Ερωτήσεις ΚΕΕ Μαρία Πολυδούρη «Μόνο γιατί μ’ αγάπησες»: Να αναζητήσετε ποιήματα µε θέμα τον έρωτα και να τα παρουσιάσετε στην τάξη. | Σημειώσεις του Κωνσταντίνου Μάντη

Ερωτήσεις ΚΕΕ Μαρία Πολυδούρη «Μόνο γιατί μ’ αγάπησες»: Να αναζητήσετε ποιήματα µε θέμα τον έρωτα και να τα παρουσιάσετε στην τάξη.

Κωνσταντίνος Μάντης | Best Blogger Tips
Hiroko Sakai 

Να αναζητήσετε ποιήματα  µε θέμα τον έρωτα και να τα παρουσιάσετε στην τάξη, εστιάζοντας στον τρόπο έκφρασης του συναισθήματος αυτού στα  συγκεκριμένα ποιήματα.

Ο έρωτας αποτελεί ένα από τα σημαντικότερα ανθρώπινα συναισθήματα, γι’ αυτό και κυριαρχεί διαχρονικά σε όλες τις μορφές τέχνης. Ιδίως στην ποίηση μπορούμε να διαπιστώσουμε πως οι περισσότεροι Έλληνες και ξένοι ποιητές έχουν αφιερώσει μέρος του έργου τους για να εξυμνήσουν το υπέροχο αυτό συναίσθημα. Ο τρόπος, βέβαια, που επιλέγουν να εκφράσουν το συναίσθημά τους διαφοροποιείται, ανάλογα με την ξεχωριστή προσωπικότητα κάθε δημιουργού και ανάλογα με το ποια πτυχή του συναισθήματος θα επιλέξουν να παρουσιάσουν. Ο έρωτας μπορεί να βρίσκεται στη γεμάτη ενθουσιασμό αρχή του ή στο πικρό του τέλος, μπορεί να αποτελεί μια βαθιά συναισθηματική εμπειρία που αλλάζει καταλυτικά την προσωπικότητα του ερωτευμένου ή μια σαρκική έλξη που προκαλεί σωματική κυρίως αναστάτωση.

Σαπφώ «Ατθίδα» (Μετάφραση: Οδυσσέας Ελύτης)

Σαν άνεμος μου τίναξε ο έρωτας τη σκέψη 
σαν άνεμος που σε βουνό βελανιδιές λυγάει. 
Ήρθες, καλά που έκανες, που τόσο σε ζητούσα 
δρόσισες την ψυχούλα μου, που έκαιγε ο πόθος. 
Από το γάλα πιο λευκή 
απ’ το νερό πιο δροσερή 
κι από το πέπλο το λεπτό, πιο απαλή. 
Από το ρόδο πιο αγνή 
απ’ το χρυσάφι πιο ακριβή 
κι από τη λύρα πιο γλυκιά, πιο μουσική...

Η Σαπφώ, που απευθύνει τα ερωτικά της ποιήματα σε όμορφες κοπέλες, επιλέγει εδώ να παρουσιάσει τον αντίκτυπο που έχει στην ψυχή της η ανταπόκριση της αγαπημένης στο ερωτικό της κάλεσμα, δίνοντας με μια παρομοίωση τη δύναμη του ερωτικού συναισθήματος που αισθάνεται και παράλληλα με μια σειρά συγκρίσεων να τονίσει την ομορφιά, τη νεότητα και τη φρεσκάδα της αγαπημένης της.

Οδυσσέας Ελύτης «Τα ‘δατε τα μάθατε»

Ήταν μια θεία θέληση
     κι ενός αγίου τάμα
Εμείς οι δυο να σμίξουμε
      και να γενεί το θάμα: 

Οι βάρκες ν’ ανεβαίνουνε
    ως τα ψηλά μπαλκόνια
Κι οι ορτανσίες να πετούν
         καθώς τα χελιδόνια

Ν’ ανάβουν οι άγιοι κερί
στη χάρη των δυονώ μας
Και τα ψαράκια να φιλούν
την άκρη των ποδιών μας

Όλος ο κόσμος ν’ απορεί
  μωρέ τι να ‘ν’ και τούτο
Με το μπουζούκι να λαλεί
     και το μικρό λαγούτο:

     - Τα ‘δατε τα μάθατε
μια αγάπη που εγεννήθη
Άνθρωπος δεν την κατελεί
κι ο Άδης ενικήθη.

Ο Οδυσσέας Ελύτης με περιπαιχτική διάθεση, επιχειρεί να εκφράσει την ομορφιά του ερωτικού συναισθήματος και την ιδιαίτερη αίσθηση που μεταδίδει στους ερωτευμένους, πως καθετί είναι πλέον εφικτό, καταφεύγοντας στην καταγραφή μια σειράς παράδοξων καταστάσεων. Από τα φυτά που πετούν στον ουρανό μέχρι τους Αγίους που ανάβουν κερί στη χάρη του ερωτευμένου ζευγαριού, όλα ανατρέπονται και η φυσική τάξη των πραγμάτων διασαλεύεται, προκειμένου να συντελεστεί το θαύμα της ένωσης των δυο ερωτευμένων. Μια αγάπη που ξεπερνά τη λογική και νικά ακόμη και το θάνατο, έρχεται να εκφράσει την αίσθηση παντοδυναμίας που χαρίζει ο ζωοποιός έρωτας.

Σαρλ Μπωντλαίρ «Τραγούδι του απομεσήμερου» (απόσπασμα)
Μετάφραση: Γιώργης Σημηριώτης

Τα φρυδάκια σαν σουφρώνεις
κι έτσι τη ματιά σου αλλάζεις,
αν και μ’ άγγελο δε μοιάζεις
μάγισσα που με σκλαβώνεις,

σε λατρεύω με λατρεία
τέτοια κι έρωτος μια τρέλα,
όπως, ω άστατη κοπέλα,
ο παπάς την Παναγία!

Μόσχους ραίνουν στη σκληρή σου
κόμη, οι ερημιές, τα δάση
και μυστηρίου παίρνει στάση
κι ενός γρίφου η κεφαλή σου.

Το κορμί κι η ανασαιμιά σου
θυμιατού σκορπά ευωδία
σέρνει σαν βραδιού μαγεία
η νεράιδινη αγκαλιά σου.

Αχ, ποιο φίλτρο παραβγαίνει
τις νωχελικές σου γλύκες;
Και το χάδι εκείνο βρήκες,
που κι έναν νεκρό ανασταίνει!
....

Ο προκλητικός Σαρλ Μπωντλαίρ, μέσα από τη συλλογή του «Τα άνθη του κακού», παρουσιάζει την εκστατική διάσταση που λαμβάνει ο έρωτας, όταν ο ερωτευμένος αισθάνεται πως είναι τέτοια η ερωτική γοητεία της αγαπημένης του, ώστε θα μπορούσε να υπερβεί μέχρι και τους φυσικούς νόμους, ανασταίνοντας με το χάδι της ακόμη και νεκρούς. Ο ποιητής πέραν από την εξύμνηση της ομορφιάς και της έλξης που του ασκεί η αγαπημένη του, τονίζει και κάποια βασικά στοιχεία από τα οποία αντλείται ο έρωτας, όπως είναι το μυστήριο που αποπνέει το αγαπημένο πρόσωπο.

Πωλ Ελυάρ «Η αγαπημένη» (Μετάφραση: Ελένη Βακαλό»

Στέκεται ορθή στα βλέφαρά μου
Και τα μαλλιά της μπλέκονται μες στα δικά μου
Έχει το σχήμα των χεριών μου
Έχει το σχήμα των ματιών μου
Βυθίζεται μες στη σκιά μου
Σα μια πέτρα στον ουρανό

Έχει τα μάτια της πάντ’ ανοιχτά
Και δε μ’ αφήνει σ’ ύπνο να γείρω
Τα όνειρά της μέσα στο φως
Σβήνουν τον ήλιο
Με κάνουν να γελώ, να κλαίω και να γελώ
Και να μιλώ χωρίς να έχω τίποτα να πω.

Ο Πωλ Ελυάρ προχωρά σε βαθύτερες πτυχές του ερωτικού συναισθήματος, όπου οι ερωτευμένοι αισθάνονται μια πλήρη ταύτιση μεταξύ τους κι ένα, χωρίς αντίσταση, χάσιμο του εαυτού τους. Η αγαπημένη του ποιητή έχει παραδοθεί απόλυτα σ’ αυτόν, αλλά και με τη σειρά της επηρεάζει καταλυτικά τη συναισθηματική του κατάσταση, οδηγώντας τον σε έντονες εναλλαγές συναισθημάτων.

Γιώργος Σεφέρης «Ερωτικός Λόγος Γ΄» (απόσπασμα)

...
κι ας γείρει ο πόθος σου βαθύς σαν ίσκιος καρυδιάς
και να μας πλημμυράει με των μαλλιών σου τη σπατάλη
από το χνούδι του φιλιού στα φύλλα της καρδιάς.

Χαμήλωναν τα μάτια σου κι είχες το χαμογέλιο
που ανιστορούσαν ταπεινά ζωγράφοι αλλοτινοί.
Λησμονημένο ανάγνωσμα σ’ ένα παλιό ευαγγέλιο
το μίλημά σου ανάσαινε κι η ανάλαφρη φωνή σου:

«Είναι το πέρασμα του χρόνου σιγαλό κι απόκοσμο
κι ο πόνος απαλά μες στην ψυχή μου λάμνει
χαράζει η αυγή τον ουρανό, τ’ όνειρο μένει απόντιστο
κι είναι σα να διαβαίνουν μυρωμένοι θάμνοι.

Με του ματιού τ’ αλάφιασμα, με του κορμιού το ρόδισμα
ξυπνούν και κατεβαίνουν σμάρι τα περιστέρια
με περιπλέκει χαμηλό το κυκλωτό φτερούγισμα
ανθρώπινο άγγιγμα στον κόρφο μου τ’ αστέρια.

Την ακοή μου ως να ‘σμιξε κοχύλι βουίζει ο αντίδικος
μακρινός κι αξεδιάλυτος του κόσμου ο θρήνος
μα είναι στιγμές και σβήνουνται και βασιλεύει δίκλωνος
ο λογισμός του πόθου μου, μόνος εκείνος.

Λες κι είχα αναστηθεί γυμνή σε μια απέραντη θύμηση
σαν ήρθες γνώριμος και ξένος, ακριβέ μου
να μου χαρίσεις γέρνοντας την απέραντη λύτρωση
που γύρευα από τα γοργά σείστρα του ανέμου...»

Ο Γιώργος Σεφέρης σ’ ένα από τα κορυφαία ποιήματα της λογοτεχνίας μας, παρουσιάζει την κυριαρχία του ερωτικού πόθου που καλύπτει κάθε σκέψη κι επιτρέπει τη θέαση του κόσμου μόνο υπό το δικό του πρίσμα. Ο ποιητής εξυμνεί την ομορφιά της αγαπημένης του και παράλληλα της παραχωρεί το λόγο, για να μιλήσει κι εκείνη για τον έρωτά τους. Η αγαπημένη του ποιητή μιλά για το πέρασμα του χρόνου που συντελείται ανεπαίσθητα, καθώς το πάθος της βρίσκεται σε τέτοια ένταση, ώστε συμμετέχει σ’ αυτό ολόκληρο το σύμπαν. Ακόμη κι ο πόνος του κόσμου, που φτάνει στην αντίληψή της, δεν κατορθώνει να την αποσπάσει από τον πόθο που την κατακλύζει. Η διήγηση της αγαπημένης ολοκληρώνεται με το λυτρωτικό σμίξιμο των ερωτευμένων, που έρχεται να κατευνάσει τον ερωτικό της πόθο.
Από τη στιγμή της πλήρωσης της ερωτικής επιθυμίας, το πάθος που μέχρι τότε συγκλόνιζε τους δυο ερωτευμένους αποκλιμακώνεται, και η σχέση τους οδηγείται στο τέλος της, όπως αποκαλύπτεται στην τελευταία στροφή του ποιήματος:

...Μες στον καθρέφτη η αγάπη μας, πώς πάει και λιγοστεύει
μέσα στον ύπνο τα όνειρα, σκολειό της λησμονιάς
μέσα στα βάθη του καιρού, πώς η καρδιά στενεύει
και χάνεται στο λίκνισμα μιας ξένης αγκαλιάς...

Δείτε επίσης:

1 σχόλια:

Ανώνυμος είπε...

καταπληκτικο

Δημοσίευση σχολίου

Related Posts Plugin for WordPress, Blogger...