Σημειώσεις του Κωνσταντίνου Μάντη

Αρχαία ελληνικά: Αναλυτική κλίση ρήματος «ἁρπάζω»

Κωνσταντίνος Μάντης | Best Blogger Tips

Αρχαία ελληνικά: Αναλυτική κλίση ρήματος «ρπάζω»
 
Το α του ρήματος είναι βραχύχρονο
 
Ενεργητική Φωνή
 
Ενεστώτας
Οριστική
ρπάζω, ρπάζεις, ρπάζει, ρπάζομεν, ρπάζετε, ρπάζουσι(ν)
Υποτακτική
ρπάζω, ρπάζς, ρπάζ, ρπάζωμεν, ρπάζητε, ρπάζωσι(ν)
Ευκτική
ρπάζοιμι, ρπάζοις, ρπάζοι, ρπάζοιμεν, ρπάζοιτε, ρπάζοιεν
Προστακτική
---, ρπαζε, ρπαζέτω, ---, ρπάζετε, ρπαζόντων (ή ρπαζέτωσαν)
Απαρέμφατο
ρπάζειν
Μετοχή
ρπάζων, ρπάζουσα, ρπάζον
 
Παρατατικός
Οριστική
ρπαζον, ρπαζες, ρπαζε, ρπάζομεν, ρπάζετε, ρπαζον
 
Μέλλοντας
Οριστική
ρπάσομαι, ρπάσ ή ρπάσει, ρπάσεται, ρπασόμεθα, ρπάσεσθε, ρπάσονται
Ευκτική
ρπασοίμην, ρπάσοιο, ρπάσοιτο, ρπασοίμεθα, ρπάσοισθε, ρπάσοιντο
Απαρέμφατο
ρπάσεσθαι
Μετοχή
ρπασόμενος
ρπασομένη
ρπασόμενον
 
Αόριστος
Οριστική
ρπασα, ρπασας, ρπασε(ν), ρπάσαμεν, ρπάσατε, ρπασαν
Υποτακτική
ρπάσω, ρπάσς, ρπάσ, ρπάσωμεν, ρπάσητε, ρπάσωσι(ν)
Ευκτική
ρπάσαιμι, ρπάσαις ή ρπάσειας, ρπάσαι ή ρπάσειε(ν), ρπάσαιμεν, ρπάσαιτε, ρπάσαιεν ή ρπάσειαν
Προστακτική
---, ρπασον, ρπασάτω, ---, ρπάσατε, ρπασάντων (ή ρπασάτωσαν)
Απαρέμφατο
ρπάσαι
Μετοχή
ρπάσας, ρπάσασα, ρπάσαν
 
Παρακείμενος
Οριστική
ρπακα, ρπακας, ρπακε, ρπάκαμεν, ρπάκατε, ρπάκασι(ν)
 
Υποτακτική
ρπακώς- ρπακυα- ρπακός
ρπακώς- ρπακυα- ρπακός ς
ρπακώς- ρπακυα- ρπακός
ρπακότες- ρπακυαι- ρπακότα μεν
ρπακότες- ρπακυαι- ρπακότα τε
ρπακότες- ρπακυαι- ρπακότα σι
 
Ευκτική
ρπακώς- ρπακυα- ρπακός εην
ρπακώς- ρπακυα- ρπακός εης
ρπακώς- ρπακυα- ρπακός εη
ρπακότες- ρπακυαι- ρπακότα εημεν (εμεν)
ρπακότες- ρπακυαι- ρπακότα εητε (ετε)
ρπακότες- ρπακυαι- ρπακότα εησαν (εεν)
 
Προστακτική
---
ρπακώς- ρπακυα- ρπακός σθι
ρπακώς- ρπακυα- ρπακός στω
---
ρπακότες- ρπακυαι- ρπακότα στε
ρπακότες- ρπακυαι- ρπακότα στων
 
Απαρέμφατο
ρπακέναι
Μετοχή
ρπακώς- ρπακυα- ρπακός
 
Υπερσυντέλικος
Οριστική
ρπάκειν, ρπάκεις, ρπάκει, ρπάκεμεν, ρπάκετε, ρπάκεσαν
 
Μέση Φωνή
 
Ενεστώτας
Οριστική
ρπάζομαι, ρπάζ ή ρπάζει, ρπάζεται, ρπαζόμεθα, ρπάζεσθε, ρπάζονται
Υποτακτική
ρπάζωμαι, ρπάζ, ρπάζηται, ρπαζώμεθα, ρπάζησθε, ρπάζωνται
Ευκτική
ρπαζοίμην, ρπάζοιο, ρπάζοιτο, ρπαζοίμεθα, ρπάζοισθε, ρπάζοιντο
Προστακτική
---, ρπάζου, ρπαζέσθω, ---, ρπάζεσθε, ρπαζέσθων ή ρπαζέσθωσαν
Απαρέμφατο
ρπάζεσθαι
Μετοχή
ρπαζόμενος
ρπαζομένη
ρπαζόμενον
 
Παρατατικός
Οριστική
ρπαζόμην, ρπάζου, ρπάζετο, ρπαζόμεθα, ρπάζεσθε, ρπάζοντο
 
Παθητικός Μέλλοντας Α΄
Οριστική
ρπασθήσομαι, ρπασθήσ ή ρπασθήσει, ρπασθήσεται, ρπασθησόμεθα, ρπασθήσεσθε, ρπασθήσονται
Ευκτική
ρπασθησοίμην, ρπασθήσοιο, ρπασθήσοιτο, ρπασθησοίμεθα, ρπασθήσοισθε, ρπασθήσοιντο
Απαρέμφατο
ρπασθήσεσθαι
Μετοχή
ρπασθησόμενος
ρπασθησομένη
ρπασθησόμενον
 
Παθητικός Μέλλοντας Β΄
Οριστική
ρπαγήσομαι, ρπαγήσ ή ρπαγήσει, ρπαγήσεται, ρπαγησόμεθα, ρπαγήσεσθε, ρπαγήσονται 
Ευκτική
ρπαγησοίμην, ρπαγήσοιο, ρπαγήσοιτο, ρπαγησοίμεθα, ρπαγήσοισθε, ρπαγήσοιντο
Απαρέμφατο
ρπαγήσεσθαι
Μετοχή
ρπαγησόμενος, ρπαγησομένη, ρπαγησόμενον
 
Αόριστος
Οριστική
ρπασάμην, ρπάσω, ρπάσατο, ρπασάμεθα, ρπάσασθε, ρπάσαντο
Υποτακτική
ρπάσωμαι, ρπάσ, ρπάσηται, ρπασώμεθα, ρπάσησθε, ρπάσωνται
Ευκτική
ρπασαίμην, ρπάσαιο, ρπάσαιτο, ρπασαίμεθα, ρπάσαισθε, ρπάσαιντο
Προστακτική
---, ρπασαι, ρπασάσθω, ---, ρπάσασθε, ρπασάσθων ή ρπασάσθωσαν
Απαρέμφατο
ρπάσασθαι
Μετοχή
ρπασάμενος
ρπασαμένη
ρπασάμενον
 
Παθητικός Αόριστος Α΄
Οριστική
ρπάσθην, ρπάσθης, ρπάσθη, ρπάσθημεν, ρπάσθητε, ρπάσθησαν
Υποτακτική
ρπασθ, ρπασθς, ρπασθ, ρπασθμεν, ρπασθτε, ρπασθσι(ν)
Ευκτική
ρπασθείην, ρπασθείης, ρπασθείη, ρπασθείημεν ή ρπασθεμεν, ρπασθείητε ή ρπασθετε, ρπασθείησαν ή ρπασθεεν
Προστακτική
---, ρπάσθητι, ρπασθήτω, ---, ρπάσθητε, ρπασθέντων ή ρπασθήτωσαν
Απαρέμφατο
ρπασθναι
Μετοχή
ρπασθείς
ρπασθεσα
ρπασθέν
 
Παθητικός Αόριστος Β΄
Οριστική
ρπάγην, ρπάγης, ρπάγη, ρπάγημεν, ρπάγητε, ρπάγησαν
Υποτακτική
ρπαγ, ρπαγς, ρπαγ, ρπαγμεν, ρπαγτε, ρπαγσι(ν)
Ευκτική
ρπαγείην, ρπαγείης, ρπαγείη, ρπαγείημεν ή ρπαγεμεν, ρπαγείητε ή ρπαγετε, ρπαγείησαν ή ρπαγεεν
Προστακτική
---, ρπάγηθι, ρπαγήτω, ---, ρπάγητε, ρπαγέντων ή ρπαγήτωσαν
Απαρέμφατο
ρπαγναι
Μετοχή
ρπαγείς
ρπαγεσα
ρπαγέν
 
Παρακείμενος
Οριστική
ρπασμαι, ρπασαι, ρπασται, ρπάσμεθα, ρπασθε, ρπασμένοι εσί(ν)
 
Υποτακτική
ρπασμένος- ρπασμένη- ρπασμένον
ρπασμένος- ρπασμένη- ρπασμένον ς
ρπασμένος- ρπασμένη- ρπασμένον
ρπασμένοι- ρπασμέναι- ρπασμένα μεν
ρπασμένοι- ρπασμέναι- ρπασμένα τε
ρπασμένοι- ρπασμέναι- ρπασμένα σι
 
Ευκτική
ρπασμένος- ρπασμένη- ρπασμένον εην
ρπασμένος- ρπασμένη- ρπασμένον εης
ρπασμένος- ρπασμένη- ρπασμένον εη
ρπασμένοι- ρπασμέναι- ρπασμένα εημεν (εμεν)
ρπασμένοι- ρπασμέναι- ρπασμένα εητε (ετε)
ρπασμένοι- ρπασμέναι- ρπασμένα εησαν (εεν)
 
Προστακτική
---, ρπασο, ρπάσθω, --- ρπασθε, ρπάσθων ή ρπάσθωσαν
 
Απαρέμφατο
ρπάσθαι
Μετοχή
ρπασμένος,
ρπασμένη,
ρπασμένον
 
Υπερσυντέλικος
ρπάσμην, ρπασο, ρπαστο, ρπάσμεθα, ρπασθε, ρπασμένοι σαν

Αρχαία ελληνικά: Αναλυτική κλίση ρήματος «ἀποδημέω- ἀποδημῶ»

Κωνσταντίνος Μάντης | Best Blogger Tips

Αρχαία ελληνικά: Αναλυτική κλίση ρήματος «ποδημέω- ποδημ»
 
ποδημ = ταξιδεύω, λείπω από την πατρίδα, απουσιάζω
 
Ενεστώτας
Οριστική
ποδημ, ποδημες, ποδημε, ποδημομεν, ποδημετε, ποδημοσι(ν)
Υποτακτική
ποδημ, ποδημς, ποδημ, ποδημμεν, ποδημτε, ποδημσι(ν)
Ευκτική
ποδημομι, ποδημος, ποδημοποδημοίην, ποδημοίης, ποδημοίη), ποδημομεν, ποδημοτε, ποδημοεν
Προστακτική
---, ποδήμει, ποδημείτω, ---, ποδημετε, ποδημούντων ή ποδημείτωσαν
Απαρέμφατο
ποδημεν
Μετοχή
ποδημν, ποδημοσα, ποδημον
 
Παρατατικός
Οριστική
πεδήμουν, πεδήμεις, πεδήμει, πεδημομεν, πεδημετε, πεδήμουν
 
Μέλλοντας
Οριστική
ποδημήσω, ποδημήσεις, ποδημήσει, ποδημήσομεν, ποδημήσετε, ποδημήσουσι(ν)
Ευκτική
ποδημήσοιμι, ποδημήσοις, ποδημήσοι, ποδημήσοιμεν, ποδημήσοιτε, ποδημήσοιεν
Απαρέμφατο
ποδημήσειν
Μετοχή
ποδημήσων, ποδημήσουσα, ποδημσον
 
Αόριστος
Οριστική
πεδήμησα, πεδήμησας, πεδήμησε(ν), πεδημήσαμεν, πεδημήσατε, πεδήμησαν
Υποτακτική
ποδημήσω, ποδημήσς, ποδημήσ, ποδημήσωμεν, ποδημήσητε, ποδημήσωσι(ν)
Ευκτική
ποδημήσαιμι, ποδημήσαις ή ποδημήσειας, ποδημήσαι ή ποδημήσειε(ν), ποδημήσαιμεν, ποδημήσαιτε, ποδημήσαιεν ή ποδημήσειαν
Προστακτική
---, ποδήμησον, ποδημησάτω, ---, ποδημήσατε, ποδημησάντων (ή ποδημησάτωσαν)
Απαρέμφατο
ποδημσαι
Μετοχή
ποδημήσας, ποδημήσασα, ποδημσαν
 
Παρακείμενος
Οριστική
ποδεδήμηκα, ποδεδήμηκας, ποδεδήμηκε, ποδεδημήκαμεν, ποδεδημήκατε, ποδεδημήκασι(ν)
 
Υποτακτική
ποδεδημηκώς- ποδεδημηκυα- ποδεδημηκός
ποδεδημηκώς- ποδεδημηκυα- ποδεδημηκός ς
ποδεδημηκώς- ποδεδημηκυα- ποδεδημηκός
ποδεδημηκότες- ποδεδημηκυαι- ποδεδημηκότα μεν
ποδεδημηκότες- ποδεδημηκυαι- ποδεδημηκότα τε
ποδεδημηκότες- ποδεδημηκυαι- ποδεδημηκότα σι
 
Ευκτική
ποδεδημηκώς- ποδεδημηκυα- ποδεδημηκός εην
ποδεδημηκώς- ποδεδημηκυα- ποδεδημηκός εης
ποδεδημηκώς- ποδεδημηκυα- ποδεδημηκός εη
ποδεδημηκότες- ποδεδημηκυαι- ποδεδημηκότα εημεν (εμεν)
ποδεδημηκότες- ποδεδημηκυαι- ποδεδημηκότα εητε (ετε)
ποδεδημηκότες- ποδεδημηκυαι- ποδεδημηκότα εησαν (εεν)
 
Προστακτική
---
ποδεδημηκώς- ποδεδημηκυα- ποδεδημηκός σθι
ποδεδημηκώς- ποδεδημηκυα- ποδεδημηκός στω
---
ποδεδημηκότες- ποδεδημηκυαι- ποδεδημηκότα στε
ποδεδημηκότες- ποδεδημηκυαι- ποδεδημηκότα στων
 
Απαρέμφατο
ποδεδημηκέναι
Μετοχή
ποδεδημηκώς- ποδεδημηκυα- ποδεδημηκός

Υπερσυντέλικος
Οριστική
ποδεδημήκειν, ποδεδημήκεις, ποδεδημήκει, ποδεδημήκεμεν, ποδεδημήκετε, ποδεδημήκεσαν

Αρχαία Ελληνικά: Αναλυτική κλίση ρήματος «διψήω / διψῶ»

Κωνσταντίνος Μάντης | Best Blogger Tips
 
Αρχαία Ελληνικά: Αναλυτική κλίση ρήματος «διψήω / διψ»
 
Ενεστώτας
Οριστική
διψ, διψς, διψ, διψμεν, διψτε, διψσι(ν)
Υποτακτική
διψ, διψς, διψ, διψμεν, διψτε, διψσι(ν)
Ευκτική
διψμι, διψς, διψ ή διψην, διψης, διψη, διψμεν, διψτε, διψεν
Προστακτική
---, δίψη, διψήτω, ---, διψτε, διψώντων
Απαρέμφατο
διψν
Μετοχή
διψν, διψσα, διψν
 
Παρατατικός
δίψων, δίψης, δίψη, διψμεν, διψτε, δίψων
 
Αόριστος
Οριστική
δίψησα, δίψησας, δίψησε(ν), διψήσαμεν, διψήσατε, δίψησαν
Υποτακτική
διψήσω, διψήσς, διψήσ, διψήσωμεν, διψήσητε, διψήσωσι(ν)
Ευκτική
διψήσαιμι, διψήσαις ή διψήσειας, διψήσαι ή διψήσειε(ν), διψήσαιμεν, διψήσαιτε, διψήσαιεν ή διψήσειαν
Προστακτική
---, δίψησον, διψησάτω, ---, διψήσατε, διψησάντων (ή διψησάτωσαν)
Απαρέμφατο
διψσαι
Μετοχή
διψήσας, διψήσασα, διψσαν
Related Posts Plugin for WordPress, Blogger...