Ιστορία Προσανατολισμού: Το εμπόριο κατά τον 19ο αιώνα (πηγή) | Σημειώσεις του Κωνσταντίνου Μάντη

Ιστορία Προσανατολισμού: Το εμπόριο κατά τον 19ο αιώνα (πηγή)

Κωνσταντίνος Μάντης | Best Blogger Tips
 

William Clark


Ιστορία Προσανατολισμού: Το εμπόριο κατά τον 19ο αιώνα (πηγή)
 
Με βάση τις ιστορικές σας γνώσεις και αξιοποιώντας το ακόλουθο παράθεμα να αναφερθείτε:
α) στις εισαγωγές και τις εξαγωγές της Ελλάδας κατά τον 19ο αιώνα, και
β) στις χώρες με τις οποίες η Ελλάδα ανέπτυξε εμπορικούς δεσμούς κατά την ίδια περίοδο.  
 
Κείμενο
Πρώτη εισαγωγική χώρα για την Ελλάδα ήταν η Αγγλία, από όπου εισάγονταν υφάσματα κυρίως βαμβακερά, που ήταν το πρώτο σε αξία εισαγόμενο είδος (το 1858 εισήχθησαν 1.307.114 οκάδες υφάσματα, αξίας 9.562,005 δρχ., που περισσότερα από τα μισά ήταν βαμβακερά), νήματα, δέρματα ακατέργαστα, που ήταν το δεύτερο εισαγωγικό είδος για τον ίδιο χρόνο και προοριζόταν για τα βυρσοδεψία της Σύρου, σίδηρος και ζάχαρη. Ακολουθούσε η Αυστρία (ξυλεία, μάλλινα υφάσματα, σχοινιά, σίδηρος), η Τουρκία (δημητριακοί καρποί, ζώα, ακατέργαστα δέρματα, ξυλεία), η Γαλλία (ζάχαρη, δέρματα, υφάσματα μάλλινα, καφές). Μικρότερες εισαγωγές γίνονταν και από τη Ρωσία (δημητριακοί καρποί), την Ιταλία (ρύζι, θείο, δέρματα) την Αίγυπτο (δέρματα ακατέργαστα, δημητριακοί καρποί) και άλλες χώρες.
Αλλά και στις εξαγωγές την πρώτη θέσει κατείχε η Αγγλία με κύριο προϊόν την κορινθιακή σταφίδα. […] Δεύτερο εξαγωγικό προϊόν στα μέσα του αιώνα ήταν τα κουκούλια (μεταξοσκώληκα). Το 1858 εξήχθησαν 121.120 οκάδες, που εκτιμήθηκαν 1.783.257 δρχ. και μετάξι αξίας 515.605 δραχμών. Αποκλειστική χώρα εισαγωγική και για τα κουκούλια και για το μετάξι ήταν η Γαλλία, όπου η εισαγωγή γινόταν ατελώς για το κουκούλι και με ελάχιστα τέλη για το μετάξι.
Η παραγωγή του καπνού ήταν τα χρόνια αυτά ακόμη μικρή μολαταύτα κάλυπτε τις ανάγκες της καταναλώσεως και οι ποσότητες που διατίθενταν για εξαγωγή (κυρίως στην Αγγλία, Γαλλία και Ρωσία) ήταν πολύ μεγαλύτερες από τις εισαγόμενες (κυρίως από την Τουρκία, όπου ο παραγόμενος καπνός ήταν καλύτερης ποιότητας από τον ελληνικό).
 
Ιστορία του Ελληνικού Έθνους, Τόμος ΙΓ΄, Εκδοτική Αθηνών, 2000
 
Ενδεικτική απάντηση
 
α) Αν λάβουμε υπόψη τις παραγωγικές δυνατότητες της Ελλάδας στη διάρκεια του πρώτου αιώνα της ανεξαρτησίας της, δεν πρέπει να μας εκπλήσσει το γεγονός ότι το μεγαλύτερο μέρος του εξωτερικού της εμπορίου αφορούσε γεωργικά προϊόντα. Στις εξαγωγές, περισσότερο από τα 2/3 (σε αξία) του συνόλου, ήταν γεωργικά προϊόντα. Η γενική τάση μάλιστα οδηγούσε προς τη διεύρυνση του ποσοστού των εξαγωγών αγροτικών προϊόντων, που έφτασαν να αντιπροσωπεύουν τα 3/4 των συνολικών εξαγωγών στη δεκαετία 1900-1910. Στην κατηγορία αυτή την πρώτη θέση είχε η σταφίδα, που από μόνη της πλησίαζε σε αξία το 1/2 των συνολικών εξαγωγών. Ακολουθούσε με μεγάλη διαφορά το ελαιόλαδο και, μετά το 1900, το κρασί. Το παράθεμα επιβεβαιώνει την εξαγωγική κυριαρχία της σταφίδας, επισημαίνει, ωστόσο, πως στα μέσα του 19ου αιώνα το δεύτερο εξαγώγιμο ελληνικό προϊόν ήταν τα κουκούλια μεταξοσκώληκα. Παραθέτει, μάλιστα, τις εξαγωγές του έτους 1858, όταν εξήχθησαν 121.100 οκάδες κουκούλια, η αξία των οποίων ήταν 1.783.257, και μαζί με αυτά μετάξι, η αξία του οποίου ανήλθε στις 515.605 δραχμές.
Εκτός από τα παραπάνω είδη, εξάγονταν μικρές ποσότητες φυτικών προϊόντων για βιομηχανική επεξεργασία, το βαμβάκι, για παράδειγμα, την εποχή του αμερικανικού εμφυλίου πολέμου ή ο σταθερά ανερχόμενος καπνός, πού όμως αντιπροσώπευε ακόμα ασήμαντο ποσοστό των εξαγωγών (2-3%). Το στοιχείο αυτό επιβεβαιώνεται από το παράθεμα, στο οποίο συμπληρώνεται πως η ποσότητα καπνού που εξαγόταν ήταν σαφώς μεγαλύτερη από εκείνη που εισήγε η χώρα, κυρίως από την Τουρκία, της οποίας ο καπνός ήταν ποιοτικά ανώτερος από τον ελληνικό. Μέχρι το 1880 επίσης υπήρχε σημαντική εμπορική κίνηση στα κατεργασμένα δέρματα, η οποία όμως σχεδόν εξαφανίστηκε στη συνέχεια. Στην κατηγορία των πρώτων υλών, τις εξαγωγές συμπλήρωναν τα μεταλλευτικά προϊόντα, που από το τέλος του 19ου αιώνα πλησίαζαν το 1/5 της συνολικής αξίας των εξαγωγών. Επρόκειτο κυρίως για μόλυβδο, για μαγγανιούχα μεταλλεύματα, για σμύριδα και θηραϊκή γη. Οι εξαγωγές βιομηχανικών προϊόντων ήταν κυριολεκτικά ασήμαντες.
Στις εισαγωγές τα αγροτικά είδη αντιπροσώπευαν σταθερά το 1/3 (σε αξία) του συνόλου. Στην πρώτη θέση βρίσκονταν τα δημητριακά, το σιτάρι ιδιαίτερα, καθώς η εγχώρια παραγωγή δεν ήταν σε θέση να καλύψει τις επισιτιστικές ανάγκες του πληθυσμού. Παραλλήλως, σύμφωνα με το παράθεμα, η Ελλάδα εισήγε, επίσης, ζάχαρη, ρύζι, καφέ, ζώα. Στα βιομηχανικά προϊόντα που εισάγονταν κυριαρχούσαν τα υφάσματα και τα νήματα, ενώ προοδευτικά μεγάλωναν τα ποσοστά των ορυκτών (άνθρακας), της ξυλείας, των χημικών προϊόντων και των μηχανημάτων. Στα εισαγόμενα προϊόντα, σύμφωνα με το παράθεμα, μπορούν να καταγραφούν τα ακατέργαστα δέρματα για τα βυρσοδεψία της Σύρου, τα βαμβακερά και μάλλινα υφάσματα, τα σχοινιά, ο σίδηρος και το θείο. Από τα προϊόντα αυτά, μάλιστα, τα βαμβακερά υφάσματα και τα ακατέργαστα δέρματα εισάγονταν σε μεγάλες ποσότητες λόγω της αυξημένης ζήτησης.    
 
β) Οι χώρες με τις οποίες η Ελλάδα ανέπτυξε στο διάστημα αυτό εμπορικούς δεσμούς ήταν, ως επί το πλείστον, τα βιομηχανικά κράτη της Δυτικής Ευρώπης. Η Αγγλία απορροφούσε το σύνολο σχεδόν των εξαγωγών σταφίδας αλλά και ένα σημαντικό ποσοστό των μεταλλευμάτων (μολύβδου). Σύμφωνα, μάλιστα, με το παράθεμα, η Αγγλία ήταν η χώρα από την οποία η Ελλάδα έκανε τις περισσότερες εισαγωγές (υφάσματα, νήματα, ακατέργαστα δέρματα), αλλά και προς την οποία έκανε τις περισσότερες εξαγωγές (κορινθιακή σταφίδα). Η Γαλλία αλλά και μικρότερα ευρωπαϊκά κράτη, όπως ήταν π.χ. το Βέλγιο, ακολουθούσαν. Σε ό,τι αφορά, πάντως, τη δεκαετία του 1850, σύμφωνα με το παράθεμα, στη δεύτερη θέση ως προς τις εισαγωγές βρισκόταν η Αυστρία, μετά η Τουρκία, από την οποία η Ελλάδα εισήγε δημητριακά, ζώα, ξυλεία, ακατέργαστα δέρματα και καπνό, και ακολουθούσε η Γαλλία. Η Γαλλία ήταν στα μέσα του 19ου αιώνα ο αποκλειστικός αποδέκτης των εξαγωγών κουκουλιών και μεταξιού της Ελλάδας, με ιδιαιτέρως ευνοϊκούς όρους, καθώς για τα κουκούλια δεν υπήρχαν καθόλου φόροι, ενώ για το μετάξι ήταν εξαιρετικά χαμηλοί. Η Ελλάδα, συνάμα, εισήγε μικρότητες ποσότητες προϊόντων από τη Ρωσία, την Ιταλία, την Αίγυπτο και άλλες χώρες. Οι εμπορικές σχέσεις, πάντως, με την Οθωμανική αυτοκρατορία, αν και υπαρκτές, δεν βρίσκονταν στην πρώτη θέση από πλευράς όγκου και αξίας.

0 σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Related Posts Plugin for WordPress, Blogger...