Jennifer Baird
Μανόλης Αναγνωστάκης «Στον Νίκο Ε… 1949»
Το ποίημα, αν και απηχεί την τραγική πραγματικότητα της εποχής που γράφτηκε, εντούτοις δε χαρακτηρίζεται από μελοδραματισμό. Με ποιο τρόπο κράτησε το μέτρο ο ποιητής;
Ο Αναγνωστάκης βιώνει την εμπειρία του εμφυλίου πολέμου με εξαιρετική ένταση, ιδίως αν αναλογιστούμε ότι τη χρονιά που συνέθεσε το ποίημα «Στον Νίκο Ε… 1949» είχε καταδικαστεί σε θάνατο και βρισκόταν στη φυλακή περιμένοντας την εκτέλεσή του. Κι ενώ θα περίμενε κανείς ότι η προσωπική του εμπλοκή στα γεγονότα και το ενδεχόμενο της θανάτωσής του θα τον οδηγούσαν σ’ έναν ανεξέλεγκτο συναισθηματισμό, με τον ποιητικό του λόγο να παραπέμπει περισσότερο σε μια σπαρακτική κραυγή αγωνίας, εντούτοις ο ποιητής διατηρεί το μέτρο, καθώς μέσα του κυριαρχεί η ανάγκη της αξιοπρέπειας. Ο ποιητής δεν έχει καμία πρόθεση να λυγίσει απέναντι στη σκληρότητα που αντιμετωπίζει και γι’ αυτό επιλέγει να καταγράψει τα γεγονότα του εμφυλίου όπως ακριβώς τα αντιλαμβάνεται, αλλά όχι μέσα από την αυστηρά προσωπική του οπτική. Τα γεγονότα μας δίνονται με απόλυτη λιτότητα, χωρίς σχόλια και χαρακτηρισμούς από τον ποιητή, ο οποίος κατορθώνει να εντοπίσει και να προβάλλει την καθολική διάσταση όσων μας παρουσιάζει.
«Φίλοι
Που φεύγουν
Που χάνονται μια μέρα»
Η σκληρή μοίρα που βίωσαν πάρα πολλοί άνθρωποι, οι οποίοι είτε εξορίστηκαν είτε εκτελέστηκαν -κι ενώ κάποιοι από αυτούς ήταν φίλοι και αγαπημένα πρόσωπα του ποιητή-, μας δίνεται με τον πλέον λιτό και αποστασιοποιημένο τρόπο. Πουθενά δε βρίσκουμε μια διατύπωση που να εκφράζει τον πόνο που βίωσε ο ποιητής για το χαμό των ανθρώπων αυτών, πουθενά δεν ακούμε την αγανάκτηση του ποιητή. Ο πόνος, η αγανάκτηση και η αγάπη γι’ αυτούς τους ανθρώπους υπονοείται και γίνεται αντιληπτή συνειρμικά, υπό την έννοια ότι ο χαμός κάποιου φίλου προϋποθέτει έντονα συναισθήματα θλίψης και πόνου. Ο ποιητής μας παρουσιάζει το γεγονός, όπως συνέβη, απαλλαγμένο από τα δικά του σχόλια, από τα δικά του συναισθήματα, και αφήνει τον αναγνώστη να το βιώσει και να το χαρακτηρίσει. Αν ο ποιητής επιχειρούσε να σχολιάσει τα γεγονότα που καταγράφει, τότε αφενός θα έφτανε στο μελοδραματισμό, καθώς θα άφηνε τα συναισθήματά του ελεύθερα να ξεσπάσουν κι αφετέρου θα καθοδηγούσε τον αναγνώστη στο πώς να αισθανθεί και πώς να ερμηνεύσει όσα διαβάζει. Ο Αναγνωστάκης όμως πρώτα απ’ όλα είναι ποιητής με απόλυτο σεβασμό για το έργο του και δε θα διακινδύνευε την ποιητική του δημιουργία αφήνοντας τα δικά του συναισθήματα να θολώσουν τη δύναμη και την ένταση που κρύβουν τα συγκλονιστικά γεγονότα του που καταγράφει.
«Φωνές
Τη νύχτα
Μακρινές φωνές
Μάνας τρελής στους έρημους δρόμους
Κλάμα παιδιού χωρίς απάντηση»
Ο ποιητής μας μεταφέρει αυτά που ακούει μέσα από το κελί του και δημιουργεί έτσι δύο συγκλονιστικές εικόνες: μια μητέρα που ψάχνει απεγνωσμένα, τρελή από τον πόνο, το παιδί της και ένα μικρό παιδί που κλαίει ζητώντας κάποιον να το παρηγορήσει και να το φροντίσει, χωρίς όμως να βρίσκεται κανείς κοντά του. Η δύναμη που έχουν αυτές οι εικόνες είναι τέτοια που δε χρειάζεται καμία παρέμβαση του ποιητή. Οι εικόνες αυτές είναι ικανές να μεταδώσουν στον αναγνώστη όλη την απόγνωση και τον πόνο που κυριαρχούσε στα χρόνια της απώλειας, στα χρόνια του πολέμου. Ο ποιητής επομένως, όπως και πριν, καταγράφει απλώς ότι φτάνει στην αντίληψή του, χωρίς να μπαίνει στη διαδικασία να μας αναφέρει παράλληλα το πώς αισθάνεται για αυτά που καταγράφει, αποφεύγοντας έτσι το μελοδραματισμό.
0 σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου