Σοφοκλή «Αντιγόνη» Πάροδος | Σημειώσεις του Κωνσταντίνου Μάντη

Σοφοκλή «Αντιγόνη» Πάροδος

Κωνσταντίνος Μάντης | Best Blogger Tips
Paul Apal’kin

Σοφοκλή «Αντιγόνη» Πάροδος

(Έξοδος της Αντιγόνης από την πύλη που οδηγεί στους αγρούς. Η Ισμήνη αποσύρεται στο παλάτι. Στην ορχήστρα μπαίνει ο χορός.)

Ω! Ηλιαχτίδα, τ’ ομορφότατο
που φάνηκε παρά ποτέ το φως
στη Θήβα την επτάπυλη,
φώτισες πια, της μέρας
της χρυσής ματόκλαδο,
ήρθες απ’ τις πηγές της Δίρκης πέρα
και τον πολεμιστή με την ασπίδα τη λευκή
τον έβαλες στο δρόμο της φυγής
με πιο γοργό, σφιχτό το χαλινάρι τώρα.

Ο Πολυνείκης τον οδήγησε στη γη μας
που πήρε αέρα από φιλόνικα μισόλογα
και κράζοντας στριγκιά σαν αετός          
πάνω απ’ τη γη πετούσε
χωμένος σε λευκή φτερούγα χιόνι
με τα πολλά του τ’ άρματα, τα κράνη του
με των αλόγων τις ουρές λοφία.

Ζυγιάστηκαν από τις στέγες πάνω
τα νύχια φόνο διψώντας,
επτάπυλο το στόμα γύρω χάσκοντας
και χάθηκε· προτού στο αίμα μας
το ράμφος του χορτάσει,
προτού με το δαδί πυρποληθούν
οι πύργοι, τα στέφανα της πόλης μας·
τέτοια πολέμου ταραχή
που πήρε πλάτες και φτερά
και δύσκολα τον έβαλεν ο Δράκοντας στο χέρι.

Ο Δίας απεχθάνεται τα λόγια τα παχιά
του κομπασμού· κι ως τους είδε
χείμαρρος να ξεχύνονται
βροντοχτυπώντας υπερόπτες τα φλουριά τους,
αστροπελέκι ρίχνει σύρριζα,
καθώς στις ντάπιες όρμαγε
τη νίκη ν’ αλαλάξει.

Πέφτει, κι ο κόσμος σείεται και τον αντιλαλεί·
αυτός που πριν με τη φωτιά ριπές ανέμων
άγριων θεοκρουσμένος φυσομανούσε·
κι άλλους εδώ κι άλλους εκεί
σκόρπια, κοπαδιαστά χτυπούσε
ο μέγας Άρης επιδέξιος.
Επτά λοχαγοί στις πύλες τις επτά
αντίκρυ, ίσος προς ίσο, σταθήκαν
και στο Δία τροπαιούχο τάμα κρεμάσαν χάλκινο·
εκτός από τους δόλιους δυο,
ενός πατέρα και μιας μάνας φύτρες,
που σήκωσαν κοντάρια ισοδύναμα
κι ένας στον άλλο έδωσε μερίδιο θανάτου.

Τώρα πια η Νίκη μας ήρθε μεγαλόχαρη,
αντίδωρο στη Θήβα που αρματώθηκε
και στο νωπό τον πόλεμο ρίξαμε λησμονιά.
Στους ναούς των θεών να χυθούμε
κι ίσαμε το ξημέρωμα να στήσουμε χορό,
και πρώτος πρώτος το χορό να σέρνει
ο Βάκχος, που σειέται και λυγιέσαι, Θήβα.

(Έρχεται ο Κρέοντας από το παλάτι, συνοδευόμενος από φρουρούς.)

Ο χορός μπαίνει από τη δεξιά πάροδο στην ορχήστρα. Αποτελείται από δεκαπέντε γέροντες Θηβαίους. Η εμφάνισή τους είναι μεγαλοπρεπής. Συνοδεύονται από αυλητή, που ρυθμίζει το βήμα τους, και καταλαμβάνουν τη θέση τους στην ορχήστρα, χωρισμένοι σε δύο ημιχόρια. Εκφράζουν τη χαρά τους για τη σωτηρία της πόλης και περιμένουν την απόφαση του βασιλιά.
Ολόκληρη η πάροδος διαρθρώνεται σε δύο ζεύγη στροφών, το καθένα από τα οποία αποτελείται από μία στροφή και μία αντιστροφή, με ποικιλία μέτρων, ανάλογη μουσική και κατάλληλες μιμικές κινήσεις του χορού. Οι θεατές με την πάροδο εκτονώνονται από την ένταση του προλόγου.

Ω! Ηλιαχτίδα, τ’ ομορφότατο
που φάνηκε παρά ποτέ το φως
στη Θήβα την επτάπυλη,
φώτισες πια, της μέρας
της χρυσής ματόκλαδο,

Ο χορός χαιρετίζει τον ήλιο. Είναι ενδιαφέρον ότι το δράμα αρχίζει τη στιγμή που ο ήλιος ανατέλλει στον Υμηττό. Έτσι ταυτίζονται ο χρόνος του δράματος και της παράστασης.
Η προσφώνηση της ηλιαχτίδας από τον χορό εμπεριέχει έντονη συναισθηματική φόρτιση, καθώς για τους Θηβαίους η μέρα που μόλις ξεκινά είναι μέρα μεγάλης χαράς, αφού έχουν μόλις γλιτώσει από την επίθεση του στρατού των Αργείων. Έτσι, εύλογα ο χορός επισημαίνει πως η πρώτη αυτή ηλιαχτίδα του ήλιου είναι το πιο όμορφο φως που φάνηκε ποτέ, μιας κι είναι το φως που βρίσκει τη Θήβα ελεύθερη και απαλλαγμένη από έναν ολέθριο κίνδυνο. Έξοχη η εικόνα που δημιουργεί εδώ ο ποιητής παραλληλίζοντας την ηλιαχτίδα του ήλιου μ’ ένα ματόκλαδο -μια βλεφαρίδα- από τα μάτια της ημέρας. Όπως εμφανίζονται οι πρώτες ηλιαχτίδες του ήλιου, είναι σαν να ανοίγει η μέρα τα μάτια της, ανασηκώνοντας τα ματόκλαδά της. Κι είναι αυτή η μέρα που ξεκινά χρυσή, γεμάτη φως και χαρά, αφού επιτρέπει στους κατοίκους να αντικρίσουν χωρίς φόβο και αγωνία την ομορφιά της ελεύθερης πλέον πόλης τους.
Είναι, πάντως, προφανής η αντίθεση ανάμεσα στα συναισθήματα των προσώπων του Προλόγου και της χαράς που εκφράζει ο χορός στην Πάροδο. Ενώ στον Πρόλογο η Αντιγόνη έρχεται αντιμέτωπη τόσο με την πόνο της απώλειας των αδελφών της, όσο και με τη σκληρή απόφαση του Κρέοντα να αφεθεί άταφο το σώμα του Πολυνείκη, ώστε να τιμωρηθεί ως προδότης της πατρίδας, το συναισθηματικό κλίμα που επικρατεί στην Πάροδο είναι τελείως διαφορετικό. Ο χορός, που με τα λόγια του φανερώνει τις διαθέσεις της κοινής γνώμης, εκφράζει τη βαθιά χαρά του για το γεγονός ότι η Θήβα απαλλάχτηκε από έναν σημαντικό εξωτερικό εχθρό, έστω κι αν αυτό σήμανε τη διπλή απώλεια του Ετεοκλή, που ήταν βασιλιάς της Θήβας, και του αδελφού του Πολυνείκη∙ εκείνου, δηλαδή, που ηγούταν της επιθετικής ενέργειας ενάντια στη Θήβα.        
Επτά οι πύλες της πόλης, επτά οι στρατηγοί των Αργείων, ένας απέναντι σε κάθε πύλη, επτά και οι Θηβαίοι υπερασπιστές τους.

ήρθες απ’ τις πηγές της Δίρκης πέρα
και τον πολεμιστή με την ασπίδα τη λευκή
τον έβαλες στο δρόμο της φυγής
με πιο γοργό, σφιχτό το χαλινάρι τώρα.

Η πηγή της Δίρκης βρισκόταν δυτικά της πόλης, ενώ ο Ισμηνός ανατολικά. Η Δίρκη ήταν κόρη του Ήλιου και γυναίκα του Λύκου, μυθικού βασιλιά των Θηβών.
Ο χορός ευχαριστεί τον Ήλιο για την εκδίωξη του στρατού των Αργείων (των οποίων χαρακτηριστικό γνώρισμα ήταν η λευκή ασπίδα). Το γεγονός ότι οι εχθροί της Θήβας παίρνουν το δρόμο της φυγής καθώς ανατέλλει ο ήλιος, δημιουργεί την αίσθηση πως οι πρώτες ηλιαχτίδες του είναι εκείνες που εκδιώκουν από την πόλη τον αντίπαλο στρατό. Ο Ήλιος αποκτά έτσι το ρόλο του προστάτη και σωτήρα της Θήβας, κι εύλογα γίνεται αποδέκτης των επαίνων του χορού.  
Ενδιαφέρον παρουσιάζει ο εμφατικός τρόπος με τον οποίο παρουσιάζεται η φυγή των Αργείων, οι οποίοι ενώ θέλησαν να υποτάξουν τη Θήβα, τώρα, κρατώντας πιο σφιχτό το χαλινάρι των αλόγων, απομακρύνονται όσο πιο γρήγορα μπορούν.    

Ο Πολυνείκης τον οδήγησε στη γη μας
που πήρε αέρα από φιλόνικα μισόλογα
και κράζοντας στριγκιά σαν αετός          
πάνω απ’ τη γη πετούσε
χωμένος σε λευκή φτερούγα χιόνι
με τα πολλά του τ’ άρματα, τα κράνη του
με των αλόγων τις ουρές λοφία.

Ο χορός υπενθυμίζει πως ο Πολυνείκης ήταν εκείνος που οδήγησε τον εχθρικό στρατό εναντίον της Θήβας, αποδίδοντας την πράξη του σε υποκίνηση από τα φιλόνικα λόγια άλλων∙ δημιουργείται εδώ ένα λογοπαίγνιο με το όνομα Πολυνείκης (Πολυνείκης = εριστικός), που γίνεται εμφανές στο πρωτότυπο κείμενο (νεικέων ξ μφιλόγων).
Τα δύο αδέλφια, Πολυνείκης και Ετεοκλής, συμφώνησαν να βασιλέψουν διαδοχικά ανά ένα χρόνο. Πρώτος βασίλεψε ο Ετεοκλής, ο οποίος όμως αρνήθηκε να παραδώσει την εξουσία στον Πολυνείκη. Ο Πολυνείκης έφυγε από τη Θήβα και πήγε στο Άργος, όπου παντρεύτηκε την κόρη του βασιλιά Άδραστου. Μαζί με τον πεθερό του και άλλους πέντε Αργείους ηγεμόνες εκστράτευσε εναντίον της Θήβας, για να διεκδικήσει την εξουσία. Οι επτά Αργείοι αρχηγοί τάχθηκαν απέναντι από τους επτά Θηβαίους ήρωες που υπερασπίζονταν τις επτά πύλες της Θήβας.
Ο χορός δίνει μια παραστατική απεικόνιση των Αργείων πολιορκητών παρομοιάζοντάς τους με αετό που πετά απειλητικά πάνω από την πόλη. Η ένταση της επίθεσης, μα και ο φόβος που αισθάνθηκαν οι πολίτες της Θήβας, δίνονται εδώ με ποιητικό τρόπο μέσα από την εικόνα του «ολόλευκου» αετού∙ το λευκό χρώμα του αετού προκύπτει από το γεγονός ότι τα άρματα, τα κράνη και τα λοφία που κοσμούσαν τα κράνη των Αργείων είχαν λευκό χρώμα. Έτσι, η θέα αυτού του λευκοντυμένου στρατού που επιτίθεται με αποφασιστική ορμή ενάντια στην πόλη, αποκτά στη φαντασία του χορού μια διαφορετική διάσταση∙ μοιάζει μ’ ένας άγριος αετός που με τις στριγκιές κραυγές του προκαλεί στους Θηβαίους συναισθήματα πανικού.

Ζυγιάστηκαν από τις στέγες πάνω
τα νύχια φόνο διψώντας,
επτάπυλο το στόμα γύρω χάσκοντας
και χάθηκε∙ προτού στο αίμα μας
το ράμφος του χορτάσει,
προτού με το δαδί πυρποληθούν
οι πύργοι, τα στέφανα της πόλης μας∙
τέτοια πολέμου ταραχή
που πήρε πλάτες και φτερά
και δύσκολα τον έβαλεν ο Δράκοντας στο χέρι.

Τα νύχια του τρομερού αετού -του στρατού των Αργείων- ζυγιάστηκαν πάνω από τις στέγες της Θήβας διψώντας για αίμα και φόνο. Επρόκειτο για μια επίθεση ιδιαίτερης αγριότητας, με τον εχθρικό αετό να ανοίγει «επτάπυλο» το στόμα του∙ εικόνα που αποδίδει την παράταξη επτά στρατηγών του εχθρού απέναντι στις επτά πύλες της πόλης. Μια τρομακτική απειλή, που όμως δεν κατόρθωσε να επιτύχει το σκοπό της, εφόσον ο εχθρικός στρατός ηττήθηκε προτού μπορέσει να εισβάλει στην πόλη.
Ο τρομερός αετός χάθηκε προτού χορτάσει το ράμφος του με το αίμα των Θηβαίων, προτού πυρπολήσει με δαδί τους πύργους της πόλης που μοιάζουν με στέφανα, όπως είναι τοποθετημένοι κυκλικά στα τείχη της. Η απειλή, ωστόσο, υπήρξε πραγματικά μεγάλη και ο Δράκοντας -οι Θηβαίοι- με μεγάλη δυσκολία κατάφεραν να νικήσουν τον εχθρικό στρατό και να παρεμποδίσουν τα ολέθρια σχέδιά του. 
Οι Θηβαίοι παρομοιάζονται εδώ με δράκοντες. Άλλωστε, κατά τον μύθο, οι Θηβαίοι ήταν δρακοντογενείς. Ο Κάδμος, ο ιδρυτής της Θήβας, έσπειρε τα δόντια του δράκου που σκότωσε και φύτρωσαν οι Θηβαίοι. Η εικόνα της συμπλοκής αετού και δράκου είναι γνωστή από τον Όμηρο (Μ, 201-2).
Η παρομοίωση των Αργείων με αετό και των Θηβαίων με δράκο, προσδίδει ιδιαίτερη παραστατικότητα στην κρίσιμη αυτή μάχη και μεταφέρει με ενάργεια τα συναισθήματα φόβου των πολιτών, αλλά και τη γενναιότητα με την οποία αντιτάχθηκαν στην εχθρική επίθεση.

Ο Δίας απεχθάνεται τα λόγια τα παχιά
του κομπασμού∙ κι ως τους είδε
χείμαρρος να ξεχύνονται
βροντοχτυπώντας υπερόπτες τα φλουριά τους,
αστροπελέκι ρίχνει σύρριζα,
καθώς στις ντάπιες όρμαγε
τη νίκη ν’ αλαλάξει.

Αιτία της ήττας των Αργείων ήταν η θεϊκή οργή. Ο Δίας συντρίβει τους αλαζόνες.
Ο χορός εκφράζοντας σεβασμό απέναντι στους θεούς δεν αποδίδει τη νίκη των Θηβαίων τόσο στη δική τους γενναιότητα, όσο στην αποφασιστική παρέμβαση του Δία. Σύμφωνα με τον χορό ο Δίας έριξε αστροπελέκι στον στρατό των Αργείων, τη στιγμή που ετοιμάζονταν να ανέβουν στα προπύργια του τείχους και να μπουν μέσα στην πόλη, τερματίζοντας έτσι την επίθεσή τους και τα αλαζονικά λόγια τους.
Εδώ υπάρχει έμμεση αναφορά στη δράση και στο τέλος ενός από τους στρατηγούς των Αργείων, του Καπανέα, ο οποίος, όπως το καταγράφει ο Ευριπίδης στις «Φοίνισσες», είχε πάρει μια τεράστια σκάλα κι ετοιμαζόταν ν’ ανέβει στα τείχη της Θήβας, φωνάζοντας πως ούτε ο Δίας με τους φοβερούς κεραυνούς του δεν θα τον σταματήσει από το να ισοπεδώσει ακόμη και τους πιο ψηλούς πύργους της Θήβας. Ο Καπανέας, μάλιστα, είχε αρχίσει ν’ ανεβαίνει τη σκάλα, χωρίς να ανακόπτουν την πορεία του οι πέτρες που του πετούσαν από ψηλά οι Θηβαίοι, και μόλις έφτασε στην κορυφή της, τότε είναι που ο Δίας έριξε τον κεραυνό του, κάνοντας τον Καπανέα να πέσει από τη σκάλα στο έδαφος με τρομερή ορμή. Το σώμα του κομματιάστηκε, λαμβάνοντας δίκαιη τιμωρία για τα υβριστικά του λόγια. Η παρέμβαση αυτή του Δία οδήγησε τον υπόλοιπο στρατό των Αργείων να εγκαταλείψει τη μάχη, εφόσον ήταν φανερό πια πως δεν είχαν καμία ελπίδα να νικήσουν.      
Ο κεραυνός του Δία γίνεται το όργανο της θείας τιμωρίας εναντίον του αλαζόνα Καπανέα (πρβλ. Φοίνισσες, 1180). Η προσωπική μοίρα του Καπανέα εκφράζει τη μοίρα όλου του στρατού. Εκφραστικά ισχυρή η αντίθεση αλαζονείας και πτώσης.

Πέφτει, κι ο κόσμος σείεται και τον αντιλαλεί∙
αυτός που πριν με τη φωτιά ριπές ανέμων
άγριων θεοκρουσμένος φυσομανούσε∙
κι άλλους εδώ κι άλλους εκεί
σκόρπια, κοπαδιαστά χτυπούσε
ο μέγας Άρης επιδέξιος.      

Η πτώση του Καπανέα παρουσιάζεται με έμφαση από τον χορό, διότι αποτέλεσε την αρχή του τέλους για την επίθεση των Αργείων. Είναι ο δικός του θάνατος, άλλωστε, που θα παρασύρει σε άτακτη φυγή το υπόλοιπο του στρατού, καθώς όλοι αντιλήφθηκαν πως ο Δίας βρίσκεται στο πλευρό των Θηβαίων.
Ο αλαζονικός στρατηγός των Αργείων πέφτει από την κορυφή των τειχών της Θήβας κι ο κόσμος σείεται και αντιλαλεί από τη σφοδρότητα της σύγκρουσης του σώματός του με το έδαφος. Ένας σωτήριος για τη Θήβα θάνατος, καθώς ο Καπανέας εκτός από υβριστής, υπήρξε κι ένας ιδιαίτερα επίφοβος πολεμιστής. Ο χορός, μάλιστα, για να φανερώσει τη δριμύτητα των επιθέσεών του, τον παρουσιάζει να χτυπά τους Θηβαίους στρατιώτες με την επιδεξιότητα που έχει ο θεός του πολέμου, ο μέγας Άρης. Ενώ, παράλληλα, τονίζει πως ο Καπανέας ορμούσε στη μάχη σαν να τον είχα οδηγήσει σε κατάσταση μανίας οι ίδιοι οι θεοί, κι ήταν τέτοια η ένταση της ορμής του, ώστε ήταν σαν να σπέρνει παντού φλόγες μιας άγριας φωτιάς.  
Ένας τόσο επίφοβος και ικανός στρατηγός θα μπορούσε να οδηγήσει τους Αργείους στη νίκη, γι’ αυτό και ο χορός επικεντρώνεται περισσότερο στη δική του ιστορία.

Επτά λοχαγοί στις πύλες τις επτά
αντίκρυ, ίσος προς ίσο, σταθήκαν
και στο Δία τροπαιούχο τάμα κρεμάσαν χάλκινο∙
εκτός από τους δόλιους δυο,
ενός πατέρα και μιας μάνας φύτρες,
που σήκωσαν κοντάρια ισοδύναμα
κι ένας στον άλλο έδωσε μερίδιο θανάτου.

Οι επτά στρατηγοί των Αργείων: Αμφιάραος, Τυδέας, Ετέοκλος, Ιππομέδοντας, Καπανέας, Παρθενοπαίος, Πολυνείκης.
Επτά στρατηγοί από την κάθε παράταξη βρέθηκαν αντιμέτωποι στις επτά πύλες της πόλης κι ήταν όλοι ισάξιοι μεταξύ τους, αφήνοντας επί της ουσίας τον Δία να κρίνει την έκβαση της μάχης, ο οποίος με την παρέμβασή του χάρισε τη νίκη στους Θηβαίους.
Κι ενώ οι υπόλοιποι στρατηγοί παρουσιάζονται από τον χορό να ζητούν από τον Δία να τους βοηθήσει, δύο από αυτούς ακολουθούν μια διαφορετική πορεία. Πρόκειται για τον Ετεοκλή και τον Πολυνείκη, τα παιδιά του Οιδίποδα -που φέρουν και την ευθύνη γι’ αυτή την αναμέτρηση- οι οποίοι αφού σήκωσαν ισοδύναμα κοντάρια ο ένας εναντίον του άλλου, βρήκαν αμοιβαίο θάνατο, τερματίζοντας κατ’ αυτό τον μοιραίο τρόπο τη μεταξύ τους διαμάχη.
Με την αναφορά του χορού στον αμοιβαίο θάνατο των δύο αδελφών ο ποιητής επανέρχεται στην υπόθεση του δράματος.
Ο χορός, που με τα λόγια του εκπροσωπεί την κοινή γνώμη της Θήβας, έστω κι αν έχει επισημάνει πως ο Πολυνείκης ήταν αυτός που οδήγησε τον στρατό των Αργείων, δεν προχωρά σε κάποιο σχόλιο που να φανερώνει ότι παίρνει το μέρος του ενός ή του άλλου. Τα δύο αδέρφια χαρακτηρίζονται «δόλια» (δύσμοιρα), προκειμένου να τονιστεί η συγκίνηση του χορού για την απώλεια και των δύο μελών της βασιλικής οικογένειας. Ωστόσο, και παρά το γεγονός ότι ο θάνατός τους αποτελεί πηγή θλίψης για τους Θηβαίους, η νίκη έναντι των Αργείων έχει πολύ μεγαλύτερη βαρύτητα, καθώς επιτρέπει στους πολίτες να αισθανθούν και πάλι ασφαλείς.  

Τώρα πια η Νίκη μας ήρθε μεγαλόχαρη,
αντίδωρο στη Θήβα που αρματώθηκε
και στο νωπό τον πόλεμο ρίξαμε λησμονιά.
Στους ναούς των θεών να χυθούμε
κι ίσαμε το ξημέρωμα να στήσουμε χορό,
και πρώτος πρώτος το χορό να σέρνει
ο Βάκχος, που σειέται και λυγιέσαι, Θήβα.

Ο χορός αντιπαρέρχεται γρήγορα την αδελφοσφαγή. Προτρέπει σε ολονύχτιους χορούς προς τιμήν του Διονύσου, προστάτη της Θήβας.
Ο χορός, αν και αισθάνεται το οδυνηρό του θανάτου των δύο αδελφών, δεν μπορεί ωστόσο να επιτρέψει σ’ αυτή την απώλεια να επισκιάσει τη χαρά των πολιτών για τη σωτηρία της Θήβας από έναν επικίνδυνο εχθρό. Έτσι προσπερνά γρήγορα το δυσάρεστο του διπλού αυτού φονικού και ζητά από τους πολίτες να ξεχάσουν τον πολύ πρόσφατο αυτό πόλεμο, αφού η Νίκη ήρθε σε αυτούς, και να επιδοθούν σε χορούς. Τον χορό θα τον σέρνει, όπως τονίζει ο χορός, ο ίδιος ο Διόνυσος, που ας μην ξεχνάμε ήταν στενά συνδεδεμένος με τη δραματική ποίηση∙ ήταν, βέβαια, κι ο θεός του κρασιού, και άρα, των γλεντιών που συνοδεύονται από οινοποσία και πρόσχαρη διάθεση. Ο Διόνυσος είναι εκείνος που μπορεί να παρασύρει όλη τη Θήβα σε μια πραγματική γιορτή, αφού έχει τη δύναμη να κάνει τους πολίτες να ξεχάσουν τα πρόσφατα δεινά τους και να αφεθούν στο κλίμα του ενθουσιασμού.  
Ας σημειωθεί, επίσης, ότι σύμφωνα με την παράδοση ο Διόνυσος είχε γεννηθεί στη Θήβα και κατείχε έτσι το ρόλο του προστάτη της πόλης.

(Έρχεται ο Κρέοντας από το παλάτι, συνοδευόμενος από φρουρούς.)

Αλλά να, ο Κρέοντας του Μενοικέα μπαίνει,
βασιλέας της χώρας νεόκοπος,
φορτωμένος νωπές θεϊκές συγκυρίες.
Πού τάχα το μυαλό του πελάγωσε
και κάλεσε τους γέροντες
στέλνοντας προσταγή κοινή
για τούτη τη συνάθροιση;

Η αναγγελία της εισόδου του Κρέοντα διακόπτει το λυρικό μέλος. Οι απροσδόκητες συντυχίες από τους θεούς τον ανακήρυξαν βασιλιά. Αυτός έχει καλέσει τον χορό, που αναμένει τις προσταγές του.

ΑΣΚΗΣΕΙΣ

1. Μετά από ποιο μέρος του δράματος ακολουθεί η πάροδος; Ποιο είναι το επόμενο μέρος;

Η πάροδος, το άσμα που τραγουδούσε ο χορός, καθώς έμπαινε στην ορχήστρα με ρυθμικό βηματισμό, ακολουθεί τον Πρόλογο∙ με τον πρόλογο, που σημαίνει τον πρώτο λόγο του ηθοποιού, οι θεατές εισάγονται στην υπόθεση της τραγωδίας. Ενώ το μέρος που ακολουθεί είναι το Α΄ Επεισόδιο. Τα επεισόδια είναι αντίστοιχα με τις σημερινές πράξεις και παρεμβάλλονται μεταξύ των χορικών. Ο ρόλος των επεισοδίων είναι πολύ σημαντικός, γιατί αυτά αναπτύσσουν και προωθούν τη σκηνική δράση μέσα από τις συγκρούσεις των προσώπων.

2. Ποιο είναι το βασικό θέμα της παρόδου; Με ποιον τρόπο εκφράζεται;
Ο χορός στην πάροδο εκφράζει τον ενθουσιασμό και τη χαρά που επικρατεί στη Θήβα, ύστερα από τη σωτηρία της πόλης από την επίθεση του στρατού των Αργείων. Ένα καίριο για τους πολίτες θέμα το οποίο εκφράζεται με ποικίλα μέσα από τον χορό. Αρχικώς έχουμε την προσφώνηση στην ηλιαχτίδα, με την οποία ο χορός υποδέχεται το ξεκίνημα της πιο όμορφης ημέρας για την πόλη της Θήβας∙ μια μέρα ελευθερίας και ευδαιμονίας. Έπειτα, μέσα από την παρομοίωση του στρατού των Αργείων με αετό και του στρατού των Θηβαίων με δράκο, παρουσιάζεται ο μεγάλος κίνδυνος που βίωσαν οι Θηβαίοι από τις σφοδρές επιθέσεις που δέχτηκαν. Κατόπιν ακολουθεί η θαυμαστή παρέμβαση του Δία που φροντίζει μ’ ένα αστροπελέκι να τιμωρήσει παραδειγματικά τον αλαζόνα Καπανέα και να αλλάξει τη ροή της μάχης, χαρίζοντας τη νίκη στους Θηβαίους. Ενώ, στο κλείσιμο της παρόδου έχουμε το κάλεσμα του χορού στους πολίτες να γιορτάσουν με χορούς τη Νίκη που δόθηκε στην πόλη τους.   

3. Πώς συνδέεται η πάροδος με τα προηγούμενα;

Η πάροδος ακολουθεί οργανικά τον πρόλογο, καθώς βρισκόμαστε όχι μόνο στην ίδια τοποθεσία, αλλά και σε στενή χρονική συνέχεια. Ο χορός θα προσφωνήσει την πρώτη ηλιαχτίδα του ήλιου, φανερώνοντας πως βρισκόμαστε ακριβώς στη μέρα που ξημερώνει μετά την ήττα των Αργείων. Ο χορός, δηλαδή, εμφανίζεται αμέσως μετά τη συνάντηση της Αντιγόνης και της Ισμήνης, που έγινε λίγο προτού ξημερώσει.
Στην πάροδο, επίσης, γίνονται αναφορές σε θέματα που είτε έχουν αναφερθεί στον πρόλογο, είτε έχουν άμεση σχέση με όσα αναφέρονται στον πρόλογο:
α) Η ήττα των Αργείων κι η φυγή τους, που έχει ήδη αναφερθεί από την Ισμήνη, έστω κι αν εκείνη δεν τους δίνει τη βαρύνουσα σημασία που λαμβάνουν από τον χορό.
β) Ο αμοιβαίος θάνατος του Ετεοκλή και του Πολυνείκη αναφέρονται και από τον χορό, όπως και από την Ισμήνη προηγουμένως.
γ) Ο χορός μας μεταδίδει τη χαρά των πολιτών, κάτι που δεν αναφέρεται από τις δύο ηρωίδες στον πρόλογο, μιας κι εκείνες βιώνουν το δικό τους θρήνο για τα αδέλφια τους.
δ) Ο χορός αναγγέλλει τον ερχομό του Κρέοντα, για τον οποίο είχε ήδη προετοιμάσει το κοινό η Αντιγόνη.

4. Φαίνεται από την πάροδο η στάση του χορού απέναντι στον Κρέοντα;

Ο χορός δεν αναφέρεται στον Κρέοντα στο πλαίσιο της παρόδου, έστω κι αν ήταν ένας από τους στρατηγούς της Θήβας, ίσως γιατί δεν του αναγνωρίζει κάποιο αξιοσημείωτο κατόρθωμα. Τον κατατάσσει μαζί με τους άλλους αξιόλογους στρατηγούς της πόλης, χωρίς όμως να τον προκρίνει. Θα περίμενε, βέβαια, κανείς να ακουστεί κάποιος έπαινος για τον νέο άρχοντα της Θήβας, όμως η εξουσία περνά στα χέρια του, όχι γιατί υπήρξε σωτήρας της πόλης, όπως κάποτε ο Οιδίποδας, αλλά λόγω της στενής του συγγένειας με τον εκλιπόντα βασιλιά. Η απουσία, πάντως, ειδικής αναφοράς στον Κρέοντα δεν θα πρέπει να εκληφθεί κατ’ ανάγκη ως έλλειψη σεβασμού ή εκτίμησης στο πρόσωπό του, ο χορός, άλλωστε, θα δείχνει καθ’ όλη τη διάρκεια του έργου την οφειλόμενη απέναντι σ’ έναν βασιλιά υπακοή.
Το μόνο σχόλιο για τον Κρέοντα που γίνεται από τον χορό ανήκει στο μη λυρικό μέλος και αφορά το γεγονός ότι είναι «φορτωμένος νωπές θεϊκές συγκυρίες»∙ πρόκειται για μια έμμεση υπενθύμιση πως ο νεόκοπος αυτός βασιλιάς έλαβε τη θέση του χάρη σε διάφορες απρόσμενες συγκυρίες, και όχι γιατί η θέση αυτή του αναλογούσε. Σχόλιο στο οποίο υπό μία έννοια υπολανθάνει η απροθυμία του χορού να αναγνωρίσει τον Κρέοντα ως γνήσιο βασιλιά της πόλης, όπως πιο ξεκάθαρα δηλώνεται αυτό στα λόγια της Αντιγόνης, η οποία τον αποκαλεί στρατηγό και όχι βασιλιά.

5. Το τραγούδι του χορού σκιάζεται από τον θάνατο των δύο αδελφών. Ποια άλλη σκιά πέφτει βαριά πάνω στην πόλη, όπως φαίνεται από τον πρόλογο;

Στην πάροδο ο χορός εκφράζει τη χαρά του για τη νίκη των Θηβαίων έναντι των Αργείων, έστω κι αν στο πλαίσιο των συγκρούσεων σημειώθηκε κι η απώλεια των δύο αδελφών, του Ετεοκλή και του Πολυνείκη. Η σωτηρία της πόλης βαρύνει, εύλογα, περισσότερο από το θάνατο των δύο αδελφών, καθώς σε περίπτωση νίκης των Αργείων τα θύματα κι οι καταστροφές θα ήταν πολύ περισσότερες. Ωστόσο, ο χορός αγνοεί για την ώρα εκείνο που έχει δηλωθεί με έμφαση στον πρόλογο, το διάταγμα δηλαδή του Κρέοντα, με το οποίο απαγορεύει την ταφή του Πολυνείκη. Ο Κρέοντας είναι αποφασισμένος με την αλαζονική συμπεριφορά του να μιάνει συνολικά την πόλη και να προκαλέσει την οργή των θεών.

6. Νομίζετε ότι από την πλευρά της θεατρικής οικονομίας η πάροδος και ο πρόλογος αποτελούν αντίθεση; Να δικαιολογήσετε την απάντησή σας.

Ο πρόλογος παρουσιάζει τα γεγονότα κυρίως από την οπτική της Αντιγόνης και της Ισμήνης, οι οποίες όχι μόνο έχουν χάσει μόλις τα δύο τους αδέλφια, αλλά έχουν κιόλας πληροφορηθεί πως ο Κρέοντας έχει απαγορεύσει την ταφή του Πολυνείκη, προκειμένου να τον τιμωρήσει που βάδισε ενάντια στην Θήβα. Η ήττα των Αργείων κι η σωτηρία της πόλης αναφέρονται παρεμπιπτόντως απ’ την Ισμήνη, χωρίς να αποκτούν ιδιαίτερη βαρύτητα, αφού ό,τι ενδιαφέρει εδώ είναι το ποια στάση θα κρατήσουν οι δύο αδελφές απέναντι στον Κρέοντα και, περισσότερο, απέναντι στον νεκρό αδελφό τους. Ο πρόλογος είναι γεμάτος ένταση, αφού παρουσιάζει τις δύο αδελφές να συγκρούονται και προετοιμάζει τους θεατές για το σκληρό τέλος της Αντιγόνης.
Από την άλλη στην πάροδο, αν και γίνεται λόγος για την απώλεια των δύο αδελφών, εκείνο που κυριαρχεί είναι η χαρά των πολιτών για τη σωτηρία της πόλης. Η αντίθεση, άρα, είναι εμφανής, καθώς εδώ δεν δίνεται έμφαση στα δεινά της βασιλικής οικογένειας, αλλά σε όσα πέρασε συνολικά η πόλη. Στην δριμύτατη επίθεση των Αργείων, στο φόβο των πολιτών για όσα επρόκειτο να πάθουν, και, φυσικά, στον ενθουσιασμό τους που χάρη στην παρέμβαση του Δία γλίτωσαν από την υποδούλωση στους Αργείους κι από την άλωση της πόλης τους.   

7. Θεωρείτε την πάροδο περιττό ή απαραίτητο κομμάτι στο έργο;

Η πάροδος, αν και δεν προωθεί τη δράση, είναι απαραίτητο κομμάτι του έργου, καθώς επιτρέπει στο Χορό να εκφράσει τη δική του θέση απέναντι στα τρέχοντα γεγονότα και να δώσει στο κοινό μια πιο συνολική εικόνα της κατάστασης. Έτσι, ενώ στον πρόλογο κυριαρχεί η αγωνία και η αγανάκτηση της Αντιγόνης για το διάταγμα του Κρέοντα, είναι χάρη στην πάροδο που το κοινό μαθαίνει περισσότερα για όσα προηγήθηκαν και διαπιστώνει τον δικαιολογημένο ενθουσιασμό της πόλης για την ήττα των Αργείων. Η Αντιγόνη είναι επικεντρωμένη στα δεινά της οικογένειάς της και δεν μπαίνει στη διαδικασία να μας μεταδώσει τα συναισθήματα των πολιτών∙ αυτό ακριβώς το κενό καλύπτει η πάροδος. Με το να ακούμε το χορό, που εκφράζει επί της ουσίας τις σκέψεις των πολιτών, μαθαίνουμε τόσο για την αγωνία που πέρασαν οι Θηβαίοι κατά τη διάρκεια της επίθεσης των Αργείων, όσο και για τη χαρά τους που κατόρθωσαν να απαλλαγούν από έναν τέτοιο επικίνδυνο εχθρό. Γίνεται, μάλιστα, αντιληπτό πως οι Θηβαίοι, αν και λυπούνται για την απώλεια του Ετεοκλή και του Πολυνείκη, νιώθουν εντούτοις μεγαλύτερη χαρά για τη σωτηρία της πόλης τους. Προκύπτει κατ’ αυτό τον τρόπο μια συναισθηματική αντίθεση ανάμεσα στον πρόλογο και την πάροδο, που επιτρέπει στο κοινό να εκτονωθεί από την ένταση του προλόγου και τη δύσκολη θέση στην οποία έχει περιέλθει η ηρωίδα του δράματος.

0 σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Related Posts Plugin for WordPress, Blogger...