Laura Brightwood
Αρχαία ελληνικά: Δεύτερη κλίση ουσιαστικών
ΔΕΥΤΕΡΗ ΚΛΙΣΗ ΤΩΝ ΟΥΣΙΑΣΤΙΚΩΝ
Δευτερόκλιτα ασυναίρετα ουσιαστικά
Κατά τη δεύτερη κλίση κλίνονται ονόματα και των τριών γενών: αρσενικά και θηλυκά που λήγουν σε -ος και ουδέτερα που λήγουν σε -ον.
α) Παραδείγματα αρσενικών
Ενικός αριθμός
ὁ ἄνθρωπος - τοῦ ἀνθρώπου - τῷ ἀνθρώπῳ - τόν ἄνθρωπον - (ὦ) ἄνθρωπε
Πληθυντικός αριθμός
οἱ ἄνθρωποι - τῶν ἀνθρώπων - τοῖς ἀνθρώποις - τούς ἀνθρώπους - (ὦ) ἄνθρωποι
Ενικός αριθμός
ὁ κίνδυνος - τοῦ κινδύνου - τῷ κινδύνῳ - τόν κίνδυνον - (ὦ) κίνδυνε
Πληθυντικός αριθμός
οἱ κίνδυνοι - τῶν κινδύνων - τοῖς κινδύνοις - τούς κινδύνους - (ὦ) κίνδυνοι
Ενικός αριθμός (ὁ στοῖχος = σειρά από ανθρώπους, στρατιώτες, πλοία κτλ., γραμμή σε παράταξη)
ὁ στοῖχος -
τοῦ στοίχου - τῷ στοίχῳ - τόν στοῖχον - (ὦ) στοῖχε
Πληθυντικός αριθμός
οἱ στοῖχοι - τῶν στοίχων - τοῖς στοίχοις - τούς στοίχους - (ὦ) στοῖχοι
Ενικός αριθμός (ὁ λοιμός = μολυσματική αρρώστια, πανούκλα)
ὁ λοιμός - τοῦ λοιμοῦ - τῷ λοιμῷ - τόν λοιμόν - (ὦ) λοιμέ
Πληθυντικός αριθμός
οἱ λοιμοί - τῶν λοιμῶν - τοῖς λοιμοῖς - τούς λοιμούς - (ὦ) λοιμοί
Αρσενικά των οποίων το δίχρονο φωνήεν είναι μακρόχρονο και παίρνει περισπωμένη:
Ενικός αριθμός (ὁ ἆθλος = αγώνας, κατόρθωμα)
ὁ ἆθλος -
τοῦ ἄθλου - τῷ ἄθλῳ - τόν ἆθλον - (ὦ) ἆθλε
Πληθυντικός αριθμός
οἱ ἆθλοι - τῶν ἄθλων - τοῖς ἄθλοις - τούς ἄθλους - (ὦ) ἆθλοι
Ενικός αριθμός (ὁ θρῦλος = θόρυβος, κραυγή, βοή)
ὁ θρῦλος -
τοῦ θρύλου
- τῷ θρύλῳ -
τόν θρῦλον -
(ὦ) θρῦλε
Πληθυντικός αριθμός
οἱ θρῦλοι - τῶν θρύλων - τοῖς θρύλοις - τούς θρύλους - (ὦ) θρῦλοι
Ενικός αριθμός
ὁ γρῖφος - τοῦ γρίφου - τῷ γρίφῳ - τόν γρῖφον - (ὦ) γρῖφε
Πληθυντικός αριθμός
οἱ γρῖφοι - τῶν γρίφων - τοῖς γρίφοις - τούς γρίφους - (ὦ) γρῖφοι
Ενικός αριθμός
ὁ μῦθος - τοῦ μύθου - τῷ μύθῳ - τόν μῦθον - (ὦ) μῦθε
Πληθυντικός αριθμός
οἱ μῦθοι - τῶν μύθων - τοῖς μύθοις - τούς μύθους - (ὦ) μῦθοι
Ενικός αριθμός
ὁ Κῦρος - τοῦ Κύρου - τῷ Κύρῳ - τόν Κῦρον - (ὦ) Κῦρε
Ενικός αριθμός
ὁ νᾶνος - τοῦ νάνου - τῷ νάνῳ - τόν νᾶνον - (ὦ) νᾶνε
Πληθυντικός αριθμός
οἱ νᾶνοι - τῶν νάνων - τοῖς νάνοις - τούς νάνους - (ὦ) νᾶνοι
Ενικός αριθμός (ὁ πῖλος: κάλυμμα του κεφαλιού)
ὁ πῖλος -
τοῦ πίλου - τῷ πίλῳ - τόν πῖλον - (ὦ) πῖλε
Πληθυντικός αριθμός
οἱ πῖλοι - τῶν πίλων - τοῖς πίλοις - τούς πίλους - (ὦ) πῖλοι
Ενικός αριθμός [ὁ σῖτος: Ανώμαλο κατά το γένος: πληθ: τά σῖτα]
ὁ σῖτος -
τοῦ σίτου - τῷ σίτῳ - τόν σῖτον - (ὦ) σῖτε
Πληθυντικός αριθμός
τά σῖτα - τῶν σίτων - τοῖς σίτοις - τά σῖτα - (ὦ) σῖτα
Ενικός αριθμός (ὁ σκῦρος: κομμάτι από πέτρα, που ξεπετιέται κατά τη λάξευση)
ὁ σκῦρος - τοῦ σκύρου - τῷ σκύρῳ - τόν σκῦρον - (ὦ) σκῦρε
Πληθυντικός αριθμός
οἱ σκῦροι - τῶν σκύρων - τοῖς σκύροις - τούς σκύρους - (ὦ) σκῦροι
Ενικός αριθμός (ὁ στῦλος: κολόνα (κυρίως για στήριξη) αλλιώς: κίων· ενώ ἡ στήλη = επιτύμβια πλάκα, πέτρα που χρησιμεύει για ορόσημο, πλάκα με επιγραφή κτλ.
ὁ στῦλος -
τοῦ στύλου - τῷ στύλῳ - τόν στῦλον - (ὦ) στῦλε
Πληθυντικός αριθμός
οἱ στῦλοι - τῶν στύλων - τοῖς στύλοις - τούς στύλους - (ὦ) στῦλοι
Ενικός αριθμός (ὁ σχῖνος: μαστιχόδεντρο)
ὁ σχῖνος -
τοῦ σχίνου - τῷ σχίνῳ - τόν σχῖνον - (ὦ) σχῖνε
Πληθυντικός αριθμός
οἱ σχῖνοι - τῶν σχίνων - τοῖς σχίνοις - τούς σχίνους - (ὦ) σχῖνοι
Ενικός αριθμός
ὁ τῦφος - τοῦ τύφου - τῷ τύφῳ - τόν τῦφον - (ὦ) τῦφε
Πληθυντικός αριθμός
οἱ τῦφοι - τῶν τύφων - τοῖς τύφοις - τούς τύφους - (ὦ) τῦφοι
Ενικός αριθμός (ὁ ὗβος = το κύρτωμα που σχηματίζει η ράχη της καμήλας)
ὁ ὗβος -
τοῦ ὕβου - τῷ ὕβῳ - τόν ὗβον - (ὦ) ὗβε
Πληθυντικός αριθμός
οἱ ὗβοι - τῶν ὕβων - τοῖς ὕβοις - τούς ὕβους - (ὦ) ὗβοι
Ενικός αριθμός (ὁ Χῖος: κάτοικος της Χίου (ενώ ἡ Χίος, το νησί))
ὁ Χῖος - τοῦ Χίου - τῷ Χίῳ - τόν Χῖον - (ὦ) Χῖε
Πληθυντικός αριθμός
οἱ Χῖοι - τῶν Χίων - τοῖς Χίοις - τούς Χίους - (ὦ) Χῖοι
Αρσενικά των οποίων το δίχρονο φωνήεν είναι βραχύχρονο και παίρνει οξεία:
Ενικός αριθμός (ὁ σκύμνος = νεογνό ζώου, ιδίως του λιονταριού)
ὁ σκύμνος -
τοῦ σκύμνου
- τῷ σκύμνῳ -
τόν σκύμνον - (ὦ)
σκύμνε
Πληθυντικός αριθμός
οἱ σκύμνοι - τῶν σκύμνων - τοῖς σκύμνοις - τούς σκύμνους - (ὦ) σκύμνοι
Ενικός αριθμός (ὁ μύδρος = πυρακτωμένο σίδερο)
ὁ μύδρος - τοῦ μύδρου - τῷ μύδρῳ - τόν μύδρον - (ὦ) μύδρε
Πληθυντικός αριθμός
οἱ μύδροι - τῶν μύδρων - τοῖς μύδροις - τούς μύδρους - (ὦ) μύδροι
Ενικός αριθμός
ὁ βίος - τοῦ βίου - τῷ βίῳ - τόν βίον - (ὦ) βίε
Πληθυντικός αριθμός
οἱ βίοι - τῶν βίων - τοῖς βίοις - τούς βίους - (ὦ) βίοι
Ενικός αριθμός (ὁ στάμνος = στάμνα)
ὁ στάμνος -
τοῦ στάμνου
- τῷ στάμνῳ -
τόν στάμνον - (ὦ)
στάμνε
Πληθυντικός αριθμός
οἱ στάμνοι - τῶν στάμνων - τοῖς στάμνοις - τούς στάμνους - (ὦ) στάμνοι
Ενικός αριθμός
ὁ ἀγρός - τοῦ ἀγροῦ - τῷ ἀγρῷ - τόν ἀγρόν - (ὦ) ἀγρέ
Πληθυντικός αριθμός
οἱ ἀγροί - τῶν ἀγρῶν - τοῖς ἀγροῖς - τούς ἀγρούς - (ὦ) ἀγροί
Ενικός αριθμός
ὁ θυμός - τοῦ θυμοῦ - τῷ θυμῷ - τόν θυμόν - (ὦ) θυμέ
Πληθυντικός αριθμός
οἱ θυμοί - τῶν θυμῶν - τοῖς θυμοῖς - τούς θυμούς - (ὦ) θυμοί
Ενικός αριθμός (ὁ λιμός = πείνα, σιτοδεία)
ὁ λιμός - τοῦ λιμοῦ - τῷ λιμῷ - τόν λιμόν - (ὦ) λιμέ
Πληθυντικός αριθμός
οἱ λιμοί - τῶν λιμῶν - τοῖς λιμοῖς - τούς λιμούς - (ὦ) λιμοί
Ενικός αριθμός
ὁ καρκίνος - τοῦ καρκίνου - τῷ καρκίνῳ - τόν καρκίνον - (ὦ) καρκίνε
Πληθυντικός αριθμός
οἱ καρκίνοι - τῶν καρκίνων - τοῖς καρκίνοις - τούς καρκίνους - (ὦ) καρκίνοι
Ενικός αριθμός
ὁ κρίκος -
τοῦ κρίκου
- τῷ κρίκῳ -
τόν κρίκον - (ὦ) κρίκε
Πληθυντικός αριθμός
οἱ κρίκοι - τῶν κρίκων - τοῖς κρίκοις - τούς κρίκους - (ὦ) κρίκοι
Ενικός αριθμός
ὁ κύκλος - τοῦ κύκλου - τῷ κύκλῳ - τόν κύκλον - (ὦ) κύκλε
Πληθυντικός αριθμός
οἱ κύκλοι - τῶν κύκλων - τοῖς κύκλοις - τούς κύκλους - (ὦ) κύκλοι
Ενικός αριθμός (ὁ λίθος = αρσ. και θηλ.)
ὁ λίθος - τοῦ λίθου - τῷ λίθῳ - τόν λίθον - (ὦ) λίθε
Πληθυντικός αριθμός
οἱ λίθοι - τῶν λίθων - τοῖς λίθοις - τούς λίθους - (ὦ) λίθοι
Ενικός αριθμός
ὁ λύκος - τοῦ λύκου - τῷ λύκῳ - τόν λύκον - (ὦ) λύκε
Πληθυντικός αριθμός
οἱ λύκοι - τῶν λύκων - τοῖς λύκοις - τούς λύκους - (ὦ) λύκοι
Ενικός αριθμός
ὁ μάγος - τοῦ μάγου - τῷ μάγῳ - τόν μάγον - (ὦ) μάγε
Πληθυντικός αριθμός
οἱ μάγοι - τῶν μάγων - τοῖς μάγοις - τούς μάγους - (ὦ) μάγοι
Ενικός αριθμός
ὁ πάππος - τοῦ πάππου - τῷ πάππῳ - τόν πάππον - (ὦ) πάππε
Πληθυντικός αριθμός
οἱ πάπποι - τῶν πάππων - τοῖς πάπποις - τούς πάππους - (ὦ) πάπποι
β) Παραδείγματα θηλυκών
Ενικός αριθμός
ἡ νῆσος - τῆς νήσου - τῇ νήσῳ - τήν νῆσον - (ὦ) νῆσε
Πληθυντικός αριθμός
αἱ νῆσοι - τῶν νήσων - ταῖς νήσοις - τάς νήσους - (ὦ) νῆσοι
Ενικός αριθμός
ἡ ὁδός - τῆς ὁδοῦ - τῇ ὁδῷ - τήν ὁδόν - (ὦ) ὁδέ
Πληθυντικός αριθμός
αἱ ὁδοί - τῶν ὁδῶν - ταῖς ὁδοῖς - τάς ὁδούς - (ὦ) ὁδοί
Ενικός αριθμός
ἡ κάμηλος - τῆς καμήλου - τῇ καμήλῳ - τήν κάμηλον - (ὦ) κάμηλε
Πληθυντικός αριθμός
αἱ κάμηλοι - τῶν καμήλων - ταῖς καμήλοις - τάς καμήλους - (ὦ) κάμηλοι
Θηλυκά των οποίων το δίχρονο είναι μακρόχρονο και παίρνει περισπωμένη:
Ενικός αριθμός (ἡ πρῖνος = (αρσ. και θηλ.) βαλανιδιά, πουρνάρι)
ἡ πρῖνος -
τῆς πρίνου - τῇ πρίνῳ - τήν πρῖνον - (ὦ) πρῖνε
Πληθυντικός αριθμός
αἱ πρῖνοι - τῶν πρίνων - ταῖς πρίνοις - τάς πρίνους - (ὦ) πρῖνοι
Ενικός αριθμός (ἡ Σῦρος= το νησί)
ἡ Σῦρος -
τῆς Σύρου - τῇ Σύρῳ - τήν Σῦρον - (ὦ) Σῦρε
Θηλυκά των οποίων το δίχρονο είναι βραχύχρονο και παίρνει οξεία:
Ενικός αριθμός
ἡ πλίνθος - τῆς πλίνθου - τῇ πλίνθῳ - τήν πλίνθον - (ὦ) πλίνθε
Πληθυντικός αριθμός
αἱ πλίνθοι - τῶν πλίνθων - ταῖς πλίνθοις - τάς πλίνθους - (ὦ) πλίνθοι
Ενικός αριθμός
ἡ Κύθνος - τῆς Κύθνου - τῇ Κύθνῳ - τήν Κύθνον - (ὦ) Κύθνε
Ενικός αριθμός (ἡ μύρτος = μυρσίνη, μυρτιά (ενώ τὸ μύρτον, ο καρπός της))
ἡ μύρτος - τῆς μύρτου - τῇ μύρτῳ - τήν μύρτον - (ὦ) μύρτε
Πληθυντικός αριθμός
αἱ μύρτοι - τῶν μύρτων - ταῖς μύρτοις - τάς μύρτους - (ὦ) μύρτοι
Ενικός αριθμός
ἡ Νάξος - τῆς Νάξου - τῇ Νάξῳ - τήν Νάξον - (ὦ) Νάξε
Ενικός αριθμός
ἡ Κάσος - τῆς Κάσου - τῇ Κάσῳ - τήν Κάσον - (ὦ) Κάσε
Ενικός αριθμός (ἡ ἄρκτος = αρκούδα)
ἡ ἄρκτος -
τῆς ἄρκτου - τῇ ἄρκτῳ - τήν ἄρκτον - (ὦ) ἄρκτε
Πληθυντικός αριθμός
αἱ ἄρκτοι - τῶν ἄρκτων - ταῖς ἄρκτοις - τάς ἄρκτους - (ὦ) ἄρκτοι
Ενικός αριθμός
ἡ ἄμμος - τῆς ἄμμου - τῇ ἄμμῳ - τήν ἄμμον - (ὦ) ἄμμε
Πληθυντικός αριθμός
αἱ ἄμμοι - τῶν ἄμμων - ταῖς ἄμμοις - τάς ἄμμους - (ὦ) ἄμμοι
Ενικός αριθμός
ἡ Κύπρος - τῆς Κύπρου - τῇ Κύπρῳ - τήν Κύπρον - (ὦ) Κύπρε
Ενικός αριθμός
ἡ τάφρος - τῆς τάφρου - τῇ τάφρῳ - τήν τάφρον - (ὦ) τάφρε
Πληθυντικός αριθμός
αἱ τάφροι - τῶν τάφρων - ταῖς τάφροις - τάς τάφρους - (ὦ) τάφροι
Ενικός αριθμός
ἡ Χίος - τῆς Χίου - τῇ Χίῳ - τήν Χίον - (ὦ) Χίε
γ) Παραδείγματα ουδετέρων
Ενικός αριθμός
τό μυστήριον - τοῦ μυστηρίου - τῷ μυστηρίῳ - τό μυστήριον - (ὦ) μυστήριον
Πληθυντικός αριθμός
τά μυστήρια - τῶν μυστηρίων - τοῖς μυστηρίοις - τά μυστήρια - (ὦ) μυστήρια
Ενικός αριθμός
τό δῶρον - τοῦ δώρου - τῷ δώρῳ - τό δῶρον - (ὦ) δῶρον
Πληθυντικός αριθμός
τά δῶρα - τῶν δώρων - τοῖς δώροις - τά δῶρα - (ὦ) δῶρα
Ενικός αριθμός (τό ᾠόν = το αυγό)
τό ᾠόν -
τοῦ ᾠοῦ - τῷ ᾠῷ - τό ᾠόν - (ὦ) ᾠόν
Πληθυντικός αριθμός
τά ᾠά - τῶν ᾠῶν - τοῖς ᾠοῖς - τά ᾠά - (ὦ) ᾠά
Ουδέτερα των οποίων το δίχρονο είναι μακρόχρονο και παίρνει περισπωμένη:
Ενικός αριθμός (τό ἆθλον = έπαθλο, βραβείον)
τό ἆθλον -
τοῦ ἄθλου - τῷ ἄθλῳ - τό ἆθλον - (ὦ) ἆθλον
Πληθυντικός αριθμός
τά ἆθλα - τῶν ἄθλων - τοῖς ἄθλοις - τά ἆθλα - (ὦ) ἆθλα
Ενικός αριθμός
τό σῦκον - τοῦ σύκου - τῷ σύκῳ - τό σῦκον - (ὦ) σῦκον
Πληθυντικός αριθμός
τά σῦκα - τῶν σύκων - τοῖς σύκοις - τά σῦκα - (ὦ) σῦκα
Ενικός αριθμός (τό φῦλον = γένος, φυλή)
τό φῦλον -
τοῦ φύλου - τῷ φύλῳ - τό φῦλον - (ὦ) φῦλον
Πληθυντικός αριθμός
τά φῦλα - τῶν φύλων - τοῖς φύλοις - τά φῦλα - (ὦ) φῦλα
Ουδέτερα των οποίων το δίχρονο είναι βραχύχρονο και παίρνει οξεία:
Ενικός αριθμός (τό ἄντρον = σπηλιά)
τό ἄντρον -
τοῦ ἄντρου - τῷ ἄντρῳ - τό ἄντρον - (ὦ) ἄντρον
Πληθυντικός αριθμός
τά ἄντρα - τῶν ἄντρων - τοῖς ἄντροις - τά ἄντρα - (ὦ) ἄντρα
Ενικός αριθμός (τό λύτρον = το χρήμα που δίνεται για την απολύτρωση κάποιου, αμοιβή, ανταμοιβή)
τό λύτρον - τοῦ λύτρου - τῷ λύτρῳ - τό λύτρον - (ὦ) λύτρον
Πληθυντικός αριθμός
τά λύτρα - τῶν λύτρων - τοῖς λύτροις - τά λύτρα - (ὦ) λύτρα
Ενικός αριθμός (τό λίκνον = κούνια)
τό
λίκνον - τοῦ λίκνου
- τῷ λίκνῳ -
τό λίκνον - (ὦ)
λίκνον
Πληθυντικός αριθμός
τά λίκνα - τῶν λίκνων - τοῖς λίκνοις - τά λίκνα - (ὦ) λίκνα
Ενικός αριθμός
τό κρίνον - τοῦ κρίνου - τῷ κρίνῳ - τό κρίνον - (ὦ) κρίνον
Πληθυντικός αριθμός
τά κρίνα - τῶν κρίνων - τοῖς κρίνοις - τά κρίνα - (ὦ) κρίνα
Ενικός αριθμός
τό ἄστρον - τοῦ ἄστρου - τῷ ἄστρῳ - τό ἄστρον - (ὦ) ἄστρον
Πληθυντικός αριθμός
τά ἄστρα - τῶν ἄστρων - τοῖς ἄστροις - τά ἄστρα - (ὦ) ἄστρα
Ενικός αριθμός (τό πίσον = μπιζέλι)
τό πίσον -
τοῦ πίσου - τῷ πίσῳ - τό πίσον - (ὦ) πίσον
Πληθυντικός αριθμός
τά πίσα - τῶν πίσων - τοῖς πίσοις - τά πίσσα - (ὦ) πίσσα
Ενικός αριθμός (τό ἴον = βιολέτα, μενεξές)
τό ἴον -
τοῦ ἴου - τῷ ἴῳ - τό ἴον - (ὦ) ἴον
Πληθυντικός αριθμός
τά ἴα - τῶν ἴων - τοῖς ἴοις - τά ἴα - (ὦ) ἴα
Ενικός αριθμός
τό ξύλον - τοῦ ξύλου - τῷ ξύλῳ - τό ξύλον - (ὦ) ξύλον
Πληθυντικός αριθμός
τά ξύλα - τῶν ξύλων - τοῖς ξύλοις - τά ξύλα - (ὦ) ξύλα
Ενικός αριθμός (τό μύρτον = ο καρπός της μυρτιάς)
τό μύρτον - τοῦ μύρτου - τῷ μύρτῳ - τό μύρτον - (ὦ) μύρτον
Πληθυντικός αριθμός
τά μύρτα - τῶν μύρτων - τοῖς μύρτοις - τά μύρτα - (ὦ) μύρτα
Ενικός αριθμός
τό φύλλον - τοῦ φύλλου - τῷ φύλλῳ - τό φύλλον - (ὦ) φύλλον
Πληθυντικός αριθμός
τά φύλλα - τῶν φύλλων - τοῖς φύλλοις - τά φύλλα - (ὦ) φύλλα
Ενικός αριθμός
τό φυτόν - τοῦ φυτοῦ - τῷ φυτῷ - τό φυτόν - (ὦ) φυτόν
Πληθυντικός αριθμός
τά φυτά - τῶν φυτῶν - τοῖς φυτοῖς - τά φυτά - (ὦ) φυτά
Ενικός αριθμός (τό πτύον = φτυάρι)
τό πτύον - τοῦ πτύου - τῷ πτύῳ - τό πτύον - (ὦ) πτύον
Πληθυντικός αριθμός
τά πτύα - τῶν πτύων - τοῖς πτύοις - τά πτύα - (ὦ) πτύα
Ενικός αριθμός
τό βάθρον - τοῦ βάθρου - τῷ βάθρῳ - τό βάθρον - (ὦ) βάθρον
Πληθυντικός αριθμός
τά βάθρα - τῶν βάθρων - τοῖς βάθροις - τά βάθρα - (ὦ) βάθρα
Ενικός αριθμός
τό πράσον - τοῦ πράσου - τῷ πράσῳ - τό πράσον - (ὦ) πράσον
Πληθυντικός αριθμός
τά πράσα - τῶν πράσων - τοῖς πράσοις - τά πράσα - (ὦ) πράσα
Ενικός αριθμός
τό μύρον - τοῦ μύρου - τῷ μύρῳ - τό μύρον - (ὦ) μύρον
Πληθυντικός αριθμός
τά μύρα - τῶν μύρων - τοῖς μύροις - τά μύρα - (ὦ) μύρα
Ενικός αριθμός (τό λίνον = λινάρι)
τό λίνον - τοῦ λίνου - τῷ λίνῳ - τό λίνον - (ὦ) λίνον
Πληθυντικός αριθμός
τά λίνα - τῶν λίνων - τοῖς λίνοις - τά λίνα - (ὦ) λίνα
Παρατηρήσεις
Από τα ουσιαστικά της β΄ κλίσης:
1) Τα αρσενικά και τα θηλυκά έχουν σε όλες τις πτώσεις τις ίδιες καταλήξεις (και τα ξεχωρίζουμε μόνο από το άρθρο).
2) Τα ουδέτερα διαφέρουν από τα αρσενικά και τα θηλυκά στην ονομ. και κλητ. του ενικού (όπου έχουν κατάλ. -ον) και στην ονομ., αιτιατ. και κλητ. του πληθ. (όπου έχουν κατάλ. -ᾰ).
α) Τα ουδέτερα των πτωτικών (σε όλες τις κλίσεις) σχηματίζουν στον ενικό και στον πληθ. τρεις πτώσεις όμοιες: την ονομαστική, την αιτιατική και την κλητική.
β) Η κατάληξη α των ουδετέρων όλων γενικά των πτωτικών είναι βραχύχρονη: τὰ μῆλᾰ, τὸ σῶμᾰ, τὰ σώματᾰ, τὰ γενναῖᾰ, ἐκεῖνᾰ, τὰ τιμῶντᾰ.
Δευτερόκλιτα συνηρημένα ουσιαστικά
Τα περισσότερα ουσιαστικά της β΄ κλίσης που πριν από το χαρακτήρα ο έχουν άλλο ο ή ε συναιρούνται σε όλες τις πτώσεις. Τα ουσιαστικά αυτά λέγονται δευτερόκλιτα συνηρημένα ουσιαστικά.
Ενικός αριθμός (θ. ἐκπλοο- = ἐκπλου-) (ο απόπλους, η αναχώρηση από το λιμάνι)
ὁ ἔκπλους - τοῦ ἔκπλου - τῷ ἔκπλῳ - τόν ἔκπλουν - (ὦ) ἔκπλου
Πληθυντικός αριθμός
οἱ ἔκπλοι - τῶν ἔκπλων - τοῖς ἔκπλοις - τούς ἔκπλους - (ὦ) ἔκπλοι
Ενικός αριθμός
ὁ ἀπόπλους - τοῦ ἀπόπλου - τῷ ἀπόπλῳ - τόν ἀπόπλουν - (ὦ) ἀπόπλου
Πληθυντικός αριθμός
οἱ ἀπόπλοι - τῶν ἀπόπλων - τοῖς ἀπόπλοις - τούς ἀπόπλους - (ὦ) ἀπόπλοι
Ενικός αριθμός (ὁ κατάπλους = η πλεύση από την ανοιχτή θάλασσα προς τα παράλια, η προσόρμιση, η άφιξη πλοίου στο λιμάνι προορισμού του, ο πλους κατά το ρεύμα του ποταμού, προς τα κάτω, προς τις εκβολές του)
ὁ κατάπλους - τοῦ κατάπλου - τῷ κατάπλῳ - τόν κατάπλουν - (ὦ) κατάπλου
Πληθυντικός αριθμός
οἱ κατάπλοι - τῶν κατάπλων - τοῖς κατάπλοις - τούς κατάπλους - (ὦ) κατάπλοι
Ενικός αριθμός (ὁ ἔκρους = η εκροή)
ὁ ἔκρους -
τοῦ ἔκρου - τῷ ἔκρῳ - τόν ἔκρουν - (ὦ) ἔκρου
Πληθυντικός αριθμός
οἱ ἔκροι - τῶν ἔκρων - τοῖς ἔκροις - τούς ἔκρους - (ὦ) ἔκροι
Ενικός αριθμός (ὁ χειμάρρους = ο χείμαρρος)
ὁ χειμάρρους - τοῦ χειμάρρου - τῷ χειμάρρῳ - τόν χειμάρρουν - (ὦ) χειμάρρου
Πληθυντικός αριθμός
οἱ χειμάρροι - τῶν χειμάρρων - τοῖς χειμάρροις - τούς χειμάρρους - (ὦ) χειμάρροι
Ενικός αριθμός
ὁ Πειρίθους - τοῦ Πειρίθου - τῷ Πειρίθῳ - τόν Πειρίθουν - (ὦ) Πειρίθου
Ενικός αριθμός (θ. πλοο- = πλου-)
ὁ πλοῦς -
τοῦ πλοῦ - τῷ πλῷ - τόν πλοῦν - (ὦ) πλοῦ
Πληθυντικός αριθμός
οἱ πλοῖ - τῶν πλῶν - τοῖς πλοῖς - τούς πλοῦς - (ὦ) πλοῖ
Ενικός αριθμός (ὁ θροῦς = ο θόρυβος)
ὁ θροῦς -
τοῦ θροῦ - τῷ θρῷ - τόν θροῦν - (ὦ) θροῦ
Πληθυντικός αριθμός
οἱ θροῖ - τῶν θρῶν - τοῖς θροῖς - τούς θροῦς - (ὦ) θροῖ
Ενικός αριθμός
ὁ νοῦς - τοῦ νοῦ - τῷ νῷ - τόν νοῦν - (ὦ) νοῦ
Πληθυντικός αριθμός
οἱ νοῖ - τῶν νῶν - τοῖς νοῖς - τούς νοῦς - (ὦ) νοῖ
Ενικός αριθμός (ὁ πνοῦς = πνοή)
ὁ πνοῦς -
τοῦ πνοῦ - τῷ πνῷ - τόν πνοῦν - (ὦ) πνοῦ
Πληθυντικός αριθμός
οἱ πνοῖ - τῶν πνῶν - τοῖς πνοῖς - τούς πνοῦς - (ὦ) πνοῖ
Ενικός αριθμός (ὁ ῥοῦς = ρεύμα)
ὁ ῥοῦς -
τοῦ ῥοῦ - τῷ ῥῷ - τόν ῥοῦν - (ὦ) ῥοῦ
Πληθυντικός αριθμός
οἱ ῥοῖ - τῶν ῥῶν - τοῖς ῥοῖς - τούς ῥοῦς - (ὦ) ῥοῖ
Ενικός αριθμός (ὁ χοῦς = χώμα)
ὁ χοῦς -
τοῦ χοῦ - τῷ χῷ - τόν χοῦν - (ὦ) χοῦ
Πληθυντικός αριθμός
οἱ χοῖ - τῶν χῶν - τοῖς χοῖς - τούς χοῦς - (ὦ) χοῖ
Ενικός αριθμός (ὁ ἀδελφιδοῦς = ανιψιός)
ὁ ἀδελφιδοῦς -
τοῦ ἀδελφιδοῦ - τῷ ἀδελφιδῷ - τόν ἀδελφιδοῦν - (ὦ) ἀδελφιδοῦ
Πληθυντικός αριθμός
οἱ ἀδελφιδοῖ - τῶν ἀδελφιδῶν - τοῖς ἀδελφιδοῖς - τούς ἀδελφιδοῦς - (ὦ) ἀδελφιδοῖ
Ενικός αριθμός
τό ὀστοῦν - τοῦ ὀστοῦ - τῷ ὀστῷ - τό ὀστοῦν - (ὦ) ὀστοῦν
Πληθυντικός αριθμός
τά ὀστᾶ - τῶν ὀστῶν - τοῖς ὀστοῖς - τά ὀστᾶ - (ὦ) ὀστᾶ
Ενικός αριθμός (τό κανοῦν = το κάνιστρο, το πλατύ και αβαθές πανέρι από καλάμι)
τό κανοῦν -
τοῦ κανοῦ - τῷ κανῷ - τό κανοῦν - (ὦ) κανοῦν
Πληθυντικός αριθμός
τά κανᾶ - τῶν κανῶν - τοῖς κανοῖς - τά κανᾶ - (ὦ) κανᾶ
Κατά το ἔκπλους κλίνονται: ὁ ἀπόπλους, περίπλους, κατάπλους, ἔκρους (= εκροή), χειμάρρους (= χείμαρρος), τα κύρια ονόματα Πειρίθους, Πάνθους κτλ., καθώς και το θηλ. ἡ πρόχους (= υδρία, λαγήνι). Κατά το πλοῦς κλίνονται: ὁ θροῦς (= θόρυβος), νοῦς, πνοῦς (= πνοή), ῥοῦς (= ρεύμα), χνοῦς (= χνούδι), χοῦς (= χώμα) κτλ., καθώς και τα σε (-εος) -ους συγγενικά (ἀδελφιδέος) ἀδελφιδοῦς (= ανεψιός), (ἀνεψιαδέος) ἀνεψιαδοῦς (= γιος του πρώτου εξαδέρφου ή της πρώτης εξαδέρφης), (θυγατριδέος) θυγατριδοῦς (= γιος της θυγατέρας) κτλ. - Κατά το ὀστοῦν κλίνεται το (κάνεον) κανοῦν (= κάνιστρο).
Παρατηρήσεις
1) Τα φωνήεντα ο και ε των συνηρημένων δευτεροκλίτων, όταν ακολουθεί αμέσως ύστερ’ από αυτά ο χαρακτήρας ο, συναιρούνται με αυτόν σε ου (πλόος - πλοῦς, ὀστέον - ὀστοῦν), αλλιώς χάνονται κατά τη συναίρεση εμπρός από τις καταλήξεις (πλόου - πλοῦ, πλόῳ - πλῷ, πλόοι - πλοῖ κτλ., ὀστέου - ὀστοῦ, ὀστέα - ὀστᾶ κτλ.). Έτσι οι συνηρημένες καταλήξεις των ουσιαστικών αυτών διαφέρουν από τις καταλήξεις των ασυναίρετων ουσιαστικών της β΄ κλίσης μόνο στην ονομαστική, αιτιατική και κλητική του ενικού.
2) Όλες οι πτώσεις των συνηρημένων της β΄ κλίσης τονίζονται στην ίδια συλλαβή, στην οποία τονίζεται η ονομαστική του ενικού: τὸ ὀστοῦν, τοῦ ὀστοῦ, τῷ ὀστῷ, τὰ ὀστᾶ, τῶν ὀστῶν κτλ.· το ίδιο συμβαίνει αντίθετα με τον κανόνα και στα σύνθετα που πριν από τη συναίρεση ήταν στην ονομ. του ενικού προπαροξύτονα: ὁ ἔκπλοος - ἔκπλους, τοῦ ἐκπλόου - ἔκπλου (αντί τοῦ ἐκπλοῦ), τῶν ἐκπλόων - ἔκπλων (αντί ἐκπλῶν) κτλ.
Σημείωση. Στα συνηρημένα ουδέτερα της β΄ κλίσης το φωνήεν ε μαζί με το ακόλουθο βραχύ α της κατάληξης συναιρείται σε μακρόχρονο α: ὀστεα - ὀστᾶ.
Αττική δεύτερη κλίση
Μερικά ουσιαστικά της β΄ κλίσης λήγουν όχι σε -ος και -ον, αλλά σε -ως και -ων. Τα ουσιαστικά αυτά που συνηθίζονταν κυρίως στην αττική διάλεκτο λέγονται αττικόκλιτα, και η κλίση τους λέγεται αττική δεύτερη κλίση.
Ενικός αριθμός (ὁ πρόνεως = πρόναος)
ὁ πρόνεως - τοῦ πρόνεω - τῷ πρόνεῳ - τόν πρόνεων - (ὦ) πρόνεως
Πληθυντικός αριθμός
οἱ πρόνεῳ - τῶν πρόνεων - τοῖς πρόνεῳς - τούς πρόνεως - (ὦ) πρόνεῳ
Ενικός αριθμός
ὁ Τυνδάρεως - τοῦ Τυνδάρεω - τῷ Τυνδάρεῳ - τόν Τυνδάρεων - (ὦ) Τυνδάρεως
Ενικός αριθμός
ὁ Δεξίλεως - τοῦ Δεξίλεω - τῷ Δεξίλεῳ - τόν Δεξίλεων - (ὦ) Δεξίλεως
Ενικός αριθμός (ὁ λεώς = λαός)
ὁ λεώς - τοῦ λεώ - τῷ λεῴ - τόν λεών - (ὦ) λεώς
Πληθυντικός αριθμός
οἱ λεῴ - τῶν λεών - τοῖς λεῴς - τούς λεώς - (ὦ) λεῴ
Ενικός αριθμός (ὁ νεώς = ναός)
ὁ νεώς - τοῦ νεώ - τῷ νεῴ - τόν νεών - (ὦ) νεώς
Πληθυντικός αριθμός
οἱ νεῴ - τῶν νεών - τοῖς νεῴς - τούς νεώς - (ὦ) νεῴ
Ενικός αριθμός
ὁ λαγώς - τοῦ λαγώ - τῷ λαγῴ - τόν λαγών - (ὦ) λαγώς
ὁ λαγῶς - τοῦ λαγῶ - τῷ λαγῷ - τόν λαγῶν - (ὦ) λαγῶς
Πληθυντικός αριθμός
οἱ λαγῴ - τῶν λαγών - τοῖς λαγῴς - τούς λαγώς - (ὦ) λαγῴ
οἱ λαγῷ - τῶν λαγῶν - τοῖς λαγῷς - τούς λαγῶς - (ὦ) λαγῷ
Ενικός αριθμός (ὁ ταῶς = το παγώνι)
ὁ ταῶς -
τοῦ ταῶ - τῷ ταῷ - τόν ταῶν - (ὦ) ταῶς
Πληθυντικός αριθμός
οἱ ταῷ - τῶν ταῶν - τοῖς ταῷς - τούς ταῶς - (ὦ) ταῷ
Ενικός αριθμός
ἡ Κῶς - τῆς Κῶ - τῇ Κῷ - τήν Κῶ - (ὦ) Κῶς
Ενικός αριθμός (ἡ ἅλως = το αλώνι)
ἡ ἅλως -
τῆς ἅλω - τῇ ἅλῳ - τήν ἅλω - (ὦ) ἅλως
Πληθυντικός αριθμός
αἱ ἅλῳ - τῶν ἅλων - ταῖς ἅλῳς - τάς ἅλως - (ὦ) ἅλῳ
Ενικός αριθμός (ὁ κάλως = χοντρό σκοινί)
ὁ κάλως - τοῦ κάλω - τῷ κάλῳ - τόν κάλων - (ὦ) κάλως
Πληθυντικός αριθμός
οἱ κάλῳ - τῶν κάλων - τοῖς κάλῳς - τούς κάλως - (ὦ) κάλῳ
Ενικός αριθμός (ἡ ἕως = αυγή)
ἡ ἕως -
τῆς ἕω - τῇ ἕῳ - τήν ἕω - (ὦ) ἕως
Πληθυντικός αριθμός
αἱ ἕῳ - τῶν ἕων - ταῖς ἕῳς - τάς ἕως - (ὦ) ἕῳ
Ενικός αριθμός
ὁ Ἄθως - τοῦ Ἄθω - τῷ Ἄθῳ - τόν Ἄθω - (ὦ) Ἄθως
Ενικός αριθμός
τό ἀνώγεων - τοῦ ἀνώγεω - τῷ ἀνώγεῳ - τό ἀνώγεων - (ὦ) ἀνώγεων
Πληθυντικός αριθμός
τά ἀνώγεω - τῶν ἀνώγεων - τοῖς ἀνώγεῳς - τά ἀνώγεω - (ὦ) ἀνώγεω
Κατά το ὁ πρόνεως (= πρόναος) κλίνονται τα κύρια ονόματα Ἀνδρόγεως, Βριάρεως, Δεξίλεως, Μενέλεως, Τυνδάρεως κ.ά. Κατά το ὁ λεώς (= λαός) κλίνονται: ὁ νεὼς (= ναός), ὁ λαγὼς και λαγῶς, ὁ ταῶς (= παγόνι), ἡ Κῶς κ.ά.
Κατά το ἡ ἅλως (= το αλώνι) κλίνονται: ὁ κάλως (= χοντρό σκοινί), ἡ ἕως (= αυγή), ὁ Ἄθως, ἡ Κέως, ἡ Τέως, ὁ Μίνως κ.ά. Κατά το ουδέτ. ἀνώγεων κλίνονται μόνον ουδέτερα επίθετα.
Παρατηρήσεις
Τα αττικόκλιτα ουσιαστικά:
1) φυλάγουν στις καταλήξεις όλων των πτώσεων το ω της ονομαστικής και παίρνουν υπογεγραμμένο ι όπου στις αντίστοιχες καταλήξεις της κοινής δεύτερης κλίσης υπάρχει ι (υπογεγραμμένο ή προσγεγραμμένο): τῷ λεῴ, oἱ λεῴ, τοῖς λεῴς, τοῖν λεῴν (κατά τα κοινά τῷ λαῷ, oἱ λαοί, τοῖς λαοῖς, τοῖν λαοῖν)·
2) φυλάγουν σε όλες τις πτώσεις τον ίδιο τόνο που έχει η ονομαστική του ενικού και στην ίδια συλλαβή: ὁ λεώς, τοῦ λεὼ κτλ. - ὁ ταῶς, τοῦ ταῶ κτλ. - ὁ πρόνεως, τοῦ πρόνεω κτλ·
3) έχουν την κλητική όμοια με την ονομαστική·
4) μερικά σχηματίζουν την αιτιατική του ενικού χωρίς το τελικό ν: τὴν ἅλω, τὴν ἕω, τὸν Ἄθω, τὴν Κῶ, τὸν Μίνω κ.ά. (κατά την γ΄ κλίση).
Σημείωση. Το ω της κατάληξης σε μερικά αττικόκλιτα έγινε με αντιμεταχώρηση από θέματα σε ο: ὁ λαός = λεώς, ναός = νεώς, Μενέλαος = Μενέλεως. Γι’ αυτό στα προπαροξύτονα φυλάγεται ο τόνος στην προπαραλήγουσα, αν και η λήγουσα είναι μακρόχρονη. Ο τονισμός της γενικής και δοτικής αντίθετα με τον κανόνα οφείλεται σε αναλογία προς τον τόνο της ονομαστικής.
Σε μερικά αττικόκλιτα το ω στην
κατάληξη έγινε από συναίρεση: λαγωός – λαγώς.
Αρχαία ελληνικά: Δεύτερη κλίση ουσιαστικών
ΔΕΥΤΕΡΗ ΚΛΙΣΗ ΤΩΝ ΟΥΣΙΑΣΤΙΚΩΝ
Δευτερόκλιτα ασυναίρετα ουσιαστικά
Κατά τη δεύτερη κλίση κλίνονται ονόματα και των τριών γενών: αρσενικά και θηλυκά που λήγουν σε -ος και ουδέτερα που λήγουν σε -ον.
α) Παραδείγματα αρσενικών
Ενικός αριθμός
ὁ ἄνθρωπος - τοῦ ἀνθρώπου - τῷ ἀνθρώπῳ - τόν ἄνθρωπον - (ὦ) ἄνθρωπε
Πληθυντικός αριθμός
οἱ ἄνθρωποι - τῶν ἀνθρώπων - τοῖς ἀνθρώποις - τούς ἀνθρώπους - (ὦ) ἄνθρωποι
Ενικός αριθμός
ὁ κίνδυνος - τοῦ κινδύνου - τῷ κινδύνῳ - τόν κίνδυνον - (ὦ) κίνδυνε
Πληθυντικός αριθμός
οἱ κίνδυνοι - τῶν κινδύνων - τοῖς κινδύνοις - τούς κινδύνους - (ὦ) κίνδυνοι
Ενικός αριθμός (ὁ στοῖχος = σειρά από ανθρώπους, στρατιώτες, πλοία κτλ., γραμμή σε παράταξη)
Πληθυντικός αριθμός
οἱ στοῖχοι - τῶν στοίχων - τοῖς στοίχοις - τούς στοίχους - (ὦ) στοῖχοι
Ενικός αριθμός (ὁ λοιμός = μολυσματική αρρώστια, πανούκλα)
Πληθυντικός αριθμός
οἱ λοιμοί - τῶν λοιμῶν - τοῖς λοιμοῖς - τούς λοιμούς - (ὦ) λοιμοί
Αρσενικά των οποίων το δίχρονο φωνήεν είναι μακρόχρονο και παίρνει περισπωμένη:
Ενικός αριθμός (ὁ ἆθλος = αγώνας, κατόρθωμα)
Πληθυντικός αριθμός
οἱ ἆθλοι - τῶν ἄθλων - τοῖς ἄθλοις - τούς ἄθλους - (ὦ) ἆθλοι
Ενικός αριθμός (ὁ θρῦλος = θόρυβος, κραυγή, βοή)
Πληθυντικός αριθμός
οἱ θρῦλοι - τῶν θρύλων - τοῖς θρύλοις - τούς θρύλους - (ὦ) θρῦλοι
Ενικός αριθμός
ὁ γρῖφος - τοῦ γρίφου - τῷ γρίφῳ - τόν γρῖφον - (ὦ) γρῖφε
Πληθυντικός αριθμός
οἱ γρῖφοι - τῶν γρίφων - τοῖς γρίφοις - τούς γρίφους - (ὦ) γρῖφοι
Ενικός αριθμός
ὁ μῦθος - τοῦ μύθου - τῷ μύθῳ - τόν μῦθον - (ὦ) μῦθε
Πληθυντικός αριθμός
οἱ μῦθοι - τῶν μύθων - τοῖς μύθοις - τούς μύθους - (ὦ) μῦθοι
Ενικός αριθμός
ὁ Κῦρος - τοῦ Κύρου - τῷ Κύρῳ - τόν Κῦρον - (ὦ) Κῦρε
Ενικός αριθμός
ὁ νᾶνος - τοῦ νάνου - τῷ νάνῳ - τόν νᾶνον - (ὦ) νᾶνε
Πληθυντικός αριθμός
οἱ νᾶνοι - τῶν νάνων - τοῖς νάνοις - τούς νάνους - (ὦ) νᾶνοι
Ενικός αριθμός (ὁ πῖλος: κάλυμμα του κεφαλιού)
Πληθυντικός αριθμός
οἱ πῖλοι - τῶν πίλων - τοῖς πίλοις - τούς πίλους - (ὦ) πῖλοι
Ενικός αριθμός [ὁ σῖτος: Ανώμαλο κατά το γένος: πληθ: τά σῖτα]
Πληθυντικός αριθμός
τά σῖτα - τῶν σίτων - τοῖς σίτοις - τά σῖτα - (ὦ) σῖτα
Ενικός αριθμός (ὁ σκῦρος: κομμάτι από πέτρα, που ξεπετιέται κατά τη λάξευση)
Πληθυντικός αριθμός
οἱ σκῦροι - τῶν σκύρων - τοῖς σκύροις - τούς σκύρους - (ὦ) σκῦροι
Ενικός αριθμός (ὁ στῦλος: κολόνα (κυρίως για στήριξη) αλλιώς: κίων· ενώ ἡ στήλη = επιτύμβια πλάκα, πέτρα που χρησιμεύει για ορόσημο, πλάκα με επιγραφή κτλ.
Πληθυντικός αριθμός
οἱ στῦλοι - τῶν στύλων - τοῖς στύλοις - τούς στύλους - (ὦ) στῦλοι
Ενικός αριθμός (ὁ σχῖνος: μαστιχόδεντρο)
Πληθυντικός αριθμός
οἱ σχῖνοι - τῶν σχίνων - τοῖς σχίνοις - τούς σχίνους - (ὦ) σχῖνοι
Ενικός αριθμός
ὁ τῦφος - τοῦ τύφου - τῷ τύφῳ - τόν τῦφον - (ὦ) τῦφε
Πληθυντικός αριθμός
οἱ τῦφοι - τῶν τύφων - τοῖς τύφοις - τούς τύφους - (ὦ) τῦφοι
Ενικός αριθμός (ὁ ὗβος = το κύρτωμα που σχηματίζει η ράχη της καμήλας)
Πληθυντικός αριθμός
οἱ ὗβοι - τῶν ὕβων - τοῖς ὕβοις - τούς ὕβους - (ὦ) ὗβοι
Ενικός αριθμός (ὁ Χῖος: κάτοικος της Χίου (ενώ ἡ Χίος, το νησί))
Πληθυντικός αριθμός
οἱ Χῖοι - τῶν Χίων - τοῖς Χίοις - τούς Χίους - (ὦ) Χῖοι
Αρσενικά των οποίων το δίχρονο φωνήεν είναι βραχύχρονο και παίρνει οξεία:
Ενικός αριθμός (ὁ σκύμνος = νεογνό ζώου, ιδίως του λιονταριού)
Πληθυντικός αριθμός
οἱ σκύμνοι - τῶν σκύμνων - τοῖς σκύμνοις - τούς σκύμνους - (ὦ) σκύμνοι
Ενικός αριθμός (ὁ μύδρος = πυρακτωμένο σίδερο)
Πληθυντικός αριθμός
οἱ μύδροι - τῶν μύδρων - τοῖς μύδροις - τούς μύδρους - (ὦ) μύδροι
Ενικός αριθμός
Πληθυντικός αριθμός
οἱ βίοι - τῶν βίων - τοῖς βίοις - τούς βίους - (ὦ) βίοι
Ενικός αριθμός (ὁ στάμνος = στάμνα)
Πληθυντικός αριθμός
οἱ στάμνοι - τῶν στάμνων - τοῖς στάμνοις - τούς στάμνους - (ὦ) στάμνοι
Ενικός αριθμός
ὁ ἀγρός - τοῦ ἀγροῦ - τῷ ἀγρῷ - τόν ἀγρόν - (ὦ) ἀγρέ
Πληθυντικός αριθμός
οἱ ἀγροί - τῶν ἀγρῶν - τοῖς ἀγροῖς - τούς ἀγρούς - (ὦ) ἀγροί
Ενικός αριθμός
ὁ θυμός - τοῦ θυμοῦ - τῷ θυμῷ - τόν θυμόν - (ὦ) θυμέ
Πληθυντικός αριθμός
οἱ θυμοί - τῶν θυμῶν - τοῖς θυμοῖς - τούς θυμούς - (ὦ) θυμοί
Ενικός αριθμός (ὁ λιμός = πείνα, σιτοδεία)
Πληθυντικός αριθμός
οἱ λιμοί - τῶν λιμῶν - τοῖς λιμοῖς - τούς λιμούς - (ὦ) λιμοί
Ενικός αριθμός
Πληθυντικός αριθμός
οἱ καρκίνοι - τῶν καρκίνων - τοῖς καρκίνοις - τούς καρκίνους - (ὦ) καρκίνοι
Ενικός αριθμός
Πληθυντικός αριθμός
οἱ κρίκοι - τῶν κρίκων - τοῖς κρίκοις - τούς κρίκους - (ὦ) κρίκοι
Ενικός αριθμός
Πληθυντικός αριθμός
οἱ κύκλοι - τῶν κύκλων - τοῖς κύκλοις - τούς κύκλους - (ὦ) κύκλοι
Ενικός αριθμός (ὁ λίθος = αρσ. και θηλ.)
Πληθυντικός αριθμός
οἱ λίθοι - τῶν λίθων - τοῖς λίθοις - τούς λίθους - (ὦ) λίθοι
Ενικός αριθμός
Πληθυντικός αριθμός
οἱ λύκοι - τῶν λύκων - τοῖς λύκοις - τούς λύκους - (ὦ) λύκοι
Ενικός αριθμός
Πληθυντικός αριθμός
οἱ μάγοι - τῶν μάγων - τοῖς μάγοις - τούς μάγους - (ὦ) μάγοι
Ενικός αριθμός
Πληθυντικός αριθμός
οἱ πάπποι - τῶν πάππων - τοῖς πάπποις - τούς πάππους - (ὦ) πάπποι
β) Παραδείγματα θηλυκών
Ενικός αριθμός
ἡ νῆσος - τῆς νήσου - τῇ νήσῳ - τήν νῆσον - (ὦ) νῆσε
Πληθυντικός αριθμός
αἱ νῆσοι - τῶν νήσων - ταῖς νήσοις - τάς νήσους - (ὦ) νῆσοι
Ενικός αριθμός
ἡ ὁδός - τῆς ὁδοῦ - τῇ ὁδῷ - τήν ὁδόν - (ὦ) ὁδέ
Πληθυντικός αριθμός
αἱ ὁδοί - τῶν ὁδῶν - ταῖς ὁδοῖς - τάς ὁδούς - (ὦ) ὁδοί
Ενικός αριθμός
ἡ κάμηλος - τῆς καμήλου - τῇ καμήλῳ - τήν κάμηλον - (ὦ) κάμηλε
Πληθυντικός αριθμός
αἱ κάμηλοι - τῶν καμήλων - ταῖς καμήλοις - τάς καμήλους - (ὦ) κάμηλοι
Θηλυκά των οποίων το δίχρονο είναι μακρόχρονο και παίρνει περισπωμένη:
Ενικός αριθμός (ἡ πρῖνος = (αρσ. και θηλ.) βαλανιδιά, πουρνάρι)
Πληθυντικός αριθμός
αἱ πρῖνοι - τῶν πρίνων - ταῖς πρίνοις - τάς πρίνους - (ὦ) πρῖνοι
Ενικός αριθμός (ἡ Σῦρος= το νησί)
Θηλυκά των οποίων το δίχρονο είναι βραχύχρονο και παίρνει οξεία:
Ενικός αριθμός
ἡ πλίνθος - τῆς πλίνθου - τῇ πλίνθῳ - τήν πλίνθον - (ὦ) πλίνθε
Πληθυντικός αριθμός
αἱ πλίνθοι - τῶν πλίνθων - ταῖς πλίνθοις - τάς πλίνθους - (ὦ) πλίνθοι
Ενικός αριθμός
ἡ Κύθνος - τῆς Κύθνου - τῇ Κύθνῳ - τήν Κύθνον - (ὦ) Κύθνε
Ενικός αριθμός (ἡ μύρτος = μυρσίνη, μυρτιά (ενώ τὸ μύρτον, ο καρπός της))
Πληθυντικός αριθμός
αἱ μύρτοι - τῶν μύρτων - ταῖς μύρτοις - τάς μύρτους - (ὦ) μύρτοι
Ενικός αριθμός
ἡ Νάξος - τῆς Νάξου - τῇ Νάξῳ - τήν Νάξον - (ὦ) Νάξε
Ενικός αριθμός
ἡ Κάσος - τῆς Κάσου - τῇ Κάσῳ - τήν Κάσον - (ὦ) Κάσε
Ενικός αριθμός (ἡ ἄρκτος = αρκούδα)
Πληθυντικός αριθμός
αἱ ἄρκτοι - τῶν ἄρκτων - ταῖς ἄρκτοις - τάς ἄρκτους - (ὦ) ἄρκτοι
Ενικός αριθμός
ἡ ἄμμος - τῆς ἄμμου - τῇ ἄμμῳ - τήν ἄμμον - (ὦ) ἄμμε
Πληθυντικός αριθμός
αἱ ἄμμοι - τῶν ἄμμων - ταῖς ἄμμοις - τάς ἄμμους - (ὦ) ἄμμοι
Ενικός αριθμός
ἡ Κύπρος - τῆς Κύπρου - τῇ Κύπρῳ - τήν Κύπρον - (ὦ) Κύπρε
Ενικός αριθμός
ἡ τάφρος - τῆς τάφρου - τῇ τάφρῳ - τήν τάφρον - (ὦ) τάφρε
Πληθυντικός αριθμός
αἱ τάφροι - τῶν τάφρων - ταῖς τάφροις - τάς τάφρους - (ὦ) τάφροι
Ενικός αριθμός
ἡ Χίος - τῆς Χίου - τῇ Χίῳ - τήν Χίον - (ὦ) Χίε
γ) Παραδείγματα ουδετέρων
Ενικός αριθμός
τό μυστήριον - τοῦ μυστηρίου - τῷ μυστηρίῳ - τό μυστήριον - (ὦ) μυστήριον
Πληθυντικός αριθμός
τά μυστήρια - τῶν μυστηρίων - τοῖς μυστηρίοις - τά μυστήρια - (ὦ) μυστήρια
Ενικός αριθμός
τό δῶρον - τοῦ δώρου - τῷ δώρῳ - τό δῶρον - (ὦ) δῶρον
Πληθυντικός αριθμός
τά δῶρα - τῶν δώρων - τοῖς δώροις - τά δῶρα - (ὦ) δῶρα
Ενικός αριθμός (τό ᾠόν = το αυγό)
Πληθυντικός αριθμός
τά ᾠά - τῶν ᾠῶν - τοῖς ᾠοῖς - τά ᾠά - (ὦ) ᾠά
Ουδέτερα των οποίων το δίχρονο είναι μακρόχρονο και παίρνει περισπωμένη:
Ενικός αριθμός (τό ἆθλον = έπαθλο, βραβείον)
Πληθυντικός αριθμός
τά ἆθλα - τῶν ἄθλων - τοῖς ἄθλοις - τά ἆθλα - (ὦ) ἆθλα
Ενικός αριθμός
τό σῦκον - τοῦ σύκου - τῷ σύκῳ - τό σῦκον - (ὦ) σῦκον
Πληθυντικός αριθμός
τά σῦκα - τῶν σύκων - τοῖς σύκοις - τά σῦκα - (ὦ) σῦκα
Ενικός αριθμός (τό φῦλον = γένος, φυλή)
Πληθυντικός αριθμός
τά φῦλα - τῶν φύλων - τοῖς φύλοις - τά φῦλα - (ὦ) φῦλα
Ουδέτερα των οποίων το δίχρονο είναι βραχύχρονο και παίρνει οξεία:
Ενικός αριθμός (τό ἄντρον = σπηλιά)
Πληθυντικός αριθμός
τά ἄντρα - τῶν ἄντρων - τοῖς ἄντροις - τά ἄντρα - (ὦ) ἄντρα
Ενικός αριθμός (τό λύτρον = το χρήμα που δίνεται για την απολύτρωση κάποιου, αμοιβή, ανταμοιβή)
Πληθυντικός αριθμός
τά λύτρα - τῶν λύτρων - τοῖς λύτροις - τά λύτρα - (ὦ) λύτρα
Ενικός αριθμός (τό λίκνον = κούνια)
Πληθυντικός αριθμός
τά λίκνα - τῶν λίκνων - τοῖς λίκνοις - τά λίκνα - (ὦ) λίκνα
Ενικός αριθμός
Πληθυντικός αριθμός
τά κρίνα - τῶν κρίνων - τοῖς κρίνοις - τά κρίνα - (ὦ) κρίνα
Ενικός αριθμός
τό ἄστρον - τοῦ ἄστρου - τῷ ἄστρῳ - τό ἄστρον - (ὦ) ἄστρον
Πληθυντικός αριθμός
τά ἄστρα - τῶν ἄστρων - τοῖς ἄστροις - τά ἄστρα - (ὦ) ἄστρα
Ενικός αριθμός (τό πίσον = μπιζέλι)
Πληθυντικός αριθμός
τά πίσα - τῶν πίσων - τοῖς πίσοις - τά πίσσα - (ὦ) πίσσα
Ενικός αριθμός (τό ἴον = βιολέτα, μενεξές)
Πληθυντικός αριθμός
τά ἴα - τῶν ἴων - τοῖς ἴοις - τά ἴα - (ὦ) ἴα
Ενικός αριθμός
τό ξύλον - τοῦ ξύλου - τῷ ξύλῳ - τό ξύλον - (ὦ) ξύλον
Πληθυντικός αριθμός
τά ξύλα - τῶν ξύλων - τοῖς ξύλοις - τά ξύλα - (ὦ) ξύλα
Ενικός αριθμός (τό μύρτον = ο καρπός της μυρτιάς)
Πληθυντικός αριθμός
τά μύρτα - τῶν μύρτων - τοῖς μύρτοις - τά μύρτα - (ὦ) μύρτα
Ενικός αριθμός
τό φύλλον - τοῦ φύλλου - τῷ φύλλῳ - τό φύλλον - (ὦ) φύλλον
Πληθυντικός αριθμός
τά φύλλα - τῶν φύλλων - τοῖς φύλλοις - τά φύλλα - (ὦ) φύλλα
Ενικός αριθμός
τό φυτόν - τοῦ φυτοῦ - τῷ φυτῷ - τό φυτόν - (ὦ) φυτόν
Πληθυντικός αριθμός
τά φυτά - τῶν φυτῶν - τοῖς φυτοῖς - τά φυτά - (ὦ) φυτά
Ενικός αριθμός (τό πτύον = φτυάρι)
Πληθυντικός αριθμός
τά πτύα - τῶν πτύων - τοῖς πτύοις - τά πτύα - (ὦ) πτύα
Ενικός αριθμός
Πληθυντικός αριθμός
τά βάθρα - τῶν βάθρων - τοῖς βάθροις - τά βάθρα - (ὦ) βάθρα
Ενικός αριθμός
Πληθυντικός αριθμός
τά πράσα - τῶν πράσων - τοῖς πράσοις - τά πράσα - (ὦ) πράσα
Ενικός αριθμός
Πληθυντικός αριθμός
τά μύρα - τῶν μύρων - τοῖς μύροις - τά μύρα - (ὦ) μύρα
Ενικός αριθμός (τό λίνον = λινάρι)
Πληθυντικός αριθμός
τά λίνα - τῶν λίνων - τοῖς λίνοις - τά λίνα - (ὦ) λίνα
Παρατηρήσεις
Από τα ουσιαστικά της β΄ κλίσης:
1) Τα αρσενικά και τα θηλυκά έχουν σε όλες τις πτώσεις τις ίδιες καταλήξεις (και τα ξεχωρίζουμε μόνο από το άρθρο).
2) Τα ουδέτερα διαφέρουν από τα αρσενικά και τα θηλυκά στην ονομ. και κλητ. του ενικού (όπου έχουν κατάλ. -ον) και στην ονομ., αιτιατ. και κλητ. του πληθ. (όπου έχουν κατάλ. -ᾰ).
α) Τα ουδέτερα των πτωτικών (σε όλες τις κλίσεις) σχηματίζουν στον ενικό και στον πληθ. τρεις πτώσεις όμοιες: την ονομαστική, την αιτιατική και την κλητική.
β) Η κατάληξη α των ουδετέρων όλων γενικά των πτωτικών είναι βραχύχρονη: τὰ μῆλᾰ, τὸ σῶμᾰ, τὰ σώματᾰ, τὰ γενναῖᾰ, ἐκεῖνᾰ, τὰ τιμῶντᾰ.
Δευτερόκλιτα συνηρημένα ουσιαστικά
Τα περισσότερα ουσιαστικά της β΄ κλίσης που πριν από το χαρακτήρα ο έχουν άλλο ο ή ε συναιρούνται σε όλες τις πτώσεις. Τα ουσιαστικά αυτά λέγονται δευτερόκλιτα συνηρημένα ουσιαστικά.
Ενικός αριθμός (θ. ἐκπλοο- = ἐκπλου-) (ο απόπλους, η αναχώρηση από το λιμάνι)
Πληθυντικός αριθμός
οἱ ἔκπλοι - τῶν ἔκπλων - τοῖς ἔκπλοις - τούς ἔκπλους - (ὦ) ἔκπλοι
Ενικός αριθμός
ὁ ἀπόπλους - τοῦ ἀπόπλου - τῷ ἀπόπλῳ - τόν ἀπόπλουν - (ὦ) ἀπόπλου
Πληθυντικός αριθμός
οἱ ἀπόπλοι - τῶν ἀπόπλων - τοῖς ἀπόπλοις - τούς ἀπόπλους - (ὦ) ἀπόπλοι
Ενικός αριθμός (ὁ κατάπλους = η πλεύση από την ανοιχτή θάλασσα προς τα παράλια, η προσόρμιση, η άφιξη πλοίου στο λιμάνι προορισμού του, ο πλους κατά το ρεύμα του ποταμού, προς τα κάτω, προς τις εκβολές του)
Πληθυντικός αριθμός
οἱ κατάπλοι - τῶν κατάπλων - τοῖς κατάπλοις - τούς κατάπλους - (ὦ) κατάπλοι
Ενικός αριθμός (ὁ ἔκρους = η εκροή)
Πληθυντικός αριθμός
οἱ ἔκροι - τῶν ἔκρων - τοῖς ἔκροις - τούς ἔκρους - (ὦ) ἔκροι
Ενικός αριθμός (ὁ χειμάρρους = ο χείμαρρος)
Πληθυντικός αριθμός
οἱ χειμάρροι - τῶν χειμάρρων - τοῖς χειμάρροις - τούς χειμάρρους - (ὦ) χειμάρροι
Ενικός αριθμός
ὁ Πειρίθους - τοῦ Πειρίθου - τῷ Πειρίθῳ - τόν Πειρίθουν - (ὦ) Πειρίθου
Ενικός αριθμός (θ. πλοο- = πλου-)
Πληθυντικός αριθμός
οἱ πλοῖ - τῶν πλῶν - τοῖς πλοῖς - τούς πλοῦς - (ὦ) πλοῖ
Ενικός αριθμός (ὁ θροῦς = ο θόρυβος)
Πληθυντικός αριθμός
οἱ θροῖ - τῶν θρῶν - τοῖς θροῖς - τούς θροῦς - (ὦ) θροῖ
Ενικός αριθμός
ὁ νοῦς - τοῦ νοῦ - τῷ νῷ - τόν νοῦν - (ὦ) νοῦ
Πληθυντικός αριθμός
οἱ νοῖ - τῶν νῶν - τοῖς νοῖς - τούς νοῦς - (ὦ) νοῖ
Ενικός αριθμός (ὁ πνοῦς = πνοή)
Πληθυντικός αριθμός
οἱ πνοῖ - τῶν πνῶν - τοῖς πνοῖς - τούς πνοῦς - (ὦ) πνοῖ
Ενικός αριθμός (ὁ ῥοῦς = ρεύμα)
Πληθυντικός αριθμός
οἱ ῥοῖ - τῶν ῥῶν - τοῖς ῥοῖς - τούς ῥοῦς - (ὦ) ῥοῖ
Ενικός αριθμός (ὁ χοῦς = χώμα)
Πληθυντικός αριθμός
οἱ χοῖ - τῶν χῶν - τοῖς χοῖς - τούς χοῦς - (ὦ) χοῖ
Ενικός αριθμός (ὁ ἀδελφιδοῦς = ανιψιός)
Πληθυντικός αριθμός
οἱ ἀδελφιδοῖ - τῶν ἀδελφιδῶν - τοῖς ἀδελφιδοῖς - τούς ἀδελφιδοῦς - (ὦ) ἀδελφιδοῖ
Ενικός αριθμός
τό ὀστοῦν - τοῦ ὀστοῦ - τῷ ὀστῷ - τό ὀστοῦν - (ὦ) ὀστοῦν
Πληθυντικός αριθμός
τά ὀστᾶ - τῶν ὀστῶν - τοῖς ὀστοῖς - τά ὀστᾶ - (ὦ) ὀστᾶ
Ενικός αριθμός (τό κανοῦν = το κάνιστρο, το πλατύ και αβαθές πανέρι από καλάμι)
Πληθυντικός αριθμός
τά κανᾶ - τῶν κανῶν - τοῖς κανοῖς - τά κανᾶ - (ὦ) κανᾶ
Κατά το ἔκπλους κλίνονται: ὁ ἀπόπλους, περίπλους, κατάπλους, ἔκρους (= εκροή), χειμάρρους (= χείμαρρος), τα κύρια ονόματα Πειρίθους, Πάνθους κτλ., καθώς και το θηλ. ἡ πρόχους (= υδρία, λαγήνι). Κατά το πλοῦς κλίνονται: ὁ θροῦς (= θόρυβος), νοῦς, πνοῦς (= πνοή), ῥοῦς (= ρεύμα), χνοῦς (= χνούδι), χοῦς (= χώμα) κτλ., καθώς και τα σε (-εος) -ους συγγενικά (ἀδελφιδέος) ἀδελφιδοῦς (= ανεψιός), (ἀνεψιαδέος) ἀνεψιαδοῦς (= γιος του πρώτου εξαδέρφου ή της πρώτης εξαδέρφης), (θυγατριδέος) θυγατριδοῦς (= γιος της θυγατέρας) κτλ. - Κατά το ὀστοῦν κλίνεται το (κάνεον) κανοῦν (= κάνιστρο).
Παρατηρήσεις
1) Τα φωνήεντα ο και ε των συνηρημένων δευτεροκλίτων, όταν ακολουθεί αμέσως ύστερ’ από αυτά ο χαρακτήρας ο, συναιρούνται με αυτόν σε ου (πλόος - πλοῦς, ὀστέον - ὀστοῦν), αλλιώς χάνονται κατά τη συναίρεση εμπρός από τις καταλήξεις (πλόου - πλοῦ, πλόῳ - πλῷ, πλόοι - πλοῖ κτλ., ὀστέου - ὀστοῦ, ὀστέα - ὀστᾶ κτλ.). Έτσι οι συνηρημένες καταλήξεις των ουσιαστικών αυτών διαφέρουν από τις καταλήξεις των ασυναίρετων ουσιαστικών της β΄ κλίσης μόνο στην ονομαστική, αιτιατική και κλητική του ενικού.
2) Όλες οι πτώσεις των συνηρημένων της β΄ κλίσης τονίζονται στην ίδια συλλαβή, στην οποία τονίζεται η ονομαστική του ενικού: τὸ ὀστοῦν, τοῦ ὀστοῦ, τῷ ὀστῷ, τὰ ὀστᾶ, τῶν ὀστῶν κτλ.· το ίδιο συμβαίνει αντίθετα με τον κανόνα και στα σύνθετα που πριν από τη συναίρεση ήταν στην ονομ. του ενικού προπαροξύτονα: ὁ ἔκπλοος - ἔκπλους, τοῦ ἐκπλόου - ἔκπλου (αντί τοῦ ἐκπλοῦ), τῶν ἐκπλόων - ἔκπλων (αντί ἐκπλῶν) κτλ.
Σημείωση. Στα συνηρημένα ουδέτερα της β΄ κλίσης το φωνήεν ε μαζί με το ακόλουθο βραχύ α της κατάληξης συναιρείται σε μακρόχρονο α: ὀστεα - ὀστᾶ.
Αττική δεύτερη κλίση
Μερικά ουσιαστικά της β΄ κλίσης λήγουν όχι σε -ος και -ον, αλλά σε -ως και -ων. Τα ουσιαστικά αυτά που συνηθίζονταν κυρίως στην αττική διάλεκτο λέγονται αττικόκλιτα, και η κλίση τους λέγεται αττική δεύτερη κλίση.
Ενικός αριθμός (ὁ πρόνεως = πρόναος)
Πληθυντικός αριθμός
οἱ πρόνεῳ - τῶν πρόνεων - τοῖς πρόνεῳς - τούς πρόνεως - (ὦ) πρόνεῳ
Ενικός αριθμός
ὁ Τυνδάρεως - τοῦ Τυνδάρεω - τῷ Τυνδάρεῳ - τόν Τυνδάρεων - (ὦ) Τυνδάρεως
Ενικός αριθμός
ὁ Δεξίλεως - τοῦ Δεξίλεω - τῷ Δεξίλεῳ - τόν Δεξίλεων - (ὦ) Δεξίλεως
Ενικός αριθμός (ὁ λεώς = λαός)
Πληθυντικός αριθμός
οἱ λεῴ - τῶν λεών - τοῖς λεῴς - τούς λεώς - (ὦ) λεῴ
Ενικός αριθμός (ὁ νεώς = ναός)
Πληθυντικός αριθμός
οἱ νεῴ - τῶν νεών - τοῖς νεῴς - τούς νεώς - (ὦ) νεῴ
Ενικός αριθμός
ὁ λαγώς - τοῦ λαγώ - τῷ λαγῴ - τόν λαγών - (ὦ) λαγώς
Πληθυντικός αριθμός
οἱ λαγῴ - τῶν λαγών - τοῖς λαγῴς - τούς λαγώς - (ὦ) λαγῴ
οἱ λαγῷ - τῶν λαγῶν - τοῖς λαγῷς - τούς λαγῶς - (ὦ) λαγῷ
Ενικός αριθμός (ὁ ταῶς = το παγώνι)
Πληθυντικός αριθμός
οἱ ταῷ - τῶν ταῶν - τοῖς ταῷς - τούς ταῶς - (ὦ) ταῷ
Ενικός αριθμός
ἡ Κῶς - τῆς Κῶ - τῇ Κῷ - τήν Κῶ - (ὦ) Κῶς
Ενικός αριθμός (ἡ ἅλως = το αλώνι)
Πληθυντικός αριθμός
αἱ ἅλῳ - τῶν ἅλων - ταῖς ἅλῳς - τάς ἅλως - (ὦ) ἅλῳ
Ενικός αριθμός (ὁ κάλως = χοντρό σκοινί)
Πληθυντικός αριθμός
οἱ κάλῳ - τῶν κάλων - τοῖς κάλῳς - τούς κάλως - (ὦ) κάλῳ
Ενικός αριθμός (ἡ ἕως = αυγή)
Πληθυντικός αριθμός
αἱ ἕῳ - τῶν ἕων - ταῖς ἕῳς - τάς ἕως - (ὦ) ἕῳ
Ενικός αριθμός
ὁ Ἄθως - τοῦ Ἄθω - τῷ Ἄθῳ - τόν Ἄθω - (ὦ) Ἄθως
Ενικός αριθμός
τό ἀνώγεων - τοῦ ἀνώγεω - τῷ ἀνώγεῳ - τό ἀνώγεων - (ὦ) ἀνώγεων
Πληθυντικός αριθμός
τά ἀνώγεω - τῶν ἀνώγεων - τοῖς ἀνώγεῳς - τά ἀνώγεω - (ὦ) ἀνώγεω
Κατά το ὁ πρόνεως (= πρόναος) κλίνονται τα κύρια ονόματα Ἀνδρόγεως, Βριάρεως, Δεξίλεως, Μενέλεως, Τυνδάρεως κ.ά. Κατά το ὁ λεώς (= λαός) κλίνονται: ὁ νεὼς (= ναός), ὁ λαγὼς και λαγῶς, ὁ ταῶς (= παγόνι), ἡ Κῶς κ.ά.
Παρατηρήσεις
Τα αττικόκλιτα ουσιαστικά:
1) φυλάγουν στις καταλήξεις όλων των πτώσεων το ω της ονομαστικής και παίρνουν υπογεγραμμένο ι όπου στις αντίστοιχες καταλήξεις της κοινής δεύτερης κλίσης υπάρχει ι (υπογεγραμμένο ή προσγεγραμμένο): τῷ λεῴ, oἱ λεῴ, τοῖς λεῴς, τοῖν λεῴν (κατά τα κοινά τῷ λαῷ, oἱ λαοί, τοῖς λαοῖς, τοῖν λαοῖν)·
2) φυλάγουν σε όλες τις πτώσεις τον ίδιο τόνο που έχει η ονομαστική του ενικού και στην ίδια συλλαβή: ὁ λεώς, τοῦ λεὼ κτλ. - ὁ ταῶς, τοῦ ταῶ κτλ. - ὁ πρόνεως, τοῦ πρόνεω κτλ·
3) έχουν την κλητική όμοια με την ονομαστική·
4) μερικά σχηματίζουν την αιτιατική του ενικού χωρίς το τελικό ν: τὴν ἅλω, τὴν ἕω, τὸν Ἄθω, τὴν Κῶ, τὸν Μίνω κ.ά. (κατά την γ΄ κλίση).
Σημείωση. Το ω της κατάληξης σε μερικά αττικόκλιτα έγινε με αντιμεταχώρηση από θέματα σε ο: ὁ λαός = λεώς, ναός = νεώς, Μενέλαος = Μενέλεως. Γι’ αυτό στα προπαροξύτονα φυλάγεται ο τόνος στην προπαραλήγουσα, αν και η λήγουσα είναι μακρόχρονη. Ο τονισμός της γενικής και δοτικής αντίθετα με τον κανόνα οφείλεται σε αναλογία προς τον τόνο της ονομαστικής.
0 σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου