Αρχαία ελληνικά: Αναλυτική κλίση ρήματος «παρηγορέω - παρηγορῶ» | Σημειώσεις του Κωνσταντίνου Μάντη

Αρχαία ελληνικά: Αναλυτική κλίση ρήματος «παρηγορέω - παρηγορῶ»

Κωνσταντίνος Μάντης | Best Blogger Tips
 

Jules Elie Delaunay


Αρχαία ελληνικά: Αναλυτική κλίση ρήματος «παρηγορέω - παρηγορ»
 
παρηγορ: καθησυχάζω
 
Ενεργητική Φωνή
 
Ενεστώτας
Οριστική
παρηγορ, παρηγορες, παρηγορε, παρηγορομεν, παρηγορετε, παρηγοροσι(ν)
Υποτακτική
παρηγορ, παρηγορς, παρηγορ, παρηγορμεν, παρηγορτε, παρηγορσι(ν)
Ευκτική
παρηγορομι, παρηγορος, παρηγορο (ή παρηγοροίην, παρηγοροίης, παρηγοροίη), παρηγορομεν, παρηγοροτε, παρηγοροεν
Προστακτική
---, παρηγόρει, παρηγορείτω, ---, παρηγορετε, παρηγορούντων
Απαρέμφατο
παρηγορεν
Μετοχή
παρηγορν, παρηγοροσα, παρηγορον
 
Παρατατικός
Οριστική
παρηγόρουν, παρηγόρεις, παρηγόρει, παρηγορομεν, παρηγορετε, παρηγόρουν
 
Μέλλοντας
Οριστική
παρηγορήσω, παρηγορήσεις, παρηγορήσει, παρηγορήσομεν, παρηγορήσετε, παρηγορήσουσι(ν)
Ευκτική
παρηγορήσοιμι, παρηγορήσοις, παρηγορήσοι, παρηγορήσοιμεν, παρηγορήσοιτε, παρηγορήσοιεν
Απαρέμφατο
παρηγορήσειν
Μετοχή
παρηγορήσων, παρηγορήσουσα, παρηγορσον
 
Αόριστος
Οριστική
παρηγόρησα, παρηγόρησας, παρηγόρησε(ν), παρηγορήσαμεν, παρηγορήσατε, παρηγόρησαν
Υποτακτική
παρηγορήσω, παρηγορήσς, παρηγορήσ, παρηγορήσωμεν, παρηγορήσητε, παρηγορήσωσι(ν)
Ευκτική
παρηγορήσαιμι, παρηγορήσαις ή παρηγορήσειας, παρηγορήσαι ή παρηγορήσειε(ν), παρηγορήσαιμεν, παρηγορήσαιτε, παρηγορήσαιεν ή παρηγορήσειαν
Προστακτική
---, παρηγόρησον, παρηγορησάτω, ---, παρηγορήσατε, παρηγορησάντων (ή παρηγορησάτωσαν)
Απαρέμφατο
παρηγορσαι
Μετοχή
παρηγορήσας, παρηγορήσασα, παρηγορσαν
 
Μέση Φωνή
 
Ενεστώτας
Οριστική
παρηγορομαι, παρηγορ ή παρηγορε, παρηγορεται, παρηγορούμεθα, παρηγορεσθε, παρηγορονται
Υποτακτική
παρηγορμαι, παρηγορ, παρηγορται, παρηγορώμεθα, παρηγορσθε, παρηγορνται
Ευκτική
παρηγορομην, παρηγοροο, παρηγοροτο, παρηγοροίμεθα, παρηγοροσθε, παρηγοροντο
Προστακτική
---, παρηγορο, παρηγορείσθω, ---, παρηγορεσθε, παρηγορείσθων ή παρηγορείσθωσαν
Απαρέμφατο
παρηγορεσθαι
Μετοχή
παρηγορούμενος
παρηγορουμένη
παρηγορούμενον
 
Μέλλοντας
Οριστική
παρηγορήσομαι, παρηγορήσ ή παρηγορήσει, παρηγορήσεται, παρηγορησόμεθα, παρηγορήσεσθε, παρηγορήσονται
Ευκτική
παρηγορησοίμην, παρηγορήσοιο, παρηγορήσοιτο, παρηγορησοίμεθα, παρηγορήσοισθε, παρηγορήσοιντο
Απαρέμφατο
παρηγορήσεσθαι
Μετοχή
παρηγορησόμενος
παρηγορησομένη
παρηγορησόμενον
 
Αόριστος
Οριστική
παρηγορησάμην, παρηγορήσω, παρηγορήσατο, παρηγορησάμεθα, παρηγορήσασθε, παρηγορήσαντο
Υποτακτική
παρηγορήσωμαι, παρηγορήσ, παρηγορήσηται, παρηγορησώμεθα, παρηγορήσησθε, παρηγορήσωνται
Ευκτική
παρηγορησαίμην, παρηγορήσαιο, παρηγορήσαιτο, παρηγορησαίμεθα, παρηγορήσαισθε, παρηγορήσαιντο
Προστακτική
---, παρηγόρησαι, παρηγορησάσθω, ---, παρηγορήσασθε, παρηγορησάσθων ή παρηγορησάσθωσαν
Απαρέμφατο
παρηγορήσασθαι
Μετοχή
παρηγορησάμενος
παρηγορησαμένη
παρηγορησάμενον
 
Παθητικός Αόριστος
Οριστική
παρηγορήθην, παρηγορήθης, παρηγορήθη, παρηγορήθημεν, παρηγορήθητε, παρηγορήθησαν
Υποτακτική
παρηγορηθ, παρηγορηθς, παρηγορηθ, παρηγορηθμεν, παρηγορηθτε, παρηγορηθσι(ν)
Ευκτική
παρηγορηθείην, παρηγορηθείης, παρηγορηθείη, παρηγορηθείημεν ή παρηγορηθεμεν, παρηγορηθείητε ή παρηγορηθετε, παρηγορηθείησαν ή παρηγορηθεεν
Προστακτική
---, παρηγορήθητι, παρηγορηθήτω, ---, παρηγορήθητε, παρηγορηθέντων ή παρηγορηθήτωσαν
Απαρέμφατο
παρηγορηθναι
Μετοχή
παρηγορηθείς
παρηγορηθεσα
παρηγορηθέν

0 σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Related Posts Plugin for WordPress, Blogger...