Κρυστάλλη Γλυνιαδάκη «Τα επόμενα εκατό χρόνια» | Σημειώσεις του Κωνσταντίνου Μάντη

Κρυστάλλη Γλυνιαδάκη «Τα επόμενα εκατό χρόνια»

Κωνσταντίνος Μάντης | Best Blogger Tips

Alex Malikov

Κρυστάλλη Γλυνιαδάκη «Τα επόμενα εκατό χρόνια»

Έπιασα να δω
τι θα ‘πρεπε να πρωτομάθω
για να ζωγραφίσω απ’ την αρχή τον κόσμο·
κι όλα έβγαζαν άθροισμα ηλεκτρονικό
ούτε πουλιά ούτε ψάρια
ούτε τα ίδια απ’ την αρχή
τίποτα όπως ήταν
ή όπως σχεδιάζουν·
μόνο ένα ατέλειωτο πλέγμα πληροφοριών
σ’ ένα κόσμο που ζυγίζει τ’ ορθολογικό
με το κιλό και το πουλάει χύμα
στα μανάβικα.
Και ξέρεις τι;
Δε φοβήθηκα. Καιρός ν’ αλλάξουνε τα πράγματα.

Καιρός να μείνει το νερό για το νερό
τα ψάρια για τα ψάρια
κι ο άυλος, εναργής άνθρωπος
να επιστρέψει στην αστρόσκονη
και να χαθεί· ούτε οίκτος
ούτε περηφάνια
ούτε δικαιοσύνη.

Μια σιωπή μονάχα, κοσμική
κι εμείς αστράκια που ανάβουμε τις νύχτες
στο αιώνιο κι απέραντο σκοτάδι.

Ανθολογία ποίησης «Μέτρα Λιτότητας». Εισ., Ανθ., Επιμ. Karen Van Dyck. Άγρα, 2017, σ.109

Η Κρυστάλλη Γλυνιαδάκη λαμβάνοντας υπόψη αφενός την έμμονη προσήλωση των ανθρώπων στην τεχνολογία και τον ορθολογισμό, κι αφετέρου την αδιαφορία τους απέναντι σε όσα συνιστούν τις πιο ανθρώπινες πτυχές της προσωπικότητάς τους, όπως είναι η ψυχική και πνευματική τους καλλιέργεια, προβλέπει πως στα επόμενα εκατό χρόνια ό,τι αποτελεί σήμερα την πνευματική έκφανση της ανθρώπινης υπόστασης θα χαθεί οριστικά. Ο συναισθηματικός κόσμος των ανθρώπων, οι ευαισθησίες, η ενσυναίσθηση, όπως κι η δυνατότητά τους να απολαμβάνουν το φυσικό κάλλος, θα παραχωρήσουν τη θέση τους σ’ έναν ψυχρά ορθολογικό τρόπο σκέψης που θα αποθεώνει το τεχνολογικά υπερέχον και το χρηστικά αξιοποιήσιμο.

«Έπιασα να δω
τι θα ‘πρεπε να πρωτομάθω
για να ζωγραφίσω απ’ την αρχή τον κόσμο·»

Η ποιήτρια έχοντας την πρόθεση να κατανοήσει τον κόσμο, όπως αυτός έχει διαμορφωθεί ύστερα από τις ραγδαίες τεχνολογικές και κοινωνικές εξελίξεις των τελευταίων ετών, προσπαθεί να εξετάσει ποια είναι εκείνα τα στοιχεία που οφείλει να μάθει, προκειμένου να είναι σε θέση να ερμηνεύσει σωστά την κοινωνική της πραγματικότητα. Αναζητά τις «γνώσεις» εκείνες που απαιτούνται, ώστε να μπορεί κάποιος να «ζωγραφίσει απ’ την αρχή», να ανασυνθέσει στη σκέψη του από την αρχή το νόημα και τις προεκτάσεις που έχει λάβει ο σύγχρονος αυτός κόσμος.

«κι όλα έβγαζαν άθροισμα ηλεκτρονικό
ούτε πουλιά ούτε ψάρια
ούτε τα ίδια απ’ την αρχή
τίποτα όπως ήταν
ή όπως σχεδιάζουν·»

Η προσπάθειά της εντούτοις προσκρούει σε μια απροσδόκητη δυσκολία, εφόσον ο σύγχρονος κόσμος δεν περιέχει κανένα από τα συνήθη στοιχεία που μπορεί να αποδώσει κανείς σε μια ζωγραφιά. Στο σημερινό κόσμο δεν υπάρχουν -δεν διαδραματίζουν ουσιώδη ρόλο- ούτε πουλιά, ούτε ψάρια, ούτε τίποτε άλλο απ’ όσα η ίδια γνώριζε κι οι άνθρωποι συνήθιζαν να σχεδιάζουν. Στο σύγχρονο κόσμο όλα βγάζουν «άθροισμα ηλεκτρονικό», αφού όλα όσα έχουν πλέον σημασία σχετίζονται με την τεχνολογία, την πληροφορική και το εικονικό σύμπαν των υπολογιστών.

«μόνο ένα ατέλειωτο πλέγμα πληροφοριών
σ’ ένα κόσμο που ζυγίζει τ’ ορθολογικό
με το κιλό και το πουλάει χύμα
στα μανάβικα.»

Ό,τι αντικρίζει η ποιήτρια είναι μια ατελείωτη σειρά πληροφοριών, μέσω της οποίας διαμορφώνεται μια απρόσωπη πραγματικότητα όπου κυριαρχεί η τυπολογία, οι αριθμητικοί υπολογισμοί, ο ηλεκτρονικός σχεδιασμός και φυσικά ο ορθολογισμός. Στο σύγχρονο κόσμο δεν υπάρχει θέση για τα συναισθήματα ή για τις βαθύτερες ανησυχίες της ανθρώπινης ψυχής. Όλα έχουν υποταχτεί στον ορθολογικό τρόπο σκέψης, που έχει γίνει το σύγχρονο προϊόν προς πώληση ακόμη και στα μανάβικα. Η ποιήτρια στηλιτεύει εδώ με ιδιαίτερα ειρωνικό τρόπο την τάση των συγκαιρινών της να αναγνωρίζουν την αξία μόνο του ορθολογισμού και του πρακτικώς αξιοποιήσιμου. Η απροθυμία τους να αναγνωρίσουν τη σημασία άλλων καίριων για την ισόρροπη λειτουργία του ανθρώπινου πνεύματος αναγκών, την ενοχλεί και την προδιαθέτει αρνητικά απέναντι στη νέα αυτή πραγματικότητα.

«Και ξέρεις τι;
Δε φοβήθηκα. Καιρός ν’ αλλάξουνε τα πράγματα.»

Η ποιήτρια δηλώνει στο συνομιλητή της πως η συνειδητοποίηση της δραστικής αυτής αλλαγής στον τρόπο σκέψης των συνανθρώπων της, δεν τη φόβισε. Αντιλαμβάνεται, όπως επισημαίνει, πως είναι καιρός να αλλάξουν τα πράγματα. Στην πραγματικότητα, ωστόσο, ό,τι ακολουθεί είναι η δυσοίωνη πρόβλεψή της σχετικά με τις επιπτώσεις που θα έχει στη ζωή των ανθρώπων η αποθέωση αυτή του ορθολογικού και της τεχνολογίας που διακρίνει την εποχή μας.
«Καιρός να μείνει το νερό για το νερό
τα ψάρια για τα ψάρια
κι ο άυλος, εναργής άνθρωπος
να επιστρέψει στην αστρόσκονη
και να χαθεί·»

Είναι καιρός, σχολιάζει η ποιήτρια, να βρουν τα πράγματα τη σωστή τους θέση. Το νερό και τα ψάρια να υπάρχουν για τον εαυτό τους, αφού το φυσικό περιβάλλον μοιάζει τόσο αδιάφορο για τους ανθρώπους της εποχής μας, κι η «άυλη» πνευματική και διαυγής πτυχή της ανθρώπινης φύσης να επιστρέψει στη συμπαντική δύναμη που τη γέννησε και να χαθεί. Στον κόσμο που τείνει να δημιουργηθεί, άλλωστε, η πνευματική υπόσταση των ανθρώπων κι όλα εκείνα τα στοιχεία που συνθέτουν την ψυχική του ευαισθησία δεν έχουν καμία αξία ή λειτουργικότητα. Ο άνθρωπος του ορθολογισμού και της τεχνολογίας δεν έχει χρόνο ή λόγο να επηρεάζεται από συναισθήματα.

«ούτε οίκτος
ούτε περηφάνια
ούτε δικαιοσύνη.»

Η εξέλιξη αυτή είναι, κατά την ποιήτρια, αναπόφευκτη με βάση την πορεία που έχουν πάρει τα πράγματα. Δεν υπάρχουν, άρα, περιθώρια για να δείξει κανείς οίκτο στους ανθρώπους ή να επικαλεστεί τις έννοιες εκείνες που άλλοτε συνομιλούσαν με το συναισθηματικό τους κόσμο. Ο άνθρωπος απεμπόλησε ο ίδιος τα άλλοτε καίρια στοιχεία της ταυτότητάς του, επιλέγοντας μια ψυχρά ορθολογιστική πορεία. Ό,τι ανήκε κάποτε στον ψυχικό του κόσμο οφείλει να απομακρυνθεί οριστικά.

«Μια σιωπή μονάχα, κοσμική
κι εμείς αστράκια που ανάβουμε τις νύχτες
στο αιώνιο κι απέραντο σκοτάδι.»

Η απομάκρυνση του πνευματικού κόσμου των ανθρώπων και της ψυχικής τους υπόστασης, θα αποτελέσει για την ανθρωπότητα της τεχνολογίας και του ορθολογισμού μια τραγική απώλεια, έστω κι αν ακόμη δεν γίνεται αντιληπτό απ’ όλους. Ο κόσμος θα σιγήσει και το άλλοτε γεμάτο συναισθήματα, ψυχικές αρετές και ευαισθησία μέρος του ανθρώπου, η ίδια του η ψυχή, θα φωτίζει αχνά πλέον τον ουρανό σαν μικρό αστέρι. Ο πολιτισμός του μέλλοντος θα είναι ένα αιώνιο, δίχως ψυχή σκοτάδι, αφού οι άνθρωποι δεν κατανοούν πως στην προσπάθειά τους να χτίσουν τον τεχνολογικά άρτιο κόσμο του αύριο θυσιάζουν ένας προς ένα όλα εκείνα τα στοιχεία που συνθέτουν την ανθρωπιά τους.

Ερμηνευτικό σχόλιο

Ποιο βασικό ερώτημα θεωρείτε ότι τίθεται στο ποίημα μέσα από την παράθεση των συνεχιζόμενων οπτικών εικόνων και πώς θα το σχολιάζατε σύμφωνα με τη δική σας οπτική; (100-200 λέξεις)

Το ποιητικό υποκείμενο στέκει κριτικά απέναντι στις σύγχρονες αντιλήψεις που αντικρίζουν τα πράγματα κυρίως υπό το πρίσμα της τεχνολογίας, αδιαφορώντας για την πνευματική και ψυχική υπόσταση του ανθρώπου, κι αισθάνεται πως δεν μπορεί να συμβιβαστεί με αυτές. Με τη χρήση οπτικών εικόνων που μας παραπέμπουν αντιθετικά άλλοτε στις πρότερες πιο απλοϊκές εποχές που οι άνθρωποι βρίσκονταν σε στενότερη επαφή με τη φύση  (το νερό για το νερό / τα ψάρια για τα ψάρια) κι άλλοτε στον σύγχρονο τεχνολογικό κόσμο (έβγαζαν άθροισμα ηλεκτρονικό, ένα ατέλειωτο πλέγμα πληροφοριών) θέτει το ερώτημα σχετικά με το κατά πόσο μπορεί να συνεχιστεί αυτή η έμμονη προσήλωση στην τεχνολογία και τον ορθολογισμό εις βάρος τόσο της πνευματικότητας του ανθρώπου όσο και του φυσικού περιβάλλοντος. Όπως, άλλωστε, επισημαίνεται στον τίτλο του ποιήματος («Τα επόμενα εκατό χρόνια»), στόχος του ποιητικού υποκειμένου είναι να ελέγξει τις μελλοντικές επιπτώσεις αυτής της σύγχρονης επιλογής. Ως προς αυτό, το ποιητικό υποκείμενο απευθυνόμενο σ’ ένα συνομιλητή (Και ξέρεις τι;) προδικάζει την απώλεια της πνευματικής διάστασης των ανθρώπων (ο άυλος, εναργής άνθρωπος / να επιστρέψει στην αστρόσκονη), θεωρώντας αυτή την εξέλιξη αναπόφευκτη «τιμωρία» για την αδιαφορία που δείχνουν απέναντι στην πραγματική ουσία της ανθρώπινης υπόστασης. Πρόκειται, κατά τη γνώμη μου, για ένα ουσιαστικό ζήτημα, εφόσον η έμφαση που έχει δοθεί στην τεχνολογική εξέλιξη και στον ορθολογισμό παραγνωρίζει κρίσιμες πτυχές του ανθρώπινου βίου, όπως είναι η ψυχική και πνευματική καλλιέργεια, αλλά κι η επαφή με τη φύση, η οποία έχει ήδη πληρώσει ακριβό τίμημα λόγω της υπερβολικής προσήλωσης στην τεχνολογική ανάπτυξη.

Κειμενικοί δείκτες

Δομή
Το ποίημα χωρίζεται σε δύο μέρη. Στο πρώτο καταγράφεται ο κύριος προβληματισμός της ποιήτριας και στο δεύτερο, το οποίο λαμβάνει τη μορφή απάντησης στο ερώτημα «Και ξέρεις τι;», αποδίδονται οι σκέψεις της σχετικά με το ποια θα είναι -ή οφείλει να είναι- η εξέλιξη του ανθρώπινου πολιτισμού.

Γλωσσικές επιλογές
Η γλώσσα του ποιήματος προσεγγίζει την καθημερινή ομιλία, καθώς το υπό εξέταση ζήτημα αφορά το σύνολο των ανθρώπων της σύγχρονης εποχής. Μόνη διαφοροποίηση αποτελούν ορισμένες λέξεις/εκφράσεις που συνδέονται με την τεχνολογική πτυχή του πολιτισμού μας (άθροισμα ηλεκτρονικό, ατέλειωτο πλέγμα πληροφοριών, αστρόσκονη).

Ύφος
Η ποιήτρια επιλέγει να παρουσιάσει τους προβληματισμούς της σε πρώτο πρόσωπο, φανερώνοντας τον υποκειμενικό τους χαρακτήρα. Σε ορισμένα σημεία γίνεται αντιληπτό ένα αίσθημα απόγνωσης και απογοήτευσης απέναντι στην τροπή που έχει λάβει ο σύγχρονος τρόπος σκέψης, καθώς και η ειρωνική διάθεση της ποιήτριας απέναντι στην απροσδόκητη αδιαφορία που δείχνουν πλέον οι άνθρωποι για οτιδήποτε δεν μπορεί να αποτιμηθεί σε χρηστικό επίπεδο και για οτιδήποτε δεν ακολουθεί το κυρίαρχο ορθολογιστικό πνεύμα (σ’ ένα κόσμο που ζυγίζει τ’ ορθολογικό / με το κιλό και το πουλάει χύμα / στα μανάβικα).

Εκφραστικά μέσα
Συχνή χρήση μεταφορών: (για να ζωγραφίσω απ’ την αρχή τον κόσμο / άθροισμα ηλεκτρονικό / ατέλειωτο πλέγμα πληροφοριών / το πουλάει χύμα στα μανάβικα / να επιστρέψει στην αστρόσκονη / κι εμείς αστράκια που ανάβουμε τις νύχτες)
Ασύνδετο σχήμα: (ούτε πουλιά ούτε ψάρια / ούτε τα ίδια απ’ την αρχή / τίποτα όπως ήταν… ούτε οίκτος / ούτε περηφάνια / ούτε δικαιοσύνη)
Οπτικές εικόνες: (αστράκια που ανάβουμε τις νύχτες / ψάρια / μανάβικα)

Τίτλος
Ο τίτλος του ποιήματος επιτρέπει στον αναγνώστη να αντιληφθεί πως πρόθεση της ποιήτριας είναι να εξετάσει τις μακροπρόθεσμες επιπτώσεις των αντιλήψεων που έχουν υιοθετήσει οι άνθρωποι της εποχής μας.

Συναισθηματικό κλίμα
Στο πρώτο μέρος του ποιήματος κυριαρχεί το αίσθημα απογοήτευσης της ποιήτριας απέναντι σ’ έναν κόσμο που έχει αλλάξει σε τέτοιο βαθμό, ώστε η ίδια αισθάνεται πως δεν μπορεί μήτε να τον κατανοήσει, μήτε να προσαρμοστεί σε αυτόν. Στο δεύτερο μέρος του ποιήματος, όπου και διατυπώνεται η απαισιόδοξη πρόβλεψή της, το συναισθηματικό κλίμα αποκτά μια διάθεση αυστηρής σκληρότητας, εφόσον η ποιήτρια δεν αισθάνεται πως αξίζει οίκτος ή επιείκεια στους ανθρώπους.

Τεχνική γραφής
Η ποιήτρια αποδίδει μια επίφαση διαλόγου στο ποίημά της, το οποίο διακρίνεται για το γοργό ξεδίπλωμα των σκέψεων (ασύνδετο σχήμα), μέσω της παράθεσης αποσπασματικών εικόνων. Αξιοποιεί μερικώς τις δυνατότητες της λυρικής διατύπωσης με τη χρήση πολλών μεταφορικών εκφράσεων, καταφεύγει, ωστόσο, στην ειρωνεία, επαναφέροντας το ύφος του κειμένου σε μια αυστηρότερη θέαση της πραγματικότητας.  

Συγκείμενο
Ο προβληματισμός της ποιήτριας τοποθετείται στη σύγχρονη εποχή και σχετίζεται με τις επιπτώσεις που έχει στην ηθική ποιότητα και στις αξίες των συγκαιρινών της η προσήλωση στην τεχνολογική εξέλιξη και τον ορθολογισμό. Η πνευματική διάσταση του ατόμου ολοένα και περιορίζεται υπό την πίεση της υπέρμετρης ανάπτυξης του τεχνολογικού πολιτισμού, γεγονός που, όπως επισημαίνει η ποιήτρια, θα έχει δραματικές συνέπειες στο μέλλον.  

0 σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Related Posts Plugin for WordPress, Blogger...