Ν. Γλώσσα Γ΄ Λυκείου: Να με λες με το όνομά μου [Ασκήσεις Β΄ Θέματος] | Σημειώσεις του Κωνσταντίνου Μάντη

Ν. Γλώσσα Γ΄ Λυκείου: Να με λες με το όνομά μου [Ασκήσεις Β΄ Θέματος]

Κωνσταντίνος Μάντης | Best Blogger Tips

Alexei Harlamoff

 
Ν. Γλώσσα Γ΄ Λυκείου: Να με λες με το όνομά μου [Ασκήσεις Β΄ Θέματος]
 
Κείμενο 1: Να με λες με το όνομά μου
 
     Τα ζητήματα αυτοπροσδιορισμού έχουν μπει για τα καλά στον δημόσιο διάλογο και επιτέλους κάποτε έπρεπε να γίνει. Ορισμένα δεν θα έπρεπε να μπαίνουν καν στη διαδικασία διαλόγου, όπως για παράδειγμα ο αυτοπροσδιορισμός σεξουαλικής ταυτότητας και άλλων παρόμοιων θεμάτων που δεν πέφτει κανένας λόγος σε κανέναν άλλον πέραν από τον αυτοπροσδιοριζόμενο. Τα προσωπικά όρια του καθενός μας, το τι δεχόμαστε και τι όχι, έχουν να κάνουν με μια σειρά από προσλαμβάνουσες, από τις συνισταμένες της αντίληψής μας για τον κόσμο, τους ανθρώπους και τα δικαιώματα, αλλά και από τους μασίφ μονόλιθους των ιδεολογικών μας αγκυλώσεων. Ο κόσμος έχει αρχίσει να κλείνεται εδώ και αρκετά χρόνια, η περίμετρός μας έχει στενέψει και η ευκολία με την οποία πετάμε ανθρώπους έξω από κάποιες προκάτ νόρμες έχει γίνει άθλημα. Δεν ξέρω από πού πηγάζει αυτή η ανάγκη διαφήμισης και τυφλής υποστήριξης της «κανονικότητάς» μας, ίσως από το γεγονός πως πουθενά αλλού δεν αισθανόμαστε ισότιμα μέρη μιας ομάδας. Πολύ προσωπική ματαίωση μυρίζει ο ρατσισμός έτσι κι αλλιώς. Ορισμένοι θεωρούν ακλόνητο επιχείρημα κανονικότητας την κανονικότητα της πλειονότητας. Απλά μαθήματα δημοκρατίας χρειάζονται και επειγόντως. Η δημοκρατία δεν είναι μαθηματική εξίσωση που οι πολλοί νικάνε τους λίγους, είναι πολύ βαθύτερη η λειτουργία της και πολύ πιο σύνθετο το ήθος της.
     Τα ακραία παραδείγματα επιχείρησης αυτοπροσδιορισμού δεν είναι ικανά να εκτρέψουν την πραγματική κουβέντα. Δηλαδή αν εγώ θέλω να αυτοπροσδιορίζομαι ως ρακούν και όχι ως άνθρωπος ή ως ερυθρόδερμος της Αμερικής, είναι μία σεβαστή επιθυμία – δεν έχω κανένα θέμα να κάνω το χατίρι σε όποιον μου το ζητήσει – αλλά δεν είναι κάτι που βοηθάει ιδιαίτερα άλλους ανθρώπους να ακουστούν για τα σοβαρά θέματα αποκλεισμού που αντιμετωπίζουν, που έχουν να κάνουν με τη ζωή τους την ίδια και όχι με κάποια χαριτωμένη παραξενιά τους.
     Πολλοί Ρομά θέλουν να αυτοπροσδιορίζονται πρώτα ως Έλληνες, κάτι που είναι εντελώς αυτονόητο δικαίωμα. Όποιος θέλει να ακολουθείται αυτό από κάποιο άλλο συνθετικό που ορίζει φυλετική ή άλλη ταυτότητα είναι επίσης αυτονόητο, φαντάζομαι ακριβώς όπως και το Ελληνας-Εβραίος.
     Γνωρίζω πως αυτός ο αυτοπροσδιορισμός δεν επιλέγεται από όλους τους Ρομά που ζουν στην Ελλάδα. Ισχύει και για εκείνους το δικαίωμα των προηγούμενων. Το ζήτημα που ανακύπτει από τέτοιες συζητήσεις δεν είναι τόσο τι είναι οι «κρινόμενοι» αλλά ποιοι είμαστε οι κρίνοντες. Από πού ακριβώς έχουμε κληρονομήσει το δικαίωμα να μοιράζουμε πιστοποιητικά. Τα παντός είδους «πιστοποιητικά» στα ψιλά τους γράμματα θρέφουν τους διαχωρισμούς και την αμφισβήτηση. Αναπτύσσεται και μια αποπροσανατολιστική  επιχειρηματολογία περί μη τήρησης υποχρεώσεων από μεριάς συγκεκριμένων πληθυσμών, κάτι που νομιμοποιεί τον ακρωτηριασμό των δικαιωμάτων τους αλλά το πρόβλημα δεν είναι νομικό ή ποινικής φύσεως. Εδώ επανερχόμαστε στα απλά μαθήματα δημοκρατίας. Η δημοκρατία δεν είναι κατασταλτικός μηχανισμός. Φυσικά έχουν κανόνες και νόμους οι οργανωμένες κοινωνίες αλλά πριν από τη θεσμοθέτηση της τιμωρίας προηγείται η υποχρέωση της κατανόησης και η αναγνώριση χώρου και όχι βίαιης ενσωμάτωσης.
 
Οδυσσέας Ιωάννου, Το Βήμα, 3/4/2023
 
Κείμενο 2: Όταν οι προκαταλήψεις λειτουργούν ως αυτοεκπληρούμενη προφητεία
 
     Κάποτε, καθώς μιλούσα με τον δάσκαλό μου, τον καθηγητή λαογραφίας Μ. Γ. Μερακλή, για τα όσα παρατηρούσα στην καθημερινότητα των Τσιγγάνων, με διέκοψε ξαφνιασμένος: «Μα πού είναι ο “Άλλος”; Ο διαφορετικός πού είναι; Οι Τσιγγάνοι είναι πιο Έλληνες από τους Έλληνες!». Ο Μερακλής, μετά από χρόνια μελέτης του λαϊκού πολιτισμού, διαπίστωνε ότι τα στοιχεία που εξέθετα χαρακτήριζαν τη ζωή σε παλαιότερες εποχές.
     Πράγματι. Τα δεδομένα της έρευνας ανακαλούσαν και στη δική μου μνήμη γνώσεις και εμπειρίες οι οποίες δεν είχαν σχέση με την τσιγγάνικη κοινωνία. Ήταν στοιχεία που έφερναν στον νου τις παραδοσιακές μας κοινωνίες, όπου υπήρχε συλλογικότητα και το άτομο οριζόταν περισσότερο ως μέλος της οικογένειας παρά ως αυτόνομη προσωπικότητα. Η ερώτηση «τίνος είσαι;» φανερώνει ότι για τη γνωριμία απαιτείται πρωτίστως ο προσδιορισμός της καταγωγής.
     Στην τσιγγάνικη οικογένεια γεννιούνται παιδιά και κορίτσια, όπως έλεγαν παλαιότερα οι μη-τσιγγάνοι, όταν η προίκα γραφόταν στο προικοσύμφωνο. Τα ομηρικά  δνα έπαιρναν τη μορφή της «εξαγοράς της νύφης» στην ύπαιθρο, καθώς οι γονείς μπορούσαν να ζητήσουν χρήματα για να δώσουν την κόρη τους, εφόσον με την εγκατάστασή της στο σπίτι του γαμπρού θα στερούνταν εργατικών χεριών. Αυτά ξεχάστηκαν όμως και εύκολα οι Τσιγγάνοι κατηγορούνται ότι με τον γάμο των παιδιών τους συνάπτουν και οικονομικές συμφωνίες.
     Τα έθιμα του γάμου είναι όμοια με εκείνα της ελληνικής επαρχίας και σ’ ό,τι αφορά τη μαντική, ο καθηγητής Γ. Α. Μέγας παραθέτει σαράντα περίπου είδη μαντικής τέχνης με τα οποία ασχολούνταν οι κάτοικοι της υπαίθρου.
     Βεβαίως διαφορές υπάρχουν, όπως υπάρχουν και ομοιότητες των Ελλήνων Τσιγγάνων με τους Τσιγγάνους άλλων χωρών. Οι Τσιγγάνοι ξεκίνησαν από τις βορειοδυτικές Ινδίες τον 8ο ή 9ο  αιώνα, και αυτό το ξέρουμε γιατί η γλώσσα τους (ρομανί) είναι συγγενής των ινδικών χιντί. Εξαπλώθηκαν σε όλη την Ευρώπη και μετά την ανακάλυψη του Νέου Κόσμου έφτασαν και στην Αμερική. Στο Βυζάντιο έφτασαν τον 11ο αιώνα και τους δόθηκε η επονομασία Αθίγγανος, ανέγγιχτος (θιγγάνω=αγγίζω), γιατί η Εκκλησία τους συνέδεσε με μια αίρεση που θεωρούνταν μιαρή.
     Παντού δέχονταν ρατσιστικές εκδηλώσεις και οι Ναζί υπολογίζεται ότι εξόντωσαν γύρω στους 600.000 στα στρατόπεδα συγκεντρώσεως. Η άγνωστη καταγωγή τους, η γλώσσα τους, το ντύσιμό τους, τα επαγγέλματα και οι συνεχείς μετακινήσεις τους ήταν ακατανόητα για τους μη-τσιγγάνους, που έβλεπαν με καχυποψία τους σκουρόχρωμους ανθρώπους που περνούσαν, έμεναν για λίγο και συνέχιζαν την πορεία τους…
     Στην Ελλάδα οι Τσιγγάνοι ζουν από τον 14ο αιώνα, αλλά δεν έχουν ενσωματωθεί στην ευρύτερη κοινωνία και εξακολουθούν να αντιμετωπίζονται ως διαφορετικοί. Τα πολιτισμικά στοιχεία, που έμαθαν από την ευκαιριακή συμμετοχή τους ως μουσικοί και χαλκιάδες στη ζωή της ελληνικής υπαίθρου, δεν αναφέρονται συνήθως. Όμως εκείνοι τα κράτησαν καθώς μένουν σε συγκεκριμένες περιοχές, όπως γίνεται πάντα με τους ανθρώπους που νιώθουν «άλλοι» και αναζητούν τον δικό τους για να μείνουν κοντά του. Αυτό έχει ως συνέπεια την άσκηση έντονου κοινωνικού ελέγχου που δεν αφήνει εύκολα περιθώρια για αλλαγές η κοινωνία τους παραμένει «κοινωνία της ντροπής» και το «τι θα πει ο κόσμος;» οριοθετεί συμπεριφορές.
     Σήμερα οι Τσιγγάνοι ονομάζονται διεθνώς Ρομά. Εδώ τους λέμε Τσιγγάνους, Γύφτους, Ρομά… Όμως εκείνοι φωνάζουν απεγνωσμένα στις τηλεοράσεις κάθε φορά που κάτι συμβαίνει στις περιοχές τους και αισθάνονται έκθετοι μπροστά στην εξουσία της ευρύτερης κοινωνίας η οποία τους υποτιμά: «Είμαστε Έλληνες πολίτες, Έλληνες Τσιγγάνοι… Πάμε στον στρατό… Ψηφίζουμε…». Ας τους ακούσουμε…
 
Άννα Λυδάκη, Καθηγήτρια στο Τμήμα Κοινωνιολογίας του Παντείου Πανεπιστημίου., Το Βήμα, 4/4/2023
 
ΘΕΜΑ Α
Να αποδώσετε συνοπτικά σε 50-60 λέξεις το περιεχόμενο της πρώτης παραγράφου του Κειμένου 1 (Τα ζητήματα αυτοπροσδιορισμού… το ήθος της).
 
Η συζήτηση για τον αυτοπροσδιορισμό είναι θετική, αν και ορισμένα θέματα είναι πολύ προσωπικά για να αφορούν τον κοινωνικό διάλογο. Η δεκτικότητα των ατόμων, ωστόσο, στη διαφορετικότητα εξαρτάται από τις αντιλήψεις τους, αλλά και από την ιδεολογική δυσκαμψία τους. Προκύπτουν, έτσι, απορριπτικές τάσεις απέναντι στη διαφορετικότητα, απόπειρα επιβολής της «κανονικότητας» και ενίσχυση του ρατσισμού. Χρειάζεται, άρα, ορθότερη κατανόηση της δημοκρατίας.
[Λέξεις: 6ο] 
 
ΘΕΜΑ Β
Β1. Να εξηγήσετε σε 60-70 λέξεις την ακόλουθη διαπίστωση του Οδυσσέα Ιωάννου (Κείμενο 1): «Η δημοκρατία δεν είναι μαθηματική εξίσωση που οι πολλοί νικάνε τους λίγους, είναι πολύ βαθύτερη η λειτουργία της και πολύ πιο σύνθετο το ήθος της».
 
Η δημοκρατία δεν αποτελεί απλώς ένα πολίτευμα μέσω του οποίου αναδεικνύεται η βούληση της πλειοψηφίας, αλλά ένας ουσιαστικός τρόπος ζωής προσηλωμένος στη βαθιά πνευματική και ψυχική καλλιέργεια, ώστε οι πολίτες να αποκτούν πραγματικό σεβασμό ο ένας για τον άλλον. Η θέληση των πολλών υπερισχύει όχι για να εξυπηρετήσει συμφέροντα ή για να ευνοήσει κοινωνικές ομάδες, αλλά για να διαμορφώσει μια κοινωνία αποδοχής, αλληλεγγύης και προάσπισης των πλέον ευάλωτων.
 
Β2.α. Σε τι αποσκοπεί η αξιοποίηση του αιτίου-αποτελέσματος στην οργάνωση της έβδομης παραγράφου του Κειμένου 2 («Στην Ελλάδα οι Τσιγγάνοι ζουν από τον 14ο αιώνα,… οριοθετεί συμπεριφορές.»);
 
Στο πλαίσιο της έβδομης παραγράφου η γράφουσα αξιοποιεί το αίτιο – αποτέλεσμα, προκειμένου να καταγράψει τη στενή διασύνδεση του τρόπου ζωής των Ρομά με τον ελληνικό πολιτισμό. Ειδικότερα, ως αίτιο παρατίθεται το γεγονός πως κατά τη διάρκεια της μακραίωνης παρουσίας τους στον ελληνικό χώρο «έμαθαν» ελληνικά «πολιτισμικά στοιχεία», και ως αποτέλεσμα την «άσκηση έντονου κοινωνικού ελέγχου που δεν αφήνει εύκολα περιθώρια για αλλαγές», μια κατάσταση, δηλαδή, που προκύπτει από την υιοθέτηση του ελληνικού τρόπου σκέψης να δίνεται ιδιαίτερη έμφαση στο «τι θα πει ο κόσμος;».
Η γράφουσα αξιοποιεί το αίτιο – αποτέλεσμα για να παρουσιάσει εναργώς την αντινομία που διαπιστώνει στον αρχικό ισχυρισμό της έβδομης παραγράφου «Στην Ελλάδα οι Τσιγγάνοι ζουν από τον 14ο αιώνα, αλλά δεν έχουν ενσωματωθεί στην ευρύτερη κοινωνία και εξακολουθούν να αντιμετωπίζονται ως διαφορετικοί».
 
β. Να καταγράψετε πώς επιτυγχάνεται η συνοχή ανάμεσα στην 4η και την 3η παράγραφο του Κειμένου 2 και πώς ανάμεσα στην 5η και την 4η παράγραφο του ίδιου κειμένου.
 
Η συνοχή ανάμεσα στην τέταρτη και την τρίτη παράγραφο με την επανάληψη της λέξης γάμος («γάμο», «γάμου»), τονίζοντας, έτσι, τη νοηματική σύνδεση μεταξύ των δύο παραγράφων. Η συνοχή ανάμεσα στην πέμπτη και την τέταρτη παράγραφο επιτυγχάνεται με τη χρήση της διαρθρωτικής λέξης «βεβαίως» με την οποία τονίζεται εμφατικά το γεγονός πως υπάρχουν «διαφορές» μεταξύ των εθίμων των Ρομά και των Ελλήνων. Η λέξη «διαφορές» της πέμπτης παραγράφου, μάλιστα, δημιουργεί αντίθεση με το επίθετο «όμοια» της τέταρτης παραγράφου παρέχοντας ένα πρόσθετο μέσο συνοχής μεταξύ των δύο παραγράφων.  
 
γ. Να συγκρίνετε τις απόψεις των δύο συγγραφέων με βάση τα ακόλουθα χωρία «Αναπτύσσεται και μια αποπροσανατολιστική  επιχειρηματολογία περί μη τήρησης υποχρεώσεων από μεριάς συγκεκριμένων πληθυσμών, κάτι που νομιμοποιεί τον ακρωτηριασμό των δικαιωμάτων τους» (Κείμενο 1) και «Όμως εκείνοι φωνάζουν απεγνωσμένα στις τηλεοράσεις κάθε φορά που κάτι συμβαίνει στις περιοχές τους και αισθάνονται έκθετοι μπροστά στην εξουσία της ευρύτερης κοινωνίας η οποία τους υποτιμά: «Είμαστε Έλληνες πολίτες, Έλληνες Τσιγγάνοι… Πάμε στον στρατό… Ψηφίζουμε…». Ας τους ακούσουμε…» (Κείμενο 2) ως προς τα δικαιώματα των Ελλήνων Ρομά.
 
Οι δύο συγγραφείς συμφωνούν στην προάσπιση των δικαιωμάτων των Ρομά. Ο μεν πρώτος επισημαίνει πόσο επιζήμια είναι η επιχειρηματολογία πως μια κοινωνία έχει τη δυνατότητα να περιορίζει τα δικαιώματα μιας ομάδας, αν η ομάδα αυτή δεν εκπληρώνει πλήρως τις υποχρεώσεις της. Ενώ, η δεύτερη στηρίζει την άποψη του πρώτου τονίζοντας πως είναι αδικαιολόγητη η υποτίμηση των Ρομά και η ελλιπής μέριμνα για αυτούς, από τη στιγμή που εκείνοι αφενός προσδιορίζονται ως Έλληνες πολίτες, κι αφετέρου εκπληρώνουν, στον βαθμό που τους είναι εφικτό, τις υποχρεώσεις τους απέναντι στην κοινωνία τόσο με το να υπηρετούν στον ελληνικό στρατό όσο και με τη συμμετοχή τους στις εκλογικές διαδικασίες.
 
δ. Να εξηγήσετε σε τι αποσκοπεί η αξιοποίηση του α΄ ενικού προσώπου στη δεύτερη παράγραφο του Κειμένου 1.
 
Στο πλαίσιο της δεύτερης παραγράφου ο συγγραφέας αξιοποιεί το α΄ ενικό πρόσωπο, προκειμένου να απομονώσει και να παρουσιάσει ως αποπροσανατολιστικές τις μεμονωμένες ακραίες περιπτώσεις αυτοπροσδιορισμού. Όπως, επισημαίνει, αν ένα άτομο («εγώ») θέλει να αυτοπροσδιορίζεται ως «ρακούν», ο γράφων σε προσωπικό επίπεδο είναι πρόθυμος να αποδεχτεί την επιθυμία του ενός («δεν έχω κανένα θέμα να κάνω το χατίρι»), χωρίς αυτό να σημαίνει πως δεν αντιλαμβάνεται πόσο υπονομευτικά λειτουργούν οι ακρότητες εις βάρος των πιο ουσιαστικών ζητημάτων αυτοπροσδιορισμού.
 
ε. Πώς, κατά τη γνώμη σας, συνδέεται ο τίτλος του Κειμένου 2 με το περιεχόμενό του; Να τεκμηριώσετε την άποψή σας με συγκεκριμένες παραπομπές στο κείμενο.
 
Ο τίτλος του δεύτερου κειμένου «Όταν οι προκαταλήψεις λειτουργούν ως αυτοεκπληρούμενη προφητεία» δεν υποδηλώνει κατά τρόπο άμεσο το περιεχόμενό του, αλλά λειτουργεί έμμεσα ως προειδοποίηση πως όσο οι Έλληνες πολίτες διατηρούν τις προκαταλήψεις τους εις βάρος των Ελληνών - Ρομά τόσο εκείνοι δεν θα ενσωματώνονται στην ελληνική κοινωνία. Οι ενστάσεις του καθηγητή Μ. Γ. Μερακλή που αποδίδονται σε ευθύ λόγο «Μα πού είναι ο “Άλλος”; Ο διαφορετικός πού είναι;» αναδεικνύουν την τάση των Ελλήνων να αντικρίζουν τους Ρομά ως διαφορετικούς, παρόλο που, όπως πολλαπλώς τονίζεται στο κείμενο, εκείνοι έχουν υιοθετήσει και τηρούν αμιγώς ελληνικά έθιμα («Στην τσιγγάνικη οικογένεια γεννιούνται παιδιά και κορίτσια, όπως έλεγαν παλαιότερα οι μη-τσιγγάνοι», «Τα ομηρικά δνα έπαιρναν τη μορφή της «εξαγοράς της νύφης» στην ύπαιθρο», «Τα έθιμα του γάμου είναι όμοια με εκείνα της ελληνικής επαρχίας»). Έτσι, εφόσον οι Έλληνες διατηρούν τις προκαταλήψεις τους η μη ενσωμάτωση των Ρομά συνεχίζει να συνιστά μια πραγματικότητα, παρά τη μακραίωνη παρουσία τους στην Ελλάδα («Στην Ελλάδα οι Τσιγγάνοι ζουν από τον 14ο αιώνα, αλλά δεν έχουν ενσωματωθεί στην ευρύτερη κοινωνία και εξακολουθούν να αντιμετωπίζονται ως διαφορετικοί»).
 
Β3. Να εντοπίσετε στην πρώτη παράγραφο του Κειμένου 1 τρεις διαφορετικές γλωσσικές επιλογές με τις οποίες ο αρθρογράφος επιχειρεί να ευαισθητοποιήσει τους αναγνώστες σχετικά με τον οφειλόμενο σεβασμό απέναντι στην έννοια του αυτοπροσδιορισμού, και να εξηγήσετε τη λειτουργία κάθε μίας από αυτές.
 
Ο συγγραφέας αξιοποιεί εκφράσεις καθημερινού λόγου, όπως για παράδειγμα «δεν πέφτει κανένας λόγος σε κανέναν», προκειμένου να αποδώσει με δραστικό τρόπο το αυτονόητο γεγονός ότι ο αυτοπροσδιορισμός του ατόμου σε ορισμένα θέματα, όπως η σεξουαλική του ταυτότητα, δεν αφορά κανέναν άλλον πέρα από τον ίδιο. Παραλλήλως, αξιοποιεί τη χρήση μεταφορικού λόγου (π.χ. «πολύ προσωπική ματαίωση μυρίζει ο ρατσισμός»), για να φανερώσει πως η αρνητική στάση απέναντι στη διαφορετικότητα πηγάζει συχνά από διαψεύσεις στην προσωπική ζωή εκείνων που υιοθετούν ρατσιστικές και απορριπτικές στάσεις απέναντι στους άλλους. Αξιοποιεί, επίσης, σχήμα άρσης θέσης («Η δημοκρατία δεν είναι μαθηματική εξίσωση… είναι πολύ βαθύτερη η λειτουργία της…»), προκειμένου να επισημάνει πως σε μια κοινωνία που θέλει να ονομάζεται δημοκρατική χρειάζεται να επικρατούν ηθικές ποιότητες, όπως είναι αυτές του σεβασμού απέναντι στην ετερότητα και αλληλεγγύης απέναντι στον «άλλον», χωρίς προϋποθέσεις και όρους.

0 σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Related Posts Plugin for WordPress, Blogger...