Αρχαία ελληνικά: Αναλυτική κλίση ρήματος «ὀφείλω» | Σημειώσεις του Κωνσταντίνου Μάντη

Αρχαία ελληνικά: Αναλυτική κλίση ρήματος «ὀφείλω»

Κωνσταντίνος Μάντης | Best Blogger Tips

Ryan Burton 

 
Αρχαία ελληνικά: Αναλυτική κλίση ρήματος «φείλω»
 
(φείλω = χρωστώ)
 
Ενεργητική Φωνή
 
Ενεστώτας
Οριστική
φείλω, φείλεις, φείλει, φείλομεν, φείλετε, φείλουσι(ν)
Υποτακτική
φείλω, φείλς, φείλ, φείλωμεν, φείλητε, φείλωσι(ν)
Ευκτική
φείλοιμι, φείλοις, φείλοι, φείλοιμεν, φείλοιτε, φείλοιεν
Προστακτική
---, φειλε, φειλέτω, ---, φείλετε, φειλόντων (ή φειλέτωσαν)
Απαρέμφατο
φείλειν
Μετοχή
φείλων, φείλουσα, φελον
 
Παρατατικός
Οριστική
φειλον, φειλες, φειλε, φείλομεν, φείλετε, φειλον
 
Μέλλοντας
Οριστική
φειλήσω, φειλήσεις, φειλήσει, φειλήσομεν, φειλήσετε, φειλήσουσι(ν)
Ευκτική
φειλήσοιμι, φειλήσοις, φειλήσοι, φειλήσοιμεν, φειλήσοιτε, φειλήσοιεν
Απαρέμφατο
φειλήσειν
Μετοχή
φειλήσων, φειλήσουσα, φειλσον
 
Αόριστος
Οριστική
φείλησα, φείλησας, φείλησε(ν), φειλήσαμεν, φειλήσατε, φείλησαν
Υποτακτική
φειλήσω, φειλήσς, φειλήσ, φειλήσωμεν, φειλήσητε, φειλήσωσι(ν)
Ευκτική
φειλήσαιμι, φειλήσαις ή φειλήσειας, φειλήσαι ή φειλήσειε(ν), φειλήσαιμεν, φειλήσαιτε, φειλήσαιεν ή φειλήσειαν
Προστακτική
---, φείλησον, φειλησάτω, ---, φειλήσατε, φειλησάντων (ή φειλησάτωσαν)
Απαρέμφατο
φειλσαι
Μετοχή
φειλήσας, φειλήσασα, φειλσαν
 
Αόριστος Β΄
Οριστική
φελον, φελες, φελε(ν), φέλομεν, φέλετε, φελον
Υποτακτική
φέλω, φέλς, φέλ, φέλωμεν, φέλητε, φέλωσι(ν)
Ευκτική
φέλοιμι, φέλοις, φέλοι, φέλοιμεν, φέλοιτε, φέλοιεν
Προστακτική
---, φελε, φελέτω, ---, φέλετε, φελόντων (ή φελέτωσαν)
Απαρέμφατο
φελεν
Μετοχή
φελών, φελοσα, φελόν
 
Παρακείμενος
Οριστική
φείληκα, φείληκας, φείληκε, φειλήκαμεν, φειλήκατε, φειλήκασι(ν)
 
Υποτακτική
φειληκώς- φειληκυα- φειληκός
φειληκώς- φειληκυα- φειληκός ς
φειληκώς- φειληκυα- φειληκός
φειληκότες- φειληκυαι- φειληκότα μεν
φειληκότες- φειληκυαι- φειληκότα τε
φειληκότες- φειληκυαι- φειληκότα σι
 
Ευκτική
φειληκώς- φειληκυα- φειληκός εην
φειληκώς- φειληκυα- φειληκός εης
φειληκώς- φειληκυα- φειληκός εη
φειληκότες- φειληκυαι- φειληκότα εημεν (εμεν)
φειληκότες- φειληκυαι- φειληκότα εητε (ετε)
φειληκότες- φειληκυαι- φειληκότα εησαν (εεν)
 
Προστακτική
---
φειληκώς- φειληκυα- φειληκός σθι
φειληκώς- φειληκυα- φειληκός στω
---
φειληκότες- φειληκυαι- φειληκότα στε
φειληκότες- φειληκυαι- φειληκότα στων
 
Απαρέμφατο
φειληκέναι
Μετοχή
φειληκώς- φειληκυα- φειληκός
 
Υπερσυντέλικος
Οριστική
φειλήκειν, φειλήκεις, φειλήκει, φειλήκεμεν, φειλήκετε, φειλήκεσαν
 
Μέση Φωνή
 
Ενεστώτας
Οριστική
φείλομαι, φείλ ή φείλει, φείλεται, φειλόμεθα, φείλεσθε, φείλονται
Υποτακτική
φείλωμαι, φείλ, φείληται, φειλώμεθα, φείλησθε, φείλωνται
Ευκτική
φειλοίμην, φείλοιο, φείλοιτο, φειλοίμεθα, φείλοισθε, φείλοιντο
Προστακτική
---, φείλου, φειλέσθω, ---, φείλεσθε, φειλέσθων ή φειλέσθωσαν
Απαρέμφατο
φείλεσθαι
Μετοχή
φειλόμενος
φειλομένη
φειλόμενον
 
Παρατατικός
Οριστική
φειλόμην, φείλου, φείλετο, φειλόμεθα, φείλεσθε, φείλοντο
 
Παθητικός Αόριστος
Οριστική
φειλήθην, φειλήθης, φειλήθη, φειλήθημεν, φειλήθητε, φειλήθησαν
Υποτακτική
φειληθ, φειληθς, φειληθ, φειληθμεν, φειληθτε, φειληθσι(ν)
Ευκτική
φειληθείην, φειληθείης, φειληθείη, φειληθείημεν ή φειληθεμεν, φειληθείητε ή φειληθετε, φειληθείησαν ή φειληθεεν
Προστακτική
---, φειλήθητι, φειληθήτω, ---, φειλήθητε, φειληθέντων ή φειληθήτωσαν
Απαρέμφατο
φειληθναι
Μετοχή
φειληθείς
φειληθεσα
φειληθέν

0 σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Related Posts Plugin for WordPress, Blogger...