Sharon Cummings
Κική Δημουλά «Σημείο Αναγνωρίσεως»
Πώς αντιλαμβάνεσθε την «ελευθερία» και την «ισότητα» για την οποία αγωνίζονται οι «δούλοι», οι «νεκροί» και το «αίσθημά μας»;
Η ποιήτρια θέλοντας να δώσει με έμφαση τη δυσκολία του αγώνα που θα επιχειρούσαν τα αγάλματα και κατ’ επέκταση οι γυναίκες, αν διεκδικούσαν την ελευθερία τους, προχωρά σε μια ενδιαφέρουσα τριμερή παρομοίωση, συγκρίνοντας τον αγώνα των αγαλμάτων με τον αντίστοιχο αγώνα των δούλων, των νεκρών και του αισθήματός μας.
Το πρώτο σκέλος της παρομοίωσης αναφέρεται στους αγώνες των δούλων, οι οποίοι διεκδίκησαν φυσικά την ελευθερία τους και επιχείρησαν να διαμορφώσουν έτσι την κοινωνία ώστε να μην υπάρχουν διαφορές μεταξύ των ανθρώπων και όλοι να θεωρούνται ίσοι. Η προσπάθεια αυτή, που έχει ήδη πραγματοποιηθεί στο παρελθόν, για να φτάσει σε αίσιο τέλος χρειάστηκε να χάσουν τη ζωή τους πάρα πολλοί άνθρωποι και να περάσουν αρκετοί αιώνες, μιας και δεν είναι ποτέ εύκολο να ανατραπούν παγιωμένες καταστάσεις που εξυπηρετούν τα συμφέροντα των ισχυρών. Η σύγκριση του αγώνα των γυναικών για μια ανατροπή της κατάστασης που βιώνουν, με τον αγώνα που έδωσαν στο παρελθόν οι δούλοι για την ελευθερία τους, δείχνει πόσο δύσκολο θεωρεί τον αγώνα αυτόν η ποιήτρια.
Κι ενώ ο αγώνας των δούλων, που έχει ήδη πραγματοποιηθεί με επιτυχία, δείχνει ότι κάθε προσπάθεια έστω κι αν είναι δύσκολη, χρονοβόρα και επίπονη, μπορεί να βρει τη δικαίωσή της, ο επόμενος αγώνας μοιάζει ακατόρθωτος. Ο αγώνας, δηλαδή, των νεκρών για μια δεύτερη ευκαιρία στη ζωή, για την ανάστασή τους και ίσως για μια ζωή χωρίς τέλος, δε φαίνεται να είναι εφικτός. Αν η προσπάθεια των νεκρών ιδωθεί από θρησκευτική σκοπιά μπορεί να γίνει αποδεκτή ως η ελπίδα που έχει δοθεί στους ανθρώπους από την ανάσταση του Χριστού και την υπόσχεσή του για μια δεύτερη παρουσία του στη γη που θα σημάνει και την ανάσταση των νεκρών, αν όμως δεν λάβουμε υπόψη μας τη θρησκευτική χροιά του αγώνα αυτού, τότε η προσπάθεια των νεκρών είναι καταδικασμένη και σαφώς μεταδίδει ένα αρνητικό μήνυμα για τον ενδεχόμενο αγώνα των γυναικών. Οι δούλοι κατόρθωσαν να κερδίσουν την ελευθερία τους, έστω κι αν χρειάστηκε να περάσουν αιώνες μέχρι να φτάσουν στο ποθητό αποτέλεσμα. Οι νεκροί, όμως, δεν πρόκειται να κατορθώσουν ποτέ να κερδίσουν μια δεύτερη ευκαιρία στη ζωή, εκτός κι αν ο αγώνας τους ιδωθεί ως η εκπλήρωση της υπόσχεσης του θεανθρώπου.
Έπειτα, έχουμε το τρίτο σκέλος της παρομοίωσης που είναι και το πιο εξατομικευμένο, καθώς το «αίσθημά μας», μέσω της κτητικής αντωνυμίας αποκτά έναν πιο προσωπικό χαρακτήρα. Ενώ, δηλαδή, οι αγώνες των δούλων και των νεκρών, εμφανίζουν ένα ευρύτερο μέτωπο και αποτελούν τον κοινό αγώνα πολλών προσώπων, ο αγώνας του αισθήματός μας περιορίζεται αισθητά και γίνεται ο προσωπικός αγώνας του κάθε ατόμου. Ο αγώνας του αισθήματος μπορεί να ληφθεί ως η προσπάθεια των ατόμων για συναισθηματική πληρότητα ή για συναισθηματική ανεξαρτησία, καθώς ένα από τα εγγενή ελαττώματα των ανθρώπων είναι η διαρκής τους ανάγκη να εξαρτώνται συναισθηματικά από άλλους ανθρώπους, σε κάθε περίπτωση πάντως ένας τέτοιος αγώνας δεν μπορεί να κατακτηθεί συλλογικά. Κάθε άνθρωπος οφείλει να διεκδικήσει την συναισθηματική του πληρότητα ή ανεξαρτησία μόνος του και δεν μπορεί να περιμένει μια κοινή δικαίωση για όλους τους ανθρώπους. Κι ενώ οι δύο προηγούμενοι αγώνες μοιάζουν εξ ορισμού δύσκολοι, ο αγώνας του αισθήματός μας μπορεί να φαίνεται συγκριτικά πιο εύκολος, αλλά επί της ουσίας είναι κι αυτός ένας από τους δύσκολους αγώνες, που ελάχιστοι άνθρωποι έχουν κατορθώσει να κερδίσουν.
Πώς αντιλαμβάνεσθε την «ελευθερία» και την «ισότητα» για την οποία αγωνίζονται οι «δούλοι», οι «νεκροί» και το «αίσθημά μας»;
Η ποιήτρια θέλοντας να δώσει με έμφαση τη δυσκολία του αγώνα που θα επιχειρούσαν τα αγάλματα και κατ’ επέκταση οι γυναίκες, αν διεκδικούσαν την ελευθερία τους, προχωρά σε μια ενδιαφέρουσα τριμερή παρομοίωση, συγκρίνοντας τον αγώνα των αγαλμάτων με τον αντίστοιχο αγώνα των δούλων, των νεκρών και του αισθήματός μας.
Το πρώτο σκέλος της παρομοίωσης αναφέρεται στους αγώνες των δούλων, οι οποίοι διεκδίκησαν φυσικά την ελευθερία τους και επιχείρησαν να διαμορφώσουν έτσι την κοινωνία ώστε να μην υπάρχουν διαφορές μεταξύ των ανθρώπων και όλοι να θεωρούνται ίσοι. Η προσπάθεια αυτή, που έχει ήδη πραγματοποιηθεί στο παρελθόν, για να φτάσει σε αίσιο τέλος χρειάστηκε να χάσουν τη ζωή τους πάρα πολλοί άνθρωποι και να περάσουν αρκετοί αιώνες, μιας και δεν είναι ποτέ εύκολο να ανατραπούν παγιωμένες καταστάσεις που εξυπηρετούν τα συμφέροντα των ισχυρών. Η σύγκριση του αγώνα των γυναικών για μια ανατροπή της κατάστασης που βιώνουν, με τον αγώνα που έδωσαν στο παρελθόν οι δούλοι για την ελευθερία τους, δείχνει πόσο δύσκολο θεωρεί τον αγώνα αυτόν η ποιήτρια.
Κι ενώ ο αγώνας των δούλων, που έχει ήδη πραγματοποιηθεί με επιτυχία, δείχνει ότι κάθε προσπάθεια έστω κι αν είναι δύσκολη, χρονοβόρα και επίπονη, μπορεί να βρει τη δικαίωσή της, ο επόμενος αγώνας μοιάζει ακατόρθωτος. Ο αγώνας, δηλαδή, των νεκρών για μια δεύτερη ευκαιρία στη ζωή, για την ανάστασή τους και ίσως για μια ζωή χωρίς τέλος, δε φαίνεται να είναι εφικτός. Αν η προσπάθεια των νεκρών ιδωθεί από θρησκευτική σκοπιά μπορεί να γίνει αποδεκτή ως η ελπίδα που έχει δοθεί στους ανθρώπους από την ανάσταση του Χριστού και την υπόσχεσή του για μια δεύτερη παρουσία του στη γη που θα σημάνει και την ανάσταση των νεκρών, αν όμως δεν λάβουμε υπόψη μας τη θρησκευτική χροιά του αγώνα αυτού, τότε η προσπάθεια των νεκρών είναι καταδικασμένη και σαφώς μεταδίδει ένα αρνητικό μήνυμα για τον ενδεχόμενο αγώνα των γυναικών. Οι δούλοι κατόρθωσαν να κερδίσουν την ελευθερία τους, έστω κι αν χρειάστηκε να περάσουν αιώνες μέχρι να φτάσουν στο ποθητό αποτέλεσμα. Οι νεκροί, όμως, δεν πρόκειται να κατορθώσουν ποτέ να κερδίσουν μια δεύτερη ευκαιρία στη ζωή, εκτός κι αν ο αγώνας τους ιδωθεί ως η εκπλήρωση της υπόσχεσης του θεανθρώπου.
Έπειτα, έχουμε το τρίτο σκέλος της παρομοίωσης που είναι και το πιο εξατομικευμένο, καθώς το «αίσθημά μας», μέσω της κτητικής αντωνυμίας αποκτά έναν πιο προσωπικό χαρακτήρα. Ενώ, δηλαδή, οι αγώνες των δούλων και των νεκρών, εμφανίζουν ένα ευρύτερο μέτωπο και αποτελούν τον κοινό αγώνα πολλών προσώπων, ο αγώνας του αισθήματός μας περιορίζεται αισθητά και γίνεται ο προσωπικός αγώνας του κάθε ατόμου. Ο αγώνας του αισθήματος μπορεί να ληφθεί ως η προσπάθεια των ατόμων για συναισθηματική πληρότητα ή για συναισθηματική ανεξαρτησία, καθώς ένα από τα εγγενή ελαττώματα των ανθρώπων είναι η διαρκής τους ανάγκη να εξαρτώνται συναισθηματικά από άλλους ανθρώπους, σε κάθε περίπτωση πάντως ένας τέτοιος αγώνας δεν μπορεί να κατακτηθεί συλλογικά. Κάθε άνθρωπος οφείλει να διεκδικήσει την συναισθηματική του πληρότητα ή ανεξαρτησία μόνος του και δεν μπορεί να περιμένει μια κοινή δικαίωση για όλους τους ανθρώπους. Κι ενώ οι δύο προηγούμενοι αγώνες μοιάζουν εξ ορισμού δύσκολοι, ο αγώνας του αισθήματός μας μπορεί να φαίνεται συγκριτικά πιο εύκολος, αλλά επί της ουσίας είναι κι αυτός ένας από τους δύσκολους αγώνες, που ελάχιστοι άνθρωποι έχουν κατορθώσει να κερδίσουν.
0 σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου