Σημειώσεις του Κωνσταντίνου Μάντη

Νεοελληνική Γλώσσα Γ΄ Λυκείου: Οι αξίες του Ολυμπισμού και η προοπτική τους στην εκπαίδευση

Κωνσταντίνος Μάντης | Best Blogger Tips

 

Νέα ελληνικά: Αναλυτική κλίση ρήματος «παρατείνω»

Κωνσταντίνος Μάντης | Best Blogger Tips
Linda Woods
 
Νέα ελληνικά: Αναλυτική κλίση ρήματος «παρατείνω»
 
Ενεργητική φωνή
 
Ενεστώτας
Οριστική
παρατείνω, παρατείνεις, παρατείνει, παρατείνουμε, παρατείνετε, παρατείνουν (ή παρατείνουνε)
Υποτακτική
να παρατείνω, να παρατείνεις, να παρατείνει, να παρατείνουμε, να παρατείνετε, να παρατείνουν (ή να παρατείνουνε)
Προστακτική
β΄ ενικό: παράτεινε – β΄ πληθυντικό: παρατείνετε
Μετοχή
παρατείνοντας
 
Παρατατικός
Οριστική
παρέτεινα, παρέτεινες, παρέτεινε, παρατείναμε, παρατείνατε, παρέτειναν ή παρατείνανε
& παράτεινα, παράτεινες, παράτεινε, παρατείναμε, παρατείνατε, παράτειναν
Σημείωση: Η χρονική αύξηση του ρήματος διατηρείται, όταν τονίζεται.
 
Αόριστος
Οριστική
παρέτεινα, παρέτεινες, παρέτεινε, παρατείναμε, παρατείνατε, παρέτειναν ή παρατείνανε
Υποτακτική
να παρατείνω, να παρατείνεις, να παρατείνει, να παρατείνουμε, να παρατείνετε, να παρατείνουν (ή να παρατείνουνε)
Προστακτική
β΄ ενικό: παράτεινε – β΄ πληθυντικό: παρατείνετε 
 
Εξακολουθητικός Μέλλοντας
Οριστική
θα παρατείνω, θα παρατείνεις, θα παρατείνει, θα παρατείνουμε, θα παρατείνετε, θα παρατείνουν (ή θα παρατείνουνε)
 
Συνοπτικός Μέλλοντας
Οριστική
θα παρατείνω, θα παρατείνεις, θα παρατείνει, θα παρατείνουμε, θα παρατείνετε, θα παρατείνουν (ή θα παρατείνουνε)
 
Συντελεσμένος Μέλλοντας
Οριστική
θα έχω παρατείνει, θα έχεις παρατείνει, θα έχει παρατείνει, θα έχουμε παρατείνει, θα έχετε παρατείνει, θα έχουν παρατείνει
 
Παρακείμενος
Οριστική
έχω παρατείνει, έχεις παρατείνει, έχει παρατείνει, έχουμε παρατείνει, έχετε παρατείνει, έχουν(ε) παρατείνει
Υποτακτική
να έχω παρατείνει, να έχεις παρατείνει, να έχει παρατείνει, να έχουμε παρατείνει, να έχετε παρατείνει, να έχουν(ε) παρατείνει
 
Υπερσυντέλικος
Οριστική
είχα παρατείνει, είχες παρατείνει, είχε παρατείνει, είχαμε παρατείνει, είχατε παρατείνει, είχαν(ε) παρατείνει
 
Παθητική φωνή
 
Ενεστώτας
Οριστική
παρατείνομαι, παρατείνεσαι, παρατείνεται, παρατεινόμαστε, παρατείνεστε, παρατείνονται
Υποτακτική
να παρατείνομαι, να παρατείνεσαι, να παρατείνεται, να παρατεινόμαστε, να παρατείνεστε, να παρατείνονται
Προστακτική
---
Μετοχή
παρατεινόμενος, παρατεινόμενη, παρατεινόμενο
 
Παρατατικός
Οριστική
παρατεινόμουν, παρατεινόσουν, παρατεινόταν, παρατεινόμαστε, παρατεινόσαστε, παρατείνονταν
(& παρατεινόμουνα, παρατεινόσουνα, παρατεινότανε, παρατεινόμασταν, παρατεινόσασταν, παρατεινόντουσαν)
 
Αόριστος
Οριστική
παρατάθηκα, παρατάθηκες, παρατάθηκε, παραταθήκαμε, παραταθήκατε, παρατάθηκαν (ή παραταθήκανε)
Υποτακτική
να παραταθώ, να παραταθείς, να παραταθεί, να παραταθούμε, να παραταθείτε, να παραταθούν (ή να παραταθούνε)
 
Εξακολουθητικός Μέλλοντας
Οριστική
θα παρατείνομαι, θα παρατείνεσαι, θα παρατείνεται, θα παρατεινόμαστε, θα παρατείνεστε, θα παρατείνονται
 
Συνοπτικός Μέλλοντας
Οριστική
θα παραταθώ, θα παραταθείς, θα παραταθεί, θα παραταθούμε, θα παραταθείτε, θα παραταθούν (ή θα παραταθούνε)
 
Συντελεσμένος Μέλλοντας
Οριστική
θα έχω παραταθεί, θα έχεις παραταθεί, θα έχει παραταθεί, θα έχουμε παραταθεί, θα έχετε παραταθεί, θα έχουν παραταθεί
 
Παρακείμενος
Οριστική
έχω παραταθεί, έχεις παραταθεί, έχει παραταθεί, έχουμε παραταθεί, έχετε παραταθεί, έχουν παραταθεί
Υποτακτική
να έχω παραταθεί, να έχεις παραταθεί, να έχει παραταθεί, να έχουμε παραταθεί, να έχετε παραταθεί, να έχουν παραταθεί
Μετοχή
παρατεταμένος, παρατεταμένη, παρατεταμένο
 
Υπερσυντέλικος
Οριστική
είχα παραταθεί, είχες παραταθεί, είχε παραταθεί, είχαμε παραταθεί, είχατε παραταθεί, είχαν(ε) παραταθεί

Αρχαία ελληνικά: Αναλυτική κλίση ρήματος «πονέω-πονῶ»

Κωνσταντίνος Μάντης | Best Blogger Tips

Charles James Adams 

 
Αρχαία ελληνικά: Αναλυτική κλίση ρήματος «πονέω-πον»
 
(πον = κουράζομαι, κοπιάζω, μοχθώ)
 
Ενεργητική Φωνή
 
Ενεστώτας
Οριστική
πον, πονες, πονε, πονομεν, πονετε, πονοσι(ν)
Υποτακτική
πον, πονς, πον, πονμεν, ποντε, πονσι(ν)
Ευκτική
πονομι, πονος, πονο, ή πονοίην, πονοίης, πονοίη, πονομεν, πονοτε, πονοεν
Προστακτική
---, πόνει, πονείτω, ---, πονετε, πονούντων (ή πονείτωσαν)
Απαρέμφατο
πονεν
Μετοχή
πονν, πονοσα, πονον
 
Παρατατικός
Οριστική
πόνουν, πόνεις, πόνει, πονομεν, πονετε, πόνουν
 
Μέλλοντας
Οριστική
πονέσω, πονέσεις, πονέσει, πονέσομεν, πονέσετε, πονέσουσι(ν)
& πονήσω, πονήσεις, πονήσει, πονήσομεν, πονήσετε, πονήσουσι(ν)
Ευκτική
πονήσοιμι, πονήσοις, πονήσοι, πονήσοιμεν, πονήσοιτε, πονήσοιεν
Απαρέμφατο
πονήσειν
Μετοχή
πονήσων, πονήσουσα, πονσον
 
Αόριστος
Οριστική
πόνησα, πόνησας, πόνησε(ν), πονήσαμεν, πονήσατε, πόνησαν
& πόνεσα, πόνεσας, πόνεσε(ν), πονέσαμεν, πονέσατε, πόνεσαν
Υποτακτική
πονήσω, πονήσς, πονήσ, πονήσωμεν, πονήσητε, πονήσωσι(ν)
Ευκτική
πονήσαιμι, πονήσαις ή πονήσειας, πονήσαι ή πονήσαιε(ν) πονήσαιμεν, πονήσαιτε, πονήσαιεν ή πονήσειαν
Προστακτική
---, πόνησον, πονησάτω, ---, πονήσατε, πονησάντων (ή πονησάτωσαν)
Απαρέμφατο
πονσαι
Μετοχή
πονήσας, πονήσασα, πονσαν
 
Παρακείμενος
Οριστική
πεπόνηκα, πεπόνηκας, πεπόνηκε, πεπονήκαμεν, πεπονήκατε, πεπονήκασι(ν)
 
Υποτακτική
πεπονηκώς- πεπονηκυα- πεπονηκός
πεπονηκώς- πεπονηκυα- πεπονηκός ς
πεπονηκώς- πεπονηκυα- πεπονηκός
πεπονηκότες- πεπονηκυαι- πεπονηκότα μεν
πεπονηκότες- πεπονηκυαι- πεπονηκότα τε
πεπονηκότες- πεπονηκυαι- πεπονηκότα σι
 
Ευκτική
πεπονηκώς- πεπονηκυα- πεπονηκός εην
πεπονηκώς- πεπονηκυα- πεπονηκός εης
πεπονηκώς- πεπονηκυα- πεπονηκός εη
πεπονηκότες- πεπονηκυαι- πεπονηκότα εημεν (εμεν)
πεπονηκότες- πεπονηκυαι- πεπονηκότα εητε (ετε)
πεπονηκότες- πεπονηκυαι- πεπονηκότα εησαν (εεν)
 
Προστακτική
---
πεπονηκώς- πεπονηκυα- πεπονηκός σθι
πεπονηκώς- πεπονηκυα- πεπονηκός στω
---
πεπονηκότες- πεπονηκυαι- πεπονηκότα στε
πεπονηκότες- πεπονηκυαι- πεπονηκότα στων
 
Απαρέμφατο
πεπονηκέναι
Μετοχή
πεπονηκώς, πεπονηκυα, πεπονηκός
 
Υπερσυντέλικος
Οριστική
πεπονήκειν, πεπονήκεις, πεπονήκει, πεπονήκεμεν, πεπονήκετε, πεπονήκεσαν
 
Μέση Φωνή
 
Ενεστώτας
Οριστική
πονομαι, πον/πονε, πονεται, πονούμεθα, πονεσθε, πονονται
Υποτακτική
πονμαι, πον, πονται, πονώμεθα, πονσθε, ποννται
Ευκτική
πονοίμην, πονοο, πονοτο, πονοίμεθα, πονοσθε, πονοντο
Προστακτική
---, πονο, πονείσθω, ---, πονεσθε, πονείσθων ή πονείσθωσαν
Απαρέμφατο
ποιεσθαι
Μετοχή
πονούμενος
πονουμένη
πονούμενον
 
Παρατατικός
Οριστική
πονούμην, πονο, πονετο, πονούμεθα, πονεσθε, πονοντο
 
Μέλλοντας
Οριστική
πονήσομαι, πονήσ / πονήσει, πονήσεται, πονησόμεθα, πονήσεσθε, πονήσονται
& πονέσομαι, πονέσ / πονέσει, πονέσεται, πονεσόμεθα, πονέσεσθε, πονέσονται
Ευκτική
πονησοίμην, πονήσοιο, πονήσοιτο, πονησοίμεθα, πονήσοισθε, πονήσοιντο
Απαρέμφατο
πονήσεσθαι
Μετοχή
πονησόμενος
πονησομένη
πονησόμενον
 
Αόριστος
Οριστική
πονησάμην, πονήσω, πονήσατο, πονησάμεθα, πονήσασθε, πονήσαντο
Υποτακτική
πονήσωμαι, πονήσ, πονήσηται, πονησώμεθα, πονήσησθε, πονήσωνται
Ευκτική
πονησαίμην, πονήσαιο, πονήσαιτο, πονησαίμεθα, πονήσαισθε, πονήσαιντο
Προστακτική
---, πόνησαι, πονησάσθω, ---, πονήσασθε, πονησάσθων ή πονησάσθωσαν
Απαρέμφατο
πονήσασθαι
Μετοχή
πονησάμενος
πονησαμένη
πονησάμενον
 
Παθητικός Αόριστος
Οριστική
πονήθην, πονήθης, πονήθη, πονήθημεν, πονήθητε, πονήθησαν
Υποτακτική
πονηθ, πονηθς, πονηθ, πονηθμεν, πονηθτε, πονηθσι(ν)
Ευκτική
πονηθείην, πονηθείης, πονηθείη, πονηθείημεν ή πονηθεμεν, πονηθείητε ή πονηθετε, πονηθείησαν ή πονηθεεν
Προστακτική
---, πονήθητι, πονηθήτω, ---, πονήθητε, πονηθέντων ή πονηθήτωσαν
Απαρέμφατο
πονηθναι
Μετοχή
πονηθείς
πονηθεσα
πονηθέν
 
Παρακείμενος
Οριστική
πεπόνημαι, πεπόνησαι, πεπόνηται, πεπονήμεθα, πεπόνησθε, πεπόνηνται
 
Υποτακτική
πεπονημένος - πεπονημένη- πεπονημένον
πεπονημένος - πεπονημένη- πεπονημένον ς
πεπονημένος - πεπονημένη- πεπονημένον
πεπονημένοι- πεπονημέναι- πεπονημένα μεν
πεπονημένοι- πεπονημέναι- πεπονημένα τε
πεπονημένοι- πεπονημέναι- πεπονημένα σι
 
Ευκτική
πεπονημένος - πεπονημένη- πεπονημένον εην
πεπονημένος - πεπονημένη- πεπονημένον εης
πεπονημένος - πεπονημένη- πεπονημένον εη
πεπονημένοι- πεπονημέναι- πεπονημένα εημεν (εμεν)
πεπονημένοι- πεπονημέναι- πεπονημένα εητε (ετε)
πεπονημένοι- πεπονημέναι- πεπονημένα εησαν (εεν)
 
Προστακτική
---, πεπόνησο, πεπονήσθω, --- πεπόνησθε, πεπονήσθων ή πεπονήσθωσαν
 
Απαρέμφατο
πεπονσθαι
Μετοχή
πεπονημένος,
πεπονημένη,
πεπονημένον
 
Υπερσυντέλικος
πεπονήμην, πεπόνησο, πεπόνητο, πεπονήμεθα, πεπόνησθε, πεπόνηντο

Ιστορία Προσανατολισμού: Εθνικόν Κομιτάτον & Εκλεκτικοί (πηγή)

Κωνσταντίνος Μάντης | Best Blogger Tips

Ιστορία Προσανατολισμού: Εθνικόν Κομιτάτον & Εκλεκτικοί (πηγή)
 
Συνδυάζοντας τις ιστορικές σας γνώσεις και τις πληροφορίες από το κείμενο που σας δίνεται, να αναφερθείτε:
α. στο Εθνικόν Κομιτάτον (13 μονάδες)
β. στους Εκλεκτικούς. (12 μονάδες)
Μονάδες 25
 
Σχετικά με τις δύο ελάσσονες σε δύναμη πολιτικές ομάδες, το «Εθνικό Κομιτάτο» του Επαμεινώνδα Δεληγεώργη ήταν το πιο ιδεολογικά έμφορτο, με τον ηγέτη του να πρωτοστατεί στη νεολαία απέναντι στον Όθωνα. Αυτή, όμως, η επαναστατικότητα γρήγορα θα θυσιαστεί στον «βωμό» της σκοπιμότητας, με τον Δεληγεώργη να προσεταιρίζεται τον Δημήτριο Βούλγαρη απέναντι στους ορεινούς. Το κόμμα του Δεληγεώργη, ενώ αρχικά είχε ένα μεταρρυθμιστικό και θεωρητικά «ριζοσπαστικό» προφίλ, που ζητούσε την αποκατάσταση του Συντάγματος (από τα «θερμά» επαναστατικά χρόνια του αρχηγού του απέναντι στον Όθωνα), κατέληξε να συμμαχεί με αντιδημοκρατικές δυνάμεις, βάζοντας υπεράνω όλων τον τακτικισμό.
Οι Εκλεκτικοί (μετριοπαθείς και μορφωμένοι κατά κανόνα βουλευτές), από την άλλη, δεν μοιάζουν να αποτελούν μια συμπαγή ομάδα: αποσκοπούν στην ύφεση των εντάσεων και στη συμμετοχή τους σε κυβερνητικά σχήματα, αλλάζοντας όμως διαρκώς και εύκολα στρατόπεδα. Η συγκεκριμένη πολιτική ομάδα συνέτεινε στην πολιτική αστάθεια και στην παραίτηση διαδοχικών κυβερνήσεων, στοιχεία που χαρακτηρίζουν την πολιτική πραγματικότητα μέχρι και την έλευση του Γεωργίου Α΄.
 
Αλεξάνδρα Γ. Παπαναστασοπούλου, Οι κομματικοί σχηματισμοί στην Ελλάδα (1875 – 1909): Στοιχεία σταθερότητας & λειτουργίας του εκλογικού συστήματος – εξωτερικές επιρροές, 2023
 
Ενδεικτική απάντηση
 
α. Μικρότερη απήχηση στο πλαίσιο της Εθνοσυνέλευσης του 1862-1864 είχαν άλλοι πολιτικοί σχηματισμοί: Το Εθνικόν Κομιτάτον, υπό τον Επαμεινώνδα Δεληγιώργη, που υποστήριζε την ανάπτυξη του κοινοβουλευτισμού και τον εκσυγχρονισμό της χώρας, οικονομική ανάπτυξη και μεταρρυθμίσεις στη διοίκηση και στο στρατό, πολιτισμική εξάπλωση στην Οθωμανική αυτοκρατορία. Όπως, ωστόσο, επισημαίνεται στο παράθεμα, παρά τον αρχικό ιδεολογικό πλούτο του, το κόμμα του Δεληγιώργη θα στραφεί γρήγορα σε αντιδημοκρατικές επιλογές που το έφερναν σε αντίθεση με τον κοινοβουλευτισμό. Ο Δεληγιώργης, ο οποίος στα νεανικά του χρόνια είχε συμμετάσχει ενεργά σε επαναστατικές δράσεις κατά του Όθωνα, ξεκίνησε την πολιτική του σταδιοδρομία με ένα ανανεωτικό και μεταρρυθμιστικό πρόγραμμα, ζητώντας την επανόρθωση του Συντάγματος. Στη συνέχεια, όμως, θα εγκαταλείψει τόσο την επαναστατική διάθεση όσο και τις δημοκρατικές του θέσεις, επιδιώκοντας το συμφέρον του και στρεφόμενος σε επιλογές τακτικής, όπως υπήρξε η συνεργασία με τον Δημήτριο Βούλγαρη έναντι των ορεινών.
 
β. Οι Εκλεκτικοί ήταν μια ετερόκλητη παράταξη εξεχόντων πολιτικών, λογίων και αξιωματικών, με μετριοπαθείς θέσεις, η οποία προσπαθούσε να μεσολαβεί μεταξύ των άλλων παρατάξεων και να υποστηρίζει σταθερές κυβερνήσεις. Το παράθεμα επιβεβαιώνει εν μέρει μόνο τις σχετικές πληροφορίες, καθώς, αν και αναγνωρίζει τη μετριοπάθεια της μη συνεκτικής αυτής ομάδας, όπως και την πρόθεσή της να μετριάζει τις πολιτικές εντάσεις, τονίζει πως εν τέλει δεν πέτυχε τον σκοπό της σχετικά με τη στήριξη σταθερών κυβερνήσεων. Ειδικότερα, η Αλεξάνδρα Παπαναστασοπούλου επισημαίνει πως η ομάδα των Εκλεκτικών είχε την τάση να αλλάζει συνέχεια και με μεγάλη ευκολία τους κομματικούς σχηματισμούς που υποστήριζε, με αποτέλεσμα η δράση της αυτή να εντείνει την πολιτική αστάθεια και να συμβάλει στις πολλαπλές παραιτήσεις των κυβερνήσεων. Η πολιτική αυτή αστάθεια, πάντως, αποτελούσε το βασικό χαρακτηριστικό της πολιτικής περιόδου μέχρι την άφιξη του Γεώργιου Α΄.
Related Posts Plugin for WordPress, Blogger...