Αρχαία ελληνικά: Αναλυτική κλίση ρήματος «φύω» | Σημειώσεις του Κωνσταντίνου Μάντη

Αρχαία ελληνικά: Αναλυτική κλίση ρήματος «φύω»

Κωνσταντίνος Μάντης | Best Blogger Tips

Phil Koch

 
Αρχαία ελληνικά: Αναλυτική κλίση ρήματος «φύω»
 
(φύω = γεννώ, παράγω, φυτρώνω)
 
Ενεργητική Φωνή
 
Ενεστώτας
Οριστική
φύω, φύεις, φύει, φύομεν, φύετε, φύουσι(ν)
Υποτακτική
φύω, φύς, φύ, φύωμεν, φύητε, φύωσι(ν)
Ευκτική
φύοιμι, φύοις, φύοι, φύοιμεν, φύοιτε, φύοιεν
Προστακτική
---, φε, φυέτω, ---, φύετε, φυόντων (ή φυέτωσαν)
Απαρέμφατο
φύειν
Μετοχή
φύων, φύουσα, φον
 
Παρατατικός
Οριστική
φυον, φυες, φυε, φύομεν, φύετε, φυον
 
Μέλλοντας
Οριστική
φύσω, φύσεις, φύσει, φύσομεν, φύσετε, φύσουσι(ν)
Ευκτική
φύσοιμι, φύσοις, φύσοι, φύσοιμεν, φύσοιτε, φύσοιεν
Απαρέμφατο
φύσειν
Μετοχή
φύσων, φύσουσα, φσον
 
Αόριστος
Οριστική
φυσα, φυσας, φυσε(ν), φύσαμεν, φύσατε, φυσαν
Υποτακτική
φύσω, φύσς, φύσ, φύσωμεν, φύσητε, φύσωσι(ν)
Ευκτική
φύσαιμι, φύσαις ή φύσειας, φύσαι ή φύσειε(ν), φύσαιμεν, φύσαιτε, φύσαιεν ή φύσειαν
Προστακτική
---, φσον, φυσάτω, ---, φύσατε, φυσάντων (ή φυσάτωσαν)
Απαρέμφατο
φσαι
Μετοχή
φύσας, φύσασα, φσαν
 
Μέση Φωνή
 
Ενεστώτας
Οριστική
φύομαι, φύ ή φύει, φύεται, φυόμεθα, φύεσθε, φύονται
Υποτακτική
φύωμαι, φύ, φύηται, φυώμεθα, φύησθε, φύωνται
Ευκτική
φυοίμην, φύοιο, φύοιτο, φυοίμεθα, φύοισθε, φύοιντο
Προστακτική
---, φύου, φυέσθω, ---, φύεσθε, φυέσθων ή φυέσθωσαν
Απαρέμφατο
φύεσθαι
Μετοχή
φυόμενος
φυομένη
φυόμενον
 
Παρατατικός
Οριστική
φυόμην, φύου, φύετο, φυόμεθα, φύεσθε, φύοντο
 
Μέλλοντας
Οριστική
φύσομαι, φύσ ή φύσει, φύσεται, φυσόμεθα, φύσεσθε, φύσονται
Ευκτική
φυσοίμην, φύσοιο, φύσοιτο, φυσοίμεθα, φύσοισθε, φύσοιντο
Απαρέμφατο
φύσεσθαι
Μετοχή
φυσόμενος
φυσομένη
φυσόμενον
 
Αόριστος Β΄
Οριστική
φυν, φυς, φυ, φυμεν, φυτε, φυσαν
Υποτακτική
φύω, φύς, φύ, φύωμεν, φύητε, φύωσι(ν)
Ευκτική
----
Προστακτική
---, φθι, φύτω, ---, φτε, φύντων (ή φύτωσαν)
Απαρέμφατο
φναι
Μετοχή
φύς, φσα, φύν
 
Παρακείμενος (Ενεργητικός ως μέσος και παθητικός)
Οριστική
πέφυκα, πέφυκας, πέφυκε, πεφύκαμεν, πεφύκατε, πεφύκασι(ν)
 
Υποτακτική
πεφυκώς- πεφυκυα- πεφυκός
πεφυκώς- πεφυκυα- πεφυκός ς
πεφυκώς- πεφυκυα- πεφυκός
πεφυκότες- πεφυκυαι- πεφυκότα μεν
πεφυκότες- πεφυκυαι- πεφυκότα τε
πεφυκότες- πεφυκυαι- πεφυκότα σι
 
Ευκτική
πεφυκώς- πεφυκυα- πεφυκός εην
πεφυκώς- πεφυκυα- πεφυκός εης
πεφυκώς- πεφυκυα- πεφυκός εη
πεφυκότες- πεφυκυαι- πεφυκότα εημεν (εμεν)
πεφυκότες- πεφυκυαι- πεφυκότα εητε (ετε)
πεφυκότες- πεφυκυαι- πεφυκότα εησαν (εεν)
 
Προστακτική
---
πεφυκώς- πεφυκυα- πεφυκός σθι
πεφυκώς- πεφυκυα- πεφυκός στω
---
πεφυκότες- πεφυκυαι- πεφυκότα στε
πεφυκότες- πεφυκυαι- πεφυκότα στων
 
Απαρέμφατο
πεφυκέναι
Μετοχή
πεφυκώς- πεφυκυα- πεφυκός
 
Υπερσυντέλικος
Οριστική
πεφύκειν, πεφύκεις, πεφύκει, πεφύκεμεν, πεφύκετε, πεφύκεσαν

0 σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Related Posts Plugin for WordPress, Blogger...