Alexei Harlamoff
Ν. Γλώσσα Γ΄ Λυκείου: Να με λες με το όνομά μου [Ασκήσεις Β΄ Θέματος]
Τα ακραία παραδείγματα επιχείρησης αυτοπροσδιορισμού δεν είναι ικανά να εκτρέψουν την πραγματική κουβέντα. Δηλαδή αν εγώ θέλω να αυτοπροσδιορίζομαι ως ρακούν και όχι ως άνθρωπος ή ως ερυθρόδερμος της Αμερικής, είναι μία σεβαστή επιθυμία – δεν έχω κανένα θέμα να κάνω το χατίρι σε όποιον μου το ζητήσει – αλλά δεν είναι κάτι που βοηθάει ιδιαίτερα άλλους ανθρώπους να ακουστούν για τα σοβαρά θέματα αποκλεισμού που αντιμετωπίζουν, που έχουν να κάνουν με τη ζωή τους την ίδια και όχι με κάποια χαριτωμένη παραξενιά τους.
Πολλοί Ρομά θέλουν να αυτοπροσδιορίζονται πρώτα ως Έλληνες, κάτι που είναι εντελώς αυτονόητο δικαίωμα. Όποιος θέλει να ακολουθείται αυτό από κάποιο άλλο συνθετικό που ορίζει φυλετική ή άλλη ταυτότητα είναι επίσης αυτονόητο, φαντάζομαι ακριβώς όπως και το Ελληνας-Εβραίος.
Γνωρίζω πως αυτός ο αυτοπροσδιορισμός δεν επιλέγεται από όλους τους Ρομά που ζουν στην Ελλάδα. Ισχύει και για εκείνους το δικαίωμα των προηγούμενων. Το ζήτημα που ανακύπτει από τέτοιες συζητήσεις δεν είναι τόσο τι είναι οι «κρινόμενοι» αλλά ποιοι είμαστε οι κρίνοντες. Από πού ακριβώς έχουμε κληρονομήσει το δικαίωμα να μοιράζουμε πιστοποιητικά. Τα παντός είδους «πιστοποιητικά» στα ψιλά τους γράμματα θρέφουν τους διαχωρισμούς και την αμφισβήτηση. Αναπτύσσεται και μια αποπροσανατολιστική επιχειρηματολογία περί μη τήρησης υποχρεώσεων από μεριάς συγκεκριμένων πληθυσμών, κάτι που νομιμοποιεί τον ακρωτηριασμό των δικαιωμάτων τους αλλά το πρόβλημα δεν είναι νομικό ή ποινικής φύσεως. Εδώ επανερχόμαστε στα απλά μαθήματα δημοκρατίας. Η δημοκρατία δεν είναι κατασταλτικός μηχανισμός. Φυσικά έχουν κανόνες και νόμους οι οργανωμένες κοινωνίες αλλά πριν από τη θεσμοθέτηση της τιμωρίας προηγείται η υποχρέωση της κατανόησης και η αναγνώριση χώρου και όχι βίαιης ενσωμάτωσης.
Πράγματι. Τα δεδομένα της έρευνας ανακαλούσαν και στη δική μου μνήμη γνώσεις και εμπειρίες οι οποίες δεν είχαν σχέση με την τσιγγάνικη κοινωνία. Ήταν στοιχεία που έφερναν στον νου τις παραδοσιακές μας κοινωνίες, όπου υπήρχε συλλογικότητα και το άτομο οριζόταν περισσότερο ως μέλος της οικογένειας παρά ως αυτόνομη προσωπικότητα. Η ερώτηση «τίνος είσαι;» φανερώνει ότι για τη γνωριμία απαιτείται πρωτίστως ο προσδιορισμός της καταγωγής.
Στην τσιγγάνικη οικογένεια γεννιούνται παιδιά και κορίτσια, όπως έλεγαν παλαιότερα οι μη-τσιγγάνοι, όταν η προίκα γραφόταν στο προικοσύμφωνο. Τα ομηρικά ἕδνα έπαιρναν τη μορφή της «εξαγοράς της νύφης» στην ύπαιθρο, καθώς οι γονείς μπορούσαν να ζητήσουν χρήματα για να δώσουν την κόρη τους, εφόσον με την εγκατάστασή της στο σπίτι του γαμπρού θα στερούνταν εργατικών χεριών. Αυτά ξεχάστηκαν όμως και εύκολα οι Τσιγγάνοι κατηγορούνται ότι με τον γάμο των παιδιών τους συνάπτουν και οικονομικές συμφωνίες.
Βεβαίως διαφορές υπάρχουν, όπως υπάρχουν και ομοιότητες των Ελλήνων Τσιγγάνων με τους Τσιγγάνους άλλων χωρών. Οι Τσιγγάνοι ξεκίνησαν από τις βορειοδυτικές Ινδίες τον 8ο ή 9ο αιώνα, και αυτό το ξέρουμε γιατί η γλώσσα τους (ρομανί) είναι συγγενής των ινδικών χιντί. Εξαπλώθηκαν σε όλη την Ευρώπη και μετά την ανακάλυψη του Νέου Κόσμου έφτασαν και στην Αμερική. Στο Βυζάντιο έφτασαν τον 11ο αιώνα και τους δόθηκε η επονομασία Αθίγγανος, ανέγγιχτος (θιγγάνω=αγγίζω), γιατί η Εκκλησία τους συνέδεσε με μια αίρεση που θεωρούνταν μιαρή.
Παντού δέχονταν ρατσιστικές εκδηλώσεις και οι Ναζί υπολογίζεται ότι εξόντωσαν γύρω στους 600.000 στα στρατόπεδα συγκεντρώσεως. Η άγνωστη καταγωγή τους, η γλώσσα τους, το ντύσιμό τους, τα επαγγέλματα και οι συνεχείς μετακινήσεις τους ήταν ακατανόητα για τους μη-τσιγγάνους, που έβλεπαν με καχυποψία τους σκουρόχρωμους ανθρώπους που περνούσαν, έμεναν για λίγο και συνέχιζαν την πορεία τους…
Στην Ελλάδα οι Τσιγγάνοι ζουν από τον 14ο αιώνα, αλλά δεν έχουν ενσωματωθεί στην ευρύτερη κοινωνία και εξακολουθούν να αντιμετωπίζονται ως διαφορετικοί. Τα πολιτισμικά στοιχεία, που έμαθαν από την ευκαιριακή συμμετοχή τους ως μουσικοί και χαλκιάδες στη ζωή της ελληνικής υπαίθρου, δεν αναφέρονται συνήθως. Όμως εκείνοι τα κράτησαν καθώς μένουν σε συγκεκριμένες περιοχές, όπως γίνεται πάντα με τους ανθρώπους που νιώθουν «άλλοι» και αναζητούν τον δικό τους για να μείνουν κοντά του. Αυτό έχει ως συνέπεια την άσκηση έντονου κοινωνικού ελέγχου που δεν αφήνει εύκολα περιθώρια για αλλαγές⸱ η κοινωνία τους παραμένει «κοινωνία της ντροπής» και το «τι θα πει ο κόσμος;» οριοθετεί συμπεριφορές.
Να αποδώσετε συνοπτικά σε 50-60 λέξεις το περιεχόμενο της πρώτης παραγράφου του Κειμένου 1 (Τα ζητήματα αυτοπροσδιορισμού… το ήθος της).
Η συζήτηση για τον αυτοπροσδιορισμό
είναι θετική, αν και ορισμένα θέματα είναι πολύ προσωπικά για να αφορούν τον
κοινωνικό διάλογο. Η δεκτικότητα των ατόμων, ωστόσο, στη διαφορετικότητα εξαρτάται
από τις αντιλήψεις τους, αλλά και από την ιδεολογική δυσκαμψία τους. Προκύπτουν,
έτσι, απορριπτικές τάσεις απέναντι στη διαφορετικότητα, απόπειρα επιβολής της «κανονικότητας»
και ενίσχυση του ρατσισμού. Χρειάζεται, άρα, ορθότερη κατανόηση της δημοκρατίας.
[Λέξεις: 6ο]
Β1. Να εξηγήσετε σε 60-70 λέξεις την ακόλουθη διαπίστωση του Οδυσσέα Ιωάννου (Κείμενο 1): «Η δημοκρατία δεν είναι μαθηματική εξίσωση που οι πολλοί νικάνε τους λίγους, είναι πολύ βαθύτερη η λειτουργία της και πολύ πιο σύνθετο το ήθος της».
0 σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου