Έκθεση
Γ΄ Λυκείου: Κοινωνικοποίηση
Κοινωνικοποίηση: διαδικασία με την οποία ένα άτομο
εντάσσεται και ενσωματώνεται σ’ ένα κοινωνικό σύνολο. Ο άνθρωπος τη στιγμή που
γεννιέται δεν είναι «ενεργεία» κοινωνικό ον∙ είναι κοινωνικό ον «δυνάμει»,
δηλαδή βρίσκεται σε ενδιάμεση κατάσταση ανάμεσα στον άνθρωπο και το ζώο.
Παρατηρήσεις που έγιναν σε παιδιά τα οποία μεγάλωσαν κοντά σε ζώα, μακριά από
την ανθρώπινη κοινωνία, έδειξαν ότι αυτά παρουσίαζαν συμπεριφορά που δεν θύμιζε
καθόλου άνθρωπο.
Η διαδικασία της κοινωνικοποίησης είναι
ένα είδος μάθησης, χάρη στην οποία ο νέος άνθρωπος συμμετέχει σταδιακά στην
κοινωνική αλληλεπίδραση, αποκτά κοινωνική συμπεριφορά, αποτελεί μέλος του
κοινωνικού συνόλου και γίνεται φορέας της κοινωνικής κληρονομιάς, στην οποία
οικοδομείται η ταυτότητα του συνόλου. Αυτό προϋποθέτει ότι το άτομο
ενστερνίζεται και εσωτερικεύει την κοινή «παιδεία» της κοινωνίας και ειδικότερα
τα αξιολογικά της σχήματα.
Η κοινωνικοποίηση γίνεται διαμέσου
κοινωνικών δομών και λειτουργιών όπως είναι η οικογένεια, η γενική εκπαίδευση,
ο στρατός και η θρησκεία. Ειδικότερα, αν η κοινωνικοποίηση συντελείται στα
πρώτα χρόνια της ζωής του ανθρώπου, μέσα στην οικογένεια, λέγεται πρωτογενής,
ενώ αν συντελείται σε εξειδικευμένους θεσμούς, όπως στο σχολείο, στη θρησκεία,
στον στρατό κ.λπ. λέγεται δευτερογενής. Όταν η κοινωνικοποίηση γίνεται με
ενεργό επιλογή και αφομοίωση κοινωνικών αξιών και μορφών συμπεριφοράς, λέγεται
ενεργός κοινωνικοποίηση. Αντίθετα, όταν γίνεται με εγχαράξεις που συντελούνται
χωρίς τη συμμετοχή του ατόμου και υιοθετείται λίγο πολύ ασύνειδα, λέγεται
παθητική.
Είναι τόση η σημασία της κοινωνικοποίησης,
ώστε ο «εαυτός» του ανθρώπου αποτελεί κοινωνικό δημιούργημα. Η ανάπτυξη και η
συνειδητοποίηση του εαυτού μας συντελείται μέσα από τις σχέσεις μας με τους άλλους.
Ο άλλος είναι ο καθρέφτης του εαυτού μας και ο παράγοντας διαμόρφωσής του. Η
λέξη «εαυτός» δηλώνει το υποκείμενο που συνειδητοποιεί και, ταυτόχρονα, το
υποκείμενο που συνειδητοποιείται. Αυτός ο, κατά κάποιο τρόπο, συνειδησιακός
διχασμός του εγώ είναι δημιούργημα των κοινωνικών σχέσεων, στο πλαίσιο των
οποίων το «εμείς» προηγείται του «εγώ».
Κατά τη φροϋδική θεώρηση της κοινωνικοποίησης,
ο πολιτισμός περιορίζει και καταπιέζει τις ορμές του ατόμου και ιδίως εκείνες
που εξωτερικεύονται με την επιθετικότητα και την τάση της καταστροφής. Το άτομο
υποχρεώνεται να εσωτερικεύσει τους κοινωνικούς μηχανισμούς καταπίεσης και
διαμορφώνει το «Υπερεγώ», μια μορφή συνείδησης η οποία περιλαμβάνει τις ηθικές
διατάξεις που τοποθετούνται πάνω από το εγώ. Οι διατάξεις αυτές επιβάλλονται
από την κοινωνία και χαλιναγωγούν, καμιά φορά ασύνειδα, τον ψυχισμό και τη
συμπεριφορά του ατόμου. Έτσι, χάρη στην περιστολή των ορμών του ατόμου,
καθίσταται δυνατή η κοινωνικοποίησή του.
Επιμέρους
επιδιώξεις της κοινωνικοποίησης
Πέρα από τη βασική στόχευση της κοινωνικοποίησης
που είναι η εκμάθηση των κανόνων λειτουργίας της κοινωνίας, προκειμένου να
επιτευχθεί η ομαλή ένταξη του ατόμου σε αυτή, υπάρχουν μια σειρά επιμέρους
επιδιώξεις που αποσκοπούν στη διαμόρφωση μιας τέτοιας κοινωνικής ταυτότητας,
ώστε το άτομο να δρα ως αυτόνομη προσωπικότητα με ήθος, αρχές και αξίες. Ειδικότερα:
- Διατήρηση
της προσωπικής ταυτότητας. Οι φορείς κοινωνικοποίησης καλούνται να
εμφυσήσουν στο νέο άτομο την ιδιαίτερη αξία που έχει η αποφυγή της πλήρους
αφομοίωσης στο άμορφο πλήθος∙ την αποφυγή δηλαδή της μαζοποίησης. Ο νέος πολίτης
οφείλει να διαμορφώνει τις δικές του απόψεις ύστερα από τον αναγκαίο
προβληματισμό σε σχέση με τα διάφορα κοινωνικά ζητήματα, και όχι να ακολουθεί
ως άβουλο ον τις τάσεις και τις απόψεις της πλειοψηφίας ή τις απόψεις εκείνες
που προβάλλονται συστηματικά από τα μέσα μαζικής ενημέρωσης.
Το νέο άτομο οφείλει να υιοθετήσει
εκείνο το σύστημα αξιών που ανταποκρίνεται περισσότερο στις δικές του αρχές και
να έχει τη δυνατότητα να διατυπώνει κατά τρόπο τεκμηριωμένο τις θέσεις που
πρεσβεύει. Αίτημα που προϋποθέτει την ενεργή στάση απέναντι στα κοινωνικά και
πολιτικά δρώμενα, την ανάπτυξη κριτικής σκέψης και την αδιάπτωτη διάθεση για
προβληματισμό και διερεύνηση όλων των κρίσιμων κοινωνικών θεμάτων.
- Σεβασμός
και αποδοχή των άλλων ανθρώπων. Πρώτιστη μέριμνα της οικογένειας, του
πρωτογενούς δηλαδή αυτού φορέα κοινωνικοποίησης που ασκεί καταλυτική επίδραση
στη διαμόρφωση της προσωπικότητας του νέου ατόμου, είναι η καλλιέργεια μιας
στάσης αδιαπραγμάτευτου σεβασμού απέναντι στους άλλους ανθρώπους και μιας
διάθεσης αποδοχής απέναντι στη διαφορετικότητα. Μόνο αν το νέο άτομο μάθει
έγκαιρα να σέβεται και να αποδέχεται τους άλλους ανθρώπους γι’ αυτό που είναι,
θα καταστεί εφικτή η αντιμετώπιση του ρατσισμού και της εκ των προτέρων
απόρριψης του συνανθρώπου, χωρίς να δίνεται καν η ευκαιρία της γνωριμίας με
αυτόν και με τη δική του θέαση του κόσμου.
Η αποδοχή του άλλου, άλλωστε, αποτελεί
αναγκαία προϋπόθεση για να γίνει αποδεκτό και το ίδιο το άτομο, το οποίο,
διαφορετικά, θα αισθανθεί κάποια στιγμή πως κατηγοριοποιείται από τους άλλους σε
κάποιου είδους ετερότητα με βάση κάποιο αυθαίρετο κριτήριο, όπως είναι, μεταξύ
άλλων, το φύλο, η εθνική του ταυτότητα, η οικονομική του κατάσταση, η εξωτερική
του εμφάνιση, το επίπεδο μόρφωσής του, οι σεξουαλικές του προτιμήσεις, οι
πολιτικές του πεποιθήσεις κ.λπ.
- Διαμόρφωση
υγιούς στάσης απέναντι στους άλλους. Καίρια πτυχή της κοινωνικοποίησης
είναι η ενίσχυση της αυτοπεποίθησης του ατόμου, ώστε να μην αντιμετωπίζει τους άλλους
κατά τρόπο συμπλεγματικό. Το νέο άτομο θα πρέπει να είναι σε θέση να
απολαμβάνει τα οφέλη της συνύπαρξης με τους άλλους ανθρώπους, χωρίς να
υπονομεύει αυτή τη ζωτικής σημασίας πλευρά του ανθρώπινου βίου με αρνητικά
συναισθήματα, όπως είναι ο φθόνος και η χαιρεκακία εις βάρος του άλλου.
Το νέο άτομο θα πρέπει να συναισθάνεται
τους άλλους ανθρώπους ως άτομα που αξίζουν κάθε σεβασμό και να αντιλαμβάνεται
πως η δική τους ευτυχία και επιτυχία οφείλει να αποτελεί πηγή ευχαρίστησης και
για το ίδιο, κι όχι αιτία δυσαρέσκειας και ζήλιας. Προκειμένου, όμως, το άτομο
να είναι σε θέση να αποτιμά με θετικό τρόπο τις επιτυχίες και τα επιτεύγματα
των άλλων, θα πρέπει και το ίδιο να έχει διαμορφώσει μια υγιή εικόνα για τον
εαυτό του, χάρη στην οποία θα επιδιώκει να απολαύσει στο μέγιστο τις δυνατότητες
επιτυχίας και επίτευξης που προσφέρουν η εργατικότητα, η φιλομάθεια και η συνεχής
προσπάθεια.
- Διαμόρφωση
ορθού πολιτικού ήθους. Οι φορείς κοινωνικοποίησης και ιδίως «τριτογενείς»
φορείς, όπως είναι το κράτος, φέρουν μεγάλη ευθύνη για το ποιόν του πολιτικού
ήθους που αποκτούν τα νέα άτομα. Το ζητούμενο, εύλογα, είναι η διαμόρφωση
πολιτών που έχουν ενεργό ενδιαφέρον για τις πολιτικές και οικονομικές εξελίξεις
του τόπου, καθώς και πολιτών που αντιλαμβάνονται τη σημασία που έχει η
προσωπική τους συμπεριφορά και οι δικές τους επιλογές, προκειμένου η κοινωνία
να αποκτήσει τα επιθυμητά χαρακτηριστικά. Μια κοινωνία, επομένως, στην οποία
επιβραβεύεται όχι η εργατικότητα και η αξιοκρατία, αλλά οι πολιτικές γνωριμίες
και τα ρουσφέτια∙ μια κοινωνία στην οποία δεν προοδεύουν οι πιο άξιοι και οι
καλύτερα καταρτισμένοι, αλλά εκείνοι που είναι διατεθειμένοι να υπηρετήσουν με
κάθε τρόπο πολιτικές σκοπιμότητες, λειτουργώντας ως φερέφωνα πολιτικών κομμάτων
και παρατάξεων, είναι προφανές πως δεν επιτελεί ορθά το ρόλο της ως φορέας κοινωνικοποίησης,
αφού αντί να μεταλαμπαδεύει στους νέους τις κατάλληλες αξίες και αρχές, τους εθίζει
σ’ έναν ανήθικο τρόπο ζωής όπου η εργατικότητα και η προσωπική αξία έχουν
ελάχιστη ή και καμία σημασία.
- Κατανόηση
της διαρκώς εξελισσόμενης φύσης της σύγχρονης κοινωνίας. Οι φορείς
κοινωνικοποίησης οφείλουν να αναδείξουν τη δυναμική φύση της σύγχρονης
κοινωνίας και την ανάγκη προσαρμοστικότητας που προκύπτει από αυτή. Οι
ταχύτατες εξελίξεις στους τομείς της επιστήμης και της τεχνολογίας σηματοδοτούν
γοργές αλλαγές στο χώρο της εργασίας και στο ζήτημα της επαγγελματικής
αποκατάστασης, γεγονός που σημαίνει πως οι νέοι θα πρέπει να είναι πρόθυμοι να
υιοθετήσουν μια ενεργή στάση απέναντι στο θέμα της κατάρτισής τους και να
κατανοήσουν πως αυτή θα πρέπει να είναι συνεχιζόμενη, προκειμένου να συμβαδίζει
με τις τεχνολογικές και επιστημονικές εξελίξεις.
Σε αντίθεση με τις παλαιότερες εποχές
κατά τις οποίες η γνώση ακολουθούσε μια σταθερή εξελικτική πορεία και δεν
απαιτούσε από τους νέους πολίτες να βρίσκονται σε διαρκή εγρήγορση, πλέον οι
γνώσεις λίγων μόλις χρόνων μπορούν να θεωρηθούν παρωχημένες και ανεπαρκείς. Ο νέος,
επομένως, που επιθυμεί να θεωρείται άρτια καταρτισμένος στο αντικείμενό του,
οφείλει να αντιμετωπίζει την εκπαίδευσή του ως μια σταθερά συνεχιζόμενη
διαδικασία.
Συνέπειες
της αναποτελεσματικής κοινωνικοποίησης
Οι αρνητικές συνθήκες που επικρατούν
στη σύγχρονη ελληνική κοινωνία λειτουργούν κάποτε ως ανασταλτικοί παράγοντες
στην ορθή κοινωνικοποίηση των νέων ατόμων. Η διαφθορά των πολιτικών, η αυξημένη
ανεργία, η οικονομική ανέχεια και η αναξιοκρατία προκαλούν στους νέους ένα
έντονο αίσθημα απώθησης για την κοινωνία, αφού δεν τη θεωρούν ικανή να τους προσφέρει
αξιόλογες και σταθερές προοπτικές για το μέλλον τους. Το αποτέλεσμα όλων αυτών
είναι να υιοθετούν οι νέοι μια αρνητική στάση απέναντι στα κοινωνικά ζητήματα,
να αδιαφορούν για τα πολιτικά δρώμενα, αλλά και σε ορισμένες περιπτώσεις να
εμφανίζουν εντελώς αντικοινωνική συμπεριφορά.
Ενώ το ζητούμενο της κοινωνικοποίησης
είναι η διαμόρφωση πολιτών που έχουν τη διάθεση να προσφέρουν ό,τι περισσότερο
μπορούν στο κοινωνικό σύνολο και να συνεργάζονται με τους συμπολίτες τους για
τη δημιουργία μιας καλύτερης κοινωνίας, το αποτέλεσμα είναι τελείως
διαφορετικό. Οι νέοι αποκτούν μια αμιγώς εγωκεντρική θέαση του κόσμου και
ενδιαφέρονται αποκλειστικά για το προσωπικό τους συμφέρον, μη διστάζοντας ακόμη
και να παραγνωρίσουν κάθε έννοια ηθικής προκειμένου να διασφαλίσουν την
προσωπική τους καταξίωση και ευδαιμονία. Υιοθετούν τη λογική των πολιτικών
εξυπηρετήσεων και αντί να αφιερώνουν τις προσπάθειές τους στην απόκτηση μιας
αξιόλογης πολιτικής κατάρτισης, επιχειρούν να επιτύχουν την επαγγελματική τους αποκατάσταση
μέσα από ρουσφέτια και πολιτικές γνωριμίες.
Διαιωνίζεται κατ’ αυτό τον τρόπο η
διαμόρφωση πολιτών που δεν έχουν ουσιαστική πολιτική συνείδηση και ακολουθούν
άβουλα εκείνη την παράταξη που θα τους υποσχεθεί τα περισσότερα. Θέτουν το
προσωπικό τους συμφέρον πάνω από το συμφέρον της πολιτείας και ταυτίζουν την
ευδαιμονία με την απόκτηση υλικού πλούτου, τον οποίο ωστόσο επιδιώκουν να
αποκτήσουν όχι μέσα από την προσωπική τους εργασία, αλλά με ανήθικους και ανέντιμους
τρόπους, όπως είναι οι απάτες και η κατάχρηση δημόσιου χρήματος.
Φορείς
κοινωνικοποίησης
Φορέας
πρωτογενούς κοινωνικοποίησης
είναι η οικογένεια, που έχοντας την ευθύνη της ανατροφής του παιδιού από την
πρώτη στιγμή της γέννησής του, έχει συνάμα και την ευθύνη για τη διαμόρφωση της
προσωπικότητάς του και τη μετάδοση σε αυτό κατάλληλων αρχών και αξιών. Στο
πλαίσιο της οικογένειας, και ανάλογα με την ποιότητα των σχέσεων που επικρατούν
σε αυτή, το παιδί λαμβάνει μια πρώτη εικόνα για το πώς λειτουργεί ένας μικρός
κοινωνικός οργανισμός. Αναλαμβάνει τους πρώτους κοινωνικούς του ρόλους, συνάπτει
διαπροσωπικές σχέσεις και δέχεται κρίσιμες επιρροές σχετικά με το πώς θα πρέπει
να αντιλαμβάνεται την κοινωνία και τις σχέσεις του με τους άλλους ανθρώπους.
Φορέας
δευτερογενούς κοινωνικοποίησης
είναι το σχολείο, όπου το παιδί έχει για πρώτη φορά την ευκαιρία να συνάψει
διαπροσωπικές σχέσεις με πλήθος ατόμων που δεν αποτελούν μέλη του άμεσου
οικογενειακού του περιβάλλοντος. Στο πλαίσιο του σχολείου το παιδί δεν έχει την
πρωτοκαθεδρία, όπως συνέβαινε στα στενά όρια της οικογένειάς του, γεγονός που
του δίνει την ευκαιρία να λειτουργήσει για πρώτη φορά ως μέλος μιας ομάδας, να
ακολουθήσει κανόνες, να πειθαρχήσει και να αντιληφθεί την πολυπλοκότητα των
ανθρώπινων συναναστροφών.
Φορείς
τριτογενούς κοινωνικοποίησης
είναι το κράτος, οι παρέες των συνομηλίκων, ο στρατός, η θρησκεία, τα μέσα
μαζικής ενημέρωσης, αλλά και κάθε επιμέρους «ομάδα» στην οποία αποφασίζει να
ενταχθεί το άτομο, όπως είναι ένας αθλητικός σύλλογος ή η ομάδα συνεργατών στον
επαγγελματικό χώρο κ.λπ.
Το άτομο λαμβάνει διαφορετικές επιρροές
από κάθε έναν φορέα τριτογενούς κοινωνικοποίησης, έχοντας ωστόσο ήδη διαμορφώσει
ένα ικανό πλαίσιο κοινωνικών δεξιοτήτων κατά τις προηγούμενες περιόδους
κοινωνικοποίησής του.
Έτσι, το κράτος λειτουργεί για το άτομο
ως ο φορέας νομοθετικής και εκτελεστικής εξουσίας, που του επιτρέπει να αντιλαμβάνεται
πως υπάρχουν συγκεκριμένα και απαράβατα όρια στη δράση και στη συμπεριφορά του.
Στο πλαίσιο της παρέας, αλλά και στις επιμέρους
ομάδες, όπως είναι αυτή των συνεργατών, το άτομο έχει τη δυνατότητα να «πλάσει»
εκείνη την εικόνα του εαυτού του που επιθυμεί να αποτελεί την ξεχωριστή του
ταυτότητα. Εκεί μαθαίνει να διασκεδάζει, να απολαμβάνει το χιούμορ και την
προσωπικότητα των φίλων και γνωστών του. Πρόκειται για χώρους όπου έχει το
ελεύθερο να αναδείξει ποικίλες πτυχές της ατομικότητάς του και να διεκδικήσει
την προσοχή και το ενδιαφέρον των άλλων.
Η θρησκεία λειτουργεί περισσότερο ως
φορέας ηθικών αξιών και διδαγμάτων σεβασμού, αγάπης και κατανόησης, που
βαθαίνουν την ικανότητα του ατόμου να δρα με εκτίμηση για την αξία των άλλων
ανθρώπων.
Τα Μέσα Μαζικής Ενημέρωσης έχουν
αποκτήσει στην εποχή μας μεγάλη δύναμη επιρροής στη διαμόρφωση της προσωπικότητας
και της πνευματικής αγωγής των νέων ανθρώπων, εφόσον η παρουσία τους γίνεται
αισθητή από πολύ νωρίς στη ζωή των ατόμων και τους συνοδεύει έκτοτε συνεχώς. Ζητήματα
πολιτικής, θέματα πολιτισμού, αλλά και πλήθος στερεοτύπων περνούν στη συνείδηση
του ατόμου μέσα από την οπτική των ΜΜΕ, τα οποία αν δεν αντιμετωπιστούν
εγκαίρως με κριτική ματιά από τους νέους, ασκούν εντονότατη επίδραση στο πώς
αντιλαμβάνεται και κατανοεί ο νέος την κοινωνική πραγματικότητα.
0 σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου