Αρχαία ελληνικά: Αναλυτική κλίση ρήματος «συλλέγω» | Σημειώσεις του Κωνσταντίνου Μάντη

Αρχαία ελληνικά: Αναλυτική κλίση ρήματος «συλλέγω»

Κωνσταντίνος Μάντης | Best Blogger Tips
Bill Bell 
 
Αρχαία ελληνικά: Αναλυτική κλίση ρήματος «συλλέγω»
 
Ενεργητική Φωνή
 
Ενεστώτας
Οριστική
συλλέγω, συλλέγεις, συλλέγει, συλλέγομεν, συλλέγετε, συλλέγουσι(ν)
Υποτακτική
συλλέγω, συλλέγς, συλλέγ, συλλέγωμεν, συλλέγητε, συλλέγωσι(ν)
Ευκτική
συλλέγοιμι, συλλέγοις, συλλέγοι, συλλέγοιμεν, συλλέγοιτε, συλλέγοιεν
Προστακτική
---, σύλλεγε, συλλεγέτω, ---, συλλέγετε, συλλεγόντων (ή συλλεγέτωσαν)
Απαρέμφατο
συλλέγειν
Μετοχή
συλλέγων, συλλέγουσα, συλλέγον
 
Παρατατικός
Οριστική
συνέλεγον, συνέλεγες, συνέλεγε, συνελέγομεν, συνελέγετε, συνέλεγον
 
Μέλλοντας
Οριστική
συλλέξω, συλλέξεις, συλλέξει, συλλέξομεν, συλλέξετε, συλλέξουσι(ν)
Ευκτική
συλλέξοιμι, συλλέξοις, συλλέξοι, συλλέξοιμεν, συλλέξοιτε, συλλέξοιεν
Απαρέμφατο
συλλέξειν
Μετοχή
συλλέξων, συλλέξουσα, συλλέξον
 
Αόριστος
Οριστική
συνέλεξα, συνέλεξας, συνέλεξε(ν), συνελέξαμεν, συνελέξατε, συνέλεξαν
Υποτακτική
συλλέξω, συλλέξς, συλλέξ, συλλέξωμεν, συλλέξητε, συλλέξωσι(ν)
Ευκτική
συλλέξαιμι, συλλέξαις ή συλλέξειας, συλλέξαι ή συλλέξειε(ν), συλλέξαιμεν, συλλέξαιτε, συλλέξαιεν ή συλλέξειαν
Προστακτική
---, συλλέξον, συλλεξάτω, ---, συλλέξατε, συλλεξάντων (ή συλλεξάτωσαν)
Απαρέμφατο
συλλέξαι
Μετοχή
συλλέξας, συλλέξασα, συλλέξαν
 
Παρακείμενος
Οριστική
συνείλοχα, συνείλοχας, συνείλοχε, συνειλόχαμεν, συνειλόχατε, συνειλόχασι(ν)
 
Υποτακτική
συνειλοχώς- συνειλοχυα- συνειλοχός
συνειλοχώς- συνειλοχυα- συνειλοχός ς
συνειλοχώς- συνειλοχυα- συνειλοχός
συνειλοχότες- συνειλοχυαι- συνειλοχότα μεν
συνειλοχότες- συνειλοχυαι- συνειλοχότα τε
συνειλοχότες- συνειλοχυαι- συνειλοχότα σι
 
Ευκτική
συνειλοχώς- συνειλοχυα- συνειλοχός εην
συνειλοχώς- συνειλοχυα- συνειλοχός εης
συνειλοχώς- συνειλοχυα- συνειλοχός εη
συνειλοχότες- συνειλοχυαι- συνειλοχότα εημεν (εμεν)
συνειλοχότες- συνειλοχυαι- συνειλοχότα εητε (ετε)
συνειλοχότες- συνειλοχυαι- συνειλοχότα εησαν (εεν)
 
Προστακτική
---
συνειλοχώς- συνειλοχυα- συνειλοχός σθι
συνειλοχώς- συνειλοχυα- συνειλοχός στω
---
συνειλοχότες- συνειλοχυαι- συνειλοχότα στε
συνειλοχότες- συνειλοχυαι- συνειλοχότα στων
 
Απαρέμφατο
συνειλοχέναι
Μετοχή
συνειλοχώς- συνειλοχυα- συνειλοχός
 
Μέση Φωνή
 
Ενεστώτας
Οριστική
συλλέγομαι, συλλέγ/συλλέγει, συλλέγεται, συλλεγόμεθα, συλλέγεσθε, συλλέγονται
Υποτακτική
συλλέγωμαι, συλλέγ, συλλέγηται, συλλεγώμεθα, συλλέγησθε, συλλέγωνται
Ευκτική
συλλεγοίμην, συλλέγοιο, συλλέγοιτο, συλλεγοίμεθα, συλλέγοισθε, συλλέγοιντο
Προστακτική
---, συλλέγου, συλλεγέσθω, ---, συλλέγεσθε, συλλεγέσθων ή συλλεγέσθωσαν
Απαρέμφατο
συλλέγεσθαι
Μετοχή
συλλεγόμενος
συλλεγομένη
συλλεγόμενον
 
Παρατατικός
Οριστική
συνελεγόμην, συνελέγου, συνελέγετο, συνελεγόμεθα, συνελέγεσθε, συνελέγοντο
 
Μέλλοντας
Οριστική
συλλέξομαι, συλλέξ/συλλέξει, συλλέξεται, συλλεξόμεθα, συλλέξεσθε, συλλέξονται
Ευκτική
συλλεξοίμην, συλλέξοιο, συλλέξοιτο, συλλεξοίμεθα, συλλέξοισθε, συλλέξοιντο
Απαρέμφατο
συλλέξεσθαι
Μετοχή
συλλεξόμενος
συλλεξομένη
συλλεξόμενον
 
Παθητικός Μέλλοντας Β΄
Οριστική
συλλεγήσομαι, συλλεγήσ/συλλεγήσει, συλλεγήσεται, συλλεγησόμεθα, συλλεγήσεσθε, συλλεγήσονται
Ευκτική
συλλεγησοίμην, συλλεγήσοιο, συλλεγήσοιτο, συλλεγησοίμεθα, συλλεγήσοισθε, συλλεγήσοιντο
Απαρέμφατο
συλλεγήσεσθαι
Μετοχή
συλλεγησόμενος
συλλεγησομένη
συλλεγησόμενον
 
Αόριστος
Οριστική
συνελεξάμην, συνελέξω, συνελέξατο, συνελεξάμεθα, συνελέξασθε, συνελέξαντο
Υποτακτική
συλλέξωμαι, συλλέξ, συλλέξηται, συλλεξώμεθα, συλλέξησθε, συλλέξωνται
Ευκτική
συλλεξαίμην, συλλέξαιο, συλλέξαιτο, συλλεξαίμεθα, συλλέξαισθε, συλλέξαιντο
Προστακτική
---, σύλλεξαι, συλλεξάσθω, ---, συλλέξασθε, συλλεξάσθων ή συλλεξάσθωσαν
Απαρέμφατο
συλλέξασθαι
Μετοχή
συλλεξάμενος
συλλεξαμένη
συλλεξάμενον
 
Παθητικός Αόριστος Β΄
Οριστική
συνελέγην, συνελέγης, συνελέγη, συνελέγημεν, συνελέγητε, συνελέγησαν
Υποτακτική
συλλεγ, συλλεγς, συλλεγ, συλλεγμεν, συλλεγτε, συλλεγσι(ν)
Ευκτική
συλλεγείην, συλλεγείης, συλλεγείη, συλλεγείημεν ή συλλεγεμεν, συλλεγείητε ή συλλεγετε, συλλεγείησαν ή συλλεγεεν
Προστακτική
---, συλλέγηθι, συλλεγήτω, ---, συλλέγητε, συλλεγέντων ή συλλεγήτωσαν
Απαρέμφατο
συλλεγναι
Μετοχή
συλλεγείς
συλλεγεσα
συλλεγέν
 
Παθητικός Αόριστος Α΄
Οριστική
συνελέχθην, συνελέχθης, συνελέχθη, συνελέχθημεν, συνελέχθητε, συνελέχθησαν
Υποτακτική
συλλεχθ, συλλεχθς, συλλεχθ, συλλεχθμεν, συλλεχθτε, συλλεχθσι(ν)
Ευκτική
συλλεχθείην, συλλεχθείης, συλλεχθείη, συλλεχθείημεν ή συλλεχθεμεν, συλλεχθείητε ή συλλεχθετε, συλλεχθείησαν ή συλλεχθεεν
Προστακτική
---, συλλέχθητι, συλλεχθήτω, ---, συλλέχθητε, συλλεχθέντων ή συλλεχθήτωσαν
Απαρέμφατο
συλλεχθναι
Μετοχή
συλλεχθείς
συλλεχθεσα
συλλεχθέν
 
Παρακείμενος
Οριστική
συνείλεγμαι, συνείλεξαι, συνείλεκται, συνειλέγμεθα, συνείλεχθε, συνειλεγμένοι εσι(ν)
 
Υποτακτική
συνειλεγμένος- συνειλεγμένη-συνειλεγμένον
συνειλεγμένος- συνειλεγμένη-συνειλεγμένον ς
συνειλεγμένος- συνειλεγμένη-συνειλεγμένον
συνειλεγμένοι- συνειλεγμέναι-συνειλεγμένα μεν
συνειλεγμένοι- συνειλεγμέναι-συνειλεγμένα τε
συνειλεγμένοι- συνειλεγμέναι-συνειλεγμένα σι
 
Ευκτική
συνειλεγμένος- συνειλεγμένη-συνειλεγμένον εην
συνειλεγμένος- συνειλεγμένη-συνειλεγμένον εης
συνειλεγμένος- συνειλεγμένη-συνειλεγμένον εη
συνειλεγμένοι- συνειλεγμέναι-συνειλεγμένα εημεν (εμεν)
συνειλεγμένοι- συνειλεγμέναι-συνειλεγμένα εητε (ετε)
συνειλεγμένοι- συνειλεγμέναι-συνειλεγμένα εησαν (εεν)
 
Προστακτική
---, συνείλεξο, συνειλέχθω, --- συνείλεχθε, συνειλέχθων ή συνειλέχθωσαν
 
Απαρέμφατο
συνειλέχθαι
Μετοχή
συνειλεγμένος,
συνειλεγμένη,
συνειλεγμένον
 
Υπερσυντέλικος
συνειλέγμην, συνείλεξο, συνείλεκτο, συνειλέγμεθα, συνείλεχθε, συνειλεγμένοι σαν

0 σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Related Posts Plugin for WordPress, Blogger...