Vincent Van Gogh
ΔΙΟΝΥΣΙΟΣ ΣΟΛΩΜΟΣ
Το 1815 θα περάσει στο πανεπιστήμιο της Παβίας και θα επιστρέψει στη Ζάκυνθο μετά τρία χρόνια, είκοσι χρονών. Είχε γεννηθεί εκεί τον Απρίλιο του 1798. Ο πατέρας του είναι πλούσιος άρχοντας, η μητέρα του η Αγγελική Νίκλη, είναι γυναίκα του λαού, δουλεύτρα στο πατρικό σπίτι. Όταν γεννιέται ο Διονύσιος, η Αγγελική δεν είναι δεκαέξι χρονών. Αποφασιστική θα είναι από την άλλη μεριά στο νεαρό Διονύσιο και η επίδραση του ιταλού δασκάλου του ιερωμένου Don Santo Rossi. Δέκα χρονών, το 1808, κι αφού ένα χρόνο πριν είχε πεθάνει ο πατέρας του, ο Σολωμός συνοδευμένος από τον Rossi, έρχεται στην Ιταλία να σπουδάσει, στο Λύκειο της Κρεμόνας, στο Πανεπιστήμιο της Παβίας ύστερα.
Από την εποχή της Ιταλίας τα πρώτα του ποιητικά γραψίματα – φυσικά όλα ιταλικά. «Η καταστροφή της Ιερουσαλήμ», «Ωδή για πρώτη λειτουργία». Μερικά από τα αυτοσχέδια αυτά σονέτα του Σολωμού τυπώθηκαν στην Κέρκυρα το 1822, με τον τίτλο Rime Imrovisate. Όσα έγραψε υστερότερα ως το 1827 ξεχωρίζουν για τη θεματική σοβαρότητα. Στο λόρδο Γκίλφορντ, για το θάνατο του πάπα Πίου Ζ΄, για το θάνατο του Ugo Foscolo. Αυτά είναι και τα τελευταία του ιταλικά γραψίματα. Κρίσιμη στάθηκε στο τέλος του 1822 η συνάντησή του με τον Σπυρίδωνα Τρικούπη, ο οποίος ζήτησε να δει το Σολωμό και του είπε πως αυτό που χρειάζεται η πατρίδα είναι μια ποίηση ελληνική.
Τα νεανικά του ποιήματα (της πενταετίας 1818-1823) είναι γραμμένα τα περισσότερα σε μικρούς ευλύγιστους στίχους: Ο θάνατος του βοσκού, Ο θάνατος της ορφανής, Η Ευρυκόμη, Τρελή μάνα, το ποίημα έχει και υπότιτλο Το κοιμητήριο, Αγνώριστη, Ξανθούλα. Το ξέσπασμα του 1821 συγκλονίζει τον Έλληνα ποιητή. Το 1824 στο Διάλογο, θα πει: Μήπως έχω άλλο στο νου μου πάρεξ ελευθερία και γλώσσα; Το Μάιο του 1823 σ’ ένα μήνα μέσα και σε συνεχή διάθεση λυρικού ενθουσιασμού θα γράψει τις 158 στροφές του Ύμνου εις την Ελευθερία. Ποίημα της επιτυχίας που καθιερώνει αμέσως τον εικοσιπεντάχρονο ποιητή. Ο Ύμνος είχε μεγάλη απήχηση, μεταφράστηκε στις περισσότερες ξένες γλώσσες και η λυρική του φωνή ενίσχυσε το κίνημα του φιλελληνισμού. Δέκα χρόνια υστερότερα έγραψε τον Κρητικό. Το επίγραμμα για την καταστροφή των Ψαρών (1825). Η δυσκολία που νιώθει ένας συγγραφέας δεν είναι να δείξει φαντασία και πάθος, αλλά να υποτάξει τα δύο αυτά, με καιρό και με κόπο, εις το νόημα της τέχνης. Η αρμονία του στίχου δεν είναι πράγμα όλο μηχανικό αλλά είναι ξεχείλισμα της ψυχής.
Στο τέλος του 1828 αφήνει το μικρό επαρχιακό περιβάλλον της Ζακύνθου και πάει να εγκατασταθεί στην Κέρκυρα ζητώντας απομόνωση και περισυλλογή. Μια ξεχωριστή προσωπικότητα εκεί, ο μουσουργός Νικόλαος Μάντζαρος που θα τους δέσει μια διαρκής και ειλικρινή φιλία. Εις μοναχήν 2829. Ο Λάμπρος 1834, μάλιστα δίνει και δημοσιεύεται ένα μεγάλο απόσπασμα στην Ιόνιο Ανθολογία. Τα δύο μοναδικά πεζά του Σολωμού. Το πρώτο είναι ο Διάλογος του 1824, το πιστεύω του Σολωμού για τη δημοτική γλώσσα, σαν συνέχεια του Ονείρου και του Λογιότατου ταξιδιώτη του Βηλαρά. Το δεύτερο πεζό έργο Η Γυναίκα της Ζάκυθος. Ξεκινημένο ίσως ως σάτιρα εναντίον μιας συγκεκριμένης γυναίκας, παίρνει προεκτάσεις καθολικότερες και γίνεται θρήνος και προφητεία ή όνειρο εφιαλτικό. Η πρόζα είναι έξοχη, καθαρή, στιβαρή δημοτική, η έκφραση πυκνή, ο τόνος πολλές φορές αποκαλυπτικός.
Το 1883, από τη μια μεριά μια οικογενειακή δίκη θα έρθει να του ταράξει την ευτυχισμένη ζωή στην Κέρκυρα, κι από την άλλη με τον Κρητικό θα μπει σε μια νέα περίοδο απόλυτης ωριμότητας. Τη δίκη την υποκίνησε ο ετεροθαλής αδελφός του Ιωάννης Λεονταράκης, πρώτος γιος από το δεύτερο γάμο της μητέρας του, που ήθελε να αποδείξει πως γεννήθηκε μέσα στις προβλεπόμενες προθεσμίες και επομένως είναι γιος του γέρου Σολωμού. Έξι χρόνια κράτησε η δίκη.
Αλλά το 1883 είναι και η χρονιά που γράφει τον Κρητικό. Μας έχει παραδοθεί σαν απόσπασμα, αλλά αυτό είναι φαινομενικό μονάχα. Ο Κρητικός θα ήταν ένα επεισόδιο, το επεισόδιο όμως αυτό αποτελεί ένα ποίημα αυτοτελές και πέρα ως πέρα ολοκληρωμένο. Το ποίημα αποτελεί, πολύ περισσότερο από τα προηγούμενα, μια διείσδυση προς τις ρίζες της εθνότητας, προς μια βαθύτερη συνείδηση του νεοελληνικού λυρικού λόγου. Είναι γραμμένο σε δεκαπεντασύλλαβα δίστιχα.
Οι Ελεύθεροι Πολιορκημένοι. Ελεύθεροι είναι οι πολιορκημένοι του Μεσολογγίου κατά τη δεύτερη, μεγάλη πολιορκία από το 1825 ως την απεγνωσμένη και ηρωική έξοδο την παραμονή των Βαΐων του 1826. Έχουμε το πρώτο σχεδίασμα, γύρω στα 1830. Τι σημαντικότερο είναι το Β΄ σχεδίασμα, στον ίδιο στίχο με τον Κρητικό, που το δουλεύει δέκα και παραπάνω χρόνια, από το 1833 ως το 1844. Τότε και ενώ ήταν αρκετά προχωρημένος στη σύνθεση, άρχισε να το ξαναχύνει σε άλλη στιχουργική μορφή, σε δεκαπεντασύλλαβους πάλι, χωρίς όμως το εξωτερικό στολίδι της ομοιοκαταληξίας. Ο Σολωμός δεν προχώρησε ποτέ στην ολοκλήρωση, δεν θέλησε ή δεν ενδιαφέρθηκε να εντάξει τα λυρικά αυτά κομμάτια σ’ ένα σύνολο αφηγηματικό ή «επικολυρικό». Έμεινε στην καθαρή λυρική έκφραση, αδιαφορώντας για τη μη λυρική συνδετική ουσία, προχωρώντας προς μια κατάκτηση ενός καθαρού λυρικού χώρου, πολύ πριν από την εποχή του. Σωστότερο θα ήταν τα κομμάτια αυτά να τα πούμε λυρικές ενότητες ή επεισόδια λυρικά. Οι πολιορκημένοι ξεπερνούν τη μία μετά την άλλη τις δυσκολίες με τις οποίες έχουν να παλέψουν, φυσικές πρώτα (όπως την πείνα), ψυχικές ύστερα, ώσπου να φτάσουν στην υπέρτατη στιγμή της θυσίας. Η φύση την άνοιξη, στην πιο γλυκιά της ώρα, σαν μια δύναμη που έρχεται να φέρει τη δειλία και το δισταγμό στις ψυχές των πολιορκημένων – ένα θέμα ιδιαίτερα αγαπητό στο Σολωμό.
Στα τελευταία δέκα χρόνια της ζωής του (1847-1857) ξαναγυρίζει στην ιταλική ποίηση. Το σημαντικότερο από τα ελληνικά ποιήματα είναι ο Πόρφυρας του 1849. Πόρφυρα λένε στην Κέρκυρα τον καρχαρία. Ο Σολωμός πέθανε το Φεβρουάριο του 1857, ήταν μόλις 59 χρονών.
Από την εποχή της Ιταλίας τα πρώτα του ποιητικά γραψίματα – φυσικά όλα ιταλικά. «Η καταστροφή της Ιερουσαλήμ», «Ωδή για πρώτη λειτουργία». Μερικά από τα αυτοσχέδια αυτά σονέτα του Σολωμού τυπώθηκαν στην Κέρκυρα το 1822, με τον τίτλο Rime Imrovisate. Όσα έγραψε υστερότερα ως το 1827 ξεχωρίζουν για τη θεματική σοβαρότητα. Στο λόρδο Γκίλφορντ, για το θάνατο του πάπα Πίου Ζ΄, για το θάνατο του Ugo Foscolo. Αυτά είναι και τα τελευταία του ιταλικά γραψίματα. Κρίσιμη στάθηκε στο τέλος του 1822 η συνάντησή του με τον Σπυρίδωνα Τρικούπη, ο οποίος ζήτησε να δει το Σολωμό και του είπε πως αυτό που χρειάζεται η πατρίδα είναι μια ποίηση ελληνική.
Τα νεανικά του ποιήματα (της πενταετίας 1818-1823) είναι γραμμένα τα περισσότερα σε μικρούς ευλύγιστους στίχους: Ο θάνατος του βοσκού, Ο θάνατος της ορφανής, Η Ευρυκόμη, Τρελή μάνα, το ποίημα έχει και υπότιτλο Το κοιμητήριο, Αγνώριστη, Ξανθούλα. Το ξέσπασμα του 1821 συγκλονίζει τον Έλληνα ποιητή. Το 1824 στο Διάλογο, θα πει: Μήπως έχω άλλο στο νου μου πάρεξ ελευθερία και γλώσσα; Το Μάιο του 1823 σ’ ένα μήνα μέσα και σε συνεχή διάθεση λυρικού ενθουσιασμού θα γράψει τις 158 στροφές του Ύμνου εις την Ελευθερία. Ποίημα της επιτυχίας που καθιερώνει αμέσως τον εικοσιπεντάχρονο ποιητή. Ο Ύμνος είχε μεγάλη απήχηση, μεταφράστηκε στις περισσότερες ξένες γλώσσες και η λυρική του φωνή ενίσχυσε το κίνημα του φιλελληνισμού. Δέκα χρόνια υστερότερα έγραψε τον Κρητικό. Το επίγραμμα για την καταστροφή των Ψαρών (1825). Η δυσκολία που νιώθει ένας συγγραφέας δεν είναι να δείξει φαντασία και πάθος, αλλά να υποτάξει τα δύο αυτά, με καιρό και με κόπο, εις το νόημα της τέχνης. Η αρμονία του στίχου δεν είναι πράγμα όλο μηχανικό αλλά είναι ξεχείλισμα της ψυχής.
Στο τέλος του 1828 αφήνει το μικρό επαρχιακό περιβάλλον της Ζακύνθου και πάει να εγκατασταθεί στην Κέρκυρα ζητώντας απομόνωση και περισυλλογή. Μια ξεχωριστή προσωπικότητα εκεί, ο μουσουργός Νικόλαος Μάντζαρος που θα τους δέσει μια διαρκής και ειλικρινή φιλία. Εις μοναχήν 2829. Ο Λάμπρος 1834, μάλιστα δίνει και δημοσιεύεται ένα μεγάλο απόσπασμα στην Ιόνιο Ανθολογία. Τα δύο μοναδικά πεζά του Σολωμού. Το πρώτο είναι ο Διάλογος του 1824, το πιστεύω του Σολωμού για τη δημοτική γλώσσα, σαν συνέχεια του Ονείρου και του Λογιότατου ταξιδιώτη του Βηλαρά. Το δεύτερο πεζό έργο Η Γυναίκα της Ζάκυθος. Ξεκινημένο ίσως ως σάτιρα εναντίον μιας συγκεκριμένης γυναίκας, παίρνει προεκτάσεις καθολικότερες και γίνεται θρήνος και προφητεία ή όνειρο εφιαλτικό. Η πρόζα είναι έξοχη, καθαρή, στιβαρή δημοτική, η έκφραση πυκνή, ο τόνος πολλές φορές αποκαλυπτικός.
Το 1883, από τη μια μεριά μια οικογενειακή δίκη θα έρθει να του ταράξει την ευτυχισμένη ζωή στην Κέρκυρα, κι από την άλλη με τον Κρητικό θα μπει σε μια νέα περίοδο απόλυτης ωριμότητας. Τη δίκη την υποκίνησε ο ετεροθαλής αδελφός του Ιωάννης Λεονταράκης, πρώτος γιος από το δεύτερο γάμο της μητέρας του, που ήθελε να αποδείξει πως γεννήθηκε μέσα στις προβλεπόμενες προθεσμίες και επομένως είναι γιος του γέρου Σολωμού. Έξι χρόνια κράτησε η δίκη.
Αλλά το 1883 είναι και η χρονιά που γράφει τον Κρητικό. Μας έχει παραδοθεί σαν απόσπασμα, αλλά αυτό είναι φαινομενικό μονάχα. Ο Κρητικός θα ήταν ένα επεισόδιο, το επεισόδιο όμως αυτό αποτελεί ένα ποίημα αυτοτελές και πέρα ως πέρα ολοκληρωμένο. Το ποίημα αποτελεί, πολύ περισσότερο από τα προηγούμενα, μια διείσδυση προς τις ρίζες της εθνότητας, προς μια βαθύτερη συνείδηση του νεοελληνικού λυρικού λόγου. Είναι γραμμένο σε δεκαπεντασύλλαβα δίστιχα.
Οι Ελεύθεροι Πολιορκημένοι. Ελεύθεροι είναι οι πολιορκημένοι του Μεσολογγίου κατά τη δεύτερη, μεγάλη πολιορκία από το 1825 ως την απεγνωσμένη και ηρωική έξοδο την παραμονή των Βαΐων του 1826. Έχουμε το πρώτο σχεδίασμα, γύρω στα 1830. Τι σημαντικότερο είναι το Β΄ σχεδίασμα, στον ίδιο στίχο με τον Κρητικό, που το δουλεύει δέκα και παραπάνω χρόνια, από το 1833 ως το 1844. Τότε και ενώ ήταν αρκετά προχωρημένος στη σύνθεση, άρχισε να το ξαναχύνει σε άλλη στιχουργική μορφή, σε δεκαπεντασύλλαβους πάλι, χωρίς όμως το εξωτερικό στολίδι της ομοιοκαταληξίας. Ο Σολωμός δεν προχώρησε ποτέ στην ολοκλήρωση, δεν θέλησε ή δεν ενδιαφέρθηκε να εντάξει τα λυρικά αυτά κομμάτια σ’ ένα σύνολο αφηγηματικό ή «επικολυρικό». Έμεινε στην καθαρή λυρική έκφραση, αδιαφορώντας για τη μη λυρική συνδετική ουσία, προχωρώντας προς μια κατάκτηση ενός καθαρού λυρικού χώρου, πολύ πριν από την εποχή του. Σωστότερο θα ήταν τα κομμάτια αυτά να τα πούμε λυρικές ενότητες ή επεισόδια λυρικά. Οι πολιορκημένοι ξεπερνούν τη μία μετά την άλλη τις δυσκολίες με τις οποίες έχουν να παλέψουν, φυσικές πρώτα (όπως την πείνα), ψυχικές ύστερα, ώσπου να φτάσουν στην υπέρτατη στιγμή της θυσίας. Η φύση την άνοιξη, στην πιο γλυκιά της ώρα, σαν μια δύναμη που έρχεται να φέρει τη δειλία και το δισταγμό στις ψυχές των πολιορκημένων – ένα θέμα ιδιαίτερα αγαπητό στο Σολωμό.
Στα τελευταία δέκα χρόνια της ζωής του (1847-1857) ξαναγυρίζει στην ιταλική ποίηση. Το σημαντικότερο από τα ελληνικά ποιήματα είναι ο Πόρφυρας του 1849. Πόρφυρα λένε στην Κέρκυρα τον καρχαρία. Ο Σολωμός πέθανε το Φεβρουάριο του 1857, ήταν μόλις 59 χρονών.