Brooke Shaden
Διονύσιος Σολωμός «Ο Κρητικός» Ερωτήσεις Σχολικού
Να επισημάνετε στο ποίημα τις κύριες γραμματολογικές επιρροές του
ποιητή.
Η ποίηση του Σολωμού συνδυάζει
μια ευρεία σειρά επιρροών που έχουν να κάνουν τόσο με τις σπουδές και τα
αναγνώσματα του ποιητή, όσο και με την επαφή του με την προγενέστερη ελληνική
λογοτεχνία.
Σε ό,τι αφορά τις επιρροές του
ποιητή από την ελληνική λογοτεχνία έχουμε κατά σειρά την επίδραση της δημοτικής
ποίησης, του Ερωτόκριτου, των ποιημάτων του Χριστόπουλου και του Βηλαρά, αλλά
και της θρησκευτικής παράδοσης.
Η επαφή με τη δημοτική ποίηση
είναι εμφανής από τη χρήση της δημοτικής γλώσσας, από τους απηρτισμένους
δεκαπεντασύλλαβους (στίχους δηλαδή με ολοκληρωμένο νόημα), από το στοιχείο του
αδυνάτου (π.χ. Η νύχτα που φωτίζεται από φως μεσημεριού), από τη σύνθεση ανά
τρία που διατρέχει όλο το ποίημα (τρία αστροπελέκια, τριπλή κλιμάκωση του
όρκου, τρεις πιθανές επιλογές για το που έχει ξαναδεί ο ήρωας τη μορφή της
φεγγαροντυμένης, σύγκριση του γλυκύτατου ήχου με τρεις άλλους ήχους), από την
προσωποποίηση άψυχων πραγμάτων (και του γελούσαν τα βουνά...), αλλά και από τη
χρήση πολυσύνδετου σχήματος.
Η επικοινωνία με τον Ερωτόκριτο
του Β. Κορνάρου γίνεται αντιληπτή από τη χρήση κοινού μέτρου (ιαμβικός
δεκαπεντασύλλαβος, με ζευγαρωτή ομοιοκαταληξία), αλλά και από τις επικές
προεκτάσεις του Κρητικού. Ο Σολωμός εμπλουτίζει τη σύνθεσή του με έντονα
στοιχεία περιπέτειας και αγωνίας, που μας παραπέμπουν στο γεμάτη δράση έπος του
Κορνάρου.
Ο Χριστόπουλος και ο Βηλαράς
είναι οι πρόδρομοι της σολωμικής δημιουργίας, καθώς με τη φρεσκάδα των λυρικών
τους συνθέσεων θέτουν τις βάσεις για μια εντελώς νέα ποιητική πορεία. Τα Λυρικά
του Χριστόπουλου είναι τα πρώτα πραγματικά ποιήματα φανερώματα της ελληνικής
λογοτεχνίας μετά τον Ερωτόκριτο και θα μελετηθούν με ιδιαίτερη επιμέλεια από
τον Σολωμό. Ο Χριστόπουλος και ο Βηλαράς αφήνουν στην άκρη τα ανούσια
στιχουργήματα και δίνουν μια βαθύτερη πνοή στα ποιήματά τους, στοιχείο που θα
επιτρέψει στον Σολωμό να αναζητήσει μια ακόμη ουσιαστικότερη λειτουργία για την
ποίηση. Ο Χριστόπουλος γνωρίζει την ιταλική και τη γαλλική ποίηση της εποχής
του και δημιουργεί έργο ανάλογο με τα σύγχρονα ευρωπαϊκά ποιήματα που
επιχειρούν μια γόνιμη αναβίωση του κλασικισμού, στοιχεία του οποίου συναντάμε
και στο έργο του Σολωμού. Οι προσωποποιήσεις μορφών που παραπέμπουν σε θεότητες
ή υπερβατικές παρουσίες, όπως για παράδειγμα η μορφή της φεγγαροντυμένης,
έλκουν τη δημιουργία τους απευθείας από τον ιταλικό κλασικισμό.
Σημαντική είναι επίσης η επίδραση
που δέχεται ο Σολωμός από τα θρησκευτικά κείμενα, όπως φαίνεται στην πρόδρομη
αφήγηση και στη μετάβαση του ήρωα στην Κοιλάδα Ιωσαφάτ. Εδώ, διαπιστώνουμε,
επικοινωνία με την Αποκάλυψη του Ιωάννη, με τα Ευαγγέλια, αλλά και με τις
επιστολές των Αποστόλων.
Έντονες είναι και οι επιδράσεις
που δέχεται ο Σολωμός από την ευρωπαϊκή λογοτεχνία και κυρίως σε ό,τι αφορά το
περιεχόμενο του ποιήματος, μιας και μορφολογικά ο Κρητικός διαμορφώνεται με
βάση την ελληνική λογοτεχνική παράδοση. Μπορούμε, λοιπόν, να διακρίνουμε
επιδράσεις του ρομαντισμού και του ιταλικού κλασικισμού, καθώς και συγγένεια με
έργα του Δάντη, του Πετράρχη και φυσικά του Σίλερ που επηρεάζει αποφασιστικά
τις ποιητικές επιδιώξεις του Σολωμού.
Τα κελεύσματα του ρομαντισμού
βρίσκουν στην ποίηση του Σολωμού την ιδανική τους πραγμάτωση, καθώς ο ποιητής
κατορθώνει να αξιοποιήσει τις προτάσεις του ρομαντισμού, χωρίς να παρασυρθεί σε
υπερβολές. Οι επιδράσεις του ρομαντισμού είναι εμφανείς στην επικράτηση μια
μυστηριακής ατμόσφαιρας στον Κρητικό, στην παρουσία του υπερφυσικού, της υπερβολής,
στην παρουσία στοιχείων που παραπέμπουν σε ονειρικές καταστάσεις, καθώς και στη
δημιουργία υποβλητικών σκηνών, στοιχεία που αισθητοποιούνται στο ποίημα του
Σολωμού με την εμφάνιση της φεγγαροντυμένης, αλλά και με τον σαγηνευτικό ήχο.
Επίσης, δεν θα πρέπει να μας
διαφεύγει πως οι θεματικές του έρωτα, της θρησκείας, της γυναίκας, της φύσης,
του αγωνιστικού ήθους και η νοσταλγική θέαση του παρελθόντος, αποτελούν
εκφάνσεις του ρομαντισμού. Όπως, άλλωστε, και η εξιδανικευμένη παρουσίαση του
έρωτα, η δύναμη του οποίου ξεπερνά τα ανθρώπινα μέτρα, έστω κι αν δεν έχει
πάντοτε ευτυχή κατάληξη.
Ο ρομαντισμός επίσης θεωρεί
σημαντική τη σύνδεση της τέχνης με τη ζωή, γι’ αυτό και εντάσσει στη
θεματολογία του τις επαναστάσεις για την ελευθερία, την ανάγκη για εθνική
ανεξαρτησία και φυσικά τον ηρωισμό. Στοιχεία που περικλείονται στη σύνθεση του
Σολωμού, χάρη στην ταυτότητα του κεντρικού ήρωα που είναι ένας ένθερμος
πολεμιστής που αγωνίζεται για την απελευθέρωση της πατρίδας του.
Ο ρομαντισμός, τέλος, θέλει την
ισχυρή σύνδεση της φύσης με το πνεύμα, την παρουσία της Ιδέας στη φύση, την
ταύτιση του Θεού με τη φύση, όπως και την καθολική ισχύ της έλξης των σωμάτων
που ενώνει λυτρωτικά τον άνθρωπο με τη φύση, μέσα σε μια παγκόσμια αρμονία,
στοιχεία που ο Σολωμός αξιοποιεί ποικιλοτρόπως, τόσο με τη θεϊκή υπόσταση της
φεγγαροντυμένης, που κυριαρχεί επί του φυσικού περιβάλλοντος, όσο και με τη
δύναμη που αποδίδει στον γλυκύτατο ήχο να δεσμεύσει την ψυχή του ήρωα και να
του επιβληθεί ως ιδανική έκφανση της εσωτερικής αρμονίας της φύσης. Η υπέρβαση,
άλλωστε, των χρονικών και τοπικών ορίων από τον ήρωα του ποιήματος, που
συνεχίζει την αναζήτηση της αγαπημένης του ακόμη και μετά την ανάσταση των
νεκρών, προϋποθέτει τη θέαση του σύμπαντος ως μιας ολότητας, στα πλαίσια της
οποίας ο ήρωας μπορεί να κινηθεί ανεμπόδιστα έχοντας ενωθεί αδιαχώριστα με τη
φύση και άρα με τη θεϊκή πτυχή της υπόστασής του.
Ο κλασικισμός, από την άλλη,
πρεσβεύει μια επιστροφή σε πρότυπα αρχαιοελληνικά και ζητά τη μίμηση των αρετών
που είχαν εκείνα τα έργα. Ο Σολωμός θα αντλήσει επιρροές από τον κλασικισμό και
το νεοκλασικισμό, όπως αυτός θα διαμορφωθεί στα ευρωπαϊκά έργα, βρίσκοντας σ’
αυτά ιδανικές και υπερβατικές γυναικείες μορφές, και δημιουργώντας τη δική του
φεγγαροντυμένη.
Η επαφή πάντως του Σολωμού με τα
αρχαιοελληνικά πρότυπα θα είναι πιο ουσιαστική, υπό την έννοια ότι δεν θα
αντικρίσει απλώς την άρτια μορφή των αρχαίων κειμένων, αλλά πολύ περισσότερο θα
συνδιαλεχτεί με τις θεωρίες των αρχαίων φιλοσόφων. Η θεωρία του Πλάτωνα για τον
κόσμο των Ιδεών, για την ύπαρξη της ιδανικής μορφής κάθε γνωστής έννοιας και
αντικειμένου, θα γοητεύσει τον ποιητή, που θα θελήσει να παραστήσει την Ιδέα
του έρωτα και την Ιδέα της γυναίκας στην ποίησή του. Παράλληλα, η αρνητική
στάση του Πλάτωνα απέναντι στους ποιητές, για την εμφανή υπόταξη του ανθρώπου
στα πάθη του, που παρουσιάζουν στο έργο τους, θα ωθήσει τον Σολωμό σε μια
εξιδανικευμένη θέαση της Τέχνης του, με την οποία θα επιδιώξει την απελευθέρωση
του ανθρώπου, από τα πάθη, αλλά και από την κυριαρχία των αισθήσεων.
Ο ήρωας του ποιήματος θα
δοκιμαστεί μέχρι να κατορθώσει να αποδεσμεύσει την ψυχή του από καθετί που τον
κρατά δέσμιο. Ο φόβος, οι επιθυμίες, οι αναμνήσεις, ακόμα και η αρραβωνιαστικιά
του, οτιδήποτε τίθεται εμπόδιο στην πλήρη απελευθέρωση του ήρωα θα τεθεί υπό
δοκιμασία, μέχρις ότου ο ήρωας να χάσει τα πάντα και να οδηγηθεί σ’ έναν
εξαγνισμό που θα τον ωθήσει σε μια πλήρη αναγέννηση, με αντικειμενικό στόχο την
ηθική ελευθερία και το δυνάμωμα της ψυχής του.
Οι σκέψεις, άλλωστε, του Πλάτωνα
για τη λειτουργία της Τέχνης, σε συνδυασμό με τις απόψεις του Σίλερ, θα
δημιουργήσουν ένα γόνιμο πεδίο προβληματισμού για τον Σολωμό. Ο Σίλερ μιλά για
την ηθική ελευθερία του ατόμου και για την υπεροχή του πνεύματος απέναντι σε
οποιαδήποτε εξωτερική δύναμη, ζητώντας συνάμα την επιδίωξη του ποιητή για μια
υψηλή τέχνη, όπου το πνεύμα κυριαρχεί, απογυμνωμένο από κάθε αδυναμία και
ατέλεια. Ο Σολωμός θα ακολουθήσει τα παραγγέλματα του Σίλερ και θα επιχειρήσει
με ιδιαίτερη προσήλωση να δώσει στην ποίησή του έναν υψηλό χαρακτήρα, όπου ο
εξαγνισμός και η κάθαρση των ηρώων θα δημιουργεί τις κατάλληλες συνθήκες για
την πλήρη δικαίωση του πνεύματος και της ηθικής ελευθερίας.
Μπορούμε, τέλος, να αναφέρουμε
την οραματική παράσταση της γυναικείας ομορφιάς μέσα στη φύση, όμως αυτή δίνεται
στα σονέτα του Πετράρχη, αλλά και τη γυναικεία μορφή στη Θεία Κωμωδία του
Δάντη, που δίνουν συμπληρωματικά στοιχεία στο Σολωμό για τη σύνθεση του
ιδανικού γυναικείου πειρασμού.
Να παρακολουθήσετε τη δράση της φύσης σε σχέση με τον αγώνα του ήρωα.
Η φύση κατέχει σημαντικό ρόλο
στην εξέλιξη του ποιήματος, λειτουργώντας πάντοτε αρνητικά απέναντι στη δράση
του ήρωα, εμφανιζόμενη όμως τόσο με την αμιγώς αρνητική της όψη, όσο και με την
παραπλανητικά θετική της. Η αρχή των γεγονότων βρίσκει των ήρωα αντιμέτωπο με
την τρικυμία, γεγονός που τον θέτει σε επαγρύπνηση και ενισχύει τις προσπάθειές
του για τη διάσωση της αγαπημένης του. Η αρνητική αυτή εμφάνιση της φύσης
αποτελεί έναν σαφή κίνδυνο, τον οποίο ο ήρωας αντιλαμβάνεται κι επιχειρεί να
τον αντιμετωπίσει.
Το αιφνίδιο γαλήνεμα της φύσης
και η συνακόλουθη εμφάνιση της Φεγγαροντυμένης, δημιουργούν στον ήρωα την
αίσθηση πως ο κίνδυνος απομακρύνεται και τον θέτουν σε μια δοκιμασία που ο
ίδιος δεν την αντιλαμβάνεται. Μετά την πάλη του με τον εξωτερικό κίνδυνο των
κυμάτων, τώρα τίθεται σε δοκιμασία η ηθική του ελευθερία και η βούλησή του να
φέρει εις πέρας τον αρχικό του σκοπό. Η φαινομενικά θετική αυτή όψη της φύσης,
παραπλανά τον ήρωα που αφήνεται στη μαγεία της θεϊκής μορφής και τον ωθεί σε
μια διαδικασία επανελέγχου των ηθικών του αρχών και επιδιώξεων. Η μαχητική
διάθεση του ήρωα κάμπτεται και η ιεράρχηση των αξιών του διαταράσσεται. Όπως
σχολιάζει ο Ε. Καψωμένος για τη Φεγγαροντυμένη: «Είναι η αποκάλυψη της θείας
παρουσίας μέσα στη φύση, η εγκοσμίωση των μεταφυσικών αξιών∙ και είναι η
ταύτιση της ομορφιάς με την καλοσύνη, που έρχεται σε διάσταση με την αγωνιστική
διάσταση της προσωπικότητας του κρητικού επαναστάτη».
Η αμέσως επόμενη εκδήλωση της
φύσης είναι ο γλυκύτατος ήχος που επί της ουσίας επιτελεί παρόμοια δράση με
αυτή της Φεγγαροντυμένης. Ο γλυκύτατος ήχος συνεχίζει την προσπάθεια της
προηγούμενης δοκιμασίας για την κάμψη της ηθικής δύναμης του ήρωα, ώστε να
απομακρυνθεί από τη μέγιστης σημασίας προσπάθειά του να σώσει την
αρραβωνιαστικιά του. Η διάθεση αυτή του Κρητικού να θέσει τη δική του ύπαρξη σε
δεύτερη μοίρα και να προτάξει τη σωτηρία της αγαπημένης του, αποτελεί μια πράξη
αυτοθυσίας ικανή να οδηγήσει τον ήρωα στην ηθική του δικαίωση. Η δοκιμασία,
επομένως, που του επιβάλλεται από τον γλυκύτατο ήχο, στοχεύει ακριβώς στο να
απολέσει ο ήρωας την ηθική του δύναμη για την ολοκλήρωση της προσπάθειάς του. Ο
γλυκύτατος ήχος με την καταλυτική του δράση οδηγεί τον ήρωα σε μια αναπόδραστη
πορεία λήθης, όπου τίποτε δεν μοιάζει ικανό να επιστρέψει τη σκέψη του στον
παρόντα κίνδυνο. Ο γλυκύτατος ήχος έχει κυριέψει την ψυχή του και τίποτε άλλο
δεν μπορεί να τον απασχολήσει ούτε «ο ουρανός, κι η θάλασσα, κι η ακρογιαλιά,
κι η κόρη».
Αν η θρησκεία, η πατρίδα, η φύση και η γυναίκα (στην ιδανική μορφή
τους) είναι τα κύρια θέματα της Επτανησιακής Σχολής, να βρείτε στον Κρητικό
στοιχεία που επιβεβαιώνουν ότι αποτελεί χαρακτηριστικό ποίημα της Επτανησιακής
Σχολής.
Μπορούμε να διακρίνουμε τη
λατρεία της φύσης να διατρέχει ολόκληρο το ποίημα καθώς ο ήρωας είτε ως ναυαγός
είτε στην πατρίδα του την Κρήτη, κινείται πάντοτε στο φυσικό του περιβάλλον και
φροντίζει να υμνεί την ομορφιά της φύσης γύρω του. Για παράδειγμα στην τρίτη
ενότητα [20], όταν η τρικυμία κοπάζει και η θάλασσα ηρεμεί ο Κρητικός σχολιάζει
«Κάτι κρυφό μυστήριο εστένεψε τη φύση / Κάθε ομορφιά να στολιστεί και το θυμό
ν’ αφήσει.». Ο Κρητικός βλέπει και αναγνωρίζει πάντοτε την ομορφιά της φύσης
μιας κι έχει μεγαλώσει έχοντας στενή σχέση με το φυσικό του περιβάλλον και
νιώθει τη φύση ως αναπόσπαστο κομμάτι της ζωής του.
Ο Κρητικός έχει περάσει τη ζωή
του έχοντας διαρκώς άμεση επαφή με τη φύση γύρω του, γι’ αυτό και οι αναμνήσεις
του είναι συνυφασμένες με το φυσικό του περιβάλλον. Χαρακτηριστικό παράδειγμα
ως προς αυτό είναι το σημείο της πέμπτης ενότητας [22] όπου ο ήρωας θέλοντας να
παρουσιάσει τον γλυκύτατο ήχο που συγκλονίζει την ψυχή του, ανατρέχει στο
παρελθόν του και θυμάται τις στιγμές που μόνος του στον Ψηλορείτη, όταν ένιωθε
τον πόνο να τον κατακλύζει, άκουγε το φιαμπόλι, «Κι έβλεπα τ’ άστρο τ’ ουρανού
μεσουρανίς να λάμπει / Και του γελούσαν τα βουνά, τα πέλαγα κι οι κάμποι».
Πηγαίνει στον Ψηλορείτη για να ηρεμήσει τον πόνο της ψυχής του κι εκεί θαυμάζει
την ομορφιά του τόπου του, που μοιάζει να χαμογελά δεχόμενος την ευλογία του
ήλιου. Βλέπουμε, επομένως, ότι η λατρεία της φύσης είναι δεδομένη σε μια
ποιητική σύνθεση όπως αυτή, μιας και ο ήρωας της είναι ένας άνθρωπος δεμένος με
τον τόπο του κι έτοιμος να αφεθεί στην ομορφιά της φύσης, ακόμη κι όταν
αισθάνεται πόνο στην ψυχή του.
Η λατρεία της γυναίκας είναι μια
από τις θεματικές που κυριαρχούν στον Κρητικό, όχι μόνο γιατί ο ήρωας έχει ως
βασικό του στόχο να σώσει την αρραβωνιαστικιά του, αλλά και γιατί η βασικότερη
έκφανση των δοκιμασιών του ήρωα είναι αυτή της Φεγγαροντυμένης. Ο Σολωμός
θέλοντας να δείξει την ένταση των πειρασμών που δοκιμάζουν την ψυχική δύναμη
και τη θέληση του ήρωα, παρουσιάζει τη Φεγγαροντυμένη ως τη γυναίκα που
διαθέτει όλα εκείνα τα χαρίσματα που μπορούν να καλύψουν κάθε ανάγκη του ήρωα.
Ο Κρητικός είναι σχεδόν αδύνατο να αντισταθεί στη γυναίκα αυτή που μοιάζει να
είναι ιδανική από κάθε άποψη «Κι ομπρός μου ιδού που βρέθηκε μια φεγγαροντυμένη
/ Έτρεμε το δροσάτο φως στη θεϊκιά θωριά της / Στα μάτια της τα ολόμαυρα και
στα χρυσά μαλλιά της.». Ο ποιητής κατορθώνει με μια διαρκή αντιπαραβολή της
Φεγγαροντυμένης με τη φύση να πλάσει μια εξιδανικευμένη εικόνα και να μας
χαρίσει μια από τις πλέον μαγευτικές γυναικείες μορφές που διαθέτει η
λογοτεχνία μας «Κι έδειξε πάσαν ομορφιά και πάσαν καλοσύνη / Τότε από φως
μεσημερνό η νύχτα πλημμυρίζει».
Η λατρεία της θρησκείας είναι
παρούσα στον Κρητικό από τη δεύτερη κιόλας ενότητα [19] όπου ο Κρητικός με μια
πρόληψη στην αφήγησή του περνά στον παράδεισο τη στιγμή της δευτέρας παρουσίας
και αναζητά την αγαπημένη του. Η αφήγηση του Κρητικού μας παραπέμπει αφενός σε
εκκλησιαστικά κείμενα απ’ όπου και αντλεί στοιχεία για το πώς θα γίνει η
δευτέρα παρουσία του Κυρίου και αφετέρου αποδεικνύει την πίστη του ποιητή στη
θρησκευτική μας παράδοση.
Αναφορά στη θρησκεία μπορούμε
βέβαια να εντοπίσουμε και στην τέταρτη ενότητα [21] όπου ο Κρητικός
προσπαθώντας να ανακαλέσει στη μνήμη του τη μορφή της Φεγγαροντυμένης που του
είναι τόσο οικεία, αναρωτιέται μήπως την έχει δει σε κάποιο ναό ζωγραφισμένη
«Καν σε ναό ζωγραφιστή με θαυμασμό περίσσο», δίνοντας έτσι την αίσθηση της
θεϊκότητας στη Φεγγαροντυμένη και αποκαλύπτοντας παράλληλα τη θρησκευτικότητα
του ήρωα.
Ο Σολωμός διαπλέκει στην ποιητική
του σύνθεση τη φύση, τη θρησκεία και τη γυναίκα, με τη φυσικότητα που προκύπτει
σ’ έναν άνθρωπο που τις έννοιες αυτές τις θεωρεί ως βασικά στοιχεία της ζωής
του και της παράδοσής του.
Η λατρεία της πατρίδας γίνεται
εμφανής τόσο στο σημείο όπου ο ήρωας θυμάται τα χτυπήματα που δέχτηκε η
οικογένειά του από τους Τούρκους, στην τέταρτη ενότητα [21] κι ύστερα γεμίζει
τις χούφτες του με ιερό χώμα από την πατρίδα του για να φύγει «Μακριά ‘πο κείθ’
εγιόμισα τες φούχτες μου κι εβγήκα», όσο και στην πέμπτη ενότητα [22] όπου ο
ήρωας συγκλονίζεται από τον πόνο που του προκαλεί η σκλαβιά της πατρίδας του
και η ελπίδα ότι κάποτε θα κατορθώσουν να αποτινάξουν τον τουρκικό ζυγό «Κι
ετάραζε τα σπλάχνα μου ελευθερίας ελπίδα / Κι εφώναζα: “ω θεϊκιά κι όλη αίματα
Πατρίδα!”».