Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Ερωτήσεις ΚΕΕ Το αμάρτημα της μητρός μου 2η Ενότητα. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Ερωτήσεις ΚΕΕ Το αμάρτημα της μητρός μου 2η Ενότητα. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Ερωτήσεις ΚΕΕ "Το αμάρτημα της μητρός μου": Τι συναισθήματα εκφράζει ο αφηγητής και πώς τα ερμηνεύετε;

Κωνσταντίνος Μάντης | Best Blogger Tips
Lynn Chatman

Γεώργιος Βιζυηνός «Το αμάρτημα της μητρός μου»

«Το καημένο μας το Αννιώ! εγλύτωσεν από τα βάσανά του!» Τι συναισθήματα εκφράζει ο αφηγητής και πώς τα ερμηνεύετε;

Ο αφηγητής αισθάνεται, όπως είναι λογικό, πολύ μεγάλη αγάπη για την αδερφή του, γι’ αυτό και θεωρεί ότι ο θάνατός της είναι επί της ουσίας μια ευπρόσδεκτη λύτρωση από τα βάσανά της. Η αλήθεια είναι, άλλωστε, ότι κάθε φορά που μια ασθένεια παρατείνεται και δεν υπάρχει καμία ελπίδα ανάρρωσης, τότε το μόνο που επιτυγχάνεται με την παράταση της ζωής του ασθενούς είναι η ταλαιπωρία του. Ακόμη και στις μέρες μας οι άνθρωποι που έχουν κάποιον δικό τους άρρωστο, όταν αντιλαμβάνονται ότι δεν πρόκειται να γίνει καλά και ότι το τέλος του είναι δεδομένο, εύχονται απλώς να έρθει το τέλος του σύντομα ώστε να μη βασανίζεται για πολύ καιρό από την ασθένειά του. Επομένως, η διαπίστωση του αφηγητή έρχεται να δείξει την αγάπη του για την αδερφή του, καθώς θεωρεί ότι θα ήταν άδικο για το μικρό κορίτσι να ζει σε μια άθλια κατάσταση από τη στιγμή που δεν υπήρχε κανένα ενδεχόμενο να γίνει καλά.

Δείτε επίσης:

Ερωτήσεις ΚΕΕ Γεώργιος Βιζυηνός «Το αμάρτημα της μητρός μου»: Πώς δικαιολογεί η μητέρα την υποχρέωσή της να αναθρέψει ένα «ανάξιο» παιδί;

Ερωτήσεις ΚΕΕ "Το αμάρτημα της μητρός μου": Ποια χωρία σ’ αυτή την ενότητα προοικονομούν το θάνατο της Αννιώς;

Κωνσταντίνος Μάντης | Best Blogger Tips
Katie Fitzgerald

Γεώργιος Βιζυηνός «Το αμάρτημα της μητρός μου»

Ποια χωρία σ’ αυτή την ενότητα προοικονομούν το θάνατο της Αννιώς;


Ο αφηγητής φροντίζει στη δεύτερη ενότητα του κειμένου να προετοιμάσει τους αναγνώστες για το επερχόμενο τέλος της Αννιώς προοικονομώντας με προσοχή την εξέλιξη αυτή: «...ἀναρρώσεως, ἥτις δυστυχῶς ἤργει νὰ ἐπέλθῃ. Ἀπ' ἐναντίας, ἡ ὑγρασία, τὸ ψῦχος, τὸ ἀσύνηθες καί, μὰ τὸ ναί, φρικαλέον τῶν ἐν τῷ ναῷ διανυκτερεύσεων δὲν ἤργησαν νὰ ἐπιδράσουν βλαβερῶς ἐπὶ τῆς ἀσθενοῦς, τῆς ὁποίας ἡ κατάστασις ἤρχησε νὰ ἐμπνέῃ τώρα τοὺς ἐσχάτους φόβους.» Παρά το γεγονός ότι η Αννιώ έχει μεταφερθεί στην εκκλησία ώστε να κατανικήσει το κακό που της έχει προκαλέσει την ασθένειά της και παρά τις ευχές όλων για την ανάρρωσή της, η κατάστασή της ενέπνεε πλέον τους έσχατους φόβους, έμοιαζε δηλαδή δεδομένο το τέλος του μικρού παιδιού.
«- Πάρε μου ὅποιο θέλεις, ἔλεγε, καὶ ἄφησέ μου τὸ κορίτσι. Τὸ βλέπω πῶς εἶνε γιὰ νὰ γένῃ.» Ακόμη και η μητέρα της Αννιώς που τόσο καιρό πασχίζει με κάθε τρόπο να βοηθήσει το παιδί της, τώρα συνειδητοποιεί ότι δεν υπάρχει δυνατότητα να γίνει καλά το κορίτσι της.
«- Ὁ Θεὸς εἶναι μεγάλος, θυγατέρα, τῇ εἶπε, καὶ ἡ χάρις του φθάνει εἰς ὅλη τὴν οἰκουμένη. Ἂν εἶναι γιὰ νὰ γιάνῃ τὸ παιδί σου θὰ τὸ γιάνῃ καὶ στὸ σπίτι σου.
Δυστυχὴς ἡ μήτηρ ἥ τὸν ἤκουσε! Διότι αὐτοὶ εἶναι οἱ τυπικοὶ λόγοι μὲ τοὺς ὁποίους οἱ ἱερεῖς ἀποπέμπουσι συνήθως τοὺ ἐτοιμοθανάτους, διὰ νὰ μὴ ἐκπνεύσουν ἐν τῇ ἐκκλησίᾳ καὶ βεβηλωθῇ ἡ ἱερότης τοῦ τόπου.» Η απόφαση του ιερέα να απομακρύνει έγκαιρα την ασθενή από το χώρο της εκκλησίας, ώστε να μην εκπνεύσει μέσα στον ιερό ναό, είναι μια ακόμη αποφασιστική ένδειξη ότι το τέλος της Αννιώς ήταν πλέον κοντά.
«Ἦτο τὸ μοιρολόγι τοῦ πατρός μας. Πρὶν ἀσθενήσῃ ἡ Ἀννιῶ, τὸ ἔψαλλε πολὺ συχνὰ, ἀλλ' ἀφ' ὅτου ἀσθένησε, τὸ ἤκουον διὰ πρώτην φορὰν.» Τόσο το μοιρολόγι, όσο και όλη η αναδρομή που σχετίζεται με τη σύνθεση του μοιρολογιού, λειτουργεί έτσι ώστε να δημιουργήσει μια κυρίαρχη αίσθηση θανάτου, ώστε η κατάληξη του κοριτσιού να δοθεί αφηγηματικά με αρμονικό τρόπο.
«- Μὴ φοβείσαι, παιδάκι μου, μὲ εἶπε μυστηριωδῶς, εἶναι τὰ φορέματα τοῦ πατρός σου. Ἔλα, παρακάλεσέ τον καὶ σὺ νὰ ἔλθῃ νὰ γιατρέψῃ τὸ Ἀννιῶ μας.» Η τελετουργία της μητέρας με τα ρούχα του πεθαμένου πατέρα, τις εκκλήσεις για τη συνδρομή του, αλλά και η εμφάνιση της χρυσαλλίδας που εκλαμβάνεται από τη μητέρα ως η παρουσία της ψυχής του πατέρα, δημιουργούν το κατάλληλο αφηγηματικό πλαίσιο για τις τελευταίες στιγμές της Αννιώς.

Δείτε επίσης:

Γεώργιος Βιζυηνός «Το αμάρτημα της μητρός μου»: Να περιγράψετε τις ψυχικές διακυμάνσεις της μητέρας, κατά τη διάρκεια της σύγκρουσής της με τον αφηγητή για το Κατερινιώ.

Ερωτήσεις ΚΕΕ "Το αμάρτημα της μητρός μου": Με ποια επίθετα χαρακτηρίζεται ο συνθέτης του μοιρολογιού; Να σχολιάσετε το περιεχόμενό τους.

Κωνσταντίνος Μάντης | Best Blogger Tips
Katie Fitzgerald

Γεώργιος Βιζυηνός "Το αμάρτημα της μητρός μου"

Με ποια επίθετα χαρακτηρίζεται ο συνθέτης του μοιρολογιού; Να σχολιάσετε το περιεχόμενό τους.

Ο αφηγητής αποκαλεί το συνθέτη του μοιρολογιού: «Γύφτο», «άγριο ψάλτη», «Αθίγγανο», «Κατσίβελο» και «ραψωδό». Από τα επίθετα αυτά, τα: Γύφτος, Αθίγγανος και Κατσίβελος, χρησιμοποιούνται στη γλώσσα μας για να προσδιορίσουν τη φυλή των Τσιγγάνων και δείχνουν έτσι τη φροντίδα του συγγραφέα να αξιοποιήσει το λεκτικό μας πλούτο και παράλληλα να αποφύγει την επανάληψη της ίδιας λέξης όταν αναφέρεται στο συνθέτη του μοιρολογιού. Ο συγγραφέας, επομένως, αξιοποιεί την πληθώρα των λέξεων που υπάρχουν για το χαρακτηρισμό των Τσιγγάνων, ενώ παράλληλα θέλοντας να τονίσει και την επαγγελματική του ιδιότητα τον αποκαλεί ψάλτη και ραψωδό. Ο ήχος της λύρας και η μελωδία του μοιρολογιού ακούγονται πολύ όμορφοι στον μικρό αφηγητή, ο οποίος παρά το φόβο του για τη μορφή του συνθέτη, δεν μπορεί παρά να θαυμάσει το δημιούργημά του γι’ αυτό και τον αποκαλεί ψάλτη, ενώ το γεγονός ότι είναι ένας περιπλανώμενος συνθέτης, ωθεί τον αφηγητή στο να τον αποκαλέσει ραψωδό, καθώς η ενασχόλησή του θυμίζει τους ραψωδούς της αρχαιότητας.
Οι Τσιγγάνοι αυτοαποκαλούνται Ρομ (Rom) «άνδρας, σύζυγος», - ενώ οι μη Τσιγγάνοι είναι gadje «άξεστοι, χωριάτες». Τόσο η ονομασία όσο και η γλώσσα που μιλούν (Romany) προέρχονται από την (Αρχαία) Ινδική, αφού είναι βέβαιο ότι η αρχική κοιτίδα των Τσιγγάνων είναι η Β. Ινδία. Στο Βυζάντιο οι αιρετικοί Μελχισεδεκίτες (4-5 αι. μ.Χ.) αποκλήθηκαν Αθίγγανοι, από όπου το Ατσίγγανοι (14-15ος αι.) και το Τσιγγάνοι (εξού και η γραφή με –γγ αντί –γκ). Το Αθίγγανοι (α στερητ. + θιγγάνω «θίγω, αγγίζω») σήμαινε «άθικτοι», χαρακτηρισμός που αποδιδόταν στους παρίες, στα μέλη της κατώτερης κάστας (τάξεως) ή στους εκτός κάστας. Ονομάστηκαν επίσης στο Βυζάντιο (9ος αι.) και Αιγύπτιοι, από όπου το Γύφτοι, είτε διότι έφτασαν στο Βυζάντιο μέσω Αιγύπτου είτε διότι προήλθαν από τη «Μικρή Αίγυπτο», την εύφορη Κιλικία (πβ. αγγλ. Gypsy Egyptians «Αιγύπτιοι»). Άλλες ονομασίες τους είναι Κατσίβελοι και Μποέμ. Το Κατσίβελοι προήλθε από το Cattivello, υποκ. του cattivo < λατ. captivus «αιχμάλωτος, δούλος», ενώ το Μποέμ (< γαλλ. boheme) δεν είναι παρά οι Βοημοί, οι πρόσφυγες από τη Βοημία, που μετακινούνταν και ζούσαν ξέγνοιαστοι και ελεύθεροι... Λεξικό της νέας ελληνικής γλώσσας, Γ. Μπαμπινιώτη

Δείτε επίσης:

Γεώργιος Βιζυηνός «Το αμάρτημα της μητρός μου»: Ποιο είναι το πρότυπο της ιδανικής γυναίκας για τον αφηγητή, όπως αναδύεται μέσα από την περιγραφή της ιδανικής αδελφής;

Ερωτήσεις ΚΕΕ "Το αμάρτημα της μητρός μου": Ποια εξωπραγματικά και μαγικά στοιχεία ενσωματώνονται στη διήγηση και τι ρόλο παίζουν στην πλοκή του έργου

Κωνσταντίνος Μάντης | Best Blogger Tips
Philippe Fernandez

Γεώργιος Βιζυηνός «Το αμάρτημα της μητρός μου»

Ποια εξωπραγματικά και μαγικά στοιχεία ενσωματώνονται στη διήγηση και τι ρόλο παίζουν στην πλοκή του έργου;

«Ὁσάκις τὸ φλογίδιον μιᾶς κανδύλας ἔτρεμε, μοὶ ἐφαίνετο, πῶς ὁ ἅγιος ἐπὶ τῆς ἀπέναντι εἰκόνος ἤρχιζε νὰ ζωντανεύῃ, καὶ ἐσάλευε, προσπαθῶν ν' ἀποσπασθῇ ἀπὸ τὰς σανίδας, καὶ καταβῇ ἐπὶ τοῦ ἐδάφους, μὲ τὰ φαρδυὰ καὶ κόκκινά του φορέματα, μὲ τὸν στέφανον περὶ τὴν κεφαλὴν, καὶ μὲ τοὺς ἀτενεὶς ὀφθαλμοὺς ἐπὶ τοῦ ὠχροῦ καὶ ἀπαθοῦς προσώπου του.
Ὁσάκις πάλιν ὁ ψυχρὸς ἄνεμος ἐσύριζε διὰ τῶν ὑψηλῶν παραθύρων, σείων θορυβωδῶς τὰς μικρὰς αὐτῶν ὑέλους, ἐνόμιζον, ὅτι οἱ περὶ τὴν ἐκκλησίαν νεκροὶ ἀνερριχῶντο τοὺς τοίχους καὶ προσεπάθουν νὰ εἰσδύσωσιν εἰς αὐτήν. Καὶ τρέμων ἐκ φρίκης, ἔβλεπον ἐνίοτε ἀντικρύ μου ἔνα σκελετόν, ὅστις ἥπλωνε νὰ θερμάνῃ τὰς ἀσάρκους του χείρας ἐπὶ τοῦ μαγκαλίου, τὸ ὁποῖον ἔκαιε πρὸ ἡμῶν.»
Στα πλαίσια της δεύτερης ενότητας τα πρώτα εξωπραγματικά στοιχεία που συναντούμε είναι οι παραισθήσεις που έχει ο μικρός – αφηγητής κατά την πρώτη του διανυκτέρευση στην εκκλησία. Με τον ιδιαίτερα παραστατικό αυτό τρόπο ο αφηγητής μας τονίζει το μέγεθος της συνεισφοράς του κατά τη διάρκεια της ασθένειας της Αννιώς, υπό την έννοια ότι παρά το γεγονός ότι ήταν απλώς ένα μικρό παιδί και φοβόταν πάρα πολύ, εντούτοις ήταν πρόθυμος να καταπολεμήσεις τους φόβους του για χάρη της αδερφής του. Επιπλέον, το τμήμα αυτό της αφήγησης, υποδηλώνει ότι τα σημαντικά γεγονότα εκείνης της περιόδου μας δίνονται όπως τα έζησε και τα αντιλήφθηκε ένα μικρό παιδί, γι’ αυτό και σε πολλά σημεία υπάρχει το στοιχείο της υπερβολής, αλλά και της παρερμηνείας, κυρίως σε ό,τι αφορά το πώς ο μικρός – αφηγητής αντιλαμβάνεται τη συμπεριφορά της μητέρας του.
«Αἴφνης μικρὰ χρυσαλὶς, πετάξασα κυκλικῶς ἐπ' αὐτοῦ, ἤγγισε μὲ τὰ πτερά της, καὶ ἐτάραξεν ἐλαφρῶς τὴν ἐπιφάνειάν του.
Ἡ μήτηρ μου ἔκυψεν εὐλαβῶς καὶ ἔκαμε τὸν σταυρόν της, ὅπως ὅταν διαβαίνουν τὰ ἅγια ἐν τῇ ἐκκλησίᾳ.
- Κάμε τὸ σταυρό σου, παιδὶ μου! ἐψιθύρισε, βαθέως συγκεκινημένη καὶ μὴ τολμῶσα νὰ ὑψώσῃ τὰ ὄμματα.
Ἐγὼ ὑπήκουσα μηχανικῶς.
Ὅταν ἡ μικρὰ ἐκείνη χρυσαλὶς ἐχάθη εἰς τὸ βάθος τοῦ δωματίου, ἡ μήτηρ μου ἀνέπνευσεν, ἐσηκώθη ἱλαρὰ καὶ εὐχαριστημένη, καὶ - Ἐπέρασεν ἡ ψυχὴ τοῦ πατέρα σου! - εἶπε, παρακολουθοῦσα εἰσέτι τὴν πτῆσιν τοῦ χρυσαλιδίου μὲ βλέμματα στοργῆς καὶ λατρείας.»
Η εμφάνιση της χρυσαλλίδας που εκλαμβάνεται από τη μητέρα ως η παρουσία της ψυχής του πατέρα, αποτελεί έκφραση μιας διαδεδομένης πεποίθησης του λαού πως οι ψυχές των πεθαμένων έρχονται κοντά στους αγαπημένους τους με τη μορφή συνήθως μικρών εντόμων ή και ζώων. Το πέρασμα αυτό της ψυχής του πατέρα δημιουργεί το κατάλληλο κλίμα για να παρουσιαστεί αφηγηματικά το τέλος της Αννιώς με τον πλέον φυσικό τρόπο, ενώ σ’ ένα ειδικότερο επίπεδο προσφέρει στη μητέρα μια πολύτιμη καθησύχαση ότι ο άντρας της είναι εκεί και θα φροντίσει για την ψυχή του παιδιού της.

Δείτε επίσης:

Γεώργιος Βιζυηνός «Το αμάρτημα της μητρός μου»: Τι είναι αυτό που κάνει τη μητέρα να θεωρεί «δικό της παιδί» την Κατερινιώ, αν και είναι υιοθετημένο;

Γεώργιος Βιζυηνός «Το αμάρτημα της μητρός μου»: Ποια είναι η άμεση αντίδραση του αφηγητή όταν ακούει την προσευχή της μητέρας του;

Κωνσταντίνος Μάντης | Best Blogger Tips
Vincent van Gogh

Γεώργιος Βιζυηνός «Το αμάρτημα της μητρός μου»

Ποια είναι η άμεση αντίδραση του αφηγητή όταν ακούει την προσευχή της μητέρας του; Πώς τη δικαιολογείτε;


Ὅταν ἤκουσα τὶς λέξεις ταῦτας, παγερὰ φρικίασις διέτρεξε τὰ νεῦρα μου καὶ ἤρχησαν τὰ αὐτία μου νὰ βοΐζουν. Δὲν ἠδυνήθην ν' ἀκούσω περιπλέον. Καθ' ἥν στιγμὴν εἶδον, ὅτι ἡ μήτηρ μου, καταβληθεῖσα ὑπὸ φοβερὰς ἀγωνίας, ἔπιπτεν ἀδρανῆς ἐπὶ τῶν μαρμάρων, ἐγὼ ἀντὶ νὰ δράμω πρὸς βοήθειάν της, ἐπωφελήθην τὴν εὐκαιρίαν νὰ φύγω ἐκ τῆς ἐκκλησίας, τρέχων ὡς ἔξαλλος καὶ ἐκβάλλων κραυγὰς, ὡς ἐὰν ἠπείλει νὰ μὲ συλλάβῃ ὁρατὸς αὐτὸς ὁ θάνατος.

Ο μικρός – αφηγητής στο άκουσμα της έκκλησης της μητέρας του, συγκλονίζεται συναισθηματικά και αρχίζει να τρέχει μακριά από την εκκλησία, φωνάζοντας σαν να τον κυνηγούσε ο ίδιος ο θάνατος. Η πρώτη του αντίδραση, δηλαδή, είναι να φύγει από το χώρο της εκκλησίας σε μια προσπάθεια να απομακρυνθεί από τη μητέρα του αλλά και από το ενδεχόμενο να εισακουστεί η προσευχή της. Η αντίδρασή του αυτή είναι εν μέρει μια ακούσια προσπάθεια αυτοπροστασίας, αλλά και μια δικαιολογημένη πράξη ψυχικού πόνου. Είτε, πάντως, ένιωσε την ανάγκη να φύγει από το ναό γιατί φοβήθηκε μήπως ο Θεός αποδεχτεί την πρόταση της μητέρας του, είτε έφυγε γιατί δεν ήθελε πλέον να είναι κοντά σε μια μητέρα που τόσο άσπλαχνα προθυμοποιείται να θυσιάσει το παιδί της, η στάση του είναι απολύτως δικαιολογημένη, καθώς πρόκειται για την αντίδραση ενός μικρού παιδιού που αφενός δεν γνωρίζει τη συναισθηματική κατάσταση και τις ενοχές που ταλανίζουν την ψυχή της μητέρας του κι αφετέρου αισθάνεται ότι η μητέρα του είναι το σημαντικότερο πρόσωπο της ζωής του. Θα ήταν άτοπο, άλλωστε, ένα μικρό παιδί στο άκουσμα μιας τέτοιας παράκλησης να σκεφτόταν ψύχραιμα και να επιχειρούσε να κατανοήσει τον τρόπο σκέψης της μητέρας του.

Δείτε επίσης:

Γεώργιος Βιζυηνός «Το αμάρτημα της μητρός μου»: Ποια συναισθηματική κατάσταση του αφηγητή ανιχνεύεται στη φράση: «Δόσ’ του πίσου αν μ’ αγαπάς»;

Ερωτήσεις ΚΕΕ "Το αμάρτημα της μητρός μου": Πώς επηρεάζει ψυχολογικά τον αφηγητή ο εσωτερικός χώρος της εκκλησίας;

Κωνσταντίνος Μάντης | Best Blogger Tips

Γεώργιος Βιζυηνός «Το αμάρτημα της μητρός μου»

Πώς επηρεάζει ψυχολογικά τον αφηγητή ο εσωτερικός χώρος της εκκλησίας;

Οι διανυκτερεύσεις στην εκκλησία αποτελούν μια πραγματική πρόκληση για το μικρό – αφηγητή, ο οποίος αισθάνεται τρομοκρατημένος από τη σχεδόν απόκοσμη εικόνα που παρουσιάζει η σκοτεινή εκκλησία. Ο ελάχιστος φωτισμός που παρείχαν τα καντήλια της εκκλησίας δημιουργούσε διαρκείς εναλλαγές στη σκίαση των εικόνων, οι οποίες στα μάτια του μικρού – αφηγητή έμοιαζαν να ζωντανεύουν. Ενώ ο ήχος που έκαναν τα παράθυρα του ναού, καθώς ο αέρας κουνούσε τα τζάμια τους, δημιουργούσε στο μικρό παιδί την εντύπωση ότι οι νεκροί που ήταν ενταφιασμένοι κοντά στην εκκλησία επιχειρούσαν να ανέβουν στους τοίχους του ναού και κάποτε μάλιστα νόμιζε ότι έβλεπε απέναντί του κάποιον σκελετό να απλώνει τα άσαρκα χέρια του για να τα ζεστάνει στο μαγκάλι που έκαιγε δίπλα του.
Ο αφηγητής επομένως κατά τη διάρκεια της νύχτας εξαιτίας του φόβου του έχει παραισθήσεις, παρερμηνεύει δηλαδή εικόνες και ήχους νομίζοντας ότι βλέπει ή ακούει κάτι εντελώς διαφορετικό από αυτό που συμβαίνει στην πραγματικότητα, όπως για παράδειγμα οι Άγιοι των εικόνων που μοιάζουν να ζωντανεύουν, ενώ κάποιες στιγμές έχει ακόμη και ψευδαισθήσεις, δηλαδή βλέπει πράγματα χωρίς να υπάρχει κανένα αντίστοιχο οπτικό ερέθισμα, όπως είναι για παράδειγμα ο σκελετός που επιχειρεί να ζεστάνει τα χέρια του.
Είναι προφανές ότι ο μικρός – αφηγητής υπομένει μια εμπειρία που του δημιουργεί έντονα συναισθήματα φόβου, μόνο και μόνο για να σταθεί κοντά στην αγαπημένη του αδερφή και παράλληλα γιατί επιθυμεί να διεκδικήσει την προσοχή και αγάπη της μητέρας του, η οποία μοιάζει να ενδιαφέρεται μόνο για την άρρωστη αδερφή του.
Η αφήγηση αυτή πάντως έχει και μια επιπλέον λειτουργία, καθώς ο (ενήλικας) αφηγητής επιχειρεί, λίγο προτού επέλθει η σημαντική στιγμή της προσευχής της μητέρας και η έντονη αντίδραση του μικρού – αφηγητή, να επισημάνει ότι όλα αυτά τα γεγονότα γίνονται αντιληπτά από ένα μικρό παιδί που τους δίνεις κάποτε τραγικές διαστάσεις και συνεπώς υπερβάλλει στις αντιδράσεις του.

Δείτε επίσης:

Γεώργιος Βιζυηνός «Το αμάρτημα της μητρός μου»: Ποια είναι η αντίδραση της μητέρας στις διαδόσεις εις βάρος του γιου της και πώς την ερμηνεύετε;

Ερωτήσεις ΚΕΕ "Το αμάρτημα της μητρός μου": Στο Αμάρτημα της μητρός μου υπάρχουν φράσεις που «αποβλέπουν στο να υπογραμμίσουν τη διάσταση ανάμεσα στον ώριμο αφηγητή και στην παιδική συνείδηση που προσλαμβάνει τα συμβάντα.

Κωνσταντίνος Μάντης | Best Blogger Tips
Michelle Sheppard

Γεώργιος Βιζυηνός «Το αμάρτημα της μητρός μου»

Στο Αμάρτημα της μητρός μου υπάρχουν φράσεις που «αποβλέπουν στο να υπογραμμίσουν τη διάσταση ανάμεσα στον ώριμο αφηγητή και στην παιδική συνείδηση που προσλαμβάνει τα συμβάντα». Ποιες φράσεις μέσα στο κείμενο επιβεβαιώνουν αυτή την επισήμανση;

«Ἐνθυμοῦμαι ἀκόμη ὁποίαν ἐντύπωσιν ἔκαμεν ἐπὶ τῆς παιδικῆς μου φαντασίας ἡ πρώτη ἐν τῇ ἐκκλησίᾳ διανυκτέρευσις.» Παρά το γεγονός ότι η αφήγηση της ενότητας μας δίνεται με εσωτερική εστίαση από την πλευρά του μικρού – αφηγητή, εντούτοις ανά διαστήματα βρίσκουμε σχόλια που υποδεικνύουν τη μεσολάβηση του ενήλικα αφηγητή. Ήδη στην αρχή της ενότητας όπου ο Γιωργής θα πρέπει για πρώτη φορά να περάσει τη νύχτα μέσα στην εκκλησία, κάτι που του προκάλεσε μεγάλο φόβο, ο ενήλικας αφηγητής παρεμβαίνει για να τονίσει πως η ένταση του φόβου οφειλόταν στην παιδική του φαντασία που εκλάμβανε κάθε ήχο και κάθε σκιά ως ένδειξη κάποιου τρομερού γεγονότος.
Η σαφέστερη πάντως παρέμβαση του ενήλικα αφηγητή γίνεται αμέσως μετά την προσευχή του μικρού – αφηγητή, ο οποίος θέλοντας να δείξει στη μητέρα του πως είχε ακούσει την προσευχή της στην εκκλησία, ζητά με τη σειρά του να πάρει αυτόν ο θεός για να σώσει την αδερφή του. Ο ενήλικας αφηγητής κατανοεί πόσο σκληρή υπήρξε αυτή του η αντίδραση και μετανιώνει για τη στάση του. «Δέν ἠσθανόμην ὁ ἀνόητος ὅτι τοιουτοτρόπως ἐκορύφωνα τὴν ἀπελπισίαν της! Πιστεύω νὰ μ' ἐσυγχώρησεν. Ἤμην πολὺ μικρὸς τότε, καὶ δὲν ἠδυνάμην νὰ ἐννοήσω τὴν καρδίαν της.»

Δείτε επίσης:

Γεώργιος Βιζυηνός «Το αμάρτημα της μητρός μου»: «Παραμόνευεν εις τους δρόμους, ερωτώσα τους διαβάτας μη με είδον πουθενά». Σε ποια συναισθηματική βρισκόταν η μητέρα;

Γεώργιος Βιζυηνός «Το αμάρτημα της μητρός μου»: Να εντοπιστούν οι αναδρομές (ή αναλήψεις = αναφορές σε προτερόχρονα) που διακόπτουν την ευθύγραμμη ροή

Κωνσταντίνος Μάντης | Best Blogger Tips
Vincent van Gogh

Γεώργιος Βιζυηνός «Το αμάρτημα της μητρός μου»

Να εντοπιστούν οι αναδρομές (ή αναλήψεις = αναφορές σε προτερόχρονα) που διακόπτουν την ευθύγραμμη ροή του αφηγημένου χρόνου.

[Με τον όρο «αφηγημένος χρόνος» νοείται η χρονική διάρκεια που καλύπτουν τα γεγονότα της αφήγησης ως το τέλος της. (Γ. Βελουδής, Γραμματολογία - Θεωρία λογοτεχνίας, εκδ. Δωδώνη, Αθήνα 1994, σ. 142 και Έκφραση-Έκθεση Α΄ Λυκείου, σσ. 284-285). Στο διήγημά μας ο αφηγημένος χρόνος καλύπτει διάρκεια 27 ετών.]

Η εκτενέστερη αναδρομή της δεύτερης ενότητας είναι αυτή που αναφέρεται στη σύνθεση του μοιρολογιού από τον αθίγγανο για το θάνατο του πατέρα, με την οποία ο αφηγητής βρίσκει την ευκαιρία να εντάξει στοιχεία λαογραφικού ενδιαφέροντος στη διήγησή του, αλλά και παράλληλα να εισάγει τους αναγνώστες σ’ ένα κλίμα κατάλληλο ώστε ο θάνατος της Αννιώς να ακολουθήσει όσο πιο ομαλά γίνεται.
Στην ενότητα αυτή υπάρχουν και δύο συντομότερες αναδρομές, η πρώτη από τις οποίες αποτελεί την προσπάθεια του μικρού – αφηγητή να θυμηθεί τη συμπεριφορά του απέναντι στη μητέρα του, για να διαπιστώσει κατά πόσο της προκάλεσε κάποιο πρόβλημα που να δικαιολογεί την έλλειψη αγάπης από τη μεριά της: «Προσεπάθησα νὰ ἐνθυμηθὼ μήπως τῆς ἔπταισα ποτέ, μήπως τὴν ἀδίκησα, ἀλλὰ δὲν ἠδυνήθην. Ἀπεναντίας εὔρισκον, ὅτι ἀφ' ὅτου ἐγεννήθη αὐτὴ ἡ ἀδελφή μας, ἐγὼ, ὄχι μόνον δὲν ἠγαπήθην, ὅπως θὰ τὸ ἐπεθύμουν, ἀλλὰ τοῦτ' αὐτὸ παρηγκωνιζόμην ὁλονὲν περισσότερον. Ἐνθυμήθην τότε, καὶ μοῖ ἐφάνη ὅτι ἐνόησα, διατὶ ὁ πατήρ μου ἐσυνείθιζε νὰ μὲ ὀνομάζη τὸ ἀδικημένο του. Καὶ μὲ ἐπῆρε τὸ παράπονον καὶ ἤρχησα νὰ κλαίω.», ενώ η δεύτερη σχετίζεται με το νερό που του δίνει να πιει, από το σκεύος όπου μόλις είχε περάσει η χρυσαλλίδα «Ἐπειτα ἔπιεν ἀπὸ τοῦ ὕδατος καὶ ἔδωκεν καὶ εἰς ἐμὲ νὰ πίω. Τότε μοῦ ἦλθεν εἰς τὸν νοῦν ὅτι καὶ ἄλλοτε μᾶς ἐπότιζεν ἀπὸ τοῦ αὐτοῦ σκεύους, εὐθὺς ὡς ἐξυπνοῦμεν. Καὶ ἐνθυμήθην, ὅτι ὁσάκις ἔκαμνε τοῦτο ἡ μήτηρ μας, ἦτο καθ' ὅλην ἐκείνην τὴν ἡμέραν ζωηρὰ καὶ περιχαρής, ὡς ἐὰν εἶχεν ἀπολαύσει μεγάλην τινὰ πλὴν μυστικὴν εὐδαιμονίαν.»
Με τις αναδρομές αυτές ο αφηγητής δημιουργεί εναλλαγές στο χρόνο αλλά και το ρυθμό της αφήγησης, ώστε να μην κουράζει τον αναγνώστη με μια συνεχή ευθύγραμμη αφήγηση κι επιπλέον προσφέρει στοιχεία που βοηθούν στην πληρέστερη κατανόηση των ηρώων και των πράξεών τους.

Γεώργιος Βιζυηνός «Το αμάρτημα της μητρός μου»: Ο αφηγητής αισθάνεται ενοχή καθώς βιώνει τη σύγκρουση ανάμεσα στην αγάπη για την άρρωστη αδελφή του και την πίκρα για τη στέρηση της μητρικής στοργής.

Κωνσταντίνος Μάντης | Best Blogger Tips
Katie Fitzgerald

Γεώργιος Βιζυηνός «Το αμάρτημα της μητρός μου»

Ο αφηγητής αισθάνεται ενοχή καθώς βιώνει τη σύγκρουση ανάμεσα στην αγάπη για την άρρωστη αδελφή του και την πίκρα για τη στέρηση της μητρικής στοργής. Σε ποια σημεία του κειμένου φαίνεται αυτή η σύγκρουση;


Ο αφηγητής – παιδί αισθάνεται έντονα την έλλειψη της μητρικής αγάπης και γι’ αυτό προσπαθεί όσο περισσότερο μπορεί να ευχαριστεί τη μητέρα του, με την ελπίδα ίσως ότι στην πορεία εκείνη θα συνειδητοποιήσει την έκταση της αφοσίωσής του και θα του δείξει την αγάπη που για την ώρα του στερεί. «Ὑπέφερον λοιπὸν καὶ κατὰ τὰς ἑπομένας νύκτας τὰς φρικιάσεις ἐκείνας μετὰ ἀναγκαστικῆς στωικότητος καὶ ἐξετέλουν προθύμως τὰ καθήκοντά μου, προσπαθῶν νὰ καταστῶ ὅσον τὸ δυνατὸν ἀρεστότερος.» Ο αφηγητής, άλλωστε, πιστεύει ότι ο λόγος για τον οποίο η μητέρα του δεν του δείχνει την αγάπη που του αναλογεί, είναι η άσχημη υγεία της αδερφής του. Επειδή όμως αντιλαμβάνεται ότι δεν μπορεί να κατηγορήσει την αδερφή του για την κατάσταση αυτή, προσπαθεί να καλύψει τις συναισθητικές του ανάγκες με τη συνεχή του παρουσία στο πλευρό της αδερφής του.
Η εύθραυστη αυτή ισορροπία ανατρέπεται όμως όταν ο αφηγητής ακούει την προσευχή της μητέρας του και όλο το παράπονο που αισθάνεται βγαίνει πια στην επιφάνεια. «Προσεπάθησα νὰ ἐνθυμηθὼ μήπως τῆς ἔπταισα ποτέ, μήπως τὴν ἀδίκησα, ἀλλὰ δὲν ἠδυνήθην. Ἀπεναντίας εὔρισκον, ὅτι ἀφ' ὅτου ἐγεννήθη αὐτὴ ἡ ἀδελφή μας, ἐγὼ, ὄχι μόνον δὲν ἠγαπήθην, ὅπως θὰ τὸ ἐπεθύμουν, ἀλλὰ τοῦτ' αὐτὸ παρηγκωνιζόμην ὁλονὲν περισσότερον. Ἐνθυμήθην τότε, καὶ μοῖ ἐφάνη ὅτι ἐνόησα, διατὶ ὁ πατήρ μου ἐσυνείθιζε νὰ μὲ ὀνομάζη τὸ ἀδικημένο του. Καὶ μὲ ἐπῆρε τὸ παράπονον καὶ ἤρχησα νὰ κλαίω. Ὦ! εἶπον, ἡ μητέρα μου δὲν μὲ ἀγαπᾶ καὶ δὲν μὲ θέλει!» Ο αφηγητής πλέον συνειδητοποιεί ότι η μητέρα του όχι μόνο τον παραμελεί, αλλά είναι πρόθυμη να προσφέρει αυτόν στη θέση της αδερφής του. Η προσευχή της μητέρας του τον πληγώνει βαθιά και τον ωθεί στην απόφαση να μην επιστρέψει πια στην εκκλησία.
«Ἔλα πατέρα -νὰ μὲ πάρῃς ἐμένα - γιὰ νὰ γιάνῃ τὸ Ἀννιῶ! -ἀνεφώνησα ἐγὼ διακοπτόμενος ὑπὸ τῶν λυγμῶν μου. Καὶ ἔρριψα ἐπὶ τῆς μητρός μου παραπονετικὸν βλέμμα, διὰ νὰ τῇ δείξω πὼς γνωρίζω, ὅτι παρακαλεῖ ν' ἀποθάνω ἐγὼ ἀντὶ τῆς ἀδελφῆς μου.» Η προσευχή του αφηγητή αποτελεί την ύστατη πράξη διαμαρτυρίας του, απέναντι σ’ αυτό που αντιλαμβάνεται ως αδιαφορία από την πλευρά της μητέρας του.
[Η άρρωστη Αννιώ παραμένει το επίκεντρο του ενδιαφέροντος, αλλά οι πρωταγωνιστές τώρα είναι άλλοι: η μητέρα και ο αφηγητής γιός της. Περνώντας σε πρώτο πλάνο μ’ ένα δεύτερο «ενθυμούμαι» ο τελευταίος αυτός ανακαλεί, μαζί με την εφιαλτική ατμόσφαιρα της νυχτερινής εκκλησίας, και τον τραυματισμό του από τα λόγια της μητρικής προσευχής. Όμως οι συνεχείς εκφράσεις κατανόησης για τη μητέρα του ή στοργής για την άρρωστη αδερφή του, δείγματα ενοχοποιημένου ψυχισμού, δεν τον εμποδίζουν να ομολογήσει απερίφραστα το παράπονό του: «ἀφ' ὅτου ἐγεννήθη αὐτὴ ἡ ἀδελφή μας, ἐγὼ, ὄχι μόνον δὲν ἠγαπήθην, ὅπως θὰ τὸ ἐπεθύμουν, ἀλλὰ τοῦτ' αὐτὸ παρηγκωνιζόμην ὁλονὲν περισσότερον».
Εδώ παίζεται το αληθινό δράμα, σ’ αυτήν τη στέρηση της μητρικής στοργής που μένει ουσιαστικά αθεράπευτη. Πίσω από την επιφανειακή οικογενειακή ομόνοια, αναγκαία μπροστά στην αρρώστια της Αννιώς, οι ανικανοποίητες ατομικές ή εγωιστικές ανάγκες αναδεύουν θολές καταστάσεις και καλύπτουν βουβές συγκρούσεις ή παράπονα. Ο λόγος δεν είναι μόνο ομολογία∙ είναι και απόκρυψη.
Συνειδητή ή υποσυνείδητη, η «απόκρυψη» επιβάλλει πριν απ’ όλα τον εξωραϊσμό και την απόλυτη αρμονία των οικογενειακών σχέσεων: η μητέρα είναι πρότυπο αφοσίωσης, η άρρωστη Αννιώ δείχνει αγγελική καλοσύνη και ταπείνωση προς όλους, τα παραμελημένα αγόρια δέχονται με μαζοχιστική κατανόηση τη μητρική εύνοια προς την αδερφή τους: «Καὶ ὄχι μόνον ἀνειχόμεθα τὰς πρὸς αὐτὴν περιποιήσεις ἀγογγύστως, ἀλλὰ καὶ συνετελοῦμεν πρὸς αὔξησιν αὐτῶν, ὅσον ἠδυνάμεθα.» Ότι ο αφηγητής αποκρύβει ή εξωραΐζει ένα μέρος από τα πραγματικά του αισθήματα, φαίνεται από τη στάση του απέναντι στα θηλυκά μέλη της οικογένειάς του: αντί να γίνει κατηγορητήριο (όπως παρουσιάζεται σε ορισμένες στιγμές, ξεφεύγοντας την αυτολογοκρισία), το παράπονό του μεταβάλλεται σε διαρκή υπεράσπιση και εξιδανίκευση, δηλαδή σ’ ένα είδος μετάνοιας που έρχεται όψιμα να καλύψει την αγανάκτηση και την ενοχή του στερημένου παιδιού. Είναι χαρακτηριστικό ότι, ενώ ο ίδιος μόνο αισθήματα αγάπης εκφράζει για την αδερφή του, η αφήγηση της μητέρας του τον διαψεύδει: «Καὶ εἴχαμε πιὰ τὴν Ἀννιὼ 'σὰν τὰ μάτια μας. Καὶ ἐζούλευες ἐσύ, καὶ ἔγεινες τοῦ θανατᾶ ἀπὸ τή ζούλια σου.»

Παν. Μουλλάς]

Δείτε επίσης:

Ερωτήσεις ΚΕΕ Γεώργιος Βιζυηνός «Το αμάρτημα της μητρός μου»: Σε ποια σημεία της ενότητας διακρίνετε αισθήματα ενοχής του αφηγητή απέναντι στη μητέρα

Γεώργιος Βιζυηνός «Το αμάρτημα της μητρός μου»: Ο Βιζυηνός ξέρει «να κεντρίζει το ενδιαφέρον του αναγνώστη, να σκορπίζει πρόωρες «ενδείξεις»...

Κωνσταντίνος Μάντης | Best Blogger Tips
Vincent van Gogh

Γεώργιος Βιζυηνός «Το αμάρτημα της μητρός μου»

Ο Βιζυηνός ξέρει «να κεντρίζει το ενδιαφέρον του αναγνώστη, να σκορπίζει πρόωρες «ενδείξεις» που η σημασία τους θα φανεί αργότερα». Επιβεβαιώνεται αυτή η άποψη στο κείμενό μας;

[Το ανθρώπινο δράμα είναι ο μόνος σκοπός που αγιάζει τα αφηγηματικά μέσα, και ο συγγραφέας μας ξέρει τη δουλειά του: να μας οδηγεί από τον καλύτερο δρόμο στο τέρμα του ταξιδιού, στη διαλεύκανση του μυστηρίου ή του αινίγματος, δηλ. στη λύση του δράματος (αδιάφορο αν η λύση αυτή ισοδυναμεί με αδιέξοδο). Έτσι ό,τι μετράει εδώ περισσότερο είναι τα δυναμικά μοτίβα: η δράση, η πλοκή, οι πράξεις των προσώπων και τα ίδια τα πρόσωπα κοιταγμένα μέσα από τις πράξεις τους. Γεννημένος αφηγητής, ο συγγραφέας μας ξέρει να στήνει μια ιστορία, να κανονίζει τις αναλογίες και τους ρυθμούς της, να δημιουργεί τις κατάλληλες εντάσεις στην κατάλληλη στιγμή, να κεντρίζει το ενδιαφέρον του αναγνώστη, να σκορπίζει πρόωρες «ενδείξεις» που η σημασία τους θα φανεί αργότερα. Ο Τσέχωφ έλεγε πως, αν στην αρχή ενός διηγήματος κάποιος μιλάει για ένα καρφί στον τοίχο, στο τέλος ο ήρωας θα κρεμαστεί από το καρφί αυτό. Παρόμοια και ο Βιζυηνός ξέρει να στέλνει πρώιμα τα αναγνωριστικά σήματά του. Στο «Αμάρτημα της μητρός μου» η ηρωίδα, πολύ πριν ομολογήσει τον ακούσιο φόνο της υπαινίσσεται την «αμαρτίαν» της δύο φορές (Ἐνθυμήθηκες τὴν ἁμαρτίαν μου καὶ ἐβάλθηκες νὰ μοῦ πάρῃς τὸ παιδί, γιὰ νὰ μὲ τιμωρήσῃς. Εὐχαριστῶ σε, Κύριε! / - Ἔ! τί νὰ γείνῃ! Κ' ἐγὼ τὸ ἤθελα καλλίτερο, μὰ -ἡ ἁμαρτία μου, βλέπεις, δὲν ἐσώθηκεν ἀκόμη. Καὶ τὸ ἔκαμεν ὁ Θεὸς τέτοιο, διὰ νὰ δοκιμάσὴ τὴν ὑπομονή μου, καὶ νὰ μὲ σχωρέσῃ. Εὐχαριστῶ σέ, Κύριε!).
Παν. Μουλλάς]
Στη δεύτερη ενότητα του διηγήματος η βασικότερη ένδειξη που μας παρέχει ο αφηγητής είναι η αναφορά της μητέρας, κατά τη διάρκεια της προσευχής της, στην αμαρτία της. Με τον τρόπο αυτό ο αφηγητής μας προετοιμάζει για την αποκάλυψη της αμαρτίας αυτής, η οποία θα γίνει αργότερα στο διήγημα.
Στα πλαίσια της ενότητας αυτής επίσης έρχεται το τέλος της Αννιώς, για το οποίο ο αφηγητής μας προετοίμαζε ήδη από την προηγούμενη ενότητα, αλλά τώρα οι σχετικές αναφορές πληθαίνουν, ώστε η κατάληξη του κοριτσιού να έρθει όσο πιο φυσικά γίνεται.
«Ἀπ' ἐναντίας, ἡ ὑγρασία, τὸ ψῦχος, τὸ ἀσύνηθες καί, μὰ τὸ ναί, φρικαλέον τῶν ἐν τῷ ναῷ διανυκτερεύσεων δὲν ἤργησαν νὰ ἐπιδράσουν βλαβερῶς ἐπὶ τῆς ἀσθενοῦς, τῆς ὁποίας ἡ κατάστασις ἤρχησε νὰ ἐμπνέῃ τώρα τοὺς ἐσχάτους φόβους.» Η τελευταία επιδείνωση της υγείας του μικρού παιδιού αναγκάζει πλέον τη μητέρα να ξεπεράσει τα όρια και να ζητήσει στην προσευχή της να της πάρει ο θεός το άλλο παιδί για να της αφήσει το κορίτσι. Ενώ, η παράκληση του ιερέα να πάρει το κορίτσι στο σπίτι έρχεται να επισφραγίσει το δεδομένο τέλος του παιδιού.
«Ἦτο τὸ μοιρολόγι τοῦ πατρός μας. Πρὶν ἀσθενήσῃ ἡ Ἀννιῶ, τὸ ἔψαλλε πολὺ συχνὰ, ἀλλ' ἀφ' ὅτου ἀσθένησε, τὸ ἤκουον διὰ πρώτην φορὰν.» Για πρώτη φορά από τότε που αρρώστησε η Αννιώ, η μητέρα θυμάται το μοιρολόι που είχε συνθέσει ένας αθίγγανος για το θάνατο του άντρα της. Είναι προφανές πως η μητέρα ετοιμάζεται να θρηνήσει έναν ακόμη θάνατο στην οικογένειά της.
«Ἡ ἀσθενὴς ἀνέπνεε βαρέως, ὅπως πάντοτε. Πλησίον αὐτῆς ἦτο τοποθετημένη ἀνδρικὴ ἐνδυμασία, καθ' ἥν τάξιν φορείται. Δεξιόθεν σκαμνίον σκεπασμένον μὲ μαῦρον ὕφασμα, ἐπὶ τοῦ ὁποίου ὑπῆρχε σκεῦος πλῆρες ὕδατος καὶ ἐκατέρωθεν δύο λαμπάδες ἀναμμέναι.» «Ὅταν ἡ μικρὰ ἐκείνη χρυσαλὶς ἐχάθη εἰς τὸ βάθος τοῦ δωματίου, ἡ μήτηρ μου ἀνέπνευσεν, ἐσηκώθη ἱλαρὰ καὶ εὐχαριστημένη, καὶ - Ἐπέρασεν ἡ ψυχὴ τοῦ πατέρα σου! - εἶπε, παρακολουθοῦσα εἰσέτι τὴν πτῆσιν τοῦ χρυσαλιδίου μὲ βλέμματα στοργῆς καὶ λατρείας.» Η παρουσία του πατέρα γίνεται αισθητή πρώτα με τα ρούχα του, τα οποία η μητέρα έχει τοποθετήσει κοντά στην άρρωστη Αννιώ και αμέσως κατόπιν με την εμφάνιση της χρυσαλλίδας, η οποία εκλαμβάνεται από τη μητέρα ως παρουσία της ψυχής του νεκρού. Το τέλος της Αννιώς είναι πια γεγονός.
Related Posts Plugin for WordPress, Blogger...