Αλέξανδρος Παπαδιαμάντης «Όνειρο στο κύμα»
Με ποια εκφραστικά μέσα μεταδίδει ο συγγραφέας - αφηγητής τα συναισθήματα θαυμασμού και την έκσταση που νιώθει ο βοσκός στη θέα της «λουομένης» Μοσχούλας;
Ἦτον ἀπόλαυσις, ὄνειρον, θαῦμα. Εἶχεν ἀπομακρυνθῆ ὡς πέντε ὀργυιᾶς ἀπὸ τὸ ἄντρον, καὶ ἔπλεε, κ᾿ ἔβλεπε τώρα πρὸς ἀνατολᾶς, στρέφουσα τὰ νῶτα πρὸς τὸ μέρος μου. Ἔβλεπα τὴν ἀμαυρὰν καὶ ὅμως χρυσίζουσαν ἀμυδρῶς κόμην της, τὸν τράχηλόν της τὸν εὔγραμμον, τὰς λευκὰς ὡς γάλα ὠμοπλάτας, τοὺς βραχίονας τοὺς τορνευτούς, ὅλα συγχεόμενα, μελιχρὰ καὶ ὀνειρώδη εἰς τὸ φέγγος τῆς σελήνης. Διέβλεπα τὴν ὀσφύν της τὴν εὐλύγιστον, τὰ ἰσχία της, τὰς κνήμας, τοὺς πόδας της, μεταξὺ σκιᾶς καὶ φωτός, βαπτιζόμενα εἰς τὸ κῦμα. Ἐμάντευα τὸ στέρνον της, τοὺς κόλπους της, γλαφυρούς, προέχοντας, δεχομένους ὅλας τῆς αὔρας τὰς ριπᾶς καὶ τῆς θαλάσσης τὸ θεῖον ἄρωμα. Ἦτο πνοή, ἴνδαλμα ἀφάνταστον, ὄνειρον ἐπιπλέον εἰς τὸ κῦμα· ἦτον νηρηίς, σειρήν, πλέουσα, ὡς πλέει ναῦς μαγική, ἡ ναῦς τῶν ὀνείρων...
Ἦτον ἀπόλαυσις, ὄνειρον, θαῦμα. Ο αφηγητής παρατηρεί έκθαμβος την όμορφη Μοσχούλα να κολυμπά γυμνή και αναφωνεί, ήταν απόλαυση, όνειρο, θαύμα. Με ασύνδετο σχήμα μας εκφράζει κλιμακωτά την εντύπωση που του προκαλούσε το θέαμα της γυμνής κοπέλας, ξεκινώντας από το ουσιαστικό που δηλώνει ηπιότερη αίσθηση και φτάνει στο ουσιαστικό που δηλώνει κάτι το πραγματικά ανέλπιστο, ήταν ένα θαύμα. Τόσο η λέξη όνειρο, όσο και η λέξη θαύμα, χρησιμοποιούνται βέβαια μεταφορικά.
Ἔβλεπα τὴν ἀμαυρὰν καὶ ὅμως χρυσίζουσαν ἀμυδρῶς κόμην της. Μια αντίθεση που εκφράζει πως κάθε χαρακτηριστικό της κοπέλας ήταν ιδιαίτερο και σχεδόν μοναδικό.
τὸν τράχηλόν της τὸν εὔγραμμον, τὰς λευκὰς ὡς γάλα ὠμοπλάτας, τοὺς βραχίονας τοὺς τορνευτούς, Με ασύνδετο σχήμα μας δίνει ο αφηγητής τα μέλη του σώματος που μπορεί να δει, εντάσσοντας παράλληλα μια παρομοίωση λευκή σαν γάλα ωμοπλάτη και μια μεταφορά όταν χαρακτηρίζει τους βραχίονες (το σημείο των χεριών από την ωμοπλάτη ως τον αγκώνα) τορνευτούς.
Καθώς ο αφηγητής μας περιγράφει το σώμα της κοπέλας περνά κλιμακωτά από τα σημεία του σώματος που έβλεπε, σε αυτά που διέβλεπε (βλέπω κάτι που δεν είναι εύκολα αντιληπτό) και τέλος σε αυτά που μάντευε: Ἔβλεπα – Διέβλεπα - Ἐμάντευα.
Διέβλεπα τὴν ὀσφύν της τὴν εὐλύγιστον, τὰ ἰσχία της, τὰς κνήμας, τοὺς πόδας της, Με ασύνδετο σχήμα μας δίνει ο αφηγητής τα σημεία του σώματος που βλέπει με κάποια δυσκολία καθώς εναλλάσσεται το φως και η σκιά. Το κάτω μέρος της πλάτης, οι γοφοί, το μέρος του ποδιού από τον αστράγαλο ως τον μηρό κι εν γένει τα πόδια της κοπέλας, είναι όσα βλέπει με κάποια δυσκολία ο αφηγητής, καθώς μία βρίσκονται στο φως μία στη σκιά -αντίθεση- και παράλληλα καθώς βαφτίζονται στο κύμα -μεταφορά.
Ἐμάντευα τὸ στέρνον της, τοὺς κόλπους της, γλαφυρούς, προέχοντας, δεχομένους ὅλας τῆς αὔρας τὰς ριπᾶς καὶ τῆς θαλάσσης τὸ θεῖον ἄρωμα. Με ασύνδετο σχήμα μας δίνει τα μέλη του σώματος που δεν μπορούσε να δει αλλά μάντευε και κυρίως βέβαια η φαντασία του εστιάζεται στο στήθος της κοπέλες το οποίο δέχεται τις αύρες, τις ριπές και το άρωμα της θάλασσας, τριμερής η αποτύπωση όσων γίνεται αποδέκτης το στήθος της κοπέλας. Σαν απαλά χάδια της θάλασσας αντιλαμβάνεται ο αφηγητής το άγγιγμα του νερού και του αέρα στο στήθος της Μοσχούλας. Με τρεις λέξεις, που επίσης δίνονται με ασύνδετο σχήμα, αναφέρεται στο στήθος της: γλαφυρούς, προέχοντας, δεχομένους. Στην περίοδο αυτή εντοπίζουμε και μία μεταφορά: θείον άρωμα.
Ἦτο πνοή, ἴνδαλμα ἀφάνταστον, ὄνειρον ἐπιπλέον εἰς τὸ κῦμα· ἦτον νηρηίς, σειρήν, πλέουσα, ὡς πλέει ναῦς μαγική, ἡ ναῦς τῶν ὀνείρων... Ο αφηγητής επιχειρεί να περιγράψει τη συνολική εντύπωση που του προκαλούσε το γυμνό σώμα της κοπέλας και μας δίνει με ασύνδετο σχήμα μια κλιμακωτή παρουσίαση τριών χαρακτηρισμών: πνοή, ίνδαλμα, όνειρο. Αμέσως μετά, επανέρχεται με ένα ακόμη ασύνδετο και δύο επιπλέον χαρακτηρισμούς: Νηρηίδα, σειρήνα –μεταφορική χρήση των λέξεων. Ήταν σαν μια σειρήνα των παραμυθιών, η οποία έπλεε σαν ένα μαγικό πλοίο -παρομοίωση-, το πλοίο των ονείρων -μεταφορά.
Η περιγραφή της Μοσχούλας δίνεται από τον αφηγητή με ιδιαίτερο λυρισμό που εκφράζει με τον καλύτερο δυνατό τρόπο την ονειρική διάσταση του θεάματος και εξηγεί την αναστάτωση που είχε προκληθεί στον αφηγητή, ο οποίος δεν μπορούσε να απομακρυνθεί από το υπέροχο αυτό θέαμα.
Με ποια εκφραστικά μέσα μεταδίδει ο συγγραφέας - αφηγητής τα συναισθήματα θαυμασμού και την έκσταση που νιώθει ο βοσκός στη θέα της «λουομένης» Μοσχούλας;
Ἦτον ἀπόλαυσις, ὄνειρον, θαῦμα. Εἶχεν ἀπομακρυνθῆ ὡς πέντε ὀργυιᾶς ἀπὸ τὸ ἄντρον, καὶ ἔπλεε, κ᾿ ἔβλεπε τώρα πρὸς ἀνατολᾶς, στρέφουσα τὰ νῶτα πρὸς τὸ μέρος μου. Ἔβλεπα τὴν ἀμαυρὰν καὶ ὅμως χρυσίζουσαν ἀμυδρῶς κόμην της, τὸν τράχηλόν της τὸν εὔγραμμον, τὰς λευκὰς ὡς γάλα ὠμοπλάτας, τοὺς βραχίονας τοὺς τορνευτούς, ὅλα συγχεόμενα, μελιχρὰ καὶ ὀνειρώδη εἰς τὸ φέγγος τῆς σελήνης. Διέβλεπα τὴν ὀσφύν της τὴν εὐλύγιστον, τὰ ἰσχία της, τὰς κνήμας, τοὺς πόδας της, μεταξὺ σκιᾶς καὶ φωτός, βαπτιζόμενα εἰς τὸ κῦμα. Ἐμάντευα τὸ στέρνον της, τοὺς κόλπους της, γλαφυρούς, προέχοντας, δεχομένους ὅλας τῆς αὔρας τὰς ριπᾶς καὶ τῆς θαλάσσης τὸ θεῖον ἄρωμα. Ἦτο πνοή, ἴνδαλμα ἀφάνταστον, ὄνειρον ἐπιπλέον εἰς τὸ κῦμα· ἦτον νηρηίς, σειρήν, πλέουσα, ὡς πλέει ναῦς μαγική, ἡ ναῦς τῶν ὀνείρων...
Ἦτον ἀπόλαυσις, ὄνειρον, θαῦμα. Ο αφηγητής παρατηρεί έκθαμβος την όμορφη Μοσχούλα να κολυμπά γυμνή και αναφωνεί, ήταν απόλαυση, όνειρο, θαύμα. Με ασύνδετο σχήμα μας εκφράζει κλιμακωτά την εντύπωση που του προκαλούσε το θέαμα της γυμνής κοπέλας, ξεκινώντας από το ουσιαστικό που δηλώνει ηπιότερη αίσθηση και φτάνει στο ουσιαστικό που δηλώνει κάτι το πραγματικά ανέλπιστο, ήταν ένα θαύμα. Τόσο η λέξη όνειρο, όσο και η λέξη θαύμα, χρησιμοποιούνται βέβαια μεταφορικά.
Ἔβλεπα τὴν ἀμαυρὰν καὶ ὅμως χρυσίζουσαν ἀμυδρῶς κόμην της. Μια αντίθεση που εκφράζει πως κάθε χαρακτηριστικό της κοπέλας ήταν ιδιαίτερο και σχεδόν μοναδικό.
τὸν τράχηλόν της τὸν εὔγραμμον, τὰς λευκὰς ὡς γάλα ὠμοπλάτας, τοὺς βραχίονας τοὺς τορνευτούς, Με ασύνδετο σχήμα μας δίνει ο αφηγητής τα μέλη του σώματος που μπορεί να δει, εντάσσοντας παράλληλα μια παρομοίωση λευκή σαν γάλα ωμοπλάτη και μια μεταφορά όταν χαρακτηρίζει τους βραχίονες (το σημείο των χεριών από την ωμοπλάτη ως τον αγκώνα) τορνευτούς.
Καθώς ο αφηγητής μας περιγράφει το σώμα της κοπέλας περνά κλιμακωτά από τα σημεία του σώματος που έβλεπε, σε αυτά που διέβλεπε (βλέπω κάτι που δεν είναι εύκολα αντιληπτό) και τέλος σε αυτά που μάντευε: Ἔβλεπα – Διέβλεπα - Ἐμάντευα.
Διέβλεπα τὴν ὀσφύν της τὴν εὐλύγιστον, τὰ ἰσχία της, τὰς κνήμας, τοὺς πόδας της, Με ασύνδετο σχήμα μας δίνει ο αφηγητής τα σημεία του σώματος που βλέπει με κάποια δυσκολία καθώς εναλλάσσεται το φως και η σκιά. Το κάτω μέρος της πλάτης, οι γοφοί, το μέρος του ποδιού από τον αστράγαλο ως τον μηρό κι εν γένει τα πόδια της κοπέλας, είναι όσα βλέπει με κάποια δυσκολία ο αφηγητής, καθώς μία βρίσκονται στο φως μία στη σκιά -αντίθεση- και παράλληλα καθώς βαφτίζονται στο κύμα -μεταφορά.
Ἐμάντευα τὸ στέρνον της, τοὺς κόλπους της, γλαφυρούς, προέχοντας, δεχομένους ὅλας τῆς αὔρας τὰς ριπᾶς καὶ τῆς θαλάσσης τὸ θεῖον ἄρωμα. Με ασύνδετο σχήμα μας δίνει τα μέλη του σώματος που δεν μπορούσε να δει αλλά μάντευε και κυρίως βέβαια η φαντασία του εστιάζεται στο στήθος της κοπέλες το οποίο δέχεται τις αύρες, τις ριπές και το άρωμα της θάλασσας, τριμερής η αποτύπωση όσων γίνεται αποδέκτης το στήθος της κοπέλας. Σαν απαλά χάδια της θάλασσας αντιλαμβάνεται ο αφηγητής το άγγιγμα του νερού και του αέρα στο στήθος της Μοσχούλας. Με τρεις λέξεις, που επίσης δίνονται με ασύνδετο σχήμα, αναφέρεται στο στήθος της: γλαφυρούς, προέχοντας, δεχομένους. Στην περίοδο αυτή εντοπίζουμε και μία μεταφορά: θείον άρωμα.
Ἦτο πνοή, ἴνδαλμα ἀφάνταστον, ὄνειρον ἐπιπλέον εἰς τὸ κῦμα· ἦτον νηρηίς, σειρήν, πλέουσα, ὡς πλέει ναῦς μαγική, ἡ ναῦς τῶν ὀνείρων... Ο αφηγητής επιχειρεί να περιγράψει τη συνολική εντύπωση που του προκαλούσε το γυμνό σώμα της κοπέλας και μας δίνει με ασύνδετο σχήμα μια κλιμακωτή παρουσίαση τριών χαρακτηρισμών: πνοή, ίνδαλμα, όνειρο. Αμέσως μετά, επανέρχεται με ένα ακόμη ασύνδετο και δύο επιπλέον χαρακτηρισμούς: Νηρηίδα, σειρήνα –μεταφορική χρήση των λέξεων. Ήταν σαν μια σειρήνα των παραμυθιών, η οποία έπλεε σαν ένα μαγικό πλοίο -παρομοίωση-, το πλοίο των ονείρων -μεταφορά.
Η περιγραφή της Μοσχούλας δίνεται από τον αφηγητή με ιδιαίτερο λυρισμό που εκφράζει με τον καλύτερο δυνατό τρόπο την ονειρική διάσταση του θεάματος και εξηγεί την αναστάτωση που είχε προκληθεί στον αφηγητή, ο οποίος δεν μπορούσε να απομακρυνθεί από το υπέροχο αυτό θέαμα.
0 σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου