Αρχαία ελληνικά: Αναλυτική κλίση ρήματος «αἰνέω-ῶ» | Σημειώσεις του Κωνσταντίνου Μάντη

Αρχαία ελληνικά: Αναλυτική κλίση ρήματος «αἰνέω-ῶ»

Κωνσταντίνος Μάντης | Best Blogger Tips
Studio Grafiikka 
 
Αρχαία ελληνικά: Αναλυτική κλίση ρήματος «ανέω-»
 
αν = επαινώ, επιδοκιμάζω, εγκρίνω
 
Ενεργητική Φωνή
 
Ενεστώτας
Οριστική
αν, ανες, ανε, ανομεν, ανετε, ανοσι(ν)
Υποτακτική
αν, ανς, αν, ανμεν, αντε, ανσι(ν)
Ευκτική
ανομι, ανος, ανο, ή ανοίην, ανοίης, ανοίη, ανομεν, ανοτε, ανοεν
Προστακτική
---, ανει, ανείτω, ---, ανετε, ανούντων (ή ανείτωσαν)
Απαρέμφατο
ανεν
Μετοχή
ανν, ανοσα, ανον
 
Παρατατικός
Οριστική
νουν, νεις, νει, νομεν, νετε, νουν
 
Μέλλοντας
Οριστική
ανέσω, ανέσεις, ανέσει, ανέσομεν, ανέσετε, ανέσουσι(ν)
Ευκτική
ανέσοιμι, ανέσοις, ανέσοι, ανέσοιμεν, ανέσοιτε, ανέσοιεν
Απαρέμφατο
ανέσειν
Μετοχή
ανέσων, ανέσουσα, ανέσον
 
Αόριστος
Οριστική
νεσα, νεσας, νεσε(ν), νέσαμεν, νέσατε, νεσαν
Υποτακτική
ανέσω, ανέσς, ανέσ, ανέσωμεν, ανέσητε, ανέσωσι(ν)
Ευκτική
ανέσαιμι, ανέσαις ή ανέσειας, ανέσαι ή ανέσαιε(ν) ανέσαιμεν, ανέσαιτε, ανέσαιεν ή ανέσειαν
Προστακτική
---, ανεσον, ανεσάτω, ---, ανέσατε, ανεσάντων (ή ανεσάτωσαν)
Απαρέμφατο
ανέσαι
Μετοχή
ανέσας, ανέσασα, ανέσαν
 
Παρακείμενος
Οριστική
νεκα, νεκας, νεκε, νέκαμεν, νέκατε, νέκασι(ν)
 
Υποτακτική
νεκώς- νεκυα- νεκός
νεκώς- νεκυα- νεκός ς
νεκώς- νεκυα- νεκός
νεκότες- νεκυαι- νεκότα μεν
νεκότες- νεκυαι- νεκότα τε
νεκότες- νεκυαι- νεκότα σι
 
Ευκτική
νεκώς- νεκυα- νεκός εην
νεκώς- νεκυα- νεκός εης
νεκώς- νεκυα- νεκός εη
νεκότες- νεκυαι- νεκότα εημεν (εμεν)
νεκότες- νεκυαι- νεκότα εητε (ετε)
νεκότες- νεκυαι- νεκότα εησαν (εεν)
 
Προστακτική
---
νεκώς- νεκυα- νεκός σθι
νεκώς- νεκυα- νεκός στω
---
νεκότες- νεκυαι- νεκότα στε
νεκότες- νεκυαι- νεκότα στων
 
Απαρέμφατο
νεκέναι
Μετοχή
νεκώς- νεκυα- νεκός
 
Υπερσυντέλικος
Οριστική
νέκειν, νέκεις, νέκει, νέκεμεν, νέκετε, νέκεσαν
 
Μέση Φωνή
 
Ενεστώτας
Οριστική
ανομαι, αν ή ανε, ανεται, ανομεθα, ανεσθε, ανονται
Υποτακτική
ανμαι, αν, ανται, ανώμεθα, ανσθε, αννται
Ευκτική
ανοίμην, ανοο, ανοτο, ανοίμεθα, ανοσθε, ανοντο
Προστακτική
---,ανο, ανείσθω, ---, ανεσθε, ανείσθων ή ανείσθωσαν
Απαρέμφατο
ανεσθαι
Μετοχή
ανούμενος
ανουμένη
ανούμενον
 
Παρατατικός
Οριστική
νούμην, νο, νετο, νούμεθα, νεσθε, νοντο
 
Μέλλοντας
Οριστική
ανέσομαι, ανέσ ή ανέσει, ανέσεται, ανεσόμεθα, ανέσεσθε, ανέσονται
Ευκτική
ανεσοίμην, ανέσοιο, ανέσοιτο, ανεσοίμεθα, ανέσοισθε, ανέσοιντο
Απαρέμφατο
ανέσεσθαι
Μετοχή
ανεσόμενος
ανεσομένη
ανεσόμενον
 
Παθητικός Μέλλοντας
Οριστική
ανεθήσομαι, ανεθήσ ή ανεθήσει, ανεθήσεται, ανεθησόμεθα, ανεθήσεσθε, ανεθήσονται
Ευκτική
ανεθησοίμην, ανεθήσοιο, ανεθήσοιτο, ανεθησοίμεθα, ανεθήσοισθε, ανεθήσοιντο
Απαρέμφατο
ανεθήσεσθαι
Μετοχή
ανεθησόμενος
ανεθησομένη
ανεθησόμενον
 
Παθητικός Αόριστος
Οριστική
νέθην, νέθης, νέθη, νέθημεν, νέθητε, νέθησαν
Υποτακτική
ανεθ, ανεθς, ανεθ, ανεθμεν, ανεθτε, ανεθσι(ν)
Ευκτική
ανεθείην, ανεθείης, ανεθείη, ανεθείημεν ή ανεθεμεν, ανεθείητε ή ανεθετε, ανεθείησαν ή ανεθεεν
Προστακτική
---, ανέθητι, ανεθήτω, ---, ανέθητε, ανεθέντων ή ανεθήτωσαν
Απαρέμφατο
ανεθναι
Μετοχή
ανεθείς
ανεθεσα
ανεθέν
 
Παρακείμενος
Οριστική
νημαι, νησαι, νηται, νήμεθα, νησθε, νηνται
 
Υποτακτική
νημένος- νημένη- νημένον
νημένος- νημένη- νημένον ς
νημένος- νημένη- νημένον
νημένοι- νημέναι- νημένα μεν
τημένοι- τημέναι-τημένα τε
τημένοι- τημέναι-τημένα σι
 
Ευκτική
νημένος- νημένη- νημένον εην
νημένος- νημένη- νημένον εης
νημένος- νημένη- νημένον εη
νημένοι- νημέναι- νημένα εημεν (εμεν)
νημένοι- νημέναι- νημένα εητε (ετε)
νημένοι- νημέναι- νημένα εησαν (εεν)
 
Προστακτική
---, νησο, νήσθω, --- νησθε, νήσθων ή νήσθωσαν
 
Απαρέμφατο
νσθαι
Μετοχή
νημένος,
νημένη,
νημένον

0 σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Related Posts Plugin for WordPress, Blogger...