Αρχαία ελληνικά: Αναλυτική κλίση ρήματος «μειόω - μειῶ» | Σημειώσεις του Κωνσταντίνου Μάντη

Αρχαία ελληνικά: Αναλυτική κλίση ρήματος «μειόω - μειῶ»

Κωνσταντίνος Μάντης | Best Blogger Tips
Melanie Viola
 
Αρχαία ελληνικά: Αναλυτική κλίση ρήματος «μειόω - μει»
 
μει = ελαττώνω
 
Ενεργητική Φωνή
 
Ενεστώτας
Οριστική
μει, μειος, μειο, μειομεν, μειοτε, μειοσι(ν)
Υποτακτική
μει, μειος, μειο, μειομεν, μειοτε, μειοσι(ν)
Ευκτική
μειομι, μειος, μειο, ή μειοίην, μειοίης, μειοίη, μειομεν, μειοτε, μειοεν
Προστακτική
---, μείου, μειούτω, ---, μειοτε, μειούντων (ή μειούτωσαν)
Απαρέμφατο
μειον
Μετοχή
μειν, μειοσα, μειον
 
Παρατατικός
Οριστική
μείουν, μείους, μείου, μειομεν, μειοτε, μείουν
 
Μέλλοντας
Οριστική
μειώσω, μειώσεις, μειώσει, μειώσομεν, μειώσετε, μειώσουσι(ν)
Ευκτική
μειώσοιμι, μειώσοις, μειώσοι, μειώσοιμεν, μειώσοιτε, μειώσοιεν
Απαρέμφατο
μειώσειν
Μετοχή
μειώσων, μειώσουσα, μεισον
 
Αόριστος
Οριστική
μείωσα, μείωσας, μείωσε(ν), μειώσαμεν, μειώσατε, μείωσαν
Υποτακτική
μειώσω, μειώσς, μειώσ, μειώσωμεν, μειώσητε, μειώσωσι(ν)
Ευκτική
μειώσαιμι, μειώσαις ή μειώσειας, μειώσαι ή μειώσειε(ν), μειώσαιμεν, μειώσαιτε, μειώσαιεν ή μειώσειαν
Προστακτική
---, μείωσον, μειωσάτω, ---, μειώσατε, μειωσάντων (ή μειωσάτωσαν)
Απαρέμφατο
μεισαι
Μετοχή
μειώσας, μειώσασα, μεισαν
 
Μέση Φωνή
 
Ενεστώτας
Οριστική
μειομαι, μειο, μειοται, μειούμεθα, μειοσθε, μειονται
Υποτακτική
μειμαι, μειο, μειται, μειώμεθα, μεισθε, μεινται
Ευκτική
μειοίμην, μειοο, μειοτο, μειοίμεθα, μειοσθε, μειοντο
Προστακτική
---, μειο, μειούσθω, ---, μειοσθε, μειούσθων ή μειούσθωσαν
Απαρέμφατο
μειοσθαι
Μετοχή
μειούμενος
μειουμένη
μειούμενον
 
Παρατατικός
Οριστική
μειούμην, μειο, μειοτο, μειούμεθα, μειοσθε, μειοντο
 
Παθητικός Μέλλοντας
Οριστική
μειωθήσομαι, μειωθήσ ή μειωθήσει, μειωθήσεται, μειωθησόμεθα, μειωθήσεσθε, μειωθήσονται
Ευκτική
μειωθησοίμην, μειωθήσοιο, μειωθήσοιτο, μειωθησοίμεθα, μειωθήσοισθε, μειωθήσοιντο
Απαρέμφατο
μειωθήσεσθαι
Μετοχή
μειωθησόμενος
μειωθησομένη
μειωθησόμενον
 
Παθητικός Αόριστος
Οριστική
μειώθην, μειώθης, μειώθη, μειώθημεν, μειώθητε, μειώθησαν
Υποτακτική
μειωθ, μειωθς, μειωθ, μειωθμεν, μειωθτε, μειωθσι(ν)
Ευκτική
μειωθείην, μειωθείης, μειωθείη, μειωθείημεν ή μειωθεμεν, μειωθείητε ή μειωθετε, μειωθείησαν ή μειωθεεν
Προστακτική
---, μειώθητι, μειωθήτω, ---, μειώθητε, μειωθέντων ή μειωθήτωσαν
Απαρέμφατο
μειωθναι
Μετοχή
μειωθείς
μειωθεσα
μειωθέν
 
Παρακείμενος
Οριστική
μεμείωμαι, μεμείωσαι, μεμείωται, μεμειώμεθα, μεμείωσθε, μεμείωνται
 
Υποτακτική
μεμειωμένος- μεμειωμένη- μεμειωμένον
μεμειωμένος- μεμειωμένη- μεμειωμένον ς
μεμειωμένος- μεμειωμένη- μεμειωμένον
μεμειωμένοι- μεμειωμέναι- μεμειωμένα μεν
μεμειωμένοι- μεμειωμέναι- μεμειωμένα τε
μεμειωμένοι- μεμειωμέναι- μεμειωμένα σι
 
Ευκτική
μεμειωμένος- μεμειωμένη- μεμειωμένον εην
μεμειωμένος- μεμειωμένη- μεμειωμένον εης
μεμειωμένος- μεμειωμένη- μεμειωμένον εη
μεμειωμένοι- μεμειωμέναι- μεμειωμένα εημεν (εμεν)
μεμειωμένοι- μεμειωμέναι- μεμειωμένα εητε (ετε)
μεμειωμένοι- μεμειωμέναι- μεμειωμένα εησαν (εεν)
 
Προστακτική
---, μεμείωσο, μεμειώσθω, --- μεμείωσθε, μεμειώσθων ή μεμειώσθωσαν
 
Απαρέμφατο
μεμεισθαι
Μετοχή
μεμειωμένος,
μεμειωμένη,
μεμειωμένον

0 σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Related Posts Plugin for WordPress, Blogger...