Xenia Bordeaux
Αρχαία ελληνικά: Αναλυτική κλίση ρήματος «πατάσσω»
πατάσσω = χτυπώ
(Το -α του ρήματος είναι βραχύ)
Ενεστώτας
Οριστική
πατάσσω, πατάσσεις, πατάσσει, πατάσσομεν, πατάσσετε, πατάσσουσι(ν)
[Μόνο στην Οριστική Ενεστώτα]
Μέλλοντας
Οριστική
πατάξω, πατάξεις, πατάξει, πατάξομεν, πατάξετε, πατάξουσι(ν)
Ευκτική
πατάξοιμι, πατάξοις, πατάξοι, πατάξοιμεν, πατάξοιτε, πατάξοιεν
Απαρέμφατο
πατάξειν
Μετοχή
πατάξων, πατάξουσα, πατάξον
Παθητικός Μέλλοντας
Οριστική
παταχθήσομαι, παταχθήσῃ ή παταχθήσει, παταχθήσεται, παταχθησόμεθα, παταχθήσεσθε, παταχθήσονται
Ευκτική
παταχθησοίμην, παταχθήσοιο, παταχθήσοιτο, παταχθησοίμεθα, παταχθήσοισθε, παταχθήσοιντο
Απαρέμφατο
παταχθήσεσθαι
Μετοχή
παταχθησόμενος
παταχθησομένη
παταχθησόμενον
Αόριστος
Οριστική
ἐπάταξα, ἐπάταξας, ἐπάταξε(ν), ἐπατάξαμεν, ἐπατάξατε, ἐπάταξαν
Υποτακτική
πατάξω, πατάξῃς, πατάξῃ, πατάξωμεν, πατάξητε, πατάξωσι(ν)
Ευκτική
πατάξαιμι, πατάξαις ή πατάξειας, πατάξαι ή πατάξειε(ν), πατάξαιμεν, πατάξαιτε, πατάξαιεν ή πατάξειαν
Προστακτική
---, πάταξον, παταξάτω, ---, πατάξατε, παταξάντων (ή παταξάτωσαν)
Απαρέμφατο
πατάξαι
Μετοχή
πατάξας, πατάξασα, πατάξαν
Παθητικός Αόριστος
Οριστική
ἐπατάχθην, ἐπατάχθης, ἐπατάχθη, ἐπατάχθημεν, ἐπατάχθητε, ἐπατάχθησαν
Υποτακτική
παταχθῶ, παταχθῇς, παταχθῇ, παταχθῶμεν, παταχθῆτε, παταχθῶσι(ν)
Ευκτική
παταχθείην, παταχθείης, παταχθείη, παταχθείημεν ή παταχθεῖμεν, παταχθείητε ή παταχθεῖτε, παταχθείησαν ή παταχθεῖεν
Προστακτική
---, πατάχθητι, παταχθήτω, ---, πατάχθητε, παταχθέντων ή παταχθήτωσαν
Απαρέμφατο
παταχθῆναι
Μετοχή
παταχθείς
παταχθεῖσα
παταχθέν
Παρακείμενος
Οριστική
πεπάταγμαι, πεπάταξαι, πεπάτακται, πεπατάγμεθα, πεπάταχθε, πεπαταγμένοι εἰσί(ν)
Αρχαία ελληνικά: Αναλυτική κλίση ρήματος «πατάσσω»
πατάσσω = χτυπώ
(Το -α του ρήματος είναι βραχύ)
Ενεστώτας
Οριστική
πατάσσω, πατάσσεις, πατάσσει, πατάσσομεν, πατάσσετε, πατάσσουσι(ν)
Οριστική
πατάξω, πατάξεις, πατάξει, πατάξομεν, πατάξετε, πατάξουσι(ν)
πατάξοιμι, πατάξοις, πατάξοι, πατάξοιμεν, πατάξοιτε, πατάξοιεν
Απαρέμφατο
πατάξειν
Μετοχή
πατάξων, πατάξουσα, πατάξον
Οριστική
παταχθήσομαι, παταχθήσῃ ή παταχθήσει, παταχθήσεται, παταχθησόμεθα, παταχθήσεσθε, παταχθήσονται
παταχθησοίμην, παταχθήσοιο, παταχθήσοιτο, παταχθησοίμεθα, παταχθήσοισθε, παταχθήσοιντο
Απαρέμφατο
παταχθήσεσθαι
Μετοχή
παταχθησόμενος
παταχθησομένη
παταχθησόμενον
Αόριστος
Οριστική
ἐπάταξα, ἐπάταξας, ἐπάταξε(ν), ἐπατάξαμεν, ἐπατάξατε, ἐπάταξαν
πατάξω, πατάξῃς, πατάξῃ, πατάξωμεν, πατάξητε, πατάξωσι(ν)
πατάξαιμι, πατάξαις ή πατάξειας, πατάξαι ή πατάξειε(ν), πατάξαιμεν, πατάξαιτε, πατάξαιεν ή πατάξειαν
Προστακτική
---, πάταξον, παταξάτω, ---, πατάξατε, παταξάντων (ή παταξάτωσαν)
Απαρέμφατο
πατάξαι
Μετοχή
πατάξας, πατάξασα, πατάξαν
Παθητικός Αόριστος
Οριστική
ἐπατάχθην, ἐπατάχθης, ἐπατάχθη, ἐπατάχθημεν, ἐπατάχθητε, ἐπατάχθησαν
παταχθῶ, παταχθῇς, παταχθῇ, παταχθῶμεν, παταχθῆτε, παταχθῶσι(ν)
παταχθείην, παταχθείης, παταχθείη, παταχθείημεν ή παταχθεῖμεν, παταχθείητε ή παταχθεῖτε, παταχθείησαν ή παταχθεῖεν
---, πατάχθητι, παταχθήτω, ---, πατάχθητε, παταχθέντων ή παταχθήτωσαν
Απαρέμφατο
παταχθῆναι
παταχθείς
παταχθεῖσα
Οριστική
πεπάταγμαι, πεπάταξαι, πεπάτακται, πεπατάγμεθα, πεπάταχθε, πεπαταγμένοι εἰσί(ν)
0 σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου