθρώπων.
Με αφορμή άλλοτε τη φτώχια και τις επιμέρους περιόδους οικονομικής κρίσης,
άλλοτε κάποια φυσική καταστροφή και άλλοτε την ύπαρξη κάποιας υγειονομικής
κρίσης, όπως είναι η τρέχουσα πανδημία, οι ηλικιωμένοι αντιμετωπίζονται ως
βάρος για την οικογένεια, για την κοινωνία ευρύτερα ή για το σύστημα υγείας. Η
γερασμένη όψη τους και η αδυναμία τους να συνεισφέρουν στην παραγωγική
διαδικασία τους θέτει στο στόχαστρο αρνητικών στερεοτύπων, εφόσον γίνονται
αντιληπτοί ως «περιττή επιβάρυνση». Έτσι, μοιάζει να μην υπάρχει «καμία»
φιλόξενη «πατρίδα» για τα άτομα της «τρίτης ηλικίας».
Σε ό,τι αφορά τη γλωσσική μορφή του τίτλου παρατηρούμε πως σε αυτόν δεν υπάρχει ρήμα, χωρίς αυτή η έλλειψη να περιορίζει τη δραστική απόδοση του νοήματός του. Αντιθέτως, μάλιστα, με την κυριαρχία των ουσιαστικών αποδίδεται κατά τρόπο άμεσο η ανυπαρξία μιας «πατρίδας», ενός τόπου στον οποίο θα γίνονται αποδεκτοί, οι άνθρωποι της τρίτης ηλικίας. Η αντωνυμία «καμία» δηλώνει εμφατικά την πλήρη απουσία, συμπληρώνοντας και ενισχύοντας τη μεταφορική χρήση του ουσιαστικού «πατρίδα», ώστε να τονιστεί το πόσο απόλυτα αποκλεισμένοι είναι οι ηλικιωμένοι άνθρωποι. Προσέχουμε, επίσης, πως η αρθρογράφος επιλέγει τον περιφραστικό προσδιορισμό «τρίτη ηλικία» προκειμένου να αποφύγει τη χρήση λέξεων ή φράσεων περισσότερο αρνητικά φορτισμένων.
Β2.
Να εξηγήσετε σε 70-80 λέξεις τι εννοεί η
αρθρογράφος του Κειμένου 1 με την ακόλουθη διαπίστωση: «Ως γνωστόν, η
παγίωση των διακρίσεων σε βάρος μιας ομάδας επιτυγχάνεται σε ένα πρώτο επίπεδο
χάρη στον ρόλο της γλώσσας».
Μονάδες 15
Η διαμόρφωση και εδραίωση των
διακρίσεων εις βάρος πληθυσμιακών ομάδων πραγματοποιείται αρχικά μέσω της
γλώσσας, καθώς αποτελεί το μέσο για την έκφραση αρνητικών συναισθημάτων, ιδεών
και αντιλήψεων. Με το πέρασμα, μάλιστα, του χρόνου οι αρνητικά φορτισμένες
εκφράσεις που αξιοποιούνται για να περιγράψουν μια ομάδα ανθρώπων τείνουν να
εξαπλώνονται και να χρησιμοποιούνται ευρύτερα, μιας και καθιστούν ολοένα και
πιο αποδεκτό το εκφερόμενο μήνυμά τους. Είναι, υπό μία έννοια, σαν να
λειτουργεί προπαγανδιστικά ο αρνητικός λόγος και να αυξάνει πολλαπλασιαστικά
όσους τον ενστερνίζονται.
Β3.
Να αιτιολογήσετε τη χρήση των σημείων
στίξης στις ακόλουθες περιπτώσεις:
α. «εθελούσια διακοπή τού εγώ» (1η
παράγραφος)
β. Μπορούμε, άραγε, να κοιτάξουμε πέρα από τη βιολογική όψη και να δούμε τα πρόσωπα των ηλικιωμένων πίσω από τα στερεότυπα; (3η παράγραφος)
γ. –τις τελευταίες δεκαετίες– (6η παράγραφος)
δ. «Μοναξιά των Θνησκόντων» (7η παράγραφος)
Μονάδες 10
α. Η φράση τίθεται σε εισαγωγικά, διότι
αποτελεί ευφημισμό της κοινωνικά επιβεβλημένης αυτοκτονίας στην οποία
οδηγούνταν τα ηλικιωμένα άτομα σύμφωνα με το ιαπωνικό έθιμο.
β. Το ερωτηματικό αξιοποιείται για τη διαμόρφωση ενός ερωτήματος προς τους αναγνώστες -και προς την ίδια την αρθρογράφο- προκειμένου να κατευθυνθεί ο προβληματισμός στο καίριο ζητούμενο, στην αποδέσμευση, δηλαδή, της αντιμετώπισης των ηλικιωμένων από τις προκαταλήψεις και τα στερεότυπα.
γ. Ο χρονικός προσδιορισμός που τίθεται στη διπλή παύλα αποτελεί απαραίτητη διευκρίνιση, διότι η στάση της ελληνικής κοινωνίας δεν ήταν εξίσου αρνητική απέναντι στους ηλικιωμένους παλαιότερα. Ιδίως η σύνδεση των ηλικιωμένων με την επιβάρυνση των ασφαλιστικών ταμείων έχει προκύψει τις τελευταίες δεκαετίες λόγω της οικονομικής κρίσης.
δ. Τα εισαγωγικά αξιοποιούνται διότι αποδίδεται ο τίτλος ενός βιβλίου.
ΘΕΜΑ Γ
Ποια είναι η συναισθηματική κατάσταση του «γέροντα», όπως παρουσιάζεται στο ποιητικό κείμενο (Κείμενο 2); Να τεκμηριώσετε την απάντησή σας αξιοποιώντας τρεις (3) κειμενικούς δείκτες. (150-200 λέξεις)
Μονάδες 15
Ο ήρωας του ποιήματος βασανίζεται από
τη σκέψη πως άφησε ανεκμετάλλευτα τα νιάτα του κι αισθάνεται απόγνωση, διότι
γνωρίζει πως πλέον είναι αργά για να ζήσει όσα έχασε. Του είναι, μάλιστα,
δύσκολο να συνειδητοποιήσει το πόσο γρήγορα πέρασαν τα χρόνια της νεότητας,
όπως αυτό διαφαίνεται από την παρομοίωση «ο καιρός που ήταν νέος μοιάζει σαν
χθες», καθώς και από την επανάληψη της δηλωτικής φράσης «Τι διάστημα μικρό».
Μετανιώνει, έτσι, για το γεγονός πως όταν ήταν νέος θυσίαζε τις χαρές της ζωής
και συγκρατούσε τις ορμές του, παρασυρμένος από την πλανερή αίσθηση πως έχει
άφθονο χρόνο μπροστά του. Η σύνεση εκείνων των χρόνων που δεν τον άφηνε να
ζήσει όσο πληρέστερα μπορούσε τα νιάτα του μοιάζει τώρα ανούσια και επώδυνη,
εφόσον του στέρησε πλήθος στιγμών ευδαιμονίας. Με τη χρήση οξύμωρου σχήματος
«Την άμυαλή του γνώσι» αναθεωρεί πλήρως τη στάση που κρατούσε στο παρελθόν,
κρίνοντας πως ό,τι του φαινόταν τότε συνετό αποδείχθηκε τελικά μια επιζήμια
πλάνη.
Η «δύναμη» και η «ομορφιά» της νεότητας, όπως τονίζονται από τον ήρωα του ποιήματος, αν και συνιστούν αναμφίβολα πολύτιμα δώρα της φύσης, δεν αποτελούν αναγκαίο όρο για την απόλαυση της ζωής. Οι άνθρωποι κάθε ηλικίας, αν διατηρούν την αισιοδοξία και την καλή τους διάθεση, μπορούν να βρίσκουν νέες κάθε φορά πηγές ευχαρίστησης.
ΘΕΜΑ Δ
Ως ενεργό μέλος του Δήμου σας εκφωνείτε λόγο σε τοπική εκδήλωση για τα δικαιώματα των ατόμων τρίτης ηλικίας. Βασικές σας θέσεις είναι η ανάγκη να προφυλαχθεί η τρίτη ηλικία από την περιθωριοποίηση, τις κακές συνθήκες διαβίωσης και τη μοναξιά. Αξιοποιείστε ως επιχείρημα την πολυετή προσφορά των ανθρώπων αυτών στην τοπική σας κοινωνία. (350-400 λέξεις)
Μονάδες 30
Αγαπητοί συνδημότες και συνδημότισσες,
Χάρη στην αξιέπαινη πρωτοβουλία του Δήμου μας για τη διοργάνωση της
παρούσας εκδήλωσης, μας δίνεται η ευκαιρία να συζητήσουμε και κατόπιν να
δράσουμε για τα δικαιώματα των ηλικιωμένων συνανθρώπων μας. Όπως γνωρίζετε,
άλλωστε, δεν έχουν όλα τα άτομα της τρίτης ηλικίας το προνόμιο μιας στοργικής
οικογένειας ή την οικονομική δυνατότητα να βρεθούν σε μια κατάλληλη δομή, για
να λαμβάνουν την απαιτούμενη φροντίδα.
Αποτελεί κοινό και ένοχο μυστικό της κοινωνίας μας πως πολλοί ηλικιωμένοι άνθρωποι καταλήγουν να διαβούν υπό άθλιες συνθήκες, εγκαταλελειμμένοι από τους οικείους τους. Παραμερίζονται απ’ όλους και περνούν μόνοι τους το τελευταίο κομμάτι της ζωής τους, σαν να έχουν λιγότερη αξία από τους υπόλοιπους ή σαν να έπαψαν να θεωρούνται «άνθρωποι» από τη στιγμή που σταμάτησαν να εργάζονται και να προσφέρουν. Κατάσταση εξόφθαλμα απάνθρωπη και ντροπιαστική για όλου μας, εφόσον οι ηλικιωμένοι συμπολίτες μας δεν αποτελούν ευθύνη μόνο των οικείων τους, αλλά ολόκληρης της τοπικής μας κοινωνίας.
Είναι, θεωρώ, προφανές πως, αν επιλέξουμε να αδιαφορήσουμε απέναντι σ’ αυτή την κατάσταση, όχι μόνο συναινούμε, αλλά και την αποδεχόμαστε ως κοινή και για εμάς κατάληξη. Αν δεν υπάρξει μια άμεση και δραστική απάντηση στην απαξίωση που βιώνουν τα άτομα τρίτης ηλικίας, θα αποτελέσει, ατυχώς, το αναπόδραστο μέλλον όλων μας, καθώς θα παγιωθεί ως κάτι το αποδεκτό. Σας καλώ, λοιπόν, να αντισταθούμε στην απευαισθητοποίηση των καιρών μας και να δείξουμε πως η ανθρωπιά παραμένει βασικό και σταθερό μας γνώρισμα.
Η επιλογή της αδιαφορίας, άλλωστε, θα σημάνει πως πέρα από καθετί άλλο είμαστε και αγνώμονες, αφού αρνούμαστε να αναγνωρίσουμε τα όσα οφείλουμε στους ηλικιωμένους συμπολίτες μας. Το γεγονός πως έχουν πάψει να εργάζονται δεν θα πρέπει να μας κάνει να λησμονούμε πως για χρόνια ήταν εκείνοι που στήριζαν και υπηρετούσαν την τοπική μας κοινωνία. Αν έχουμε τώρα τη δυνατότητα να ζούμε και να εργαζόμαστε σε μια περιοχή με προοπτικές και υποδομές, το οφείλουμε στη δική τους άοκνη δραστηριότητα και στις δικές τους προσπάθειες να βελτιώσουν τα όσα παρέλαβαν από τις προηγούμενες γενιές.
Είναι, άρα, απολύτως σημαντικό να δούμε πως πίσω από το γερασμένο πρόσωπό τους κρύβονται άνθρωποι με καημούς, ανάγκες, αλλά κι ελπίδα. Την ελπίδα πως κάποιος θα τους θυμηθεί και κάποιος θα αντιληφθεί πως χρειάζονται κι εκείνη λίγη συντροφιά κι έναν καλό λόγο. Ας γίνουμε εμείς εκείνοι που θα τους θυμηθούμε και εκείνοι που θα τους προσφέρουμε την παρηγοριά της αλληλεγγύης και του σεβασμού.
Σας ευχαριστώ θερμά για την προσοχή
σας.
Νεοελληνική Γλώσσα & Λογοτεχνία Γ΄ Λυκείου: «Καμία πατρίδα για την τρίτη ηλικία»
Ο όρος Ubasute –«εγκατάλειψη ενός ηλικιωμένου»– αποδίδει σήμερα τη σύγχρονη όψη της εθιμοτυπικής αυτής πρακτικής, η οποία επανέρχεται στο προσκήνιο με κάθε νέα φυσική καταστροφή, κρίση ή πανδημία. Η αφήγηση, ωστόσο, που νομιμοποιεί την απομάκρυνση και την εξόντωση του «περιττού Άλλου» δεν αφορά μονάχα τη μακρινή Ανατολή, αλλά και τις γειτονιές της Ευρώπης. Απλώς το αφήγημα μεταλλάσσεται σαν ιός που αποκτά μεγαλύτερη ανθεκτικότητα.
Πόσο είναι εφικτό να μην εγκλωβιζόμαστε στον κυρίαρχο λόγο που επενεργεί στην ταυτότητα των ηλικιωμένων ατόμων νομιμοποιώντας τον εξοστρακισμό τους; Μπορούμε, άραγε, να κοιτάξουμε πέρα από τη βιολογική όψη και να δούμε τα πρόσωπα των ηλικιωμένων πίσω από τα στερεότυπα;
Είναι ευρέως αποδεκτό πως ο τρόπος με τον οποίο αναπαράγονται τα στερεότυπα στις κοινωνικές αλληλεπιδράσεις επηρεάζει σε βάθος χρόνου τις πολιτικές στρατηγικές που αναπτύσσονται. Κατ’ επέκταση, η ανομοιογένεια ενός πληθυσμού και τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά του ατόμου χάνονται μέσα στις κοινωνικά κατασκευασμένες έννοιες. Και όσο οι ηλικιωμένοι αποτελούν μία ξεχωριστή πλην ομοιογενοποιημένη μερίδα του πληθυσμού που παύει να είναι παραγωγική, τόσο το σύγχρονο Ubasute γίνεται αναπόδραστο. Και τα στερεότυπα οικοδομούν νέα σύμπαντα διακρίσεων και αποκλεισμών.
Πώς μπορεί η ζωή ενός πληθυσμού να εκπέσει από την κατηγορία του ανθρώπινου και να μην είναι πια (η ζωή του) άξια οδύνης; Το ερώτημα είχε θέσει η Judith Butler στο κείμενο «Βία, Πένθος, Πολιτική» σε σχέση με το πώς κάποιες αφηγήσεις νομιμοποιούν τον διαχωρισμό εκείνων που πρέπει να ζήσουν από εκείνους που μπορούμε να αφήσουμε να πεθάνουν.
Η ταύτιση των ηλικιωμένων –τις τελευταίες δεκαετίες– με τη συνταξιοδότηση και τα επιβαρυμένα ασφαλιστικά ταμεία έχει οδηγήσει, ως γνωστόν, σταδιακά και ύπουλα στη δαιμονοποίησή τους.
«Ποτέ πριν οι άνθρωποι δεν είχαν χάσει τη ζωή τους τόσο αθόρυβα και τόσο μόνοι όσο στις ανεπτυγμένες κοινωνίες», είχε επισημάνει κάποτε ο κοινωνιολόγος Norbert Elias στη «Μοναξιά των Θνησκόντων». Και τα λόγια του είναι σαν να γράφτηκαν τώρα, το 2020, όταν οι υπερήλικοι πεθαίνουν μόνοι και μέσα στη σιωπή. Σαν «χαμένοι αριθμοί» που θρηνούνται τόσο όσο διαρκεί ένα δελτίο ειδήσεων. Ίσως γιατί κανονικοποιείται –περισσότερο από ποτέ– ο εξοστρακισμός και η θυσία του γερασμένου και ασθενούς σώματος στο όνομα της φαντασίωσης του ακμαίου και υγιούς.
Ως γνωστόν, η παγίωση των διακρίσεων σε βάρος μιας ομάδας επιτυγχάνεται σε ένα πρώτο επίπεδο χάρη στον ρόλο της γλώσσας. Ο χώρος που καταλαμβάνουν τα «πολυκαιρισμένα σώματα-καταναλωτές συντάξεων» στο λεκτικό πεδίο είναι ένας χώρος επιφορτισμένος με ενοχή, κόπωση και σιωπή. Και ο τρόπος που υπάρχουμε μέσα στον «ηγεμονικό λόγο» μπορεί να αποβεί πιο καταστροφικός από μια πανδημία.
Είναι περισσότερο από αναγκαία, λοιπόν, μια πολιτιστική μετατόπιση στον τρόπο που βλέπουμε την τρίτη ηλικία. Τα πρόσωπα των ανθρώπων θα πρέπει να ξεχωρίζουν πέρα από τη βιολογική όψη, πέρα από τις κοινωνικές κατασκευές. Για να επιτευχθεί μια νέα συγκρότηση ταυτότητας των ηλικιωμένων, που δεν θα ταυτίζεται με την «αποσύνθεση» ή το «κοινωνικό βάρος». Για να υπάρξουν πολλές πατρίδες για την τρίτη ηλικία. Με δεδομένο, πάντα, πως το «ανθρώπινο είναι» είναι εμποτισμένο μέσα στον χρόνο, καταδικασμένο ή ευλογημένο να βιώνει την επίδραση των «καιρών» πάνω του.
σκυμένος στο τραπέζι κάθετ’ ένας γέρος·
με μιαν εφημερίδα εμπρός του, χωρίς συντροφιά.
σκέπτεται πόσο λίγο χάρηκε τα χρόνια
που είχε και δύναμι, και λόγο, κ’ εμορφιά.
Κ’ εν τούτοις ο καιρός που ήταν νέος μοιάζει
σαν χθες. Τι διάστημα μικρό, τι διάστημα μικρό.
και πως την εμπιστεύονταν πάντα — τι τρέλλα! —
την ψεύτρα που έλεγε· «Αύριο. Έχεις πολύν καιρό.»
χαρά θυσίαζε. Την άμυαλή του γνώσι
κάθ’ ευκαιρία χαμένη τώρα την εμπαίζει.
ο γέρος εζαλίσθηκε. Κι αποκοιμάται
στου καφενείου ακουμπισμένος το τραπέζι.
Να παρουσιάσετε με συντομία (50-60 λέξεις) το περιεχόμενο των δύο τελευταίων παραγράφων του Κειμένου 1 (Ως γνωστόν, η παγίωση των διακρίσεων… την επίδραση των «καιρών» πάνω του).
Β1.α. Με ποιον τρόπο επιλέγει η αρθρογράφος (Κείμενο 1) να παρουσιάσει το θέμα του κειμένου της στον πρόλογο; (μονάδες 6)
Σε ό,τι αφορά τη γλωσσική μορφή του τίτλου παρατηρούμε πως σε αυτόν δεν υπάρχει ρήμα, χωρίς αυτή η έλλειψη να περιορίζει τη δραστική απόδοση του νοήματός του. Αντιθέτως, μάλιστα, με την κυριαρχία των ουσιαστικών αποδίδεται κατά τρόπο άμεσο η ανυπαρξία μιας «πατρίδας», ενός τόπου στον οποίο θα γίνονται αποδεκτοί, οι άνθρωποι της τρίτης ηλικίας. Η αντωνυμία «καμία» δηλώνει εμφατικά την πλήρη απουσία, συμπληρώνοντας και ενισχύοντας τη μεταφορική χρήση του ουσιαστικού «πατρίδα», ώστε να τονιστεί το πόσο απόλυτα αποκλεισμένοι είναι οι ηλικιωμένοι άνθρωποι. Προσέχουμε, επίσης, πως η αρθρογράφος επιλέγει τον περιφραστικό προσδιορισμό «τρίτη ηλικία» προκειμένου να αποφύγει τη χρήση λέξεων ή φράσεων περισσότερο αρνητικά φορτισμένων.
β. Μπορούμε, άραγε, να κοιτάξουμε πέρα από τη βιολογική όψη και να δούμε τα πρόσωπα των ηλικιωμένων πίσω από τα στερεότυπα; (3η παράγραφος)
γ. –τις τελευταίες δεκαετίες– (6η παράγραφος)
δ. «Μοναξιά των Θνησκόντων» (7η παράγραφος)
Μονάδες 10
β. Το ερωτηματικό αξιοποιείται για τη διαμόρφωση ενός ερωτήματος προς τους αναγνώστες -και προς την ίδια την αρθρογράφο- προκειμένου να κατευθυνθεί ο προβληματισμός στο καίριο ζητούμενο, στην αποδέσμευση, δηλαδή, της αντιμετώπισης των ηλικιωμένων από τις προκαταλήψεις και τα στερεότυπα.
γ. Ο χρονικός προσδιορισμός που τίθεται στη διπλή παύλα αποτελεί απαραίτητη διευκρίνιση, διότι η στάση της ελληνικής κοινωνίας δεν ήταν εξίσου αρνητική απέναντι στους ηλικιωμένους παλαιότερα. Ιδίως η σύνδεση των ηλικιωμένων με την επιβάρυνση των ασφαλιστικών ταμείων έχει προκύψει τις τελευταίες δεκαετίες λόγω της οικονομικής κρίσης.
δ. Τα εισαγωγικά αξιοποιούνται διότι αποδίδεται ο τίτλος ενός βιβλίου.
Ποια είναι η συναισθηματική κατάσταση του «γέροντα», όπως παρουσιάζεται στο ποιητικό κείμενο (Κείμενο 2); Να τεκμηριώσετε την απάντησή σας αξιοποιώντας τρεις (3) κειμενικούς δείκτες. (150-200 λέξεις)
Η «δύναμη» και η «ομορφιά» της νεότητας, όπως τονίζονται από τον ήρωα του ποιήματος, αν και συνιστούν αναμφίβολα πολύτιμα δώρα της φύσης, δεν αποτελούν αναγκαίο όρο για την απόλαυση της ζωής. Οι άνθρωποι κάθε ηλικίας, αν διατηρούν την αισιοδοξία και την καλή τους διάθεση, μπορούν να βρίσκουν νέες κάθε φορά πηγές ευχαρίστησης.
Ως ενεργό μέλος του Δήμου σας εκφωνείτε λόγο σε τοπική εκδήλωση για τα δικαιώματα των ατόμων τρίτης ηλικίας. Βασικές σας θέσεις είναι η ανάγκη να προφυλαχθεί η τρίτη ηλικία από την περιθωριοποίηση, τις κακές συνθήκες διαβίωσης και τη μοναξιά. Αξιοποιείστε ως επιχείρημα την πολυετή προσφορά των ανθρώπων αυτών στην τοπική σας κοινωνία. (350-400 λέξεις)
Αποτελεί κοινό και ένοχο μυστικό της κοινωνίας μας πως πολλοί ηλικιωμένοι άνθρωποι καταλήγουν να διαβούν υπό άθλιες συνθήκες, εγκαταλελειμμένοι από τους οικείους τους. Παραμερίζονται απ’ όλους και περνούν μόνοι τους το τελευταίο κομμάτι της ζωής τους, σαν να έχουν λιγότερη αξία από τους υπόλοιπους ή σαν να έπαψαν να θεωρούνται «άνθρωποι» από τη στιγμή που σταμάτησαν να εργάζονται και να προσφέρουν. Κατάσταση εξόφθαλμα απάνθρωπη και ντροπιαστική για όλου μας, εφόσον οι ηλικιωμένοι συμπολίτες μας δεν αποτελούν ευθύνη μόνο των οικείων τους, αλλά ολόκληρης της τοπικής μας κοινωνίας.
Είναι, θεωρώ, προφανές πως, αν επιλέξουμε να αδιαφορήσουμε απέναντι σ’ αυτή την κατάσταση, όχι μόνο συναινούμε, αλλά και την αποδεχόμαστε ως κοινή και για εμάς κατάληξη. Αν δεν υπάρξει μια άμεση και δραστική απάντηση στην απαξίωση που βιώνουν τα άτομα τρίτης ηλικίας, θα αποτελέσει, ατυχώς, το αναπόδραστο μέλλον όλων μας, καθώς θα παγιωθεί ως κάτι το αποδεκτό. Σας καλώ, λοιπόν, να αντισταθούμε στην απευαισθητοποίηση των καιρών μας και να δείξουμε πως η ανθρωπιά παραμένει βασικό και σταθερό μας γνώρισμα.
Η επιλογή της αδιαφορίας, άλλωστε, θα σημάνει πως πέρα από καθετί άλλο είμαστε και αγνώμονες, αφού αρνούμαστε να αναγνωρίσουμε τα όσα οφείλουμε στους ηλικιωμένους συμπολίτες μας. Το γεγονός πως έχουν πάψει να εργάζονται δεν θα πρέπει να μας κάνει να λησμονούμε πως για χρόνια ήταν εκείνοι που στήριζαν και υπηρετούσαν την τοπική μας κοινωνία. Αν έχουμε τώρα τη δυνατότητα να ζούμε και να εργαζόμαστε σε μια περιοχή με προοπτικές και υποδομές, το οφείλουμε στη δική τους άοκνη δραστηριότητα και στις δικές τους προσπάθειες να βελτιώσουν τα όσα παρέλαβαν από τις προηγούμενες γενιές.
Είναι, άρα, απολύτως σημαντικό να δούμε πως πίσω από το γερασμένο πρόσωπό τους κρύβονται άνθρωποι με καημούς, ανάγκες, αλλά κι ελπίδα. Την ελπίδα πως κάποιος θα τους θυμηθεί και κάποιος θα αντιληφθεί πως χρειάζονται κι εκείνη λίγη συντροφιά κι έναν καλό λόγο. Ας γίνουμε εμείς εκείνοι που θα τους θυμηθούμε και εκείνοι που θα τους προσφέρουμε την παρηγοριά της αλληλεγγύης και του σεβασμού.
0 σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου