Diego Rivera
Ιστορία
Προσανατολισμού: Διαγώνισμα (Εργατικό κίνημα - Εδραίωση του δικομματισμού)
ΟΜΑΔΑ
ΠΡΩΤΗ
ΘΕΜΑ
Α1
Να δώσετε το περιεχόμενο των ακόλουθων
όρων:
α. Κλήριγκ
β. Τανζιμάτ
γ. ΔΟΕ
Μονάδες 15
ΘΕΜΑ Α2
Να χαρακτηρίσετε τις προτάσεις που
ακολουθούν, γράφοντας στο τετράδιό σας, δίπλα στο γράμμα που αντιστοιχεί στην
κάθε πρόταση, τη λέξη Σωστό, αν η πρόταση είναι σωστή, ή Λάθος,
αν η πρόταση είναι λανθασμένη:
α. Η Ελλάδα του μεσοπολέμου είχε
ομογενοποιηθεί εθνικά, με τις μειονότητες να αντιπροσωπεύουν λιγότερο του 7%
του συνολικού πληθυσμού.
β. 26.000.000 δραχμές από τα δάνεια
χρησιμοποιήθηκαν για τη ναυπήγηση τριών θωρηκτών το 1879.
γ. Η Τράπεζα της Ελλάδος άρχισε να
λειτουργεί το 1927.
δ. Το 1869 υπήρχαν στις εκλογές 24
τοπικά ψηφοδέλτια, ενώ το 1885 μόνο 4.
ε. Η κοινοβουλευτική ομάδα των Ιαπώνων
υπό τον Δημήτριο Γούναρη ιδρύθηκε το 1906.
Μονάδες 5
ΘΕΜΑ Β1
α) Ποιοι παράγοντες οδήγησαν τους
Έλληνες ομογενείς κεφαλαιούχους στο να αναγνωρίσουν την Ελλάδα ως πεδίο
επιχειρηματικής δραστηριότητας τη δεκαετία του 1870; (μονάδες 5) β) Σε ποιους τομείς αναπτύχθηκε η
επενδυτική τους δραστηριότητα; (μονάδες 5) γ)
Ποια ήταν τα χαρακτηριστικά των επενδύσεων αυτών; (μονάδες 5) Μονάδες 15
ΘΕΜΑ Β2
Να αναφερθείτε: α) Στην ανοδική πορεία
που ακολούθησε η ελληνική ναυτιλία κατά τον 19ο αιώνα (μονάδες 7),
και β) στην είσοδο της ελληνικής ναυτιλίας στην εποχή του ατμού (μονάδες 8). Μονάδες
15
ΟΜΑΔΑ
ΔΕΥΤΕΡΗ
ΘΕΜΑ Γ1
Αξιοποιώντας τις ιστορικές σας γνώσεις και
αντλώντας στοιχεία από τα παρακάτω κείμενα, να παρουσιάσετε:
α) τους παράγοντες, οι οποίοι έδωσαν
ώθηση στο ελληνικό εργατικό κίνημα, από την ενσωμάτωση της Θεσσαλονίκης στην
Ελλάδα έως και την ίδρυση του ΣΕΚΕ (μονάδες 15) και β) τις αρχές και το πρόγραμμα
του ΣΕΚΕ (μονάδες 10).
Μονάδες 25
ΚΕΙΜΕΝΟ
Α
Οἱ βαλκανικοὶ
πόλεμοι μὲ τὴν ἐπιστράτευσιν
εἶχον
νεκρώσει πᾶσαν σοσιαλιστικὴν
ζύμωσιν εἰς τὴν Παλαιὰν
Ἑλλάδα.
Ἡ
ἐπιστράτευσις,
ὁ
στρατιωτικὸς νόμος καὶ
αἱ
ἐθνικαὶ
νίκαι μετέβαλον τὴν κατάστασιν. Ἀλλὰ
συγχρόνως οἱ πόλεμοι ἤνοιξαν νέους καὶ
ἀνελπίστους
ὁρίζοντας
καπιταλιστικῆς ἀναπτύξεως διὰ
τὴν
μικρὰν
ἄλλοτε
Ἑλλάδα.
Καὶ
μαζὶ
μὲ
τὴν
ἀνάπτυξιν
τῆς
βιομηχανίας, τῆς ναυτιλίας καὶ
τοῦ
ἐμπορίου,
τῆς
μεταφορᾶς
καὶ
τῆς
συγκοινωνίας, ἀναπτύσσεται καὶ
ἡ
ἐργατικὴ
τάξις. Ἡ
σοσιαλιστικὴ ἰδέα ἐπανευρίσκει
τὴν
ἐκδήλωσίν
της. Ἡ
ἀπήχησις
τῆς
Φεντερασιὸν ἔχει καὶ
αὐτὴ
εὐνοϊκὴν
ἐπίδρασιν.
[...] Τὸ
1918 εἰς
700 καὶ
πλέον μεγάλας ἐπιχειρήσεις ἠσχολοῦντο
περὶ
τοὺς
70.000 ἐργάτας
βιομηχανίας. Ἄλλοι 60-70.000 τοὐλάχιστον
ἐργάται
βιοτεχνίας καὶ ἐμπορίου δέον νὰ
προστεθοῦν
εἰς
τὸν
ἀριθμὸν
τῶν
βιομηχανικῶν ἐργατῶν.
Ἡ
συντεχνιακή μορφὴ τῆς οἰκονομίας
παρεχώρησε τὴν θέσιν της εἰς
τὴν
καθαρῶς
κεφαλαιοκρατικήν.
Α. Μπεναρόγιας, Ἡ
πρώτη σταδιοδρομία τοῦ ἑλληνικοῦ
προλεταριάτου, ἐπιμ. Α. Ἐλεφάντη, Αθήνα:
«Κομμούνα», 1986, σσ. 86, 110.
ΚΕΙΜΕΝΟ
Β
[ΤΟ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ΤΟΥ ΣΕΚΕ]
«Τὸ συνέδριο τοῦ
Κόμματος δέχεται: τὴν κατάργησιν τοῦ
βασιλικοῦ
θεσμοῦ
καὶ
τὴν
ἐκδημοκράτησιν
τῆς
νομοθετικῆς, ἐκτελεστικῆς
καὶ
δικαστικῆς
ἐξουσίας,
δηλαδὴ
τὴν
ἐγκαθίδρυσιν
τῆς
Λαϊκῆς
Δημοκρατίας ὡς μεταβατικῆς
περιόδου διὰ τὴν πραγματοποίησιν τῆς
σοσιαλιστικῆς πολιτείας».
Γ. Κορδάτος, Ἱστορία
τοῦ
Ἑλληνικοῦ
Ἐργατικοῦ
Κινήματος, Ἀθήνα: Ἐκδόσεις Μπουκουμάνης,
1972, σ. 315.
Τὸ σχέδιο πάνω στὴν
ἐξωτερικὴ
πολιτικὴ
ποὺ
υἱοθετήθηκε
ἀπὸ
τὸ
Σοσιαλιστικὸ Ἐργατικὸ
Κόμμα Ἑλλάδος
(ΣΕΚΕ), ἦταν
τὸ
ἀκόλουθο:
[...]
– Καταγγελία ὅλων
τῶν
μυστικῶν
συνθηκῶν
καὶ
κατάργησις τῆς μυστικῆς διπλωματίας.
– Ἄμεσος ἀποστράτευσις
καὶ
γενικὸς
ἀφοπλισμὸς
καὶ
κατεδάφισις ὅλων τῶν φρουρίων καὶ
ὀχυρώσεων.
– Ἀποκατάστασις ὅλων
τῶν
Ἐθνῶν
μικρῶν
καὶ
μεγάλων μὲ πλῆρες δικαίωμα ν’ ἀποφασίζουν
περὶ
τοῦ
συστήματος τῆς διοικήσεώς των.
– Κατάρτισις τῶν
τωρινῶν
συμμαχιῶν
καὶ
ἄμεσος
σχηματισμὸς τῆς Κοινωνίας τῶν
Ἐθνῶν
πρὸς
ἐξασφάλισιν
τῆς
ἀνεξαρτησίας
ἁπάντων.
Πρὸς πραγματοποίησιν τῶν
ἀνωτέρω
ὅρων
τὸ
Σοσιαλιστικὸν Ἐργατικὸν
Κόμμα τῆς
Ἑλλάδος
κρίνει ἀναγκαίαν
καὶ
ἐπείγουσαν
τὴν
σύγκλησιν διεθνοῦς σοσιαλιστικοῦ
συνεδρίου οὗ αἱ ἀποφάσεις
νὰ
εἶναι
ὑποχρεωτικαὶ
δι’ ὅλα
τὰ
ἐργατικὰ
κόμματα.
Γ. Β. Λεονταρίτης, Τὸ
Ἑλληνικὸ
Σοσιαλιστικὸ Κίνημα κατὰ
τὸν
Πρῶτο
Παγκόσμιο Πόλεμο, μετ. Σ. Ἀντίοχος, Ἀθήνα: Ἑξάντας,
1978, σ. 270
ΘΕΜΑ Δ1
Αξιοποιώντας τις ιστορικές σας γνώσεις
και αντλώντας στοιχεία από τα παρακάτω κείμενα, να παρουσιάσετε:
α) τις αντιλήψεις του Χ. Τρικούπη όσον
αφορά το κράτος, τη διοίκηση και την οικονομία, αντιπαραβάλλοντάς τες με τις
αντίστοιχες του πολιτικού του αντιπάλου Θ. Δηλιγιάννη. (μονάδες 17)
β) τις προσπάθειες που κατέβαλλε ο Χ.
Τρικούπης, ως πρωθυπουργός, για την υλοποίηση αυτών των αντιλήψεων. (μονάδες 8)
Μονάδες 25
ΚΕΙΜΕΝΟ
Α
[...] Η νέα Βουλή άρχισε τις εργασίες
της στις 26 Φλεβάρη 1882 [...]. Ο νέος πρωθυπουργός [Χαρίλαος Τρικούπης] στον
προγραμματικό του λόγο είπε: [...]
«Τὸ πρόγραμμα ἡμῶν
[...] ζητεῖ τὴν ἀνόρθωσιν
τοῦ
τόπου. Ἡ
κοινωνία ζητεῖ φραγμοὺς κατὰ
τῶν
ὑπερβασιῶν
τῆς
κυβερνήσεως, κατὰ τῶν ὑπερβασιῶν
παντός ἰσχύοντος,
κατὰ
τῶν
ὑπερβασιῶν
τῆς
Βουλῆς.
Ὅ,τι
πρέπει νὰ
ἐπιζητῶμεν
σήμερον εἶναι οὐχὶ
ἐπίδειξις
πλαστοῦ
ἰσοζυγίου,
ἀλλὰ
πρέπει νὰ
ἐπιζητῶμεν
σήμερον ἐν
τῇ
πολιτικῇ
τοῦ
κράτους τὴν ὁδόν, ἥτις
θέλει φέρει εἰς τὸ ἰσοζύγιον,
ἐὰν
ἐμμείνωμεν
ἀκραδάντως
ἐν
αὐτῇ.
Ὀφείλομεν
ἐν
τῇ
διαρρυθμίσει τῶν οἰκονομικῶν
νὰ
ἐπιζητήσωμεν
αὐτὴν
διὰ
τῆς
ὅσον
[δυνατόν] ἐλαττώσεως τῶν
δαπανῶν,
ἐπιτρεπούσης
ὅμως
πλήρη τὴν
ἀνάπτυξιν
τῶν
παραγωγικῶν δυνάμεων, τῶν
πόρων τοῦ
ἔθνους
καὶ
τὴν
ἐπαύξησιν
τῶν
πόρων τοῦ
κράτους. Διὰ τοῦτο πᾶσα
θυσία, τὴν
ὁποίαν
ἠθέλομεν
ζητήσει παρὰ τῆς Βουλῆς
πρὸς
τὸν
σκοπὸν
τῆς
ἐνισχύσεως
τῶν
βιομηχανικῶν δυνάμεων τοῦ
τόπου, τῆς
συγκοινωνίας καὶ πάντων δι’ ὧν
προάγεται ἡ ὑλικὴ
δύναμις, θέλει ψηφισθῇ...»
Γ. Κορδάτου, Μεγάλη Ιστορία της
Ελλάδας, τ. ΧΙΙ, σ.382, στο Κ.Ε.Ε., Αξιολόγηση των μαθητών στο μάθημα Θέματα
Νεοελληνικής Ιστορίας, τχ. πρώτο, Αθήνα 1999, σσ.55-56.
ΚΕΙΜΕΝΟ
Β
[...] Το δημοσιονομικό πρόγραμμα του
Δηλιγιάννη μπορεί να συνοψισθεί σε δύο βασικές κατευθυντήριες ιδέες: Η
πρώτη[...]επαναλαμβάνεται σε όλα τα προεκλογικά και μετεκλογικά προγράμματα του
δηλιγιαννισμού της εικοσαετίας 1885-1905: οικονομία στις δημόσιες δαπάνες, που
θα προκαλέσει ελάττωση της φορολογικής επιβαρύνσεως και θα αποτελέσει κίνητρο
για τη σταδιακή, φυσική, αύξηση της εγχώριας παραγωγής από όλους τους
παράγοντες του ενεργού οικονομικά πληθυσμού. Η δεύτερη, η έννοια της εθνικής
εργασίας, που αναπτύσσει τις δυνατότητές της κάτω από τη σκέπη της κρατικής
πολιτικής λιτότητας και στον τομέα των κρατικών δαπανών, αλλά και στο
φορολογικό τομέα, σε τρόπο ώστε το κοινωνικό σώμα, χωρίς ταξικές διακρίσεις, να
βρίσκεται σε στενή συνεργασία με το κράτος, είναι μια καινούργια ιδέα. [...]
Ιστορία του Ελληνικού Έθνους, τ. ΙΔ΄,
Εκδοτική Αθηνών
ΚΕΙΜΕΝΟ
Γ
[...] Για την κατασκευή των
σιδηροδρόμων το κράτος διέθεσε συνολικά το 68% των αναγκαίων πόρων από δάνεια,
από τα οποία πάλι το 74% αντλήθηκε από τις διεθνείς χρηματαγορές. [...] Αυτή η
οικονομική και δημοσιονομική πολιτική είχε ως αποτέλεσμα μια αυξανόμενη και για
τα ελληνικά δεδομένα ασυνήθιστα υψηλή επιβάρυνση των φορολογουμένων. [...] Όσο
για τη φορολογική δικαιοσύνη πρέπει να διαπιστώσουμε ότι τα μερίσματα των
μετοχών δεν επιβαρύνονταν καθόλου, ενώ άλλα έσοδα από κεφάλαιο καθώς και τα
κέρδη των τραπεζών φορολογούνταν ελάχιστα, για να υπάρχουν κίνητρα για μεταφορά
κεφαλαίων στην Ελλάδα. Τα φορολογικά βάρη έφεραν οι καταναλωτές μέσω των
έμμεσων φόρων [...]. Σε αυτά προστίθενταν οι δασμοί που επιβάλλονταν κυρίως με
εισπρακτικά κριτήρια.
Το ποσοστό των έμμεσων φόρων στα
δημόσια έσοδα αυξήθηκε πάντως από 50% το 1863 σε 68% το 1890, ενώ το ποσοστό
των εσόδων από τη φορολόγηση αγροτικών προϊόντων μειώθηκε στο ίδιο διάστημα από
48% σε 22%.
Gunnar Hering, Τα πολιτικά κόμματα στην
Ελλάδα 1821-1936, μτφ. Θ. Παρασκευόπουλος τ.Α΄, Αθήνα, 2006, σ. 572-574.
Ενδεικτικές
απαντήσεις
ΘΕΜΑ
Α1
Να
δώσετε το περιεχόμενο των ακόλουθων όρων:
Κλήριγκ
α. Στο εξωτερικό εμπόριο, μετά την κρίση
του 1932, κυριάρχησε προοδευτικά η μέθοδος του διακανονισμού «κλήριγκ». Οι
διεθνείς συναλλαγές δεν γίνονταν, δηλαδή, με βάση το μετατρέψιμο συνάλλαγμα
αλλά με βάση διακρατικές συμφωνίες που κοστολογούσαν τα προς ανταλλαγή προϊόντα
και φρόντιζαν να ισοσκελίσουν την αξία των εισαγωγών με την αντίστοιχη των
εξαγωγών, στο πλαίσιο ειδικών λογαριασμών. Για μια χώρα, όπως η Ελλάδα, όπου οι
συναλλαγές με το εξωτερικό ήταν έντονα ελλειμματικές, η διαδικασία αυτή, πέρα
από τα αρνητικά, είχε και θετικά στοιχεία.
Τανζιμάτ
β. Στην Οθωμανική αυτοκρατορία
εφαρμόστηκαν οι συνταγματικές μεταρρυθμίσεις του Τανζιμάτ (1856) που έδιναν
διευρυμένα δικαιώματα στους χριστιανούς της αυτοκρατορίας. Οι μεταρρυθμίσεις
αυτές, σε συνδυασμό με τις νέες οικονομικές συνθήκες που επικρατούσαν σε πολλές
περιοχές της Οθωμανικής αυτοκρατορίας, έδιναν σαφώς μεγαλύτερες ευκαιρίες στους
ομογενείς από εκείνες που η Ελλάδα μπορούσε να προσφέρει.
ΔΟΕ
γ. Τα οικονομικά του ελληνικού κράτους
οδηγήθηκαν σε καθεστώς Διεθνούς Οικονομικού Ελέγχου (ΔΟΕ), μετά τον
ελληνοτουρκικό πόλεμο του 1897. Εκπρόσωποι έξι δυνάμεων (Αγγλία, Γαλλία,
Αυστρία, Γερμανία, Ρωσία, Ιταλία) ανέλαβαν τη διαχείριση βασικών κρατικών
εσόδων. Επρόκειτο για τα έσοδα των μονοπωλίων αλατιού, φωτιστικού πετρελαίου,
σπίρτων, παιγνιόχαρτων, χαρτιού σιγαρέτων, τα έσοδα από την εξόρυξη της
σμύριδας της Νάξου, το φόρο καπνού, τα λιμενικά δικαιώματα του Πειραιά, το φόρο
χαρτοσήμου κ.λπ. Το ύψος αυτών των εσόδων ανερχόταν σε 28.000.000 έως
30.000.000 δραχμές.
ΘΕΜΑ Α2
Να χαρακτηρίσετε τις προτάσεις που
ακολουθούν, γράφοντας στο τετράδιό σας, δίπλα στο γράμμα που αντιστοιχεί στην
κάθε πρόταση, τη λέξη Σωστό, αν η πρόταση είναι σωστή, ή Λάθος,
αν η πρόταση είναι λανθασμένη:
α. Η Ελλάδα του μεσοπολέμου είχε
ομογενοποιηθεί εθνικά, με τις μειονότητες να αντιπροσωπεύουν λιγότερο του 7%
του συνολικού πληθυσμού. [Σωστό]
β. 26.000.000 δραχμές από τα δάνεια
χρησιμοποιήθηκαν για τη ναυπήγηση τριών θωρηκτών το 1879. [Λάθος]
γ. Η Τράπεζα της Ελλάδος άρχισε να
λειτουργεί το 1927. [Λάθος]
δ. Το 1869 υπήρχαν στις εκλογές 24
τοπικά ψηφοδέλτια, ενώ το 1885 μόνο 4. [Λάθος]
ε. Η κοινοβουλευτική ομάδα των Ιαπώνων
υπό τον Δημήτριο Γούναρη ιδρύθηκε το 1906. [Σωστό]
ΘΕΜΑ Β1
α) Ποιοι παράγοντες οδήγησαν τους
Έλληνες ομογενείς κεφαλαιούχους στο να αναγνωρίσουν την Ελλάδα ως πεδίο
επιχειρηματικής δραστηριότητας τη δεκαετία του 1870; β) Σε ποιους τομείς αναπτύχθηκε η επενδυτική τους δραστηριότητα; γ) Ποια ήταν τα χαρακτηριστικά των
επενδύσεων αυτών;
α) Οι πρώτες δειλές ενδείξεις
συνεργασίας του ελληνικού κράτους με τους Έλληνες ομογενείς εμφανίστηκαν στη
δεκαετία του 1870. Η εξέλιξη αυτή είναι πιθανό να οφειλόταν στην κρίση του
1873, που μείωσε τις αποδόσεις των ευρωπαϊκών κεφαλαίων και προκάλεσε τη
μεταφορά τους προς τα ανατολικά, σε αναζήτηση επικερδών τοποθετήσεων. Η
μετακίνηση αυτή πίεσε οικονομικά τους πλούσιους Έλληνες της διασποράς, οι
οποίοι αναζήτησαν με τη σειρά τους νέα πεδία επιχειρηματικής δραστηριότητας,
ανακαλύπτοντας έτσι και την Ελλάδα.
β) Οι τοποθετήσεις σε ακίνητα,
τοποθετήσεις επίδειξης, που κόσμησαν την Αθήνα με λαμπρά νεοκλασικά αρχοντικά,
δίνοντας σε μερικές κεντρικές περιοχές της αριστοκρατικό και κοσμοπολίτικο
χαρακτήρα, αποτέλεσαν τον προάγγελο της δραστηριοποίησης των ομογενών στη χώρα.
Η διείσδυσή τους στην ελληνική αγορά έγινε με γνώμονα την αξιοποίηση ευκαιριών
για υψηλά κέρδη. Η πώληση, λόγου χάρη, των τσιφλικιών της Θεσσαλίας σε χαμηλές
τιμές από τους Οθωμανούς ιδιοκτήτες τους, μετά την ενσωμάτωση της Θεσσαλίας στο
ελληνικό κράτος, αποτέλεσε μιας πρώτης τάξεως ευκαιρία για τους ομογενείς
κεφαλαιούχους. Λίγο αργότερα ακολούθησαν επενδύσεις στο εμπόριο, στις
μεταλλευτικές δραστηριότητες, στα δημόσια έργα της τρικουπικής περιόδου και στο
δανεισμό του δημοσίου.
γ) Βασικό χαρακτηριστικό αυτών των
επενδύσεων ήταν ο ευκαιριακός χαρακτήρας και η ρευστότητά τους. Το κύριο μέλημα
φαίνεται ότι ήταν η δυνατότητα γρήγορης απόσβεσης και επανεξαγωγής των
κεφαλαίων στο εξωτερικό, στην πρώτη ένδειξη για επικερδέστερες τοποθετήσεις. Η
ελληνική αγορά δεν έδινε τόσες υποσχέσεις, ώστε να επιχειρούνται τοποθετήσεις
με μακροχρόνιες προοπτικές. Η εύκολη μετατρεψιμότητα της δραχμής ενίσχυε αυτά
τα βραχύβια περάσματα του ομογενειακού κεφαλαίου από τη χώρα. Ο χαρακτηρισμός
αυτής της οικονομικής συμπεριφοράς ως κερδοσκοπικής δεν απέχει πολύ από την
αλήθεια. Στην Ανατολική Μεσόγειο, στις παρυφές δηλαδή του σκληρού πυρήνα της
καπιταλιστικής ανάπτυξης, το κεφάλαιο λειτουργούσε με βάση το κυνήγι της
ευκαιρίας, της γρήγορης απόδοσης, την κερδοσκοπία, με λίγα λόγια.
ΘΕΜΑ Β2
Να αναφερθείτε: α) Στην ανοδική πορεία που ακολούθησε η ελληνική ναυτιλία κατά τον
19ο αιώνα, και β) στην
είσοδο της ελληνικής ναυτιλίας στην εποχή του ατμού.
α) Στη διάρκεια του 19ου αιώνα, η
ελληνική ναυτιλία, παρά τις περιόδους κρίσης που πέρασε και παρά τον
ανταγωνισμό των υψηλού κόστους και τεχνικών απαιτήσεων ατμοπλοίων, ακολούθησε
ανοδική πορεία. Ο αριθμός και η χωρητικότητα των πλοίων της δεν έπαυαν να
αυξάνουν. Το 1840 τα ελληνικά πλοία είχαν συνολική χωρητικότητα 100.000 τόνους,
ενώ το 1866 ξεπερνούσαν τους 300.000 τόνους. Η ανάπτυξη αυτή δεν ήταν
αυτονόητη. Υπήρξαν έντονες αυξομειώσεις στην περίοδο κατά την οποία τα ελληνικά
ιστιοφόρα αντικαταστάθηκαν από ατμόπλοια. Το ίδιο χρονικό διάστημα πολλά από τα
εθνικά δημόσια έργα έγιναν για την εξυπηρέτηση της ναυτιλιακής δραστηριότητας.
Κατασκευάστηκαν λιμάνια και δημιουργήθηκε ένα σύστημα φάρων, που έκανε πολύ
ασφαλέστερη τη ναυσιπλοΐα στις ελληνικές θάλασσες.
β) Οι πρωτοβουλίες και οι συγκροτημένες
προσπάθειες για την είσοδο της ελληνικής ναυτιλίας στην εποχή του ατμού ξεκίνησαν
μετά τα μέσα του 19ου αιώνα. Τα κεφάλαια που χρειάζονταν για την κατασκευή ή
την αγορά και τη συντήρηση των ατμοπλοίων ήταν σημαντικά, με αποτέλεσμα να
ανατραπούν οι παραδοσιακές εφοπλιστικές σχέσεις που ίσχυαν για τα ιστιοφόρα και
να αναζητηθούν κεφάλαια μέσω εταιρειών και ισχυρών επιχειρηματικών σχημάτων. Το
κράτος, οι τράπεζες (η Εθνική Τράπεζα ιδιαίτερα) και οι εκτός συνόρων ομογενείς
συμμετείχαν ενεργά σ' αυτές τις πρωτοβουλίες. Παρ' όλα αυτά, η περιορισμένη
διαθεσιμότητα κεφαλαίων και ο αυξημένος επιχειρηματικός κίνδυνος ανέστειλαν την
ανάπτυξη της ελληνικής ατμοπλοΐας. Η παρουσία της άρχισε να γίνεται αισθητή
μόλις την τελευταία δεκαετία του 19ου αιώνα. Τα 97 ελληνικά ατμόπλοια του 1890
έγιναν 191 το 1901 και 389 το 1912. Η ανάπτυξη αυτή στηρίχθηκε στην κυριαρχία
Ελλήνων επιχειρηματιών στις μεταφορές στην περιοχή του Δέλτα του Δούναβη αλλά
και στην κίνηση στο ίδιο το ποτάμι.
ΘΕΜΑ Γ1
Αξιοποιώντας τις ιστορικές σας γνώσεις
και αντλώντας στοιχεία από τα παρακάτω κείμενα, να παρουσιάσετε:
α) τους παράγοντες, οι οποίοι έδωσαν
ώθηση στο ελληνικό εργατικό κίνημα, από την ενσωμάτωση της Θεσσαλονίκης στην
Ελλάδα έως και την ίδρυση του ΣΕΚΕ και β)
τις αρχές και το πρόγραμμα του ΣΕΚΕ.
α) Οι διαφορές του αγροτικού προβλήματος
στην Ελλάδα, σε σχέση με γειτονικές ή άλλες ευρωπαϊκές χώρες, οφείλονταν στις
ιστορικές ιδιομορφίες της ελληνικής ανάπτυξης. Το ίδιο ισχύει και για το
εργατικό κίνημα. Στο τέλος του 19ου αιώνα συναντάμε στην
Ελλάδα σοσιαλιστικές ομάδες και εργατικές ομαδοποιήσεις. Η πολιτική και κοινωνική
τους επιρροή ήταν σαφώς μικρότερη από εκείνη που άσκησαν αντίστοιχα κινήματα σε
βιομηχανικές χώρες της Δύσης αλλά και σε βαλκανικές (π.χ. Βουλγαρία). Η
κατάσταση αυτή κράτησε ως το τέλος των Βαλκανικών πολέμων. Όπως επισημαίνει, άλλωστε, ο Α. Μπεναρόγιας, ενώ οι Βαλκανικοί
πόλεμοι είχαν διακόψει κάθε σχετική σοσιαλιστική διεργασία στο πλαίσιο της
Παλαιάς Ελλάδας -στα όρια δηλαδή του ελληνικού κράτους πριν την ενσωμάτωση των
νέων εδαφών- οι νίκες που ακολούθησαν, όπως και οι έκτακτες συνθήκες που επέβαλαν
οι πολέμοι (επιστράτευση, στρατιωτικός νόμος) άλλαξαν την κατάσταση αυτή. Η
εδαφικά διευρυμένη πλέον Ελλάδα αποκτούσε νέες δυνατότητες καπιταλιστικής
ανάπτυξης. Ποικίλοι τομείς οικονομικής δραστηριοποίησης έπαιρναν νέα ώθηση -η
βιομηχανία, η ναυτιλία, το εμπόριο, οι μεταφορές- και μαζί τους αναπτυσσόταν κι
η εργατική τάξη. Οι σοσιαλιστικές ιδέες εύρισκαν και πάλι τα αναγκαία μέσα για
να εκδηλωθούν. Η ενσωμάτωση της Θεσσαλονίκης στην Ελλάδα, μάλιστα, μιας πόλης
με σημαντικό -για τα μέτρα της περιοχής- βιομηχανικό υπόβαθρο και με
κοσμοπολίτικο χαρακτήρα, αποτέλεσε σημείο αναφοράς για το εργατικό κίνημα. Η
μεγάλη πολυεθνική εργατική οργάνωση της πόλης, η Φεντερασιόν, με πρωτεργάτες
σοσιαλιστές από την ανοιχτή σε νέες ιδέες εβραϊκή κοινότητα της πόλης, αποτέλεσε
σημαντικό δίαυλο για τη διάδοση σοσιαλιστικής και εργατικής ιδεολογίας στη
χώρα.
Στη διάρκεια του Πρώτου Παγκοσμίου
Πολέμου, οι πιέσεις που δέχτηκε η ελληνική κοινωνία, η εμπλοκή της σε διεθνείς
υποθέσεις και ο αντίκτυπος της ρωσικής επανάστασης οδήγησαν το εργατικό και το
σοσιαλιστικό κίνημα σε ταχύτατη ωρίμανση. Σύμφωνα
με τον Α. Μπεναρόγια, το 1918 σε περισσότερες από 700 μεγάλες βιομηχανικές
επιχειρήσεις εργάζονταν σχεδόν 70.000 εργάτες, στους οποίους θα πρέπει να
προστεθούν άλλοι 60-70.000 εργάτες στους τομείς της βιοτεχνίας και του
εμπορίου. Η άλλοτε συντεχνιακή μορφή της οικονομίας είχε παραχωρήσει τη θέση
της στην καθαρά κεφαλαιοκρατική. Ωστόσο, προς το τέλος του πολέμου ιδρύθηκε η
Γενική Συνομοσπονδία Εργατών Ελλάδος (ΓΣΕΕ) που συμπεριέλαβε κλαδικά και τοπικά
σωματεία, και το Σοσιαλιστικό Εργατικό Κόμμα της Ελλάδος (ΣΕΚΕ), που λίγο
αργότερα προσχώρησε στην Τρίτη Κομμουνιστική Διεθνή και μετονομάστηκε σε
Κομμουνιστικό Κόμμα Ελλάδος.
β) Οι υψηλοί
δείκτες ανεργίας και οι άθλιες συνθήκες εργασίας και διαβίωσης των εργατών
οδήγησαν σε έντονη πολιτικοποίησή τους, κατά τη δεύτερη δεκαετία του 20ού
αιώνα. Οι συνθήκες έδιναν την εντύπωση ότι οι πλούσιοι γίνονταν πλουσιότεροι
και οι φτωχοί φτωχότεροι. Το 1918 ιδρύθηκε το Σοσιαλιστικό Εργατικό Κόμμα Ελλάδος
(Σ.Ε.Κ.Ε.) από συνέδριο σοσιαλιστών. Βασικές θέσεις του
προγράμματος του ήταν δημοκρατία, παροχή εκλογικού δικαιώματος στις γυναίκες,
αναλογικό εκλογικό σύστημα, εθνικοποίηση των μεγάλων πλουτοπαραγωγικών πηγών.
Όπως, μάλιστα, τονίζεται στο κείμενο του Γ. Κορδάτου, το Σ.Ε.Κ.Ε. ήταν υπέρ της
κατάργησης της βασιλείας και επιζητούσε την εγκαθίδρυση μιας Λαϊκής
Δημοκρατίας, η οποία θα λειτουργούσε ως μεταβατικό στάδιο μέχρι την υλοποίηση
της σοσιαλιστικής πολιτείας. Σχετικά με την εξωτερική πολιτική, ζητούσε ειρήνη,
χωρίς προσάρτηση εδαφών, βασισμένη στο δικαίωμα αυτοδιάθεσης των λαών. Τα
προβλήματα που αφορούσαν διαμφισβητούμενα εδάφη, θα λύνονταν με δημοψηφίσματα. Επιπροσθέτως, σύμφωνα με τις πληροφορίες που παραθέτει ο Γ. Β.
Λεονταρίτης,
το Σ.Ε.Κ.Ε. ζητούσε να καταγγελθούν όλες οι μυστικές συνθήκες και να καταργηθεί
εν γένει η μυστική διπλωματία, να κηρυχθεί άμεσα αποστράτευση και γενικός
αφοπλισμός, να κατεδαφιστούν όλα τα φρούρια και οι οχυρώσεις, να αποκατασταθούν
όλα τα Έθνη, μικρά και μεγάλα, με πλήρες δικαίωμα να αποφασίζουν τα ίδια για το
σύστημα διοικήσεώς τους, να καταρτιστούν οι τρέχουσες συμμαχίες και να
σχηματιστεί άμεσα η Κοινωνία των Εθνών, ώστε να διασφαλιστεί η ανεξαρτησία όλων
των εθνοτήτων. Προκειμένου, άλλωστε, να επιτευχθούν όλα αυτά τα ζητούμενα
θεωρούσε αναγκαία τη σύγκληση ενός διεθνούς σοσιαλιστικού συνεδρίου, του οποίου
οι αποφάσεις θα έπρεπε να είναι υποχρεωτικές για όλα τα εργατικά κόμματα. Το
Σ.Ε.Κ.Ε. ήταν το πιο αυστηρά οργανωμένο κόμμα. Έως το 1919 ήταν υπέρ της
κοινοβουλευτικής δημοκρατίας. Σταδιακά απομακρύνθηκε από αυτή, υιοθετώντας την
αρχή της δικτατορίας του προλεταριάτου. Το 1924 μετονομάστηκε σε Κομμουνιστικό Κόμμα Ελλάδος (Κ.Κ.Ε.).
ΘΕΜΑ Δ1
Αξιοποιώντας τις ιστορικές σας γνώσεις
και αντλώντας στοιχεία από τα παρακάτω κείμενα, να παρουσιάσετε:
α) τις αντιλήψεις του Χ. Τρικούπη όσον
αφορά το κράτος, τη διοίκηση και την οικονομία, αντιπαραβάλλοντάς τες με τις
αντίστοιχες του πολιτικού του αντιπάλου Θ. Δηλιγιάννη.
β) τις προσπάθειες που κατέβαλλε ο Χ.
Τρικούπης, ως πρωθυπουργός, για την υλοποίηση αυτών των αντιλήψεων.
α) Ο Τρικούπης θεωρούσε το κράτος ως
μοχλό της οικονομικής ανάπτυξης και επιδίωκε τον εκσυγχρονισμό με κάθε κόστος. Το
τρικουπικό κόμμα ήδη από το 1875 παρουσίασε ένα συστηματικό πρόγραμμα
εκσυγχρονισμού της χώρας, αρκετά κοντά στις αντιλήψεις του Κουμουνδούρου, το
οποίο προέβλεπε: συγκρότηση κράτους δικαίου, εξορθολογισμό
της διοίκησης, κυρίως με τον καθορισμό των προσόντων των δημοσίων υπαλλήλων,
ώστε να περιοριστεί η ευνοιοκρατία, ανάπτυξη της οικονομίας και κυρίως ενίσχυση
της γεωργίας, βελτίωση της άμυνας και της υποδομής, κατά κύριο λόγο του
συγκοινωνιακού δικτύου της χώρας. Στα εδάφη της Θεσσαλίας, μάλιστα, στα οποία
κυριαρχούσε η μεγάλη ιδιοκτησία, ο Τρικούπης υποστήριζε τους μεγαλογαιοκτήμονες.
Όπως προκύπτει από την ομιλία του στις
26 Φλεβάρη 1882, που παραθέτει ο Γ. Κορδάτος, ο Τρικούπης επιδίωκε την
ανόρθωση της χώρας, την οποία συνέδεε αφενός με τη διακοπή κάθε πιθανής
αυθαιρεσίας από την πλευρά της εξουσίας, είτε επρόκειτο για την κυβέρνηση είτε
για τη Βουλή, κι αφετέρου με την επίτευξη ενός πραγματικού ισοζυγίου. Όπως
χαρακτηριστικά σχολίαζε το ζητούμενο δεν πρέπει να είναι η επίδειξη ενός
πλαστού ισοζυγίου, αλλά το να οδηγηθεί η πολιτική του κράτους σε εκείνο το
δρόμο που, αν ακολουθηθεί με συνέπεια, θα επιφέρει τη διασφάλιση του ισοζυγίου.
Σε ό,τι αφορά την οικονομική διαχείριση θεωρούσε πως θα πρέπει να υπάρξει μεν
ελάττωση των δαπανών, αλλά χωρίς αυτή η επιδίωξη να θέτει σε κίνδυνο την
ανάπτυξη των παραγωγικών δυνάμεων του τόπου και την ενίσχυση των αναγκαίων
πόρων για το κράτος. Υπ’ αυτή την έννοια διακήρυττε πως οποιαδήποτε «θυσία»
ζητηθεί από τη Βουλή για την ενίσχυση της βιομηχανίας και των συγκοινωνιών, θα
πρέπει να ψηφιστεί.
Οι αντίθετοι με την πολιτική του
Τρικούπη βουλευτές συσπειρώθηκαν γύρω από τον Θ. Δηλιγιάννη, ο οποίος σε μεγάλο
βαθμό εξέφραζε πολιτικές απόψεις αντίθετες από εκείνες του Χ. Τρικούπη. Ο
Δηλιγιάννης δεν αποδεχόταν το χωρισμό των εξουσιών και στόχευε στη συγκέντρωση
και τον έλεγχο τους από το κόμμα. Ο Δηλιγιάννης, συνάμα, προέβαλλε το αίτημα
της κοινωνικής δικαιοσύνης, με τη μείωση των φόρων και την παροχή ευκαιριών
στους προστατευομένους του για κατάληψη δημοσίων θέσεων. Επιπλέον, οι
δηλιγιαννικοί προσπάθησαν, χωρίς τελικά να το κατορθώσουν, να χορηγήσουν γη
στους αγρότες και έλαβαν κάποια μέτρα για τη βελτίωση της θέσης τους. Όπως επισημαίνεται στην Ιστορία του
Ελληνικού Έθνους, το δημοσιονομικό πρόγραμμα του Δηλιγιάννη κινούταν σε δύο
βασικές ιδέες. Η πρώτη αφορούσε τη μείωση στις δημόσιες δαπάνες, ώστε να
επιτευχθεί η μείωση στη φορολογική
επιβάρυνση, η οποία με τη σειρά της θα αποτελούσε κίνητρο για τη σταδιακή
ενίσχυση της εγχώριας παραγωγής. Η δεύτερη σχετιζόταν με την έννοια της εθνικής
εργασίας, την ανάπτυξη, δηλαδή, των δυνάμεων του κοινωνικού σώματος χωρίς
ταξικές διακρίσεις σε στενή συνεργασία με το κράτος, το οποίο θα φρόντιζε να
προσφέρει προφύλαξη μέσω της λιτότητας στις κρατικές δαπάνες και τη μείωση των
φορολογικών επιβαρύνσεων. Ο Δηλιγιάννης, τέλος, επέκρινε το κοινωνικό κόστος
του εκσυγχρονισμού και υποστήριζε ένα κράτος κοινωνικής αλληλεγγύης. Το κόμμα
του απεχθανόταν το τυχοδιωκτικό χρηματιστικό κεφάλαιο και υποστήριζε μια αργή
οικονομική ανάπτυξη που θα βασιζόταν σε παραδοσιακές παραγωγικές
δραστηριότητες.
β) Για την υλοποίηση αυτού του προγράμματος έγιναν οι εξής προσπάθειες: οργανωτικές
μεταβολές και βελτίωση των οικονομικών του κράτους, με την αύξηση των φόρων και
τη σύναψη δανείων και παροχή κινήτρων στην ιδιωτική πρωτοβουλία για επενδύσεις.
Σύμφωνα, πάντως, με το τρίτο παράθεμα,
το κράτος προκειμένου να προχωρήσει την κατασκευή των σιδηροδρόμων βάσισε τη
χρηματοδότησή τους κατά το 68% σε δάνεια, των οποίων το 74% προήλθε από τις
διεθνείς χρηματαγορές. Ενώ ανάλογες επιλογές στην οικονομική και δημοσιονομική
πολιτική οδήγησαν την επιβάρυνση των φορολογουμένων σε εξαιρετικά υψηλά
επίπεδα. Απουσίαζε, άλλωστε, κάθε έννοια φορολογικής δικαιοσύνης, εφόσον τη
στιγμή που τα μερίσματα μετοχών δεν είχαν καμία επιβάρυνση και τα έσοδα από
κεφάλαιο ή τα κέρδη των τραπεζών είχαν ελάχιστη φορολόγηση, προκειμένου να
δίνεται κίνητρο στη μεταφορά κεφαλαίων στην Ελλάδα, επιβαρύνονταν κυρίως οι
καταναλωτές μέσω των έμμεσων φόρων, όπως και των δασμών που επιβάλλονταν με
εισπρακτικά κριτήρια. Ενδεικτικό του πόσο υψηλοί ήταν οι έμμεσοι φόροι είναι το
γεγονός πως από 50% το 1863 το ποσοστό τους αυξήθηκε σε 68% το 1890. Υπήρξε,
βέβαια, προσπάθεια να μειωθεί η φορολόγηση των αγροτικών προϊόντων, που κατά το
ίδιο διάστημα έπεσε από το 48% στο 22%. Οι τρικουπικοί ακολούθησαν με συνέπεια
αυτό το πρόγραμμα, το οποίο όμως είχε ως αποτέλεσμα την εξάντληση των
φορολογουμένων και την υπερβολική επιβάρυνση του προϋπολογισμού. Το 1893 το
κράτος κήρυξε πτώχευση.
0 σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου