Έκθεση Γ΄ Λυκείου: Η σημασιολογική λειτουργία των εγκλίσεων | Σημειώσεις του Κωνσταντίνου Μάντη

Έκθεση Γ΄ Λυκείου: Η σημασιολογική λειτουργία των εγκλίσεων

Κωνσταντίνος Μάντης | Best Blogger Tips

Έκθεση Γ΄ Λυκείου: Η σημασιολογική λειτουργία των εγκλίσεων
 
Με τις εγκλίσεις δηλώνεται πώς θέλουμε να παρουσιάσουμε κάθε φορά αυτό που σημαίνει το ρήμα.
Τροπικότητες ονομάζονται οι διάφορες σημασιολογικές λειτουργίες που εκφράζονται με τη χρήση των εγκλίσεων και δείχνουν την υποκειμενική στάση του ομιλητή.
 
Οι τροπικότητες είναι δύο ειδών: η επιστημική και η δεοντική.
Επιστημική τροπικότητα είναι αυτή που σχετίζεται με τον βαθμό της βεβαιότητας που εκφράζει ο ομιλητής γι’ αυτό που λέει.
Π.χ. Πρέπει να περάσατε πολύ καλά στο ταξίδι.
Δεοντική τροπικότητα είναι αυτή που σχετίζεται με τον βαθμό της αναγκαιότητας που εκφράζει ο ομιλητής για την πραγματοποίηση αυτού που λέει.
Π.χ. Είναι ανάγκη να ληφθούν αμέσως μέτρα για την προστασία του περιβάλλοντος.
 
Οι τροπικότητες εκφράζονται στη νέα ελληνική με ένα μεγάλο αριθμό γλωσσικών (π.χ. συνδυασμοί συνδέσμων, τροπικά ρήματα, εκφράσεις κτλ.) και εξωγλωσσικών (π.χ. ανασήκωμα ώμων, χειρονομίες κτλ.) στοιχείων. Εξετάζονται μαζί με τις εγκλίσεις, γιατί και οι εγκλίσεις –κυρίως οι προσωπικές– εκφράζουν τροπικότητες.
 
Η διάκριση των νοηματικών διαφορών μεταξύ των εγκλίσεων είναι αναγκαία, προκειμένου να μην προκύπτουν παρανοήσεις κατά την ανάγνωση και κατανόηση ενός κειμένου. Είναι, για παράδειγμα, πολύ μεγάλη η νοηματική διαφορά ανάμεσα σε κάτι που παρουσιάζεται ως πραγματική κατάσταση μέσω της οριστικής και σε κάτι που παρουσιάζεται ως ζητούμενο μέσω της υποτακτικής, διότι ενώ το πρώτο έχει ήδη συντελεστεί, το δεύτερο είναι απλώς επιδιωκόμενο, όχι όμως και υλοποιημένο.  
 
Η οριστική έγκλιση
Με την οριστική έγκλιση εκφράζονται:
1. Το πραγματικό και το βέβαιο
2. Δυνατότητα
3. Πιθανότητα
4. Ευχή
5. Παράκληση
 
1- Βεβαιότητα (επιστημική τροπικότητα)
Εκφράζεται από τον ομιλητή βεβαιότητα γι’ αυτό που λέει. Εκφέρεται με απλή οριστική και συνοδεύεται συχνά από εκφράσεις (επιρρήματα κτλ.) που δηλώνουν βεβαιότητα.
Π.χ. Σίγουρα επέρχεται βελτίωση της οικονομικής κατάστασης.
 
Η οριστική εκφράζει κατά κανόνα μια ενέργεια ή μια κατάσταση πραγματική και βέβαιη, π.χ. Η Ελλάδα ανήκει στην Ευρωπαϊκή Ένωση.
 
Προσέχουμε, ωστόσο, πως είναι διαφορετικό το να χρησιμοποιείται η οριστική έγκλιση για να δηλωθεί ένα γεγονός ή μια δεδομένη και γνωστή κατάσταση, και διαφορετικό όταν αξιοποιείται για να εκφράσει μια προσωπική άποψη του συντάκτη του κειμένου, καθώς στη δεύτερη περίπτωση, οφείλουμε να αντιλαμβανόμαστε πως ό,τι καταγράφεται αποτελεί κάτι το βέβαιο, κατά τη γνώμη του γράφοντος.
 
Παράδειγμα άσκησης
Στο ακόλουθο χωρίο να εξηγήσετε γιατί ο αρθρογράφος επιλέγει τη χρήση της οριστικής έγκλισης.
Οι νόμοι υπάρχουν και λειτουργούν χάρη στην οντότητα του οργανωμένου κράτους και το κράτος υφίσταται μόνο σε οριοθετημένο χωροταξικό πλαίσιο. Χωρίς το κράτος και τα σύνορά του δεν υπάρχουν δικαιώματα. Υπάρχει μόνο το δίκαιο του ισχυρού και η καλοσύνη των ξένων. Των ξένων με σύνορα.
[Άρης Αλεξανδρής]
 
Ενδεικτική απάντηση: Ο αρθρογράφος επιλέγει να αξιοποιήσει την οριστική έγκλιση προκειμένου να τονίσει πως τα όσα καταγράφει αποτελούν μια πραγματική κατάσταση, η οποία ισχύει ανεξάρτητα από τις απόψεις ή τις επιθυμίες επιμέρους ατόμων. Η ανάγκη οριοθέτησης ενός κράτους με την ύπαρξη και διαφύλαξη συνόρων, συνιστά, σε όλες τις χώρες του κόσμου, απαραίτητη προϋπόθεση για την ομαλή λειτουργία του κρατικού μηχανισμού και τη διασφάλιση των δικαιωμάτων κάθε πολίτη.
 
2. – Δυνατότητα (επιστημική τροπικότητα)
Εκφράζεται από τον ομιλητή αυτό που είναι δυνατό να γίνει. Εκφέρεται με τη μορφή: θα + οριστική.  
Π.χ. Με συστηματική μελέτη θα έχεις καλά αποτελέσματα στις εξετάσεις.
 
3. – Πιθανότητα (επιστημική τροπικότητα)
Εκφράζεται από τον ομιλητή η πιθανότητα να γίνει αυτό που λέει. Από αυτήν την άποψη είναι πιο ισχυρή από τη δυνατότητα. Εκφέρεται με τη μορφή θα + οριστική
Π.χ. Παρά τις διαφωνίες ορισμένων, το μέτρο αυτό της κυβέρνησης θα περάσει.
 
Προσέχουμε τη λεπτή νοηματική διαφοροποίηση μεταξύ της δυνατότητας και της πιθανότητας.
Ως δυνατό να γίνει παρουσιάζεται κάτι για το οποίο υπάρχουν θεωρητικώς οι προϋποθέσεις να συμβεί (π.χ. οι δυνατότητες ενός ανθρώπου να επιτύχει κάτι), χωρίς αυτό, ωστόσο, να προεξοφλεί δεδομένα την υλοποίησή του.
Η δήλωση της πιθανότητας, από την άλλη, αποτελεί έκφραση περισσότερο βέβαιη, υπό την έννοια πως είτε αποτελεί μια πιο ρεαλιστική αποτίμηση των πραγμάτων, είτε πως αποτελεί κάτι που μοιάζει πια άμεσα υλοποιήσιμο και, άρα, πιο πιθανό.
 
4. – Ευχή (δεοντική τροπικότητα)
Π.χ. Ας τον έβλεπε κι ας ήταν για λίγο.
 
5. – Παράκληση
Π.χ. Δεν προσέχεις λιγάκι τη διατροφή σου.
 
Η υποτακτική έγκλιση
Με την υποτακτική έγκλιση εκφράζονται:
1. Το ζητούμενο
2. Το ενδεχόμενο
3. Το επιθυμητό
4. Προτροπή
5. Παραχώρηση
6. Ευχή
7. Απορία
8. Προσταγή
9. Απαγόρευση
10. Δυνατότητα
11. Πιθανότητα
12. Πρόθεση
13. Υποχρέωση
14. Υπόθεση
 
Για την πληρέστερη κατανόηση της υποτακτικής έγκλισης οφείλουμε να λάβουμε υπόψη πως πρόκειται για ρηματική έκφραση αναφερόμενη στο μέλλον, ανεξάρτητα από τον χρόνο στον οποίο τυπικά ανήκει. Οι φράσεις, για παράδειγμα, «να γράφω», «να γράψω», «να έχω γράψει», παρά το γεγονός ότι τυπικά ανήκουν στον Ενεστώτα, τον Αόριστο και τον Παρακείμενο, νοηματικά αναφέρονται στο μέλλον.
Σε αντίθεση με το παρόν και το παρελθόν, τα οποία έχουν πραγματοποιηθεί, αποτελούν γεγονότα, το μέλλον δεν έχει πραγματοποιηθεί. Εγγενώς, λοιπόν, οτιδήποτε λέμε για το μέλλον περιέχει τροπικότητα, δηλαδή είτε τις προβλέψεις μας, με μεγαλύτερη ή μικρότερη βεβαιότητα, είτε τις προσδοκίες και τις επιθυμίες μας. Ως εκ τούτου οι μελλοντικές εκφράσεις -όπως η υποτακτική έγκλιση- δεν είναι ποτέ τελείως απαλλαγμένες από το τροπικό στοιχείο.
Η υποτακτική χαρακτηρίζεται από τη χρήση των μορίων να, ας, καθώς και από το ότι συνδυάζεται με τους συνδέσμους αν, εάν, όταν, πριν, πριν να, μόλις, προτού, άμα, για να, μήπως.
Στις απαγορεύσεις χρησιμοποιείται συνήθως η υποτακτική χωρίς το μόριο να.
Π.χ. (Να) Μην τον ακούς σε ό,τι σου λέει.
Η υποτακτική έχει την άρνηση μη(ν).
 
1. – Ζητούμενο
2. – Ενδεχόμενο
3. – Επιθυμητό (δεοντική τροπικότητα)
Εκφράζεται από τον ομιλητή η επιθυμία του υποκειμένου. Εκφέρεται συχνά με το ρήμα θέλω + υποτακτική.
Π.χ. Θα ήθελα να πραγματοποιήσω το όνειρό μου.
 
Προσέχουμε τη νοηματική διαφοροποίηση ανάμεσα στις τρεις αυτές υποδηλώσεις:
Ζητούμενο ενδέχεται να αποτελεί κάτι που είναι αναγκαίο ή χρήσιμο να συμβεί, χωρίς να αποτελεί κατ’ ανάγκη προσωπική επιθυμία του γράφοντος ή του ατόμου. Ζητούμενο, για παράδειγμα, ενδέχεται να είναι η βελτίωση των σχολικών επιδόσεων ενός μαθητή (έστω κι αν η προσπάθεια που απαιτείται δεν του είναι ευχάριστη ή αρεστή).
Π.χ. στην ακόλουθη φράση του Ισπανού νευροεπιστήμονα Φρανθίσκο Μόρα: «Η ευχαρίστηση είναι ο υπέρτατος μηχανισμός μέσω του οποίου μεταμφιέζεται η διαδικασία της μάθησης και ωθεί το παιδί να πετύχει τους στόχους που του έχει θέσει η φύση, όπως η πείνα το ωθεί να φάει», η υποτακτική αξιοποιείται προκειμένου να δηλωθεί κάτι το οποίο αποτελεί ζητούμενο από την ίδια τη φύση του ατόμου.
 
Αντιστοίχως, στο ακόλουθο απόσπασμα η γράφουσα αξιοποιεί την υποτακτική προκειμένου να δηλώσει με έμφαση το ζητούμενο αποτέλεσμα, ώστε να καμφθεί το φαινόμενο της αμφισβήτησης απέναντι στη λογική και την επιστήμη που λαμβάνει ανησυχητικές διαστάσεις στις μέρες μας.
«Όμως η ζωή είναι αδύνατη χωρίς λογικά συστήματα. Το ζήτημα είναι αυτά να βελτιωθούν, όχι να απορριφθούν, να οικοδομηθεί μια ορθολογική, όχι μια στρεβλά εξορθολογισμένη κοινωνία, ώστε να γνωρίζει ο καθένας πότε αμφισβητεί και πότε εμπιστεύεται, πότε ουριοδρομεί προς την Εδέμ και πότε παγιδεύεται στην κόλαση.»
[Τασούλα Καραϊσκάκη]

Ενδεχόμενο
είναι κάτι που ενδέχεται να συμβεί ανεξάρτητα από το αν είναι επιδιωκόμενο, επιθυμητό ή όχι. Σε αντίθεση, δηλαδή, με αυτό που επιδιώκεται ως αναγκαίο ή ως επιθυμητό, το ενδεχόμενο είναι μια εξέλιξη που προκύπτει συχνά έξω από τη βούληση των ατόμων ή των κοινωνιών.

Επιθυμητό είναι κάτι που το άτομο επιθυμεί να συμβεί, χωρίς, ωστόσο, αυτό να σημαίνει πως επιδιώκει κατ’ ανάγκη την πραγματοποίησή του π.χ. Θα ήθελα κάποτε να διασχίσω όλη την Αμερική. 
Το επιθυμητό, επομένως, αποτελεί φανέρωμα μιας επιθυμίας και μπορεί είτε να είναι κάτι το υλοποιήσιμο είτε κάτι το οποίο κινείται πέρα από τις -άμεσες- δυνατότητες -ή και ανάγκες- ενός ατόμου ή μιας κοινωνίας. 
Π.χ. στην ακόλουθη περίοδο: «Η αδυναμία πολλών νέων να απομακρυνθούν από τη γονεϊκή εστία, να βρουν σπίτι για να ζήσουν, είναι ένα διαπιστωμένο εδώ και καιρό πρόβλημα.», μέσω της υποτακτικής δηλώνεται κάτι το επιθυμητό, έστω κι αν αυτό εμφανίζεται ως μη εφικτό. Οι νέοι επιθυμούν να βρουν δικό τους σπίτι, για να απομακρυνθούν από το σπίτι των γονιών τους, αλλά λόγω διαφόρων δυσκολιών η επιθυμία αυτή μοιάζει δυσεπίτευκτη. 
 
4. – Προτροπή (προτρεπτική υποτακτική)
Η υποτακτική έγκλιση αξιοποιείται, επίσης, για την διατύπωση παραινέσεων, συμβουλών ή και επιτακτικών προτροπών από τη μεριά του γράφοντος. Η χρήση σε αυτή την περίπτωση της υποτακτικής -αντί της προστακτικής- προσδίδει στην έκφραση πιο ήπιο τόνο, ώστε να αποφευχθεί η δυσάρεστη εντύπωση πως ο γράφων αντιμετωπίζει με έντονα κριτική διάθεση τους άλλους ή το αναγνωστικό κοινό.
Στο ακόλουθο απόσπασμα, για παράδειγμα, ο Αλέξης Παπαχελάς αξιοποιεί την προτρεπτική υποτακτική, για να τονίσει πως η θετική υποδοχή από τους Έλληνες του Γιάννη Αντετοκούνμπο, οφείλει να λειτουργήσει ως αφορμή βαθύτερου συλλογισμού σχετικά με το τι σημαίνει η επιτυχία του νέου αυτού για την ίδια τη χώρα μας και, ακόμη περισσότερο, ως αφορμή για μια εθνική αυτοκριτική, ώστε να διαπιστώσουμε αν όντως στέκουμε με ειλικρίνεια απέναντι στην επιτυχία του ή υπό άλλες συνθήκες θα τον αντιμετωπίζαμε διαφορετικά.
«Η Ελλάδα αποθέωσε τον Γιάννη Αντετοκούνμπο. Να πάμε όμως ένα βήμα παραπέρα. Να αναλογιστούμε τι σημαίνει η δική του ιστορία για τη χώρα μας. Και επίσης να κοιταχτούμε στον καθρέφτη και να δούμε αν οι πανηγυρισμοί μας κρύβουν και ένα στοιχείο υποκρισίας.»

5. – Παραχώρηση
Π.χ. Ας δεχτούμε στην εκδρομή ακόμη έναν.
 
6. – Ευχή (δεοντική τροπικότητα)
Εκφράζεται από τον ομιλητή η επιθυμία του υποκειμένου ως ευχή. Είναι πιο ισχυρή από την τροπικότητα της επιθυμίας. Εκφέρεται με απλή υποτακτική (και εκφράσεις που δείχνουν πως πρόκειται για ευχή και όχι προσταγή) και με τα ας, να, μακάρι, που + υποτακτική.
Π.χ. Μακάρι να εισακουστούν οι διαμαρτυρίες μας και να υπάρξει μια ουσιαστική βελτίωση της κατάστασης.
 
Προσέχουμε πως η τροπικότητα της ευχής είναι ισχυρότερη από εκείνη της επιθυμίας, διότι η ευχή αξιοποιείται όταν υπάρχει μεγαλύτερη ανάγκη για την υλοποίηση μιας κατάστασης, ενώ η επιθυμία αναφέρεται ακόμη και σε επιδιώξεις που μπορούν να μετατεθούν, χωρίς επιπτώσεις, στο μέλλον ή και να μην υλοποιηθούν ποτέ.
 
7. – Απορία
Π.χ. Δεν είναι καθόλου καλά τα νέα, πώς να του το πω;
Στο ακόλουθο απόσπασμα, για παράδειγμα, από κείμενο της Τασούλας Καραϊσκάκη η υποτακτική αξιοποιείται για να διατυπωθούν μια σειρά από ερωτήματα που φαινομενικώς προκαλούν απορία στη γράφουσα. Επί της ουσίας, βέβαια, τα ερωτήματα αυτά συνιστούν έμμεσες -λογικές- παροτρύνσεις, οι οποίες παρά την εύλογη αλήθεια τους βρίσκουν σθεναρή αντίσταση από ένα μέρος των πολιτών που αρνείται να εμπιστευτεί την επιστήμη και τη λογική, οδηγούμενο σε εξαιρετικά επιζήμιες επιλογές.
«Γιατί είναι τόσο δύσκολο να είναι κανείς λογικός; Να αφήσει τη λογική να καθοδηγήσει τις αντιλήψεις, τις αποφάσεις, τις πράξεις του; Να δεχθεί ότι η γνώση μας για τον κόσμο στηρίζεται στην επιστήμη –που άλλωστε εμπεριέχει την αμφισβήτηση– και στον ορθό λόγο; Ίσως διότι μας χαρακτηρίζει από καταβολής έθνους ο ανορθολογισμός – δεν κατευθύνονται, ανέκαθεν, όλα από εξωτερικά μυστικά κέντρα και σκοτεινά διευθυντήρια; Ίσως διότι το ανορθολογικό στοιχείο περνά υπόγεια, δεκαετίες τώρα, μέσα στο ορθολογικό και το αλλοιώνει…»

8. – Προσταγή
Π.χ. Να τα πεις όλα.
 
9. – Απαγόρευση
Π.χ. Μην πιστεύεις τον καθένα.  
 
10. – Δυνατότητα (επιστημική τροπικότητα)
Εκφράζεται από τον ομιλητή αυτό που είναι δυνατό να γίνει. Εκφέρεται ως εξής: μπορεί + υποτακτική, ίσως + υποτακτική.
Π.χ. Φέτος, λόγω της βελτίωσης των συνθηκών, μπορεί να έχουμε μεγάλη προσέλευση τουριστών.
 
11. – Πιθανότητα (επιστημική τροπικότητα)
Εκφράζεται από τον ομιλητή η πιθανότητα να γίνει αυτό που λέει. Από αυτήν την άποψη είναι πιο ισχυρή από τη δυνατότητα. Εκφέρεται με το πρέπει + υποτακτική.  Π.χ. Ο θείος σου πρέπει να έχει πολλά χρήματα για να τα ξοδεύει τόσο εύκολα.
 
12. – Πρόθεση (δεοντική τροπικότητα)
Εκφράζεται από τον ομιλητή η πρόθεση του υποκειμένου να κάνει μια ενέργεια. Εκφέρεται με ρήματα που δηλώνουν πρόθεση (στοχεύω να, σκοπεύω να, προτίθεμαι να, λέω να κτλ.) + υποτακτική.
Π.χ. Οι μαθητές της Γ΄ Λυκείου σκοπεύουν να πάνε φέτος εκδρομή στην Ιταλία.
 
13. – Υποχρέωση (δεοντική τροπικότητα)
Εκφράζεται από τον ομιλητή η ανάγκη, η υποχρέωση του υποκειμένου να κάνει μια ενέργεια. Εκφέρεται με το απρόσωπο ρήμα «πρέπει» και με ανάλογες εκφράσεις (είναι ανάγκη, είναι υποχρεωμένος κτλ.) + υποτακτική.
Π.χ. Η δουλειά πλέον του φοιτητή πρέπει να είναι εστιασμένη στις φιλοδοξίες της μελλοντικής καριέρας του.
 
Παράδειγμα άσκησης
Στο ακόλουθο χωρίο γίνεται συστηματική χρήση της υποτακτικής έγκλισης. Να αιτιολογήσετε τη χρήση της και να σχολιάσετε τον αντίκτυπο που έχει στον αποδέκτη του κειμένου.
Ο φοιτητής για να έχει επιτυχία πρέπει να μελετά σκληρά, να επιλέγει μαθήματα και ειδικεύσεις που να τον βοηθούν στην μελλοντική καριέρα που θα ακολουθήσει, να κάνει φιλίες με φοιτητές που δουλεύουν σκληρά, να μην περιμένει το τέλος των σπουδών για να σκεφτεί το επόμενο βήμα, αλλά να κυνηγάει επαφές και διασυνδέσεις από τώρα. Η δουλειά πλέον του φοιτητή πρέπει να είναι εστιασμένη στις φιλοδοξίες της μελλοντικής καριέρας του. Να έχει σωστό προγραμματισμό σε όλα τα επίπεδα της ζωής του, όπως τον οικονομικό προγραμματισμό της φοιτητικής του ζωής, τον τρόπο διασκέδασης, την μελέτη, τις συναντήσεις με άλλους φοιτητές.
[Το ΣΤΡΕΣ των φοιτητών, του Μπουντζή Πέγκου, Διπλωματική Διατριβή, 2013]
 
Ενδεικτική απάντηση: Με τη χρήση της υποτακτικής δηλώνεται αρχικά το ζητούμενο και το επιθυμητό «για να έχει επιτυχία» και ακολούθως, σε συνδυασμό με το απρόσωπο ρήμα «πρέπει» δηλώνεται εμφατικά η έννοια της υποχρέωσης. Καταγράφονται, δηλαδή, όλα όσα οφείλει να κάνει ο φοιτητής προκειμένου να έχει επιτυχία στις επιδιώξεις του. Η καταγραφή, μάλιστα, των ποικίλων υποχρεώσεων του φοιτητή, με τη χρήση κυρίως ασύνδετου σχήματος, φανερώνει με δραστικό τρόπο το πιεστικό πλαίσιο υπό το οποίο οφείλει να δρα και να σκέφτεται ένας φοιτητής. Κατ’ αυτό τον τρόπο ο αναγνώστης, ακόμη κι αν δεν έχει βιώσει κάτι αντίστοιχο, αντιλαμβάνεται πλήρως πόσο αγχωτική και απαιτητική είναι η περίοδος των σπουδών για κάθε νέο άνθρωπο.
 
14. – Υπόθεση (επιστημική τροπικότητα)
Εκφράζεται η υπόθεση του ομιλητή γι’ αυτό που λέει. Εκφέρεται με το να + υποτακτική. Η χρήση αυτή της υποτακτικής είναι συνηθέστερη στον προφορικό λόγο.
Π.χ. Να ξέρουν οι άνθρωποι τι χάνουν από τη ζωή στο χωριό, θα φύγουν από τις πόλεις.
 
Συνηθέστερη για τη δήλωση της υπόθεσης με τη χρήση της υποτακτικής είναι η διαμόρφωση υποθετικού λόγου που εκφράζει το προσδοκώμενο ή το επαναλαμβανόμενο: σε αυτές ό,τι εκφράζεται στην υπόθεση παρουσιάζεται ως κάτι που περιμένουμε να γίνει με βεβαιότητα ή κάτι που επαναλαμβάνεται συνεχώς.
Στην περίπτωση που η υποθετική πρόταση εκφράζει κάτι που περιμένουμε να γίνει με βεβαιότητα (προσδοκώμενο), το ρήμα της βρίσκεται σε υποτακτική αορίστου ή σπανιότερα παρακειμένου και το ρήμα της απόδοσης σε οριστική μέλλοντα ή προστακτική.
Στην περίπτωση που η υποθετική πρόταση εκφράζει κάτι ως επαναλαμβανόμενο, τότε το ρήμα της βρίσκεται σε υποτακτική αορίστου και σπανιότερα παρακειμένου και το ρήμα της απόδοσης σε οριστική ενεστώτα.
 
Η προστακτική έγκλιση
Με την προστακτική έγκλιση εκφράζονται:
1. Προσταγή
Π.χ. Προχωρήστε αργά και σταθερά προς τα εμπρός.
 
2. Παράκληση
Π.χ. Ελάτε, σας παρακαλώ, στις θέσεις σας.
 
3. Υποχρέωση
Εκφράζεται από τον ομιλητή η ανάγκη, η υποχρέωση του υποκειμένου να κάνει μια ενέργεια. Εκφέρεται, εκτός της υποτακτικής, και με προστακτική.
Π.χ. Καταγράψτε οπωσδήποτε το σύνολο των ζημιών, το αργότερο μέχρι το τέλος της εβδομάδας.

0 σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Related Posts Plugin for WordPress, Blogger...