Νέα ελληνικά: Αναλυτική κλίση ρημάτων «αγωνίζομαι» & «μάχομαι» | Σημειώσεις του Κωνσταντίνου Μάντη

Νέα ελληνικά: Αναλυτική κλίση ρημάτων «αγωνίζομαι» & «μάχομαι»

Κωνσταντίνος Μάντης | Best Blogger Tips

Ηρώο πεσόντων Μανταίων 1825-1943 (Μανταίικα Αρκαδίας) 

 
Νέα ελληνικά: Αναλυτική κλίση ρημάτων «αγωνίζομαι» & «μάχομαι»
 
Ενεστώτας
Οριστική
αγωνίζομαι, αγωνίζεσαι, αγωνίζεται, αγωνιζόμαστε, αγωνίζεστε, αγωνίζονται
Υποτακτική
να αγωνίζομαι, να αγωνίζεσαι, να αγωνίζεται, να αγωνιζόμαστε, να αγωνίζεστε, να αγωνίζονται
Προστακτική
β΄ πληθυντικό: αγωνίζεστε
Μετοχή
αγωνιζόμενος, αγωνιζόμενη, αγωνιζόμενο
 
Παρατατικός
Οριστική
αγωνιζόμουν, αγωνιζόσουν, αγωνιζόταν, αγωνιζόμαστε, αγωνιζόσαστε, αγωνίζονταν
(& αγωνιζόμουνα, αγωνιζόσουνα, αγωνιζότανε, αγωνιζόμασταν, αγωνιζόσασταν, αγωνιζόντουσαν)
 
Αόριστος
Οριστική
αγωνίστηκα, αγωνίστηκες, αγωνίστηκε, αγωνιστήκαμε, αγωνιστήκατε, αγωνίστηκαν ή αγωνιστήκανε
& αγωνίσθηκα, αγωνίσθηκες, αγωνίσθηκε, αγωνισθήκαμε, αγωνισθήκατε, αγωνίσθηκαν ή αγωνισθήκανε
Υποτακτική
να αγωνιστώ, να αγωνιστείς, να αγωνιστεί, να αγωνιστούμε, να αγωνιστείτε, να αγωνιστούν ή να αγωνιστούνε
& να αγωνισθώ, να αγωνισθείς, να αγωνισθεί, να αγωνισθούμε, να αγωνισθείτε, να αγωνισθούν ή να αγωνισθούνε
Προστακτική
β΄ ενικού: αγωνίσου β΄ πληθυντικό: αγωνιστείτε / αγωνισθείτε
 
Εξακολουθητικός Μέλλοντας
Οριστική
θα αγωνίζομαι, θα αγωνίζεσαι, θα αγωνίζεται, θα αγωνιζόμαστε, θα αγωνίζεστε, θα αγωνίζονται
 
Συνοπτικός Μέλλοντας
Οριστική
θα αγωνιστώ, θα αγωνιστείς, θα αγωνιστεί, θα αγωνιστούμε, θα αγωνιστείτε, θα αγωνιστούν ή θα αγωνιστούνε
& θα αγωνισθώ, θα αγωνισθείς, θα αγωνισθεί, θα αγωνισθούμε, θα αγωνισθείτε, θα αγωνισθούν ή θα αγωνισθούνε
 
Συντελεσμένος Μέλλοντας
Οριστική
θα έχω αγωνιστεί, θα έχεις αγωνιστεί, θα έχει αγωνιστεί, θα έχουμε αγωνιστεί, θα έχετε αγωνιστεί, θα έχουν(ε) αγωνιστεί
& θα έχω αγωνισθεί, θα έχεις αγωνισθεί, θα έχει αγωνισθεί, θα έχουμε αγωνισθεί, θα έχετε αγωνισθεί, θα έχουν(ε) αγωνισθεί
 
Παρακείμενος
Οριστική
έχω αγωνιστεί, έχεις αγωνιστεί, έχει αγωνιστεί, έχουμε αγωνιστεί, έχετε αγωνιστεί, έχουν(ε) αγωνιστεί
& έχω αγωνισθεί, έχεις αγωνισθεί, έχει αγωνισθεί, έχουμε αγωνισθεί, έχετε αγωνισθεί, έχουν(ε) αγωνισθεί
Υποτακτική
να έχω αγωνιστεί, να έχεις αγωνιστεί, να έχει αγωνιστεί, να έχουμε αγωνιστεί, να έχετε αγωνιστεί, να έχουν(ε) αγωνιστεί
& να έχω αγωνισθεί, να έχεις αγωνισθεί, να έχει αγωνισθεί, να έχουμε αγωνισθεί, να έχετε αγωνισθεί, να έχουν(ε) αγωνισθεί
Μετοχή
---
 
Υπερσυντέλικος
Οριστική
είχα αγωνιστεί, είχες αγωνιστεί, είχε αγωνιστεί, είχαμε αγωνιστεί, είχατε αγωνιστεί, είχαν(ε) αγωνιστεί
& είχα αγωνισθεί, είχες αγωνισθεί, είχε αγωνισθεί, είχαμε αγωνισθεί, είχατε αγωνισθεί, είχαν(ε) αγωνισθεί
 
---------
 
Ενεστώτας
Οριστική
μάχομαι, μάχεσαι, μάχεται, μαχόμαστε, μάχεστε, μάχονται
Υποτακτική
να μάχομαι, να μάχεσαι, να μάχεται, να μαχόμαστε, να μάχεστε, να μάχονται
Προστακτική
β΄ πληθυντικό: μάχεστε
Μετοχή
μαχόμενος, μαχόμενη, μαχόμενο
 
Παρατατικός
Οριστική
μαχόμουν, μαχόσουν, μαχόταν, μαχόμαστε, μαχόσαστε, μάχονταν
(& μαχόμουνα, μαχόσουνα, μαχότανε, μαχόμασταν, μαχόσασταν, μαχόντουσαν)
 
Σημείωση: Το ρήμα μάχομαι δεν σχηματίζει συνοπτικούς (αοριστικούς) τύπους. Αντ’ αυτού συνήθως χρησιμοποιείται το συνώνυμο ρήμα πολεμήσω, πολέμησα στους συνοπτικούς τύπους.
 
Αόριστος
Οριστική
πολέμησα, πολέμησες, πολέμησε, πολεμήσαμε, πολεμήσατε, πολέμησαν ή πολεμήσανε
Υποτακτική
να πολεμήσω, να πολεμήσεις, να πολεμήσει, να πολεμήσουμε, να πολεμήσετε, να πολεμήσουν (ή να πολεμήσουνε)
Προστακτική
β΄ ενικό: πολέμησε β΄ πληθυντικό: πολεμήστε
 
Εξακολουθητικός Μέλλοντας
Οριστική
θα μάχομαι, θα μάχεσαι, θα μάχεται, θα μαχόμαστε, θα μάχεστε, θα μάχονται
 
Συνοπτικός Μέλλοντας
Οριστική
θα πολεμήσω, θα πολεμήσεις, θα πολεμήσει, θα πολεμήσουμε, θα πολεμήσετε, θα πολεμήσουν (ή θα πολεμήσουνε)
 
Συντελεσμένος Μέλλοντας
Οριστική
θα έχω πολεμήσει, θα έχεις πολεμήσει, θα έχει πολεμήσει, θα έχουμε πολεμήσει, θα έχετε πολεμήσει, θα έχουν(ε) πολεμήσει
 
Παρακείμενος
Οριστική
έχω πολεμήσει, έχεις πολεμήσει, έχει πολεμήσει, έχουμε πολεμήσει, έχετε πολεμήσει, έχουν(ε) πολεμήσει
Υποτακτική
να έχω πολεμήσει, να έχεις πολεμήσει, να έχει πολεμήσει, να έχουμε πολεμήσει, να έχετε πολεμήσει, να έχουν(ε) πολεμήσει
Μετοχή
έχοντας πολεμήσει
 
Υπερσυντέλικος
Οριστική
είχα πολεμήσει, είχες πολεμήσει, είχε πολεμήσει, είχαμε πολεμήσει, είχατε πολεμήσει, είχαν(ε) πολεμήσει

0 σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Related Posts Plugin for WordPress, Blogger...