Dina Belenko
Αρχαία ελληνικά: Αναλυτική κλίση ρήματος «ἕψω»
(ἕψω: βράζω)
Ενεργητική Φωνή
Ενεστώτας
Οριστική
ἕψω, ἕψεις, ἕψει, ἕψομεν, ἕψετε, ἕψουσι(ν)
Υποτακτική
ἕψω, ἕψῃς, ἕψῃ, ἕψωμεν, ἕψητε, ἕψωσι(ν)
Ευκτική
ἕψοιμι, ἕψοις, ἕψοι, ἕψοιμεν, ἕψοιτε, ἕψοιεν
Προστακτική
---, ἕψε, ἑψέτω, ---, ἕψετε, ἑψόντων (ή ἑψέτωσαν)
Απαρέμφατο
ἕψειν
Μετοχή
ἕψων, ἕψουσα, ἕψον
Παρατατικός
Οριστική
ἧψον, ἧψες, ἧψε, ἧψομεν, ἧψετε, ἧψον
Μέλλοντας
Οριστική
ἑψήσομαι, ἑψήσῃ ή ἑψήσει, ἑψήσεται, ἑψησόμεθα, ἑψήσεσθε, ἑψήσονται
Ευκτική
ἑψησοίμην, ἑψήσοιο, ἑψήσοιτο, ἑψησοίμεθα, ἑψήσοισθε, ἑψήσοιντο
Απαρέμφατο
ἑψήσεσθαι
Μετοχή
ἑψησόμενος
ἑψησομένη
ἑψησόμενον
Αόριστος
Οριστική
ἥψησα, ἥψησας, ἥψησε(ν), ἡψήσαμεν, ἡψήσατε, ἥψησαν
Υποτακτική
ἑψήσω, ἑψήσῃς, ἑψήσῃ, ἑψήσωμεν, ἑψήσητε, ἑψήσωσι(ν)
Ευκτική
ἑψήσαιμι, ἑψήσαις ή ἑψήσειας, ἑψήσαι ή ἑψήσειε(ν), ἑψήσαιμεν, ἑψήσαιτε, ἑψήσαιεν ή ἑψήσειαν
Προστακτική
---, ἕψησον, ἑψησάτω, ---, ἑψήσατε, ἑψησάντων (ή ἑψησάτωσαν)
Απαρέμφατο
ἑψῆσαι
Μετοχή
ἑψήσας, ἑψήσασα, ἑψῆσαν
Μέση Φωνή
Ενεστώτας
Οριστική
ἕψομαι, ἕψῃ ή ἕψει, ἕψεται, ἑψόμεθα, ἕψεσθε, ἕψονται
Υποτακτική
ἕψωμαι, ἕψῃ, ἕψηται, ἑψώμεθα, ἕψησθε, ἕψωνται
Ευκτική
ἑψοίμην, ἕψοιο, ἕψοιτο, ἑψοίμεθα, ἕψοισθε, ἕψοιντο
Προστακτική
---, ἕψου, ἑψέσθω, ---, ἕψεσθε, ἑψέσθων ή ἑψέσθωσαν
Απαρέμφατο
ἕψεσθαι
Μετοχή
ἑψόμενος
ἑψομένη
ἑψόμενον
Αρχαία ελληνικά: Αναλυτική κλίση ρήματος «ἕψω»
(ἕψω: βράζω)
Ενεργητική Φωνή
Ενεστώτας
Οριστική
ἕψω, ἕψεις, ἕψει, ἕψομεν, ἕψετε, ἕψουσι(ν)
ἕψω, ἕψῃς, ἕψῃ, ἕψωμεν, ἕψητε, ἕψωσι(ν)
ἕψοιμι, ἕψοις, ἕψοι, ἕψοιμεν, ἕψοιτε, ἕψοιεν
---, ἕψε, ἑψέτω, ---, ἕψετε, ἑψόντων (ή ἑψέτωσαν)
ἕψειν
ἕψων, ἕψουσα, ἕψον
Παρατατικός
Οριστική
ἧψον, ἧψες, ἧψε, ἧψομεν, ἧψετε, ἧψον
Οριστική
ἑψήσομαι, ἑψήσῃ ή ἑψήσει, ἑψήσεται, ἑψησόμεθα, ἑψήσεσθε, ἑψήσονται
ἑψησοίμην, ἑψήσοιο, ἑψήσοιτο, ἑψησοίμεθα, ἑψήσοισθε, ἑψήσοιντο
ἑψήσεσθαι
ἑψησόμενος
Οριστική
ἥψησα, ἥψησας, ἥψησε(ν), ἡψήσαμεν, ἡψήσατε, ἥψησαν
ἑψήσω, ἑψήσῃς, ἑψήσῃ, ἑψήσωμεν, ἑψήσητε, ἑψήσωσι(ν)
ἑψήσαιμι, ἑψήσαις ή ἑψήσειας, ἑψήσαι ή ἑψήσειε(ν), ἑψήσαιμεν, ἑψήσαιτε, ἑψήσαιεν ή ἑψήσειαν
---, ἕψησον, ἑψησάτω, ---, ἑψήσατε, ἑψησάντων (ή ἑψησάτωσαν)
ἑψῆσαι
ἑψήσας, ἑψήσασα, ἑψῆσαν
Ενεστώτας
Οριστική
ἕψομαι, ἕψῃ ή ἕψει, ἕψεται, ἑψόμεθα, ἕψεσθε, ἕψονται
ἕψωμαι, ἕψῃ, ἕψηται, ἑψώμεθα, ἕψησθε, ἕψωνται
ἑψοίμην, ἕψοιο, ἕψοιτο, ἑψοίμεθα, ἕψοισθε, ἕψοιντο
---, ἕψου, ἑψέσθω, ---, ἕψεσθε, ἑψέσθων ή ἑψέσθωσαν
ἕψεσθαι
ἑψόμενος
0 σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου