Με
βάση τις ιστορικές σας γνώσεις και αντλώντας στοιχεία από τα ακόλουθα κείμενα
να αναφερθείτε στον εθνικό διχασμό κατά τη διάρκεια του Α΄ Παγκόσμιου Πολέμου,
παρουσιάζοντας τις ενέργειες τόσο του Ελευθέριου Βενιζέλου όσο και του βασιλιά
Κωνσταντίνου.
Κείμενο
Α
Προβλέποντας την επικείμενη κατάρρευση
της Σερβίας, ο Βενιζέλος αύξησε την πίεση που ασκούσε στον βασιλιά. Ο
Κωνσταντίνος παρέμεινε πεισματικά ουδετερόφιλος· αρχικά δέχθηκε απλώς να
κηρυχθεί επιστράτευση ως απάντηση στην επιστράτευση της Βουλγαρίας.
Ο Βενιζέλος επεσήμανε στον βασιλιά ότι
η συστηματική άρνησή του να συνταχθεί με τη βούληση της κοινοβουλευτικής
πλειοψηφίας συνιστούσε παραβίαση του Συντάγματος. Προσπάθησε επίσης να τον
πείσει ότι η στάση της Ελλάδας δεν ήταν απλή ουδετερότητα αλλά «ευμενής
ουδετερότης» υπέρ της Γερμανίας· και στρεφόταν πλέον σαφώς κατά της Entente, η οποία θεωρούσε την Ελλάδα κατ’
ουσίαν σύμμαχο της Γερμανίας. Πράγματι, η Entente θα
είχε ήδη κηρύξει τον πόλεμο στην Ελλάδα αν δεν υπήρχε η διεθνώς πασίγνωστη
διαφωνία των δύο ανδρών και οι διπλωματικές προσπάθειες του Βενιζέλου να
διατηρήσει ανοιχτές τις διαπραγματεύσεις με τη βρετανική κυβέρνηση.
Παρ’ όλα αυτά, ο Κωνσταντίνος παρέμεινε
αμετάπειστος· και ο Βενιζέλος παραιτήθηκε στις 5 Οκτωβρίου [1915],
καταγγέλλοντας ως αντισυνταγματική τη στάση του βασιλιά. Ο Κωνσταντίνος ανέθεσε
τότε την πρωθυπουργία στον Αλέξανδρο Ζαΐμη· ο οποίος, επικεφαλής συνασπισμού
αντιβενιζελικών κομμάτων, σχημάτισε κυβέρνηση μειοψηφίας και ζήτησε ψήφο
εμπιστοσύνης.
[Γιώργος Β. Δερτιλής, Επτά πόλεμοι,
τέσσερις εμφύλιοι, επτά πτωχεύσεις 1821-2016, Εκδόσεις Πόλις]
Κείμενο
Β
Στις 23 Σεπτεμβρίου / 6 Οκτωβρίου
[1915], οι αυστρογερμανικές δυνάμεις εξαπέλυσαν επίθεση κατά της Σερβίας και
μία εβδομάδα αργότερα επιτέθηκε και η Βουλγαρία. Κάτω από την πίεση των
γεγονότων, η Βρετανία αποφάσισε να προωθήσει την ανασύσταση ενός βαλκανικού
συνασπισμού με την υπόσχεση παροχής στρατιωτικής βοήθειας στη Ρουμανία και την
Ελλάδα, αν έσπευδαν να βοηθήσουν τη Σερβία. Επιπλέον στην Ελλάδα δόθηκε η
υπόσχεση να πάρει την Κύπρο, καθώς και μερίδιο από τα κέρδη στο τέλος του
πολέμου. Ενώ οι σύμμαχοι συζητούσαν την πιθανότητα να προσφέρουν μαζί με την
Κύπρο, και τη Θράκη, η ελληνική κυβέρνηση απέρριψε την προσφορά της Βρετανίας.
[Ιστορία του Ελληνικού Έθνους, Τόμος
ΙΕ΄, Εκδοτική Αθηνών]
Κείμενο
Γ
Οι συγκρούσεις βασιλικών και
βενιζελικών συνεχίζονταν με ολοένα μεγαλύτερη βιαιότητα, οδηγώντας στον
εμφύλιο.
Στις 26 και 27 Αυγούστου 1916 οι
Φιλελεύθεροι συγκέντρωσαν πλήθη οπαδών σε δύο συγκεντρώσεις στην Αθήνα. Ο
Βενιζέλος κάλεσε τον βασιλιά να σεβαστεί το Σύνταγμα και να υπηρετήσει το
συμφέρον της χώρας όπως το είχε εκτιμήσει η τελευταία κυβέρνησή του, η μόνη που
εκπροσωπούσε την πλειοψηφία του λαού.
Την επομένη, στα ελληνοβουλγαρικά
σύνορα, ο αρχηγός του Δ΄ Σώματος Στρατού το παρέδωσε ολόκληρο αμαχητί στις
βουλγαρικές και γερμανικές δυνάμεις, οι οποίες κατέλαβαν έτσι ολόκληρη την
ανατολική Μακεδονία. Την ενέργεια είχε καταφανώς εγκρίνει ο βασιλιάς ως αρχηγός
των Ενόπλων Δυνάμεων. Όντας πλέον σε στρατηγική επαφή με τα οθωμανικά
στρατεύματα, οι Κεντρικές Δυνάμεις απειλούσαν τη Θεσσαλονίκη και διεκδικούσαν
τον έλεγχο του Αιγαίου από την Ελλάδα και ολόκληρης της Μεσογείου από τη Μεγάλη
Βρετανία.
Τη μεθεπομένη 29 Αυγούστου βενιζελικοί
αξιωματικοί κήρυξαν στη Θεσσαλονίκη το κίνημα της «Εθνικής Άμυνας». Τρεις
εβδομάδες αργότερα ο Βενιζέλος σχημάτισε «προσωρινή κυβέρνηση», οργάνωσε το
εκεί στράτευμα και κήρυξε τον πόλεμο στις Κεντρικές Δυνάμεις και τη Βουλγαρία.
Ο εμφύλιος είχε χωρίσει την Ελλάδα σε δύο κράτη.
[Γιώργος Β. Δερτιλής, Επτά πόλεμοι,
τέσσερις εμφύλιοι, επτά πτωχεύσεις 1821-2016, Εκδόσεις Πόλις]
Με αφορμή τον Α΄ Παγκόσμιο πόλεμο,
εκφράστηκαν διαφορετικές απόψεις ως προς τη σκοπιμότητα ή μη της συμμετοχής της
Ελλάδας στον πόλεμο. Οι Φιλελεύθεροι τάσσονταν υπέρ της συμμετοχής στον πόλεμο,
στο πλευρό της Αντάντ, επειδή προσδοκούσαν ότι με αυτόν τον τρόπο η Ελλάδα θα
είχε εδαφικά οφέλη. Ο βασιλιάς και το Γενικό Επιτελείο είχαν διαφορετική
εκτίμηση. Θεωρούσαν ανεύθυνη τη θέση των Φιλελευθέρων, εκτιμώντας ότι η έκβαση
του πολέμου ήταν αβέβαιη και θα μπορούσαν να νικήσουν οι Κεντρικές δυνάμεις.
Δεδομένης της κυριαρχίας της Αγγλίας στην ανατολική Μεσόγειο, και παρά τους
δεσμούς του με τη Γερμανία, ο Κωνσταντίνος δεν μπορούσε να ζητήσει συμμετοχή
στον πόλεμο στο πλευρό των Κεντρικών Δυνάμεων, γι' αυτό έλαβε θέση υπέρ της
ουδετερότητας της Ελλάδας. Η εμμονή του Κωνσταντίνου στη θέση αυτή, τον οδήγησε
να δράσει με τρόπο που υπέσκαπτε τα θεμέλια του πολιτικού συστήματος. Ο
βασιλιάς, ανέπτυξε μυστική διπλωματία εν αγνοία Γης κυβέρνησης, καταφεύγοντας
ακόμη και σε παράνομα μέσα (π.χ. παράδοση απόρρητων διπλωματικών εγγράφων στους
Γερμανούς.) Το 1915 προκάλεσε δύο φορές την παραίτηση της κυβέρνησης. Η διάσταση μεταξύ των δύο πολιτικών ανδρών
επιβεβαιώνεται και από το Α΄ παράθεμα, όπου καταγράφεται πως ο Ελευθέριος
Βενιζέλος διαβλέποντας την επιδείνωση του κλίματος στο πολεμικό πεδίο
προσπαθούσε όλο και εντονότερα να μεταπείσει τον Κωνσταντίνο, προκειμένου να
εγκαταλειφθεί η ουδετερότητα. Ο Κωνσταντίνος, ωστόσο, παρέμεινε αμετάπειστος,
δεχόμενος μόνο να κηρύξει επιστράτευση ως άμεση αντίδραση στην επιστράτευση της
Βουλγαρίας. Ο Βενιζέλος ζητούσε από τον βασιλιά να σεβαστεί τη θέληση της
κυβερνητικής πλειοψηφίας, τονίζοντάς του πως η διατήρηση της ουδετερότητας
εκλαμβανόταν πλέον από την Entente ως ένδειξη πως η Ελλάδα λειτουργεί υπέρ της
Γερμανίας. Ήταν, μάλιστα, σαφές πως η Entente θα κήρυττε τον πόλεμο στην
Ελλάδα, αν δεν ήταν γνωστή η διαφωνία του Βενιζέλου με τον Κωνσταντίνο, καθώς
και οι συνεχείς προσπάθειες του πρώτου να διατηρήσει ανοιχτές τις
διαπραγματεύσεις με τη Βρετανία. Ο Ελευθέριος Βενιζέλος, πάντως, αναγκάστηκε να
παραιτηθεί τον Οκτώβρη του 1915, εφόσον έβλεπε πως δεν μπορούσε να μεταπείσει
τον Κωνσταντίνο, καταγγέλλοντας τον βασιλιά για την αντισυνταγματική του στάση.
Ως απάντηση, ο Κωνσταντίνος ανέθεσε την πρωθυπουργία στον Αλέξανδρο Ζαΐμη. Συνάμα,
αξίζει να προσεχθεί πως σε ό,τι αφορά την προσδοκία των Φιλελεύθερων πως η
Ελλάδα θα μπορούσε να αποκομίσει εδαφικά οφέλη, αν συνεργαζόταν με την Entente, το
Β΄ παράθεμα μας πληροφορεί πως η ελληνική κυβέρνηση (Ζαΐμη) έλαβε πρόταση
από την Βρετανία, σύμφωνα με την οποία θα παραχωρούταν στη Ελλάδα η Κύπρος σε
αντάλλαγμα για την παροχή στρατιωτικής συνδρομής στη Σερβία. Οι σύμμαχοι,
μάλιστα, συζητούσαν να προσφέρουν στην Ελλάδα και την περιοχή της Θράκης, όταν
έγινε γνωστό πως η ελληνική κυβέρνηση είχε απορρίψει την πρότασή τους.
Στις εκλογές που προκηρύχθηκαν μετά τη
δεύτερη παραίτηση του Βενιζέλου, δεν συμμετείχαν οι Φιλελεύθεροι, καθώς
θεωρούσαν την ενέργεια του βασιλιά ως παραβίαση του συντάγματος. Εκδηλώσεις
βίας και φανατισμού δημιούργησαν χάσμα ανάμεσα στις δύο παρατάξεις και
κυριάρχησε το μίσος. Όποιος ήταν κατά του πολέμου, κινούσε αμέσως την υποψία
στους Βενιζελικούς, ότι ήταν κατά της κοινοβουλευτικής δημοκρατίας, κατά των
εθνικών συμφερόντων. Οι Αντιβενιζελικοί έβλεπαν στο πρόσωπο των Βενιζελικών
βίαιους πράκτορες της Αντάντ, που μάχονταν τον βασιλιά, κατέστρεφαν την ενότητα
του έθνους και έθεταν σε κίνδυνο το κράτος. Τα δύο κόμματα διέφεραν όλο και
λιγότερο μεταξύ τους στην πολιτική πρακτική και την προπαγάνδα, παράλληλα όμως
όλο και περισσότερο ενισχυόταν ο διπολισμός. Στα μέσα του 1916 το Κοινοβούλιο
χάθηκε ουσιαστικά από το προσκήνιο. Το κλίμα της εποχής επέτρεψε να
συμμετάσχουν στη διαμάχη και στρατιωτικοί, οι οποίοι δημιούργησαν δύο
οργανώσεις αντίθετες μεταξύ τους, ανάλογα με το αν τα συμφέροντα κάθε ομάδας
εξυπηρετούνταν από τον πόλεμο ή την ουδετερότητα. Στις 26 Σεπτεμβρίου ο
Βενιζέλος συγκρότησε δική του κυβέρνηση στη Θεσσαλονίκη. Οι πληροφορίες για τις
εντάσεις του διχασμού επιβεβαιώνονται
και από το παράθεμα Γ΄, όπου καταγράφεται επίσης πως οι Φιλελεύθεροι
πραγματοποίησαν τον Αύγουστο του 1916 δύο μεγάλες συγκεντρώσεις στην Αθήνα, με
τον Βενιζέλο να προβαίνει σε μια ακόμη έκκληση προς τον Κωνσταντίνο να σεβαστεί
το Σύνταγμα, αλλά και τη θέληση της πλειοψηφίας του ελληνικού λαού.
Επιπροσθέτως, στο ίδιο παράθεμα, τονίζεται πως στις 28 Αυγούστου παραδόθηκε
αμαχητί το Δ΄ Σώμα Στρατού στις γερμανικές και βουλγαρικές δυνάμεις στην
περιοχή των ελληνοβουλγαρικών συνόρων· κίνηση που έγινε δίχως άλλο με την
έγκριση του Κωνσταντίνου, εφόσον ήταν εκείνος που είχε την αρχηγεία των Ενόπλων
Δυνάμεων. Επρόκειτο για μια προφανή επιδείνωση του κλίματος, καθώς πλέον οι
Κεντρικές Δυνάμεις απειλούσαν ευθέως τη Θεσσαλονίκη κι ήταν σε θέση να πάρουν
τον έλεγχο του Αιγαίου από την Ελλάδα. Συνακόλουθα, στις 29 Αυγούστου κηρύχθηκε
στη Θεσσαλονίκη το κίνημα της «Εθνικής Άμυνας» από βενιζελικούς αξιωματικούς,
επιτρέποντας στον Βενιζέλο λίγες εβδομάδες μετά να σχηματίσει εκεί προσωρινή
κυβέρνηση.
Οι συγκρούσεις πήραν σταδιακά
διαστάσεις εμφυλίου πολέμου. Οι Αντιβενιζελικοί άσκησαν τρομοκρατία στους
αντιπάλους, ενώ ο Βενιζέλος κήρυξε έκπτωτο το βασιλιά, ο οποίος υπό την πίεση
της Αντάντ εγκατέλειψε το θρόνο και τη χώρα. Οι Φιλελεύθεροι ανέλαβαν στην
Αθήνα τη διακυβέρνηση και κήρυξαν τη χώρα σε κατάσταση πολιορκίας. Ο εθνικός
διχασμός εξαπλώθηκε στο στράτευμα, καθώς ευνοήθηκαν οι αξιωματικοί της
οργάνωσης «Εθνική Άμυνα» εις βάρος άλλων. Η κυβέρνηση παρέτεινε τη θητεία της
Βουλής, παρά την πίεση που ασκούσαν τα κόμματα της αντιπολίτευσης.
Η κυβέρνηση των Φιλελευθέρων οδήγησε
την Ελλάδα στον πόλεμο στο πλευρό της Αντάντ, αποσκοπώντας, όπως προαναφέρθηκε,
στην ικανοποίηση εθνικών διεκδικήσεων. Οι Αντιβενιζελικοί διαφωνούσαν και
παρακολουθούσαν με δυσαρέσκεια τις εξελίξεις, καθώς τάσσονταν υπέρ της
διατήρησης των εκτός Ελλάδος ελληνικών πληθυσμών και υπέρ της ευκαιριακής
προσάρτησης εδαφών χωρίς κίνδυνο. Ο εθνικός διχασμός έφτασε στο αποκορύφωμά του
με την απόπειρα δολοφονίας του Βενιζέλου και τη δολοφονία του Ίωνος Δραγούμη,
το 1920.
0 σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου