Μνημείο Εθνικής Αντίστασης (1941-1944) στο Γαλάτσι
Ντίνος Χριστιανόπουλος «Εγκαταλείπω την ποίηση»
Εγκαταλείπω την ποίηση δε θα πει προδοσία,
δε θα πει ανοίγω ένα παράθυρο για τη συναλλαγή.
Τέλειωσαν πια τα πρελούδια, ήρθε η ώρα του κατακλυσμού∙
όσοι δεν είναι αρκετά κολασμένοι πρέπει επιτέλους να σωπάσουν,
να δουν με τι καινούριους τρόπους μπορούν να απαυδήσουν στη ζωή.
Εγκαταλείπω την ποίηση δε θα πει προδοσία.
Να μη με κατηγορήσουν για ευκολία, πως δεν έσκαψα βαθιά,
πως δε βύθισα το μαχαίρι στα πιο γυμνά μου κόκαλα∙
όμως είμαι άνθρωπος και γω, επιτέλους κουράστηκα, πώς το λένε,
κούραση πιο τρομαχτική από την ποίηση υπάρχει;
Εγκαταλείπω την ποίηση δε θα πει προδοσία∙
βρίσκει κανείς τόσους τρόπους να επιμεληθεί την καταστροφή του.
Ο Ντίνος Χριστιανόπουλος με τον εύγλωττο τίτλο του ποιήματός του, δηλώνει πως δεν μπορεί πια να παλεύει με την τέχνη αυτή που απαιτεί από το δημιουργό της, συνεχή προσπάθεια κι επώδυνες διαδρομές στα ενδότερα της ψυχής του. Ο ποιητής θέλει να εγκαταλείψει την ποίηση, μα δεν το κάνει αυτό γιατί είναι έτοιμος να προδώσει την τέχνη του, ούτε για λόγους ευκολίας.
«Τέλειωσαν πια τα πρελούδια, ήρθε η ώρα του κατακλυσμού∙
όσοι δεν είναι αρκετά κολασμένοι πρέπει επιτέλους να σωπάσουν,
να δουν με τι καινούριους τρόπους μπορούν να απαυδήσουν στη ζωή.»
Η ώρα για τις προκαταρκτικές προσπάθειες έχει παρέλθει και είναι στιγμή πια για τον κατακλυσμό, είναι στιγμή για μια πλήρη αποκάλυψη, που δεν μπορεί να γίνει από εκείνους που δεν είναι αρκετά κολασμένοι, από εκείνους που δεν έχουν γευτεί άφοβα τις εμπειρίες της ζωής, αφήνοντας στην άκρη τις αρχές και τις αναστολές τους. Εκείνοι που δεν είναι αρκετά κολασμένοι -σ’ αυτούς εντάσσει ο ποιητής και τον εαυτό του- θα πρέπει να σωπάσουν, θα πρέπει να δώσουν το λόγο σ’ εκείνους που μπορούν να προχωρήσουν την ποίηση ακόμη παραπέρα, και ίδιοι θα πρέπει να βρουν άλλες ασχολίες για να κουράζουν τη ζωή τους.
Ο ποιητής εγκαταλείπει την ποίηση, αλλά δεν θεωρεί πως αυτό συνιστά προδοσία της τέχνης του, ούτε μπορεί να δεχτεί ότι επιχειρεί να αποφύγει τις δύσκολες πτυχές της. Προσπάθησε όσο περισσότερο μπορούσε, αναζήτησε βαθιά στην ψυχή του και τόλμησε να ελέγξει ακόμη και τις πιο επώδυνες πληγές του, στην προσπάθειά του να αντλήσει γνήσιο υλικό για τα ποιήματά του. Η συνεχής όμως αναμέτρηση με την αλήθεια του, η συνεχής ανασκόπηση της ζωής και των βιωμάτων του, τον κούρασε. Η ποίηση απαιτεί πολλά από τους δημιουργούς της, απαιτεί μια γύμνωση του εαυτού τους και μια ανηλεή εξέταση και της παραμικρής έκφανση του ψυχισμού τους, στοιχείο που προκάλεσε στο Χριστιανόπουλο μια ανεξέλεγκτη κόπωση.
Ο ποιητής κλείνοντας το ποίημά του δηλώνει πως το να εγκαταλείψει την ποίηση δεν αποτελεί προδοσία, μιας και μπορεί κάποιος να βρει πολλούς τρόπους να επιμεληθεί την καταστροφή του, υπονοώντας πως ακόμη κι αν δεν ασχολείται με την ποίηση, δε σημαίνει πως θα μπορέσει να αποφύγει τις υπόλοιπες ψυχοφθόρες καταστάσεις που μας επιφυλάσσει η ζωή.
Η σκέψη που διατυπώνει ο Χριστιανόπουλος, η πρόθεσή του δηλαδή να εγκαταλείψει την ποίηση, μας παραπέμπει στους στίχους του Εγγονόπουλου: «τούτη η εποχή / του εμφύλιου σπαραγμού / δεν είναι εποχή / για ποίηση / κι άλλα παρόμοια», όπου ο ποιητής κοινοποιεί την αίσθησή του πως σε μια περίοδο εμφυλίου πολέμου, με το θάνατο να κυριαρχεί, δεν μπορεί πλέον να συνθέτει ποιήματα. Παρατηρούμε ότι και οι δύο ποιητές καταλήγουν σε μια διάθεση εγκατάλειψης της ποιητικής δημιουργίας, παρόλο που οι συνθήκες που τους ωθούν σ’ αυτό το σημείο είναι διαφορετικές. Για τον Εγγονόπουλο ως αποτρεπτικός παράγοντας λειτουργεί η ιστορική συγκυρία και η αίσθησή του πως η ποιητική δημιουργία δεν έχει ουσιαστικό νόημα τη στιγμή που τα πάντα κινούνται υπό καθεστώς μίσους και ο θάνατος πρυτανεύει. Ενώ, για τον Χριστιανόπουλο, η ανάγκη να απομακρυνθεί από την ποίηση προέρχεται από μια εσωτερική αίσθηση κόπωσης, που έχει προκύψει από την αδυναμία του ποιητή να συνεχίσει την επώδυνη προσπάθεια αυτοελέγχου και συνεχούς έκθεσης της ψυχής του, για χάρη της τέχνης του.
Θα πρέπει πάντως να σημειωθεί πως, αν και κανένας από τους δύο ποιητές δεν εγκατέλειψε την ποιητική δημιουργία, οι σκέψεις που κατέγραψαν στους στίχους τους διατηρούν την αλήθεια τους, καθώς τόσο η αίσθηση του Εγγονόπουλου ότι η ποίηση δεν μπορεί να γεννιέται στα πλαίσια ενός πολέμου, όσο και η διαπίστωση του Χριστιανόπουλου ότι η ποίηση απαιτεί πολλά από τον δημιουργό και συχνά τον εξαντλεί συναισθηματικά, εκφράζουν την αίσθηση που είχαν οι ποιητές τη συγκεκριμένη χρονική στιγμή.
0 σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου