Οδυσσέας Ελύτης, Το άξιον εστί «Άσμα Γ΄» [Μόνος κυβέρνησα τη θλίψη μου] | Σημειώσεις του Κωνσταντίνου Μάντη

Οδυσσέας Ελύτης, Το άξιον εστί «Άσμα Γ΄» [Μόνος κυβέρνησα τη θλίψη μου]

Κωνσταντίνος Μάντης | Best Blogger Tips

Οδυσσέας Ελύτης, Το άξιον εστί «Άσμα Γ΄» [Μόνος κυβέρνησα τη θλίψη μου]

Μόνος κυβέρνησα T τη θλίψη μου
Μόνος αποίκησα T τον εγκαταλειμμένο Μάιο
Μόνος εκόλπωσα T τις ευωδίες
Επάνω στον αγρό T με τις αλκυονίδες
Τάισα τα λουλούδια κίτρινο T βουκόλισα τους λόφους
Επυροβόλησα την ερημιά T με κόκκινο!
Είπα: δε θα ‘ναι η μαχαιριά T βαθύτερη από την κραυγή
Και είπα: δε θα ‘ναι το Άδικο T τιμιότερο απ’ το αίμα!
Το χέρι των σεισμών T το χέρι των λιμών
Το χέρι των εχτρών T το χέρι των δικών
Μου, εφρένιασαν εχάλασαν T ερήμαξαν αφάνισαν
Μία και δύο T και τρεις φορές
Προδόθηκα κι απόμεινα T στον κάμπο μόνος
Πάρθηκα και πατήθηκα T σαν κάστρο μόνος
Το μήνυμα που σήκωνα T τ’ άντεξα μόνος!

Μόνος απέλπισα T το θάνατο
Μόνος εδάγκωσα T μες στον Καιρό με δόντια πέτρινα
Μόνος εκίνησα T για το μακρύ
Ταξίδι σαν της σάλ T πιγγας μες στους αιθέρες!
Ήταν στη δύναμή μου η Νέμεση T το ατσάλι κι η ατιμία
Να προχωρήσω με τον κορνιαχτό T και τ’ άρματα
Είπα: με μόνο το σπαθί T του κρύου νερού θα παραβγώ
Και είπα: με μόνο το Άσπιλο T του νου μου θα χτυπήσω!
Στο πείσμα των σεισμών T στο πείσμα των λιμών
Στο πείσμα των εχτρών T στο πείσμα των δικών
Μου, ανάντισα κρατήθηκα T ψυχώθηκα κραταιώθηκα
Μία και δύο T και τρεις φορές
Θεμελίωσα τα σπίτια μου T στη μνήμη μόνος
Πήρα και στεφανώθηκα T την άλω μόνος
Το στάρι που ευαγγέλισα T το ‘δρεψα μόνος!

Ο Οδυσσέας Ελύτης στο 3ο Άσμα συνεχίζει τη θεματική της μοναξιάς που παρουσίασε στον 4οΨαλμό. Η πορεία του ποιητή είναι μοναχική, αφού απαρνείται τη συντροφικότητα που θα του διασφάλιζε η ένταξη σε συμβατικές δομές της κοινωνίας, όπως είναι ο γάμος. Αφοσιώνεται πλήρως στην ποιητική του αποστολή, πληρώνοντας ωστόσο το υψηλό τίμημα που αυτή συνεπάγεται. Χωρίς την παρουσία φίλων, χωρίς την ευεργετική στήριξη μιας συντρόφου, στέκει μόνος απέναντι στις προκλήσεις της αδιαπραγμάτευτης εναντίωσής του στο Άδικο.

Μόνος κυβέρνησα T τη θλίψη μου
Μόνος αποίκησα T τον εγκαταλειμμένο Μάιο
Μόνος εκόλπωσα T τις ευωδίες
Επάνω στον αγρό T με τις αλκυονίδες
Τάισα τα λουλούδια κίτρινο T βουκόλισα τους λόφους
Επυροβόλησα την ερημιά T με κόκκινο!

Ο ποιητής βιώνοντας την εκούσια ερημία του αντιμετωπίζει και ελέγχει μόνος του τη θλίψη που συνοδεύει τη ζωή του. Γίνεται αυτός ο μόνος άποικος μιας άνοιξης εγκαταλελειμμένης απ’ τους άλλους ανθρώπους. Μόνος υποδέχεται και ενστερνίζεται τις ευωδιές του αγρού που φέρνουν οι αλκυονίδες του χειμώνα.
Ο ποιητής, όχι μόνο δεν κάμπτεται απ’ τη θλίψη της μοναχικής του πορείας, μα καταφέρνει κιόλας να αντικρίσει την ομορφιά των πραγμάτων εκεί όπου οι άλλοι έχουν χάσει πια κάθε ελπίδα. Γίνεται, έτσι, εκείνος που λαμβάνει και υιοθετεί το μήνυμα της επερχόμενης άνοιξης/αναγέννησης και προσφέρει στα λουλούδια την αναγκαία γύρη, την πνευματική, ώστε να λάβουν για χάρη του μια νέα ανώτερη ύπαρξη.
Η εγκαταλελειμμένη φύση λαμβάνει ζωή από τον μοναχικό ποιητή, ο οποίος υμνεί και τραγουδά τους λόφους, και συνάμα προσφέρει στην ερημιά τον πόθο για ζωή, το δυναμισμό του φλεγόμενου αίματος· εκείνου που αντικρίζει τη δυναμική της αναδημιουργίας, ακόμη και σ’ εκείνα που οι άλλοι έχουν πια εγκαταλείψει.
Στην έρημη φύση ο ποιητής βρίσκει και βιώνει πληρέστερα το νόημα της δικής του αποστολής. Δεν πρόκειται ν’ αφήσει ακατάγγελτη την αδικία που βλέπει γύρω του.

Είπα: δε θα ‘ναι η μαχαιριά T βαθύτερη από την κραυγή
Και είπα: δε θα ‘ναι το Άδικο T τιμιότερο απ’ το αίμα!

Ο ποιητής αποφασίζει πως δεν θα επιτρέψει στη μαχαιριά, δεν θα επιτρέψει στο εχθρικό χτύπημα να είναι βαθύτερο απ’ την ένταση της κραυγής που θα έρθει να φανερώσει αυτό που συνέβη. Δεν θα επιτρέψει στο Άδικο να γνωρίσει τιμές και αποδοχή εις βάρος του αίματος· εις βάρος των θυμάτων επί των οποίων εδραίωσε την κυριαρχία του.  
Ο ποιητής δεν δέχεται να τιμώνται και να απολαμβάνουν οφέλη οι αδικητές, χωρίς κανείς να τολμά να φανερώνει την αλήθεια των πράξεών τους.

Το χέρι των σεισμών T το χέρι των λιμών
Το χέρι των εχτρών T το χέρι των δικών
Μου, εφρένιασαν εχάλασαν T ερήμαξαν αφάνισαν

Η εικόνα καταστροφής της χώρας δίνεται με σχήμα ασύνδετο προκειμένου να τονιστεί ο γοργός ρυθμός των γεγονότων που την έφεραν σ’ αυτό το σημείο. Το χέρι ως φορέας ενέργειας -εδώ φθοροποιού ενέργειας- λαμβάνει κυρίαρχη θέση και συνοδεύεται από τα αντίστοιχα ποιητικά αίτια: των σεισμών, των λιμών, των εχτρών, των δικών.
Οι σεισμοί -εκτεταμένες καταστροφές- και οι λιμοί -γενικευμένη έλλειψη τροφίμων- είναι έργο, όχι μόνο των εχθρών, μα και των δικών. Οι αίτιοι των δυστυχιών της χώρας δεν θα πρέπει να αναζητηθούν μόνο σε εξωτερικούς εχθρούς, αλλά και στη δράση εκείνων των Ελλήνων που έθεσαν τα ατομικά τους συμφέροντα πάνω απ’ το κοινό καλό και τη συλλογική ωφέλεια.
Η αντωνυμία «μου» τίθεται στην αρχή του στίχου, λαμβάνοντας διττή ερμηνεία, καθώς μπορεί να διαβαστεί είτε ως συμπλήρωμα της προηγούμενης φράσης, άρα «των δικών μου», αποδίδοντας έτσι το καταστροφικό έργο σε οικείους ανθρώπους του ποιητή, είτε χωριστά, οπότε λαμβάνει την έννοια πως όσα καταστροφικά ακολούθησαν έγιναν εις βάρος του ποιητή· το ποιητικό υποκείμενο, δηλαδή, υποδέχεται ως προσωπικά πλήγματα, όσα δεινά συνέβησαν στη χώρα του.
Το χέρι της καταστροφής -το χέρι των εξωτερικών και εσωτερικών εχθρών της χώρας- επέφερε την οργή της απελπισίας, την καταστροφή, το ρήμαγμα κι εν τέλει τον αφανισμό στην πολύπαθη πατρίδα του ποιητή.

Μία και δύο T και τρεις φορές
Προδόθηκα κι απόμεινα T στον κάμπο μόνος
Πάρθηκα και πατήθηκα T σαν κάστρο μόνος
Το μήνυμα που σήκωνα T τ’ άντεξα μόνος!

Οι αλλεπάλληλες προδοσίες της χώρας, που γίνονται τόσο από εξωτερικούς εχθρούς όσο και από ομοεθνείς -ακόμη και οικείους του ποιητή-, επιτείνουν την αίσθηση ερημίας του. Ο ποιητής απομένει μόνος του, έχοντας βιώσει τον πόνο των συνεχών αλώσεων της χώρας του· απομένει μόνος του, έχοντας γνωρίσει συνεχείς προδοσίες από ανθρώπους της ίδιας του της πατρίδας.
Μα αυτό δεν τον οδηγεί στην παραίτηση. Το μήνυμα που μεταφέρει, το μήνυμα της ποιητικής του αποστολής, το διατηρεί και το συνεχίζει μόνος του. Ο ποιητής δεν αφήνει την εγκατάλειψη και την προδοσία να κάμψουν την ηθική του δύναμη και την αφοσίωσή του στον πολύτιμο αγώνα του.  

Μόνος απέλπισα T το θάνατο
Μόνος εδάγκωσα T μες στον Καιρό με δόντια πέτρινα
Μόνος εκίνησα T για το μακρύ
Ταξίδι σαν της σάλ T πιγγας μες στους αιθέρες!

Μόνος του συνεχίζει το ποιητικό του έργο καταγράφοντας και αποτυπώνοντας όσα δεινά συνέβησαν, και κερδίζει τη μάχη με το θάνατο, αφού η ποίηση είναι η μόνη δυνατή ελπίδα διαχρονικής ή και αθάνατης παρουσίας. Έτσι, αντιμέτωπος με τη λήθη που επιφέρει το πέρασμα του χρόνου, ο ποιητής μάχεται με άκαμπτο πείσμα. Δαγκώνει με πέτρινα δόντια, και δεν αποδέχεται την παραίτηση απέναντι στις δυνάμεις εκείνες που αφανίζουν καθετί στο πέρασμά τους. Ο ποιητής δεν λυγίζει, λοιπόν, ούτε απέναντι στον Καιρό ούτε απέναντι στον Θάνατο.
Μόνος του, με μόνο του όπλο την ποίηση, ξεκινά το μακρινό και δύσκολο ταξίδι του πνευματικού ανθρώπου, του ποιητή· ταξίδι ανάλογης δυσκολίας μ’ εκείνο του σαλπίγματος που μεταφέρεται στους αιθέρες, γνωρίζοντας την ενδεχόμενη εξασθένισή του.   
Ο λόγος του ποιητή -το σάλπιγμα- είναι λόγος καταγγελίας, κι έρχεται ως απάντηση στη δράση των αδίκων και των εκμεταλλευτών.

Ήταν στη δύναμή μου η Νέμεση T το ατσάλι κι η ατιμία
Να προχωρήσω με τον κορνιαχτό T και τ’ άρματα
Είπα: με μόνο το σπαθί T του κρύου νερού θα παραβγώ
Και είπα: με μόνο το Άσπιλο T του νου μου θα χτυπήσω!

Στη δύναμη του ποιητή βρίσκεται η Νέμεση, η τιμωρία των ανθρώπων που στράφηκαν κατά της πατρίδας του, αλλά και κατά των αθώων και των αδύναμων. Μια τιμωρία που μπορούσε να γεννηθεί και να χρησιμοποιήσει όπλα παρόμοια μ’ εκείνα των εχθρών του· το ατσάλι και την ατιμία. Ο ποιητής μπορούσε να κινηθεί μέσα στη σκόνη του πολέμου, έχοντας κι ο ίδιος άρματα καταστροφής, μα δεν το θέλησε.
Ο ποιητής επιλέγει να πολεμήσει το Άδικο με όπλο την αγνότητα των πραγμάτων -με το σπαθί του κρύου νερού- και με μόνο αρωγό το Άσπιλο, το αμόλυντο των σκέψεών του. Ο ποιητής αντιπαραθέτει στην αδικία των εχθρών του, την αγνότητα της ψυχής και της σκέψης του. Απρόσβλητος απ’ τα στοιχεία εκείνα που διέβρωσαν και κηλίδωσαν τις συνειδήσεις και τις ενέργειες εκείνων, ο ποιητής ασκεί και χαλυβδώνει την εντιμότητα του νου του.  

Στο πείσμα των σεισμών T στο πείσμα των λιμών
Στο πείσμα των εχτρών T στο πείσμα των δικών
Μου, ανάντισα κρατήθηκα T ψυχώθηκα κραταιώθηκα

Σε πείσμα όλων των καταστροφών που κλόνισαν τη χώρα του· σε πείσμα των εχθρών, μα και των δικών του ανθρώπων -τα δεινά, άλλωστε, δεν προήλθαν μόνο από τη δράση εξωτερικών αντιπάλων, μα κι από τη διαφθορά ομοεθνών του ποιητή-, εκείνος στάθηκε δυνατός. Ο ποιητής ακολουθεί, έτσι, και παρά τις πολλαπλές δυσκολίες και τους πολλούς αντιπάλους, ανοδική πορεία· αντιστέκεται, δυναμώνει εσωτερικά και ισχυροποιείται, προκειμένου να αντεπεξέλθει σ’ αυτό τον δύσκολο αγώνα.

Μία και δύο T και τρεις φορές
Θεμελίωσα τα σπίτια μου T στη μνήμη μόνος
Πήρα και στεφανώθηκα T την άλω μόνος
Το στάρι που ευαγγέλισα T το ‘δρεψα μόνος!

Ξανά και ξανά ο ποιητής επαναφέρει και διασώζει απ’ τη λήθη όλα εκείνα που δεν θέλει να ξεχαστούν· διασώζει την ανάμνηση της αδικίας και του αθώου αίματος, παρά την αντίθετη θέληση των ισχυρών.
Θεμελιώνει τα σπίτια των ιδεών του και των γεγονότων εκείνων που θέλει να διαφυλάξει μόνος του, κι αντίστοιχα, μόνος του λαμβάνει το φωτοστέφανο που φανερώνει την εκούσια και συνειδητή του επιλογή ν’ αφιερωθεί σ’ έναν δύσκολο αγώνα προς τιμή όσων υπέφεραν, αδικήθηκαν και χάθηκαν.
Κι είναι αυτός ένας αγώνας χωρίς ανταμοιβή, γι’ αυτό κι ο ποιητής δρέπει μόνος του τους καρπούς των λόγων του (το στάρι που ευαγγέλισα). Είναι, ωστόσο, ένας αγώνας τόσο σημαντικός, ώστε ο ποιητής δεν απογοητεύεται, ούτε θεωρεί πως ματαιοπόνησε, έστω κι αν υπήρξε ο μόνος αποδέκτης των ίδιων του των λόγων.

Βιβλιογραφία:

Οδυσσέας Ελύτης, Το άξιον εστί, Ίκαρος Εκδοτική Εταιρία

Τάσος Λιγνάδης, Το άξιον εστί του Ελύτη, Εκδόσεις Πορεία 

0 σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Related Posts Plugin for WordPress, Blogger...