Ιστορία Γ΄ Λυκείου: Το Κρητικό Ζήτημα: Τα πρώτα νέφη (πηγές Πανελληνίων 2015) | Σημειώσεις του Κωνσταντίνου Μάντη

Ιστορία Γ΄ Λυκείου: Το Κρητικό Ζήτημα: Τα πρώτα νέφη (πηγές Πανελληνίων 2015)

Κωνσταντίνος Μάντης | Best Blogger Tips
Paul Cowan

Ιστορία Γ΄ Λυκείου: Το Κρητικό Ζήτημα: Τα πρώτα νέφη (πηγές Πανελληνίων 2015)

Αξιοποιώντας τις ιστορικές σας γνώσεις και αντλώντας στοιχεία από τα κείμενα Α και Β που σας δίνονται, να εκθέσετε και να εξηγήσετε τη διάσταση απόψεων μεταξύ του πρίγκιπα Γεωργίου και του Ελευθερίου Βενιζέλου, σχετικά με το ζήτημα της ένωσης της Κρήτης με την Ελλάδα, στο πλαίσιο της πρώτης κυβέρνησης της Κρητικής Πολιτείας.

ΚΕΙΜΕΝΟ Α
Ο Βενιζέλος υπέρ της σταδιακής πορείας προς την ενωτική λύση
Ο σύμβουλος της δικαιοσύνης εισηγήθηκε εμπιστευτικά στον ύπατο αρμοστή το καλοκαίρι ήδη του 1900 τη διπλωματική μεθόδευση της σταδιακής εξελίξεως προς την ενωτική λύση: η άμεση επίτευξη της ενώσεως ήταν αδύνατη· η παράταση όμως του καθεστώτος της αρμοστείας ανέστελλε την εφαρμογή των μέτρων που θα επέτρεπαν τη βαθμιαία απαλλαγή της Μεγαλονήσου από τα δεσμά της διεθνούς εξαρτήσεως· έτσι επέβαλλε την άμεση υποταγή της στην απόφαση των Μεγάλων Δυνάμεων και την καθιστούσε έρμαιο των αντικρουόμενων ευρωπαϊκών συμφερόντων· αντίθετα, η ολοκλήρωση της αυτονομίας, σύμφωνη προς τις υποσχέσεις των Δυνάμεων και τις προβλέψεις του Συντάγματος, θα συντελούσε στην προαγωγή των εθνικών συμφερόντων στο εξωτερικό και την κατοχύρωση της αυτοδιοικήσεως στο εσωτερικό, ιδίως μετά τη διοργάνωση της πολιτοφυλακής από Έλληνες αξιωματικούς και την παράλληλη αποχώρηση των διεθνών στρατευμάτων.
[…] Η πρωτοβουλία του Ελευθερίου Βενιζέλου προκάλεσε την άμεση και αποφασιστική αντίδραση του πρίγκιπα Γεωργίου. Η εισήγησή του προσέκρουε τόσο στη γενική αρχή της ουσιαστικής διαχειρίσεως των διπλωματικών θεμάτων, ιδίως μάλιστα του Κρητικού, από τη δυναστεία, όσο και στην ειδικότερη αντίληψη της τελευταίας αυτής γύρω από τη μεθόδευση του εθνικού αγώνα.
Ο ύπατος αρμοστής, φορέας των εντολών της Αυλής των Αθηνών, με τη συγκατάθεση πάντοτε και της ελληνικής κυβερνήσεως, απέκρουσε τη συμβιβαστική εξελικτική διαδικασία και επιδίωκε περισσότερο να καταστήσει αβάσταχτη την πίεση από τις εσωτερικές συνθήκες, με την ελπίδα να εκβιάσει την ταχύτερη, κατά το δυνατόν, συγκατάνευση των ευρωπαϊκών Δυνάμεων στην ενωτική λύση.

Ιστορία του Ελληνικού Έθνους, Αθήνα: Εκδοτική Αθηνών, τ. ΙΔ΄, σ. 201.

ΚΕΙΜΕΝΟ Β
Η διάσταση ανάμεσα στον πρίγκιπα Γεώργιο και τον Ελευθέριο Βενιζέλο
Ο πρίγκιπας Γεώργιος, έχοντας την αντίληψη ότι η άσκηση της εξωτερικής πολιτικής της Κρήτης ήταν αρμοδιότητα της ελληνικής μοναρχίας, ανέλαβε μόνος τη μεθόδευση της προσάρτησης της Μεγαλονήσου στη μητέρα πατρίδα χωρίς να συμβουλευτεί τους υπουργούς του για τις ενδεδειγμένες ενέργειες και διαπραγματεύσεις. Η πρωτοβουλία του είχε τη μορφή προσωπικών συζητήσεων με τον τσάρο της Ρωσίας και απευθείας διαπραγματεύσεων με τους υπουργούς Εξωτερικών της Ρωσίας, της Γαλλίας, της Αγγλίας και της Ιταλίας. Ο Βενιζέλος θεώρησε πρόωρες τις ενέργειες του ύπατου αρμοστή, κρίνοντας ότι η κρητική κυβέρνηση ήταν ασταθής και τα συνταγματικά θεμέλια ασαφή. Πίστευε και υποστήριζε την ανακήρυξη της Κρήτης σε ανεξάρτητο πριγκιπάτο ως τελευταίο στάδιο για τη νομότυπη πραγματοποίηση της ένωσής της με την Ελλάδα.

[…] Ο πρίγκιπας δεν ήταν ικανός να αντιληφθεί τη λεπτή διαφορά μεταξύ της δεσποτικής διακυβέρνησης με ξένη κηδεμονία και, από την άλλη μεριά, της πλήρους αυτονομίας χωρίς ξένες επεμβάσεις και με κυβερνήτη διορισμένο από την ελληνική κυβέρνηση, που υποστήριζε ο Βενιζέλος ως ασφαλέστερη μεθόδευση για την απώτερη επίτευξη του ενωτικού σκοπού… Ο πρίγκιπας Γεώργιος είχε την πεποίθηση ότι οποιαδήποτε λύση του Κρητικού θα προερχόταν από τις Μεγάλες Δυνάμεις και, κατά τη γνώμη του, οι πολιτικοί παράγοντες της Κρήτης ήταν άσχετοι με το θέμα, αν όχι επιζήμιοι… Στάθηκε αδύνατο γι’ αυτόν να αντιληφθεί τη σημασία της πολιτικής κινητοποίησης των ίδιων των Κρητικών, καθώς και την εύλογη απαίτησή τους να αποκτήσουν τον έλεγχο της τύχης τους μετά από αιώνες αγώνων κατά των Τούρκων κυριάρχων.

Λ. Μακράκη, Ελευθέριος Βενιζέλος, σσ. 397-403, στο Αξιολόγηση των μαθητών της Γ’ Τάξης του Ενιαίου Λυκείου στο μάθημα Θέματα Νεοελληνικής Ιστορίας, τ. Β΄, ΥΠΕΠΘ (Κ.Ε.Ε.), Αθήνα 2000, σσ. 315-316.

Ενδεικτική απάντηση
Το θετικό και αισιόδοξο κλίμα των δύο πρώτων ετών της λειτουργίας του νέου καθεστώτος άρχισαν να σκιάζουν απειλητικά σύννεφα, τα οποία επρόκειτο να δημιουργήσουν λίγο αργότερα σοβαρή εσωτερική κρίση. Το Σύνταγμα της Κρητικής Πολιτείας ήταν υπερβολικά συντηρητικό και παραχωρούσε στον Ηγεμόνα, όπως ονομάστηκε ο Ύπατος Αρμοστής, υπερεξουσίες, που εύκολα μπορούσαν να τον οδηγήσουν σε δεσποτική συμπεριφορά. Επιπλέον, η ασάφεια στον ακριβή καθορισμό αρμοδιοτήτων δημιουργούσε τριβές και προσωπικές αντιπαραθέσεις στο έργο της διοίκησης. Οι τοπικοί παράγοντες της Κρήτης, που πολέμησαν για την ελευθερία του νησιού και στήριξαν με ενθουσιασμό τον Πρίγκιπα, έβλεπαν τώρα με δυσφορία και πικρία να παραγκωνίζονται και να διορίζονται σε καίριες θέσεις Αθηναίοι σύμβουλοι του Γεωργίου, που αγνοούσαν τα κρητικά πράγματα και την ψυχολογία των Κρητών.
Βασικότερο σημείο προστριβών αποτέλεσε η διαχείριση του εθνικού ζητήματος της ένωσης της Κρήτης με την Ελλάδα, καθώς στο ουσιώδες αυτό ζήτημα παρατηρήθηκε εξαρχής διάσταση απόψεων μεταξύ του Γεωργίου και του Ελευθερίου Βενιζέλου. Ο Γεώργιος πίστευε ότι η λύση του εθνικού ζητήματος θα ωρίμαζε με συνεχείς παραστάσεις και υπομνήματα προς τις Μεγάλες Δυνάμεις. Σύμφωνα, μάλιστα, με το Κείμενο Β ο πρίγκιπας Γεώργιος θεωρούσε πως οτιδήποτε σχετιζόταν με την εξωτερική πολιτική της Κρήτης αποτελούσε αρμοδιότητα της ελληνικής μοναρχίας, γι’ αυτό και ανέλαβε πρωτοβουλίες για την ένωση με την Ελλάδα, χωρίς να συμβουλευτεί τους υπουργούς της Κρητικής Πολιτείας. Προχώρησε, έτσι, σε προσωπικές συζητήσεις με τον τσάρο της Ρωσίας, αλλά και σε απευθείας διαπραγματεύσεις με  τους υπουργούς Εξωτερικών της Ρωσίας, της Γαλλίας, της Αγγλίας και της Ιταλίας. Πεποίθησή του, άλλωστε, ήταν πως η λύση του Κρητικού ζητήματος θα δινόταν από τις Μεγάλες Δυνάμεις, γι’ αυτό και δεν πίστευε πως έχουν κάποια αξία οι πολιτικές κινητοποιήσεις των ίδιων των Κρητικών, μήτε κατανοούσε το αίτημά τους να λάβουν τον έλεγχο της τύχης τους μετά από τόσους αγώνες που είχαν διενεργήσει για να απαλλαγούν από την κυριαρχία των Τούρκων. Επιπροσθέτως, κατά τη δική του άποψη οι πολιτικοί της Κρήτης δεν είχαν γνώση του θέματος και ήταν εν δυνάμει επιζήμιοι για τη θετική του εξέλιξη. Ωστόσο, όπως σχολιάζει η ιστορικός του Κειμένου Β, ο πρίγκιπας δεν ήταν σε θέση να κατανοήσει τη λεπτή, αλλά ουσιώδη διάκριση, ανάμεσα στη δεσποτική διακυβέρνηση υπό την κηδεμονία των ξένων δυνάμεων και την πλήρη αυτονομία με κυβερνήτη διορισμένο από την ελληνική κυβέρνηση που πρέσβευε ο Βενιζέλος ως αποτελεσματικότερη προσέγγιση για την επίτευξη της ένωσης.
Ο Βενιζέλος, βλέποντας τα πράγματα πρακτικότερα και ρεαλιστικότερα, θεωρούσε ότι η λύση έπρεπε να είναι σταδιακή, με βαθμιαίες κατακτήσεις. Για το λόγο αυτό, όπως επισημαίνεται στο Κείμενο Β, θεωρούσε τις πρωτοβουλίες του Γεώργιου πρόωρες, καθώς η Κρητική Πολιτεία ήταν ακόμη ασταθής και τα συνταγματικά της θεμέλια ασαφή. Τις απόψεις του, πάντως, για το σταδιακό πέρασμα στην ενωτική λύση, τις είχε παρουσιάσει εμπιστευτικά στον Γεώργιο ήδη το καλοκαίρι του 1900, όπως τονίζεται στο Κείμενο Α. Κατά τη γνώμη του, αφενός δεν ήταν εφικτή η άμεση ένωση με την Ελλάδα και αφετέρου η παράταση της αρμοστείας παρεμπόδιζε την εφαρμογή εκείνων των μέτρων που θα μπορούσαν να αποδεσμεύσουν την Κρήτη από τη διεθνή εξάρτηση. Λόγω, άλλωστε, της παρατεταμένης αρμοστείας η Κρήτη βρισκόταν υπό τον έλεγχο των Μεγάλων Δυνάμεων και όσα την αφορούσαν επηρεάζονταν άμεσα από τις αντικρουόμενες επιδιώξεις των ευρωπαϊκών κρατών. Θεωρούσε, έτσι, πως η πλήρης αυτονομία, όπως την είχαν υποσχεθεί οι Δυνάμεις κι όπως προβλεπόταν από το Σύνταγμα, θα εξυπηρετούσε καλύτερα τα εθνικά συμφέροντα της Κρήτης και θα εδραίωνε την αυτοδιοίκησή της.
Ως πρώτη μάλιστα κατάκτηση ο Βενιζέλος θεωρούσε την απομάκρυνση των ξένων στρατευμάτων από τις κρητικές πόλεις και την αντικατάστασή τους από ντόπια πολιτοφυλακή, με Έλληνες αξιωματικούς, στοιχείο που επιβεβαιώνεται από το Κείμενο Α. Επιπλέον, σύμφωνα με το Κείμενο Β, είχε τη γνώμη πως το τελευταίο στάδιο για την υλοποίηση της ένωσης με την Ελλάδα ήταν η ανακήρυξη της Κρήτης σε «ανεξάρτητο πριγκιπάτο».
Οι εισηγήσεις αυτές του Βενιζέλου, πάντως, όπως τονίζεται στο Κείμενο Α, προκάλεσαν την αντίδραση του πρίγκιπα, ο οποίος πίστευε πως η διαχείριση των διπλωματικών θεμάτων του Κρητικού ζητήματος αφορούσε αποκλειστικά τη δυναστεία. Εκείνος, άλλωστε, με τη στήριξη της ελληνικής κυβέρνησης, απέρριπτε τη σταδιακή και συμβιβαστική διαδικασία και αποσκοπούσε στο να πιέσει τις ευρωπαϊκές Δυνάμεις, ώστε να εξαναγκαστούν να συμφωνήσουν με την ένωση, όσο το δυνατόν ταχύτερα.   
Η διάσταση των απόψεων στο πολιτικό ζήτημα δεν άργησε, βέβαια, να λάβει τη μορφή προσωπικής αντιπαράθεσης. Ο Βενιζέλος είχε καταστήσει σαφές ότι δεν αναγνωρίζει στον Πρίγκιπα το δικαίωμα να διαχειρίζεται προσωπικώς το εθνικό ζήτημα της Κρήτης: «Ως ένας εκ των τριακοσίων χιλιάδων Κρητών, δεν σας εκχωρώ το δικαίωμά μου, ώστε μόνος σεις να ρυθμίζετε αυτοβούλως την εθνικήν πολιτικήν του τόπου μου!». Κακοί σύμβουλοι του Γεωργίου διοχέτευαν χαλκευμένα και συκοφαντικά κείμενα στις αθηναϊκές εφημερίδες εναντίον του Ελευθερίου Βενιζέλου, γεγονός που δημιούργησε βαρύ κλίμα διχασμού.
 

0 σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Related Posts Plugin for WordPress, Blogger...